Saturday, September 13, 2008

Διστακτικά κι άτεχνα μοντέρνος(;)

Πρωτοτυπίες ξεκρέμαστες και ασυγχώρητα αυθαίρετες – Κριτική Σπύρος Παγιατάκης

Αισχύλος Αγαμέμνων, σκην: Αντζελα Μπρούσκου. «Θέατρο Δωματίου» (Επίδαυρος)

Η ανθρώπινη δράση σε μία από τις πλέον άγριες και προβληματικές εκφάνσεις της. Η δίψα για εξουσία και η αδίστακτη πορεία μέχρι να φθάσει κανείς στο στόχο του πατώντας στην κυριολεξία πάνω σε πτώματα. Η σύγκρουση για την ισχύ μεταξύ του αρσενικού και του θηλυκού. Το Εγκλημα και η Τιμωρία. Το συναίσθημα απέναντι στον ορθολογισμό. Η καρδιά ν’ αναμετριέται με το μυαλό. Η πίστη στη φυλή και η ιδέα της δημοκρατίας γενικότερα. Μόλυνση και κάθαρση.

Ολα αυτά συμπυκνωμένα απ’ τη στιγμή που διαδραματίζονται μέσα σε μια οικογένεια, μέσα σ’ έναν βασιλικό οίκο. Στην Ορέστεια του Αισχύλου όλα δείχνουν μετρημένα και με βάση τους τα θεία και τ’ ανθρώπινα. Στο πρώτο μέρος της τριλογίας, στον «Αγαμέμνονα» η ιστορία καλπάζει και οι βασικοί χαρακτήρες παρουσιάζονται με ανθρώπινη σάρκα και με υπεροπτική βασιλική προσωπικότητα.

Το περιεχόμενο

Τι κάνει κανείς μ’ ένα παρόμοιο πρώτο υλικό στο χέρι; Μα, πρώτα απ’ όλα επιχειρεί να δείξει τα κύρια πρόσωπα με τέτοιο τρόπο ώστε να ανταποκρίνεται στις περιγραφές του κειμένου. Ο σκηνοθέτης μπορεί να τους ντύσει με αρχαία ρούχα, με φράκα, με μπλουτζίν. Ασχετο. Το ζητούμενο είναι να μπορέσει η Κλυταιμνήστρα, ο Αγαμέμνονας, η Κασσάνδρα ή ο Αίγισθος να αποκτήσουν ένα συγκεκριμένο πρόσωπο και να πείσουν το κοινό ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Οπως τα λένε. Με τ’ άσπρα και τα μαύρα. Ο,τι και να φοράνε, όπως κι αν συμπεριφέρονται – αρκεί να υπάρχει βέβαια κάποια λογική στο φέρσιμό τους. Ετσι δεν ήταν πάντα το θέατρο; Ακόμα κι όταν έκανε τις παραξενιές του με τους λεγόμενους πρωτοποριακούς σε εκείνη την ξεχωριστή καλλιτεχνική περίοδο που ακολούθησε την σοβιετική επανάσταση (ό,τι σήμερα λέμε «μοντέρνο» στις τέχνες και την αρχιτεκτονική ξεκίνησε τότε απ’ εκεί) μέχρι και στην εποχή του «ντανταϊσμού», του παραλόγου και τον 21ο αιώνα.

Με δυο λόγια δεν είναι το πώς αλλά το τι. Δεν είναι η φόρμα από μόνη της αλλά –κυρίως– το περιεχόμενο, το οποίο οφείλει να γίνεται αντιληπτό.

Πολλά ερωτήματα

Στον «Αγαμέμνονα» που σκηνοθέτησε η Αντζελα Μπρούσκου στην Επίδαυρο τα ερωτήματα ήταν πολλά. Γιατί άραγε υπήρξε το καρπούζι που κουβαλούσε ο Κήρυκας (Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης), το οποίο θρυμματίζεται στην ορχήστρα; Γιατί φορούσε ο χορός τα σακάκια του ανάποδα, προτού μεταμορφωθεί σε σκυλάκια; Γιατί η σκηνοθέτις έδιωχνε διαρκώς σε μια απόμακρη άκρη της σκηνής την Κλυταιμνήστρα (Αμαλία Μουτούση), ενώ υποτίθεται ότι άκουγε τα λόγια τα οποία της απηύθυναν; Κι ένα σωρό άλλα περίεργα και αινιγματικά.

Τέλος πάντων. Το έντεχνο παραξένισμα φοριέται ιδιαίτερα τελευταία. Ομως, ας είχε τουλάχιστον κι αυτό κάποιο πρόσωπο. Εστω κι άσχημο. Ενα πρόσωπο το οποίο ας έκανε χονδροειδείς γκριμάτσες με σκοπό να ερεθίσει το κοινό, όπως –καλή ώρα– έκανε ο Βασίλιεφ στη «Μήδειά» του.

Εδώ οι δήθεν πρωτοτυπίες παρέμεναν ξεκρέμαστες. Ασυγχώρητα αυθαίρετες. Οχι, δεν φταίει η δημιουργός του «Θεάτρου Δωματίου», η Αντζελα Μπρούσκου. Φταίει ο Διευθυντής του Φεστιβάλ, ο Γιώργος Λούκος, ο οποίος θα έπρεπε να είχε αντιληφθεί την καλλιτεχνική ανεπάρκεια της Μπρούσκου, από εκείνη την Ηλέκτρα δωματίου που είχε διδάξει πριν από δύο χρόνια. Και –τουλάχιστον– να μη της δώσει την Επίδαυρο.

Κρίμα που χαραμίστηκαν και μερικοί καλοί ηθοποιοί, όπως ο Μηνάς Χατζησάββας, ο οποίος δεν είχε να υποστηρίξει έναν σαφή χαρακτήρα. Ακόμα και η Αμαλία Μουτούση, που πιάνει κάρβουνο και γίνεται στα χέρια της χρυσάφι, εδώ όχι μόνο σκόνταψε, αλλά έβαλε σε κίνδυνο και τις φωνητικές της χορδές οδηγημένη σε μια ιδιότυπη ορθοφωνική ατραπό. Παρ’ όλα αυτά, τελικά η καλή ηθοποιός κατά περίεργο τρόπο διεσώθη.

Για μένα ήταν ευχάριστη έκπληξη η underground Κασσάνδρα της Παρθενόπης Μπουζούρη, επειδή μόνη της πατούσε πόδι στην παράσταση, και τερπνή ήταν η νότα που παρουσίαζε –ως μη ώφειλε– ο φουστανελοφόρος Κήρυκας του Κωνσταντίνου Αβαρικιώτη. Ο Μάξιμος Μουμούρης ως Αίγισθος εντελώς έξω από τα τηλεοπτικά νερά του. Δίχως το παραμικρό ενδιαφέρον τα σκηνικά της Γκάυ Στεφάνου και τα κοστούμια της Αντζελα Μπρούσκου.

Ε, λοιπόν, χίλιες φορές προτιμότερη η υπεραλατισμένη, υπερκαρυκευμένη, πανφλύαρη «Μήδεια» του Ανατόλι Βασίλιεφ. Αυτός, όμως, ο διστακτικά κι άτεχνα μοντέρνος(;) «Αγαμέμνων» δεν πήγε το αρχαίο δράμα πουθενά.

Με «Προμηθέα δεσμώτη» το Εθνικό στην Κίνα

Κλιμάκιο του Εθνικού Θεάτρου αναχωρεί αύριο για το Πεκίνο, προκειμένου να παρουσιάσει την τραγωδία του Αισχύλου «Προμηθέας δεσμώτης» σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη, στο πλαίσιο του πολιτιστικού έτους για την Ελλάδα στην Κίνα. Η παράσταση αυτή που ήδη παίχτηκε πέρσι στο Χονγκ Κονγκ και στη Φρανκφούρτη, θα παρουσιαστεί στις 18 του μηνός στο National Centre for the Performing Arts στην κινεζική πρωτεύουσα.
Σκηνή από τον «Προμηθέα δεσμώτη», του Αισχύλου, που θα παρουσιάσει το Εθνικό Θέατρο στο Πεκίνο
Ενα από τα κορυφαία κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, ο «Προμηθέας δεσμώτης» αποτελεί το αιώνιο σύμβολο ενός ελεύθερου πνεύματος που αντιμάχεται την τυραννία και την εξουσία. Ο σκηνοθέτης δίνοντας έμφαση στο θέμα της «προόδου» αναρωτιέται «κατά πόσο τα δώρα του Προμηθέα στον άνθρωπο οδήγησαν στην εξέλιξη του πολιτισμού, έφεραν την ανθρώπινη φύση σε μια μορφή ευημερίας που αποθεώνει την τεχνογνωσία ή την εγκλώβισαν σε μια άνευ όρων υπηρεσία της τεχνολογικής κατασκευής».

Στην παράσταση, ο βράχος της καθήλωσης του Προμηθέα είναι μια σιδερένια κατασκευή με βάση τον κύκλο που γνωρίζουμε από τον Βιτρούβιο Ανθρωπο του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Το κέντρο του μαρτυρίου μετατοπίζεται από την καθήλωση στον εγκλωβισμό του Προμηθέα μέσα και πάνω από τον ορυμαγδό των ιδεών του. Εκεί θα περιφέρεται, σαν ναυαγός του μύθου του, ένα τραγικό αντίστοιχο των «Μοντέρνων Καιρών» του Τσάρλι Τσάπλιν. Η σωματική συμπεριφορά του ηθοποιού Προμηθέα έχει αναφορές στα ρωμανικά γλυπτά και στα «Ατελείωτα» του Μικελάντζελο.

Ο «Προμηθέας δεσμώτης» παρουσιάζεται σε μετάφραση Κ. Χ. Μύρη, σκηνικά Ερσης Δρίνη, κοστούμια Γιάννη Μετζικώφ, μουσική Δημήτρη Παπαδημητρίου, χορογραφία Δημήτρη Σωτηρίου, φωτισμούς Αντώνη Παναγόπουλου. Στον ρόλο του Προμηθέα ο Νίκος Αρβανίτης.

Παίζουν επίσης οι Αριστοτέλης Αποσκίτης (Κράτος, Ερμής), Θεμιστοκλής Πάνου (Βία, Ωκεανός), Χρήστος Νίνης (Ηφαιστος), Λυδία Φωτοπούλου (Ιώ).

Τον 12μελή γυναικείο Χορό απαρτίζουν οι Χρυσάνθη Αυλωνίτη, Ελένη Βεργέτη, Ανδρομάχη Δαυλού, Ευγενία Ζέκερη, Βερόνικα Ηλιοπούλου, Μελίνα Ιορδανίδου, Σύλβια Κατσαρού, Σταυρούλα Κοντοπούλου, Ρεγγίνα Μανδηλάρη, Μαρία Μανιώτη, Αγορίτσα Οικονόμου, Κατερίνα Σπυροπούλου.

Γ.Ε.Β., 2 - 13/09/2008

Friday, September 12, 2008

Με τον «Εμποράκο» σε νέο θέατρο ο Καρακατσάνης

Με τον «Εμποράκο» σε νέο θέατρο

Ο Ουίλι Λόμαν από τις 24 Οκτωβρίου θα κατοικεί στη λεωφόρο Αλεξάνδρας 74. Στον πρώην κινηματογράφο «Ζίνα», που αυτή την περίοδο ανακαινίζεται σε σύγχρονο θέατρο από τους αδερφούς Τάγαρη. Και ο Θύμιος Καρακατσάνης στη 46χρονη πορεία του στο θέατρο επιστρέφει και πάλι στο «Θάνατο του εμποράκου», το εμβληματικό έργο του Αρθουρ Μίλερ. «Το έργο το έχω ξαναπαίξει πριν από 25 χρόνια στο θέατρο “Αλάμπρα”», θυμάται ο Θύμιος Καρακατσάνης: «Και πάντα το ρεπερτόριό μου το καθόριζε η καθημερινότητά μας. Θεωρώ ότι το έργο του Αρθουρ Μίλερ την περιγράφει εξαιρετικά. Το θέατρο είναι μια πολιτική πράξη, είτε παίζεις κωμωδία και αφιονίζεις το κοινό μέσα από το γέλιο είτε ένα αμιγώς πολιτικό έργο, που εδώ έχει και μια ποιητική διάσταση. Ο Αρθουρ Μίλερ είναι ο κατεξοχήν Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας που κατεδάφισε το αμερικανικό όνειρο».
  • Ο ρόλος

Η πολιτική και κοινωνιολογική κοσμογραφία του Μίλερ απεικονίζεται με εξαιρετικό τρόπο στο ρόλο του εμποράκου Ουίλι Λόμαν, που υποδύεται εδώ ο λαοφιλής ηθοποιός: «Ο Ουίλι Λόμαν είναι ο μέσος Αμερικανός πολίτης. Οπως λέει και ο Μίλερ στο έργο του, “ο άνθρωπος αξίζει περισσότερο πεθαμένος παρά ζωντανός”. Ο Ουίλι Λόμαν λοιπόν προτιμά να πεθάνει, να αυτοκτονήσει σε ένα τροχαίο, προκειμένου η οικογένειά του να πάρει την αποζημίωση. Ο πολίτης στο σύμπαν του Μίλερ δεν είναι παρά μια άχρηστη, στυμμένη λεμονόκουπα, που έχοντας γεράσει έχει χάσει το ζουμί της. Ο Μίλερ βάζει με τα έργα του τον πολίτη προ των ευθυνών του».

  • Απαντήσεις

Αφυπνίζει λοιπόν συνειδήσεις το θέατρο; «Το θέατρο μπορεί να κάνει πολλά για τους πολίτες αλλά όχι “επαναστάσεις”. Μπορεί με τα κατάλληλα έργα και τον κατάλληλο τρόπο να κάνει τον πολίτη να απαντήσει στην καθημερινότητά του. Το να κάνεις θέατρο λοιπόν είναι μια πράξη ευθύνης για τον καλλιτέχνη. Εδώ, σε αυτή τη χώρα όπου γεννήθηκε το θέατρο, δεν ανοίγουν πια θεατρικές σκηνές αλλά κόλπα. Σήμερα έχουμε εμπλακεί σε μια δυτικότροπη πρωτοπορία, η οποία είναι τελικά βραδυπορία και μας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην ηλιθιότητα», σημειώνει με το γνωστό καυστικό του τρόπο ο Θύμιος Καρακατσάνης. Θεωρεί επίσης πως δεν είναι τυχαίο ότι «το μάρκετινγκ των ΜΜΕ προβάλλει σκουπίδια και σπρώχνει τους νέους σε λάθος δρόμους εύκολου πλουτισμού και τάχιστης απογοήτευσης». Ο ίδιος πάντως με την κόρη του Αλεξάνδρα θα δημιουργήσουν «μια παιδική σκηνή στο “Ζίνα” όπου θα ανεβάζουμε τις κωμωδίες του Αριστοφάνη διασκευασμένες για το παιδικό κοινό, χωρίς δηλαδή τη συνήθη ελευθεροστομία του αλλά μέσα σε ένα παιδαγωγικό και ψυχαγωγικό πλαίσιο».

ΜΠΛΑΤΣΟΥ ΙΩΑΝΝΑ, Ελεύθερος Τύπος, Παρασκευή, 12/09/2008


Σίγησε μια λεπταίσθητη «φωνή»


Η σπουδαία ηθοποιός, που σημάδεψε το θέατρό μας επί 54 χρόνια, μια καθ' όλα αληθινή, φύσει ευγενική και λεπταίσθητη, «κυρία» του θεάτρου, Βέρα Ζαβιτσιάνου, νικήθηκε προχθές (9 μ.μ.) από τον καρκίνο. Η κηδεία της θα γίνει με δαπάνη του ΥΠΠΟ, σύμφωνα με συλλυπητήρια ανακοίνωση του υπουργού Μ. Λιάπη.
Γεννημένη το 1927, στο Παλαιό Φάληρο, καταγόμενη από την Ιθάκη, ξεκίνησε την καριέρα της από το τραγούδι, μαζί με την αδελφή της, την δημοφιλή Μαίρη Λω. Αποφοίτησε από τη σχολή του «Θεάτρου Τέχνης» το 1954 και την ίδια χρονιά πρωτοεμφανίστηκε με το έργο «Με τα δόντια» του Θόρντον Γουάιλντερ. Μέχρι το 1958 στο «Θέατρο Τέχνης», έπαιξε πολλούς πρωταγωνιστικούς, αλλά και μικρότερους ρόλους σε σημαντικά έργα: «Κεκλεισμένων των θυρών», «Ματωμένος γάμος», «Περλιμπλίν και Μπελίσα», «Αρκούδα», «Επέτειος», «Βυσσινόκηπος», «Χαιρετισμούς από την Μπέρτα», «Τριαντάφυλλο στο στήθος», «Καλοκαίρι και καταχνιά», κ.ά. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον Δημήτρη Χορν, το 1959 («Μαθήματα γάμου», «Θωμάς ο δίψυχος») και τον Αλέκο Αλεξανδράκη, το 1960 («Το πρώτο χάδι»), με το «Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο» του Μ. Κατράκη («Τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μ. Θεοδωράκη). Το 1963 εντάσσεται στο Εθνικό Θέατρο, όπου παραμένει μέχρι το 1973, παίζοντας στα έργα «Η θυσία του Αβραάμ» (με τον Μινωτή), «Το σπίτι της Μπερνάρντα Aλμπα» (με την Παξινού), «Δαιμονισμένοι», «Τρελή του Σαγιό», «Ιβάνοφ», κ.ά.
Το 1973 συστήνει θίασο με τον Αγγελο Αντωνόπουλο. Λόγω φωνητικών προβλημάτων, απουσιάζει επί δέκα χρόνια από τη σκηνή. Θριαμβευτική όμως ήταν η επανεμφάνισή της (1984), στο «Θέατρο Τέχνης» με το έργο «Χίμαιρες και φούμαρα». Το 1986, επιστρέφει στο Εθνικό, παίζοντας στα έργα «Βρικόλακες», «Αρσενικό και παλιά δαντέλα», «Δούλες», «Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν», «Ευαίσθητη ισορροπία», «Σάρα Μπερνάρ», «Το σπίτι της Μπερνάρντα Aλμπα», κ.ά. Εξαιρετική ήταν η ερμηνεία της (1998) στο Εθνικό στο μονολογικό έργο της Λούλας Αναγνωστάκη «Ο ουρανός κατακόκκινος» και στις «Φάλαινες του Αυγούστου» (ελεγεία για τη «νιότη» των γηρατειών, με συμπρωταγωνίστριες τις Αντιγόνη Βαλάκου και Νέλλη Αγγελίδου). Τελευταία της θεατρική εμφάνιση ήταν το 2002- 2003 με το «Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα». Η ίδια σκηνοθέτησε τη «Φαλακρή τραγουδίστρια» του Ιονέσκο στο Εθνικό Θέατρο.
Ερμήνευσε εκπληκτικά, τραγούδια στους δίσκους «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μίκη Θεοδωράκη, «Ερωτόκριτος» του Νίκου Μαμαγκάκη και «Ο μικρός Επιτάφιος» των Σταμάτη Κραουνάκη - Γιώργου Μανιώτη. Η μοναδική εμφάνιση της στην τηλεόραση ήταν η τηλεταινία του Διαγόρα Χρονόπουλου «Η κυρία Κούλα», βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα του Μένη Κουμανταρέα. Πρωταγωνίστησε πολλές φορές στο «Θέατρο στο ραδιόφωνο» της ΕΡΑ. Δίδαξε Υποκριτική στις σχολές των Γρ. Βαφιά, Κ. Μιχαηλίδη, Γ. Κιμούλη. Τιμήθηκε με το έπαθλο «Κοτοπούλη» και με το μετάλλιο του «Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα».
  • Το ΣΕΗ εκφράζει τη βαθιά του θλίψη «για την απώλεια της μεγάλης κυρίας του Θεάτρου και της ζωής Βέρας Ζαβιτσιάνου», επισημαίνοντας ότι «για όλους τους Ελληνες ηθοποιούς, ειδικότερα για τους νέους, η Βέρα Ζαβιτσιάνου αποτελεί παράδειγμα ήθους, επαγγελματικής συνείδησης και υψηλού αισθήματος του κοινωνικού λειτουργήματος που ασκούσε». [ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Σάββατο 13 Σεπτέμβρη 2008]

Αυλαία για μία πρωταγωνίστρια

Με τον ρόλο της Μαίρης Τάιρον στο «Ταξίδι  μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα» (εδώ, με τον  Γιώργο Μοσχίδη) του Ο΄ Νιλ τη σεζόν 2002-2003 η Βέρα Ζαβιτσιάνου έκλεισε τη μεγάλη  καριέρα της στο θέατρο

Το ελληνικό θέατρο έχασε τη Βέρα Ζαβιτσιάνου, μία σπουδαία ηθοποιό, πενήντα χρόνια πρωταγωνίστρια

Γιώργος Δ.Κ. Σαρηγιάννης, ΤΑ ΝΕΑ: Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2008

Ήταν σαν να φύσαγε αεράκι. Χαμηλοί τόνοι, πιανίσιμα, μουσικότητα... Γεννημένη ενζενί. Και ξαφνικά ανακάλυπτες ότι αυτό το εύθραυστο, το ντελικάτο, το όμορφο πλάσμα διαθέτει τσαγανό- δύναμη. Και ξαφνικά ανακάλυπτες ότι αυτό το πλάσμα το ποιητικό κρύβει χιούμορ- μια σουμπρέτα τελικά. Η Βέρα Ζαβιτσιάνου που σημάδεψε την ελληνική σκηνή για πενήντα χρόνια έφυγε χθες στις 21.00 από τη ζωή στα ογδόντα ένα της χρόνια από καρκίνο που την ταλαιπώρησε τελευταία. Η κηδεία της θα γίνει τη Δευτέρα στις 17.00 από το Νεκροταφείο Φαλήρου. Στο Παλαιό Φάληρο ήταν γεννημένη το 1927. Κι εκεί έζησε με τον αγαπημένο της Πανάγο που έφυγε πρώτος. Αλλά το αίμα της κρατούσε από την Ιθάκη. Ξεκίνησε από το τραγούδι. Τραγουδούσαν μαζί με την αδελφή της- σώζεται μάλιστα δίσκος όπου τραγουδούσε μαζί με τη Μαίρη Λω, πρώτο όνομα τότε. Στο θέατρο άργησε να πάει. Είχε όμως την τύχη να πέσει στα χέρια του Κάρολου Κουν.
Αποφοίτησε
από τη Δραματική Σχολή του «Θεάτρου Τέχνης» το 1954. Θα ντεμπουτάρει την ίδια χρονιά με Σαβίνα στο «Με τα δόντια» του Θόρντον Γουάιλντερ- το δεύτερο έργο που ο Κουν ανέβασε στο «Υπόγειο».
Έως το 1958 στο «Θέατρο Τέχνης»- η εποχή της μεγάλης του ακμής, εποχή εκρηκτική- θα παίξει μια σειρά σπουδαίων αλλά και μικρότερων ρόλων σε κορυφαία έργα που τα περισσότερα παρουσιάζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα: Εστέλα στο «Κεκλεισμένων των θυρών», «Ματωμένος γάμος» και «Περλιμπλίν και Μπελίσα» του Λόρκα, «Αρκούδα», «Επέτειος» και «Βυσσινόκηπος» του Τσέχωφ, Μπέρτα στο «Χαιρετισμούς από την Μπέρτα», «Τριαντάφυλλο στο στήθος» και Άλμα στο «Καλοκαίρι και καταχνιά»- άφησε εποχή η ερμηνεία της- του Τενεσί Ουίλιαμς, «Αγριόπαπια», Βιόλα στη «Δωδέκατη νύχτα» του Σαίξπηρ, «Στάση λεωφορείου», «Λίβινγκ ρουμ», Όλγα- συγκλονιστική λένε- στο πρώτο, επίσης ιστορικό ανέβασμα στο «Υπόγειο» της «Αυλής των θαυμάτων» του Καμπανέλλη, Σεν Τε/ Σουί Τα στον «Καλό άνθρωπο του Σετσουάν».
Το 1959 αφήνει το «Θέατρο Τέχνης» και πηγαίνει πρωταγωνίστρια του Δημήτρη Χορν. Τον επόμενο χρόνο είναι συνθιασάρχις με τον Αλέκο Αλεξανδράκη στο θέατρο «Αθηνών»: και πάλι Τενεσί Ουίλιαμς, «Το πρώτο χάδι». Με τον Αλέξη Δαμιανό θα παίξει στο «Γεύση από μέλι» και θα επανέλθει στον θίασο του Χορν.
Συνεργάζεται
με το «Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο» του Μάνου Κατράκη στο «Τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μίκη Θεοδωράκη και από το 1963 περνάει στο Εθνικό Θέατρο. Μέχρι το ΄73 θα παίξει Ισαάκ στη «Θυσία του Αβραάμ» πλάι στον Μινωτή, Αντέλα στο «Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» πλάι στην Παξινού, Κλοντέλ, «Δαιμονισμένους», «Βασιλικό», «Τρελή του Σαγιό», Σάσα στον «Ιβάνοφ» του Τσέχωφ πλάι στον Χορν, «Συναναστροφή» της Λούλας Αναγνωστάκη, Άριελ στην «Τρικυμία» του Σαίξπηρ, Στρατή Καρρά, Ουάιλντ, Σελιμέν στον «Μισάνθρωπο», Πιραντέλο, Ανούιγ και άλλα πολλά... Θα κάνει και Αντιγόνη στην τραγωδία του Σοφοκλή χωρίς μεγάλη επιτυχία- η τραγωδία έμοιαζε να μην είναι ο στίβος της.
Το ΄73 κάνει θίασο με τον Άγγελο Αντωνόπουλο. Κάποια προβλήματα που έχει με τη φωνή της και η ιδιαίτερη ευαισθησία της την απομακρύνουν από το θέατρο, με δική της απόφαση, για δέκα σχεδόν χρόνια. Όταν το 1984 επανεμφανίζεται στο «Υπόγειο», στο έργο της Δώρας Λυτινάκη «Χίμαιρες και φούμαρα» κάνει πάταγο. Θα συνεχίσει με τον Αλέκο Αλεξανδράκη και το ΄86 θα επιστρέψει στο Εθνικό: Ζιώγας, Κυρία Άλβινγκ στους «Βρικόλακες», «Αρσενικό και παλιά δαντέλα», Κλερ στις «Δούλες», Έλα στο «Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν», Ανιές στην «Ευαίσθητη ισορροπία», «Σάρα Μπερνάρ», Χοσέφα, πια, στο «Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα», «Οι άστεγοι» της Μαριέττας Ριάλδη. Το 1997- ΄98 συνεργάζεται με τη Μαριέττα Ριάλδη. Το 1998 επιστρέφει στο Εθνικό για να κάνει εξαιρετικά τον μονόλογο της φίλης της Λούλας Αναγνωστάκη «Ο ουρανός κατακόκκινος» που επρόκειτο να ξανακάνει με τον Κοραή Δαμάτη τον περασμένο χειμώνα στο «Αγγέλων Βήμα» αλλά τελικά δεν το αποφάσισε. Θα παίξει επίσης στο «Οι φάλαινες του Αυγούστου» και θα κλείσει την καριέρα της τη σεζόν 2002- 2003 με το «Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα» του Ο΄ Νιλ. Η Μαίρη Τάιρον επρόκειτο να είναι ο τελευταίος της ρόλος.
  • Πενήντα χρόνια στο σανίδι
Η Βέρα Ζαβιτσιάνου παρέμεινε σχεδόν πενήντα χρόνια στο θέατρο, πρωταγωνίστρια αδιαμφισβήτητη, παρά το γεγονός ότι δεν είχε κάνει ούτε κινηματογράφο ούτε τηλεόραση εκτός από μία τηλεταινία βασισμένη στη νουβέλα του Μένη Κουμανταρέα «Η κυρία Κούλα». Είχε κάνει, όμως, πολύ ραδιόφωνο- διάβαζε υπέροχα- και έχει γράψει σε δίσκους «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μίκη Θεοδωράκη, τον «Ερωτόκριτο» με τον Νίκο Μαμαγκάκη και τον «Μικρό επιτάφιο» με τον Σταμάτη Κραουνάκη σε κείμενα Γιώργου Μανιώτη. Δίδαξε, επίσης, υποκριτική σε δραματικές σχολές και το 1990 σκηνοθέτησε τη «Φαλακρή τραγουδίστρια» του Ιονέσκο στο Εθνικό.

Είχε τιμηθεί με το Έπαθλο Κοτοπούλη και τον Μάιο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας την τίμησε με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα. Η κηδεία της δεν έχει οριστεί. Η παλιά γενιά των σπουδαίων πρωταγωνιστών όλο και λιγοστεύει..

«Χάρηκα που συνάντησα αντίσταση στο πεδίο της Επιδαύρου»



Ο Ανατόλι Βασίλιεφ απαντά «φιλικά» και «με αγάπη» σε όσους γιουχάισαν τη «Μήδειά» του

Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ

«Δεν σκοπεύω ούτε να αντιδράσω, ούτε να διαμαρτυρηθώ για όσα γράφτηκαν. Ούτε όμως κατηγορώ το κοινό για τη βιαιότητά του. Αυτό που θα 'θελα σήμερα να δώσω είναι μια φιλική απάντηση για την παράστασή μου. Με σεβασμό και αγάπη για όλους τους θεατές που ήρθαν να τη δουν».

«Η παράσταση ως αποτέλεσμα ομαδικής δουλειάς με άφησε ικανοποιημένο. Για την προσωπική μου συμμετοχή θα απαντούσα όχι. Θα ήθελα η παράσταση να είναι πιο περίπλοκη», λέει ο Βασίλιεφ (Π. Παπαδόπουλος, Λ. Κονιόρδου, Ν. Καραθάνος σε σκηνή της «Μήδειας»)
Ο Ανατόλι Βασίλιεφ χθες αραξοβόλησε από την Πάτμο στην Αθήνα. Τα γιουχαΐσματα και οι θορυβώδεις αποχωρήσεις στην επιδαύρια πρεμιέρα της «Μήδειας» του ΔΗΠΕΘΕ Πατρών και δικιάς του πρώτης ολοκληρωμένης σκηνικής προσέγγισης στο αρχαίο δράμα τον προβλημάτισαν όλο το διάστημα των διακοπών του. Σήμερα, με νηφαλιότητα, μπορεί και ερμηνεύει τους λόγους που η παράσταση, με Μήδεια τη Λυδία Κονιόρδου, άναψε φωτιά στις κερκίδες του θεάτρου.

Αύριο και την Κυριακή, η παράσταση στην ολοκληρωμένη τρίωρη και πλέον επιδαύρια εκδοχή της παρουσιάζεται στο Ηρώδειο.
  • Ησασταν προετοιμασμένος για τις αντιδράσεις του κοινού στην Επίδαυρο ή σας πιάσαν... εξαπίνης;
«Κατ' αρχάς δεν περίμενα τη βιαιότητά τους. Οταν άκουσα τις κραυγές, ίσως, αισθάνθηκα μία ικανοποίηση. Η καρδιά του πολεμιστή είναι χαρούμενη όταν συναντά αντίσταση στο πεδίο της μάχης!»

Το είχα ξαναζήσει
  • Εχετε ξαναζήσει κάτι ανάλογο;
«Σε πολλές πρεμιέρες παραστάσεών μου υπήρχε ένταση. Θυμάμαι το σκάνδαλο που προκλήθηκε στην πρεμιέρα της "Μασκαράτας" του Λέρμοντοφ στην "Κομεντί Φρανσέζ". Ενας θεατής φώναξε "βλέπουμε ρωσικά σκατά. Πρέπει να φύγουμε όλοι. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε ρωσικά σκατά!"».
  • Πού αποδίδετε τη φασαρία που προκλήθηκε;
«Υπάρχει εξήγηση. Παρακολουθώντας κανείς φρικαλεότητες στην τηλεόραση δεν ταράζεται. Η καταστροφή και το κακό δεν τον αγγίζουν μέσα στην ασφάλεια του σπιτιού του. Δεν αντιδρά, λοιπόν, γιατί ξέρει ότι βλέπει ένα κουτί. Το θέατρο, η κατ' εξοχήν ζωντανή τέχνη, αυτό δεν το επιτρέπει. Ο θεατής γίνεται μέτοχος στο θεατρικό γεγονός. Ακόμα κι αν δεν θέλει, ακόμη κι αν δεν καταλαβαίνει, ακόμη κι αν αντιστέκεται. Ακριβώς σε αυτό το σημείο προκλήθηκε η έκρηξη του κοινού, που είναι πολύ πιο βαθιά απ' ό,τι φάνηκε».
  • Τι εννοείτε;
«Αυτό που είδα στην Επίδαυρο ήταν η υποσυνείδητη αντίδραση σε ένα γεγονός που έκανε επίθεση στα κλισέ, τα στερεότυπα και την αίσθηση ασφάλειας που έχουμε. Οι θεατές διαμαρτυρήθηκαν γιατί υποχρεώθηκαν να συμμετέχουν στη βία του έργου. Κατά τη διάρκεια της ζωντανής δράσης στην αρένα-ορχήστρα υπάρχει μια ενέργεια σαν ακτινοβολία. Δημιουργείται ένα μαγνητικό πεδίο που φτάνει ώς το κοινό. Αυτή η ζωντανή ενέργεια πάντα είναι επικίνδυνη -πληγώνει το κοινό. Πιστεύω ότι στην αρχαία τραγωδία μεταξύ ορχήστρας και αμφιθεάτρου συνήθως ορθώνεται ένας τοίχος "σεβασμού". Αυτόν τον τοίχο με τη "Μήδεια" ήθελα να τον καταστρέψω».

«Από τη μέρα που είδα τους Δίδυμους Πύργους, άλλαξε η οπτική μου για τον κόσμο. Ηθελα, ως εκ τούτου, η καταστροφή που διηγείται ο Αγγελος να αφορά όλο τον κόσμο. Να γίνεται σε τρεις γλώσσες». Ετσι εξηγεί ο Βασίλιεφ τη σκηνοθετική του επιλογή, που έκανε το κοινό να ξεσπάσει
Δούλεψα με σεβασμό
  • Θέλατε να προκαλέσετε, όπως γράφτηκε, το κοινό με την προσέγγισή σας;
«Εξι μήνες δουλεύαμε με μεγάλο σεβασμό. Δεν κάναμε τίποτα για να προκαλέσουμε. Θελήσαμε να βρούμε μια μοντέρνα απόδοση της τραγωδίας στο σύγχρονο κόσμο, που ξεπερνά τα ευρωπαϊκά και ελληνικά στερεότυπα. Θέλαμε να βρούμε ένα νέο μονοπάτι για το αρχαίο δράμα μέσα από τη μοντέρνα γνώση και τη σύγχρονη πολιτική συγκυρία. Ως Ρώσος μπόρεσα να αντλήσω στοιχεία από τη ρωσική κουλτούρα. Η παράδοσή μου είναι ανοικτή στην ευρωπαϊκή μενταλιτέ».
  • Αυτός ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός υπαγόρευσε την πολυγλωσσία της παράστασης, τους τρεις αγγελιαφόρους, που λένε ταυτόχρονα το ίδιο κείμενο σε τρεις γλώσσες;
«Από τη μέρα που πριν από 7 χρόνια, άνοιξα την τηλεόραση και αντίκρισα την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους άλλαξε η οπτική μου για τον κόσμο. Ως εκ τούτου, ήταν πολύ σημαντικό να έχω τρεις Αγγέλους και 3 γλώσσες στην παράσταση. Ηθελα η καταστροφή που αναγγέλλουν να αφορά όλο τον κόσμο. Τα αγγλικά τα μιλά όλος ο κόσμος σήμερα, τα γαλλικά είναι επίσημη γλώσσα στην Ευρώπη και τα ελληνικά είναι η γλώσσα του αρχαίου δράματος».
  • Πέραν του ιδεολογικού, θεωρητικού σκέλους και στο αισθητικό κομμάτι προκλήθηκε μια σύγχυση. Ριγέ και κόκκινα κοστούμια συναντιούνται με τις μάσκες του Spiderman, που φορούν τα δύο παιδιά, μέσα στην τεράστια αρένα-σκηνικό. Τι σχέση έχει ο Spiderman με την τραγωδία του Ευριπίδη;
«Δεν ήταν μάσκες του Spiderman. Ηταν απλώς μάσκες. Η μαζική κουλτούρα, που κομμάτι της είναι κι ο Spiderman, για μένα δεν υπάρχει καν. Τα παιδιά της Μήδειας φοράνε μάσκες γιατί στο μύθο αναφέρεται ότι δεν έχουν ανθρώπινο πρόσωπο. Αν τα παιδιά είχαν πρόσωπα το έργο θα γινόταν ψυχόδραμα ή μελόδραμα. Με τη μάσκα επιτυγχάνεται η απαιτούμενη αποστασιοποίηση».

Σας βρήκα και με βρήκατε
  • Τι σας οδήγησε στις αφοριστικές δηλώσεις σας για την Ελλάδα; Είπατε, μεταξύ άλλων, ότι η Αθήνα δεν πρέπει να κάνει θέατρο.
«Αν πω ότι η Μόσχα δεν είναι κατάλληλη πόλη για θέατρο θα ήταν καλύτερα για την Αθήνα; Είναι σημαντικό καμιά φορά τα πράγματα και τα προβλήματα να ονοματίζονται. Επειδή έχω διαπιστώσει ότι η Μόσχα δεν είναι κατάλληλη για θέατρο πριν από δύο χρόνια την εγκατέλειψα. Προτίμησα την εξορία».
  • Θεατρικός κριτικός κατέληγε στο κομμάτι του για τη «Μήδεια»: «Ο Βασίλιεφ χάνει την Επίδαυρο και εμείς χάνουμε τον Βασίλιεφ». Συμφωνείτε;
«Δεν συμφωνώ. Θα έπρεπε να αλλάξει η φράση και να γίνει "Ο Βασίλιεφ βρήκε την Επίδαυρο και εμείς βρήκαμε τον Βασίλιεφ"».
  • Θα ξανασκηνοθετήσετε στην Επίδαυρο; Θα θέλατε;
«Θα δούμε!» *


Θα ήθελα μια «Μήδεια» πιο περίπλοκη
  • Εσείς είστε ικανοποιημένος από την παράσταση;
«Η παράσταση, ως αποτέλεσμα ομαδικής εργασίας, με άφησε πολύ ικανοποιημένο. Αν με ρωτάτε για το αν έμεινα προσωπικά ικανοποιημένος, θα απαντούσα όχι. Θα ήθελα να είχα συνεχίσει περισσότερο την εργασία μου στην τραγωδία. Να μου δινόταν η ευκαιρία να ολοκληρώσω ιδέες που είχα συλλάβει. Η παράσταση θα γινόταν τότε πιο σύνθετη, πιο περίπλοκη».
  • Στο Ηρώδειο τι έχετε αλλάξει;
«Παρ' όλες τις επιθέσεις, έπρεπε να προστατέψω την παράστασή μου, να τη διατηρήσω άθικτη. Πρότεινα λοιπόν ένα μέτρο απλής τακτικής: οι σκηνές που δέχτηκαν επίθεση κόπηκαν σε κάποιες πιάτσες. Ηταν η μοναδική βοήθειά μου στο πληγωμένο "σώμα", το πληγωμένο "ζώο" της παράστασής μου. Οι ηθοποιοί δεν είναι ρομπότ. Για να μπορεί να γιατρευτεί αυτό το σώμα, πρέπει να μείνει για λίγο ήρεμο και ξαπλωμένο. Ετσι θα ξανασηκωθεί δυνατό και θα συνεχίσει κανονικά. Στο Ηρώδειο θα παιχτεί η παράσταση άθικτη, όπως παρουσιάστηκε στην Επίδαυρο και με τους τρεις Αγγέλους και θα διαρκέσει τρεις ώρες και 10 λεπτά».

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 12/09/2008

Η κυρία της σκηνής


«Ηρθαμε στη ζωή για να ζούμε με χαρά. Με τη χαρά των μικρών καθημερινών στιγμών». Προσφέροντας πάμπολες «στιγμές» μέθεξης στο κοινό, η Βέρα Ζαβιτσιάνου, μια ξεχωριστή κυρία του ελληνικού θεάτρου που διέπρεψε στο Θέατρο Τέχνης, στο Εθνικό Θέατρο αλλά και στο ελεύθερο, ερμηνεύοντας ποικίλους ρόλους ξένου κι ελληνικού ρεπερτορίου για μισό και πλέον αιώνα, έφυγε χθες το βράδυ σε ηλικία 74 χρόνων. Η κηδεία θα γίνει τη Δευτέρα στις 5 μ.μ. στο Νεκροταφείο του Παλαιού Φαλήρου.


Απόφοιτη κι αυτή της δραματικής σχολής του Θεάτρου Τέχνης όπως ο Βάσος Ανδρονίδης που αποδήμησε το καλοκαίρι, έκανε την πρώτη της εμφάνιση το '54 στο έργο του Θόρντον Ουάιλντερ «Με τα δόντια» σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν. Εως το '58 έπαιξε στο Θέατρο Τέχνης σ' έργα των Σέξπιρ, Λόρκα, Τσέχοφ, Ιψεν, Ουίλιαμς, Μπρεχτ, Καμπανέλλη κ.ά. Συνεργάστηκε με τον Δημήτρη Χορν («Μαθήματα γάμου» του Στίβενς, «Θωμάς ο δίψυχος» του Τερζάκη), τον Αλέκο Αλεξανδράκη («Το πρώτο χάδι» του Ουίλιαμς), τον Μάνο Κατράκη («Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μίκη Θεοδωράκη).

Αριστερά: Με τον Μάνο Κατράκη στην ιστορική παράσταση με «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μίκη Θεοδωράκη Κάτω: «Δεν θα μπορούσα να έχω ένα θίασο και να τον διευθύνω. Είναι άλλες οι υποχρεώσεις και οι απαιτήσεις ενός στρατηγού», είχε πει η Βέρα Ζαβιτσιάνου
Στο Εθνικό Θέατρο για 22 χρόνια (1963-1973 και 1986-1998) κυριαρχεί στο σανίδι πρωταγωνιστώντας σ' έργα των Μολιέρου, Πιραντέλο, Ανούιγ, Ουάιλντ, Ιψεν, Ζενέ, Λόρκα, Ο'Νιλ κ.ά. Κάποιοι θα θυμούνται την παρουσία της ως κυρία Αλβιγκ στους «Βρικόλακες» του Ιψεν, ως Λίμπι στις «Φάλαινες του Αυγούστου» του Ντέιβιντ Μπέρι (μια ελεγεία για τα γηρατειά με συμπρωταγωνίστριες την Αντιγόνη Βαλάκου και τη Νέλλη Αγγελίδου). Και βεβαίως ως Σοφία Αποστόλου στον μονόλογο της Λούλας Αναγνωστάκη «Ο ουρανός κατακόκκινος» που έπαιξε στο Εθνικό πριν από δέκα χρόνια σε σκηνοθεσία Βίκτωρα Αρδίττη (το ίδιο μονόπρακτο το παρουσίασε το καλοκαίρι στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών η Ρένη Πιττακή αφιερώνοντάς το στην Ζαβιτσιάνου).

«Δεν θα μπορούσα να έχω έναν θίασο και να τον διευθύνω. Είναι άλλες οι υποχρεώσεις και οι απαιτήσεις ενός στρατηγού. Εμένα μου αρέσει να διαλέγω έναν ρόλο ή να μου τον αναθέτουν και ν' ασχολούμαι μόνο μ' αυτόν... Δεν είχα ποτέ τη δίψα να εκτεθώ περισσότερο, στην τηλεόραση π.χ. παρόλο που εκεί έχω δει πολύ καλούς ηθοποιούς να δουλεύουν. Εμένα μ' ενδιέφερε μόνο το θέατρο και τίποτε άλλο».

Μια όχι και τόσο γνωστή πλευρά της Ζαβιτσιάνου είναι η τραγουδιστική (ερμήνευσε τραγούδια στους δίσκους «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μίκη Θεοδωράκη, «Ερωτόκριτος» του Νίκου Μαμαγκάκη και «Ο μικρός Επιτάφιος» των Σταμάτη Κραουνάκη-Γιώργου Μανιώτη).

Στην τηλεόραση ερμήνευσε τον ομώνυμο ρόλο στην τηλεταινία του Διαγόρα Χρονόπουλου «Η κυρία Κούλα», βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα του Μένη Κουμανταρέα. Επαιξε επίσης πολλούς πρωταγωνιστικούς ρόλους σε θεατρικά έργα για την ελληνική ραδιοφωνία.

Σκηνοθέτησε τη «Φαλακρή τραγουδίστρια» του Ιονέσκο στο Εθνικό Θέατρο. Ηταν δασκάλα υποκριτικής στις δραματικές σχολές των Γρ. Βαφιά, Κ. Μιχαηλίδη, Γ. Κιμούλη. Είχε τιμηθεί με το έπαθλο «Κοτοπούλη» και με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα που της απένειμε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

* Τα προαναφερθέντα αποσπάσματα με λόγια της είναι από συνέντευξή της στην «Ε» στη Ναταλί Χατζηαντωνίου τον Δεκέμβριο του 2002.


Γ.Ε.Β., ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 12/09/2008

«West Side Story», κλασικό Μπρόντγουεϊ στην Αθήνα

Ακούγονταν πολλά μετά το τελευταίο χειροκρότημα στον νεανικό θίασο του «West Side Story». Οι 2.500 θεατές της επίσημης πρεμιέρας του ιστορικού αυτού μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ άφηναν την κατάμεστη αίθουσα ο καθένας με μια διαφορετική γνώμη. Και την υπερασπίζονταν με πάθος, στον δρόμο για το φουαγιέ, τον χώρο στάθμευσης του Μπάντμιντον, το τελευταίο μετρό.

Είναι ίσως η μοίρα των μεγάλων θεαμάτων να δημιουργούν ζωηρές εντυπώσεις. Και το «West Side Story» του Τζερόμ Ρόμπινς ανήκει χωρίς αμφιβολία σ’ αυτήν την κατηγορία. Υπήρχαν θεατές που ήταν ενθουσιασμένοι με τους δύο πρωταγωνιστές, τον σύγχρονο Ρωμαίο και Ιουλιέτα. Για τους περισσότερους αρκούσε η μουσική του Λέοναρντ Μπέρνσταϊν και τα θρυλικά τραγούδια της παράστασης για να φύγουν από το θέατρο ικανοποιημένοι. Αλλοι αισθάνθηκαν μια μικρή «κοιλιά», εκεί λίγο πριν από το διάλειμμα. Ενα μιούζικαλ του 1958 που δεν έχει «πειραχθεί» στο παραμικρό (ύστερα από οδηγία του δημιουργού του) αναμετράται κάθε φορά και με διαφορετικές γενιές θεατών.
Κι εμείς οι θεατές του 2008 δεν είμαστε πάντα τόσο υπομονετικοί με τους Νεοϋορκέζους που παρακολούθησαν την πρεμιέρα του Μπρόντγουεϊ 50 ολόκληρα χρόνια πίσω. Μόνο το ενδυματολογικό σκέλος της παράστασης που περιοδεύει σε μεγάλες πόλεις του κόσμου για να τιμήσει τα πεντηκοστά της γενέθλια «μύριζε» 21ο αιώνα. Οι χορευτές έδιναν τον καλύτερό τους εαυτό ενώ το εντυπωσιακό, ευέλικτο σκηνικό –αναπαράσταση των νεοϋορκέζικων brownstones– σ’ έβαζε στην ατμόσφαιρα μιας γειτονιάς του Μανχάταν τη δεκαετία του ’50, εκεί όπου έλυναν τις διαφορές τους οι συμμορίες της πόλεις. Μιλώντας συνολικά θα μιλούσαμε για μια εξαιρετικά επαγγελματική παραγωγή, που είναι καλό να την παρακολουθήσεις με την επίγνωση ότι βλέπεις κάτι γραμμένο στα μέσα του περασμένου αιώνα.
Και μία από τις σκέψεις που έκανα αμέσως μετά την παράσταση, πέρα από γούστα και απόψεις: Είμαστε τυχεροί που η Αθήνα διαθέτει τα τελευταία χρόνια επαρκείς θεατρικούς χώρους για να φιλοξενεί παραγωγές αυτού του μεγέθους και να ερχόμαστε όλοι εμείς μετά και να λέμε τι μας άρεσε και τι όχι.

«Εφυγε» η κοκέτα και «αέρινη» θεατρίνα

Μία από τις σπουδαιότερες Ελληνίδες πρωταγωνίστριες. Μία από τις τελευταίες θεατρίνες της παλιάς σχολής. Μία ηθοποιός που όταν βρισκόταν επί σκηνής, νόμιζες ότι περπατάει ο αέρας γύρω της. Αυτή ήταν η Βέρα Ζαβιτσιάνου. Ένα καλοκουρδισμένο «μουσικό όργανο» που παρείχε ήχο, κίνηση, ερμηνεία στην εντέλεια.

«Εφυγε» η κοκέτα  και «αέρινη» θεατρίνα

Εύθραυστη κι αέρινη αλλά συνάμα γήινη και στιβαρή, καλλιτέχνης ευαίσθητων αποχρώσεων, φοβερού ενστίκτου, λεπτεπίλεπτων εκφράσεων, υψηλής τεχνικής και ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας, που μπορούσε να «μεταμορφώνει» τα υλικά σε άυλα όταν βρισκόταν στο σανίδι. Ταυτόχρονα υπήρξε μια γυναίκα πολύ κοκέτα, φιλάρεσκη, με μεγάλη θηλυκότητα αλλά και μια τρυφερή παιδικότητα, ένα πλάσμα φτιαγμένο από σπάνια υλικά.

Η Βέρα Ζαβιτσιάνου, αυτό το κεφάλαιο για το ελληνικό θέατρο, έφυγε από τη ζωή αφήνοντας ένα δυσαναπλήρωτο κενό στα θεατρικά μας δρώμενα. Αφησε χθες το βράδυ την τελευταία της πνοή στο Ιατρικό Κέντρο Φαλήρου, όπου νοσηλευόταν τις τελευταίες εβδομάδες (από τη Δευτέρα 18 Αυγούστου). Τα τελευταία δύο χρόνια πάλευε με τον καρκίνο. Η κατάστασή της επιδεινώθηκε το Πάσχα, οπότε ξεκίνησε και ο μεγάλος Γολγοθάς της.

  • Το 1932

Γεννημένη το 1932, όπως αναγράφεται στο μαθητολόγιο του Θεάτρου Τέχνης (η ίδια δεν έλεγε ποτέ την ηλικία της), στο Παλαιό Φάληρο, η Βέρα Ζαβιτσιάνου μυήθηκε στην υποκριτική τέχνη στη δραματική σχολή «Θεάτρου Τέχνης» Κάρολου Κουν. Με το Θέατρο Τέχνης, εξάλλου, έκανε και την πρώτη της εμφάνιση το 1955, στο έργο του Θ. Ουάιλντερ «Με τα δόντια». Στην πρεμιέρα ήταν εκεί η Μελίνα Μερκούρη, η οποία μετά το φινάλε την αγκάλιασε ενθουσιασμένη και της είπε: «Αύριο όλη η Αθήνα θα μιλάει για σένα. Και θα μιλάει γιατί εγώ θα το διαδώσω!».

Την τετραετία 1954-1958 παρέμεινε στον θίασο του Θεάτρου Τέχνης παίζοντας σε σημαντικές παραστάσεις μεταξύ των οποίων «Ο Ματωμένος Γάμος του Λόρκα», «Ο βυσσινόκηπος» του Τσέχοφ, η «Δωδέκατη Νύχτα» του Σαίξπηρ, «Η αυλή των θαυμάτων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, «Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν» του Μπρεχτ, «Καλοκαίρι και καταχνιά» του Τ. Ουίλιαμς. Στη συγκεκριμένη παράσταση μάλιστα άφησε εποχή ο τρόπος με τον οποίον έλεγε τη λέξη «Σωρείτες».

Αν και ξεκίνησε την καριέρα της από το Θέατρο Τέχνης, η Βέρα Ζαβιτσιάνου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της θεατρικής της σταδιοδρομίας στο Εθνικό Θέατρο, με το οποίο συνεργάστηκε κατά τις περιόδους 1963-1973 και 1986-2002. Στο πλαίσιο αυτής της μακροχρόνιας συνεργασίας έπαιξε σε μεγάλα έργα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων: «Το σπίτι της Μπερνάρντα Αλμπα» του Λόρκα, «Η θυσία του Αβραάμ» του Κορνάρου, «Ο Βασιλικός» του Μάτεσι, η «Τρικυμία» του Σαίξπηρ, η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, «Ο Μισάνθρωπος» του Μολιέρου.

  • «Ταξίδι»

Στο Εθνικό, εξάλλου, έκανε την προτελευταία της θεατρική εμφάνιση με το έργο «Ταξίδι της μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα» σε σκηνοθεσία Γιάννη Ιορδανίδη (2002). Είχαν προηγηθεί «Οι Φάλαινες του Αυγούστου» σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη (2001) και «Ο ουρανός κατακόκκινος» της Λούλας Αναγνωστάκη, το 1998 (Βίκτωρ Αρδίτης), έργο που επανέλαβε στο πλαίσιο των θεατρικών μονολόγων της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας το 2003 (σκηνοθεσία Γιάννης Ιορδανίδης) και έμελλε να είναι η τελευταία της θεατρική εμφάνιση.

Στο ελεύθερο θέατρο συνεργάστηκε με μεγάλους ηθοποιούς όπως ο Μάνος Κατράκης, ο Δημήτρης Χορν με τον οποίον ανέβασαν το 62-63 «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μίκη Θεοδωράκη, ο Αλέκος Αλεξανδράκης, ο Αγγελος Αντωνόπουλος, η Μαριέττα Ριάλδη κ.ά. Οσον αφορά την τηλεοπτική παρουσία, ο γνωστότερος ρόλος της ήταν αυτός της «Κυρίας Κούλας» στην ομώνυμη τηλεταινία του Διαγόρα Χρονόπουλου, η οποία ήταν βασισμένη σε νουβέλα του Μένη Κουμανταρέα, ενώ πρωταγωνίστησε και σε πολλά θεατρικά έργα που μεταδόθηκαν από το ραδιόφωνο.

Η Βέρα Ζαβιτσιάνου δοκίμασε και τις σκηνοθετικές της δυνάμεις σκηνοθετώντας στο Εθνικό Θέατρο τη «Φαλακρή τραγουδίστρια» του Ιονέσκο. Ως πολυτάλαντη καλλιτεχνική προσωπικότητα που ήταν, προσέγγισε και τον μουσικό χώρο (είχε πολύ ωραία και ξεχωριστή φωνή) ηχογραφώντας σε δίσκους «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μίκη Θεοδωράκη, τον «Ερωτόκριτο» του Νίκου Μαμαγκάκη και τον «Μικρό Επιτάφιο» των Κραουνάκη - Μανιώτη.

Τις πλούσιες γνώσεις της τις μετέδιδε στους νεότερους διδάσκοντας υποκριτική στις δραματικές σχολές των Γρ. Βαφιά, Κ. Μιχαηλίδη και Γ. Κιμούλη. Είχε τιμηθεί από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με το Παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος και με το «Επαθλο Κοτοπούλη», ενώ υπήρξε και μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών.

Η κηδεία θα γίνει τη Δευτέρα στις 5.00 μ.μ., στο Νεκροταφείο Παλιού Φαλήρου.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΡΑΛΗ, ΕΘΝΟΣ, Παρασκευή, 12 Σεπτεμβρίου 2008

Πέθανε η ηθοποιός Βέρα Ζαβιτσιάνου


Στα 78 της χρόνια έφυγε το βράδυ της Πέμπτης από τη ζωή η ηθοποιός του κλασικού θεάτρου Βέρα Ζαβιτσιάνου αφήνοντας την τελευταία της πνοή σε θεραπευτική κλινική του Παλαιού Φαλήρου. Η Βέρα Ζαβιτσιάνου σπούδασε θέατρο στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου και το 1954 εμφανίστηκε στον πρώτο της ρόλο στο έργο του Θίο Ουάϊλντερ «Με τα δόντια». Στη διάρκεια 40 χρόνων εμφανίστηκε σε πολλούς ρόλους του κλασικού θεάτρου και ολοκλήρωσε την καριέρα της με το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη «Ο ουρανός κατακόκκινος» το 1998.

Υπήρξε συνθιασάρχης του Αλέκου Αλεξανδράκη και του Άγγελου Αντωνόπουλου, ενώ εμφανιζόταν για πολλά χρόνια και στο Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη. Εμφανίστηκε στην τηλεόραση μία μόνο φορά στον ομώνυμο ρόλο της «Κυρίας Κούλας» βασισμένο στο διήγημα του Μ. Κουμανταρέα. Η κηδεία της Βέρας Ζαβιτσιάνου θα γίνει την προσεχή Δευτέρα στις 5 το απόγευμα στο νεκροταφείου του Παλαιού Φαλήρου.

ΑΠΕ - ΜΠΕ, Παρασκευή, 12/09/2008

Thursday, September 11, 2008

«Εφυγε» η ηθοποιός Βέρα Ζαβιτσιάνου

Αφησε χθες την τελευταία της πνοή έχοντας πέντε δεκαετίες προσφοράς στο θέατρο

Φωτογραφία

Η Βέρα Ζαβιτσιάνου, που τίμησε με την παρουσία και τις ερμηνείες της το ελληνικό θέατρο για πέντε δεκαετίες, πέθανε ύστερα από πολύμηνη μάχη με τον καρκίνο. Αφησε την τελευταία της πνοή χθες το βράδυ στο Ιατρικό Κέντρο Φαλήρου, όπου νοσηλευόταν τις τελευταίες εβδομάδες σε κωματώδη κατάσταση, καθώς η κατάσταση της υγείας της είχε κριθεί μη αναστρέψιμη. Κοντά της ήταν ο αδελφός της και αγαπημένοι φίλοι και συνάδελφοί της. Γι΄ αυτό και όταν τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Μάιο που μας πέρασε, δεν ήταν εκεί ώστε να παραλάβει από τα χέρια του Κάρολου Παπούλια την τιμητική αυτή διάκριση. Είχε τιμηθεί και με το έπαθλο Κοτοπούλη.

Γεννημένη στο Παλαιό Φάληρο, τη δεκαετία του 1930, η Βέρα Ζαβιτσιάνου σπούδασε στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Πρωτοεμφανίστηκε στο σανίδι το 1954 στο έργο του Θόρντον Γουάιλντερ «Με τα δόντια» και παρέμεινε στο Θέατρο Τέχνης ως το 1958 συμμετέχοντας σε μια σειρά από σημαντικά έργα, μεταξύ των οποίων τα «Κεκλεισμένων των θυρών» του Σαρτρ, «Η μικρή μας πόλη» του Θόρντον Γουάιλντερ, «Ο ματωμένος γάμος» του Λόρκα, «Η αρκούδα», «Η επέτειος», «Ο βυσσινόκηπος» του Τσέχοφ, «Τριαντάφυλλο στο στήθος» του Τενεσί Γουίλιαμς, «Η αγριόπαπια» του Ιψεν, «Δωδέκατη νύχτα» του Σαίξπηρ , και ακόμη σε έργα των Μπρεχτ, Ο΄ Κέιζι, Καμπανέλλη . Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον Δημήτρη Χορν και με το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη, ενώ το 1963-1973 έπαιξε στο Εθνικό Θέατρο. Ερμήνευσε την Αντιγόνη στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή. Το 1973 έκανε θίασο με τον Αγγελο Αντωνόπουλο και τη δεκαετία 1986-1997 συνεργάστηκε και πάλι με το Εθνικό.

Μια ξεχωριστή της στιγμή ήταν όταν ερμήνευσε τον μονόλογο της Λούλας Αναγνωστάκη «Ουρανός κατακόκκινος» το 1998 στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου σε σκηνοθεσία Βίκτορα Αρδίττη, έργο που επρόκειτο να ερμηνεύσει και πέρυσι στο «Αγγέλων Βήμα» με τον Κοραή Δαμάτη, αλλά η κατάσταση της υγείας της δεν της το επέτρεψε και έτσι αποσύρθηκε. Το 2002 έπαιξε για τελευταία φορά, στο «Μακρύ ταξίδι της μέρας μέσα στη νύχτα» του Ευγένιου Ο΄Νιλ με τον Γιώργο Μοσχίδη (Νέα Σκηνή, Εθνικό) σε σκηνοθεσία Γιάννη Ιορδανίδη. Είχαν προηγηθεί μια σειρά από ιδιαίτερα επιτυχημένες ερμηνείες της στα έργα «Φάλαινες του Αυγούστου» του Ντέιβιντ Μπέρι, «Δούλες» του Ζαν Ζενέ , «Ευαίσθητη ισορροπία» του Αλμπι.

Η Βέρα Ζαβιτισάνου έπαιξε σε πολλά θεατρικά έργα στο ραδιόφωνο, σκηνοθέτησε στο Εθνικό τη «Φαλακρή τραγουδίστρια» του Ευγένιου Ιονέσκο, ενώ στην τηλεόραση πρωταγωνίστησε στην τηλεταινία του Διαγόρα Χρονόπουλου «Η κυρία Κούλα». Είχε διδάξει στις σχολές των Γρ. Βαφιά, Κ. Μιχαηλίδη και Γ. Κιμούλη. Ηθοποιός με ξεχωριστή φωνή, ηχογράφησε δίσκους με τραγούδια του Θεοδωράκη , του Νίκου Μαμαγκάκη αλλά και του Σταμάτη Κραουνάκη - σε στίχους Γιώργου Μανιώτη.

Η κηδεία της θα γίνει τη Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου στις 17.00 στο νεκροταφείο Παλαιού Φαλήρου.

Τα θέατρα ετοιμάζονται για την αυλαία

Πολλές είναι οι πρεμιέρες που ανακοινώνονται καθημερινά, συμπληρώνοντας το παζλ των παραστάσεων στις αθηναϊκές σκηνές. Το εναλλασσόμενο ρεπερτόριο και οι νέες ομάδες είναι τα χαρακτηριστικά της σεζόν που αρχίζει

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΓΡΑΜΜΕΛΗ, ΤΟ ΒΗΜΑ, Παρασκευή, 12 Σεπτεμβρίου 2008

Φωτογραφία

Επάνω, οι συντελεστές της παράστασης «Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας» που θα παρουσιαστεί στην Α΄ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας. Κάτω, από αριστερά, οι Γιώργος Καραμίχος, Πέτρος Λαγούτης, Βίκυ Παπαδοπούλου και Χρήστος Σαπουντζής στη «Μέθοδο Γκρόνχολμ» που θα επαναληφθεί στο Θέατρο Τέχνης. Ενθετη κάτω, η Φωτεινή Παπαδόδημα (κάτω), η Κωνσταντίνα Τάκαλου και ο Γιάννης Φίλιας στην παράσταση «Φρίντα/Φρίντα» η οποία θα συνεχιστεί και εφέτος στη Β΄ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας
Μια ανάσα πριν από την έναρξη της νέας θεατρικής σεζόν και πολλές πρεμιέρες ανακοινώνονται καθημερινά. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι παρά την οικονομική κρίση όλο και περισσότερα θέατρα υιοθετούν το εναλλασσόμενο ρεπερτόριο και μάλιστα με περισσότερες από τρεις παραγωγές ετησίως, ενώ αρκετές είναι και οι νέες, ακόμη και πρωτοεμφανιζόμενες, θεατρικές ομάδες που αποπειρώνται την πρώτη επαφή τους με το αθηναϊκό κοινό.
Το δεύτερο δεκαήμερο του Νοεμβρίου η θεατρική εταιρεία Πράξη παρουσιάζει στην Α΄ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας, το έργο του Φρίντριχ Ντίρενματ «Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας» σε μετάφραση Γιώργου Δεπάστα και σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού. Παίζουν οι Μπέτυ Αρβανίτη, Γιάννης Φέρτης, Κώστας Γαλανάκης, Νίκος Αλεξίου, Μπάμπης Σαρηγιαννίδης, Βασίλης Καραμπούλας, Τζίνη Παπαδοπούλου, Παναγιώτης Παναγόπουλος, Θανάσης Δήμου κ.ά.
Πρεμιέρα εντός του Οκτωβρίου αναμένεται να κάνει και η παράσταση του έργου «Το σ΄ αγαπώ δεν είναι ντεμοντέ» της Μιμής Ντενίση στο θέατρο Ιλίσια-Ντενίση. Το κείμενο βασίζεται στο έργο του Νόελ Κάουαρντ «Απόψε στις 8.30» και πρωταγωνιστούν, εκτός από την προαναφερθείσα, οι Στράτος Τζώρτζογλου, Αγγελική Λάμπρη, Πρόδρομος Τοσουνίδης και Χρήστος Σιμαρδάνης.
Με το έργο του Αρθουρ Μίλερ «Ο θάνατος του εμποράκου» εγκαινιάζεται στα τέλη Οκτωβρίου το θέατρο Ζίνα (ο ιστορικός κινηματογράφος της λεωφόρου Αλεξάνδρας που ανακαινίζεται σε θεατρική σκηνή από τις Επιχειρήσεις Θεάματος των Αδελφών Τάγαρη). Σκηνοθετεί ο Γιάννης Ιορδανίδης και πρωταγωνιστεί ο Θύμιος Καρακατσάνης. Συμμετέχουν οι Αφροδίτη Γρηγοριάδου, Μιχάλης Μαρκάτης, Γρηγόρης Σταμούλης, Δημήτρης Νασιούλας, Ελευθερία Ρήγου και Στάθης Κακαβάς.
Στις 6 Νοεμβρίου η Κεντρική Σκηνή του θεάτρου Αργώ ανεβάζει την παράσταση «Αmor Οmnia Vincit» του Περ Ολοφ Ενκβιστ («Η αγάπη νικά τα πάντα»). Την παράσταση σκηνοθετεί ο Δημήτρης Ιωάννου και παίζουν οι ηθοποιοί Αιμιλία Υψηλάντη , Δημήτρης Παπάζογλου και Ζαχαρούλα Οικονόμου. Στο ίδιο θέατρο θα ανεβεί η παράσταση του έργου «Επιχείρηση Ιουδήθ» του Περικλή Κοροβέση από τη θεατρική ομάδα Πείρα(γ)μα, από τις 3 Νοεμβρίου.
Στο Αγγέλων Βήμα θα ανεβεί το έργο των Τόμας Μίντλετον και Γουίλιαμ Ρόουλεϊ «Οι αλλοπαρμένοι» σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη, το οποίο θα παίζεται από την Πέμπτη 16 Οκτωβρίου με τους Λεωνίδα Χρυσομάλλη, Χρήστο Γεωργαλή, Κορίνα Χρυσάιδου, Σοφία Αθανασοπούλου κ.ά. Θα παρουσιαστεί επίσης το έργο του Ντούσαν Κοβάσεβιτς «Ο επαγγελματίας» σε σκηνοθεσία της Πηγής Δημητρακοπούλου , με τους Γιάννη Τσορτέκη και Γιώργο Μπινιάρη.
Τέλος, θα παιχτεί «Το υπέροχό μου διαζύγιο» της Τζεραλντίν Αρον τον Φεβρουάριο σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτημε τη Σμαράγδα Σμυρναίου. Στο Θέατρο Επί Κολωνώ το πρόγραμμα της εφετινής περιόδου περιλαμβάνει τα εξής έργα: «Rottweiler» του Γκιγέρμο Ερας σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη, «Οι Δανειστές» του Αύγουστου Στρίντμπεργκ σε σκηνοθεσία Γιώργου Παλούμπη, «Μα.Μά.» του Χάρη Μπόσινα σε σκηνοθεσία του ίδιου και της Αθηνάς Αλεξοπούλου και «Ρέκβιεμ» του Φερνάντο Ρενχίφο σε σκηνοθεσία Γεωργίας Μαυραγάνη.
  • Επαναλήψεις
Η Κάτια Δανδουλάκη επιμένει για δεύτερη σεζόν με την παράσταση του έργου των Αλέξανδρου Ρήγα και Δημήτρη Αποστόλου «Παρακαλώ ας μείνει μεταξύ μας» με τους Κατιάνα Μπαλανίκα και Γιώργο Μαρίνο. Η εφετινή πρεμιέρα στο θέατρο «Κάτια Δανδουλάκη» αναμένεται στα μέσα Οκτωβρίου. Με την επιτυχημένη παράσταση του έργου της Ρέας Μαλέλη «Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου» μετακομίζει στο Θέατρο Βασιλάκου για τα Δευτερότριτα η Νένα Μεντή. Επανάληψη και στο θέατρο Χώρα με το «Μisery» και τους Νίκο Ψαρρά και Αννέζα Παπαδοπούλου. Στη Β΄ Σκηνή του Θεάτρου της οδού Κεφαλληνίας επαναλαμβάνεται από την Πέμπτη 9 Οκτωβρίου ως και την Κυριακή 7 Δεκεμβρίου το έργο της Εστέρ Αντρέ Γκονζάλεζ «Φρίντα/ Φρίντα», σε σκηνοθεσία της ίδιας, με τους Φωτεινή Παπαδόδημα, Κωνσταντίνα Τάκαλου και Γιάννη Φίλια.
Η επιτυχία που σημείωσε την περυσινή θεατρική σεζόν η παράσταση «Η μέθοδος Γκρόνχολμ»του Χόρντι Γκαλθεράν οδήγησε το Θέατρο Τέχνης στην απόφαση να την επαναλάβει και εφέτος για λίγες παραστάσεις και συγκεκριμένα από τις 24 Σεπτεμβρίου και για περίπου έναν μήνα. Η σκηνοθεσία είναι του Διαγόρα Χρονόπουλου και πρωταγωνιστούν οι ηθοποιοί Γιώργος Καραμίχος, Πέτρος Λαγούτης, Χρήστος Σαπουντζής και Βίκυ Παπαδοπούλου. Το Αγγέλων Βήμα θα επαναλάβει σε περιορισμένο αριθμό παραστάσεων τη μουσικοθεατρική παράσταση «Μια Χαρά στο φουαγέ» με τη Χαρά Κεφαλά στο τραγούδι και την Ευγενία Καρλαύτη στο πιάνο και στις ενορχηστρώσεις. Στον ίδιο θεατρικό χώρο από τις 20 Οκτωβρίου θα επαναληφθούν οι «Φωνές» του Αλαν Μπένετ, τέσσερις συγγενικοί μονόλογοι, σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη με τους Ολγα Τουρνάκη, Σμαράγδα Σμυρναίου, Δημήτρη Καραμπέτση και Χαρά Κεφαλά. Την επιτυχημένη πορεία του θα συνεχίσει και αυτή τη σεζόν από την Τετάρτη 8 Οκτωβρίου στο Θέατρο Βασιλάκου το έργο του Βασίλη Κατσικονούρη «Το γάλα», σε σκηνοθεσία της Αννας Βαγενά με την ίδια σε πρωταγωνιστικό ρόλο και μαζί της τους ηθοποιούς Αλέξανδρο Μπαλαμώτη, Στέφανο Κοσμίδη και Ανθή Κόκκινου. Στο θέατρο Coronet θα επαναληφθεί ο «Caveman» του Ρομπ Μπέκερ, με τον Γεράσιμο Γεννατά στον ομώνυμο ρόλο, και η παράσταση «Νοσφεράτου Διδόντικους» από τη θεατρική ομάδα Εx Αnimo.
Τέλος, στο Θέατρο Επί Κολωνώ για μία ακόμη χρονιά θα παρουσιαστούν στην Κεντρική Σκηνή τα «Ρenetrator» του Αντονι Νίλσον σε σκηνοθεσία Γιώργου Παλούμπη και το έργο της Γεωργίας Μαυραγάνη «Από ΄δω και πέρα μόνο Χάπι Εντ» και στο φουαγέ «Οταν είδα το 100% τέλειο κορίτσι για μένα» της Γεωργίας Μαυραγάνη, το «Ωκεανός πολύ μπλε», βασισμένο στο «Danny and the Deep Βlue Sea» του Τζον Πάτρικ Στάνλεϊ, σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη, και «Κaragiozis-2 πακέτα τσιγάρα» από τον θίασο Ηλία Καρελλά.

Aλίκη Bουγιουκλάκη: Η απόλυτη Ελληνίδα σταρ

Eθνική σταρ τη βάφτισε η Eλένη Bλάχου το 1958 κι εκείνη διατήρησε επάξια τον τίτλο της έως το τέλος. Tίποτα, ωστόσο, δεν της χαρίστηκε. Oύτε η δόξα ούτε και η λατρεία του κοινού. Για να κατακτήσει το όνειρό της πάλεψε σκληρά και σε τούτη τη μάχη δεν είχε σύμμαχο μονάχα το ταλέντο της αλλά και μια αδιαπραγμάτευτη λογική, το ότι ήθελε πάντα να είναι πρώτη, η καλύτερη. Πώς θα μπορούσε να αποτύχει, λοιπόν;

Η απόλυτη Ελληνίδα σταρ

Mέσα από εκείνη την αδιαπραγμάτευτη λογική, έγινε στη δουλειά της ένα τελειομανές και ακούραστο πλάσμα, ακόμα και σκληρή με τους συνεργάτες, μα πάνω απ’ όλα κατέκτησε αυτό για το οποίο μαχόταν από την πρώτη στιγμή: την κορυφή. Kαι δεν την κατέκτησε απλώς. Tην κράτησε δική της μέχρι την ύστατη ώρα. Mέχρι την ώρα που μια κουρασμένη γυναίκα άφηνε την τελευταία της πνοή και φτερούγιζε για κει απ’ όπου βγαίνει το ξύλο, σύμφωνα με τον Σακελλάριο, αφήνοντας πίσω της το αιώνιο λαμπερό κορίτσι, την ατίθαση Λίζα Παπασταύρου, την περήφανη Mανταλένα και τη γενναία Yπολοχαγό Nατάσσα. Ποτάμια λέξεων θα γράφονταν όλα αυτά τα χρόνια για το μυστικό της επιτυχίας της. H ίδια θα ομολογούσε: «Tαλέντο, συνέπεια, ζήλος για τη δουλειά. Aγώνας και πείσμα, ανδρικές, πολλές φορές, αρετές. Φωτιά και σίδερο, αλλού πάλι όνειρο και πλάνη. Nα, περίπου, από τι είναι φτιαγμένη η Aλίκη Bουγιουκλάκη».

Aλίκη Bουγιουκλάκη
Aλίκη Bουγιουκλάκη

Φωτιά και σίδερο, λοιπόν: αυτά χαλυβδώνουν την ψυχή του δεκάχρονου κοριτσιού που χάνει τον πατέρα του, παραμονή Πρωτοχρονιάς του ’44. Oταν σκοτώνεται εκείνος ο πατέρας, οι παιδικοί ώμοι της πρωτότοκης θυγατέρας αναλαμβάνουν να σηκώσουν το βάρος της οικογένειας. Ως μαθήτρια στο Γυμνάσιο Aμαρουσίου, ήταν φτυστή η Παπασταύρου. Kαπετάν φασαρίας και πνεύμα αντιλογίας. Aργότερα, θα έλεγε: «Θυμάμαι ότι στεκόμουν μπροστά στον καθρέφτη και προσπαθούσα να υποδυθώ τον ρόλο της Λίζας. Tι Bουγιουκλάκη έλεγα, τι Παπασταύρου. H ίδια μάνα μάς γέννησε».

Έφηβη ακόμα, δίνει κρυφά εξετάσεις και εισάγεται στη Δραματική Σχολή του Eθνικού. Διανύουμε εξάλλου την εποχή όπου στην Eλλάδα το επάγγελμα του ηθοποιού δεν αποπνέει μονάχα μια αβέβαιη προοπτική αλλά και το προφίλ μιας κάποιας ανηθικότητας (ή έστω «χαλαρών ηθών», κυρίως για τις νεαρές δεσποινίδες). Iδού, όμως, το κοντράστ με τη φωτιά και το σίδερο: εκεί όπου η ψυχή θέλει να πετάξει από την πραγματικότητα, έρχεται το όνειρο και η πλάνη της Tέχνης να την ταξιδέψουν. O Pοντήρης γίνεται ο πρώτος της δάσκαλος και έτσι η Aλίκη θωρακίζεται με γερά θεμέλια.
Aπό μικρή λατρεύει τη Mαίρη Πίκφορντ και την Γκρέτα Γκάρμπο. Aπό μικρή ονειρεύεται το σανίδι. Kαι το όνειρο γίνεται σύντομα πραγματικότητα: πριν ακόμα τελειώσει τη σχολή, τον χειμώνα του 1953, ο Pοντήρης της εμπιστεύεται τον μικρό ρόλο της Λουιζόν στον «Kατά φαντασίαν ασθενή» του Mολιέρου. Aκολουθεί ο εξίσου περιορισμένος ρόλος της Oλυμπίας στις «Φουσκοθαλασσιές» του Δημ. Mπόγρη και λίγους μήνες αργότερα η ευκαιρία να αντικαταστήσει την Aννα Συνοδινού στο «Pωμαίος και Iουλιέτα» του Σέξπιρ (στον ρόλο της Iουλιέτας και σε σκηνοθεσία του Nίκου Xατζίσκου). Eντούτοις, η συχνά αρτηριοσκληρωτική ελίτ του Eθνικού, με τις έριδες να πάλλονται σαν σεξπιρικά φαντάσματα, δεν μπορεί να χωνέψει τόσο εύκολα το ταλέντο της νεαράς, και η Aλίκη αποχωρεί, για να βρεθεί, έπειτα από λίγο, πρωταγωνίστρια πλάι στον Mουσούρη.
Φυσικά, δεν είναι το θέατρο που θα εκτοξεύσει στη στρατόσφαιρα την Aλίκη Σταματίνα Bουγιουκλάκη, το κορίτσι που γεννήθηκε στις 20 Iουλίου του 1934 και το οποίο έμελλε να μεγαλώσει κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, μέσα στην ένδεια και τη στέρηση και την ορφάνια. Eίναι το σινεμά: το ίδιο εκείνο όχημα μέσα από το οποίο μικρή λάτρεψε την Πίκφορντ και την Γκάρμπο και τις άλλες ιέρειες της εποχής με τις οποίες ταυτιζόταν για να ταξιδεύει νοερά πέρα από το αμείλικτο σύννεφο που την περιέβαλλε.
Fast forward στο μέλλον: ένα μαγιάτικο βράδυ του 1996 μια γυναίκα με μαύρα γυαλιά διασχίζει αργά αργά την είσοδο του Iατρικού Kέντρου Aθηνών, υποβασταζόμενη από τον χειρουργό Mιχάλη Λορεντζιάδη. H κοπέλα στη ρεσεψιόν του νοσοκομείου της ζητάει όνομα, διεύθυνση, τηλέφωνο. H γυναίκα με τα μαύρα γυαλιά της λέει: «Λίζα Παπασταύρου, κάτοικος Aθηνών, οδός Σταδίου 26, τηλέφωνο 3234980».
Όλες οι λεπτομέρειες της τρίμηνης νοσηλείας που θα ακολουθήσει, θα συμπεριληφθούν μέσα σε έναν φάκελο με αυτά τα στοιχεία. H Λίζα Παπασταύρου έχει ξεπηδήσει από την οθόνη και δίνει τώρα τη μάχη της με τη ζωή. Tην πραγματική ζωή. Kι όμως: ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι η Λίζα Παπασταύρου αποτελούσε πάντα το βαθύτερο alter ego της Aλίκης, το βέβαιο είναι ότι το εθνικό μας κορίτσι ενηλικιώθηκε μέσα από την οθόνη, ωρίμασε μέσα από την οθόνη, μεγάλωσε μέσα από την οθόνη, οπότε η «Λίζα» που άφησε εμβρόντητη εκείνη την κοπέλα στη ρεσεψιόν του Iατρικού δεν ήταν παρά η πιο αληθινή μορφή της Aλίκης, η μορφή που βγαίνει για πάντα από το παραμύθι του ονείρου προκειμένου να συμβιβαστεί με την αχλύ του πικρού ρεαλισμού.
Fast rewind, λοιπόν: το ταξίδι στο παραμύθι του ονείρου ξεκινάει το 1954 με την ταινία «Tο ποντικάκι». O Mουσούρης την έχει κάνει πλέον πρωταγωνίστρια, διακρίνοντας σε αυτήν μια λαμπερή περσόνα, το στυλ ενός χαμογελαστού παιδιού με τη χάρη της σουμπρέτας, ένα στυλ που καλύπτει το μεγάλο κενό μιας ανέμελης και χαρούμενης φιγούρας στην ταλαιπωρημένη μεταπολεμική Eλλάδα. Στο ίδιο στυλ επενδύει και ο Φίνος. Kαι ακολουθούν οι μεγάλες επιτυχίες.
H Aλίκη φοράει ποδιά και πηγαίνει σχολείο. Nτύνεται ναυτάκι. Γίνεται «Κλωτσοσκούφι», «Μουσίτσα», «Mανταλένα», «Yπολοχαγός Nατάσσα». Kαι κάνει σκέρτσα, παίζει με τον φακό όπως ένας ερωτευμένος παίζει στα μάτια του έρωτά του. Tραγουδάει, δακρύζει, αγαπάει. Kαι μένει πάντα έφηβη, ένα κράμα Λολίτας του Nαμπόκοφ και Iουλιέτας του Σαίξπηρ, μια ενσάρκωση με την οποία όλες, μητέρες και κόρες, θέλουν να ταυτιστούν. Mέσα από την ενσάρκωση αυτού του ονείρου, η Aλίκη πλησιάζει στον γιαλό φωνάζοντας «Aλλος με τη βάρκα μας» και η ίδια της η καριέρα γίνεται βάρκα που θα χωρέσει τρεις και τέσσερις γενιές Eλλήνων.
Στο μεταξύ, συνεχίζει στο θέατρο με την ίδια λαχτάρα. Kάνει δικό της θίασο το 1962 και ανεβάζει, σε σκηνοθεσία Aλέξη Σολωμού και μουσική Mάνου Xατζιδάκι, το «Kαίσαρ και Kλεοπάτρα» του Mπέρναρ Σο (ενώ την ίδια εποχή, μια άλλη «Kλεοπάτρα», η Eλίζαμπεθ Tέιλορ, κατατροπώνεται στα ταμεία). Eμφανίζεται εκτάκτως στην «Oδό Oνείρων». Kαι οι κριτικοί της εποχής αναγνωρίζουν για πρώτη φορά την ανάγκη της ηθοποιού να ξεφύγει από την τυποποίηση των ρόλων που ερμηνεύει στη μεγάλη οθόνη.
H δεκαετία του εξήντα βρίσκει την Aλίκη στον αστερισμό της θριαμβευτικής καθιέρωσης. Πετυχημένη πρωταγωνίστρια στον χώρο του θεάματος, έχοντας εισαγάγει στοιχεία μιούζικαλ τόσο στο θέατρο όσο και στο σινεμά, εκφράζει τις επιθυμίες μιας πιο χαρούμενης ζωής και γίνεται ίνδαλμα. Kαι πίσω από αυτήν τη διαρκώς ανερχόμενη διάσταση, δεσπόζει η αδιαπραγμάτευτη λογική για την οποία μιλήσαμε παραπάνω: η αυστηρώς πειθαρχημένη προσωπικότητα μιας γυναίκας, που επιλέγει με προσοχή τους συνεργάτες της, που απαιτεί το τέλειο, που θέλει να διατηρεί τον έλεγχο μέχρι και την τελευταία, την παραμικρή λεπτομέρεια. Στην οθόνη, το ανέμελο κορίτσι. Στη ζωή, η απόλυτη επαγγελματίας. Πώς αλλιώς ο ίδιος ο Λόρενς Oλίβιε θα έφτανε να πει ότι «η Eλληνίδα ηθοποιός Aλίκη Bουγιουκλάκη είναι πρώτη από όλες τις Eβίτες, τόσο σε εξωτερική εμφάνιση όσο και σε παίξιμο;» Bλέπετε; Oλα έχουν μια εξήγηση. Tίποτα δεν είναι τυχαίο.
Oύτε είναι τυχαίο το ότι η Aλίκη εκμεταλλεύεται τις κινηματογραφικές της επιτυχίες στον χώρο της κωμωδίας, οι οποίες κάνουν εισπράξεις ρεκόρ για την εποχή καθιερώνοντας το είδωλό της ως αντίβαρο στα δακρύβρεχτα κοινωνικά δράματα της υπόλοιπης κινηματογραφικής παραγωγής, προκειμένου να ανεβάσει θεατρικές παραστάσεις με υψηλότερα στάνταρ παραγωγής. H Aλίκη που παίζει στο «H κόρη μου η σοσιαλίστρια» είναι η ίδια Aλίκη που πρωταγωνιστεί στο «Ωραία μου Kυρία» (και αργότερα στο «Tου φτωχού το αρνί» του Στέφαν Tσβάιχ ή στο «Tόπο στα νιάτα» του Π. Φοντέρ). Tο μόνο που διαφέρει είναι η οπτική. Στον κινηματογράφο οφείλει να υπηρετεί τη φόρμουλα της επιτυχίας. Στο θέατρο οφείλει, ως γεννημένη καλλιτέχνις, να επενδύει τα υλικά κεκτημένα της κινηματογραφικής επιτυχίας και μέσα από αυτά να παίρνει ρίσκα. Pίσκα που έχουν να κάνουν με το ίδιο το έργο, με το ίδιο το μέγεθος της παραγωγής, με τον ίδιο τον ρόλο.
Στο μεταξύ, δουλεύει ακατάπαυστα, από το θέατρο στα κινηματογραφικά πλατό και το αντίστροφο, και ακούει συχνά κάποιους να γκρινιάζουν για τις επιλογές της. Tο αφτί της όμως δεν ιδρώνει. Λειτουργεί σαν αντράκι, ακόμα και όταν φτιάχνει έναν ακόμα θίασο, εκεί γύρω στο ’67, μαζί με τον έρωτα της ζωής της, τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Kαι την ίδια στιγμή, να ζουν μαζί το απόλυτο ντελίριο μιας εθνικής υστερίας, μέσα από εξώφυλλα, κουτσομπολιά, φήμες. H ίδια θα έλεγε αργότερα ότι «O άντρας της ζωής μου είμαι εγώ». Ωστόσο, γεύεται τον έρωτα με την ίδια λαχτάρα μέσα από την οποία εκτοξεύεται σε εκείνη τη διάσταση του μύθου.
Πρώτος σύντροφός της ο Mάριος Πλωρίτης. Aκολουθούν ο Aλέξης Σολωμός, ο Nάσος Mπότσης, ο Nίκος Mομφεράτος. Ωστόσο, ανεξαρτήτως από το τι λέει η ίδια, η μεγάλη αγάπη θα έρθει μέσα από τη μορφή του υπέρ-ταλαντούχου Παπαμιχαήλ. Tον Δημήτρη τον ξέρει από παλιά, από τότε που ήταν συμφοιτητές στη Δραματική Σχολή. Oι δυο τους θα γίνουν το ιδανικό ζευγάρι για το κοινό. Παντρεύονται στις 18 Iανουαρίου 1965. O Γιάννης θα γεννηθεί στις 4 Iουνίου 1969. H οικογένεια θα διαλυθεί το 1975 (ημερομηνία έκδοσης διαζυγίου: 5 Iουλίου). Tέλος του παραμυθιού; Φυσικά και όχι.
Mακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, η Aλίκη θα κάνει έναν δεύτερο γάμο το 1980 με τον Kύπριο επιχειρηματία Γιώργο Hλιάδη. Θα τον κρατήσει εντελώς μυστικό (παρότι το μυστήριο τελέστηκε στο παρεκκλήσι της Mητρόπολης Aθηνών). Tο τέλος και αυτού του γάμου ανοίγει το κεφάλαιο Bλάσης Mπονάτσος. O τελευταίος σύντροφός της έμελλε να είναι ο Kώστας Σπυρόπουλος. Kαι παρ’ όλα αυτά, η ίδια να επιμένει: «O άντρας της ζωής μου είμαι εγώ». Tελικά, όπως θα αποδεικνυόταν, ο καλύτερός της «σύντροφος» θα παραμείνει ο ανώνυμος κόσμος: εκείνη η πλατιά μάζα, στο εύρος της οποίας η Aλίκη δεν χάνει τίποτα από τη λάμψη της, ακόμα και όταν τα χρόνια κυλούν επικίνδυνα (πολύ επικίνδυνα, ιδίως για τις μεγάλες πρωταγωνίστριες).
Aυτό το ευρύ κοινό στηρίζει πάντοτε τη Bουγιουκλάκη σε όλα της τα καλλιτεχνικά εγχειρήματα. Kαι δημιουργεί τη μεγάλη ασπίδα γύρω της, ακόμα και όταν μια μερίδα της κριτικής σπεύδει να διατυπώσει αρκετές επιφυλάξεις, όχι τόσο για το ταλέντο της και τον επαγγελματισμό της, όσο για τους μανιερισμούς και τα στερεότυπα που εισάγει στον χώρο του θεάματος. Eντούτοις, ακόμα και οι πιο αυστηροί κριτές της παραδέχονται ότι η θεατρική της καριέρα είναι εντελώς διαφορετική από την κινηματογραφική και ότι ήταν κάτι παραπάνω από σαφές πως ήθελε να κάνει μια στροφή στο ποιοτικό θέατρο, και σε αρκετές περιπτώσεις την πέτυχε στο έπακρο. O Φίνος, που υπήρξε ο κινηματογραφικός της πατέρας, θα περιέγραφε την Aλίκη ως «ένα ζωηρό, χαϊδεμένο παιδί χωρίς κακίες, χωρίς παράλογες σκέψεις και απαιτήσεις». Kαι θα συμπλήρωνε πως «πάνω στη δουλειά τα θέλει όλα δικά της, επειδή και η ίδια είναι από τους ανθρώπους που δίδεται ολότελα όταν εργάζεται».

H ίδια η Aλίκη θα έσπευδε κάποτε να σχολιάσει τον τίτλο της «εθνικής σταρ», που της είχε αποδώσει η Eλένη Bλάχου, με έναν τρόπο που δεν θα άφηνε και πολλά περιθώρια. Eίχε πει προς το τέλος της ζωής της: «Eπειδή ήμουνα αληθινή και όχι δήθεν. Δεν είμαι δήθεν σταρ. Eίμαι η πραγματική σταρ! Δεν είμαι δήθεν ταλαντούχα. Eίμαι πραγματικά ταλαντούχα! Δεν έχω κάνει δήθεν αποτυχίες. Eχω κάνει μεγάλες αποτυχίες! Δεν έχω κάνει δήθεν επιτυχίες. Eχω κάνει τα μεγαλύτερα ρεκόρ!» Eίπαμε: Φωτιά και σίδερο, όνειρο και πλάνη.
Ώσπου μια ηρωίδα της οθόνης ξετρυπώνει από το πανί και εισέρχεται στο νοσοκομείο, άρρωστη και καταβεβλημένη, για να μετατρέψει τα παλιά καλοκαίρια στα ανοιχτά σινεμά, ανάμεσα στα γιασεμιά και κάτω από το φως του φεγγαριού, σε καλοκαίρι μιας μεγάλης μάχης. H κυρία Λίζα Παπασταύρου με τα μαύρα γυαλιά. Mε τον καρκίνο καλπάζουσας μορφής που την έχει χτυπήσει πισώπλατα. Kαι με τη γνώριμη απεριόριστη δύναμή της. «Δεν το βάζω κάτω», λέει. «Eίμαι παλικάρι. Θα πολεμήσω και θα νικήσω». Aπό τη «Mελωδία της ευτυχίας», το έργο των Pότζερς και Xάμερσταϊν που έχει ανεβάσει στο θέατρο, περνάει στη μελωδία ενός άνισου, δύσκολου αγώνα που θα την κρατήσει κατάκοιτη τρεις μήνες, μέχρι το πρωινό εκείνης της Tρίτης, στις 23 Iουλίου του 1996.
Λίγο μετά τις δέκα, η Λίζα φτερουγίζει στη γειτονιά των αγγέλων, εκεί όπου την περιμένει ο λατρεμένος της πατέρας από την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του ’44. Kαι μόνο στο τελευταίο πιστοποιητικό, εκείνο του θανάτου, το «Λίζα Παπασταύρου» θα σβηστεί ώστε να γραφτεί στη θέση του το όνομα πίσω από τον θρύλο και η ημερομηνία γέννησης την οποία επιμελώς αποσιωπούσε σε όλη της τη ζωή. Ψιλά γράμματα. Για μας θα μείνει πάντα εκείνη η δροσερή, κατεργάρα, ερωτεύσιμη πιτσιρίκα που πάγωσε τον χρόνο μέσα από τις ταινίες.

  • Ξεπερνώντας τα σύνορα

Eτος-σταθμός για την Aλίκη στάθηκε το 1960. H ερμηνεία της στη «Mανταλένα» της χαρίζει το 1ο Bραβείο Eρμηνείας στο Kινηματογραφικό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. H ίδια ταινία εκπροσωπεί την Eλλάδα στο Φεστιβάλ των Kανών. Aφήνει πολύ καλές εντυπώσεις. H φήμη της Bουγιουκλάκη ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο. Δίνει συνεντεύξεις σε περιοδικά από τη Σκοτία, την Iταλία, το Iσραήλ, την Aυστραλία και την Tουρκία. Oι Tούρκοι μάλιστα τη λατρεύουν, κάτι που θα επιβεβαιωθεί και από τα χιλιάδες εισιτήρια που κόβουν εκεί οι ταινίες της Aλίκης.

  • Πραγματικό κλωτσοσκούφι

Tο υποκριτικό ταλέντο της Aλίκης έγινε αντιληπτό από το σχολείο ακόμα, καθώς πήρε μέρος σε κάμποσες θεατρικές παραστάσεις. Tη Δραματική Σχολή θα την τελείωνε τον Iούνιο του 1955 με «Λίαν Kαλώς». H ίδια πίστευε ότι το «λίαν καλώς» την αδικούσε. Πάντως, τον ρόλο της Iουλιέτας (στο έργο του Σέξπιρ, όταν αποχώρησε η Συνοδινού) τον έμαθε μέσα σε τρία μερόνυχτα. Aξίζει, εντούτοις, να σημειωθεί ότι η συνεργασία της με τον θίασο του N. Xατζίσκου θα τελείωνε άδοξα. Κάποια μέλη του θιάσου την κατηγόρησαν λέγοντας ότι ήταν «γρουσούζα» και «δύστροπη», έφτασαν μάλιστα και στο εξωφρενικό σημείο να κάνουν αγιασμό για να ξορκίσουν τα «μάγια» όπου υποτίθεται ότι τους είχε κάνει! H ζηλοτυπία σε όλο της το μεγαλείο.

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΔΑΝΔΟΛΟΣ, ΕΙΚΟΝΕΣ

«Αυλαία» για τη Βέρα Ζαβιτσιάνου

Τη μάχη με τον καρκίνο έχασε, αργά το βράδυ της Πέμπτης, η ηθοποιός Βέρα Ζαβιτσιάνου στα 81 της χρόνια. Διακεκριμένη πρωταγωνίστρια με πολλούς ρόλους στο ενεργητικό της τόσο στο Θέατρο Τέχνης όσο και στο Εθνικό, συνεργάστηκε και ως συνθιασάρχης σε διάφορα σχήματα. Η ερμηνεία της ανέδιδε φινέτσα, εσωτερικότητα και ευαισθησία.

Η κηδεία της θα γίνει τη Δευτέρα, στις 5 το απόγευμα, στο Παλαιό Φάληρο

Τροχαίο ατύχημα του Γιώργου Νινιού

Ατύχημα με τη μηχανή του είχε την Τρίτη το βράδυ ο ηθοποιός Γιώργος Νινιός. Καθώς γύριζε σπίτι του μετά την πρόβα στο Θέατρο του Νέου Κόσμου για την παράσταση «Εχθροί εξ αίματος» του Αρκά σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, ο ηθοποιός τραυματίστηκε στο γόνατο σε τροχαίο. Οι γιατροί συνέστησαν ακινησία για ένα μήνα, πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να βρεθεί αντικαταστάτης του για την παράσταση που κάνει πρεμιέρα στις 8 Οκτωβρίου.

Η ΛΥΔΙΑ ΚΟΝΙΟΡΔΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΗ «ΜΗΔΕΙΑ»

«Ας απέχω από την τουριστική Επίδαυρο»


Της Βίκυς Χαρισοπούλου, ΤΑ ΝΕΑ: Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2008

«Ας τιμωρηθώ κι ας μη συμμετέχω πια  στις καλοκαιρινές ατραξιόν» λέει η Λυδία  Κονιόρδου, αφού έχουν πια  καταλαγιάσει οι αντιδράσεις- κυρίως  στην Επίδαυρο- για την κατά Βασίλιεφ  «Μήδεια» του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας (το  οποίο εκείνη διευθύνει)

«Ας μη συμμετέχω πια στην Επίδαυρο αν έχει τόσο τουριστική αντιμετώπιση» δηλώνει η Λυδία Κονιόρδου μετά τις αποδοκιμασίες για τη Μήδεια, που πάει Θεσσαλονίκη και Ηρώδειο
«Αν η Επίδαυρος έχει αυτή την τουριστική αντιμετώπιση του αρχαίου δράματος δεν θα με πείραζε καθόλου να τιμωρηθώ και να μη συμμετάσχω ξανά στις καλοκαιρινές ατραξιόν. Προτιμώ να κρατήσω την εμπειρία μου από το Θεσσαλικό Θέατρο, από τις παραστάσεις στα χωράφια, στα χωριά του κάμπου όπου ο διάλογος με τους θεατές είναι ορισμένες φορές ουσιαστικότερος».
Με αγανάκτηση αλλά και ψυχραιμία η Λυδία Κονιόρδου- η Μήδεια της πλέον συζητημένης παράστασης του καλοκαιριού- τώρα που κατακάθησε η σκόνη από τις αντιδράσεις, τις κριτικές και τις λοιδορίες που δέχθηκε η παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας επιχείρησε χθες από τη Θεσσαλονίκη- συνεπικουρούμενη από όλο τον θίασο- να δώσει τις απαντήσεις που δεν έδωσε ο απών και χθες σκηνοθέτης Ανατόλι Βασίλιεφ.
Η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας (25 και πλέον χρόνια μετά τη ρηξικέλευθη και πλέον συζητημένη παράσταση της Ηλέκτρας με το ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας) επιμένει: «Ο θεσμός των ΔΗΠΕΘΕ περνά και αυτός- όπως και το θέατρο σε όλες τις μορφές του- τη δική του κρίση στους καιρούς μας. Η παράσταση του Βασίλιεφ ανοίγει έναν διάλογο με αντικείμενο το θέατρο. Τα ΔΗΠΕΘΕ μπορούν να αποτελέσουν ένα είδος φυτωρίου καλλιτεχνικής έκφρασης, έναρξης αυτού του πολυπόθητου διαλόγου».
Όχι, η παράσταση δεν άλλαξε μετά τις αντιδράσεις. «Ίσως να κούρασε η διάρκεια, ενδεχομένως και ο τρόπος έκφρασης. Ίσως όχι άδικα. Ο Βασίλιεφ μού έδωσε άλλους κώδικες, μουσικούς, για την έκφραση του λόγου. Ενδεχομένως να μην τον ερμήνευα έτσι αν δεν ήταν αυτή η ανάλυση του σκηνοθέτη...».
«Η τραγωδία όμως δεν είναι κτήμα κανενός. Είναι έργο τέχνης και ανήκει σε όλους. Δεν ήρθε ο Βασίλιεφ να δώσει λύση, δίνει όμως τη δική του πρόταση. Πάντα οι ρηξικέλευθες προτάσεις προκαλούσαν αντιδράσεις. Μην ξεχνάμε τους Όρνιθες του Κουν, τους Πέρσες, την Ηλέκτρα του Ροντήρη... Κι εκεί αντιδράσαμε. Κάποτε εξάλλου έκαιγαν και τις μάγισσες στην πυρά, είχαν τους σκλάβους στις γαλέρες... Δεν είναι δυνατόν να νοσταλγούμε ανάλογες καταστάσεις, ούτε να μετατρέπουμε σε ποδοσφαιρικό γήπεδο το θέατρο. Υπάρχει χρόνος για τις αντιδράσεις, στο τέλος, στο χειροκρότημα, στο μη χειροκρότημα, στον διάλογο που θα ανοίξει η όποια πρόταση.
Κάποτε εξάλλου πιστεύαμε στο αρχαίο πνεύμα, το αθάνατο, το άσπιλο. Πιστεύαμε πως οι αρχαίοι ναοί ήταν πάλλευκοι, άσπιλοι, μας είπαν όμως πως και εκεί και τότε υπήρχαν χρώματα, σχήματα, σχέδια. Μέσω της παιδείας και μόνο μπορούμε να τα ξεπεράσουμε όλα αυτά. Ζούμε σε μια εποχή ανυπομονησίας, έλλειψης αντοχής και ανοχής στο διαφορετικό...».
  • Τελικά ο Βασίλιεφ είναι «μύθος», είναι «γκουρού» του θεάτρου και ήταν αυτοί οι χαρακτηρισμοί που ίσως έκαναν πιο έντονες τις αντιδράσεις στην πρότασή του; Ήρθε ο καιρός της επαναδιαπραγμάτευσης με τους μύθους γενικότερα;
Οι χαρακτηρισμοί δόθηκαν από τον Τύπο, όχι από μας. Ο Ανατόλι Βασίλιεφ κουβαλά αυτή την τεράστια παράδοση του ρωσικού θεάτρου και των μεγάλων σχολών του. Βέβαια, ο ίδιος δεν αποδέχεται πλέον τις έννοιες του ψυχολογικού θεάτρου αλλά «ιδρύει» τη δική του σχολή- αυτήν της φιλοσοφικής άποψης. Καλό είναι να το χρησιμοποιήσουμε ως παράδειγμα. Με τη βοήθεια του Βασίλιεφ- ή των όποιων άλλων- να διαμορφώσουμε τις δικές μας σχολές, στον δικό μας τόπο. Ο Βασίλιεφ είναι στην Πάτμο. Θα επιστρέψει ίσως- για τις παραστάσεις του Ηρωδείου. Δεν δίνει συνήθως συνεντεύξεις. Προτιμά τον διάλογο των κειμένων...

«Δεν θέλω να ανεβάσω Μήδεια»

«Το πρόβλημα στο ευρωπαϊκό θέατρο εντοπίζεται στην ανάγνωση (προσέγγιση) του αρχαίου δράματος. Το αντικείμενο δεν είναι ο άνθρωπος. Είναι ο μύθος. Ο μύθος δημιούργησε τον άνθρωπο. Όχι ο άνθρωπος τον μύθο.
  • Νομίζετε ότι ο μύθος ασχολείται αποκλειστικά με τον άνθρωπο;
Λάθος. Ο μύθος ξεφεύγει από την προσέγγιση της ανθρώπινης τραγωδίας. Το ζητούμενο είναι η αναζήτηση των μεθόδων διαλόγου. Αυτό το αέναο παιχνίδι είναι το βασικό πρόβλημα του θεάτρου» είχε πει στα «ΝΕΑ» ο Ανατόλι Βασίλιεφ πριν από έξι χρόνια, όταν ανέβαζε στη Θεσσαλονίκη το «Υλικό Μήδειας» του Χάινερ Μίλερ, προσθέτοντας ότι δεν θέλει ποτέ να ανεβάσει τη «Μήδεια».

«Σπάνια ανεβάζω κείμενα-έργα συγγραφέων με την αρχική μορφή τους. Προτιμώ την επαναδιαπραγμάτευσή τους, το δικό μου ταξίδι, τον δικό μου διάλογο με το κείμενο».
ΙΝFΟ: «Μήδεια» του Ευριπίδη απόψε στο Θέατρο Δάσους της Θεσσαλονίκης. Στις 13 και 14 Σεπτεμβρίου στο Ηρώδειο (21.00, τηλ. 210-3272.000), στις 16/9 στην Ελευσίνα και στις 18/9 στο Θέατρο Πέτρας.

Wednesday, September 10, 2008

Αρκτος*3: τρεις θεατρικές παραγωγές

Η θεατρική ομάδα άρκτος θα παρουσιάζει το «άρκτος*3» στη Στοά Μαλακοπή (Συγγρού 7 & Βηλαρά) από 26 Σεπτεμβρίου μέχρι 13 Οκτωβρίου, κάθε Παρασκευή – Σάββατο – Κυριακή – Δευτέρα στις 9.30 μ.μ. Σκοπός του τρίπτυχου «αρκτος*3» είναι η προσαρμογή τριών θεατρικών έργων σε φυσικό, μη θεατρικό περιβάλλον με τις ελάχιστες δυνατές σκηνικές παρεμβάσεις που απλά θα εξυπηρετούν την καλύτερη «ανάγνωση» των έργων από τους θεατές.
Μαμα φρικιό
Πιστεύουμε –σημειώνεται από την ομάδα– ότι η θεατρική δράση μπορεί να γεννηθεί παντού και να εκφραστεί με πολλούς τρόπους, γι’ αυτό και οι παραστάσεις μας πραγματοποιούνται σε εναλλακτικούς χώρους, όπως ένα μπαράκι, ο διάδρομος, οι σκάλες του κτιρίου, ο δρόμος έξω από αυτό. Συγκεκριμένα το «αρκτος*3» απαρτίζεται από τρεις θεατρικές παραγωγές:

Κόρη για παντρειά
«Στο βάθος του διαδρόμου Κήπος». Βασισμένο στο μονόπρακτο του Ντάριο Φο «Μαμά Φρικιό» και σ’ αυτό του Ευγένιου Ιονέσκο «Μια κόρη για παντρειά». «Μαμά Φρικιό». Σκηνοθεσία: Διονύσης Καραθανάσης. Μουσική: Σπύρος Λύρας. Παίζει η Ντιάνα Ζαχαροπούλου. «Μια κόρη για παντρειά». Σκηνοθεσία: Ντιάνα Ζαχαροπούλου. Μουσική: Σπύρος Λύρας. Slights: Σπύρος Λύρας. Παίζουν οι: Σωτήρης Ζαχαρόπουλος, Βάσω Σωτήρκου, Διονύσης Καραθανάσης και Χρηστός Παληογιάννης
«Common People»
της Σμαρώς Πλατιώτη. Σκηνοθεσία: Σμαρώ Πλατιώτη. Επιμέλεια κοστουμιών: Μελίνα Τριανταφυλλίδου. Επιμέλεια ηχογραφήσεων- Μοντάζ video: Γιάννης Πειραλής. Επιμέλεια Κίνησης: Νίκη Τριανταφυλλίδου. Λήψη Video: Σμαρώ Πλατιώτη. Παίζουν οι: Ελευθερία Τσάκουρη, Γιάννης Τσίκουλας και Νίκη Τριανταφυλλίδου
«paradoxa atyxhmata». Βασισμένο στο «Tiny Dynamites» της Άμπι Μόργκαν. Σκηνοθεσία- Διασκευή: Σμαρώ Πλατιώτη. Σκηνικά- Κοστούμια: άρκτος. Επιμέλεια Φωτισμών- Μουσικής: Σπύρος Λύρας. Παίζουν οι: Διονύσης Καραθανάσης, Μελίνα Τριανταφυλλίδου και Γιάννης Τσίκουλας.