Saturday, August 30, 2008

Αλλη μια κιβωτός πολιτισμού εκπέμπει SOS

Το καμαρίνι του Αιμ. Βεάκη, στο Θεατρικό Μουσείο
Δέσμια της έλλειψης πολιτικής βούλησης βρίσκεται άλλη μια κιβωτός πολιτισμού. Η θλιβερή κατάσταση, στην οποία βρίσκεται εδώ και χρόνια το Θεατρικό Μουσείο - Κέντρο Μελέτης και Ερευνας του Ελληνικού Θεάτρου, αποτελεί άλλη μια ένδειξη της συνολικότερης υποτίμησης της υπόθεσης του πολιτισμού σ' αυτόν τον τόπο, από τις κυβερνήσεις τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ.

Ο χώρος στέγασής του, επί της οδού Ακαδημίας, στον ημι-υπόγειο χώρο του Πνευματικού Κέντρου, είχε παραχωρηθεί από την πολιτεία ως προσωρινή λύση προ 30ετίας περίπου. Αλλά σ' αυτήν τη χώρα και με τέτοιες κυβερνήσεις, «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού». Οι επαναλαμβανόμενες υποσχέσεις από όλες τις κυβερνήσεις, οι οποίες πέρασαν στο διάστημα αυτών των χρόνων, για μεταστέγαση σε χώρο επαρκέστερο, έπεσαν στο κενό. Χρόνια το μουσείο ασφυκτιά δέσμιο ενός χώρου ακατάλληλου από κάθε άποψη. Παλαιότητα κτιρίου, κάκιστος εξαερισμός, ανεπαρκής φωτισμός, απαράδεκτες και τριτοκοσμικές συνθήκες υγιεινής (ύδρευση, αποχέτευση), μόνιμος και υπαρκτός κίνδυνος πλημμύρας (λόγω γειτνίασης με τις δημόσιες τουαλέτες) και έλκυσης παντός είδους λυμάτων, τρωκτικά και έντομα, τεράστιος κίνδυνος για την υγεία εργαζομένων και επισκεπτών λόγω των συχνών απολυμάνσεων, παντελής έλλειψη κεντρικής θέρμανσης και κλιματιστικών μηχανημάτων, έλλειψη πυρασφάλειας κ.ά.

Η στενότητα του χώρου οδήγησε στη μεταστέγαση της βιβλιοθήκης, το 1990, σε μια αίθουσα του κτιρίου «Κωστή Παλαμά - Ροζ κτίριο», που παραχώρησε το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ομως, ήταν μια προσωρινή λύση που δεν ικανοποιούσε τις ανάγκες του Κέντρου Ερευνας, καθώς έπρεπε να ακολουθούν τα ωράρια του Πανεπιστημίου. Οταν το Πανεπιστήμιο ήταν κλειστό, έκλεινε και η βιβλιοθήκη.

Το Φλεβάρη του 2003 εγκαινιάστηκε, παρουσία των Προέδρων της Δημοκρατίας, Κ. Στεφανόπουλου, και της Βουλής, Απ. Κακλαμάνη, η νέα στέγη της Θεατρικής Βιβλιοθήκης του Κέντρου Μελέτης και Ερευνας του Ελληνικού Θεάτρου - Θεατρικού Μουσείου, στο 400 τετραγωνικών μέτρων κτίριο της οδού Καραμανλάκη 7 (Πατήσια). Και πάλι δεν ήταν η επιθυμητή λύση, καθώς το Θεατρικό Μουσείο εξακολουθεί να βρίσκεται στο υπόγειο του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων, ενώ θα έπρεπε να συστεγάζονται. Οι υπεύθυνοι του Μουσείου, όμως, για να μη στοιβαχτούν τα πολύτιμα βιβλία και χειρόγραφα σε κάποια αποθήκη δέχτηκαν αυτή τη μεταστέγαση της θεατρικής βιβλιοθήκης, η οποία περιλαμβάνει σπάνιες εκδόσεις και χειρόγραφα, 34.000 περίπου τόμους για το θέατρο, που χρονολογούνται από το 1736, εκατοντάδες χειρόγραφα από το 1860, δημοσιεύματα για το θέατρο, αφίσες, καθώς και το Αρχείο Αποκομμάτων.

Μοναδικό ...αλλά απαξιωμένο


Το Θεατρικό Μουσείο αποτελεί την πρώτη μορφή του σημερινού ιδρύματος, το οποίο δημιουργήθηκε το 1938 από την Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων (ΕΕΘΣ), της οποίας πρόεδρος ήταν τότε ο Θεόδωρος Συναδινός. Εφορος του Μουσείου είχε διοριστεί ο μελετητής και ιστορικός του νεοελληνικού θεάτρου Γιάννης Σιδέρης, στον οποίο οφείλεται ουσιαστικά η πρώτη συγκέντρωση του εκθεσιακού και αρχειακού υλικού. Το Θεατρικό Μουσείο λειτουργεί υπό την αιγίδα της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, ενώ το 1976 μετατρέπεται σε αυτοτελές σωματείο Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου και λίγο αργότερα μετονομάζεται σε «Μουσείο και Κέντρο Μελέτης του Ελληνικού Θεάτρου». Το 1996, μετά από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, υιοθετείται η σημερινή του επωνυμία. Οι αλλαγές αυτές σηματοδοτούν και τη διεύρυνση των στόχων του. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται πλέον στη μελέτη και έρευνα του Ελληνικού Θεάτρου, με την αξιοποίηση της πλούσιας θεατρικής βιβλιοθήκης και των σημαντικών αρχείων του.
Το Κέντρο Μελέτης και Ερευνας του Ελληνικού Θεάτρου είναι το μοναδικό Κέντρο στη χώρα μας, που αποθησαυρίζει τη θεατρική ιστορία του τόπου που γέννησε το θέατρο. Είναι πραγματική κιβωτός του ελληνικού θεάτρου. Το Κέντρο αυτό, το οποίο μάλιστα έχει χαρακτηριστεί ως ένα από τα καλύτερα του είδους στον κόσμο μουσείο, δεν είναι απλά ένας μουσειακός χώρος. Είναι η μοναδική και ίσως η πιο αξιόλογη πηγή πληροφοριών απ' όπου αντλούν στοιχεία φοιτητές Πανεπιστημίων, σπουδαστές δραματικών σχολών, δημοσιογράφοι, τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί, ηθοποιοί, σκηνοθέτες και όλοι όσοι ασχολούνται με το θέατρο, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό.
Αυτό που καθιστά ξεχωριστό, όμως, το Θεατρικό Μουσείο είναι το ότι πρόκειται για το μοναδικό στα Βαλκάνια που έχει τεκμήρια θεατρικής πορείας του έθνους επί 170 ολόκληρα χρόνια. Το Κέντρο παρακολουθεί και καταγράφει όλη την κίνηση του θεάτρου από τον τρόπο με τον οποίο κοινοποιείται το θεατρικό γεγονός: αφίσες, προγράμματα, φωτογραφίες, βιντεοταινίες, μαγνητοταινίες, δίσκοι, παρτιτούρες θεάτρου και τραγουδιών. Τεκμήρια της ζωής των καλλιτεχνών με τα πιο προσωπικά τους αντικείμενα, τα κοστούμια τους, αλλά και διαμορφωμένα καμαρίνια κορυφαίων πρωταγωνιστών. Πλούσιο είναι και το εικαστικό τεκμήριο, μακέτες και φωτογραφίες σκηνικών, μάσκες θεάτρου. Επίσης υπάρχει και γωνία αφιερωμένη στο Θέατρο Σκιών και το Κουκλοθέατρο, πόλος έλξης των παιδιών.
Αξίζει, πάντως, να δούμε με στοιχεία το έργο που προσφέρει το Κέντρο: 80.000 μαθητές σχολείων ετησίως επισκέπτονται το Μουσείο και ξεναγούνται χωρίς καμιά επιβάρυνση, ενώ οι μεμονωμένοι επισκέπτες φτάνουν περίπου τους 10.000 ετησίως, ενώ κατά τους καλοκαιρινούς μήνες παρατηρείται αυξημένη προσέλευση αλλοδαπών. 5.000 περίπου μελετητές, ετησίως, κάνουν χρήση του τεράστιου πλούτου βιβλίων, ελληνικών και ξένων (40.000 τόμοι), των περιοδικών (10.000 τόμοι) και της σπάνιας συλλογής χειρογράφων που διαθέτει η Βιβλιοθήκη. 3.000 ερευνητές ετησίως αντλούν το υλικό τους από το τεράστιο αρχειακό υλικό του Μουσείου. Στο αρχείο περιέχονται, εκτός των άλλων, και περισσότερες από 2.000 βιντεοσκοπημένες παραστάσεις, μοναδικά ντοκουμέντα για την ιστορία του Ελληνικού Θεάτρου. Επίσης, τροφοδοτούνται και ενημερώνονται όλα τα σχολεία της χώρας, δωρεάν πάντα, με βιντεοκασέτες, από παραστάσεις, ειδικά τραγωδίες.
Η μοναδικότητα των Αρχείων του Κέντρου προκάλεσε, μάλιστα, το ενδιαφέρον της «κοινωνίας της πληροφορίας» και συμπεριλήφθηκε στο πρόγραμμα ψηφιοποίησης σημαντικών αρχείων και εξόδου των στο διαδίκτυο. Από το 2001 έχει αναλάβει αποκλειστικά, σε συνεργασία με το Ελληνικό Φεστιβάλ, την έκθεση ντοκουμέντων στο Μουσείο Επιδαύρου.
Πολιτειακή αδιαφορία

Αποκλειστικά επιχορηγούμενο (ατάκτως και απρογραμμάτιστα) από την πολιτεία, το Κέντρο έχει βρεθεί πολλές φορές σε πλήρες οικονομικό αδιέξοδο, λόγω συσσωρευμένων χρεών και εξαιτίας της καθυστέρησης κάθε χρόνο της επιχορήγησης του ΥΠΠΟ. Οφειλές στο IKA, φόροι, μισθοδοσίες, ενοίκιο της βιβλιοθήκης του κ.ά. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο πρόεδρός του, Κώστας Γεωργουσόπουλος, είτε από την τσέπη του, είτε από προσωπικά δάνεια, πληρώνει το ΙΚΑ, προκειμένου να πάρει την ασφαλιστική ενημερότητα που απαιτείται για να εισπράξει από το ΥΠΠΟ την επιχορήγηση. Το Κέντρο είναι μη κερδοσκοπικό Σωματείο. Δεν έχει έσοδα, δεδομένου ότι δεν εισπράττει εισιτήριο. Απασχολεί 16 υπαλλήλους (θεατρολόγους, βιβλιοθηκάριο, γραμματέα, τεχνικούς βιντεοσκοπήσεων, χειριστές υπολογιστών και βάσεως δεδομένων, ξεναγούς, λογίστρια, καθαρίστρια κλπ.) και στα δύο κτίρια.
Κατά καιρούς, πάντα προεκλογικά, είτε μετά από έντονες διαμαρτυρίες των υπευθύνων του Κέντρου, δίνονται υποσχέσεις και τα γνωστά μεγάλα λόγια. Επί υπουργίας Ευάγγελου Βενιζέλου, θέλοντας να απομακρύνει «το ποτήριον τούτο» από την ευθύνη του, ζήτησε από τον τότε καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Νίκο Κούρκουλο, την «υιοθεσία» του Μουσείου, αγνοώντας τη διοίκηση του Θεατρικού Μουσείου και της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων (ΕΕΘΣ), που έχουν τον πρώτο λόγο. Πριν τις δημοτικές εκλογές, ο Νικήτας Κακλαμάνης μίλησε στο πρόγραμμά του και για τη «φροντίδα» ή «υιοθεσία» κι αυτός του Κέντρου. Σε επικοινωνία του προέδρου του Κέντρου μαζί του, είπε ότι πρέπει πρώτα να καταγράψει την περιουσία του Δήμου ...άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε. Οσο για το ΥΠΠΟ, δεν έχει κτίρια, λέει. Τι ντροπή! Για την Πειραιώς και το Ιδρυμα Νιάρχου βρίσκει χώρους να παραχωρήσει, για το Κέντρο δεν έχει.

Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Κυριακή 31 Αυγούστου 2008

Κυνικό χιούμορ στο Θέατρο "Χώρα"

Με γερές δόσεις κυνικού χιούμορ θα ξεκινήσει τη νέα περίοδο το Θέατρο "Χώρα". Από τις 29 Σεπτεμβρίου θα παρουσιάζεται εκεί ο σατιρικός μονόλογος του Αλαν Μπένετ με τίτλο "Κρεβάτι ανάμεσα στις φακές". Ο συγγραφέας καταγράφει την ψυχολογική πορεία της ηρωίδας του, ενώ ο σκηνοθέτης Σταύρος Στάγκος εντάσσει τον θεατή στη βασανιστική της πραγματικότητα και στην αδυναμία της να ξεφύγει από τις εικόνες και τις συμπεριφορές που της έχουν επιβληθεί. Ερμηνεύει η Λίλη Τσεσματζόγλου. Η παράσταση θα παρουσιάζεται κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη στις 9.30

Τρεις ώρες μάταιης φλυαρίας


Οταν κάποτε ρωτήθηκε ποιος είναι ο «Γκοντό», ο Μπέκετ απάντησε: «Αν το ήξερα, θα το είχα πει στο έργο». Φαίνεται πως σημασία δεν έχει ο Γκοντό, αλλά η προσμονή. Οι δύο αξιαγάπητοι αλήτες «προσδοκούν κάτι σπουδαίο» από την αναμονή. Αλλοθι για την αδιέξοδη ύπαρξή τους, λύτρωση από τη μεταφυσική ερημιά.
Η ανόητη φλυαρία τους, η απασχόληση με το στενό παπούτσι, το τσαπλινέσκ βάλε - βγάλε του καπέλου, τα παιχνιδάκια τσακωμού και συμφιλίωσης («δεν θέλουμε να χωρίσουμε ποτέ»), η πλάκα με την αυτοκτονία (δεν φτάνει το σχοινί για δύο) είναι προσπάθειες να υπερκεράσουν την πλήξη, μέχρι ο Γκοντό τούς αποκαλύψει το νόημα της ζωής.
Σε απόλυτη αβεβαιότητα, ανάμεσα σε φόβο και ελπίδα, οι δύο ρέμπελοι ζουν μονάχα για τον Γκοντό. Κάθε άλλο παρά μηδενιστές, είναι θρησκευτικοί οπτιμιστές, που ενώ δεν πολυπιστεύουν πια, τους έχει μείνει η εξάρτηση από το άδηλο κάτι. Οι σποραδικές σιωπές, όταν προς στιγμή χάνουν τον μίτο του παιχνιδιού, σκάνε σαν κραυγές απελπισίας («όλα καταρρέουν!»). Είκοσι παύσεις, ανάμεσα σε γέννηση και θάνατο, ανυπαρξία και ανυπαρξία, που πρέπει να ξαναγεμίσουν γρήγορα με κουβέντα και αστεϊσμούς, προτού η τραγικότητα από κλοουνέσκ κατάσταση γίνει πραγματική. Ο Μπέκετ θέτει τα αρχαιότερα θρησκευτικά ερωτήματα της ανθρωπότητας και ελλείψει λύσεων, απαντά σε αυτά με παιχνίδι.
Στο κέντρο της σκηνής, το περίφημο ξερακιανό δέντρο, τριγύρω αμμόλοφοι σαν κρατήρες ενός άγνωστου πλανήτη (σκηνικό Vitautas Narbutas), στο γαλάζιο στερέωμα μια πανσέληνος ή ήλιος αλλάζουν συνεχώς θέση και χρώμα. Ωραιότατη μεταφορά της έννοιας του χρόνου. Μια αναμαλλιασμένη κλοσάρ (Μάρω Παπαδοπούλου) επελαύνει στο γυμνό τοπίο και οσονούπω το γνωστό ντουέτο Βλαντιμίρ/ Εστραγκον. «Επιτέλους πάλι μαζί!».
Ο πρώτος, αυταρχικός και ανήσυχος (Ταξιάρχης Χάνος), ουρεί στο δέντρο και ζορίζεται με την καθυστέρηση του Γκοντό («και τώρα;»). Ο άλλος, λιπόσαρκο, αφηρημένο ανθρωπάκι (Μανώλης Μαυροματάκης), καταγίνεται υπομονετικά με το παπούτσι του και τον χρόνο. Τι άλλο να κάνει; Τόσο ανόμοιοι και τόσο αγαπημένοι. Δεν συμβαίνει το ίδιο με το δίδυμο εξουσίας/ υποτέλειας του Πότσου (Χρήστος Σαπουντζής), σε περιβολή Βαυαρού διευθυντή τσίρκου και του υπηρέτη του Λάκι (Αγγελική Στελλάτου).
Η σκηνική πρόκληση στον Μπέκετ είναι η μεγαλειώδης μινιμαλιστική γραφή του και τα απολύτως στοιχειώδη υλικά (σώμα/ φωνή) στην περιγραφή της ανθρώπινης εμπειρίας. Ο Cezaris Grauzinis σε μια απόπειρα «εκσυγχρονισμού» του έργου, ανασκεύασε το ουσιώδες σε διακοσμητικό, πρόσθεσε επεξηγηματικές σφήνες (godot-god) και ατάκες από άλλα κείμενα (Τέλος του παιχνιδιού), ανατροπές, μετατοπίσεις και αυτοσχεδιασμούς χωρίς κέντρο βάρους, γκαγκς βωβού κινηματογράφου, σλάπστικ, στοιχεία ελληνικής επιθεώρησης, εν γένει ένα λούσο ευρημάτων που μετατρέπουν τους σημαίνοντες μονολόγους σε φλυαρία ad finitum, επιμηκύνοντας τη βαρδιά σε τρεις μάταιες ώρες. Η πλήξη ζωής των χαρακτήρων είναι μεταδοτική: ο διπλανός μου βυθίστηκε σε ύπνο βαθύ, ευτυχώς αθόρυβο. Παραπέρα το ίδιο.
Οπως και στο αμφιλεγόμενο, για ορισμένους, χιτ της περυσινής σεζόν, «Δάφνις και Χλόη» (Πορεία), ο Λιθουανός σκηνοθέτης έδωσε πάλι ρέστα με μια καταϊδρωμένη παράσταση, γεμάτη πλεονασμούς, στην απόπειρα να μην αφήσει αναπάντητη καμιά πλευρά του έργου: θρησκεία, τέχνη, φιλία, αναμονή, φόβος, Τίποτε. Φυσικά επισημάναμε το ανθισμένο κλαρί του β' μέρους. Ωστόσο, αυτή η νύξη ελπίδας που επιτρέπει στον «Γκοντό» του ο ταλαντούχος πλην άμετρος Grauzinis δεν πείθει. Σε ένα δάσος από αυθαιρεσίες, ένα ακόμη κλαδάκι δεν κάνει πολλή διαφορά.

ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΤΖΙΡΗ, Ελευθεροτυπία / 2 - 30/08/2008

Με τη λογική του τηλεοπτικού σκετς

Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ, Ελευθεροτυπία / 2 - 30/08/2008


Ο Γιώργος Ραζέλος βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής του. Εχοντας μεγαλώσει με την αυτοπεποίθηση του παιδιού-θαύματος, αναζητεί τώρα τον χαμένο χρόνο του βίου, τον δρόμο που τον οδήγησε στα πρότερα λάθη. Η αρχή πάντως έχει γίνει: έχει αναγνωρίσει ότι, παρά την επιφανειακή επιτυχία, είναι κατά βάθος ένας αποτυχημένος. Χαμένος στην προσωπική ζωή, στερημένος από την ικανότητα να ανακαλύπτει και να ζει με τις χαρές της καθημερινότητας, αποκομμένος από την ανθρώπινη ζεστασιά και κατανόηση. Για να βρει λοιπόν τα «μυστικά της αποτυχίας του» γυρίζει πίσω στην αφετηρία, όταν διαμορφωνόταν μέσα του το κτήνος που ζητεί με κάθε κόστος την κοινωνική και επαγγελματική καταξίωση.
Πάνω σε αυτή την υπόθεση ο Γιώργος Ηλιόπουλος έχτισε ένα αξιοσημείωτο σουξέ, που διανύει τώρα αισίως την τρίτη, και θερινή, σεζόν στο «Παρκ». Μπόρεσε προφανώς να θέλξει ένα κοινό που αναζητεί είδωλα των προσωπικών αδιεξόδων του με τον ανέξοδο τρόπο της κωμωδίας. Γιατί, παρά τις νότες συγκίνησης και την πρόθεση γενικότερου προβληματισμού, ο βασικός τόνος της παράστασης είναι ο κωμικός. Και επειδή το ίδιο το θέμα της αυτογνωσίας και της υπαρξιακής κρίσης δεν προσφέρεται τόσο για το πλατύ κοινό, ακολουθείται η τεχνική του ευκόλως εννοούμενου υπονοούμενου και η λογική του τηλεοπτικού σκετς.
Είναι αλήθεια ότι δεν λείπει μια προσπάθεια ανάπτυξης της θεατρικής έκφρασης, ειδικά καθώς τα πρόσωπα πλέουν στον ρευστό κόσμο της σκηνικής μεταμόρφωσης. Η εντύπωση όμως που απομένει είναι τηλεοπτική, και η αλήθεια είναι πως, αν οι θεατές διέθεταν τηλεκοντρόλ, μπορεί να το χρησιμοποιούσαν για να ρίξουν μια ματιά στα άλλα κανάλια.
Συμβάλλει σε αυτό και το ότι για ακόμη μία φορά ο Ηλιόπουλος στρέφεται στη λύση της αποσπασματικότητας. Μέρη μιας διασπασμένης εικόνας, εδώ με την πρόφαση της αναπόλησης, δίνουν το παζλ ενός πολύπλοκου συνόλου. Στην πραγματικότητα κρύβουν την αδυναμία ανέλιξης από τα πρώτα αίτια στην περιπέτεια του προσώπου. Η αναδρομή του Ραζέλου στα παιδικά του χρόνια (το πιο αδύναμο σημείο του έργου και, ατυχώς, η αφετηρία του), και η σχέση του με τους γονείς και τους φίλους του, δεν πείθει εύκολα για την κρίση των τριάντα πέντε. Μόνο προς το μέσο της παράστασης, όταν πολύτιμος χρόνος έχει πια χαθεί, το πράγμα αρχίζει να γίνεται πιο συγκεκριμένο. Είναι φανερό πως καθώς ο Ηλιόπουλος αγγίζει την πραγματική του ηλικία, γίνεται περισσότερο καίριος και ειλικρινής.
Βέβαια ούτε η λύση που προτείνει στο τέλος δεν φαίνεται να ξεφεύγει από τα τηλεοπτικά αναμενόμενα. Ο παιδικός έρωτας του Ραζέλου βρίσκει την ευτυχή ολοκλήρωσή του και ο πρώην αποτυχημένος γίνεται ένας καθ' όλα επιτυχημένος μικροαστός.
Πρόκειται στην ουσία για μονόλογο που προβάλλει τον πρωταγωνιστή του μέχρι τα όρια του βεντετισμού. Χρειάζεται επομένως ηθοποιός που θα θαμπώσει με τη λάμψη του και θα κρύψει κάτω από τον μανδύα του ταλέντου του τα κενά. Ο Γιώργος Ηλιόπουλος δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Οι άλλοι ηθοποιοί δίνουν την εντύπωση καλής παρέας που την έχει κουράσει η επανάληψη (Εφη Καπάνταη, Τάσος Φραγκιάς, Δήμητρα Γρηζιώτη, Ασπασία Κοκόση και Ιωσήφ Ιωσηφίδης). Μετά τις τόσες παραστάσεις μάλλον έχουν διασωθεί ελάχιστα από την αρχική σκηνοθεσία της Πέμυς Ζούνη. Αδιάφορα τα σκηνικά του Γιώργου Ασημακόπουλου. *

Πριν χαθεί η ευγένεια από την κωμωδία


ΤΑ ΝΕΑ, Σάββατο 30 Αυγούστου 2008
Ο σκηνοθέτης και θεωρητικός του κινηματογράφου Μάκης Μωραΐτης δεν κρύβει την αδυναμία του- την αδυναμία μας- για τους παλιούς Έλληνες κωμικούς. Πριν από επτά χρόνια έγραψε μια συγκινητική επιμνημόσυνη δέηση για τον Νίκο Σταυρίδη ( Ακόμη σου χρωστάμε, Νίκο - Εκδ. Καθρέφτης 2001) και φέτος επανέρχεται με τον Βασίλη Λογοθετίδη. Η έκδοση της Οδού Πανός κοσμείται από φωτογραφικό υλικό και φρεσκάρει τη μνήμη των πατεράδων μας, που έτυχε πιθανόν να απολαύσουν τον Λογοθετίδη στη σκηνή, μα και όλων ημών των υπολοίπων, που τον χαιρόμαστε- στη μικρή πια οθόνη- από τις ατέρμονες επαναλήψεις των δέκα ταινιών του. Παιδί της αλύτρωτης Ελλάδας ο Βασίλης Λογοθετίδης, γεννημένος το οριακό 1900 στο κεφαλοχώρι Μυριόφυτο (σημερινό Μούρεφτε) της Ανατολικής Θράκης, στις ακτές της Προποντίδας, μεγαλωμένος στην Κωνσταντινούπολη, έρχεται σε ηλικία μόλις δεκαεννέα ετών στην Αθήνα και αμέσως τραβάει την προσοχή τήςκατά δώδεκα χρόνια μεγαλύτερής του- Μαρίκας Κοτοπούλη, ιερού τέρατος της εποχής και θεατρικού φετίχ των βασιλοφρόνων, αντιπάλου δέους της «βενιζελικιάς» Κυβέλης. Με τον θίασο της Κοτοπούλη, ο Λογοθετίδης θα συνεργαστεί έως το 1947- απλό μέλος του θιάσου μέχρι το 1925, μόνιμος κωμικός πρωταγωνιστής από το 1926 κι εντεύθεν. Τον καιρό- σημειώνει ο Μωραΐτης- που «η Ελλάδα χανόταν στα πεδία των μαχών της βαθιάς Ανατολής», ο θίασος της Κοτοπούλη ανεβάζει αναρίθμητες παραστάσεις, με φανερή προτίμηση για τη- λησμονημένη πια- γαλλική φαρσοκωμωδία.
Η μεγάλη στροφή

Ο απογαλακτισμός του Λογοθετίδη από την Κοτοπούλη, το 1947, θα σηματοδοτήσει και τη στροφή του προς το ελληνικό θεατρικό έργο. Με τον δικό του θίασο πλέον- και με ένα «αίσθημα αποστολικού καθήκοντος»- θα δώσει στέγη στη συγγραφική και σκηνοθετική αφρόκρεμα εκείνων των ημερών:
«Οι Σακελλάριος- Γιαννακόπουλος, ο Ψαθάς, ο Μπόγρης, ο Λιδωρίκης, ο Καγιάς, ο Τσεκούρας, ο Μελάς, ο Τερζάκης, ο Τζαβέλλας και άλλοι είχαν κλείσει ραντεβού μαζί του και τον περίμεναν».
Γνώριζαν ότι ο Λογοθετίδης θα έπαιρνε το γραπτό κείμενό τους και θα το έκανε κτήμα του. «Δεν ερμήνευε τίποτα», τονίζει ο Μωραΐτης, «απλούστατα γιατί όλα ήταν δικά του, έβγαιναν από μέσα του με τη μεγαλύτερη φυσικότητα». Ο Δημήτρης Ψαθάς, με τη λεπτή του ειρωνεία, αποτυπώνει την αμφιθυμία του για το φυσικό αυτό χάρισμα: «Ο Λογοθετίδης είναι... συμφορά για έναν ευσυνείδητο συγγραφέα. Γιατί είναι αδύνατο να καταλάβει ο συγγραφέας αν η επιτυχία οφείλεται στο έργο ή στον πρωταγωνιστή. Γι΄ αυτό περιμένω πάντα να δω μια κωμωδία μου, που έπαιξε με θριαμβευτική επιτυχία ο Λογοθετίδης, και από έναν άλλον ηθοποιό. Μόνο τότε μπορώ να καταλάβω αν επέτυχα ή όχι».

Μάκης Μωραΐτης
ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΙΔΗΣ
Ο ΜΕΓΙΣΤΟΣ ΤΩΝ ΚΩΜΙΚΩΝ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ, 2008, ΣΕΛ.
134, ΤΙΜΗ: 14 ΕΥΡΩ

«ΔΕΝ ΖΕΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΟΪ ΣΟΥ»

Η συνταγή του Βασίλη Λογοθετίδη- μια συνταγή που μετέφερε αυτούσια από τη σκηνή στο πανί- δεν είναι παρά το πάντρεμα του κωμικού με το δραματικό στοιχείο και ακόμη παραπέρα: ...

Βιβλία για το θέατρο: Από τη θεωρία στην πράξη



1. ΜΑΪΚΛ ΤΣΕΧΟΦ Για τον ηθοποιό. Η τέχνη και η τεχνική της ηθοποιίας ΜΤΦΡ.: ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΠΑΤΕΡΑ «ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ», ΣΕΛ. 392, ευρώ 24

2. ΜΑΚΗΣ ΜΩΡΑΪΤΗΣ Βασίλης Λογοθετίδης. Ο μέγιστος των κωμικών «ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ» ΣΕΛ. 135 + 41 ΦΩΤ., ευρώ 14

3. ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΡΩΜΑΣ Το θέατρο υπό κρίσιν. Κριτικές και επιφυλλίδες «ΤΡΙΜΟΡΦΟ» (ΖΑΚΥΝΘΟΣ), ΣΕΛ. 431, ευρώ 23

Τρία βιβλία για το θέατρο, η τέχνη και η τεχνική του, μία προσωπογραφία, η κριτική του. Εξαιρετικοί ηθοποιοί, όπως ο Αντονι Χόπκινς, ο Κλιντ Ιστγουντ, η Χέλεν Χαντ, ο Αντονι Κουίν, ομνύουν στον Μάικλ Αλεξάντροβιτς Τσέχοφ (1811-1955) τού «Για τον ηθοποιό». Ιδρυτής της Θεωρίας της Ψυχικής Χειρονομίας, της οποίας στόχος, όπως γράφει ο ίδιος, είναι «να επηρεάσει, να διεγείρει, να διαμορφώσει και να συντονίσει την εσωτερική σας ζωή με τους καλλιτεχνικούς σας σκοπούς και στόχους». Σε άλλο σημείο του κεφαλαίου «Η Ψυχική Χειρονομία» διευκρινίζει, πάντα με το εσείς, αφού απευθύνεται σε ακροατήριο μαθητών του θεάτρου: «Χρησιμοποιώντας την Ψ.Χ. ως μέσο διερεύνησης του χαρακτήρα, στην πραγματικότητα κάνετε κάτι περισσότερο· προετοιμάζετεε τον εαυτό σας να τον υποδυθεί. Δουλεύοντας, βελτιώνοντας, τελειοποιώντας και εξασκώντας την Ψ.Χ. όλο και περισσότερο, συγχρόνως γίνεστε ο ίδιος ο χαρακτήρας που υποδύεστε». Ο Μ. Α. Τσέχοφ, διαγράφοντας τη δεκαεξαετή καριέρα του ως μέλους του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας, περιόδευσε σε Ευρώπη και Αμερική, ώσπου το 1936 ίδρυσε τη δική του σχολή στην Αγγλία.

* Ο Μάκης Μωραΐτης βιογραφεί τον «Βασίλη Λογοθετίδη» (1900-1960), τον μέγιστο των κωμικών, όπως τον χαρακτηρίζει. Στο πρόσωπό του, κατά τον βιογράφο, έχουμε την ένωση του δραματικού με το κωμικό στοιχείο, κάτι που κατάφερε όχι μόνο στο θέατρο, αλλά και στον κινηματογράφο. Ηταν ένας μεγάλος ηθοποιός με σημαντικό τάλαντο, ήταν γεννημένος ηθοποιός.

* Προσωπικότητα πρώτης γραμμής ο Διονύσης Ρώμας (1906-1981), ο Ζακυνθινός, μεταθανατίως δεν έχει προσεχθεί όσο του άρμοζε. Στον τόμο αυτόν ο Διονύσης Ν. Μουσμούτης συγκεντρώνει θεατρικές κριτικές, δοκίμια και επιφυλλίδες συγγενούς χαρακτήρα. Μεγάλη η γκάμα των εφημερίδων, όπου δημοσιεύτηκαν την περίοδο 1948-1953: από τον «Αίμο» και την «Ελληνική Πνοή» μέχρι τους «Καιρούς» και την «Ελευθερία». Ο Δ. Ρώμας αποδεικνύεται βαθύς γνώστης του παγκόσμιου δραματολογίου, κλασικού και σύγχρονου. Την εισαγωγή υπογράφει η Ελσα Αδριανού.


β.κ.κ., Ελευθεροτυπία, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 29/08/2008

Ο θεατρικός Μαξ Φρις



Ο Μαξ Φρις αρχίζει να γράφει για το θέατρο αμέσως μετά τον πόλεμο, υπό την ενθάρρυνση του δραματουργού Kurt Hirschfeld, ενός κορυφαίου του ευρωπαϊκού θεάτρου, ο οποίος, επιδιώκοντας να ανανεώσει το ρεπερτόριο του «Schauspielhaus» της Ζυρίχης, άνοιξε τις πύλες του σε πειραματιστές, αμφισβητίες, πολιτικά διωχθέντες, αυτοεξόριστους συγγραφείς, που επέστρεφαν τότε διστακτικά στην Ευρώπη. Ιδανικό περιβάλλον για την ανάδειξη νέων συγγραφέων όπως ο Φρις και ο Φρίντριχ Ντίρενματ, το «Σάουσπιλχάους» φιλοξένησε τον Μάρτιο του 1945 το πρώτο θεατρικό έργο του Φρις.
Επηρεασμένος από τον Μπέρτολντ Μπρεχτ, τον οποίο είχε συναντήσει τον Νοέμβριο του 1947 και με τον οποίο συνδέθηκε αρκετά στενά ώς τον θάνατό του το 1956, ο Φρις υποστήριζε ότι η θεατρική σκηνή δεν θα έπρεπε να επιτρέπει στους θεατές να δραπετεύουν σε μια ψευδαίσθηση πραγματικότητας. Οι ήρωές του άλλοτε υποδύονται τους ρόλους τους και άλλοτε τους απεκδύονται, όντας σε συνεχή αντενέργεια με τους θεατές. Οι ηθοποιοί του λειτουργούν σαν αλληγορικές μορφές, που συχνά φορούν μάσκες για να κρύψουν τις πραγματικές τους ταυτότητες, δηλώνοντας έτσι την απώλεια της ατομικότητάς τους. Εδώ, ο Φρις συναντιέται με τον Πιραντέλο: όπως και ο Ιταλός συγγραφέας, στήνει έναν ρευστό, εναλλασσόμενο, παραπλανητικό κόσμο· οι άνθρωποι που τον εποικούν εναλλάσσουν προσωπεία, σαν για να προστατευτούν από το κενό, από την «ανεξάντλητη ματαιότητα των πάντων». Χαρακτηριστική της σημασίας που προσέδιδε στην απόλυτη απουσία της προσωπικής έκφρασης, είναι η ιδέα του να διανείμει δώδεκα ρόλους σε τέσσερις μόλις ηθοποιούς, στο έργο του «Κόμης Εντερλαντ». Η μάσκα προβάλλει μια επιφανειακή εικόνα στον θεατή. Η εικόνα, είτε έχει επινοηθεί από το ίδιο το άτομο είτε έχει έξωθεν επιβληθεί, κολλάει στο πρόσωπο, γίνεται ένα με το δέρμα, υποκαθιστά τα πραγματικά χαρακτηριστικά· και η ταλάντωση του ανθρώπου ανάμεσα στη διεκδίκηση του προσώπου του και τη διάλυση της ταυτότητάς του είναι η πηγή της σύγχρονης τραγικωμωδίας.
Το πρώτο έργο του Φρις ήταν το Nun singen sie wieder («Και τώρα ξανατραγουδούν», 1945), μια σουρεαλιστική σύνθεση, σκιασμένη, όπως δηλώνει και ο υπότιτλος «Προσπάθεια για ένα ρέκβιεμ», από θλίψη και πένθος. Ζωντανοί και νεκροί συνυπάρχουν επί σκηνής, αλλά είναι αδύνατον να επικοινωνήσουν. Καθώς επικεντρώνεται σε τρεις εκφάνσεις του πολέμου -οι Γερμανοί σφαγιάζουν Ρώσους πολίτες, οι σύμμαχοι βομβαρδίζουν τις γερμανικές πόλεις και η πλειονότητα των Γερμανών στηρίζει τους ναζί-, αλλά χωρίς αναφορές στην εβραϊκή γενοκτονία, ο Φρις είναι φανερό ότι δεν θέλει να καταγγείλει αλλά να εκφράσει τη συντριβή του και την πεποίθηση του ότι είναι επιβεβλημένη μια καινούρια αρχή - γι' αυτό και κατανέμει εξίσου τις ευθύνες σε νικητές και ηττημένους. Πυρήνας, βέβαια, του έργου είναι ο ναζιστικός «μηδενισμός»: οι νεαροί Γερμανοί, υπενθυμίζει ο Φρις, προσχώρησαν στον ναζισμό όχι γιατί ενστερνίστηκαν τις ιδέες του κόμματος, αλλά γιατί είχαν απογοητευτεί από τα ιδεώδη του γερμανικού ανθρωπισμού - ο Γκέτε και ο Σίλερ δεν είχαν αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου. Αυτοί οι νεαροί κυνικοί σκότωναν γιατί δεν υπήρχε λόγος να μην το κάνουν. Η εικόνα του διανοούμενου ναζί ως μηδενιστή δεν έπαψε έκτοτε να επανέρχεται σε μυθιστορήματα, θεατρικά έργα και ταινίες της εποχής.
Τον Οκτώβριο του 1946 στην ίδια σκηνή θα παρουσιαστεί η γκροτέσκα αλληγορία Die chinesische Mauer («Το Σινικό τείχος»), μία από τις πρώτες αντιδράσεις στην ατομική βόμβα. Τον συγγραφέα απασχολεί το ζήτημα της επιβίωσης του ανθρώπινου γένους, αλλά δεν αισιοδοξεί: ο σύγχρονος άνθρωπος (Der Heutige), παρότι γνωρίζει τις μοιραίες επιπτώσεις της βίας, είναι ανίκανος να σταματήσει την καταστροφή· ο έρωτας είναι μια αδύναμη ελπίδα και η αλήθεια σαρώνεται από την υποκρισία και τα ψεύδη.
Το Als der Krieg zu Ende war («Οταν τελείωσε ο πόλεμος», 1949), πιο συμβατικό ως προς τη δομή, καταπιάνεται και πάλι με το θέμα της ευθύνης και της ενοχής. Στο Βερολίνο του 1945, ένας Ρώσος αξιωματικός ερωτεύεται μια Γερμανίδα, το σπίτι της οποίας έχουν επιτάξει τα ρωσικά στρατεύματα· η σχέση τους είναι βραχύβια· σύντομα, ο αξιωματικός μετατίθεται και φεύγει. Η συνάντησή τους όμως θα είναι μοιραία: η γυναίκα θα αναγνωρίσει πόσο ανεδαφικές ήταν οι προκαταλήψεις της για τους «μπολσεβίκους» και θα κυριευθεί από αποτροπιασμό για την ενοχή του συζύγου της, ο οποίος είχε συμμετάσχει στην επίθεση στο γκέτο της Βαρσοβίας. Στο τέλος, και οι τρεις ήρωες θα απομείνουν μόνοι. Το έργο εστιάζει στο αδιέξοδο των ανθρώπινων σχέσεων και στη μοιραία αδυναμία των δύο φύλων να συναντηθούν.
Ως τώρα η πολιτική λειτουργούσε στο έργο του Φρις ως υπαινιγμός· στη συνέχεια θα έρθει αμιγώς στο προσκήνιο. Η αρχή γίνεται με τον Graf Oderland («Κόμη Εντερλαντ», 1951). Εδώ, με επίκεντρο έναν δημόσιο κατήγορο που στρέφεται στον αναρχισμό ονειρευόμενος έναν κόσμο ελευθερίας πέρα από τη γραφειοκρατική τάξη, ο Φρις σχολιάζει ένα κεντρικό δίλημμα της σύγχρονης κοινωνίας: η πολύπλοκη και άκαμπτη οργάνωση του συστήματος παράγει τυφλή βία· η ασφυξία των δομών, σπασμωδική εξέγερση· στο τέρμα του δρόμου, ωστόσο, περιμένει, παραλυτική, ολότελα αποθαρρυντική, η αίσθηση της ματαιοπονίας, μιας αστόχαστης και ατελέσφορης σπατάλης.
Ο Δον Ζουάν ή Η αγάπη της γεωμετρίας (1953) προσφέρει μια νέα εκδοχή του προσφιλούς ευρωπαϊκού μύθου του ανικανοποίητου γυναικοκατακτητή. Ο Δον Ζουάν είναι μαθηματικός· λατρεύει τη γεωμετρία, αλλά και τις γυναίκες. Για να δραπετεύσει από τη μοιραία επανάληψη μιας γνωστής διαδικασίας -σαγήνευση, μονομαχίες με πατέρες ή συζύγους κ.λπ.- ο Δον Ζουάν σκηνοθετεί τον θάνατό του και δραπετεύει στον γάμο. Ομως το υπόλοιπο της ζωής του δεν είναι όπως το περίμενε: απλώς ανταλλάσσει την επανάληψη της κατάκτησης με την επανάληψη και την πλήξη του έγγαμου βίου.
Το 1961 είναι η χρονιά της μεγάλης επιτυχίας, η χρονιά της Ανδόρρας. Ο ήρωας του έργου, ο νεαρός Αντρι, θεωρείται λανθασμένα Εβραίος. Ονειρεύεται να γίνει φυσιολογικός πολίτης της Ανδόρρας (μιας επινοημένης χώρας που ο Φρις χτίζει στα πρότυπα της Ελβετίας), ωστόσο αδιάκοπα σκοντάφτει σε προκαταλήψεις και στερεότυπα: ο Εβραίος είναι έξυπνος, αλλά δεν έχει αισθήματα· δεν μπορεί να είναι καλός τεχνίτης αλλά έμπορος, αφού πάντοτε σκέφτεται το χρήμα· δεν είναι ικανός να παίξει ποδόσφαιρο, δεν γνωρίζει τι σημαίνει φιλοπατρία. Οταν τελικά ο Αντρι αποδέχεται την εικόνα του και την εβραϊκή του ταυτότητα, αποκαλύπτεται ότι όχι μόνο δεν είναι Εβραίος, αλλά ο νόθος γιος του δασκάλου Καν, ο οποίος έχει επινοήσει και διαδώσει την εβραϊκότητα του Αντρι για να αποκρύψει την πραγματική του καταγωγή. Ομως ο Αντρι κωφεύει σ' αυτήν την πρόδηλη αλήθεια· και όταν ένα γειτονικό ολοκληρωτικό κράτος εισβάλλει στην Ανδόρρα και απαιτεί μια εβραϊκή θυσία, εκείνος πρόθυμα προσφέρεται ως θύμα.
Η Ανδόρρα δεν καταγγέλλει απλώς τον αντισημιτισμό· σαρκάζει τις προκαταλήψεις και παράλληλα φανερώνει την καταστροφική φύση των πολιτικά βολικών ψευδών. Οι δώδεκα σκηνές του έργου διακόπτονται από μονολόγους που σχολιάζουν τον θάνατο του Αντρι· εκτός από τον ιερέα, όλοι οι χαρακτήρες του έργου διατρανώνουν την αθωότητα και την καλή τους προαίρεση. Γιατί ακόμη και η μεγαλύτερη καταστροφή δεν μπορεί να αλλάξει την ανθρώπινη φύση, υποστηρίζει ο Φρις· η προσδοκία ότι η συνειδητοποίηση της φρίκης του πολέμου θα μεταμόρφωνε τις κοινωνίες δεν ήταν παρά μια ψευδαίσθηση. Κι εδώ διακρίνουμε έντονη την επίδραση του Μπρεχτ· όπως και ο Γερμανός δραματουργός, ο Φρις χρησιμοποιεί τα τεχνάσματα του επικού θεάτρου για να μαστιγώσει τις συνειδήσεις και να αποκαλύψει τα κοινωνικά δεινά· αντίθετα όμως από τον Μπρεχτ, ο Φρις δεν τρέφει καμία ελπίδα.
Ανάλογη ατμόσφαιρα επικρατεί και στο έργο «Ο Μπίντερμαν και οι εμπρηστές» (1962). Εδώ, ο Φρις ανεβάζει επί σκηνής έναν καλοβολεμένο μεσοαστό, έναν μικροβιομήχανο, που επιτρέπει σε δύο αλήτες να εγκατασταθούν στη σοφίτα του σπιτιού του· οι δύο ξένοι αποδεικνύονται τρομοκράτες που γεμίζουν τη σοφίτα με στουπιά και βαρέλια με πετρέλαιο - και είναι ο ίδιος ο Μπίντερμαν που δίνει στους φιλοξενουμένους του τα σπίρτα με τα οποία θα πυροδοτήσουν τη μοιραία έκρηξη, προκαλώντας την καταστροφή της πόλης και την αποδημία του ζεύγους Μπίντερμαν στον άλλο κόσμο. Ανοιχτή σε πολλές αντικρουόμενες πολιτικές ερμηνείες, η παραβολή αυτή θεωρήθηκε ότι αναφέρεται στην κομμουνιστική επικυριαρχία στις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, στην κατάληψη της εξουσίας από τους ναζί χάρη στην αδιαφορία των μικροαστών, στην τρομοκρατία, στις εσωτερικές αδυναμίες της καπιταλιστικής κοινωνίας. Μ' έναν χορό πυροσβεστών επί σκηνής -παρωδία της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας- ο Φρις υπογραμμίζει ότι τα γεγονότα στο έργο δεν είναι μοιραία (Schicksal) και γι' αυτό αναπόφευκτα, αλλά μάλλον τυχαία (Zufall), εξού και η ευθύνη βαραίνει αμείλικτα κάθε εμπλεκόμενο.
Ο Φρις δεν σταμάτησε να γράφει ώς το τέλος της ζωής του, και τα θεατρικά του, όπως και τα βιβλία του εξάλλου, κινούνται λίγο ώς πολύ πάνω στην ίδια θεματική γραμμή: η αδυναμία να ξαναζήσεις μια ζωή που βιώθηκε λάθος, το κενό της επικοινωνίας, το ανέφικτο της σχέσης ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες, το διφορούμενο της ενοχής. Εγραψε πολύ ο Ελβετός συγγραφέας, συχνά δίνοντας διαφορετικό τέλος στα έργα του, ομολογώντας τη φρίκη του απέναντι σε μία και μόνη, οριστική και αναπόφευκτη, κατάληξη - την ίδια φρίκη που του προκαλούσε η γραμμικότητα της ζωής. Ελεγε ότι τα θεατρικά έργα, και ιδίως τα δικά του, του προκαλούσαν πλήξη· ότι του άρεσαν μόνον οι πρόβες, όταν τα πάντα είναι ακόμη ανοιχτά. Κι όταν τα πάντα άρχισαν πια να κλείνουν, όταν μπροστά του απλώνονταν τα γηρατειά και ο θάνατος, ενώ ο κόσμος γύρω του συνέχιζε αδιάφορος την παράλογη πορεία του, ο Φρις έγραψε το πιο πένθιμο, το πιο «θανατερό» του έργο: το Τρίπτυχο, μια πικρή, απαισιόδοξη αφήγηση για τη ματαιότητα και την πικρή ψευδαίσθηση της επικοινωνίας.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΧΙΝΑ, Ελευθεροτυπία, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 29/08/2008

Friday, August 29, 2008

Πέρσες από το Θεσσαλικό στο θ. Παπάγου



Το «Θεσσαλικό Θέατρο» παρουσιάζει, τη Δευτέρα, στο θέατρο Παπάγου, τους «Πέρσες» του Αισχύλου. Το αντιπολεμικό έργο του Αισχύλου δοξάζει τον ηρωικό πατριωτικό πόλεμο των Ελλήνων, διεκτραγωδεί την οδύνη των Περσών για τη συντριβή τους στη Σαλαμίνα και, διά στόματος των Περσών, «προειδοποιεί» την Αθήνα για τους κινδύνους κάθε επεκτατικής πολιτικής. Η παράσταση ανεβαίνει σε μετάφραση Κώστα Λάνταβου, σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη. Με τους: Εύα Κοταμανίδου, Σοφοκλή Πέππα, Φανή Γέμτου, Νίκο Γιαλελή, Κωνσταντίνο Γιαννακόπουλο, Μάνο Ζαχαράκο, Ελισσάβετ Μουτάφη, Τατιάνα Παπαμόσχου κ.ά.

ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ: Μας λείπει!


Μάνος Κατράκης
O άνθρωπος, ο αγωνιστής και καλλιτέχνης, ο Μάνος Κατράκης, πάντα θα έχει θέση στην καρδιά και στη μνήμη μας. Σε πείσμα του χρόνου που κυλά και προσθέτει χρόνια στις μεγάλες απουσίες, σε πείσμα του χρόνου που γερνά, κάποιοι άνθρωποι ξεσηκώνουν τη μνήμη μας γιατί το αξίζουν. Τέτοιες μέρες θυμόμαστε πάντα εκείνον που, στο πέρασμά του από τη ζωή, δημιούργησε ιστορία και έργο.
Την Τρίτη συμπληρώνονται είκοσι τέσσερα χρόνια απουσίας, αλλά μοιάζει να είναι δίπλα μας, παντοτινός σύντροφός μας. Είναι γνωστό σε όλους ότι ο Μάνος Κατράκης άφησε παρακαταθήκη πνευματική, καλλιτεχνική και πολιτική. Υπήρξε υπόδειγμα γενναίου αγωνιστή, σταθερού, ασυμβίβαστου και συνειδητού κομμουνιστή και μοναδικά υπέροχου καλλιτέχνη. Δίδαξε και «ποίησε» ήθος πάνω στη θεατρική σκηνή, αλλά και στην καθημερινή «σκηνή» του αγώνα.
Και από αυτόν τον αγώνα λείπει σήμερα η συμμετοχή του. Σ' αυτό τον αγώνα που σήμερα διεξάγει το Κόμμα του και οι σύντροφοί του, τον είχαμε ανάγκη. Είχε την παλικαριά να αγαπά και να μοχθεί για τη ζωή, τον αγώνα, την τέχνη. Δυνατός, εργατικός, σεμνός και αταλάντευτος, επέλεξε το δύσκολο δρόμο και στη ζωή και στην τέχνη. Οι προσωπικές του αγωνίες ήταν οι αγωνίες του λαού και η ανησυχία του ήταν η ανησυχία του παθιασμένου εργάτη της τέχνης.
Περισσότερα από 50 χρόνια συνεχούς προσφοράς στο θέατρο, με στόχους υψηλούς, με ερμηνείες συγκλονιστικές, με βραβεία και κριτικούς επαίνους. Με το μεγαλόπρεπο ανάστημά του και τη βαριά κρυστάλλινη φωνή του απέδειξε τις υποκριτικές του ικανότητες κυρίως σε ρόλους τραγικούς, όπως στον «Προμηθέα Δεσμώτη» που παρουσίασε τελευταία φορά το 1976.
Πιστεύοντας πως η τέχνη δεν υπάρχει από προσωπική ανάγκη για έκφραση, αλλά είναι ένα σπουδαίο κοινωνικό λειτούργημα, που εξυπηρετεί την ανάπτυξη της κοινωνίας μας, έστρεψε την τέχνη του και τον εαυτό του στην εξυπηρέτηση υψηλών στόχων, σκοπών και προοπτικών.

[Ριζοσπάστης, Σάββατο 30 Αυγούστου 2008]

Πανελλήνιοι Θεατρικοί Αγώνες Ερασιτεχνικών Θιάσων

«Η λέξη "πρόοδος" στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα» του Ματέι Βιζνιέκ, από το Ερασιτεχνικό Δημοτικό Θέατρο Μαραθώνα
Εδώ και 22 χρόνια πραγματοποιούνται στο Δήμο Ζωγράφου (3-15 του Σεπτέμβρη) οι Πανελλήνιοι Θεατρικοί Αγώνες Ερασιτεχνικών Θιάσων, με τη συμμετοχή θιάσων από όλη την Ελλάδα, διαγωνιζόμενοι για τα Ειδικά Βραβεία και τις Διακρίσεις.

Ολοι οι συμμετέχοντες προέρχονται από αξιόλογες θεατρικές ομάδες που λειτουργούν ως κυψέλες πολιτιστικής έκφρασης σε όλη τη χώρα και απαρτίζονται από ανθρώπους που καταθέτουν ψυχή και μεράκι στο θέατρο. Φέτος θα φιλοξενηθούν 12 θίασοι από διάφορα μέρη της Ελλάδας που επιλέχθηκαν από ειδική επιτροπή ανθρώπων του θεάτρου, επιλογή πραγματικά πολύ δύσκολη. Φέτος στο κλείσιμο του Φεστιβάλ και πριν την απονομή των βραβείων συμμετέχει εκτός συναγωνισμού η μία από τις δύο θεατρικές ομάδες του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Ζωγράφου με το έργο «Μια ιστορία για το χρόνο».

3/9: ΔΗΜΟΣ ΙΛΙΟΥ «Ελ Γκρέκο» των Τάσου Ραμσή - Δημήτρη Σιατόπουλου. 4/9: ΔΗΜΟΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ «Η Πεντανόστιμη» της Λένας Διβάνη. 5/9: ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΝΑΥΠΛΙΟΥ «Ευτυχώς τρελάθηκα» του Γιώργου Ρούσσου. 6/9: ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΥΚΕΩΝ «Ο Πλούτος» του Αριστοφάνη. 7/9: ΔΗΜΟΣ ΣΠΕΡΧΕΙΑΔΑΣ «Ράφτης Κυριών» του Ζορζ Φεντό. 8/9: ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟ ΘΕΑΤΡΟ «ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΩΤΑΣ» «Μήδεια» του Ευριπίδη. 9/9: ΔΗΜΟΣ ΧΟΛΑΡΓΟΥ «Μήδεια» του Μποστ. 10/9: ΔΗΜΟΣ ΜΕΛΙΣΣΙΩΝ «Το Καθαρτήριο και 4 μονόπρακτα» του Πάρι Τακόπουλου. 11/9: ΔΗΜΟΣ ΜΑΡΑΘΩΝΑ «Η λέξη "πρόοδος" στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα» του Ματέι Βιζνιέκ. 12/9: ΔΗΜΟΣ ΚΑΡΥΣΤΟΥ «ΑΝΕΜΟΠΥΛΕΣ»: «Το ξύπνημα» του Αλέκου Λιδωρίκη. 13/9: ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΣΟΥΡΠΗΣ «ΟΙ ΝΗΕΣ» - ΒΟΛΟΣ «Η τύχη της Μαρούλας» του Δημ. Κορομηλά. 14/9: ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΔΗΜΟΥ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ «Ματωμένος Γάμος» του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Είσοδος ελεύθερη.


Το θέατρο στους δήμους



  • Τη Δευτέρα, η Αττική Σκηνή και το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης παρουσιάζουν, στο Κατράκειο Θέατρο, τις «Νεφέλες» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Θανάση Θεολόγη (τιμές εισιτηρίων: 20 και 17 ευρώ), με τους Τάσο Χαλκιά, Ηλία Λογοθέτη, Τάσο Παλαντζίδη κ.ά.
  • Ο «Προμηθέας Δεσμώτης» του Αισχύλου θα παρουσιαστεί τη Δευτέρα, στο Ηρώδειο, από το ΔΗΠΕΘΕ Ρούμελης, με τον Χρίστο Καλαβρούζο. Παίζουν επίσης: Περικλής Καρακωνσταντόγλου, Βασίλης Κολοβός κ.ά.
  • Το Φεστιβάλ Παπάγου φιλοξενεί, σήμερα, τον «Ριχάρδο Γ΄» του Σαίξπηρ από το «Σύγχρονο Θέατρο». Σκηνοθεσία Γιώργος Κιμούλης. Με τους: Γιώργο Κιμούλη, Ρεγγίνα Παντελίδη, Μαρία Χατζηϊωαννίδου, Αντιγόνη Δρακουλάκη, Κατερίνα Δασκαλάκη κ.ά.
  • «Μήδεια» του Ευριπίδη, σήμερα, στο θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη», από το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, σε σκηνοθεσία Ανατόλι Βασίλιεφ με τους: Λυδία Κονιόρδου, Αγλαΐα Παππά, Νίκος Ψαρράς, Νίκος Καραθάνος κ.ά.
  • Ανοίγει, την Κυριακή, η θεατρική αυλαία για τα «Αισχύλεια», στην Ελευσίνα, με την παράσταση «Βάτρα-Χ» από το Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη.
  • Η «Δωδέκατη Νύχτα» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ παρουσιάζεται τη Δευτέρα, στο θέατρο «Μελίνα Μερκούρη», στον Υμηττό. Σκηνοθεσία: Θέμης Μουμουλίδης. Με τους Πάνο Σκουρολιάκο, Γωγώ Μπρέμπου, Φώτη Σπύρο, Ευδοκία Ρουμελιώτη, Κώστα Κάππα κ.ά.
  • «Ματωμένος γάμος» του Λόρκα, τη Δευτέρα, από το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης, στα Βριλήσσια, στο θέατρο «Αλίκη Βουγιουκλάκη». Σκηνοθεσία Κώστας Τσιάνος.
  • Την Τρίτη «Η Λοκαντιέρα» του Κάρλο Γκολντόνι, στο Θέατρο Πέτρας, σε σκηνοθεσία Βασίλη Νικολαΐδη από το ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου και ο «Ματωμένος γάμος» του Λόρκα από το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης, στον Κορυδαλλό, στο θεατράκι «Θανάσης Βέγγος». Σκηνοθεσία Κώστας Τσιάνος.

Μια διασυρμένη «Μήδεια» επί τάπητος



Ας αποδεχτούμε πως η εκτίμηση ενός καλλιτεχνικού έργου όσο «αντικειμενική» κι αν είναι, δεν θα πάψει ποτέ να παραμένει υποκειμενική· κι ας παραδεχτούμε, ακόμα, ότι ενδεχομένως η κριτική αποτίμηση αλλοιώνεται, κατά το δοκούν, είτε εξαιτίας κακοπιστίας είτε από φιλική μεροληψία.

Παρ΄ όλα αυτά, κανένας σοβαρός καλλιτέχνης δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένος με τον διασυρμό που γίνεται εις βάρος της δουλειάς του. Κι όμως, με αφορμή τη «Μήδεια», την πρόσφατη παραγωγή του Ελληνικού Φεστιβάλ και του ΔΗΠΕΘΕ της Πάτρας, θέλησαν να μας πείσουν (ο κ. Βασίλιεφ και η κ. Κονιόρδου) ότι η διαπόμπευση είναι και αυτή επιτυχία! Ακόμα και παράγοντες τού ΔΗΠΕΘΕ- και τινές τοπικοί κονδυλοφόροι- τολμούν να υποστηρίζουν ανενδοίαστα την καινοφανή ετούτη άποψη. Δεν το φέρουν βαρέως, άραγε, ότι γιουχάρεται η παράσταση ή ότι λοιδορούνται οι συντελεστές και οι ηθοποιοί; Σε τέτοια καλλιτεχνική ένδεια, λοιπόν, έχουμε περιέλθει ώστε σοβαροί φορείς και καλλιτέχνες να επιδιώκουν την «αρνητική διαφήμιση»; Και αντί να αποδέχονται ευπρεπώς μιαν αποτυχία τους, επιχαίρουν κιόλας για το αποτέλεσμα καμαρώνοντας σαν το γύφτικο σκεπάρνι.

Αυτό τον στόχο είχε η κ. Κονιόρδου; Να διασυρθεί το ΔΗΠΕΘΕ της πόλης και το σχήμα του; Δεν το πιστεύω. Αντιθέτως, μια καλλιτέχνιδα του επιπέδου της αδικεί κατάφωρα τον εαυτόν της με έναν τέτοιο παραλογισμό και ελπίζω ότι, ενδομύχως, θα ενοχλείται σφόδρα με την τροπή που πήραν τα πράγματα.

Διότι, όντως, επενδύθηκε μόχθος πολύς και ξοδεύτηκαν πάμπολλα χρήματα για αυτήν την υπερπαραγωγή. Θα ήταν λοιπόν αποτέλεσμα νοσηρής εμπνεύσεως αν όλος αυτός ο πακτωλός των χρημάτων είχε επενδυθεί προκειμένου να διασυρθεί το Ελληνικό Φεστιβάλ και το Δημοτικό Θέατρο της Πάτρας.

Κι όμως, με αυτή τη στείρα και αστήρικτη επιχειρηματολογία τους με την οποία προσπαθούν να καλύψουν μια πανθομολογούμενη (από κοινό και κριτικούς) αποτυχία, κάνουν τα πράγματα ακόμα χειρότερα.

Στο κάτω κάτω, δεν καταστρέφεται από ένα ατυχές καλλιτεχνικό αποτέλεσμα το εγνωσμένο κύρος τού ΔΗΠΕΘΕ της Πάτρας. Η μέχρι τώρα πορεία του είναι σημαντική και η παρουσία του, τόσο στην Επίδαυρο όσο και στο Ηρώδειο, αξιοπρεπής.

Ας αφήσουν λοιπόν τις σοφιστείες κατά μέρος κι ας δει η κ. Κονιόρδου την πραγματικότητα ώστε, τελικά, να περισώσει αφενός μεν την οικονομική κατάσταση του φορέα του οποίου ηγείται, και αφετέρου να προασπίσει το αδιαμφισβήτητο καλλιτεχνικό της κύρος.

Ωστόσο, ας μου επιτραπεί να διατυπώσω την αγωνία μου: Πολύ φοβάμαι ότι μετά τις τόσο απαξιωτικές κριτικές, το ποσό το προσδοκώμενο να εισπραχθεί από την περιοδεία (ώστε να καλυφθεί μέρος των τεράστιων εξόδων) αποτελεί, μάλλον, στόχο εντελώς ανέφικτο. Έτσι, το φιλόδοξο εγχείρημα της Μήδειας υπάρχει φόβος, λέω, να γονατίσει οικονομικά το ΔΗΠΕΘΕ της Πάτρας. Άραγε δεν έβλεπε η έμπειρη καλλιτεχνική διευθύντρια την πορεία τής παράστασης και προς τα πού οδηγείτο το πράγμα; Γιατί συμπαρέσυρε ένα ήδη υπερχρεωμένο- και κατά δηλώσεις τηςΔΗΠΕΘΕ σ΄ αυτή την καλλιτεχνική και οικονομική περιπέτεια;

Τέλος πάντων, ελπίζω ότι θα διευκρινίσει όσα ακούγονται για τα οικονομικά, δίνοντας τον απολογισμό στη δημοσιότητα. Ας τελειώσει με το καλό- το εύχομαι- η περιοδεία και θα έρθει κι ο καιρός της απόδοσης των ευθυνών.

Εντέλει, είναι σωτήρια για έναν καλλιτέχνη εκείνη η μέσα φωνή (το ασφαλέστερο κριτήριο, ίσως) που του λέει «προχώρα» ή «μπάστα», «πέταξε» ή «ρίσκαρε»· μια φωνή ανεπηρέαστη από τα χειροκροτήματα, τις κολακείες, τις οικονομικές σκοπιμότητες και τις υπερφίαλες μεγαλομανίες, η οποία ακούγεται, θαρρώ, όχι μπροστά στα φώτα της δημοσιότητας και στις δημόσιες σχέσεις, αλλά όταν υπάρχει νηφάλιος στοχασμός: η απαραίτητη δηλαδή συνθήκη που επιτρέπει στον καλλιτέχνη να ξεπερνάει είτε την έπαρση απ΄ την επιτυχία του, είτε την οδύνη της αποτυχίας του και να βγάζει ασφαλή συμπεράσματα. Ιδιαίτερα, όταν απ΄ αυτόν εξαρτώνται και πολλοί άλλοι.

Ο Κώστας Λογαράς είναι συγγραφέας

ΤΑ ΝΕΑ, Παρασκευή 29 Αυγούστου 2008

«Η "Ελένη" δεν είναι αρπαχτή»


Της ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 29/08/2008

Επί αιώνες, της έχουν σύρει τα μύρια όσα. Μήπως, όμως, η Ελένη, εκτός από ωραία, ήταν και αδικημένη; Μήπως, τελικά, δεν πήγε ποτέ στην Τροία; Σύμφωνα με την «Ελένη» του Ευριπίδη, κάπως έτσι έγινε. Γιατί, στην εκδοχή που έγραψε ο μεγάλος τραγικός για να καταδικάσει τον πόλεμο και να τονίσει το παράλογο του Τρωικού Πολέμου, δεν ήταν η ωραία Ελένη που βρέθηκε στην αγκαλιά του Πάρη, προσφέροντας το κατάλληλο πρόσχημα για την εκστρατεία των Αχαιών, αλλά το είδωλό της. Η αληθινή ήταν στην Αίγυπτο και, υπό την προστασία του βασιλιά Πρωτέα, περίμενε τον Μενέλαο.
Αυτήν την περίοδο, τη χαμένη τιμή της Ελένης αποκαθιστά η Σμαράγδα Καρύδη, στην ομώνυμη παράσταση που σκηνοθετεί ο Θοδωρής Αθερίδης. Ο ίδιος υποδύεται τον Μενέλαο, ο Γιάννης Βούρος τον Θεοκλύμενο και ο Γιώργος Καπουτζίδης τη Θεονόη. Θα τους δούμε τη Δευτέρα, στο «Τεχνόπολις-Γκάζι» (κι έπονται κι άλλες παραστάσεις). Οσο για τα χειμερινά της σχέδια; Ετοιμάζεται για το νέο έργο που γράφει ο Θοδωρής Αθερίδης και θα ανεβεί στο «Μικρό Παλλάς» τον Φεβρουάριο. Ηδη έχει ξεκινήσει γυρίσματα για το σίριαλ «Φίλα τον βάτραχό σου». Στην ατζέντα της, όμως, υπάρχει κι ένα κινηματογραφικό σχέδιο, μια ταινία που θα αρχίσει να γυρίζεται τον Μάιο.
«Βαριέμαι την ίδια εικόνα. Η χαρά μου είναι να μεταμφιέζομαι. Δεν έχω τέτοιες ανασφάλειες», λέει η «Ελένη» (Σμαράγδα Καρύδη) του Θοδωρή Αθερίδη
Κωμικά στοιχεία
  • Η «Ελένη» ως κωμωδία λοιπόν;
«Δεν το έχουμε ανεβάσει ως κωμωδία. Οπου το ύφος είναι τραγικό, δεν το προδώσαμε. Και απ' την άλλη, όπου υπήρχαν κωμικά στοιχεία, τα τονίσαμε. Δεν πρόκειται, άλλωστε, για καθαρή τραγωδία. Και οι μελετητές δεν έχουν αποφανθεί σε ποιο είδος κατατάσσεται. Εχει χάπι εντ, θέατρο μέσα στο θέατρο και κωμικούς χαρακτήρες, όπως τον αγγελιοφόρο ή τον Μενέλαο. Κάναμε μια καινούργια μετάφραση σε σύγχρονο λόγο, χωρίς όμως το κείμενο να χάνει την ποίησή του. Δεν το έχουμε διασκευάσει ή αλλάξει».
  • Την Ελένη, πώς θα τη συστήνατε σε κάποιον που δεν έχει δει την παράσταση;
«Δεν είναι καθαρά κωμικός χαρακτήρας, γιατί έχει κύρος και σκηνές θρήνου. Είναι όμως και ειρωνική, με χιούμορ και οργή για τους θεούς, που κατά τον Ευριπίδη ευθύνονται γι' αυτήν την πλεκτάνη. Είναι αδικημένη, γιατί δεν έχει κάνει ό,τι της καταλογίζουν. Στο τέλος, βέβαια, δικαιώνεται. Το έργο είναι βαθιά αντιπολεμικό, γιατί περνάει το μήνυμα ότι οι πόλεμοι γίνονται για άλλους λόγους απ' όσους μάς ανακοινώνουν. Ετσι και ο Τρωικός έγινε για ένα είδωλο».
  • Η παράσταση θεωρείται από τις επιτυχίες του καλοκαιριού. Σας προσάπτουν, όμως, ότι είναι τηλεοπτικής λογικής και ότι στηρίζεται κυρίως στην αναγνωρισιμότητα των πρωταγωνιστών της.
«Παίζω στο θέατρο από το '91, όπως και οι υπόλοιποι. Προφανώς, "τηλεοπτική" με θεωρούν όσοι δεν με έχουν δει στο θέατρο. Σπεύδουν να κάνουν κριτική βλέποντας τα δελτία Τύπου και τις φωτογραφίες. Δέχομαι το να μην αρέσει σε κάποιους η παράσταση. Αλλά όχι να κάνουν κριτική μόνο και μόνο λόγω της επιτυχίας τού "Παρά πέντε". Και βέβαια χαίρομαι που έρχονται άνθρωποι επειδή με αναγνωρίζουν από την τηλεόραση, ενώ δεν πολυπηγαίνουν στο θέατρο. Θα μπορούσαμε να κάνουμε μια εύκολη φαρσοκωμωδία και να πάμε στην επαρχία με μια φτηνή παραγωγή. Δεν είναι, όμως, αρπαχτή. Ούτε πάμε να εξαργυρώσουμε την τηλεοπτική μας επιτυχία. Πιτσιρίκια, παιδιά λυκείου και γενικά κόσμος από την επαρχία σηκώνονται από τον καναπέ τους και έρχονται. Δεν έχει σημασία ο λόγος που το κάνουν».
  • Τελευταία, βλέπουμε συχνά να «πειράζονται» τα αρχαία κείμενα. Αυτό, καμιά φορά, οδηγεί και σε ακραίες αντιδράσεις, όπως έγινε πρόσφατα στη «Μήδεια» του Βασίλιεφ. Εσείς πώς θα αντιδρούσατε αν σας γιουχάρανε;
«Είναι ό,τι πιο απαίσιο μπορεί να σου συμβεί στη σκηνή. Δείχνει βέβαια ότι το θέατρο είναι κάτι ζωντανό. Δεν ξέρω, όμως, αν θα ήταν ίδια η αντίδρασή τους αν έβλεπαν την παράσταση σε άλλον χώρο. Φοβάμαι πως έχει επικρατήσει η άποψη ότι η Επίδαυρος είναι ιερός χώρος που δεν σηκώνει πειραματισμούς. Γιουχάρουν αν ανάψει κάποιος ηθοποιός τσιγάρο στη σκηνή, λες και είναι εκκλησία και διαπράττεται το φοβερό αμάρτημα. Εγώ πιστεύω ότι πρέπει να προσεγγίζουμε με νέο τρόπο τα κείμενα. Αλλιώς, ας κάτσουμε σπίτι μας να τα διαβάσουμε. Η "λογοκρισία" οδηγεί σε βαρετά ανεβάσματα».
«Πιο δύσκολη»
  • Γενικά, το κοινό «τσιμπάει» πιο εύκολα με την κωμωδία.
«Στο θέατρο δεν ισχύει. Περισσότερο ισχύει στην τηλεόραση, γιατί οι τηλεθεατές προτιμούν τις κωμωδίες. Και ένα κανάλι θέλει να πάρει πίσω τα λεφτά που βάζει. Η κωμωδία, όμως, είναι πολύ σημαντική ως είδος. Αρκεί να μη γίνεται φτηνή. Αν γίνεται σωστά, και δεν ακουμπάει στα χαμηλά ανθρώπινα ένστικτα, είναι πιο δύσκολη από το δράμα».
  • Εσείς έχετε στραφεί σε αυτό το είδος. Δεν φοβάστε τη μανιέρα;
«Οχι, γιατί κάνω αυτά που έχω κέφι. Δεν έχω στρατηγική, ούτε σέρνω τον ίδιο τύπο από 'δώ και από 'κεί. Στο θέατρο έχω κάνει κωμωδίες, αλλά έχω κάνει και το "Από έρωτα", που σ' έπιανε η ψυχή σου».
  • Και ως θεατής την προτιμάτε;
«Ακόμα και στα δράματα μου αρέσει να έχει χιούμορ μια τραγική σκηνή. Θεωρώ λυτρωτικό ακόμα και το να σε πιάσει νευρικό γέλιο σε μια κηδεία. Η ζωή μπορεί να γίνει σκέτη τραγωδία, αν σκεφτείς ότι κάθε λεπτό που περνάει οδεύουμε προς τον θάνατο. Κι αν το σκέφτεσαι συνέχεια, μπορεί να τρελαθείς. Υστερα, το χιούμορ δεν σημαίνει έλλειψη σοβαρότητας».
  • Πάντως, είστε από τις ηθοποιούς που «τσαλακώνουν» την εικόνα τους. Δεν έχετε εγκλωβιστεί σε ρόλους «ωραίας»...
«Βαριέμαι την ίδια εικόνα. Η χαρά μου είναι να μεταμφιέζομαι. Το έκανα στο "Παρά πέντε" και στο "Συνέβη κι όποιος θέλει το πιστεύει". Ημουν παραμορφωμένη, φορούσα ψεύτικη μύτη, μασέλα, περούκα. Δεν έχω τέτοιες ανασφάλειες. Εντάξει, αν πάω σε ένα πάρτι, θέλω να είμαι ωραία». *

Ηρωες χωρίς μεγάλες νίκες


Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 29/08/2008

Πέντε θεατρικά και μία συλλογή διηγημάτων. Κι όμως, η Χρύσα Σπηλιώτη λέει πως τώρα μόλις αρχίζει να γίνεται συγγραφέας. Προϋπήρξε ηθοποιός. Απόφοιτος του Εθνικού, έγραψε το '97 «περισσότερο σαν καλαμπούρι» το έργο «Ποιος ανακάλυψε την Αμερική» ως μια άσκηση ερμηνευτικού ύφους, που απαιτούσε από την ίδια και τη συμπρωταγωνίστριά της -στο «Αμόρε» καταρχάς- την εναλλαγή 30 ρόλων. Κι έγινε επιτυχία. Εκτοτε, ακολούθησαν κι άλλα θεατρικά αλλά «ώριμο έργο θεωρώ μόνο το "Φωτιά και νερό"», λέει γι' αυτό που επανέρχεται και φέτος στο θέατρο «Αλμα», σε σκηνοθεσία Ασπας Τομπούλη.
Εχοντας σχεδόν αποποιηθεί την ταυτότητα της ηθοποιού (με σποραδικότατες εξαιρέσεις), δοκιμάστηκε και στη διηγηματογραφία. Το βιβλίο της «Χαμένο δίκιο» («Κέδρος») περιλαμβάνει 14 ιστορίες, κυρίως ενδοοικογενειακές, πρωτοπρόσωπης αφήγησης, εν είδει αναμνήσεων μιας εποχής που παραπέμπει στην Ελλάδα του '60. Οι ήρωες προσιτοί, αναγνωρίσιμοι, αναζητούν το χαμένο τους δίκιο, με κυνισμό, με μαγκιά, με στωικότητα. Κάποιοι δεν το βρίσκουν ποτέ. Κι άλλοι δεν το είχαν ποτέ.
  • «Μου αρέσει να δίνω μια μέθοδο διαφυγής, ένα σκοινάκι, από το οποίο μπορεί να πιαστεί κανείς», λέει η Χρύσα Σπηλιώτη
  • Δοκιμάζεστε πρώτη φορά στο διήγημα. Θεωρείται δυσκολότερο είδος από το μυθιστόρημα.
«Εγώ δεν το θεώρησα επίτευγμα. Το διήγημα είναι πιο συμβατό με τη λειτουργία της θεατρικής γραφής, όπου είσαι αναγκασμένος περισσότερο να υπονοείς παρά να γράφεις, γνωρίζοντας ότι ο ηθοποιός με την ερμηνεία του θα συμπληρώσει όλα όσα δεν λέγονται. Αντιστοίχως ελλειπτικός οφείλεις να είσαι και στο διήγημα. Εγώ ίσως να έχω μια έφεση: και στις παρέες δεν εκφράζομαι πληθωρικά. Αλλά και ως αναγνώστης αγαπώ τις μικρές ιστορίες. Στα μυθιστορήματα καμιά φορά με κουράζουν οι λεπτομερείς αφηγήσεις. Ενώ με γοητεύει αφάνταστα να δημιουργείς μια ολόκληρη ζωή ενός ανθρώπου σε μία σελίδα».
  • Ηρωες καθημερινοί της διπλανής πόρτας. Τους έχετε συναντήσει;
«Στη συγγραφή είναι αλήθεια ότι πάντα λίγο-πολύ αυτοβιογραφείσαι, με μια πολύ ελεύθερη έννοια όμως. Αντλείς, δηλαδή, από προσωπικό υλικό και μετά το απελευθερώνεις εντελώς. Κι εδώ η πρώτη ύλη ήταν από τον εαυτό μου και τα κοντινά μου πρόσωπα. Αλλά όλα αυτά ενεπλάκησαν μετά με τον μύθο κι έγιναν κάτι άλλο».
  • Μερικά διηγήματα έχουν μια σκληρότητα. Οχι μεγαλύτερη, ωστόσο, από αυτήν της καθημερινότητας. Οι ήρωές σας βρίσκουν άλλωστε μια διέξοδο.
«Και πολλοί φίλοι μου που τα διάβασαν, μου είπαν πως κάποια από αυτά είναι σκληρά. Ισως γιατί τα περισσότερα επεισόδια καταγράφονται από μια παιδική ματιά. Τα παιδιά προσλαμβάνουν τη βία αφιλτράριστη και βλέπουν τα πράγματα πιο μεγεθυμένα. Μου αρέσει, όμως, να δίνω και κάποια μέθοδο διαφυγής, ένα σκοινάκι από το οποίο μπορεί να πιαστεί κανείς. Παρ' ότι κάποιες φορές νιώθεις τη ζωή σαν κακό καλαμπούρι, αποδέχεσαι ό,τι σου συμβαίνει και λες "θα γίνω δυνατότερος και θα το αντέξω". Δεν μου αρέσει να καταβαραθρώνω ούτε τον εαυτό μου, ούτε τους άλλους».
  • Από την πινακοθήκη των ηρώων σας συμπαθείτε κάποιον περισσότερο;
«Το παράφωνο αηδονάκι που σηκώνεται και φεύγει, ίσως επειδή κι εγώ αισθάνομαι μερικές φορές "παράφωνη". Και πολύ αγαπητός μου είναι ο μπάρμπα-Λας. Είναι εμπνευσμένος από έναν θείο μου που μ' έβαζε μικρή να του τραγουδάω τον "Κυρ-Αντώνη". Το έκανα επαναλαμβάνοντας τα λόγια μηχανικά. Μεγάλη πια, πρόσεξα τι λένε οι στίχοι. Και συνειδητοποίησα ότι ήθελε να ακούει αυτό το τραγούδι καθώς όδευε έστω κι ασυναίσθητα προς τον θάνατο. Οπως και ο ήρωάς μου, ο θείος μου δεν είχε νίκες στη ζωή του».
  • Ως αναγνώστρια ποια διηγήματα αγαπάτε;
«Είμαι περήφανη που στην ελληνική λογοτεχνία υπάρχει ένας Παπαδιαμάντης και ένας Βιζυηνός. Λατρεύω τον Τσέχοφ και τον Τολστόι. Μου αρέσει ο Ντανίλο Κις και ο Καλβίνο για το υποδόριο χιούμορ του. Αγαπώ τον Χατζή και τον Ιωάννου. Κι από τους σύγχρονους ξεχωρίζω τον Σωτήρη Δημητρίου και την Ερση Σωτηροπούλου για το στιλιστικό της ύφος. Και θεωρώ τον Μένη Κουμανταρέα πολύ μεγάλο τεχνίτη. Δάσκαλο».
  • Δεν γράφονται πια πολλά διηγήματα στην Ελλάδα. Γιατί;
«Εγώ ξέρω ότι όλοι ανεξαιρέτως οι Ελληνες πεζογράφοι έχουν κάποια στιγμή γράψει και διηγήματα. Το πρόβλημα είναι ότι δεν τα προτιμούν οι εκδοτικοί οίκοι γιατί δεν πουλάνε πολύ».
  • Τελικά τι είστε περισσότερο, ηθοποιός ή συγγραφέας;
«Ηθοποιός είμαι όλο και λιγότερο τα τελευταία 10 χρόνια. Σταδιακά το γράψιμο με κέρδισε κι εγώ κέρδισα σε εμπειρία από τα διαβάσματά μου. Σκέφτομαι πως ό,τι έκανα μέχρι σήμερα ήταν πειραματισμοί. Τώρα αισθάνομαι ότι είμαι έτοιμη ν' αρχίσω να γίνομαι συγγραφέας». **

Η κόλαση είμαστε εμείς

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΟΥΖΑΚΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 29/08/2008

Το «Κοκτέιλ πάρτι», ένα από τα επτά θεατρικά έργα του ποιητή της «Ερημης χώρας» και νομπελίστα Τ. Σ. Ελιοτ θα δούμε από τα τέλη Οκτωβρίου στη σκηνή του θεάτρου «Προσκήνιο». Ο Ελιοτ στο «Κοκτέιλ πάρτι» -πρωτοπαρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Εδιμβούργου το 1949 με πρωταγωνιστή τον Αλεκ Γκίνες- σκιαγραφεί ένα εσωτερικό ταξίδι στις ανθρώπινες σχέσεις, στα προβλήματα του γάμου, στην απομόνωση των ανθρώπων.
«Τα πρόσωπα του έργου είναι τραγικά χωρίς να το ξέρουν, απορροφημένα διαρκώς από τη ματαιοδοξία και τον εαυτό τους» λέει η Βαρβάρα Μαυρομάτη
Θεατρικό έργο με σασπένς και απρόβλεπτη εξέλιξη που φλερτάρει με το μπουλβάρ, το «Κοκτέιλ πάρτι» αντιτίθεται στην πεποίθηση του Σαρτρ ότι η κόλαση είναι οι άλλοι. Ο Ελιοτ μας λέει, εμμέσως, ότι «η κόλαση είναι ο εαυτός μας. Δεν φταίνε, πάντοτε, οι άλλοι» συμπληρώνει η, ανήσυχη θεατρικά, Βαρβάρα Μαυρομάτη, που σκηνοθετεί την παράσταση.
  • Τι σας κέντρισε σε αυτό το έργο του Ελιοτ;
«Είναι ένα έργο που μ' αρέσει πολύ. Τα έργα των μεγάλων ποιητών είναι πάντα σύγχρονα. Αναφέρεται στις ανθρώπινες σχέσεις, κυρίως στις ερωτικές, στον γάμο και στην ψυχιατρική. Σ'έναν άντρα που είναι ανίκανος να αγαπήσει, σε μια γυναίκα που διαπιστώνει ότι κανένας άντρας δεν την έχει αγαπήσει. Οσο κι αν φαίνεται περίεργο, όλα αυτά τα βαριά θέματα και ερωτήματα θίγονται μ' έναν ιδιότυπο τρόπο. Πρόκειται τελικά για κωμωδία, μια κωμωδία ιδεών».
  • Πώς προκύπτει το κωμικό στοιχείο;
«Τα πρόσωπα του έργου είναι τραγικά χωρίς να το ξέρουν, απορροφημένα διαρκώς από τη ματαιοδοξία και τον εγωισμό τους. Ακόμα και την ψυχανάλυση θέλουν να τη χειριστούν, να δώσουν οι ίδιοι τη θεραπεία και τη συνταγή. Το κωμικό στοιχείο προκύπτει καθώς παρακολουθείς, ως τρίτος, τη συμπεριφορά αυτών των πλάσματων. Το Εγώ τους είναι υπεργιγαντωμένο. Ενώ μιλάνε πολύ, κανείς δεν ακούει τον άλλον. Πιάνονται από τις λέξεις και απαντούν».
  • Πώς προσεγγίζετε σκηνοθετικά το έργο;
«Το "Κοκτέιλ πάρτι" γράφτηκε το 1949 αφού ο Ελιοτ είχε πάρει το βραβείο Νόμπελ. Πρόκειται για ένα θεατρικό έργο "εσωτερικού τοπίου", το οποίο δύσκολα προδίδει την ημερομηνία που γράφτηκε. Το κείμενο δεν σηματοδοτεί την εποχή του κι αυτό διευκολύνει τη μεταφορά της παράστασης στο σήμερα. Οι συμπεριφορές των ανθρώπων, δυστυχώς, δεν έχουν αλλάξει πολύ. Προς το παρόν προσπαθούμε να καταλάβουμε το έργο, να μη μειώσουμε την αξία του. Να είμαστε πολύ σοβαροί στην προσέγγισή μας και ταυτόχρονα ανάλαφροι. Δεν ενδιαφέρομαι να κάνω μοντερνιτέ αλλά να χωράει το έργο στο σήμερα. Και κυρίως να μην προδώσω τον συγγραφέα γιατί αυτός είναι ο δημιουργός. Εγώ προσπαθώ να τον ερμηνεύσω».
Η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου και ο Αρης Λεμπεσόπουλος είναι δύο από τους καλούς ηθοποιούς που παίζουν στο «Κοκτέιλ πάρτι»
  • Το καστ της παράστασης είναι εντυπωσιακό. Πώς επιλέγετε ηθοποιούς;
«Αν δεν έχω καλό καστ, δεν σκηνοθετώ. Μου αρέσει που οι ηθοποιοί είναι... θεατρένιοι. Εχουμε πάρα πολύ κέφι όλοι. Με ορισμένους ξανασυναντιόμαστε. Οταν είσαι νεότερος, θεωρείς αυτονόητο ότι θα ξανασυναντηθείς αλλά ύστερα από χρόνια διαπιστώνεις πόσο δύσκολο είναι τελικά να συναντηθείς με ανθρώπους που έχεις μια γλώσσα κοινή. Και γι' αυτό όταν συμβαίνει το εκτιμάς περισσότερο».

  • Κάποιο σχόλιό σας για όσα συνέβησαν πρόσφατα με τα γουχαΐσματα στην Επίδαυρο;
«Κατ' αρχάς το γιουχάισμα ενοχλεί. Οφείλω να σεβαστώ μια παράσταση ακόμα κι όταν δεν μ' αρέσει. Καταλαβαίνω πολύ καλά να μη σου αρέσει μια παράσταση και να σηκωθείς να φύγεις. Κι εγώ έχω φύγει από παράσταση παρ' όλο που είμαι άνθρωπος του θεάτρου. Δεν θα κάνω τώρα την αθώα. Είναι διακαίωμά μου, όπως και κάθε ανθρώπου. Διαφωνώ, όμως, με το γιουχάισμα και αναρωτιέμαι: γιατί δεν σπάνε τις τηλεοράσεις όταν δεν τους αρέσει κάτι; Προφανώς για να μη χαλάσει η ιδιοκτησία τους».
*Θέατρο «Προσκήνιο» (Στουρνάρη & Καπνοκοπτηρίου 8). Παίζουν: Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Αρης Λεμπεσόπουλος, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Λουκία Πιστιόλα, Γιώργος Γιαννακάκος, Παναγιώτης Λάρκου, Βασιλική Κυπραίου. Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας. Σκηνικά - Κοστούμια: Αγγελος Μέντης. Μουσική: Κωνσταντίνος Βήτα *

Thursday, August 28, 2008

Ο «Ταρτούφος» ξαναχτυπά

Δύο σπουδαίοι ηθοποιοί, ο Θύμιος Καρακατσάνης και ο Κώστας Βουτσάς συναντώνται για πρώτη φορά στη σκηνή με τη διαχρονική κωμωδία του Μολιέρου «Ταρτούφος» που θα παιχτεί σε διάφορα φεστιβάλ. Επόμενοι σταθμοί: 8 Σεπτέμβρη: Χαϊδάρι, 11 Σεπτέμβρη: Νέα Σμύρνη, 12 Σεπτέμβρη: Βριλήσσια, 18 Σεπτέμβρη: Χαλάνδρι και 22 Σεπτέμβρη: Αιγάλεω.

Μετάφραση Κ. Χ. Μύρη, σκηνοθεσία Θύμιου Καρακατσάνη, σκηνικά - κοστούμια Ρένας Γεωργιάδου. Ο Θύμιος Καρακατσάνης στο ρόλο του Ταρτούφου (αδίστακτου απατεώνα) και ο Κώστας Βουτσάς στο ρόλο του Οργκόν (ηλιθίου, ευκολόπιστου). Μαζί τους οι: Τάκης Παπαματθαίου, Ελευθερία Ρήγου, Βασίλης Κούκουρας, Αλεξάνδρα Καρακατσάνη, Φιλίτσα Καλογεράκου, Περικλής Αλμπάνης, Γιώργος Μπασιάκος, Κώστας Ευριπιώτης.
«Να μια κωμωδία» - έγραψε ο Μολιέρος - «για την οποία έγινε πολύς θόρυβος, καταδιώχτηκε για πολύ καιρό και οι άνθρωποι που αναπαρέστησε μας απέδειξαν πως είναι οι πιο ισχυροί στη Γαλλία, απ' όλους όσους είχα μέχρι τώρα αναπαραστήσει. Οι μαρκήσιοι, οι φιλάρεσκες και οι γιατροί, ανέχτηκαν ήπια την αναπαράστασή τους και υποκρίθηκαν πως διασκεδάζουν κι εκείνοι, μαζί με όλον τον κόσμο, με τις προσωπογραφίες που φτιάχτηκαν για αυτούς, μα οι υποκριτές δεν καταλαβαίνουν από αστεϊσμούς. Στην αρχή εξεπλάγησαν, θεώρησαν παράξενο που είχα το θάρρος να ανεβάσω στη σκηνή τους μορφασμούς τους και πως επιθύμησα να περιγράψω ένα επάγγελμα στο οποίο εμπλέκονται τόσοι έντιμοι άνθρωποι. Είναι ένα έγκλημα που δε θα μπορούσαν να μου συγχωρήσουν. Οπλίστηκαν όλοι ενάντια στην κωμωδία μου, με μια τρομακτική οργή».

«Το Αλφαβητάρι των άστρων»



Ο Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος και ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος, με τη μουσικοθεατρική παράσταση «Το Αλφαβητάρι των Αστρων», μετά από μία επιτυχημένη περιοδεία συνεχίζουν τις παραστάσεις τους και το Σεπτέμβρη. Στις 5 Σεπτέμβρη στο Βεάκειο Θέατρο, στις 7 Σεπτέμβρη στο Κηποθέατρο Παπάγου - Φεστιβάλ Παπάγου και 11 Σεπτέμβρη στο Ευριπίδειο Θέατρο Ρεματιάς. Ωρα έναρξης: 9.00 μ.μ. Τιμή εισιτηρίου: 15 ευρώ, φοιτητικό: 10 ευρώ.

Μεγάλοι Ελληνες Ποιητές «συνομιλούν» με τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη. «Μια σκέψη για να 'ναι πραγματικά υγιής - άσχετο σε τι αναφέρεται - πρέπει ν' αντέχει στο ύπαιθρο». Ο στίχος του Οδυσσέα Ελύτη ήταν η πηγή έμπνευσης για την παράσταση. Ποιήματα, στίχοι και τραγούδια που μιλάνε για την Ελλάδα, την Καρδιά και τα Αισθήματα του Ελληνα.

Ο Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος θα «διαβάσει» τα κείμενα και ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος θα ερμηνεύσει τα τραγούδια, παίζοντας ο ίδιος στο πιάνο. Σκηνοθετική επιμέλεια: Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος. Σκηνογραφική επιμέλεια: Κούλα Γαλιώνη. Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα. Βοηθός σκηνοθέτη - Οργάνωση παραγωγής: Κωστής Σαββιδάκης.

«Σ' αυτούς τους τόσο "θορυβώδεις" καιρούς» - σημειώνει ο Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος - «πιστεύουμε πως η μουσική και ο λόγος των Ελλήνων Δημιουργών θα είναι βάλσαμο για τα αυτιά και την ψυχή των θεατών μας. Στοχεύουμε σε μια βραδιά που η ιδιαιτερότητά της και η διαφορετικότητά της θα είναι όχι μόνο η ουσία και το βάθος της ποίησης, αλλά και ο σεβασμός στην ποιότητα και την ένταση του ήχου».

Αποδοκιμασίες στην Επίδαυρο

Εξαρχής δηλώνω ότι δεν είδα την περίφημη παράσταση της «Μήδειας» του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας σε σκηνοθεσία Ανατόλι Βασίλιεφ. Εμαθα, φυσικά, για τα πρωτοφανή γιούχα που τη συνόδευσαν στην Επίδαυρο, τα οποία (ίσως επειδή συμμαζεύτηκε χρονικά) δεν επαναλήφθηκαν στα άλλα μέρη που παίχτηκε. Ας κάνουμε την παραδοχή ότι η παράσταση δεν ήταν καλή, ότι πλάτειαζε, ότι ξένισε, ότι η ματιά του σκηνοθέτη δεν πρόσθεσε κάτι, ότι οι δηλώσεις του ήταν ατυχείς, ότι τέλος πάντων ήταν μια αποτυχία. Νομιμοποιούνται οι τόσο ακραίες αποδοκιμασίες κατά τη διάρκειά της;

Μια παράσταση είναι μια σύνθετη δημιουργία. Μπορεί μεν να αποτελεί όραμα ενός προσώπου (σκηνοθέτη), αλλά ζωντανεύει, ενσαρκώνεται από άλλους (ηθοποιούς). Εργαλείο των τελευταίων είναι ο εαυτός τους και, κυρίως, το νευρικό τους σύστημα. Προσωπικά εκτιμώ κάθε άνθρωπο όσο ταλαντούχος κι αν είναι, ο οποίος εκτίθεται κατ αυτόν τον τρόπο πάνω σε μια σκηνή.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση τα γιούχα απευθύνθηκαν σχεδόν αποκλειστικά στους διαμεσολαβητές αυτού του «οράματος», στους ηθοποιούς. Και αυτό, κατά τη γνώμη μου, συνιστά ένα «ανφέρ». Δεν σου αρέσει το θέαμα που βλέπεις; Φύγε. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αποδοκιμασία από την αποχώρηση. Θες να εκφράσεις την άποψή σου για τη σκηνοθετική σύλληψη; Περίμενε να τελειώσει το έργο και «πες τη» στον σκηνοθέτη όταν υποκλίνεται, κατακρεούργησέ τον στην παρέα σου, στείλε επιστολή... Αλλά το να γιουχάρει κανείς κατ αυτόν τον τρόπο τους ερμηνευτές μιας καλλιτεχνικής σύλληψης (κατά τη διάρκειά της, επεμβαίνοντας έτσι στην ίδια της την εξέλιξη και φορτίζοντάς την αρνητικά), ενώ εκείνο που δεν του αρέσει είναι η ίδια η σύλληψη, είναι άδικο κυρίως για τους ανθρώπους που επένδυσαν τον εαυτό τους και το ταλέντο τους σε αυτήν.

Αλέξης Σταμάτης, ΕΘΝΟΣ, 25/08/2008


Πόσα να αντέξει και ο θεατής;

Ναι, η Λυδία Κονιόρδου είναι από τις ισχυρότερες μονάδες στα θεατρικά μας πράγματα και ειδικά στον χώρο του αρχαίου δράματος. Ναι, ο Ανατόλι Βασίλιεφ είναι από τις πιο σημαντικές μορφές του ευρωπαϊκού -και όχι μόνο- θεάτρου μας. Ναι, το «πάντρεμά» τους ήταν εξαιρετικά υποσχόμενο και ενδιαφέρον.
Ναι, είναι όντως εξόχως αγριευτικό για τον ηθοποιό που είναι στη σκηνή και δίνει σάρκα και οστά στις ρητές οδηγίες του σκηνοθέτη του να γιουχάρεται από το κοινό. Ναι, είναι αληθινά σκληρό για την Κονιόρδου που έχει δουλέψει επίμονα μα και επίπονα για χρόνια πάνω στο αρχαίο δράμα να ακούει από έναν θεατή την έκφραση «Ντροπή σου Κονιόρδου». Ναι, είναι δύσκολο να συνεχίσει κανείς να ναι στη σκηνή έπειτα απ όλα αυτά και ναι, με λύπησε πολύ το ότι οι ηθοποιοί που επί έξι μήνες «έφτυσαν αίμα» στις πολύωρες εξοντωτικές πρόβες τους άκουγαν τόσα άσχημα.
Ναι αλλά, από την άλλη, πόσο να αντέξει ο έρμος ο θεατής; Που φέτος το καλοκαίρι έχει φάει το ένα θεατρικό «χαστούκι» μετά το άλλο, με τα «πειραγμένα» ανεβάσματα που του «σερβίρουν». Πόσο γερή κράση να χει; Περιμένει -με... πειραγμένα νεύρα-μια «όαση», φτάνει στο αργολικό θέατρο να δει την Κονιόρδου - Μήδεια και αρχίζουν τα... χτυπήματα, το ένα μετά το άλλο. Ο ερευνητής το «μπούκωσε» το «σκηνικό» με ευρήματα και κόντρα ευρήματα, το βάρυνε, το τράβηξε από τα μαλλιά -τρεισήμισι ώρες, να το... αφήσω;- και... μπαμ, σκάει ο θεατής και αποδοκιμάζει. Ή να το πω γιουχάρει; Ή να το πω κράζει, να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας; Πόσο να αντέξει;
Μα το άρμα του Ηλιου να είναι τρίκυκλο; Και η Μήδεια να χτυπάει κλάξον -για να πάνε μαζί της τα παιδιά της που τώρα είναι ξανά... παιδιά, γιατί πριν ήταν πάνινες κούκλες; Να μη σου έρθουν... γαλλικά όταν ο Αγγελος εξιστορεί τα όσα έχουν συμβεί και παράλληλα «μεταφράζονται» όσα λέει από δύο ηθοποιούς σε γαλλικά και αγγλικά-γερμανικά και... αλβανικά δεν βάλατε! - ενώ ακούς ρεμπέτικα και βλέπεις χορογραφίες με κάτι από φλαμένκο, τσιφτετέλι και πολεμικές τέχνες; Πόσα να αντέξει και ο θεατής; Εφτασε το αίμα στο κεφάλι και ξέσπασε.
Και πού να δείτε τι θα γινόταν αν έβγαινε και στον χαιρετισμό στο φινάλε ο «πολύς» -σε άλλα είδη προφανώς- Βασίλιεφ. Που δεν βγήκε - «γάτος» ο Ανατόλι! Και που μετά, μέσα σε κρασιά και σε φαγιά στον «Λεωνίδα», δήλωνε πολύ ευχαριστημένος που το κοινό ήταν «ενεργό» και είχε, λέει, πετύχει τη «συμμετοχική διαδικασία του θεατή!». Μπορεί η Λυδία να ήταν ράκος με το τιμ να μη μιλιέται -κορίτσια του χορού έκλαιγαν από τα όσα βίωσαν!- αλλά εκείνος ήταν... κουλ. Κύριε Λεωνίδα, το... δίκαννο!

ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΠΟΥΖΙΩΤΗΣ, ΕΘΝΟΣ, 23/08/2008

Η ντροπή [στο θέατρο] και πώς την εννοούμε

Θυμάμαι τους δασκάλους μας στη δραματική σχολή (Τριβιζάς, Πλωρίτης, Υφάντης) που μας λέγανε για την εξουσία που ασκεί ο ηθοποιός (η σκηνή) πάνω στον θεατή (πλατεία). Με όλα τα φωτά στραμμένα πάνω του, με ένα κοινό που ξέρει τι θα δει και έρχεται αυτοβούλως να παρακολουθήσει την παράσταση, το έργο ή τις επιδόσεις αγαπημένων ηθοποιών, πράγματι, όταν τα φώτα της πλατείας σβήσουν και ανάψουν της σκηνής, ο ηθοποιός ασκεί μια γοητεία πάνω στον θεατή και μπορεί να τον ταξιδεύει από την τσεχοφική Μόσχα μέχρι τη σαιξπηρική Δανιμαρκία.
Ομως, υπάρχει και η άλλη πλευρά. Η εξουσία που ασκεί ο θεατής πάνω στον ηθοποιό. Εγκλωβισμένος μέσα σε ένα απολύτως οργανωμένο παιχνίδι (παράσταση) ο ηθοποιός δεν δικαιούται να αμυνθεί και να υπερασπίσει τον εαυτό του. Δεν μπορεί να σταματήσει την παράσταση και να απαντήσει στον θεατή που καλυμμένος πίσω από τη ανωνυμία του, βουτηγμένος μέσα στη μάζα, σκοτεινός μέσα στο σκοτάδι του, μπορεί να προγκάρει ό,τι ώρα του ρθει, να μιλήσει στο κινητό του, να φάει την καραμελίτσα τρίβοντας το σελοφάν ή να παίξει με το κομπολόι του (γίνονται καθημερινά όλα αυτά - δεν υπερβάλλω).
Το θέατρο είναι ένα δημοκρατικό παιχνίδι. Δίνει τη δυνατότητα σε όλους να μιλήσουν και να εκφραστούν. Δεν σου άρεσε η παράσταση; Ερχεται το χειροκρότημα: μη χειροκροτάς, λοιπόν. Σκεφτείτε πόσο δυνατό είναι το συναίσθημα της παγερής σιωπής και της ακινησίας όταν ο ηθοποιός υποκλίνεται. Οταν δεν επιβραβεύει κανείς το αισθητικό αποτέλεσμα που παρουσίασε...
Το να φωνάξεις στην Κονιόρδου «ντροπή» δεν σημαίνει τίποτα άλλο παρά μόνο πόσο πρέπει εσύ να ντρέπεσαι. Είτε είσαι επώνυμος είτε ανώνυμος. Αν σου έχει μείνει λίγο τσίπα...

Νίκος Καμτσής [σκηνοθέτης], ΕΘΝΟΣ, 28/08/2008


Ανοίγει μερικώς το αρχαίο θέατρο Λάρισας

Επισκέψιμο μερικώς μόνο θα είναι προς το παρόν το αρχαίο θέατρο Λάρισας. Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο αποφάσισε να επιτρέψει τη χρήση εισόδου στο άνω διάζωμα από όπου οι επισκέπτες μπορούν να θεώνται το μνημείο. Θα είναι προσβάσιμο και σε ΑΜΕΑ. Το ΚΑΣ δεν συμφώνησε να ανοίξουν και άλλες δύο είσοδοι στις παρόδους του θεάτρου, καθώς συνεχίζονται οι ανασκαφικές εργασίες. Παρέπεμψε το θέμα αυτό στο μέλλον.Το αρχαίο θέατρο Λάρισας κατασκευάστηκε τον 3ο αι. π.Χ. και είναι κατασκευασμένο από πωρόλιθο. Αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα της ελεύθερης Αγοράς και σε αυτό συνεδρίαζαν τόσο η Εκκλησία του Δήμου της πόλης όσο και η διοίκηση του ομόσπονδου κράτους των Θεσσαλών του περίφημου Κοινού των Θεσσαλών. Το μνημείο είχε ταφεί κάτω από πολυκατοικίες, που απαλλοτριώθηκαν σε διάστημα δεκαετιών και έτσι «ανέπνευσε».


Θέατρο με θέα

Το αρχαίο θέατρο της Λάρισας στο κέντρο της πόλης δεσπόζει, και με την καλοδιατηρημένη ορχήστρα και το οικοδόμημα της σκηνής ελκύει το ενδιαφέρον των περαστικών, που θέλουν να κατεβούν από τα κράσπεδα του δρόμου και να μπουν μέσα να το περιηγηθούν. Πλην όμως, οι αρχαιολογικές εργασίες δεν έχουν τελειώσει ακόμα. Σε μια γωνιά υπάρχουν τέσσερα οικήματα που θα πρέπει να διαλυθούν για να ολοκληρωθεί η ανασκαφή και η αποκάλυψη της σκηνής ενώ υπάρχουν πολλές αναστηλωτικές επεμβάσεις που θα πρέπει να γίνουν πριν ανοίξει το θέατρο για το κοινό. Γι΄ αυτό και το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο δεν ενέκρινε την πρόταση για «μερική επισκεψιμότητα» του θεάτρου. Ενέκρινε όμως τα σχέδια για τη διαμόρφωση ενός χώρου θέασης του θεάτρου, ενός «μπελβεντέρε», στον λοφίσκο πάνω από το πιο ψηλό σημείο του κοίλου. Οι φιλοθεάμονες που ίσως ονειρεύονται συναυλίες και παραστάσεις και οι φιλομαθείς θα χρειαστεί προς το παρόν να αρκεστούν σ΄ αυτό. [Δίκτυο. TA NEA: Παρασκευή 29 Αυγούστου 2008]

Στο Ζάγκρεμπ το 6ο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Θεάτρου

Το Ζάγκρεμπ θα φιλοξενήσει από τις 20 έως και τις 29 Σεπτεμβρίου το 6ο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Θεάτρου, στη διάρκεια του οποίου θα παρουσιαστούν θεατρικά έργα από τη Γερμανία, το Βέλγιο, τη Ρουμανία, την Ουγγαρία και πολλές άλλες χώρες. Οι λάτρεις του θεάτρου θα μπορέσουν να δουν τον «Άμλετ» σκηνοθετημένο από τον Γερμανό Τόμας Όστενμαιερ, το έργο «Περιμένοντας τον Γκοντό» σε σκηνοθεσία του Ρουμάνου Σίλβιου Πουρκαρέτε και πολλά άλλα έργα, κλασσικά και σύγχρονα. Οι σκηνές που θα φιλοξενήσουν το Φεστιβάλ είναι αυτές του Θεάτρου Νεότητας του Ζάγκρεμπ, του Εθνικού Θεάτρου Κροατίας, του Θεάτρου Μαριονέτας του Ζάγκρεμπ και του Θεάτρου «Γκαβέλα» της κροατικής πρωτεύουσας.

Λάθος παράσταση διάλεξαν


Ηθελε και ο Δήμος Μαραθώνα να φιλοξενήσει στον αρχαιολογικό χώρο του Τύμβου μια θεατρική παράσταση. Οχι όποια κι όποια. Αλλά την ιστορική των «Ορνίθων» του Αριστοφάνη που παρουσιάζει με επιτυχία φέτος το καλοκαίρι το Θέατρο Τέχνης. Ποτέ στο παρελθόν ο Τύμβος δεν έχει φιλοξενήσει εκδήλωση. Δεν είναι μόνο ότι δεν υπάρχει καν θέατρο εκεί, αλλά πολύ περισσότερο το γεγονός ότι δεν «σηκώνει» ο χώρος πάσης φύσεως θέαμα. Δεν είναι όλοι οι αρχαιολογικοί χώροι κατάλληλοι. Πώς να το κάνουμε; Γι' αυτό και το ΚΑΣ απέρριψε το αίτημα και οι «Ορνιθες» δεν θα πετάξουν στις 13 Σεπτεμβρίου στον Τύμβο... Αν ήταν οι «Πέρσες» του Αισχύλου, μπορεί και να το ξανασκέφτονταν...

Wednesday, August 27, 2008

Μακάρια τα τέλη...


Τυχερός άνθρωπος στη ζωή του ο Βάσος Ανδρονίδης. Δεν ήταν μόνο άνθρωπος με τη στόφα της ευγένειας, της διακριτικότητας και της ποιότητας. Αλλά έκανε κι αυτό που ήθελε. Διάλεξε το θέατρο ενώ τον προόριζαν για οικονομολόγο, έκανε τα όνειρά του πραγματικότητα, έζησε όπως ήθελε, παραμέρισε τα εμπόδια με θάρρος, υπερασπίστηκε τις ιδέες που πίστευε, βρέθηκε πλάι σε μια σπουδαία γυναίκα όπως η Στάντη- που οι των θεατρικών του Τύπου γνωρίσαμε την εποχή που έκανε τις δημόσιες σχέσεις του «Αμφι- Θεάτρου» του Σπύρου Ευαγγελάτου-, απέκτησε μαζί της μία κόρη αντάξιά τους που είναι σήμερα ψυχολόγος, δημιούργησε μία εξαιρετική οικογένεια, σταμάτησε το θέατρο όταν εκείνος έκρινε ότι έπρεπε, δέθηκε στενά με την Λέρο όπου έκτισε το εξοχικό του και με τους ανθρώπους της, τους μύησε στο θέατρο, τους αγάπησε και τον αγάπησαν, δίδαξε και ανάστησε μαθητές που τους στάθηκε σαν πατέρας και που τον λάτρεψαν... Και έφυγε όπως ήθελε. Ο θάνατός του, όπως επιθυμούσε, ανακοινώθηκε μετά την κηδεία, γιατί δεν αγαπούσε τον πολύ κόσμο. Και το ξόδι του, όπως επιθυμούσε, έγινε πολιτικό, στο νεκροθάλαμο του Νεκροταφείου Ζωγράφου. Και ήταν «χειροποίητο». Ήταν εκεί μόνο οι άνθρωποί του, οι γκαρδιακοί του φίλοι, οι πιο κοντινοί του από το θέατρο και οι τρεις αγαπημένοι του μαθητές από τη δραματική σχολή Βεάκη, ο Γιώργος Γιαννακάκος, ο Τάσος Αποστόλου και ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης- γύρω στα εκατό άτομα. Έφυγε με τα λόγια αγάπης που του απηύθυναν ο ηθοποιός Γιώργος Γιαννακάκος εκ μέρους των τριών, ο Γάλλος γαμπρός του Ζαν, η Ζωή, η μεγάλη από τα τρία του εγγόνια, και η μοναχοκόρη του η Όλια, και μέσα στις μουσικές του Μάνου Χατζιδάκι που τις υπεραγαπούσε.

Και την ίδια ώρα- αυτό μπορεί και να είναι και το πιο συγκινητικό- χτυπούσαν οι καμπάνες στη Λέρο του.

ΤΑ ΝΕΑ [Δίκτυο], Τετάρτη 27 Αυγούστου 2008

Για τη Δραματική Σχολή του ΚΘΒΕ

Από τη Δραματική Σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, ανακοινώνεται, ότι η Γραμματεία της Σχολής θα δέχεται τα δικαιολογητικά των υποψηφίων για τις Προκριματικές και Εισαγωγικές Εξετάσεις της Σχολής από τη Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου, έως και την Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2008 εκτός Σαββάτου και Κυριακής. Τα δικαιολογητικά, που απαιτούνται είναι:

  1. Απολυτήριο Λυκείου(αποδεικτικό η επικυρωμένη φωτοτυπία)
  2. Πιστοποιητικό γέννησης η επικυρωμένη
  3. φωτοτυπία της αστυνομικής ταυτότητας.
  4. 8 (οκτώ) έγχρωμες μικρές φωτογραφίες

Οι υποψήφιοι θα πρέπει να έχουν συμπληρώσει το δέκατο έβδομο έτος της ηλικίας τους και να μην υπερβαίνουν το εικοστό πέμπτο. Ώρες υποβολής των δικαιολογητικών από 9.00 π.μ. έως 2.30 μ.μ. Δραματική Σχολή Κ.Θ.Β.Ε. Μονή Λαζαριστών, Κολοκοτρώνη 25-27 & Θράκης, Σταυρούπολη, Θεσσαλονίκη. Τηλ.2310 589.104,2310 589.110

Θεατρική πλημμύρα στο κλεινόν άστυ

ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΠΕΡΙΟΔΕΙΕΣ

Του Γιώργου Δ. Κ. Σαρηγιάννη. ΤΑ ΝΕΑ: Τετάρτη 27 Αυγούστου 2008

«Νοικοκυρεμένη» κατά 35 λεπτά- εκείνα που προκάλεσαν κυρίως τις αντιδράσεις του  κοινού στην Επίδαυρο- έρχεται στην Αθήνα η κατά Βασίλιεφ «Μήδεια» του ΔΗΠΕΘΕ  Πάτρας, με τη Λυδία Κονιόρδου

Περισσότερες από σαράντα παραστάσεις του καλοκαιριού επιστρέφουν στην Αθήνα και τα πέριξ ζητώντας μια δεύτερη ευκαιρία και ψαρεύοντας κοινό.
Σκάσατε που δεν ήσασταν στην Επίδαυρο όταν γιουχάρανε τη «Μήδεια» του Βασίλιεφ; Διαβάσατε τα όσα εξ αμάξης σούρανε στο «Βάτρα-Χ» του Δημήτρη Λιγνάδη και θα θέλατε να θέσετε τα... μάτια σας επί τον τύπον των ήλων; Ξεκινήσατε να δείτε την κατά Θοδωρή Αθερίδη «Ελένη» και μείνατε ως μωραί παρθένοι εκτός νυμφώνος λόγω κοσμοσυρροής; Είσαστε του εναλλακτικού και κάνατε διακοπές στη Γαύδο ή στα Κουφονήσια όταν παίχτηκε ο «Αγαμέμνων» της Άντζελας Μπρούσκου στην Επίδαυρο; Μην το παίρνετε κατάκαρδα. Όλες αυτές οι παραστάσεις και άλλες πολλές άμα τη λήξει των διακοπών και άμα τη επιστροφή των Αθηναίων εξορμούν (από απόψε) για δεύτερο γύρο στο κλεινόν άστυ και στους πέριξ δήμους του Λεκανοπεδίου: ένας Σεπτέμβριος ξεχειλισμένος από θέατρο.
Η «Μήδεια» του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας σε σκηνοθεσία Ανατόλι Βασίλιεφ, με την Λυδία Κονιόρδου και τον Νίκο Ψαρρά, έκανε τον μεγαλύτερο ντόρο φέτος λόγω του κύματος αποδοκιμασιών που την συνόδευσε στην Επίδαυρο. «Η παράσταση έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και υπέρ και κατά», είπε η Λυδία Κονιόρδου στα «ΝΕΑ». «Αυτό όμως το θεωρώ γόνιμο και δημιουργικό. Γιατί οι λύσεις που έχει δώσει ο σκηνοθέτης δεν προέρχονται από μία αυθαίρετη και επιπόλαιη ματιά πάνω στο έργο και αυτό μπορώ να το βεβαιώσω». Την παράσταση μπορείτε να την δείτε «συμμαζεμένη» στις τρεις ώρες παρά πέντε και με περικοπές των ευρημάτων που σοκάρισαν στο Θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη» του Υμηττού (29, 30/8), στο Ηρώδειο (13, 14/9), στην Ελευσίνα (16/9) ή στην Πετρούπολη (18/9).
Οι πολύ «παιχνιδιάρικοι»- μέχρι παρεξηγήσεως...- «Βάτρα-Χ» του Εθνικού Θεάτρου και του Δημήτρη Λιγνάδη- με τον ίδιο, τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, τον Γιώργο Μαρίνο, τη Δήμητρα Ματσούκα, τη Στεφανία Γουλιώτη- θα παιχτούν Ελευσίνα (31/8) και Αττικό Άλσος (3/9). Το Εθνικό όμως έχει και τους διάρκειας τεσσάρων ωρών «Οιδίποδες»- «Τύραννος» και «Επί Κολωνώ» - της Ρούλας Πατεράκη, με Μιχαήλ Μαρμαρινό, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Μάνια Παπαδημητρίου, Δημήτρη Πιατά. Για πολύ ανθεκτικούς στην Ελευσίνα (7/9), στο Αττικό Άλσος (10/9) και τον Υμηττό (15/9).
Το ΚΘΒΕ κάλεσε φέτος από τα Σκόπια τον Σλόμπονταν Ουνκόφσκι, που ανέβασε έναν αρκούντως αντιπολεμικό και ειρωνικό «Ορέστη» του Ευριπίδη με Λάζαρο Γεωργακόπουλο, Λυδία Φωτοπούλου, Ναταλία Δραγούμη, Αλέκο Συσσοβίτη, Αγγελική Παπαθεμελή- που κάνει την έκπληξη ως Φρύγας. Θα παιχτεί Ηλιούπολη (απόψε), Λαύριο (2/9), Παπάγου (4/9), Γαλάτσι (6/9).
Για τους πιο «παραδοσιακούς» του αρχαίου δράματος υπάρχουν οι «Φοίνισσες» του «Αμφι-Θεάτρου» σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου, με Αντιγόνη Βαλάκου, Πέτρο Φυσσούν, Στέφανο Κυριακίδη (Αττικό Άλσος- απόψε, Βριλήσσια- 5/9, Νίκαια/ Κατράκειο- 10/9).
Το «Θέατρο Τέχνης» παρουσιάζει σε αναβίωση τους ηλικίας 49 ετών αλλά αθάνατους «Όρνιθες» του Κάρολου Κουν: Νέα Σμύρνη (9/9), Βριλήσσια (10/9), Αττικό Άλσος (11/9), Μαραθώνας (13/9), Βεάκειο (14/9), Παπάγου (16/9).

Η «Ελένη» του γκραν σουξέ

Τη μεγάλη μονέδα κόβει το φετινό καλοκαίρι η «πειραγμένη» ευριπίδεια «Ελένη» της «Ελληνικής Θεαμάτων». Σκηνοθετεί και παίζει ο Θοδωρής Αθερίδης. Μαζί του ο Γιάννης Βούρος και το δεύτερο... κλιμάκιο του «Στο παρά πέντε»: Σμαράγδα Καρύδη στον επώνυμο ρόλο και Γιώργος Καπουτζίδης ως... μάντισσα Θεονόη. Κι όποιος αντέξει.
Όσο για τον Σπύρο Παπαδόπουλο, περιοδεύειεπιτυχώς επίσης- με «Το φιόρο του Λεβάντε» του Γρηγορίου Ξενοπούλου όπου πρωταγωνιστεί σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου, προτού επιστρέψει με την ίδια παράσταση για δεύτερο χειμώνα στη βάση του, το «Άνεσις».
Από τον Σαίξπηρ στον Μάνο Ελευθερίου

Το καλοκαιρινό μενού που μπορείτε να το γευτείτε σε διάφορα στέκια της Αττικής και σε διάφορες ημερομηνίες περιλαμβάνει επίσης: «Ριχάρδο Γ΄» του Σαίξπηρ σε διασκευή και σκηνοθεσία Γιώργου Κιμούλη με τον ίδιο στον επώνυμο ρόλο, «Ταρτούφο» του Μολιέρου με Θύμιο Καρακατσάνη- που σκηνοθετεί- και Κώστα Βουτσά, «Ο καιρός των χρυσανθέμων» από το μυθιστόρημα του Μάνου Ελευθερίου σε προσαρμογή για το θέατρο και σκηνοθεσία Λευτέρη Γιοβανίδη από τους «Τεχνών Εθελοντές» με τον Πάνο Χρυσικάκο, «Ο έμπορος της Βενετίας» του Σαίξπηρ από το «Μοντέρνο Θέατρο» σε σκηνοθεσία Γιώργου Μεσσάλα με Σάιλοκ τον ίδιο και άλλα ων ουκ έστιν αριθμός.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΚΛΕΑΣ: «Ποντάρω στον κίνδυνο»

Του Χρήστου Ν. Ε. Ιερείδη. ΤΑ ΝΕΑ: Τετάρτη 27 Αυγούστου 2008

Οι παραστάσεις κόμικς για λίγο μόνο καιρό ξαποσταίνουν. «Είναι ένας μεγάλος έρωτας. Μαζεύουμε υλικό», λέει ο  Γιάννης Κακλέας. «Στην τελευταία παράσταση
Την πρώτη του σκηνοθεσία στο Εθνικό Θέατρο θα κάνει τον χειμώνα ο Γιάννης Κακλέας ανεβάζοντας το διαχρονικό καιεπίκαιρο στα καθ΄ ημάς «Ημερολόγιο ενός απατεώνα» του Αλεξάντρ Νικολάγιεβιτς Οστρόφσκι.
«Μ΄αρέσουν οι προκλήσεις και τα έργα με επικινδυνότητα». Τι πιο ξεκάθαρο. Όπως άλλωστε και ο στόχος του. «Δεν είμαι χαμαιλέοντας του θεάτρου. Προσπαθώ να βρω τα κοινά σημεία με το κείμενο και τον συγγραφέα ώστε να γίνει η παράσταση έργο, και όχι το αντίστροφο. Δίνω τη ματιά μου πάνω στο έργο. Μια ερμηνεία που έχει να κάνει με τα προσωπικά μου πιστεύω, το πώς οσμίζομαι τη βία και τον ερωτισμό στις ανθρώπινες σχέσεις αλλά και την εξουσία των ανθρώπων- ένα τρίπτυχο που πάντα με ενδιαφέρει».
Τον έχουν πει ροκ, βίαιο, επιθετικό. Αλλά ο Γιάννης Κακλέας, που θεωρείται από τους πιο δραστήριους και πολυμήχανους θεατρικούς σκηνοθέτες, από τότε που ξεκίνησε δεν έχει διαφοροποιηθεί. Αποδέχθηκε την πρόταση του Γιάννη Χουβαρδά, καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού, γιατί του άρεσε η ιδέα να σκηνοθετήσει για το Εθνικό αλλά και γιατί «είναι προκλητικός και ο χώρος, το Rex, αλλά και το έργο». Βέβαια, όταν τού έγινε η κρούση, δεν το πίστευε.
«Νόμιζα πως ήταν λάθος. Ύστερα από 67 σκηνοθεσίες, δεν περίμενα να χτυπήσει το τηλέφωνο και να με ζητήσουν από το Εθνικό. Ίσως, είχα την εντύπωση, διότι με θεωρούσαν επικίνδυνο σκηνοθέτη για το Εθνικό. Αλήθεια, όταν άκουσα ότι στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο Χουβαρδάς, νόμισα πως επρόκειτο περί λάθους».
Στο «Ημερολόγιο ενός απατεώνα» ο Ρώσος κλασικός συγγραφέας με κοφτερό χιούμορ καταγράφει τις απάτες, τα σκάνδαλα και βγάζει στη φόρα όλα τα άπλυτα της υψηλής κοινωνίας της εποχής του μέσα από τις σημειώσεις ενός νέου, που στην προκειμένη περίπτωση θα υποδυθεί ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος συμπρωταγωνιστώντας με τη Φιλαρέτη Κομνηνού- επιχειρεί το ντεμπούτο της στην κωμωδία - και τον Δημήτρη Πιατά.
«Αυτή η σατιρική ακτινογραφία της κοινωνίας της Μόσχας της εποχής εκείνης έχει τόσες ομοιότητες με τη σημερινή που είναι σκάνδαλο πώς τα πράγματα μένουν ίδια. Ο ήρωας του Οστρόφσκι, ο Γκλουμόφ, χρησιμοποιεί όλα τα τεχνάσματα που ξέρει για να ανέλθει κοινωνικά. Ο συγγραφέας ξέρει να βλέπει τα τρωτά της κοινωνίας και τα εκμεταλλεύεται. Ο νέος αυτός έχει το βίτσιο να κρατά ημερολόγιο με το τι τού συμβαίνει. Με τα πολλά καταφέρνει να παντρευτεί μια κόρη αριστοκρατικής οικογένειας και γίνεται μέλος της καλής κοινωνίας. Οι αντίζηλοί του ανακαλύπτουν το ημερολόγιό του και τον ξεμπροστιάζουν. Κι εκεί που περιμένεις να τιμωρηθεί, ο Οστρόφσκι τον κάνει αποδεκτό μέλος της υψηλής κοινωνίας με δόξα και τιμή. Το έργο περιγράφει τα ψυχικά χαρακτηριστικά μιας βίαιης και κανιβαλικής κοινωνίας. Και αυτό το καθιστά σύγχρονο».
  • Στο παρελθόν είχατε πει ότι αναλαμβάνετε δουλειές εκτός «Τεχνοχώρου» για να δείτε πώς μπορούν να ανεβούν. Ο χώρος επιβάλλεται γενικώς και εν τέλει ο «Τεχνοχώρος» δεν σηκώνει τέτοια έργα;
Θεωρώ αναξιοπρεπές για την ελληνική κοινωνία ο καλλιτέχνης να μην μπορεί να ζήσει αξιοπρεπώς. Για να μπορέσω να πραγματοποιήσω τα όνειρά μου στον «Τεχνοχώρο», έπρεπε να ψάξω άλλες διεξόδους. Με την ομάδα Θέαμα επιθυμούμε να κάνουμε διάλογο με ένα έντονα νεανικό κοινό που αποζητά το θέατρο με μια πιο ανατρεπτική, undergound, ματιά. Έτσι, λοιπόν, δεν θα κάνω μια παράσταση για το Εθνικό, αλλά στο Εθνικό.
  • Μιλώντας για πειραματισμούς και με αφορμή όσα συνέβησαν προσφάτως με τις παραστάσεις «Βάτρα-Χ» και «Μήδεια» στην Επίδαυρο, ο πειραματισμός έχει όρια;
Δεν υπάρχουν όρια. Το όριο είναι ο βαθμός επικοινωνίας με τον θεατή. Η θεατρική παράσταση είναι εφήμερη, γίνεται τώρα και εισπράττει τώρα. Αν είναι μια αυνανιστική διαδικασία των συντελεστών και ο θεατής μένει εκτός, τότε έχει ξεπεράσει τα όρια. Αν όμως ό,τι συμβαίνει στον ηθοποιό συμβαίνει και στον θεατή, τότε έχει πετύχει. Ο Βασίλιεφ είναι από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες του κόσμου. Όμως στη χώρα μας συμβαίνουν πολλοί αταίριαστοι γάμοι. Δεν είδα την παράσταση, αλλά στο κάτω κάτω της γραφής μια αποτυχία δεν καταργεί τον σκηνοθέτη. Άλλωστε η τέχνη του θεάτρου δεν προχωρά αναίμακτα.
  • Το αρχαιοελληνικό δραματολόγιο αντέχει πειραματισμούς;
Φυσικά. Ως σύγχρονοι άνθρωποι, όταν αναβιώνουμε κάτι, κάνουμε παραστάσεις, ψάχνουμε να βρούμε τα κοινά σημεία. Νομίζω πως δεν μπορεί ν΄ ανεβεί κείμενο χωρίς πειραματισμούς. Απαιτείται. Εξαρτάται όμως ποιο δρόμο ακολουθείς. Στην πορεία του πειραματισμού μπορεί ο σκηνοθέτης να αναδείξει ένα έργο, μπορεί και να το καταστρέψει. Θεωρώ ότι η αρχαία τραγωδία απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις από τον σκηνοθέτη. Τα κείμενα είναι αυστηρά, τελετουργικά, ιερατικά και πρέπει να βρει συγκεκριμένο τρόπο να τα προσεγγίσει. Ο Αισχύλος, ο Ευριπίδης δεν είναι Σαίξπηρ.

Λάθος να σκηνοθετούν ηθοποιοί

Ο Γιάννης Κακλέας υποστηρίζει πως η έννοια «σκηνοθέτης» περνάει κρίση. «Έχει δοθεί σε οποιονδήποτε ηθοποιό το πράσινο φως να παίζει τον σκηνοθέτη με κίνδυνο στην εκάστοτε παράσταση να μην αναπτύσσουν όλα τα εκφραστικά τους μέσα οι ηθοποιοί. Όταν σκηνοθετούν ηθοποιοί, στερούν τη δυνατότητα να φανούν νέοι σκηνοθέτες. Είναι άλλη δουλειά, άλλη σκέψη. Υπάρχουν ηθοποιοί που έχουν κυριευθεί από μια μανία εξουσίας, μια ματαιοδοξία που σε λίγα χρόνια θα έχει αντίκτυπο στα εκφραστικά μέσα των ηθοποιών».
  • Πότε νομιμοποιείται ένας ηθοποιός να σκηνοθετεί;
Μόνον όταν αφοσιωθεί στο επάγγελμα του σκηνοθέτη. Το να οργανώνει σκηνές στο σανίδι δεν τον καθιστά αυτομάτως και σκηνοθέτη. Ηθοποιός και σκηνοθέτης είναι ειδικότητες που δεν συμπίπτουν. Η μία τρώει την άλλη. Βλέπετε, όμως, είναι κι αυτό σημείο του καιρού μας η ευκολία με την οποία κάποιος νομίζει ότι μπορεί να κάνει κάτι χωρίς την απαιτούμενη γνώση.
ΙΝFΟ: «Το ημερολόγιο ενός απατεώνα» του Οστρόφσκι, Φεβρουάριος 2009, στη σκηνή Κοτοπούλη-Rex του Εθνικού, σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα. Με τους Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο, Φιλαρέτη Κομνηνού, Δημήτρη Πιατά, Κόρα Καρβούνη, Ελένη Κοκκίδου, Λαέρτη Βασιλείου.