Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ, Ελευθεροτυπία / 2 - 30/08/2008
Ο Γιώργος Ραζέλος βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής του. Εχοντας μεγαλώσει με την αυτοπεποίθηση του παιδιού-θαύματος, αναζητεί τώρα τον χαμένο χρόνο του βίου, τον δρόμο που τον οδήγησε στα πρότερα λάθη. Η αρχή πάντως έχει γίνει: έχει αναγνωρίσει ότι, παρά την επιφανειακή επιτυχία, είναι κατά βάθος ένας αποτυχημένος. Χαμένος στην προσωπική ζωή, στερημένος από την ικανότητα να ανακαλύπτει και να ζει με τις χαρές της καθημερινότητας, αποκομμένος από την ανθρώπινη ζεστασιά και κατανόηση. Για να βρει λοιπόν τα «μυστικά της αποτυχίας του» γυρίζει πίσω στην αφετηρία, όταν διαμορφωνόταν μέσα του το κτήνος που ζητεί με κάθε κόστος την κοινωνική και επαγγελματική καταξίωση.
Πάνω σε αυτή την υπόθεση ο Γιώργος Ηλιόπουλος έχτισε ένα αξιοσημείωτο σουξέ, που διανύει τώρα αισίως την τρίτη, και θερινή, σεζόν στο «Παρκ». Μπόρεσε προφανώς να θέλξει ένα κοινό που αναζητεί είδωλα των προσωπικών αδιεξόδων του με τον ανέξοδο τρόπο της κωμωδίας. Γιατί, παρά τις νότες συγκίνησης και την πρόθεση γενικότερου προβληματισμού, ο βασικός τόνος της παράστασης είναι ο κωμικός. Και επειδή το ίδιο το θέμα της αυτογνωσίας και της υπαρξιακής κρίσης δεν προσφέρεται τόσο για το πλατύ κοινό, ακολουθείται η τεχνική του ευκόλως εννοούμενου υπονοούμενου και η λογική του τηλεοπτικού σκετς.
Είναι αλήθεια ότι δεν λείπει μια προσπάθεια ανάπτυξης της θεατρικής έκφρασης, ειδικά καθώς τα πρόσωπα πλέουν στον ρευστό κόσμο της σκηνικής μεταμόρφωσης. Η εντύπωση όμως που απομένει είναι τηλεοπτική, και η αλήθεια είναι πως, αν οι θεατές διέθεταν τηλεκοντρόλ, μπορεί να το χρησιμοποιούσαν για να ρίξουν μια ματιά στα άλλα κανάλια.Συμβάλλει σε αυτό και το ότι για ακόμη μία φορά ο Ηλιόπουλος στρέφεται στη λύση της αποσπασματικότητας. Μέρη μιας διασπασμένης εικόνας, εδώ με την πρόφαση της αναπόλησης, δίνουν το παζλ ενός πολύπλοκου συνόλου. Στην πραγματικότητα κρύβουν την αδυναμία ανέλιξης από τα πρώτα αίτια στην περιπέτεια του προσώπου. Η αναδρομή του Ραζέλου στα παιδικά του χρόνια (το πιο αδύναμο σημείο του έργου και, ατυχώς, η αφετηρία του), και η σχέση του με τους γονείς και τους φίλους του, δεν πείθει εύκολα για την κρίση των τριάντα πέντε. Μόνο προς το μέσο της παράστασης, όταν πολύτιμος χρόνος έχει πια χαθεί, το πράγμα αρχίζει να γίνεται πιο συγκεκριμένο. Είναι φανερό πως καθώς ο Ηλιόπουλος αγγίζει την πραγματική του ηλικία, γίνεται περισσότερο καίριος και ειλικρινής.Βέβαια ούτε η λύση που προτείνει στο τέλος δεν φαίνεται να ξεφεύγει από τα τηλεοπτικά αναμενόμενα. Ο παιδικός έρωτας του Ραζέλου βρίσκει την ευτυχή ολοκλήρωσή του και ο πρώην αποτυχημένος γίνεται ένας καθ' όλα επιτυχημένος μικροαστός.Πρόκειται στην ουσία για μονόλογο που προβάλλει τον πρωταγωνιστή του μέχρι τα όρια του βεντετισμού. Χρειάζεται επομένως ηθοποιός που θα θαμπώσει με τη λάμψη του και θα κρύψει κάτω από τον μανδύα του ταλέντου του τα κενά. Ο Γιώργος Ηλιόπουλος δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Οι άλλοι ηθοποιοί δίνουν την εντύπωση καλής παρέας που την έχει κουράσει η επανάληψη (Εφη Καπάνταη, Τάσος Φραγκιάς, Δήμητρα Γρηζιώτη, Ασπασία Κοκόση και Ιωσήφ Ιωσηφίδης). Μετά τις τόσες παραστάσεις μάλλον έχουν διασωθεί ελάχιστα από την αρχική σκηνοθεσία της Πέμυς Ζούνη. Αδιάφορα τα σκηνικά του Γιώργου Ασημακόπουλου. *
No comments:
Post a Comment