Saturday, July 19, 2008

Χάινερ Μίλερ «Φιλοκτήτης», Τένεσι Ουίλιαμς «Λυσσασμένη Γάτα», Σαίξπηρ «Αμλετ»

Γερμανικά στερεότυπα επί τρία
Οι προκαταλήψεις πάντα ζουν και βασιλεύουν

Σπύρος Παγιατάκης, Η Καθημερινή, 20/07/2008

Χάινερ Μίλερ: Φιλοκτήτης, σκην. Ματίας Λάνγκχοφ. Τένεσι Ουίλιαμς: Λυσσασμένη γάτα, σκην. Τόμας Οστερμάγιερ. Σαίξπηρ: Αμλετ, σκην. Τόμας Οστερμάγιερ


Να, για παράδειγμα, ιδού οι εντυπώσεις που έχουν οι ξένοι για τους Γερμανούς όπως τουλάχιστον τις αποτύπωσε και δημοσιεύει το περιοδικό FOCUS. Ενας στους πέντε Τσέχους, λοιπόν, λέει ότι οι Γερμανοί έχουν υπερβολική υπεροψία, ένας στους οκτώ Αυστριακούς ισχυρίζεται πως «δεν τους πάει με τίποτα» και ένας στους δέκα Ιταλούς εξακολουθεί πάντα να τους συνδέει με τον Χίτλερ και τους Ναζί. Σύμφωνα πάντα με την ίδια σφυγμομέτρηση, αυτό που οι ίδιοι οι Γερμανοί πιστεύουν για τους εαυτούς τους είναι ότι είναι υπεύθυνοι, εργατικοί και ότι στερούνται χιούμορ. Οι Ελληνες δεν αναφέρονται στη μέτρηση.
Παρατηρώντας, όμως, την προσέλευση των συμπατριωτών μας, αλλά και τις υπερενθουσιώδεις αντιδράσεις, στις τρεις «γερμανικές» παραστάσεις του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών –και Επιδαύρου– («Φιλοκτήτης» του Χάινερ Μίλερ σε σκηνοθεσία του Ματίας Λάνγκχοφ, «Λυσσασμένη Γάτα» του Τένεσι Ουίλιαμς, και ένας ημισεξπηρικός «Αμλετ» σκηνοθετημένος από τον Τόμας Οστερμάγιερ στην υπερτιμημένη Σαουμπίνε του Βερολίνου) για μας η Γερμανία είναι η κατ’ εξοχήν θεατρική πιάτσα. Επ’ αυτού υπάρχει προϊστορία. «…Οστις είχε την ευτυχίαν να παρακολουθήση τας παραστάσεις των αρχαίων τραγωδιών τας δοθείσας εν Γερμανία υπό του Ράινχαρτ, είναι αδύνατον να μην ομολογήση ότι ο Αισχύλος και ο Σοφοκλής... ανήκουν πλέον εις τον γερμανικόν λαόν, όσο και ο Γκαίτε και ο Σίλλερ. Ενώ διά τους νεώτερους Ελληνας η αρχαία Ελλάς θα μένη ξένη, εν όσω δεν κατορθώσουν να δημιουργήσουν μίαν ζωήν ιδικήν των, μία ψυχήν και κατά συνέπεια έναν πολιτισμόν», έγραφε στη «Νέα Ελλάς» ο Φώτος Πολίτης πριν από καμιά εκατοσταριά χρόνια – το 1915.
Τα τελευταία χρόνια –και ειδικά στα «Φεστιβάλ του Λούκου»– έχουμε δει τόσο πολύ γερμανικό θέατρο ή μάλλον τόσες πολλές παραστάσεις από γερμανικά μάτια και χέρια που έχουμε πλέον εντρυφήσει στις γερμανικές θεατρικές ματιές. Ποιο είναι το κοινό χαρακτηριστικό αυτών των παραστάσεων;
Εκκωφαντική μουσική και εκφορά λόγου, «αποδόμηση» των κλασικών και επιστροφή (;) σ’ ένα είδος μινιμαλισμού, διάφορα μείγματα αγριάδας και καταπίεσης των επί σκηνής ερμηνευτών, συναισθήματα που γεννιούνται όταν παρακολουθεί κανείς ένα ζωντανό τρακάρισμα. Η σκηνική ζωντάνια πρέπει να έχει ιδρώτα, άγχος και βία. Το είδαμε στον μεταλλαγμένο «Αμλετ» του Οστερμάγιερ («Ο Αμλετ δεν είναι ήρωας, αλλά βλαξ» στην «Καθημερινή», 1 Ιουν. 2008), όπου το πυροτέχνημα των ξεθυμασμένων νεωτερισμών εξαντλήθηκε γρήγορα φέρνοντας την πλήξη, το είδαμε στον προχθεσινό μοντερνισμό του Μ. Λάνγκχοφ στη Μικρή Επίδαυρο, και λιγότερο σε μιαν ορθόδοξη «Λυσσασμένη Γάτα» όπου η μόνη πρωτοτυπία ήταν το να πασαλείψει με τούρτα μία υστερική σύζυγος την κουνιάδα της.
Το έχω ξαναγράψει: οι Γερμανοί –ε, τους ξέρω καλά!– είναι κατά βάθος ο πλέον συντηρητικός, ο πλέον συμπλεγματικός λαός της Ευρώπης. Ακόμα κι όταν επιχειρεί να κάνει τα πλέον ανορθόδοξα «τρελά του» στο θέατρο. Με αφόρητα κόμπλεξ –κυρίως απέναντι στους Βρετανούς και Αμερικανούς θεατρανθρώπους– οι περισσότεροι επώνυμοι και ικανοί κατά τ’ άλλα σκηνοθέτες επιχειρούν να πετάξουν πάνω από το κείμενο, να φανούν «υπεράνω» του, συχνά δε ακόμα και να το εξευτελίσουν.
Εχοντας στη διάθεσή τους ένα ως επί το πλείστον υψηλού επιπέδου υλικό μπορούν και εντυπωσιάζουν με τους ηθοποιούς τους. Στα γερμανικά σχολεία μέσης εκπαίδευσης, που δεν μπορούν ασφαλώς να συγκριθούν με τα δικά μας, και στις δραματικές σχολές τους, που δεν φορτώνουν τα παιδιά με φλύαρη θεωρία όπως εδώ αλλά με χρήσιμα πρακτικά μαθήματα ορθοφωνίας, κίνησης, ξιφασκίας (χαρακτηριστική η σκηνή της ξιφομαχίας στον Αμλετ), οι μέλλοντες ηθοποιοί βοηθούνται ουσιαστικά. Δεν νομίζω ότι υπάρχει σ’ εμάς μάθημα διαλεκτικής, όπως σε μερικές σχολές της πάλαι ποτέ γερμανικής ανατολής. Το συμπέρασμα είναι ότι οι Γερμανοί μπορούν να εντυπωσιάζουν με τους έξοχους ηθοποιούς τους. Κυρίως στην τεχνική τους.
Πριν από μερικά χρόνια, εντυπωσίαζαν και με ρηξικέλευθες σκηνοθεσίες ή μάλλον σκηνοθετισμούς, οι οποίοι όμως με την επανάληψή τους ξεθώριασαν από την πολλή χρήση. Το είδαμε πέρυσι με τον Πέτερ Στάιν, το συναντήσαμε φέτος με τον 67χρονο Ματίας Λάνγκχοφ. Προσωπικά δεν αντιλήφθηκα γιατί να επιλεγεί το κείμενο του Χάινερ Μίλερ αντί της ώριμης ουσιαστικής τραγωδίας του Σοφοκλή, της οποίας το πολιτικό μήνυμα είναι απλούστερο και περισσότερο κατανοητό. Γιατί και στην γερμανική αυτή εκδοχή του Μίλερ κυριαρχεί ασφαλώς το –Βιλιμπραντικό– αξίωμα της Realpolitik που εκφράζεται με τον Οδυσσέα, όπως και στο αρχικό πρωτότυπο του Σοφοκλή. Ο –μέχρις απλοϊκός– μοντερνισμός της παράστασης έβγαινε με εμβρυουλκό. Κι ήταν ένας πλέον παρωχημένος μοντερνισμός με ημερομηνία λήξης. Εμφανώς εγκαταλελειμμένοι στη μοίρα τους οι τρεις ηθοποιοί, ο Μηνάς Χατζησάββας, ο Λευτέρης Βογιατζής και ο Γιάννης Λούλης κρεμάστηκαν από τις γνωστές πλέον μανιέρες τους σαν επάνω σε σωσίβια. Καμιά επικοινωνία εκεί ακριβώς που έπρεπε. Κι αν έχει φάει με το κουτάλι την Ανατολική Γερμανία –όπου γεννήθηκε– ο Λάνγκχοφ. Τον διαλεκτικό ματεριαλισμό που έκαναν στο γυμνάσιο τον ξέχασε ολουσδιόλου;
Ο 40χρονος Τόμας Οστερμάγιερ έχει κι αυτός γερές ανατολικογερμανικές πολιτιστικές ρίζες. Απόφοιτος της δραματικής σχολής «Ερνστ Μπους», είναι από τους Γερμανούς σκηνοθέτες με την λιγότερο κρυφο-μικροαστική νοοτροπία.
Με εντυπωσιακούς ηθοποιούς πέτυχε να στηρίξει στα πόδια του ένα απελπιστικά ξεπερασμένο έργο, όπως η «Λυσσασμένη Γάτα» του Τένεσι Ουίλιαμς (1955) που άγγιζε ακροθιγώς ένα θέμα ταμπού – την ομοφυλοφιλία. Το κείμενο ξεσκονίστηκε κάπως με εμβόλιμες λέξεις που «βγάζουν τα πάντα στη φόρα», αλλά εκτός από τους έξοχους ρόλους τίποτα περισσότερο. Γιατί, άραγε, το ανέβασε η ξακουστή βερολινέζικη «Σαουμπίνε» απορώ. Για την αθηναϊκή «παγκόσμια πρεμιέρα» του Αμλετ, τα είπα παραπάνω. Αγχωτική προχθεσινή πρωτοπορία δίχως λόγο. Θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς το σύγχρονο γερμανικό θέατρο, όπως το είδαμε εδώ στο Φεστιβάλ Αθηνών ως «Typisch Deutsch», δηλαδή ως «τυπικά γερμανικό»; Πιστεύω πως ναι. Παρόλο που ο τίτλος αυτός –που είναι και επικεφαλίδα εβδομαδιαίας τηλεοπτικής εκπομπής της Deutsche Welle TV– έχει μια μίζερη επαρχιώτικη χροιά ακόμα και για τους ίδιους τους Γερμανούς, τα αποφασιστικά στοιχεία που επέπλευσαν τελικά από την πρόσφατη τευτονική θεατρική εισβολή είναι αυτά που είπαμε και στην αρχή: αξιοθαύμαστη εργατικότητα, υπευθυνότητα στην πρωτοπορία μέχρις άκρων, και ελάχιστο χιούμορ. Σίγουρα έχουμε πολλά να μάθουμε από τους Γερμανούς. Ομως, παρ’ όσα λέει ο γερμανοσπουδαγμένος Φώτος Πολίτης, δεν είναι ανάγκη και να τους ξεσηκώνουμε με άτεχνες παρτιτούρες.

ΝΕΑ, ΩΡΑΙΑ ΚΥΡΙΑ ΓΟΗΤΕΥΕΙ ΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ

Τι είναι αυτό που κάνει ένα θεατρικό έργο κλασικό; Μια συνιστώσα είναι σίγουρα η ικανότητά του να μας συναρπάζει και πάλι, αποκαλύπτοντας καθώς το παρακολουθούμε ένα είδος διαχρονικότητας παρά την απόσταση ανάμεσα στα όσα πραγματεύεται το κείμενο και το σήμερα. Η «Ταγματάρχης Μπάρμπαρα» του Τζορτζ Μπέρναρ Σο, ας πούμε, μπορεί να φαίνεται ότι βρίσκεται σε απόσταση ασφαλείας από τους σημερινούς προβληματισμούς: Πόσοι από μας συναντάμε σήμερα αφοσιωμένες «στρατιωτίνες» του Στρατού της Σωτηρίας σαν αυτές που κατοικοεδρεύουν στο έργο, για να μην αναφέρουμε το παρόμοιας θεματολογίας κλασικό μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ «Μάγκες και κούκλες»; Ωστόσο, το νέο ανέβασμα του έργου στο National Theatre, όπου η σειρά παραστάσεων ολοκληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα, επιβεβαίωσε τη διαχρονικότητά του τονίζοντας το θέμα της πρωτοκαθεδρίας που πολλοί δίνουν στο χρήμα, όπως κάνει ο πατέρας της ηρωίδας μας, ο Αντριου Αντερσαφτ. Είναι το σύμβολο του Μαμωνά, της πεποίθησης ότι η λάμψη του χρήματος αποτελεί την ίδια την πεμπτουσία της παντοδυναμίας.

  • Αντοχή στον χρόνο

Η «Ταγματάρχης Μπάρμπαρα» σίγουρα δεν είναι τόσο διάσημη όσο ο «Πυγμαλίων» του Σο, που παρουσιάζεται από τις αρχές Ιουνίου στο Ολντ Βικ, όπου τα τελευταία χρόνια διαπρέπει ως διευθυντής ο Κέβιν Σπέισι. Το θέατρο, αφού γνώρισε τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της περιόδου Σπέισι με την αιχμηρή κωμωδία του Ντέιβιντ Μάμετ «Speed the Plow», παραχώρησε τη σκηνή του σ’ ένα έργο που έχει οριστικά ταυτιστεί με τη διασκευή του σε μιούζικαλ – τη θεατρική και κινηματογραφική «Ωραία μου κυρία». Δεν είναι, λοιπόν, λάθος του σκηνοθέτη, του Πίτερ Χολ, αν νιώθεις τους θεατές να αποζητούν κάποιες στιγμές την ανύπαρκτη ορχήστρα, αν και είναι δύσκολο να φανταστείς μια Ελίζα Ντούλιτλ τόσο άμεσα συναρπαστική όσο η νεοφερμένη Μισέλ Ντόκερι σ’ αυτή την παράσταση – και χωρίς το πλεονέκτημα να τραγουδάει ούτε μία νότα.

Η νεαρή ηθοποιός, ψηλή και αγαλματένια, σου θυμίζει την αντοχή αυτού του έργου στον χρόνο με την ίδια ευκολία που επαναπροσδιορίζει τον ρόλο της Ελίζας Ντούλιτλ. Του λαϊκού κοριτσιού με την «κόκνεϊ» προφορά που γίνεται πειραματόζωο για τον συναισθηματικά καθυστερημένο καθηγητή φωνητικής Χένρι Χίγκινς (Τιμ Πίγκοτ–Σμιθ) και τον ψηλομύτη αλλά πιο συμπονετικό φίλο του, τον Πίκερινγκ (Τζέιμς Λόρενσον). Το έργο μπορεί να φαίνεται λιγότερο επίκαιρο σήμερα, όταν οι νεαροί Βρετανοί επιδιώκουν να μιλάνε με τη σκληρή γλώσσα «του δρόμου», ανεξαρτήτως καταγωγής, και όταν στη Βρετανία δίνεται πλέον τόση έμφαση στην «εργατική» κουλτούρα της χώρας.

Αν όμως η πειθαναγκαστική μεταμόρφωση που υφίσταται η Ελίζα –από αθυρόστομη λαϊκή ανθοπώλισσα σε αριστοκρατικό κύκνο– δεν παραπέμπει σήμερα σε παραμύθι με χάπι εντ αλλά περισσότερο σε πρόσκληση για προβληματισμό και οργή, αυτό λειτουργεί υπέρ της παράστασης, η οποία πατινάρει με χάρη στην επιφάνεια ενώ θα μπορούσε να σπάσει τον πάγο και να προχωρήσει λίγο βαθύτερα. Οσο για την εκπληκτική Μισέλ Ντόκερι, είναι η τελευταία μιας μεγάλης σειράς θεατρικών ταλέντων που έκανε να λάμψουν στη σκηνή ο Πίτερ Χολ στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του. Η οξεία όσφρησή του, που τον οδηγεί να ανακαλύπτει το ερμηνευτικό χάρισμα, δεν θα ήταν αρκετή, ωστόσο, αν αυτός ο σκηνοθέτης δεν ήξερε να κεντρίζει την καρδιά των νέων και άγνωστων ηθοποιών.

Νιώθεις πραγματικά συμπόνια για την ποντικίνα με το πορσελάνινο δέρμα έτσι καθώς έχει αιχμαλωτιστεί στο κοινωνικό κλουβί που γίνεται γι’ αυτήν το σπίτι του Χίγκινς. Η επιτυχία της σε κάθε στροφή της δοκιμασίας συνοδεύεται από την αυξανόμενη απομόνωσή της, καθώς αποσυνδέεται από τον κόσμο που άφησε πίσω της χωρίς να προσεγγίζει αληθινά τους εκλεπτυσμένους σνομπ του κοινωνικού θερμοκηπίου του Χίγκινς, τους οποίους πρέπει να εντυπωσιάσει.

Αν η «Ταγματάρχης Μπάρμπαρα» φέρνει στο προσκήνιο έναν πολεμοκάπηλο (τον Αντερσαφτ), ο «Πυγμαλίων» κάνει το ίδιο με τους ανθρώπους που νοιάζονται να εκμεταλλευτούν την πρόοδο της Ελίζας για να ενισχύσουν την κοινωνική τους θέση, ή, στην περίπτωση του ίδιου του πατέρα της ηρωίδας, του ανεπρόκοπου Ντούλιτλ, για να φουσκώσουν έστω και λίγο το περιεχόμενο του πορτοφολιού τους.

Θα αισθανόσουν, πραγματικά, ότι σε εκμεταλλεύονται ασύστολα αν σε έσπρωχναν με αυτόν τον τρόπο από δω κι από κει για να ωφεληθούν κάποιοι που σε τελευταία ανάλυση δεν φαίνεται να ενδιαφέρονται καθόλου για το αν θα καταλήξεις στη μοναξιά: Στην κατάσταση ακριβώς που βρέθηκε ο ίδιος ο Χίγκινς –περισσότερο απ’ όσο η Ελίζα– στο τέλος του έργου. Ο Τιμ Πίγκοτ–Σμιθ μας δίνει έναν απολαυστικό Χίγκινς, τονίζοντας τις άγαρμπες κι αμήχανες στιγμές του, σε μια ερμηνεία με έξοχη χιουμοριστική χροιά που όμως απαλύνει την πικρή γεύση στο τέλος. Ισως όμως να είναι αυτό που επιδιώκει ο σκηνοθέτης: Ολοι οι «λύκοι» του έργου –συμπεριλαμβανόμενου του Ντούλιτλ, που ενσαρκώνει ξεκαρδιστικά ο Τόνι Χέιγκαρθ– έχουν μαγευτεί κατά κάποιο τρόπο από τη Μισέλ Ντόκερι, μια γνήσια ανακάλυψη που καταφέρνει να μετατρέψει ένα έργο για την εκφορά του λόγου σε τραγούδι της σειρήνας.

«Ελένα» στον «Θείο Βάνια»

Η ηθοποιός εμφανίστηκε φέτος άλλη μια φορά σε έργο σκηνοθετημένο από τον Πίτερ Χολ, σε μια περιοδεία με τον «Θείο Βάνια» του Τσέχοφ, παίζοντας τη νεαρή και πανέμορφη Ελένα, έναν ρόλο που είχε ερμηνεύσει πριν από μερικά χρόνια στο Λονδίνο η Γκρέτα Σκάκι. Πρόσφατα η Σκάκι επέστρεψε στο Vaudeville Theatre, σκηνοθετημένη από έναν άλλον Χολ, τον Εντουαρντ, ο οποίος συμβαίνει να είναι γιος του Πίτερ. Ερμήνευσε τη σύζυγο ενός δικαστή, την αυτοκαταστροφική Εστερ, στη «Βαθιά γαλάζια θάλασσα» του Τέρενς Ράτιγκαν. Η ερμηνεία της δεν ήταν κακή, αλλά η δημοφιλής κινηματογραφική ηθοποιός δεν φάνηκε ικανή να αποφύγει τις αναχρονιστικές παγίδες ενός έργου του 1952, που κάποιες στιγμές θα έλεγε κανείς ότι ασφυκτιά μέσα στη συμβατικότητά του. Ετσι, αντί μέσα από τον πόνο της Εστερ να αναδειχθεί αυτό που ο «Βασιλιάς Λιρ» περιγράφει ως το «βάρος μιας θλιβερής εποχής», ο θεατής αφέθηκε να παρατηρεί την ομοιότητα της σταρ με διάφορες κινηματογραφικές βασίλισσες στο πιο μελοδραματικό τους. Η ηθοποιός ήταν τόσο απασχολημένη να κλαίει ώστε εμπόδισε τους θεατές να κάνουν το ίδιο.

International Herald Tribune, Η Καθημερινή, 20/07/2008

«ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ, ΗΜΑΣΤΕ ΣΑΝ ΖΩΑ»

Της Μαριας Κατσουνακη, Η Καθημερινή, 20/07/2008

Ενα είναι βέβαιο για τον Κριστόφ Βαρλικόφσκι: δεν υπακούει σε κανόνες και «πρέπει». Δεν είναι μόνο ότι πιστεύει πως το «θέατρο αποτελεί εργαστήρι αλήθειας μέσα στο οποίο αποσαφηνίζεται το νόημα του αγνώστου, του άπιαστου», αλλά και ο ίδιος υπερασπίζεται με τη στάση του όλες τις εκφάνσεις αυτής της «αλήθειας». Δεν θέλει να δώσει συνεντεύξεις; Δύσκολα θα μεταπειστεί ακόμη και αν οι άλλοι θεωρούν ότι είναι μέσα στις «συμβατικές του υποχρεώσεις». Ισως αυτό ακριβώς να τον πεισμώνει ακόμη περισσότερο. Η συνάντησή μας, την περασμένη Τρίτη το απόγευμα, ήταν αποτέλεσμα συνεχών οχλήσεων εκ μέρους μας και από την πλευρά του Φεστιβάλ Αθηνών, που φιλοξένησε στην Πειραιώς 260 για τρεις ημέρες (από την περασμένη Τετάρτη έως και την Παρασκευή) την παραγωγή του με το έργο «Κρουμ» του Ισραηλινού συγγραφέα Χανόχ Λεβίν. Αλλαζε διαρκώς η ώρα, ο τόπος και ο τρόπος επικοινωνίας. Αποσπάσαμε, εν τέλει, μισή ώρα ζωντανής επαφής στη διάρκεια της οποίας ήταν προσηνής, ομιλητικός, ευδιάθετος. Παρά την πίεση του χρόνου, αγνοήσαμε το θορυβώδες περιβάλλον του λόμπι ενός ξενοδοχείου για να ακολουθήσουμε τις δαιδαλώδεις διαδρομές της σκέψης και της ζωής του.

Ο 45χρονος Πολωνός σκηνοθέτης, τιμήθηκε την άνοιξη στη Θεσσαλονίκη με Ευρωπαϊκό Βραβείο Θεάτρου («Νέες Θεατρικές Πραγματικότητες») ως ανερχόμενη δύναμη, κυρίαρχη ήδη στην αβανγκάρντ σκηνή της Ευρώπης. Η παράστασή του με το έργο «Καθαροί πια» της Σάρα Κέιν συζητήθηκε πολύ. Αντίστοιχο και το ενδιαφέρον και η αναμονή για το «Κρουμ». Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 που ο Βαρλικόφσκι άρχισε να σκηνοθετεί, καμία παράστασή του δεν πέρασε απαρατήρητη. Την ερχόμενη άνοιξη θα εγκαινιάσει τον δικό του χώρο στη Βαρσοβία, στεγάζοντας για πρώτη φορά την ομάδα του. Ενα παλιό γκαράζ διαμορφωμένο ανάλογα που του «προσέφερε η πόλη και το υπουργείο Πολιτισμού». Πρεμιέρα με σύνθεση κειμένων που αναφέρονται στην «Αλκηστη» και στην «Ορέστεια». Ούτως ή άλλως, αναγνωρίζει ότι το «ταξίδι του θεάτρου το ξεκινήσατε εσείς οι Ελληνες, πριν από 2.500 χρόνια».

  • Γράφτηκε ότι ο «Κρουμ» είναι η σύγχρονη εκδοχή της παραβολής του «Ασώτου υιού». Μια παραβολή που έχει ως βασικά θέματα τη συγγνώμη, την κατανόηση και την αποδοχή. Ισχύουν και στο έργο του Λεβίν;

— Η μόνη αλλαγή που έκανα είναι ότι τον μονόλογο που έγραψε ο Λεβίν για το τέλος, για το γιο που μόλις έχει μάθει το θάνατο της μητέρας του, τον έβαλα στην αρχή. Η μητέρα όμως είναι παρούσα σε όλη τη διάρκεια του έργου. Ετσι ο θεατής παρακολουθεί την ιστορία μέσα από το θάνατο της μητέρας, τον οποίο γνωρίζει εξ αρχής ότι έχει επέλθει.

  • Γιατί αποφασίσατε αυτήν την αλλαγή;

— Το έργο είναι ένα αφήγημα. Μια απλή ιστορία. Ενας γιος που δεν πέτυχε στο εξωτερικό και επιστρέφει στο σπίτι. Είναι δυστυχής γιατί δεν πέτυχε και επέστρεψε. Προσπαθεί να συνεχίσει αλλά τίποτα δεν λειτουργεί. Υποτίθεται ότι πρέπει να παντρευτεί τη φίλη του, να κάνει παιδιά, να «τακτοποιήσει» τη ζωή του όπως οι άλλοι, όμως δεν μπορεί. Φτάνει, λοιπόν, στην κηδεία της μητέρας του. Αν δεις όλη την προσπάθειά του γνωρίζοντας ότι η μητέρα του έχει πεθάνει και πόσο ο ίδιος ήθελε τον θάνατό της, αυτό πιστεύω ότι εμπλουτίζει το έργο σε διάφορα επίπεδα.

  • Ο γιος επιθυμούσε το θάνατο της μητέρας;

— Είναι κάτι που της λέει όταν θυμώνει: «Επιτέλους να πεθάνεις για να είμαι ελεύθερος». Είναι μια πολύ δηλητηριασμένη σχέση ανάμεσα στη μητέρα και στο γιο. Πρόκειται για μια πολύ προστατευτική εβραία μάνα που παρακολουθεί στενά τη ζωή του γιου. Το έργο περιγράφει κοινότοπα πράγματα. Κινείται σε ένα πολύ βασικό επίπεδο. Οταν το δεις, εκ των υστέρων, μπορείς ίσως να αναγνωρίσεις τα μεγάλα θέματα που λέγατε στην αρχή.

Το ανικανοποίητο

  • Η Γαλλίδα ψυχαναλύτρια Φρανσουάζ Ντολτό έγραψε σε σχέση με την παραβολή του «Ασώτου» ότι «η μόνη αμαρτία είναι μα μην τολμά κάποιος να ζήσει την επιθυμία του». Ο Κρουμ είναι ένας «ικανοποιημένος» ήρωας;

— Οχι. Ταλανίζεται από την επιθυμία να απομακρυνθεί από τη μητέρα του και να απελευθερωθεί από αυτήν. Τα τελευταία λόγια που της απευθύνει είναι «επιτέλους κλείσε τα μάτια σου». Δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της για οικογένεια, παιδιά, δουλειά, κ.λπ. Θέλει, λοιπόν, να απαλλαγεί από αυτήν γιατί δεν τον αφήνει να ανασάνει. Ομως, όταν επέρχεται ο θάνατος, ο γιος της ζητάει να «επιστρέψει» για να τον φροντίσει. Και στη δική σας κουλτούρα, όπως και στην πολωνική, η μητέρα είναι μια κυρίαρχη φιγούρα. Πριν από τρία περίπου χρόνια, διοργανώθηκε στην Πολωνία μια πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση. Για την ακρίβεια, η πιο ενδιαφέρουσα. Φιγούρες Πολωνών μητέρων από τον 19ο και 20ό αιώνα. Πριν, μετά, κατά τη διάρκεια του πολέμου, της κομμουνιστικής περιόδου και σήμερα. Η έκθεση περιελάμβανε έργα ζωγραφικής, φωτογραφίες, μαζί με αποκόμματα εφημερίδων, περιοδικών, άρθρα, λογοτεχνικά κείμενα, ποιήματα, κ.ο.κ., δίπλα δίπλα με σημειώματα. Στην κομμουνιστική περίοδο, όταν ήμουν παιδί, δεκαετία του ’70, όλες οι μητέρες εργάζονταν. Η επικοινωνία, λοιπόν, γινόταν γραπτώς: «Κριστόφ, οι ντομάτες είναι στο ψυγείο, βάλε την κατασαρόλα στο γκάζι ή η σούπα είναι έτοιμη στο ψυγείο…». Οταν επέστρεφα, έβρισκα πάντα κάποιες λέξεις πάνω στο τραπέζι. Σύντομες οδηγίες. Τώρα είναι διαφορετικά. Τα παιδιά τα φροντίζουν άλλες γυναίκες ή συγγενείς. Ο Κρουμ λοιπόν, όταν πεθαίνει η μητέρα του, έχει ένα μονόλογο–ντελίριο. Της ζητάει να σηκωθεί και να του ετοιμάσει φαγητό. Ξαναγίνεται το παιδί που θέλει τη μητέρα του.

  • Πόσο άλλαξε η φιγούρα της Πολωνής μητέρας στη διάρκεια αυτών των εποχών;

— Τον 19ο αιώνα, η Πολωνία δεν υπήρχε. Ηταν κάτι ανάμεσα σε Ρώσους, Πρώσους, Γερμανούς και Αυστριακούς. Η Πολωνή μητέρα ήταν σαν τη χήρα. Τη χήρα μιας χώρας που δεν υπήρχε. Τότε, ήταν όλες ντυμένες με μαύρα φορέματα, κλειστά ώς το λαιμό και φορούσαν σταυρούς. Ηταν σαν να θρηνούσαν μια χώρα που δεν υπήρχε. Θρηνούσαν όμως και τους συζύγους και τους γιους που σκοτώνονταν στον πόλεμο. Το πένθος αυτό δεν άλλαξε στην Πολωνία. Γιατί αργότερα υπήχαν εκτός από τα πεδία της μάχης και οι εκτοπισμοί στη Σιβηρία, οι φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η κυρίαρχη φιγούρα της Πολωνής είναι φιγούρα πένθους. Η μητέρα που βιώνει διαρκώς απώλειες. Μέχρι το πρόσφατο παρελθόν, ήταν ακόμη θύμα πολιτικών καταστάσεων. Τώρα, η Πολωνία, είναι μια ελεύθερη χώρα.

  • Στο έργο του Λεβίν υπάρχουν και κομμάτια της δικής σας ζωής;

— Ναι. Πολλοί νέοι φύγαμε τότε, στη δεκαετία του ’80, από τα σπίτια μας. Κάποιοι πέτυχαν κάποιοι όχι, κάποιοι επέστρεψαν, άλλοι όχι. Ανήκω στην κατηγορία που πέτυχε αλλά δεν επέστρεψε ποτέ στο σπίτι. Εφυγα στα δεκαοκτώ μου και δεν ξαναγύρισα. Επικοινωνούμε τηλεφωνικά με τους γονείς μου αλλά ώς εκεί. Οταν έπεσε το Τείχος του Βερολίνου και γίναμε ανεξάρτητη χώρα κατά κάποιο τρόπο, για πρώτη φορά, η ζωή στην επαρχία άλλαξε εντελώς. Δεν είχαμε χρήματα, δεν μπορούσαμε να επενδύσουμε πουθενά, το θέατρο και οι τέχνες αναπτύσσονταν κυρίως στη Βαρσοβία, οι κάτοικοι της επαρχίας άρχισαν να μετακινούνται προς τη Βαρσοβία για να βιώσουν ένα «δυτικό πρότυπο». Πριν, ήταν πολύ δύσκολο τα παιδιά να αποσχιστούν από την οικογένεια. Δεν υπήρχε καμία οικονομική δυνατότητα. Υστερα όμως άρχισαν να αναζητούν τη δική τους ζωή. Στη γενιά μου γευτήκαμε αυτήν την ανεξαρτησία. Τα παιδιά έστησαν τις δικές τους ζωές και έφυγαν από τα σπίτια.

  • Εσείς, γιατί αποφασίσατε να διαρρήξετε τους δεσμούς με την οικογένεια σας;

— Ηθελα να σταματήσω να έχω δεσμούς με τη χώρα μου. Ενιωθα σκλάβος μιας ιδεολογίας. Αυτός ο ανερχόμενος πατριωτισμός από τον 19ο αιώνα ήδη, πέρασε στον 20ό. Μια χώρα γεμάτη ήρωες. Ηθελα να ταξιδέψω, να μάθω γλώσσες, να νιώσω λιγότερο δεσμευμένος με το παρελθόν μου, ένα παρελθόν πολύ βαρύ στην Πολωνία ώς σήμερα.

Η δική μου ρήξη

  • Συνεργαστήκατε με τον Πίτερ Μπρουκ, τον Τζιόρτζιο Στρέλερ και σε έργα κλασικού ρεπερτορίου. Πρόσφατα είδαμε στο Φεστιβάλ δύο σύγχρονες εκδοχές του «Αμλετ» από το Wooster Group και τη Σαουμπίνε. Ποια είναι η άποψή σας για την σκηνική παρουσίαση των κλασικών κειμένων;

— Τις συγκεκριμένες παραστάσεις δεν τις έχω δει. Αλλά και η δική μου πρώτη σκηνοθεσία, στην αρχή της καριέρας μου, ήταν ο «Αμλετ», τον οποίο τοποθέτησα στην σύγχρονη πολωνική πραγματικότητα. Ηταν η δική μου ρήξη με τις παραδοσιακές παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου, τα ωραία κουστούμια, τους ωραίους ηθοποιούς, που μιλούν με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Και οι μεταφράσεις, τόσο ποιητικές… Κανείς πια δεν καταλαβαίνει τι λένε αυτοί οι ήρωες… Κυκλοφορείς στους δρόμους, βλέπεις τόση βρωμιά, δυστυχία και παρακμή. Την παρακμή μιας πρώην κομμουνιστικής χώρας που οι άνθρωποι έχουν μετατραπεί σε κτήνη από την ανέχεια. Με τις τέχνες ασχολούνταν τότε οι πλούσιοι και οι παλιομοδίτες αστοί. Μια ιντελιγκέντσια που εξακολουθούσε να πηγαίνει στο θέατρο, σαν καθήκον στην πολωνική παράδοση. Η παρουσίαση ενός κλασικού έργου εξαρτάται από τη χώρα που βρίσκεσαι, την παράδοσή της, τι θέλεις να πεις. Η Πολωνία βίωνε αυτήν την δυαδικότητα τέχνης και ζωής. Η τέχνη δεν αντανακλούσε αυτό που ήταν η πραγματική ζωή. Αλλο να σκηνοθετείς έναν «Αμλετ» στη Βρετανία που μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο άρχισε να ευημερεί και άλλο να σκηνοθετείς «Αμλετ» στην Πολωνία, μια νεαρή, 20 χρόνων ανεξάρτητη χώρα, καπιταλιστική, πριν από τον πόλεμο. Υστερα, με τη φρίκη του πολέμου, εξοντώθηκε το ένα τρίτο των Εβραίων της Πολωνίας. Στη συνέχεια επιβλήθηκε το κομμουνιστικό καθεστώς που δεν υπάκουε σε κανέναν ανθρώπινο νόμο και κατέστρεψε όλη την κοινωνία. Υστερα από 60 χρόνια κομμουνισμού ήμαστε σαν ζώα… Η Πολωνία χρειαζόταν κάτι άλλο από μια αντίληψη του «Αμλετ», ανάλογη με αυτήν στην Αγγλία της δεκαετίας του ’80. Στη Γαλλία, υπήρξε το ταρακούνημα του 1968 και τίποτε άλλο. Στην Πολωνία, υπήρχαν περίοδοι όπου δεν βρίσκαμε τρόφιμα στα μαγαζιά… Θέλω να πω: εντελώς διαφορετικό πλαίσιο, άλλες παραστάσεις.

  • Το περίφημο λοιπόν «να ζει κανείς ή να μη ζει…»

— Ναι, το περίφημο «να ζει κανείς ή να μη ζει» σήμαινε εντελώς διαφορετικά πράγματα στο Ανατολικό Βερολίνο απ’ ό,τι στο Δυτικό ή στη Βαρσοβία την ίδια εποχή. Και σήμερα το ίδιο ισχύει.

«Μπορούμε να επιβιώσουμε και χωρίς θέατρα. Απλώς να επιβιώσουμε»

  • Τι σας ενδιαφέρει μέσα από τις σκηνοθεσίες; Να προκαλέσετε έκπληξη, να ενοχλήσετε ή να συγκινήσετε το κοινό σας;

— Οτιδήποτε. Αναζητώ τον διάλογο. Οταν πρωτοξεκίνησα ήμουν εκκεντρικός. Στηριζόμουν πολύ στην αισθητική πλευρά των πραγμάτων. Οταν αρχίσεις όμως να ζεις και να αποκτάς εμπειρία ζωής, προσεγγίζεις καλύτερα το κοινό. Τότε, μπορεί και να σηκωθούν όρθιοι στο τέλος μιας παράστασης για να σε χειροκροτήσουν. Φτάνεις στο σημείο να μιλάς με τρόπο που να σε καταλαβαίνουν. Γίνεσαι σημαντικός για τους άλλους. Θέλω να είμαι όσο πιο κοντά γίνεται στο κοινό. Να συνομιλώ μαζί του, να αφουγκράζομαι αυτό που συμβαίνει μέσα του. Να συλλαμβάνω τις ανάγκες του όχι μόνο διανοητικά αλλά μέσα από έναν αληθινό διάλογο που έχει τη δύναμη να σε αλλάξει.

  • Το θέατρο πιστεύετε ότι διερευνά τις «γκρίζες ζώνες» στις ανθρώπινες σχέσεις;

— Το θέατρο είναι κάτι πολύ σημαντικό αν και δεν είναι απαραίτητο για να επιβιώσεις. Αυτό το ταξίδι εσείς, οι Ελληνες, το ξεκινήσατε πριν από 2.500 χρόνια και από τότε το ακολουθούμε για να εκφράσουμε επιθυμίες και φόβους. Οι άνθρωποι ήθελαν το θέατρο ως κάτι «επιπλέον». Μπορούμε να επιβιώσουμε και χωρίς θέατρα, μουσεία, πανεπιστήμια… Απλώς να επιβιώσουμε. Βέβαια, ο τρόπος που ζει κανείς αποτυπώνει τον τρόπο που μεγάλωσε, την εκπαίδευσή του, την παιδεία του. Μέσα από το θέατρο μεταφράζουμε επιθυμίες, αναζητήσεις, αγωνίες. Εκφράζουμε αυτήν την υπερχείλιση, το επιπλέον που έχουμε μέσα μας, προσπαθούμε να «απαντήσουμε» στον σκοπό της ζωής μας. Το θέατρο είναι παρόν για να συντροφεύει τους φόβους μας, τα ερωτήματά μας, το αίσθημα οτι είμαστε χαμένοι σε αυτόν τον πλανήτη.

ΑΡΧΑΙΟ ΔΡΑΜΑ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ!

Το Εθνικό Θέατρο της γειτονικής χώρας ανεβάζει Τρωάδες σε σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου

Της Γιωτας Συκκα, Η Καθημερινή, 20/07/2008

Οι αλβανικές εφημερίδες στη χώρα μας γράφουν για τη μεγάλη κυρία του θεάτρου τους, τη Μαργαρίτα Τζέπα, που εμφανίζεται σε μία και μοναδική παράσταση στην Αθήνα, στις 21 του μηνός στο θέατρο Βράχων, στον Βύρωνα. Από την άλλη, ο δήμος της περιοχής έχει κάνει αφισοκολλήσεις στα αλβανικά που μιλούν για τη παράσταση η οποία βασίζεται στην ελληνοαλβανική συνεργασία. Δεν είναι και λίγο. Οι «Τρωάδες» του Ευριπίδη που έκαναν πρεμιέρα πριν από λίγες ημέρες στο Βουθρωτό και θα παρουσιαστούν τον χειμώνα στο Εθνικό Θέατρο της Αλβανίας, έχουν Ελληνα σκηνοθέτη, τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, και ηθοποιούς, την αφρόκρεμα του αλβανικού θεάτρου.

Η Μαργαρίτα Τζέπα είναι η δική τους Κατίνα Παξινού, η γυναίκα που σταματούν τα αυτοκίνητα για να περάσει, και κάποια χρόνια πριν, χαμήλωναν τα όπλα για χάρη της. Παίζει την Εκάβη, τη βασίλισσα που έγινε σκλάβα, ενώ την Ανδρομάχη υποδύεται η εξαιρετική Λίζα Τζουβάνι και την Ελένη η Ραϊμόντα Μπούλκου. Αν το όνομα της Μαργαρίτας Τζέπα σε μας δεν λέει τίποτα, για τους Αλβανούς σημαίνει πολλά. Είναι η εθνική τους σταρ!

Για όλους έχει σημασία αυτή η συνεργασία. Για τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο είναι αποτέλεσμα της πολιτικής του στο Θέατρο του Νέου Κόσμου και των επιλογών του. Παραστάσεις όπου η πολιτική διάσταση είχε καθοριστικό ρόλο. Κι όταν το 2003 ανέβασε τους «Εμιγκρέδες» του Μρόζεκ με τη συμμετοχή καλλιτεχνών που ζουν ως οικονομικοί μετανάστες στη χώρα μας, πολλοί αναρωτήθηκαν «μα τι κάνει;». Δικαιώθηκε. Και πέρυσι εμπιστεύθηκε ακόμη μια φορά τον Λαέρτη Βασιλείου που ανέβασε το «Ενας στους δέκα», βασισμένο σε εμπειρίες μεταναστών δεύτερης γενιάς. Η παραγωγή θα επαναληφθεί και τον φετινό χειμώνα.

Εν τω μεταξύ, τον κάλεσε το Εθνικό Θέατρο της Αλβανίας να τους σκηνοθετήσει αττική κωμωδία. Τους αντιπρότεινε τις «Τρωάδες». «Αν δεν γνωρίζεις τις συνήθειες ενός λαού, αν δεν τον ξέρεις καλά, πώς μπορείς να κατανοήσεις το χιούμορ του;», λέει στην «Κ». Αλλωστε, το έργο του Ευριπίδη καταπιάνεται με τη βαρβαρότητα του πολέμου, την αγωνία της προσφυγιάς, την αγριάδα της σκλαβιάς. Ποτέ δεν είχε μαζευτεί τόσο αίμα σε αθηναϊκή ορχήστρα. Με τις Τρωάδες ο ποιητής θέλησε να προειδοποιήσει τους Αθηναίους για το τι μέλλουν να πάθουν με την τυχοδιωκτική εκστρατεία της Σικελίας που ετοίμαζαν…
Καταστάσεις οικείες, λοιπόν, για όλους τους λαούς των Βαλκανίων, και την Αλβανία. Από την άλλη, το Εθνικό τους θέατρο με 70 χρόνια ιστορίας δεν είχε ανεβάσει ποτέ αρχαία τραγωδία! Γι' αυτό θεωρούν πολύτιμη αυτή την παραγωγή. «Δυο λόγοι είναι οι πιο πιθανοί. Επί Χότζα, η αρχαία τραγωδία, που είναι καθαρά εκφραστής της δημοκρατίας, δεν άρεσε στο τυραννικό καθεστώς. Στα 50 χρόνια αυτού του καθεστώτος, που ήταν το σκληρότερο απ' όλα τα πρώην σοσιαλιστικά κράτη της Ευρώπης, όπως οι ίδιοι μου λένε, έχασαν την ψυχή τους. Τα πάντα ήταν κλειστά, κλειστή και η επικοινωνία προς τα έξω. Στο θέατρο όμως, και στην τέχνη γενικότερα, πρέπει να είσαι ενήμερος για το τι συμβαίνει έξω. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με τη συνέχεια. Η Αλβανία κλείστηκε πάλι στον εαυτό της, λόγω φτώχειας. Εχουν περάσει πολλά».
Τρεις μήνες πρόβες

Το δυναμικό που συνάντησε στην Αλβανία εδώ και τρεις μήνες που εργάζεται ως «πολιτιστικός μετανάστης», όπως αστειεύονται μαζί του στο θέατρο, είχε δυο πλευρές. «Πολλοί ταλαντούχοι ηθοποιοί που δεν έχουν μάθει όμως να δουλεύουν πολύ. Τα έργα, όπως μου λένε οι ηθοποιοί, ανεβαίνουν για έναν - ενάμιση μήνα με λίγες μόνο πρόβες. Αυτή ήταν μία από τις δυσκολίες που αντιμετώπισα αφού επέμενα σε οκτώ ώρες δουλειάς κάθε μέρα, επί τρεις μήνες. Το άλλο εμπόδιο ήταν το θέμα της γλώσσας. Κυρίως για το χρόνο που χάνεται στη μετάφραση και όχι τον ήχο της γλώσσας που μας είναι οικείος».
Οι ηθοποιοί, το θέατρο και οι τέχνες στην Αλβανία βρίσκονται σε μια μεταβατική φάση. «Εχουν ανάγκη να δοκιμάσουν νέα πράγματα. Τα προηγούμενα χρόνια κυριαρχούσε ένα μείγμα υποκριτικής μεταξύ σχολής Στανισλάβσκι και σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Τώρα δείχνουν να θέλουν να μάθουν κι άλλα».
Ολο αυτόν τον καιρό, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος μένει στο κέντρο των Τιράνων. «Δεν διαφέρει από μια συνοικία της Αθήνας. Τα μαγαζιά είναι καλά, τρως εξαιρετικά και φτηνά, με 7 ευρώ όταν στην Ελλάδα θα ήθελες 30. Βλέπεις έναν κόσμο με αξιοπρέπεια, νοικοκυραίους. Υπάρχει φτώχεια, υπάρχουν άνεργοι αλλά και προσπάθεια να στρώσουν τα πράγματα. Υπάρχουν βέβαια και πλούσιοι με τεράστια τζιπ σε μέγεθος νεκροφόρας που δεν σταματάνε πουθενά. Είναι το σύνδρομο που είχαμε και στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο, όταν ο Ελληνας αποκτούσε χρήματα μέσω της μετανάστευσης και θεωρούσε ότι του ανήκε ο δρόμος. Τα φανάρια απλώς υπάρχουν, δεν σταματάει κάνεις εδώ. Μόνο για την Μαργαρίτα Τζέπα σταματάνε τα αυτοκίνητα, να περάσει.Αυτή η γυναίκα, η μεγάλη κυρία της Αλβανίας, ήταν ένας από τους λόγους που ήθελα να μείνω - παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισα. Είναι η πιο έφηβη απ' όλους. Εβδομήντα πέντε χρόνων με απίστευτη πειθαρχία, είναι πάντα πριν την ώρα της στην πρόβα από την οποία φεύγει τελευταία. Υπομονετική, ανοιχτή και διαθέσιμη σαν να αποφοίτησε τώρα από τη σχολή».

«Αγγιξα το όνειρο στα 75 μου»

Ο Λαέρτης Βασιλείου είναι ο μεταφραστής στη συνομιλία μας με την Μαργαρίτα Τζέπα.

«Ο τίτλος “καλλιτέχνης του λαού” κυριολεκτεί επάνω της», μας εξηγεί ο Βασιλείου. «Είναι μια μοιραία γυναίκα που είναι και ηθοποιός και μάνα και τώρα γιαγιά. Είναι το σύμβολο. Είναι η μήτρα που γέννησε αυτή τη χώρα. Δεν είναι τυχαίο που παίζει την Εκάβη. Είναι η μήτρα του πολιτισμού, της Τροίας, των Φρυγών». Ας δούμε όμως τι λέει και η ίδια:

  • Τι σημαίνει για σας η Εκάβη;

— Κάθε ρόλος που μου προτείνουν με χαροποιεί. Αυτή τη φορά όμως, ακόμη περισσότερο. Πάντα ονειρευόμουν να παίξω αρχαίο δράμα. Χαίρομαι που άγγιξα το όνειρο έστω και στα 75 μου.

  • Σας τρομάζει κάτι σε αυτήν τη συνεργασία;

— Η ανησυχία μου έχει να κάνει με τον χαρακτήρα της ηρωίδας που μοιάζει σαν να ’ναι κεντημένος πάνω σε ζωγραφιά, από τον Ευριπίδη. Είναι το στεφάνι των γυναικών. Ο συγγραφέας πάνω σε αυτόν τον χαρακτήρα σκάλισε τα γεγονότα, τη θλίψη εκείνης της εποχής που έχει πολλές ομοιότητες με το σήμερα. Δεν καταπιάνεται μόνο με τον πόνο της οικογένειας και των παιδιών της αλλά όλης της χώρας. Της κοινωνίας που θέλει να συνεχίσει ο σπόρος των Τρώων. Γιατί το πιο όμορφο πράγμα του καθενός είναι η πατρίδα του. Εκεί θέλει να ζήσει κι εκεί να πεθάνει. Η Εκάβη πονάει, αγαπάει, υπομένει. Την καταλαβαίνω. Ξέρω πώς είναι να παίζεις με τη ζωή ενός λαού. Είναι η αιώνια μάνα.

  • Πώς και δεν παίξατε ποτέ αρχαίο δράμα;

— Σημασία έχει ότι το ονειρευόμουν. Είχα την τραγωδία στην ψυχή μου. Με αυτόν το ρόλο μπορώ να πω ότι δεν μου μένει πια τίποτε άλλο να παίξω. Εχω ερμηνεύσει ρόλους διαφορετικούς απ’ όλο το παγκόσμιο ρεπερτόριο. Εδώ όμως η ευθύνη μου είναι μεγάλη, κυρίως απέναντι στο ελληνικό κοινό. Το έργο είναι ο πολιτισμός σας.

  • Εχει από τα δικά σας βιώματα η Εκάβη;

— Είναι γεμάτες οι αποσκευές μου γιατί και η χώρα μου, ο λαός μου, βίωσε παρόμοια ιστορία. Ολα τα Bαλκάνια. Κι εμείς. Η πατρίδα μου δεν είναι κατακτητής κι ο λαός μου είναι ειρηνόφιλος.

  • Μεγαλώσατε στη Λούσνια, ήσαστε ταλαιπωρημένο παιδί μιας πολυπληθούς οικογένειας που θαύμαζε από μικρή την ποίηση;

— Στην ποίηση οφείλω ότι ανέβηκα στη σκηνή, σε αυτή ότι πέρασα στη σχολή και ότι ασχολήθηκα με το θέατρο. Γι’ αυτό δεν την πρόδωσα ποτέ. Πηγαίνω παντού για παρουσιάσεις βιβλίων είτε Αλβανών είτε μεταφράσεις ξένων. Από τους δικούς σας μου αρέσει ο Σεφέρης, ο Καβάφης, ο Λειβαδίτης και ο Ρίτσος.

  • Πώς είναι η ζωή ενός καλλιτέχνη σήμερα στην Αλβανία;

— Η δημοκρατία έφερε πολλά, πάνω απ’ όλα την ελευθερία που την είχαμε ανάγκη. Ζήσαμε την απαγόρευση, τη λογοκρισία, ήμαστε ωστόσο αφοσιωμένοι στην τέχνη, νομίζοντας πως κάνουμε μικρές επαναστάσεις σε κάθε παράσταση. Ωστόσο, όταν κατακτήσαμε την ελευθερία, μάς ήρθαν άλλα. Την εποχή που όλα ήταν κρατικά, το κράτος βοηθούσε το θέατρο. Σήμερα δεν υπάρχει η ίδια ανταπόκριση. Οι καλλιτέχνες έχουν μεγαλύτερη ανάσα, οι σκηνοθέτες τολμάνε κι ας μη γνωρίζουν καλά αυτό που καταπιάνονται, παίρνουν όμως και πρωτοβουλίες που έχουν άλλα πρότυπα, πιο τηλεοπτικά.

  • Τι είναι αυτό που σας φοβίζει για το μέλλον και τι σας ηρεμεί;

— Η γενιά μου πρόσφερε πολλά χωρίς να πληρωθεί γι’ αυτό. Γνώρισε, βέβαια, την αγάπη και τον σεβασμό. Σήμερα, ζω σε ένα σεμνό σπίτι, παίρνω μια εξίσου σεμνή σύνταξη κι ακόμη και τώρα που άλλαξε το καθεστώς ποτέ δεν συζητάω τα χρήματα όταν μου κάνουν μια πρόταση. Είμαι μια ευτυχισμένη γιαγιά όπως η Εκάβη και μια περήφανη μάνα με τρία αγόρια, οπότε δεν με φοβίζει τίποτα.

«Σαν να στηρίζω τη χτυπημένη μου πλευρά»

Διπλό βάρος στις «Τρωάδες» έχει ο Λαέρτης Βασιλείου. Βοηθός του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου στη σκηνοθεσία, αλλά κυρίως διερμηνέας σε αυτή την παραγωγή. Εχει εκτός από το συναισθηματικό μέρος να μοιραστεί ανάμεσα σε δυο πατρίδες: «Μεγάλωσα ανάμεσα, δεν μπορώ να αρνηθώ καμία τους. Οταν περπατάς κι έχεις χτυπήσει το αριστερό πόδι, βάζεις μεγαλύτερη δύναμη στο δεξί. Ετσι αισθάνομαι. Σαν να στηρίζω την χτυπημένη μου πλευρά».

Από την άλλη είναι η Μαργαρίτα Τζέπα με την οποία συνεργάστηκε κινηματογραφικά μαζί της, αλλά και όλοι οι συμπατριώτες του ηθοποιοί. «Μια παράσταση με όλες τις θεατρικές γενιές της Αλβανίας. Από την 75χρονη Μαργαρίτα μέχρι το 25χρονο κορίτσι του χορού. Βλέποντας πώς παίζουν, παρακολουθώ μια διαφορά 50 ετών. Είναι ολόκληρο το σύστημα. Είχα γνωρίσει τη μια γενιά, βλέπω τώρα και τη νοοτροπία της άλλης. Η διαφορά είναι τεράστια. Και προς το καλό και προς το κακό. Οι παλαιότεροι ζηλεύουν την ελευθερία των νεότερων, αλλά δεν κατανοούν γιατί ενώ έχουν περισσότερα από εκείνους, τους λείπει η πειθαρχία. Η πειθαρχία, βέβαια, είναι και προϊόν δικτατορίας. Αφού λοιπόν αυτά τα παιδιά δεν τη γνώρισαν, λογικό είναι να μην πειθαρχούν εύκολα. Τώρα είναι όλοι σε μεταβατικό στάδιο. Το πρόβλημα για μένα είναι να μη γίνει η ελευθερία αναρχία. Αυτή είναι η παγίδα των νεότερων. Να φτάσουν στον μηδενισμό. Ο λαός έχει μάθει να υπομένει. Δεν είναι ωραίο αυτό. Αυτή η γενιά δεν θα επαναστατήσει ποτέ. Δεν θα κάνει αυτό που επιχείρησε η δική μου όταν ήμασταν απόφοιτοι Λυκείου. Οι σημερινοί 20ρηδες στην Αλβανία δεν έχουν ούτε υπομονή ούτε επιμονή. Αυτός είναι ο κίνδυνος της εποχής τους. Το φαστ φουντ».

ΟΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

Κυριακή 20/7


  • Σήμερα και αύριο στο Ηρώδειο και στις 24/7 στη Ρεματιά Χαλανδρίου, το «Θέατρο Τέχνης» παρουσιάζει τους αριστοφανικούς «Ορνιθες». Μετάφραση - διασκευή: Βασίλης Ρώτας. Σκηνοθεσία: Κάρολος Κουν.
Δευτέρα 21/7
  • Μουσικοθεατρική παράσταση των: Κωνσταντίνου Κωνσταντόπουλου, Τάση Χριστογιαννόπουλου «Το Αλφαβητάρι των Αστρων», στο Δημοτικό Κηποθέατρο Νίκαιας (στο φεστιβάλ Νίκαιας) και στις 26/7 στο θέατρο «Πέτρα». Μεγάλοι Ελληνες ποιητές (Σεφέρης, Καβάφης, Ρίτσος, Καρούζος κ.ά.) «συνομιλούν» με τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη.
  • Το «κουκλόσπιτο», μια προσαρμογή από το έργο του Ερρίκου Ιψεν, παρουσιάζεται αυτή την εβδομάδα στο Φεστιβάλ Αθηνών, για τέσσερις παραστάσεις (21, 22, 23 και 24 Ιουλίου) από τους Mabou Mines. Πρόκειται για μια παράσταση που μετατρέπει την αστική τραγωδία σε κωμωδία με βαθιές πολιτικές ρίζες. Είναι μια παράσταση που, όπως λέει το πρόγραμμα του Φεστιβάλ, «απευθύνεται σε ενήλικες θεατές», και οι μικροσκοπικοί άνδρες καταδυναστεύουν τις δίμετρες γυναίκες, τονίζοντας μ’ αυτό τον τρόπο την ανδρική κυριαρχία του Ιψεν. Πειραιώς 260, Χώρος Δ
  • «Πληγή, όπερα σε επτά γεύματα» του Χαράλαμπου Γωγιού, σήμερα και αύριο στην Πειραιώς 260 (χώρος Η).
  • «Τρωάδες», (9.30μ.μ.) το «Εθνικό Θέατρο Αλβανίας» στο θ. Βράχων δήμου Βύρωνα.
  • Στη «Ρεματιά» Χαλανδρίου, ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου (9μ.μ.) «Λοκαντιέρα» του Γκολντόνι.
  • «Ορνιθες» στο Ηρώδειο
Τρίτη 22/7
  • Οι «Βάτραχοι» του Αριστοφάνη από το Εθνικό Θέατρο στην «Τεχνόπολις» (Πειραιώς 100, Γκάζι, 9μ.μ.) του δήμου Αθηναίων. Μετάφραση: Νίκος Χαραλαμπόπουλος. Διασκευή - σκηνοθεσία: Δημήτρης Λιγνάδης.
Τετάρτη 23/7
  • Τις ευριπιδικές «Βάκχες» (9.30μ.μ.) το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας, στους Βράχους δήμου Βύρωνα. Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς. Σκηνοθεσία: Τάσος Ράτζος.
Πέμπτη 24/7
  • Συναυλία στο Ανοιχτό θέατρο Καισαριανής «Αν. Καλογιάννης» (9μ.μ.), του Νίκου Ξυδάκη. Συμμετέχει το κουαρτέτο «Οίστρον». Ερμηνεύτρια: Νανά Μπινοπούλου.
Παρασκευή 25/7
  • Στη «Ρεματιά» Χαλανδρίου σήμερα και αύριο (9μ.μ.) η Ακαδημία Καλών Τεχνών «Κεράλα Καλαμάνταλαμ» το κλασικό ινδικό έπος «Μαχαμπχαράτα».
  • Στην Επίδαυρο σήμερα και αύριο, οι ευριπιδικές «Φοίνισσες» από το «Αμφι - Θέατρο». Μετάφραση: Κ.Χ. Μύρης, Σκηνοθεσία: Σπύρος Α. Ευαγγελάτος.
  • Σήμερα και αύριο (9.30μ.μ.) στο Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου, η Μαρία Φαραντούρη ερμηνεύει τα έργα «Ο έρωτας τελειώνει τραγικά» (μουσική: Γιώργος - Εμμανουήλ Λαζαρίδης. Στίχοι - κείμενα: Αγαθή Δημητρούκα) και «Σκοτεινή μητέρα» (Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις. Στίχοι: Νίκος Γκάτσος).
  • «Το κουκλόσπιτο» στην Πειραιώς 260
    Στο γκαράζ της Πειραιώς 260, σήμερα και αύριο, «Βάκχες» του Ευριπίδη, σε μετάφραση Γιώργου Χειμωνά, σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου.
Σάββατο 26/7
  • Το Θεατρικό Εργαστήρι δήμου Βύρωνα, (9.30μ.μ., θέατρο Βράχων), το έργο του Ντάριο Φο «Δεν πληρώνω - δεν πληρώνω». Σκηνοθεσία: Λίλιαν Δημητρακοπούλου.
  • Στο αμφιθέατρο Πολιτιστικού και Αθλητικού Πάρκου Νέας Μάκρης (Λ. Μαραθώνος 196) το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας (9μ.μ.) τη «12η νύχτα» του Σαίξπηρ.
  • Στο Ηρώδειο ο χορογράφος Σίντι Λάρμπι Τσερκάουι «συνομιλεί» με τον γλύπτη Αντονι Γκόρμλυ, τον συνθέτη Σύμον Μπρζούσκα και 17 μοναχούς Σαολίν.

ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΟΥ ΤΑΥΡΟΥ ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ


Περιφορά στο χωριού του στολισμένου ταύρου
Πανηγύρι Ταύρου, στο χωριό Αγία Παρασκευή, στη Λέσβο. Είναι το «αρσενικό» πανηγύρι στην Ελλάδα, με πολλά «δρώμενα». Με παμπάλαια έθιμα δεμένα κι ανακατεμένα με τη γιορτή του Αγίου Χαράλαμπου, του «Γέρου», όπως γκαρδιακά λένε οι Αγιαπαρασκευιώτες τον «προστάτη» των ζωντανών τους. Δρώμενα δεμένα με ταυροθυσίες, ταξίματα, ιερεία, θύτες, ιερούς θιάσους, σπονδές, απόκρυφες θεότητες, αναθήματα, αλογοδρομίες, μουσική, χορό, με το Διόνυσο και βακχικές τελετές, με την Αγραία Αρτέμιδα, με τη μυθολογική Νύμφη Αρέθουσα, με «μαγικές» και δεισιδαίμονες πράξεις. Με απλά λόγια, με την ιστορική και βιολογική παράδοση του λαού μας.
Εδώ τα έθιμα και τα «δρώμενα» είναι ξεκάθαρα. Το «ιερείο» ή τα «ιερεία», το ταυρί ή τα ταυριά, τα θύματα που σφαγιάζονται από τους θύτες για να θυσιαστούνε στον Αϊ - Χαραλάμπη, το «Γέρο», είναι «ο υψωθείς εν τω σταυρώ εκουσίως» λαός. Και καθώς οδηγούνε το ιερό ταυρί στο θυσιαστήρι, οι χωριανοί κλαίνε «περίλυποι έως θανάτου» και το στολίζουνε με λουλούδια, λουλουδοστέφανα και χρυσοκεντημένα μαντίλια, όπως τον Επιτάφιο.
Το ξεχωριστό, σε πάθος και οίστρο, αυτό πανηγύρι, έχει το «Συναξάρι» του: Στη Γέρνα, σ' ένα πολύ παλιό - δεν υπάρχει πια - χωριουδάκι, στη Λέσβο, χτισμένο στο κατάγιαλο, στον κόλπο Καλλονή, ζούσανε μια φούχτα άνθρωποι, που μέσα στα ρουθούνια τους είχανε την αρμυρή μυρουδιά από τη θάλασσα και τα γιαλόκρινα. Κάμποσες φορές τους καταπλάκωσαν οι κουρσάροι Σαρακηνοί, οι «μπουκανιέρηδες» κι οι «φλιμπουστιέρηδες» με τα πλεούμενα και τις γιαταγάνες τους και τους ξεκληρίζανε μεσ' απ' τον όμορφο κάμπο.
Το εξώφυλλο του λαογραφικού βιβλίου του Βασίλη Πλάτανου για το πανηγύρι του ταύρου, με εικονογράφηση του Ράλλη Κοψίδη (έκδοση του 1962)
Οι ληστεμένοι πήρανε τα νοικοκυριά τους, τα παιδιά, τις γυναίκες, τα κονίσματα και τα βαγγέλια τους και τράβηξαν αλάργα από το γιαλό, σε κρυφά κατατόπια, να στεργιώσουνε και ν' αρχίσουνε το καινούριο βιο τους. Ακολουθήσανε μια ρεματιά που τους έβγαλε σε σπηλιά, όπου ασκήτευε κάποιος καλόγερος, κι είχε κόνισμα την Αγιά Παρασκευή. Γύρω σε τούτη τη σπηλιά οι «ξοχάρηδες» από τη Γέρνα φτιάξανε τις καλύβες τους, κι έτσι θεμελιώσανε το χωριό τους το σημερινό, που, από το κόνισμα το καλογερίστικο, το βγάλαν Αγιά Παρασκευή. Η σπηλιά αυτή είναι σήμερα ξωκλήσι στο κοιμητήρι.
Ενας Αγιαπαρασκευιώτης, που τονε λέγανε Μαλομύτη, ζευγάς, έχασε το ταυρί του και γύριζε μερόνυχτα στο Τσαμλήκι - Πευκοδάσος να το βρει. Μια μέρα βρέθηκε σ' ένα βουναλάκι, όπου υπήρχε νεροπηγή. Γονάτισε να βρέξει το λαρύγγι του, που είχε ξεραθεί από το λιοπύρι. Στην κορφή ήτανε τ' αλειτούργητο ξωκλήσι τ' Αϊ - Χαραλάμπη, που από πίσω του κρυβόταν ο Μπαλτζικιώτης, ο Τούρκος ληστής, κι έκλεβε τα ζωντανά από τους χωριανούς. Σημάδευε τον Μαλομύτη με το ντουφέκι του να τόνε σκοτώσει, αλλά ένα σύγνεφο έμπαινε μπροστά του κι έχανε το στόχο. Ο Τούρκος, αν κι άπιστος, κατάλαβε πως ήτανε «θαύμα» του αγίου. Φώναξε τον Μαλομύτη, του το διηγήθηκε, κι όταν έμαθε για ποιο σκοπό γύρναγε σε τούτο δω τον τόπο, του 'δωσε το ταυρί. Ο Μαλομύτης έταξε να προσφέρει το ταυρί του «κουλμπάνι», δηλαδή «ιερείο» στον Αϊ - Χαραλάμπη. Πήγε στο χωριό, μίλησε για το «θαύμα», μάζεψε συγγενολόγια και γνωστούς του, λειτούργησε το ξωκλήσι και πρόσφερε θυσία το ταυρί του.
Το βουναλάκι από τότε ονομάστηκε «Ταύρος», και καθιερώθηκε έθιμο - δρώμενο, κάθε χρόνο, μετά το Πάσχα να κάνουνε πανηγύρι και να θυσιάζουνε «κουλμπάνι», «ιερείο» στον Αϊ - Χαραλάμπη, στο «Γέρο».
Το πανηγύρι, το γλέντι, το ξεφάντωμα, η ταλαιπωρία μέσα στα λιοπύρια, το τραγούδι, ο χορός, οι καημοί, οι οίστροι, είναι στη φλέβα του λεσβιακού λαού. Η τρανή καρδιά του είναι τεντωμένη χορδή στ' όργανο που παίζει περιπλανώμενος παιχνιδιάτορας, καθώς μερόνυχτα τραγουδά με τον ουρανό, τη θάλασσα, τα λουλούδια και τις αγάπες του. Το πανηγύρι για τον «Ταύρο», που είναι το μεγαλύτερο στη Λέσβο, το 'χει αναλάβει το «Μεγάλο Σωματείο "οι Ζευγάδες"», στην Αγία Παρασκευή και κάθε χρόνο το κάνει καλύτερο κι ομορφότερο.
Από την Παρασκευή, ο πρωτοζευγάς μ' όλο το Σωματείο παίρνουνε το «ιερείο», το ταυρί που θ' «αγιάσει», και το γυρνούνε στο χωριό, να το στολίσουνε, να το ραντίσουνε με ροδόσταμα, να το κλάψουνε. Παίρνουν ακόμα το κόνισμα με τον Αϊ - Χαραλάμπη, που το φυλάγει στο σπίτι του ο πρωτοζευγάς, το λάβαρο, τα κακάβια - λέβητες κι όλα τα χρειαζούμενα και πάνε στο Πευκοδάσος, στο ξωκλήσι. Ακλουθάνε ντόπια όργανα, βιολιά, σαντούρια, κλαρίνα, τούμπανα, που παίζουνε τον «αλογίσιο», ένα παθιάρικο, λυπητερό, αλλά και λεβέντικο σκοπό για τ' άλογα, καθώς όλοι οι θύτες είναι καβαλάρηδες σε καταστόλιστα άτια - άλογα. Αφάνταστο το στόλισμα που γίνεται στ' άλογα, στη λεσβιακή Αγία Παρασκευή. Είναι ξεχωριστή λαϊκή τέχνη, με οιστρήλατη έμπνευση, ευαισθησία κι εκτέλεση από χρωματιστές χάντρες και ψηφιά.
Ακολουθούν οι συντροφιές με τα παλικάρια, που ομαδικά πάνε καβαλάρηδες στον άγιο, όπου τους υποδέχεται καβαλαρία κι ο παπάς και ραντίζει με την αγιαστούρα του τ' άλογά τους. Κάθε συντροφιά έχει τα σύνεργα, τα κολάγια, τη μουσική της. Βολεύονται κάτω από τα πεύκα, γίνεται ο μεγάλος εσπερινός, ακολουθεί πλειοδοτική δημοπρασία, πλειστηριασμός για το «ποιος θα πάρει το αίμα από το ζωντανό», και γίνεται η θυσία. Ο θύτης μπήζει το μαχαίρι, κι οι πανηγυριστές, προσκυνητές τώρα, περνάνε, βουτάνε το δάχτυλο τους στο καυτό αίμα του ταύρου και μ' αυτό σημαδεύουνε, χαράζουνε σταυρό στο κούτελό τους.
Ολη τη νύχτα περνάνε με φαγοπότι και γλέντι, με τραγούδια παθιάρικα και χορούς, κι οι γυναίκες κάνουν αγρύπνια στο «Γέρο» και λένε τραγούδια σαν κι αυτά:

«Γλέντα τα νιάτα γλέντα τα

με την καρδιά σου γλέντα,

μεσάνυχτα και χαραυγή

με την ψυχή σου γλέντα.

Τα όμορφά σου νιάτα

γλέντησέ τα στα γεμάτα.

Και χαίρισι τη γλώσσα σου

την αηδονολαλούσαν,

που την ιπήραν τα πουλιά

σκουπό τσι τη λαλούσαν.

Απ' ούλα τ' άστρα τ' ουρανού

ένα νι που σι μοιάζει,

αυτό που βγαιν μισάνυχτα

τσ' ούλα τα σκουτεινιάζει.

Ζουντανό μι παγ' στουν Αδ'

του ματιού σου του μαυράδ'.

Εχου την αγάπη σου

ίδρου στου πρόσουπό μου,

τσ' ακόνισμα στου σπίτι μας

τσι κάνου του σταυρό μου.

Ελα γλυκιά μικρούλα μου,

να γιάνεις την καρδούλα μου.

Αν θέλεις λίρες και φλουριά,

έλα μαζί μου μια βραδιά,

να σου γεμίσω την ποδιά,

όλο βενέτικα φλουριά.

Στα παχουλά χιράκια σου,

βροντούν τα βραχιολάκια σου».

Ο ταύρος κομματιάζεται και βράζεται στα κακαβιά, με πλιγούρι για το «κισκέτσι». Το πρωί με την καμπάνα, σταματάνε τα φαγοπότια και τα γλέντια», παρακολουθούν όλοι τη λειτουργία, μοιράζεται από τα κακάβια «χάρισμα από τον άγιο το φαγητό», γλεντοκοπάνε για λίγο, κι αρχίζει το τρανό γύρισμα, όλων των γιορταστών στο χωριό Αγία Παρασκευή.

Στην Καυκάρα, στο μεγάλο ξέφωτο του χωριού, γίνονται οι αλογοδρομίες, ιππικοί αγώνες, όπως στην αρχαιότητα, με ασέλωτα τα ζωντανά, με γυμνούς μεθυσμένους καβαλάρηδες, κι άλογα που αφηνιάζουν από το λιοπύρι και την έκσταση. Στους νικητές το «Σωματείο "οι Ζευγάδες"», δίνει σέλες, καπλοδέτες, καπίστρια και μαντίλια.
Το πάθος κορυφώνεται με τα «Χαρλαμέλια», τους νέους, τα παλικάρια, τους παθιασμένους πανηγυριστές. Οι «αχτύπητοι», με τις μουσικές τους κι όρθιοι πάνω στ' άλογά τους, περνάνε από τα σπίτια με τις αγαπημένες τους, για να τους κεράσουνε μ' ένα δίσκο «γεμάτο αγάπη και προσμονή». Χορεύουνε παθιασμένα κι αράζουνε στη χωριάτικη πλατεία, όπου ξεφανερώνουνε τ' αρραβωνιασμά τους μ' αυτή που αγαπούν, για να συνεχιστεί το παθιασμένο γλέντι, ποιος ξέρει πόσες μέρες ακόμα, στην Αγία Παρασκευή και σ' όλο το λεσβιακό χωριό.

«Μα τον Αγιο Χαράλαμπο

και τη μέρα τούτη,

κάλιο 'χω την παρέα μου

παρά φλουριά και πλούτη».

Είναι ευχή που ξεστομίζεται απ' όλους τους γιορταστές σ' αυτό το ξεχωριστό, καθάριο, κι ανόθευτο πανηγύρι.

Friday, July 18, 2008

Παρέα με τον Ροδοκανάκη

Προ-βολες

Tου Nικου Βατοπουλου, Η Καθημερινή, 18/07/2008

Εχει μια ωραία τρέλα ο σκηνοθέτης Γιώργος Σαχίνης. Tο διαπίστωσα όταν πήγα να δω την παράσταση που εμπνεύστηκε και σκηνοθέτησε. Με τίτλο «Rodokanakis Rediscovered 1908 - 2009. Το Βυσσινί Τριαντάφυλλο», η παράσταση ξαναφέρνει στη ζωή το πνεύμα του «λησμονημένου» εστέτ συγγραφέα από τη Σμύρνη Πλάτωνα Ροδακανάκη (1883-1919) μέσα από ένα ευρηματικό σενάριο και δύο ταλαντούχους πρωταγωνιστές, τον ηθοποιό Γιάννη Κλίνη και τη χορεύτρια Ειρήνη Αλεξίου.

Δεν ξέρω πώς θα είναι αυτό το σκηνικό θέαμα (με τη θαυμάσια, ρετρό, μελωδική μουσική) στο Bios (όπου παίζεται από τώρα έως και 22/7). Γιατί, είχα την τύχη να το δω, λίγες μέρες πριν, στον κήπο του Βυζαντινού Μουσείου. Η βραδιά ήταν βελούδινη, που λένε (!), το φεγγάρι πίσω από τον Υμηττό, αθηναϊκά τραγούδια του ’20 τα έπαιρνε ο αέρας μέσα από τα κυπαρίσσια. Σκέφτηκα πώς να είναι να παίρνεις μια ιδέα και να την κάνεις θέαμα. Γιατί, ο Ροδοκανάκης είχε γίνει -με την καλή έννοια- ένας ποπ σταρ. Οχι στην παράσταση (γιατί εκεί υπήρχε απαίτηση για βύθιση στο κείμενο) αλλά στην υποδοχή. Σημαιάκια, δίκη σχολικής γιορτής, με την ωραία παλιομοδίτικη μορφή του Πλάτωνα Ροδοκανάκη, μπλουζάκια, cd με τα τραγούδια της παράστασης, το πρόγραμμα, σε ένα πάγκο που φρόντιζαν νέα παιδιά. Δίπλα, ο σκηνοθέτης μάς κέρασε λικέρ τριαντάφυλλο. Ενα υπαίθριο «αθηναϊκό σαλόνι», χωρίς σκιές, μόνο με φρεσκάδα.
«Οχι παίζουμε» λέγεται η ομάδα του Γιώργου Σαχίνη και μονολογούσα ότι μέσα σε λίγα χρόνια έχει καταφέρει να κάνει talk of the town τρεις «λησμονημένες» μορφές. Αρχικά τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, μετά τον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο («Το αίμα που μαράθηκε» του Ακη Δήμου) και τώρα, τον Πλάτωνα Ροδοκανάκη. Σαν να βούτηξε στον χρόνο ο Γιώργος Σαχίνης και να γύρισε στο τώρα με το άρωμα τριών «ποιητών» της ζωής. Οσο ρομαντισμό κι αν έχει το εγχείρημα (που έχει και γι’ αυτό είναι ωραίο), απαιτεί και πολλή τόλμη, σχεδόν θράσος, ή έστω τρέλα, για να φέρεις τρεις ρομαντικούς του 1900 στην «τρελαμένη» Αθήνα του 2008. Και να τους φέρεις αυτούς τους «ποιητές» όχι μουσειακά αλλά σαν ποπ μορφές, με σάρκα και αίμα στα αναψοκοκκινισμένα τους μάγουλα. Είναι ένα στοίχημα που κερδίζεται. Και φαντάζομαι θα είναι μαγική η ατμόσφαιρα στο σπίτι της Ισιδώρας Ντάνκαν στον Βύρωνα (26-30/7), όπου θα συνεχιστούν οι παραστάσεις μετά το Bios (έως 22/7).

«Βάτρα-Χ»: Δελφιναρίου και Αριστοφάνη γωνία, ακριβώς...

«Αλλάξτε ό,τι είναι σαβούρα» ακουγόταν στην αρχή της παράστασης «Βάτρα-Χ» του Αριστοφάνη(;) προχθές το βράδυ στο Θέατρο Βράχων στον Βύρωνα. Και ομολογουμένως δεν άφησε τίποτα στη θέση του έργου και τίποτα στη θέση του. Τόσο που ειδικά στο πρώτο μέρος αναρωτιόμασταν τι ακριβώς βλέπαμε. Παρωδία, επιθεώρηση, σάτιρα, μπουρλέσκ παράσταση, δεύτερης κατηγορίας σίριαλ ή μήπως είχαμε κάνει λάθος και βρεθήκαμε στο «Δελφινάριο»; Εφταιγε και το ότι δεν ακούγαμε καλά (ο δυνατός αέρας που φυσούσε ανάγκασε μερικούς ηθοποιούς να χρησιμοποιήσουν μικρόφωνα), πάντως αυτό που κυριάρχησε ήταν η έκπληξη. Και είχαμε όλη την καλή διάθεση να δούμε τι θέλει να πει ο... ποιητής.

Οι ταλαντούχοι Δημήτρης Λιγνάδης και Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης (Ξανθίας και Διόνυσος αντίστοιχα) τσακώνονται και βρίζονται σαν κακομαθημένοι έφηβοι σε καφετέρια πολύ υποβαθμισμένης γειτονιάς. Οσο για τους διαλόγους παρέπεμπαν σε γυμνασιακού επιπέδου αστεία: «-Να μπω στο ρόλο; - Οχι, μη μπεις, είναι άλλος μέσα». Εμβόλιμα, κάθε λίγο και λιγάκι, ακούμε τσιτάτα για τη σάτιρα, την κωμωδία, το θέατρο, με τρόπο διδακτικό, σχεδόν επιθετικό: «Αλλάξτε ό,τι είναι σαβούρα», «Δώστε του χαρακτήρα νέο», «Ναι, αλλά οι σάτιρες πρέπει να είναι νέες»...
Τα σκηνικά θύμιζαν φόντο σχολικής παράστασης, ο χορός ήταν περίπου μπαλέτο, βλέπαμε δύο ανθρώπους -τους πρωταγωνιστές- να κινούνται ασταμάτητα στη σκηνή-τερέν, ακούγαμε φύρδην-μίγδην μουσικά μοτίβα και ναρκισσιστικές υποδείξεις για το τι είναι θέατρο και κωμωδία («θεματοφύλακες του Αριστοφάνη» χαρακτήρισε την παράβαση με τους «Ορνιθες» και την ίδια στιγμή απολογία). Αυτά στο πρώτο μέρος, που στ’ αλήθεια, δεν γέλασε το χείλι μας. Στο δεύτερο μέρος τα πράγματα έγιναν λίγο καλύτερα (είναι η αβανταδόρικη σκηνή του αγώνα Ευριπίδη-Αισχύλου), αλλά κι εκεί οι ευκολίες περίσσεψαν. Και τι δεν είδαμε... Τι τον Ρουβά, τι την Πρωτοψάλτη, τι κλασικούς ρόλους σαν καρακατσουλιό. Το κοινό μετείχε πρόθυμα στη διαδικασία της ψηφοφορίας που διηύθυνε ο κριτής - Γιώργος Μαρίνος (άλλωστε είναι μια παράσταση που σχεδόν εκβιάζει τη συμμετοχή του κοινού).
Για να μη λέμε μόνο τα στραβά, οι καλές στιγμές της παράστασης ήταν οι ηρωίδες του Ευριπίδη, η εμφάνιση της Στεφανίας Γουλιώτη που αυτοσαρκάστηκε ως «Ηλέκτρα» (πέρυσι) και η στιγμή λίγο πριν από το φινάλε, όπου οι δύο ηθοποιοί απαγγέλλουν τον «Ηλιο τον Ηλιάτορα» του Ελύτη. Ομως εκείνη η «Οδός Ονείρων», παρά τη μοναδική ερμηνεία του Γιώργου Μαρίνου, πού κόλλαγε; Ισα ίσα για να εκβιάσει το χειροκρότημα του κοινού στο ρυθμικό μοτίβο του ρεφρέν...
Ναι, ο Αριστοφάνης είναι χιλιοπαιγμένος, ίσως έχουμε κορεστεί από την επανάληψή του. Εχει ανάγκη την ανανέωση. Εχει όμως ανάγκη την ισοπέδωση; Και εντέλει πού ήταν ο Αριστοφάνης;

Θαυμάσιες ερμηνείες, συμβατική σκηνοθεσία

Ενα γκρίζο θαμπό, σαν ακουαρέλα, στην πρώτη σκηνή του «Μπορίς Γκοντουνόφ», είναι το περιβάλλον μέσα στο οποίο ο ρωσικός λαός διεκδικεί να στεφθεί ο νέος του τσάρος. Το σκηνικό αλλάζει και την «ανωνυμία» του γκρίζου (το χρώμα του πλήθους) διαδέχεται το χρυσοποίκιλτο των βογιάρων και της ρωσικής αριστοκρατίας: ο Μπορίς Γκοντουνόφ, που έχει δολοφονήσει το νόμιμο κληρονόμο του θρόνου Δημήτριο, στέφεται τσάρος στο Κρεμλίνο.

Οσοι πήγαν στο Μέγαρο την περασμένη Τρίτη για να απολαύσουν τον εικαστικό και υφολογικό στοχασμό του Αλεξάντερ Σοκούροφ πάνω στην όπερα του Μούσοργκσκι (πρωτοπαρουσιάστηκε το 1874 στην Αγία Πετρούπολη) μάλλον απογοητεύτηκαν. Εστω και αν ο ίδιος είχε δηλώσει οτι «λειτούργησε με απόλυτο σεβασμό απέναντι στη ρωσική παράδοση» αποφεύγοντας οποιαδήποτε «αντισυμβατική» ανάγνωση, το αποτέλεσμα άφησε το κοινό διχασμένο.

Υπήρχαν εκείνοι που στο τέλος της παράστασης δήλωναν ευθαρσώς την πλήξη τους και εκείνοι που χειροκρότησαν με ενθουσιασμό μια, αμιγή και συμπαγή στην εκτέλεσή της, ακαδημαϊκή εκδοχή της όπερας. Και οι μεν και οι δε πάντως υποκλίθηκαν με σεβασμό στις «φωνές», όχι μόνο των πρωταγωνιστών αλλά και όλων των συντελεστών (ακόμη και του μικρότερου ρόλου) καθώς και της χορωδίας. Η ορχήστρα επίσης του θεάτρου Μπολσόι (υπό τη διεύθυνση του Αλεξάντρ Βεντέρνικοφ) έδρεψε μεγάλο μέρος από τα «μπράβο» της τελικής υπόκλισης.
Με τονισμένο το Ορθόδοξο στοιχείο, ο Σοκούροφ, ανέδειξε την παρουσία του λαού («δε με ενδιαφέρει το θέμα της εξουσίας αλλά ο λαός», είχε πει), πρόσφερε σκηνές που έφεραν την κινηματογραφική του σφραγίδα (κυρίως στην κίνηση του πλήθους) και πρωτοτύπησε προσθέτοντας ένα ζευγάρι φτερά στην εντυπωσιακή τουαλέτα της «υπεροπτικής και πεντάμορφης Μαρίνας» (Πολωνέζα πριγκίπισσα). Ενδυματολογική παρέμβαση που συζητήθηκε και ερμηνεύτηκε ποικιλοτρόπως.
Αν και ο «Μπορίς Γκοντουνόφ» θεωρείται έργο ζοφερό, «στο οποίο παρουσιάζονται από την πιο σκιασμένη πλευρά τους όλες οι μορφές εξουσίας, πολιτική, εκκλησιαστική, στρατιωτική» (Ν. Δοντάς «Κ» 13/07), η σκηνοθεσία του Αλ. Σοκούροφ εστιάστηκε μάλλον σε μια «καταγραφή» των γεγονότων και ισορροπημένη αλληλοδιαδοχή των συμβάντων.

[Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 18/07/2008]

ΣΜΑΡΑΓΔΑ ΚΑΡΥΔΗ, ΧΡΥΣΑ ΡΩΠΑ, ΕΛΕΝΗ ΚΑΣΤΑΝΗ

Θαρραλέα Σμαράγδα

Η Ελένη -Σμαράγδα Καρύδη- θρηνεί στον τάφο του Πρωτέα. Οι θεατές που έχουν κατακλύσει το αρχαίο θέατρο της Ιλίδας -σε έναν από τους σταθμούς της τεράστιας περιοδείας που γίνεται με καλλιτεχνική κι εμπορική επιτυχία- παρακολουθούν με ενδιαφέρον, η Καρύδη δίνει τον καλύτερό της εαυτό, χωρίς να ξέρει ότι ένας σκορπιός ανεβαίνει σιγά σιγά τον μανδύα της...

Θαρραλέα Σμαράγδα

Λίγα δευτερόλεπτα μετά νιώθει κάτι να σκαρφαλώνει επάνω της, κοιτάζει χωρίς να... καρφωθεί στο κοινό, πανικοβάλλεται, μα δεν θέλει να χαλάσει μία από τις ωραιότερες σκηνές τής έτσι κι αλλιώς εντυπωσιακής παράστασης... Συνεχίζει, ενώ ο σκορπιός εξακολουθεί να ανέρχεται και με το που τελειώνει η σκηνή γυρνά πλάτη στο κοινό και τον πετά από πάνω της... Ο κόσμος που δεν είχε καταλάβει μέχρι εκείνη την ώρα τι είχε συμβεί κι αντιλήφθηκε πόσο θαρραλέα ήταν η ηθοποιός την αποθέωσε. Και για την υποκριτική δεινότητά της και για την τόλμη της να αψηφήσει έναν σκορπιό για την παράσταση... Για την ιστορία να αναφέρω ότι η «Ελένη» της Ελληνικής Θεαμάτων και του Θοδωρή Αθερίδη -στα μεγαλύτερά του κέφια!- σπάει ταμεία παντού. Οι παραστάσεις της είναι sold out, οι ουρές είναι τεράστιες κι η χαρά των συντελεστών της πολύ μεγάλη...

Μου το είπε... off the record, αλλά δεν μπορώ να μη σας το προδώσω, γιατί όταν συμβεί θα... ταραχτούν τα λιμνάζοντα θεατρικά ύδατα! Μπορεί η Χρύσα Ρώπα να έχει κλείσει για τον χειμώνα να συμπρωταγωνιστήσει με τον Λάκη Λαζόπουλο στο νέο του έργο «Ο βιοπαλαιστής στη στέγη», ένα της θεατρικό όνειρο όμως είναι να παίξει στο μέλλον στο έργο του Σάμουελ Μπέκετ «Ευτυχισμένες μέρες». Το λατρεύει το κείμενο, το ξέρει απ έξω και στα γαλλικά, και ναι σκοπεύει να το ερμηνεύσει στη σκηνή προσεχώς... Η ιδέα ακούγεται εξαιρετική και βλέποντας τη Φιόνα Σο να κάνει ρεσιτάλ ερμηνείας στην Επίδαυρο με το συγκεκριμένο έργο, φωτίζοντας το χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό που έχει, ναι, πιστεύω ότι η εξαιρετική ηθοποιός θα... κεντήσει σε αυτό!
Ρώπα 2.
Τέλη Αυγούστου θα ξεκινήσει πρόβες με τον Λάκη Λαζόπουλο για τον «Βιοπαλαιστή στη στέγη» και είναι πολύ μεγάλη η χαρά της. Ηθελε από καιρό να γυρίσει στο σανίδι, μα κάποια προσωπικά της προβλήματα την κράτησαν για μεγάλο διάστημα μακριά. Τώρα που κατάφερε να πατήσει ξανά στα πόδια της, ετοιμάζει διπλό «χτύπημα» στο θέατρο και στο γυαλί σε σειρά που θα δούμε στο Μεγάλο Κανάλι... Κι ειδικά το ότι θα ξαναβρεθεί στη σκηνή με τον παλιό της καλό φίλο σε ένα έργο που την εντυπωσίασε από την πρώτη στιγμή που το διάβασε, είναι κάτι που τη γεμίζει ευτυχία... Μαζί τους θα έχουν μία αγκαλιά από νέα πολύ ταλαντούχα παιδιά που επιλέχτηκαν από δεκάδες οντισιόν... Ραντεβού στο «Θέατρον» λοιπόν, κατά Οκτώβρη μεριά... Αναμένουμε!
Απαπαπα
. Δεν προλαβαίνω να γράψω μία είδηση και έρχεται και ανατρέπεται το «σκηνικό». Συμπρωταγωνιστής της Βάσιας Παναγοπούλου στις «Φήμες» του Σάιμον θα είναι τον χειμώνα ο Σωκράτης Αλαφούζος και όχι ο Κώστας Αποστολίδης, όπως έγραψα στο περασμένο τεύχος... Οι συζητήσεις με τον πρώτο ήταν θετικές, στη... διαδρομή όμως άλλαξε το θέμα και έτσι για τον ρόλο έκλεισε ο δεύτερος που ήθελε πολύ να ξανακάνει θέατρο. Ελπίζω να μην αλλάξει τίποτα μέχρι να... τυπωθώ!
Η Ελένη Καστάνη
, που για δύο χρονιές «έσκισε» στο πλάι του Σταμάτη Φασουλή στην επιθεώρηση «Το τρέντι θα σφυρίξει τρεις φορές», θα είναι τελικά στη διανομή του «Δώρου» που θα δούμε στο «Αθηνά». Ο Αλέξανδρος Ρήγας την έπεισε και έτσι η ηθοποιός μαζί με τους Κόκλα - Ανδρίτσου - Μποστατζόγλου θα αρχίσουν πρόβες γύρω στα μέσα Αυγούστου για το ανέβασμα του έργου...

ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΠΟΥΖΙΩΤΗΣ, ΕΘΝΟΣ, 18/07/2008

ΚΑΙ ΤΟ "ΔΙΑΖΩΜΑ" ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ!

Παράξενη συνάντηση στη... μάχη

Τι κοινό μπορεί να έχουν η Μαρία Χούκλη, ο Σταύρος Μπένος και ο Θοδωρής Γκόνης; «Συναντιούνται» όλοι στο θεατρικό αναλόγιο η «Μάχη της Αμφίπολης» του Θουκυδίδη. Μία σύνθεση κειμένων από την Ιστορία του Θουκυδίδη, στην ιστορική μετάφραση του Ελευθερίου Βενιζέλου, με θέμα τη μάχη της Αμφίπολης (422 π.Χ.), που παρουσιάζει την Κυριακή το ΔΗΠΕΘΕ Σερρών στο Αρχαιολογικό Πάρκο Αμφίπολης σε συνεργασία με την ΚΗ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και την κίνηση πολιτών «Διάζωμα».

Παράξενη συνάντηση στη... μάχη

Την αφήγηση «διακόπτουν» μία πρωτότυπη μουσική σύνθεση του Γιώργου Ανδρέου, καθώς και δέκα αποσπάσματα δημοτικών τραγουδιών (από νανουρίσματα μέχρι μοιρολόγια) από τη μουσική παράδοση της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Θράκης.

Δέκα αποσπάσματα για την αγωνία, τον φόβο του πολέμου, την απουσία, την ξενιτιά, τον πόνο, τον θάνατο, δέκα στιγμές που υπογραμμίζουν τη σκληρή αφήγηση του Θουκυδίδη. Αφηγείται η δημοσιογράφος Μαρία Χούκλη. Ερμηνεύει η ηθοποιός Ρηνιώ Κυριαζή. Στην έναρξη της παράστασης προλογίζει ο Σταύρος Μπένος -πρώην υπουργός Πολιτισμού και πρόεδρος της κίνησης πολιτών «Διάζωμα»- με θέμα την ανάδειξη του αρχαίου θεάτρου της Αμφίπολης.
Η μάχη της Αμφίπολης (422 π.Χ.). Η αρχαία πόλη της Αμφίπολης ήταν χτισμένη σε λόφο στις όχθες του Στρυμόνα. Η γεωγραφική θέση της, μόλις 4,5 χλμ. από τη θάλασσα, η μεγάλη παραγωγή ξυλείας, τα μεταλλεία χρυσού στο Παγγαίο, η εύφορη πεδιάδα της και οι φόροι που εισέπραττε την κατέστησαν μία από τις πλουσιότερες πόλεις της ευρύτερης περιοχής.
Υπήρξε αθηναϊκή αποικία και αυτό εξηγεί τον θόρυβο που δημιουργήθηκε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, όταν το 424 π.Χ. έφτασε η είδηση ότι οι Σπαρτιάτες με αρχηγό τον Βρασίδα είχαν περικυκλώσει και πολιορκούσαν την Αμφίπολη. Ο ιστορικός (και στρατηγός) Θουκυδίδης κατόρθωσε να διασώσει τον στόλο του στις εκβολές του Στρυμόνα, αλλά λόγω της αποτυχίας του να σώσει και την Αμφίπολη εξοστρακίστηκε για είκοσι χρόνια από την πατρίδα του.
Το 421 π.Χ. οι Αθηναίοι έκαναν άλλη μια αποτυχημένη προσπάθεια να ανακαταλάβουν την πόλη. Στη μάχη της Αμφίπολης σκοτώθηκαν και οι δύο αρχηγοί, ο Αθηναίος στρατηγός Κλέων και ο αντίπαλος του Σπαρτιάτης Βρασίδας.
Οι αντίπαλοι αντάλλαξαν αιχμαλώτους και υπέγραψαν ανακωχή. Η Νικίειος Ειρήνη (421 π.Χ.) μεταξύ της Αθήνας και της Σπάρτης έφερε ένα προσωρινό τέλος στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, κράτησε έξι χρόνια, μα η Αμφίπολη έμεινε τελικά στους Μακεδόνες. Η σκηνοθετική επιμέλεια είναι του Θοδωρή Γκόνη, η μουσική του Γιώργου Ανδρέου, οι φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΡΑΛΗ, ΕΘΝΟΣ, 18/07/2008

Ο ΓΥΡΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΣΕ 3 ΩΡΕΣ


«Η μάνα σου πέθανε πριν από δύο ώρες». Ηταν η πρώτη γραπτή (στη γιγαντοοθόνη), δήλωση/χαστούκι στο «Krum» του Ισραηλίτη Χανόχ Λεβίν. Δεν ήταν το μοναδικό, στη σκληρή, πυκνή, αφόρητα αληθινή παράσταση του ευφυή Πολωνού σκηνοθέτη Κριστόφ Βαρλικόφσκι ,που μέσα σε τρεις ώρες συμπύκνωνε κυνικά τον κύκλο της ανθρώπινης ζωής: γάμο-γέννηση-αρρώστια-τρέλα-θάνατο.
Η πρώτη εικόνα, μια μορφή που κλαίει στη γιγαντοοθόνη: ο γιος της νεκρής, ο Κρουμ. Σπαράζει ζητώντας το ανέφικτο: «Σήκω ξανά όρθια, εσύ, που μ' έφερες στον κόσμο. Πίστεψα πως θα με έσωζες. Ξύπνα, έλα σπίτι, βάλε μου να φάω».
Οσα θα εκτυλιχθούν αμέσως μετά στη σκηνή, είναι φλας-μπακ στο παρελθόν, με βιντεοσκοπημένες τις διαδρομές των Ισραηλιτών ηρώων στους δρόμους του σύγχρονου Τελ Αβίβ. «Μαμά, δεν πέτυχα στο εξωτερικό, δεν προχώρησα, δεν έβγαλα λεφτά, δεν παντρεύτηκα, δεν συνάντησα κανέναν,δεν αγόρασα τίποτα», ανακοινώνει ο Κρουμ. Εχει μόλις επιστρέψει στην πατρίδα του, φορά καουμπόικο καπέλο και βρίσκεται στον «άσο». Η αποτυχία του δυναμιτίζει τη σύγκρουση μάνας-γιου. Ο Κρουμ, σε απόλυτη αντίθεση με τις δηλώσεις του στο πρώτο βίντεο, φτάνει στο σημείο να της ευχηθεί «να κοιμηθεί για πάντα»!
Οι loosers ήρωες, στους αποσπασματικούς διαλόγους τους μες στον τεράστιο σκηνικό χώρο που μοιάζει με αίθουσα συνεστιάσεων ή νεκροτομείο, δεν απευθύνονται μόνο ο ένας στον άλλο. Συχνά στρέφονται μετωπικά στους θεατές σαν να εξομολογούνται ή να πλασάρουν ως κονφερασιέ μέσα απ' το μικρόφωνο κάποιο «προϊόν». «Πουλάνε». τα υπαρξιακά αδιέξοδα και τα οικογενειακά τους δράματα.
Στο τέλος, ο κακομοίρης που «κουκουλώθηκε» το παλιό αίσθημα του Κρουμ, εμφανίζεται μετανιωμένος ως τραβεστί για να του ανακοινώσει, με τον πιο γκροτέσκο τρόπο, «η μάνα σου πέθανε πριν από δύο ώρες». Κι ενώ ο Κρουμ σπαράζει στα πατώματα, ο τραβεστί τραγουδά σαν αλμοδοβαρική ηρωίδα.
Κι εδώ, όπως στη Σάρα Κέιν του «Καθαροί πια», ο πεσσιμιστής σκηνοθέτης δημιουργεί ένα απέραντο σκηνικό κόσμο μοναξιάς, όπου οι ήρωες (καθηλωτικοί οι Πολωνοί ηθοποιοί) ματαιοπονούν για λίγη ευτυχία. Δυστυχώς, είναι εμείς.

* Επαναλαμβάνεται απόψε στην «Πειραιώς 260»

[ΙΩΑΝΝΑ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 18/07/2008]

ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ ΤΟ Γ΄ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΘΕΑΤΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ [23-26 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2008]

Στο Ρέθυμνο και από 23 έως 26 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2008 θα γίνει το Γ΄ Πανελλήνιο Θεατρολογικό Συνέδριο, με θέμα: ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ: ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΠΑΡΧΕΣ ΩΣ ΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΠΟΧΗ. Το συνέδριο οργανώθηκε από το Τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης και το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας και θα πραγματοποιηθεί στο Πολιτιστικό Φοιτητικό Κέντρο ΞΕΝΙΑ [Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών].

Πέμπτη, 23 Οκτωβρίου 2008

17:30-18:30: Έναρξη συνεδρίου - Χαιρετισμοί

Πρύτανης

Κοσμήτορας

Πρόεδρος Τμήματος Φιλολογίας

Διευθυντής ΙΜΣ

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Ενότητα Α΄. Προσπάθειες Ανανέωσης της Δραματουργίας

Εναρκτήρια Συνεδρία: Πρόεδρος: Θανάσης Καλπαξής (Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών)

19:00-19:20: Μαρίνα Ροδοσθένους (Πανεπιστήμιο Κύπρου), Παράδοση και εκσυγχρονισμός στην τραγωδία του Ιωάννη Ανδρέα Τρωίλου, Ροδολίνος

19:20-19:40: Αρετή Βασιλείου (Πανεπιστήμιο Πατρών), Ο Προφήτης και ο Ποιητής: ο θεσμός της μαντείας στη νεοελληνική δραματουργία

19:40-20:00: Ιωάννα Παπαγεωργίου (Πανεπιστήμιο Πατρών), Οι δραματικοί χαρακτήρες του Ιωάννη Ζαμπέλιου

20:00-20:20: Παναγιώτης Μουλλάς (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Οι αθηναϊκοί ποιητικοί διαγωνισμοί (1851-1877) και το θέατρο

20:20-20:40: Άννα Σταυρακοπούλου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Αρχοντοχωριάτης και Αγαθόπουλος ο Ξηροχωρίτης: όπου ο Μολιέρος συναντά τον Παντελή Σούτσα (1876)

ΣΥΖΗΤΗΣΗ – ΤΕΛΟΣ Α΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

Παρασκευή, 24 Οκτωβρίου 2008

Συνεδρία Β΄: Πρόεδρος: Παναγιώτης Μουλλάς (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)

10:00-10:20: Κωνσταντίνα Ριτσάτου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Μαθήματα γάμου μέσα από τις κωμωδίες του Αντώνη Αντωνιάδη στον ύστερο 19ο αιώνα

10:20-10:40: Peter Bien (Ντάρμουθ Κόλετζ, ΗΠΑ), Η ανεπιτυχής προσπάθεια του Νίκου Καζαντζάκη να εκσυγχρονίσει το ελληνικό θέατρο στην πρώτη δεκαετία του εικοστού αιώνα

10:40-11:00: Σταμάτης Φιλιππίδης (Πανεπιστήμιο Κρήτης), Τα αστικά θεατρικά έργα του Δημήτρη Μπόγρη

11:00-11:20: Γιάννης Κιουρτσάκης (Συγγραφέας), Το μπόλι του νεωτερισμού και η γονιμότητα της παράδοσης: ένα παράδειγμα από τον Καραγκιόζη του Αντώνη Μόλλα

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ Β΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Συνεδρία Γ΄: Πρόεδρος: Peter Bien (Ντάρμουθ Κόλετζ)

12:00-12:20: Θανάσης Καραγιάννης (Δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων), Ο Βασίλης Ρώτας και η δραματουργία για παιδιά και έφηβους: από τις παραδοσιακές θεματικές και ιδεολογικές απόπειρες (1927-1934) στη μετέπειτα σημαντική μεταστροφή του (1943-1964)

12:20-12:40: Ηρακλής Χατζηιωαννίδης (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Μεγαλοϊδεάτης ή ανανεωτής της παράδοσης; Το «νεοελληνικό λαϊκό θέατρο» τού Γιώργου Θεοτοκά

12:40-13:00: Κέλη Δασκαλά (Πανεπιστήμιο Κρήτης), Κάτω απ’ τον άδειο ουρανό: η θεατρική μελαγχολία του Άλκη Αγγελόγλου στα χρόνια του Εμφυλίου

13:00-13:20: Φιλοθέη Κολίτση (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Μια άγνωστη πτυχή της Διδώς Σωτηρίου: δυο θεατρικά έργα κι ένας μονόλογος

13:20-13:40: Κωνσταντίνος Κυριακός (Πανεπιστήμιο Πατρών), H δραματουργία του Σωτήρη Πατατζή: «βιοποριστικό θέατρο» και «θέατρο προβληματισμού»

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ Γ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

Συνεδρία Δ΄ Πρόεδρος: Έλση Σακελλαρίδου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)

16:30-16:50: Αγγέλα Καστρινάκη (Πανεπιστήμιο Κρήτης), Θωμάς ο Δίψυχος, ο Απόκρυφος: ο Τερζάκης και η ανταρσία της Γνώσης

16:50-17:10: Αλίκη Μπακοπούλου-Χωλς (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Πηγαίνουμε στην Τροία για την Ιθάκη. Οδυσσέα γύρισε σπίτι

17:10-17:30: Αφροδίτη Σιβετίδου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Μεταγραφή και μοντερνικότητα στη σύγχρονη ελληνική δραματουργία

17:30-17:50: Εύη Προύσαλη (Πανεπιστήμιο Πατρών), Η ανατρεπτική θεατρική γραφή του Βασίλη Ζιώγα

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ Δ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Συνεδρία Ε΄: Πρόεδρος: Αφροδίτη Σιβετίδου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)

18:20-18:40: Έφη Βαφειάδη (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Θέατρο της μετανάστευσης: η περίπτωση του Θόδωρου Πατρικαρέα

18:40-19:00: Φίλιππος Χάγερ (Πανεπιστήμιο Λονδίνου, Royal Holloway), «Υπάρχει Σύγχρονο Ελληνικό Έργο;»: η νεωτερικότητα ως ιδεολογική και θεσμική αμφισβήτηση της παράδοσης στο Νεοελληνικό Θέατρο της περιόδου 1970-1973

19:00-19:20: Έλση Σακελλαρίδου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Αναθεώρηση των ειδολογικών ορίων: το θέατρο του Δημήτρη Δημητριάδη

19:20-19:40: Ρέα Γρηγορίου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Τα δραματικά πρόσωπα στο θέατρο του Διαλεγμένου

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ Ε΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Ενότητα Β΄. Η επαγγελματική κατάσταση του νεοελληνικού θεάτρου

Συνεδρία ΣΤ΄: Πρόεδρος: Τίνα Κροντήρη (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)

20:10-20:30: Κωνσταντίνα Γεωργιάδη (Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών), Τα πρώτα βήματα συνδικαλιστικής οργάνωσης στο νεοελληνικό θέατρο: ο «Σύνδεσμος Δραματικών Συγγραφέων» και η πορεία προς τη νομοθετική κατοχύρωση της θεατρικής πνευματικής ιδιοκτησίας (1894-1909)

20:30-20:50: Αντώνης Γλυτζουρής (Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών), Το «θέατρον των μαλλιαρών» και ο Θωμάς Οικονόμου (1907)

20:50-21:10: Μανώλης Σειραγάκης (Πανεπιστήμιο Κρήτης), Κρατισμός και υποκριτική στη δεκαετία του ’30

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ ΣΤ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

Σάββατο, 25 Οκτωβρίου 2008

Συνεδρία Ζ΄: Πρόεδρος: Λίλα Μαράκα (Πανεπιστήμιο Αθηνών)

10:00-10:20: Τίνα Κροντήρη (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Μεταπολεμική Ανανέωση: πρώτες προσπάθειες (1945)

10:20-10:40: Μαρία Φραγκή (Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο Καΐρου, Νεοελληνικό Ινστιτούτο Πανεπιστημίου Σορβόννης), Τοπία και ουτοπία στο θέατρο για παιδικό και νεανικό κοινό

10:40-11:00: Σάββας Πατσαλίδης (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Εθνικά Θέατρα: αναγκαία ή απλώς χρήσιμα;

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ Ζ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Ενότητα Γ΄. Η τέχνη του ηθοποιού

Συνεδρία Η΄: Πρόεδρος Δημήτρης Σπάθης (Πανεπιστήμιο Αθηνών)

11:40-12:00: Ηρώ Κατσιώτη (Πανεπιστήμιο Αθηνών), «Για ένα φράγκο Φασουλή...»: η υποδοχή του Κοκλέν στην Αθήνα

12:00-12:20: Αντρέας Δημητριάδης (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Ο βεντετισμός στο νεοελληνικό θέατρο

12:20-12:40: Μαρία Μαυρογένη (Δρ. Πανεπιστημίου Κρήτης), Η ιστορία ενός επαγγέλματος: μίμοι-μεταμορφωτές στο Μεσοπόλεμο

12:40-13:00: Κλειώ Φανουράκη (Πανεπιστήμιο Πατρών), Ο σύγχρονος ρόλος του Hθοποιού-Performer: ακροβάτης στο χρόνο;

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ Η΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

Ενότητα Δ΄. Η τέχνη του σκηνοθέτη

Συνεδρία Θ΄: Πρόεδρος: Έφη Βαφειάδη (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)

16:30-16:50: Λίλα Μαράκα (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Ζαχ. Παπαντωνίου, Ο Όρκος του πεθαμένου στη σκηνοθεσία του Σπ. Μελά

16:50-17:10: Αλέξανδρος Ευκλείδης (Πανεπιστήμιο Μακεδονίας), Η σκηνοθεσία πέραν της σκηνής: το παράδειγμα της σχολής και του περιοδικού του Σωκράτη Καραντινού

17:10-17:30: Γιάννα Τσόκου (Δρ. Πανεπιστημίου Βιέννης), Σχέσεις σκηνοθεσίας - σκηνογραφίας στο μεταπολεμικό ελληνικό θέατρο: η περίπτωση του Σωκράτη Καραντινού

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ Θ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Συνεδρία Ι΄: Πρόεδρος: Πλάτων Μαυρομούστακος (Πανεπιστήμιο Αθηνών)

18:00-18:20: Δημήτρης Σπάθης (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Ο σκηνοθέτης Γιαννούλης Σαραντίδης: μια διαδρομή από το χθες στο αύριο του νεοελληνικού θεάτρου

18:20-18:40: Άντρη Κωνσταντίνου (Πανεπιστήμιο Κύπρου), Ένας Γερμανός στη Λευκωσία: η πρόσληψη του Μπρεχτ στην Κύπρο μέσα από τις σκηνοθεσίες του Heinz-Uwe Haus

18:40-19:00: Κάτια Αρφαρά (Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales, Παρίσι), Το μεταμοντέρνο στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο: σκηνικές εκδοχές και θεωρητικές προσεγγίσεις ενός παρεξηγημένου όρου

19:00-19:20: Μαριλένα Ζαρούλια (Πανεπιστήμιο Δουβλίνου), Κοσμοπολιτισμός και Ουτοπία: εκσυγχρονίζοντας την παράδοση; οι περιπτώσεις του Εθνικού Ύμνου και της Τελετής Έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ Ι΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Ενότητα Ε΄. Η σκηνική αναβίωση του αρχαίου δράματος

Συνεδρία ΙΑ΄: Πρόεδρος Θεόδωρος Στεφανόπουλος (Πανεπιστήμιο Πατρών)

20:00-20:20: Αλέξης Πολίτης (Πανεπιστήμιο Κρήτης), Η δημόσια ανάγνωση των Περσών σε φαναριώτικο αρχοντικό (1820)

20:20-20:40: Βάνια Παπανικολάου (Πανεπιστήμιο Κρήτης), Η νεορομαντική πρόσληψη της αρχαιοελληνικής τραγωδίας από τον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο

20:40-21:00: Άννα Μισοπολινού (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας), Λίνος Καρζής (1894-1978): μεταφυσικές αναζητήσεις στο νεοελληνικό θέατρο του μεσοπολέμου

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ ΙΑ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

Κυριακή, 26 Οκτωβρίου 2008

Ενότητα Ε΄. Η σκηνική αναβίωση του αρχαίου δράματος (συνέχεια)

Συνεδρία ΙΒ΄: Πρόεδρος Γρηγόρης Σηφάκης (Πανεπιστήμιο Νέας Υόρκης)

10:00-10:20: Δηώ Καγγελάρη (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Οι «αιωνιστές», οι «συγχρονιζόμενοι ευρωπαϊστές» και το αρχαίο δράμα

10:20-10:40: Νατάσα Σιουζουλή (Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βερολίνου), Η παράδοση του Φεστιβάλ Επιδαύρου: οι συγγένειες με τα φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ και του Σάλτσμπουργκ

10:40-11:00: Ελευθερία Ιωαννίδου (Πανεπιστήμιο Οξφόρδης), Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου ως ετεροτοπία και η πρόσληψη του αρχαίου δράματος στη νεώτερη Ελλάδα

11:00-11:20: Πλάτων Μαυρομούστακος (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Αντιγόνες

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ ΙΒ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Ενότητα ΣΤ΄. Το θέατρο και οι άλλες τέχνες

Συνεδρία ΙΓ΄: Πρόεδρος Σταμάτης Φιλιππίδης (Πανεπιστήμιο Κρήτης)

12:00-12:20: Τασούλα Μαρκομιχελάκη (Δρ. Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ), Παράδοση και εκσυγχρονισμός: τέσσερις διασκευές του Ερωτόκριτου στο νεοελληνικό θέατρο (1929-2005)

12:20-12:40: Έρη Σταυροπούλου (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Νεοελληνική πεζογραφία και ποίηση στη σκηνή

12:40-13:00: Γιάννης Σαμπροβαλάκης (Ιόνιο Πανεπιστήμιο) - Μαρία Χναράκη (Πανεπιστήμιο Ντρέξελ, Φιλαδέλφεια), Καζαντζάκης και Καλομοίρης: δύο Πρωτομάστορες της ελληνικής τέχνης

13:00-13:20: Παναγιώτα Κωνσταντινάκου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Τα όρια του σκηνογραφικού εκσυγχρονισμού στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου: η περίπτωση των Πικιώνη και Στέρη

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ ΙΓ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

Συνεδρία ΙΔ΄: Πρόεδρος: Θεόδωρος Γραμματάς (Πανεπιστήμιο Αθηνών)

16:00-16:20: Νατάσσα Χασιώτη (Κρατική Σχολή Χορού), Πολιτική και κοινωνική διάσταση της σχέσης χορού και θεάτρου από το Μεσοπόλεμο μέχρι τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια

16:20-16:40: Παναγιώτα Μήνη (Πανεπιστήμιο Κρήτης), Η εμφάνιση του ομιλούντος κινηματογράφου και το ελληνικό θέατρο

16:40-17:00: Άννα Πούπου (Ινστιτούτο Κινηματογραφικών και Οπτικοακουστικών Ερευνών, Πανεπιστήμιο Σορβόννης), Ελληνικός μεταπολεμικός κινηματογράφος και θεατρικότητα: από τον θεατρικό χώρο στην κινηματογραφημένη πόλη

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ ΙΔ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Ενότητα Ζ΄. Η πρόσληψη του θεάτρου από το κοινό και την κριτική

Συνεδρία ΙΕ΄: Πρόεδρος: Σάββας Πατσαλίδης (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)

17:30-17:50: Θεόδωρος Γραμματάς (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Για μια διαφορετική θεώρηση της ιστορίας του νεοελληνικού θεάτρου: μεθοδολογικά σχήματα και ερμηνευτικές προτάσεις

17:50-18:10: Ιουλία Πιπινιά (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Αντιδράσεις του θεατρικού κοινού στην Αθήνα του 1890

18:10-18:30: Στάθης Γεωργιάδης (Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο, Φλωρεντία), Ελληνικές παραστάσεις μολιερικών έργων στο σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης: Αθήνα, Ιστανμπούλ και Αλεξάνδρεια (τέλος 19ου- αρχές 20ού αιώνα). Μια πρώτη προσέγγιση

18:30-18:50: Χριστίνα Ντουνιά (Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων), Ο Πέτρος Πικρός και η θεατρική κριτική

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ ΙΕ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Συνεδρία ΙΣΤ΄: Πρόεδρος: Νικηφόρος Παπανδρέου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)

19:30-19:50: Κωνσταντίνα Ζηροπούλου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Η θεατρική κριτική: μια άγνωστη πτυχή του Γιώργου Σεβαστίκογλου

19:50-20:10: Γεωργία Λαδογιάννη (Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων), Το θέατρο στο περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα (1945-1951).

20:10-20:30: Γιώργος Σαμπατακάκης (Πανεπιστήμιο Πατρών), Έγκληση στην τάξη της Μιμήσεως: οι αξιολογικές υπεραξίες της νεοελληνικής θεατρικής κριτικής

20:30-20:50: Θόδωρος Χατζηπανταζής (Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών), Ο ιδιόμορφος χαρακτήρας της Πρωτοπορίας στο ελληνικό θέατρο: το παράδειγμα των Βρικολάκων

ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΤΕΛΟΣ ΙΣΤ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ

ΛΗΞΗ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ