Saturday, November 1, 2008

Με αφορμή τον Μολιέρο

Είναι πραγματικά θαυμαστό, δουλεύοντας με τους ηθοποιούς ένα έργο που γράφτηκε τετρακόσια χρόνια πριν, σε ένα άλλο κράτος, για έναν άλλο λαό και εμπνευσμένο από άλλα κοινωνικά ήθη, να διαπιστώνεις (χωρίς να έχει κανείς τέτοια πρόθεση) πόσες ομοιότητες κρύβει με τον δικό μας χρόνο και χώρο. Ο λόγος για το «Ζορζ Νταντέν», κωμωδία του Μολιέρου, σε σύγκριση με τη δική μας καθημερινότητα.

Ζορζ Νταντέν εστί γέρος, ανερχόμενος αστός που προσπαθεί να κινηθεί και να υπάρξει σε μια κοινωνία (δήθεν) αριστοκρατική, χρησιμοποιώντας τη γεμάτη τσέπη του. Συλλαμβάνει τη νεαρά και ζουμερή γυναίκα του να χαριεντίζεται περιπαθώς με νεαρό ντούρο και αριστοκράτη και προσπαθεί να βρει το δίκιο του και να αποδείξει τις απιστίες της ανθηράς συμβίας του μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Και δεν τα καταφέρνει. Τον ισοπεδώνει η λογική των προσχημάτων. Ένα οικοδόμημα κραταιό ακόμη (η Γαλλική Επανάσταση θα γίνει έναν αιώνα αργότερα), που έχει καταφέρει να εδραιώσει τον θρίαμβο του ψέματος, της υποκρισίας και της σύμβασης. Αλήθεια δεν είναι αυτό που συμβαίνει, αλλά αυτό που λένε οι πολλοί. Και αφού το λένε, είναι έτσι. Ακριβώς όπως και σήμερα.

Η πραγματικότητα στρεβλώνεται για να χωρέσει στο στενάχωρο καλούπι του προσχήματος. Μπορεί κανείς να κάνει ό,τι θέλει, αρκεί να διατυμπανίζει και να κραυγάζει περί της ορθότητας του δήθεν και της πόζας. Αρκεί να είσαι στην επικαιρότητα, να αλωνίζεις τα κανάλια και τις κίτρινες φυλλάδες για να ανακηρυχτείς άξιος, χρηστός, τίμιος, ταλαντούχος και ένα σωρό άλλα. Ο,τι δηλώσεις...

Νίκος Καμτσής, σκηνοθέτης. ΕΘΝΟΣ, 31/10/2008

5gynaikes.com στη Θεσσαλονίκη

Για μόνο τέσσερις μέρες έρχονται στη Θεσσαλονίκη οι 5gynaikes.com, η σπαρταριστή κωμωδία των Kοντρέρας - Pίβας, που διασκεύασε και σκηνοθετεί η Bαρβάρα Δούκα. Πέντε μονόλογοι από πέντε ηθοποιούς και μία έκτη ηθοποιό σε ρόλο - έκπληξη απαντούν στο ερώτημα «πού χάνονται οι άντρες στη διαδρομή της ζωής;». H μουσική επιμέλεια είναι του Στ. Παρασκευόπουλου, τα κοστούμια της M. Aφεντάκη και παίζουν οι ηθοποιοί: Nτ. Aβαγιανού, A. Aνδρεοπούλου, E. Aποστόλου, Σ. Γανωτή, A. Nτάλιου, N. Πολυδεράκη. Oι παραστάσεις θα δοθούν από τις 5 έως τις 9 Nοεμβρίου στο Pάδιο Σίτυ στις 9.15 το βράδυ και τα εισιτήρια κοστίζουν 23 και 18 ευρώ.

Η «συνάντηση» των ποιητών

H Mαίη Σεβαστοπούλου υπογράφει το κείμενο της μουσικής παράστασης «Mόλις θυμούμαι πια τους ποιητές», που παρουσιάζεται έως τις 30 Nοεμβρίου στο «Cabaret Voltaire». O Kωνσταντίνος Kαβάφης συναντά στην Aλεξάνδρεια του περασμένου αιώνα τον Nαπολέοντα Λαπαθιώτη κι αφήνει στην ψυχή του νέου ποιητή το στίγμα του. Kι εκείνος πολύ αργότερα, όταν πια έχει πάρει την απόφαση να αυτοκτονήσει, επικοινωνεί νοερά μ' έναν άλλο αυτόχειρα, τον Kώστα Kαρυωτάκη. Aνάμεσά τους η τρυφερή, ευαίσθητη κι επαναστατική Mαρία Πολυδούρη. Στην παράσταση τα ποιήματα ακούγονται σε καινούργια μελοποίηση από τη Σωτηρία Kολόζου. Παίζουν οι Γιώργος Γιανναράκος, Aγγελική Δέλλα, Σωτηρία Kολόζου και Mαίη Σεβαστοπούλου. Tα κοστούμια έφτιαξε η Eλενα Aυγερινού.

Τα παραμύθια, σαν τον έρωτα, θέλουν μυστικά


Συνέντευξη στη ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 2 - 01/11/2008

Από 200 παραμύθια επέλεξαν 4. Από 800 ηθοποιούς επέλεξαν 8. Από εκατοντάδες ιδέες και δεκάδες ώρες αυτοσχεδιασμών και πρόβας επιλέχθηκε ό,τι θα δούμε από τα τέλη Νοεμβρίου στο νέο έργο «Παραμυθ...issimo» της Ξένιας Καλογεροπούλου και του Θωμά Μοσχόπουλου.

Από την «Κοιμωμένη που ξύπνησε», μέχρι το «Σκλαβί», η Ξένια Καλογεροπούλου δεν έπαψε να «διαβάζει» τα παραμύθια με τον τρόπο που ενθουσιάζει τους θεατές της «Μικρής Πόρτας»
Η φετινή παράσταση της εκλεκτικής και επιλεκτικής «Μικρής Πόρτας», που εδώ και χρόνια μας αποδεικνύει ότι παιδικό θέαμα όχι μόνο δεν σημαίνει «παιδαριώδες», αλλά αντίθετα έχει απαιτήσεις μεγαλύτερες από το θέατρο ενηλίκων, χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη μερικά από τα λαϊκά παραμύθια της Ιταλίας, που είχε συλλέξει ο Ιταλο Καλβίνο. Τα μετέφραζε σταδιακά εδώ και χρόνια η Ξένια Καλογεροπούλου. Και τα «πείραξαν» εδώ και μήνες ηθοποιοί και συντελεστές, εξελίσσοντας τη φόρμα μέσα από ατελείωτους αυτοσχεδιασμούς.

Τα τρία παραμύθια («Η πανέμορφη Φάντα Γκιρό», «Η Ξύλινη Μαρία» και «Ο Βοσκός στο παλάτι») κι ένα τέταρτο («Ο παπαγάλος»), που δανείζει τον βασικό του ήρωα ως αφηγητή της παράστασης, εξελίσσονται σπονδυλωτά, με πολύ γρήγορους ρυθμούς, χιούμορ και ατελείωτα ευρήματα. Εχουν όλα τα βασικά συστατικά των παραμυθιών: μαγεία, μεταμορφώσεις, περιπέτειες. Και πολλά μυστικά, που βάλαμε την Ξένια Καλογεροπούλου να μας αποκαλύψει. Το έκανε εν μέρει. Αλλά λάτρης των παραμυθιών και η ίδια -που στο πεδίο του συνδυασμού παραμυθιών κι αυτοσχεδιασμού βρήκε μαζί με τον μόνιμο συνεργάτη της, Θωμά Μοσχόπουλο, ένα ιδανικό πεδίο ερεύνης- ξέρει ότι τα παραμύθια μοιάζουν με τον έρωτα: «Για να ερωτευτείς κάποιον πρέπει να τον καταλάβεις. Αλλά, άμα τον καταλάβεις 100% δεν τον ερωτεύεσαι. Πρέπει να παραμένουν μερικά μυστικά».

Τα παραμύθια της συλλογής του Καλβίνο έχουν μια δροσιά, αν τα συγκρίνει κανείς με τα παραμύθια π.χ. των Γκριμ.

«Εχουν πράγματι κάτι πολύ ανάλαφρο και στοιχεία γλυκά, που δεν γίνονται γλυκερά. Εχουν και χιούμορ, το οποίο επιδιώκουμε να βγει ακόμα περισσότερο. Σ' ένα παραμύθι μπορεί να υπάρχει μια φρασούλα που δεν της δίνεις σημασία. Οταν, όμως, κάνεις μια παράσταση κι αναζητάς το πώς και το γιατί, το ελάχιστο αποκτά ξαφνικά φοβερό ενδιαφέρον. Εκεί παίζει μεγάλο ρόλο ο αυτοσχεδιασμός των ηθοποιών στην πρόβα».
  • Πώς συλλάβατε την ιδέα του αυτοσχεδιασμού στο παραμύθι;
«Η ιδέα γεννήθηκε όταν κάναμε το "Η Κοιμωμένη ξύπνησε": υπήρχαν πολλές σκηνές που, αν και ήταν χωρίς λόγια, αποδείχτηκαν οι καλύτερες. Π.χ. η σκηνή που μεγαλώνει η ηρωίδα (Ιωάννα Παππά), δεν υπήρχε στο παραμύθι. Το ίδιο και η μαγική στιγμή που φτάνει στην εφηβεία και, καθώς ακούει ξαφνικά να 'ρχεται απ' έξω μια μουσική, αρχίζει και χορεύει με έναν λίγο παράξενο τρόπο γιατί κάτι συμβαίνει μέσα της...».

«Κοιμωμένη που ξύπνησε» (στη φωτογρ. η Ιωάννα Παππά)
  • Το καταλάβαιναν τα παιδιά;
«Θυμάμαι ένα παιδάκι που καθόταν πίσω μου και ακριβώς σ' εκείνη τη σκηνή είπε: "Αυτή τώρα θέλει να αγαπήσει"... Εκτοτε είπαμε να προχωρήσουμε προς αυτή την κατεύθυνση».
  • Και στην τωρινή παράσταση;
«Βγαίνουν τρόποι που δεν τους είχαμε σκεφτεί: όλα είναι πολύ γρήγορα και πολύ αλλιώτικα απ' οτιδήποτε έχουμε κάνει έως τώρα -μάλλον κι από οτιδήποτε έχω δει».
  • Πώς γίνεται όμως ο αυτοσχεδιασμός πάνω σε μια τόσο συγκεκριμένη δομή όσο αυτή που έχει ένα παραμύθι;
«Το ένα πράγμα γεννά το άλλο. Π.χ. ξαφνικά, προχθές είπε ο Θωμάς στους ηθοποιούς: "Ορίστε: ορμήστε και κάντε το παραμύθι του Βοσκού". Οι ηθοποιοί όρμησαν, αποφάσισαν τους ρόλους και τι θα πει καθένας και τελικά έκαναν πολύ χαριτωμένα πράγματα που τα γυρίσαμε σε βίντεο. Ετσι κάνουμε: βλέπουμε μετά το βίντεο και σταχυολογούμε τις πιο πετυχημένες επινοήσεις ή μας έρχονται άλλες ιδέες. Ενώ, αν το σκεφτόμασταν ψύχραιμα, μπορεί να μην μας έρχονταν τέτοια ευρήματα».
  • Στις παραστάσεις σας, σκηνικά και κοστούμια είναι εξαιρετικά λιτά αλλά λειτουργικά... Εδώ που τα μαγικά στοιχεία είναι τόσα, τι θα κάνετε;
«Σκλαβί» (Πέτρος Λαγούτης, Γωγώ Μπρέμπου)
«Όσο προχωράει η δουλειά μας με τον Θωμά, τόσο στρεφόμαστε στο πιο απλό, στο όσο πάει και λιγότερο. Βέβαια, αυτή η παράσταση θα έχει 37 κοστούμια -που είναι περισσότερο ζωγραφικά αντικείμενα. Τεράστιο ρόλο παίζει η κινησιολογική δουλειά που κάνει η Μάρθα Κλουκίνα, γιατί όλο αυτό, για να 'χει γούστο, απαιτεί τρομερή ακρίβεια. Οι ρυθμοί είναι σαν μουσική, οι εικόνες αλλάζουν ραγδαία και τα λόγια είναι λίγα και μοιρασμένα -γιατί έχουμε διαπιστώσει ότι τα παιδιά βαριούνται τους μεγάλους μονολόγους».
  • Οι δικές σας παραστάσεις έχουν χρησιμοποιήσει ή αναδείξει ηθοποιούς (από τη Μάνια Παπαδημητρίου μέχρι τη Μυρτώ Αλικάκη, τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο και την Ιωάννα Παππά). Κι όμως, υπάρχουν περιπτώσεις που το παιδικό θέατρο αντιμετωπίζεται ως πάρεργο από τους ηθοποιούς.
«Συμβαίνει, αλλά όχι σ' εμάς. Τους τωρινούς 8 ηθοποιούς τους διαλέξαμε από 800, έπειτα από πάρα πολλή δουλειά».
  • Τελικά, τι απαιτείται από έναν ηθοποιό παιδικού θεάματος;
«Ο,τι απαιτείται και για το θέατρο ενηλίκων. Το επιπλέον είναι οι μεγάλες σωματικές ικανότητες. Αλλά κι αυτές είναι τώρα πια κοινή απαίτηση. Είναι λογικό, γιατί όταν ξέρεις να τραγουδάς, μαθαίνεις και να αρθρώνεις καλύτερα. Οταν ξέρεις να χρησιμοποιείς το κορμί σου, ξέρεις πώς να σταθείς. Λυπάμαι πολύ, που εγώ όλα αυτά τα πρόλαβα αργά. Στη δική μου εποχή, βλέπετε, παίζαμε από το λαιμό κι επάνω». *

Στην «Πεντάμορφη και το τέρας» (Μυρτώ Αλικάκη, Γεράσιμος Μιχελής) τα «μικρά φοβόντουσαν το τέρας αλλά τους άρεσε που το φοβόντουσαν»
  • Ποιο ήταν το πρώτο παραμύθι που διαβάσατε;
«Είχα αρχίσει να διαβάζω πριν ακόμα πάω σχολείο. Διάβαζα μάλιστα και γαλλικά. Και, καθώς είχα νονό τον Κάουφμαν, ξεσήκωνα το βιβλιοπωλείο. Είχα καταπληκτικές εικονογραφημένες εκδόσεις παραμυθιών των Γκριμ, του Περό, που τα διάβαζα και τα ξαναδιάβαζα και μεγαλύτερη. Δίπλα είχα τους "Τρεις Σωματοφύλακες" κι απαραιτήτως τη "Μαντάμ Μποβαρί". Γιατί, στα 10-11 χρόνια μου, είχα τόση τρέλα με τη "Μαντάμ Μποβαρί"; Δεν ξέρω... Βέβαια όταν μεγάλωσα κατάλαβα ότι άλλη Μποβαρί διάβαζα τότε...».
  • Και τι σημασία έχει, αφού σας άρεσε; Ενώ τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια τάση πολιτικής ορθότητας διακριτή και σε ορισμένα παιδικά βιβλία...
«Υπάρχει μια τάση να θέλουν οι παιδαγωγοί ή οι γονείς οπωσδήποτε ένα μήνυμα, με μεγάλο Μ. Μου 'χει τύχει να με ρωτήσει ένας δάσκαλος, προτού καν αρχίσει το έργο: "Το μήνυμα, ποιο είναι;" Μα δείτε την παράσταση και θα δείτε και τι μήνυμα έχει -αν έχει. Γιατί εγώ πιστεύω ότι ένα μήνυμα τέτοιο που να ρωτήσεις μετά το παιδάκι "τι είδες;" και να σου το διατυπώσει όπως έχει διατυπωθεί από τον συγγραφέα, είναι μια σκέτη μπούρδα».
  • Εσείς πότε καταλαβαίνετε ότι κάτι πετύχατε;
«Ενθουσιάζομαι όταν βλέπω παιδιά να έρχονται ύστερα από 1-2 χρόνια κουβαλώντας όσα είχαν δει τις προηγούμενες χρονιές. Πριν από μερικά χρόνια κάναμε το "Ενα αλλιώτικο καλοκαίρι", με ήρωα έναν παππού που περνά ολόκληρο καλοκαίρι με την εγγονή του χωρίς να καταφέρει να της πει πως η γιαγιά έχει πεθάνει. Ηταν πάρα πολύ λεπτό το θέμα και σ' όλο το έργο δεν ακουγόταν πουθενά η λέξη "πέθανε" ή "θάνατος". Σε μια από τις παραστάσεις ήρθε λοιπόν ένα πολύ μικρό παιδάκι. Και μετά 6 μήνες, τελείως ξαφνικά, είπε μια μέρα: "Τελικά εκείνη η γιαγιά είχε πεθάνει"».


**Εχουν πολλά επίπεδα: «Αν τα σκαλίσεις, λένε πολλά και διαφορετικά σε κάθε ηλικία. Δεν σας έχει τύχει να επιστρέφετε μετά από χρόνια σε ένα παραμύθι και να ανακαλύπτετε ότι σας λέει πια κάτι άλλο; Εμένα αυτό με γοητεύει φοβερά».

**Μήπως και οι μεγάλοι κλασικοί σπουδαία παραμύθια δεν έγραφαν; «Κάποτε έπρεπε να μιλήσω σ' ένα διεθνές συνέδριο στην Αμερική για το παιδικό θέατρο. Σκέφτηκα λοιπόν να πω ότι ένα παιδικό θέαμα οφείλει να έχει ένα πρώτο επίπεδο πολύ απλό, καθαρό κι "ευανάγνωστο" (όπως ακριβώς έχουν και τα παραμύθια), γιατί διαφορετικά τα παιδιά θα βαρεθούν και θα αδιαφορήσουν. Υστερα πρέπει να 'χει κι άλλα επίπεδα ώστε καθένας να κάνει μια προσπάθεια για να τα πλησιάσει. Και φυσικά πρέπει να 'χει και πολλά κρυμμένα μυστικά. Οταν όμως όλο αυτό το διατύπωσα, συνειδητοποίησα ότι ισχύει για τα πάντα. Μήπως η αρχαία τραγωδία, ο Σέξπιρ, όλα τα έργα των μεγάλων κλασικών δεν έχουν ένα επίπεδο πολύ βατό για τον απλό λαϊκό άνθρωπο, κρύβοντας από πίσω ένα τρομερό βάθος και δεκάδες μυστικά;».

**Πολλά παραμύθια τελείως διαφορετικής προέλευσης μοιάζουν: «Αν το σκεφτεί κανείς, είναι τρελό σε μια ολόκληρη γη, επί ολόκληρες χιλιετίες να κυκλοφορούν αυτά τα παραμύθια με τις παραλλαγές τους».

**Τα σύγχρονα παιδιά έχουν πρόβλημα με τα παραδοσιακά παραμύθια: «Η πολύ ιδιωματική γλώσσα είναι πια εμπόδιο. Το είχα αντιμετωπίσει με το "Σκλαβί". Προσπάθησα να διατηρήσω "κάτι τις", όχι όμως εκφράσεις που θα ξένιζαν τα παιδιά. Απέφυγα π.χ.τη λέξη "θύρα" αντί για "πόρτα". 'Η κάποια στιγμή ο Βασιλιάς έλεγε "Ο γιος μου είναι ευαίσθητος". Η λέξη "ευαίσθητος" όμως ήταν από άλλο κόσμο. Το έκανα λοιπόν "ο γιος μου ταράζεται εύκολα"».

**Πολλά έχουν μια γνωστή συνταγή: «Μπορεί καμιά φορά να είναι λίγο μονότονα, όπως για παράδειγμα όταν αρχίζουν τα "τριάρια", γίνεται δηλαδή κάτι, επαναλαμβάνεται δεύτερη φορά και μετά τρίτη, ώστε ο ήρωας που το επιχειρεί, να αποτύχει, να αποτύχει, να πετύχει. Υπάρχουν αυτά τα σχήματα, που όταν έχεις διαβάσει πολλά παραμύθια τα περιμένεις».

**Τα παραδοσιακά παραμύθια τρομάζουν: «Μήπως κι εμάς δεν μας άρεσε σ' αυτά τα παραμύθια να φοβόμαστε και λίγο; Θυμάμαι όταν κάναμε την "Πεντάμορφη και το Τέρας", ήρθαν και παιδιά από νηπιαγωγεία. Ηταν ένα καταπληκτικό θέαμα γιατί, καθώς τα μικρά φοβόντουσαν το Τέρας, αλλά τους άρεσε που το φοβόντουσαν, βρέθηκαν να κάθονται στις θέσεις αγκαλιά δυο-δυο για να φοβούνται παρέα!».

** Ο τρόμος μάς γοητεύει όλους. «Τα πράγματα που μας τρομάζουν μας ασκούν μια ακαταμάχητη γοητεία. Αλλά κι η αντίδραση των παιδιών είναι τελείως διαφορετική απ'ό,τι νομίζουν κάποιοι. Π.χ. ένα παραμύθι μπορεί να λέει ότι ο ήρωας "βρήκε τρεις γίγαντες και τους έκοψε κομματάκια". Τα παιδιά αντιλαμβάνονται πολύ καλά ότι αυτό είναι ένα παιχνίδι, μια σύμβαση».

**Υπάρχουν όμως και όρια. «Στο "Σκλαβί" υπήρχε μια σκηνή με την Παναγία που λέει στην Ομορφη του Κόσμου να σκοτώσει το παιδί της, να το κόψει κομματάκια και να το ψήσει στο φούρνο. Επρεπε να βρούμε τη λύση μιας ισάξιας θυσίας που δεν θα ήταν τόσο αγριευτική».

**Κάθε παραμύθι γεννά κι άλλα. «Μετά το "Σκλαβί" μού έστειλαν εκθέσεις παιδιών. Κι επειδή αυτό το παραμύθι είχε ένα "ανοιχτό" τέλος, ήταν απίστευτη η ποικιλία των ιστοριών που είχαν εφεύρει. Κάποια παιδιά π.χ. έκαναν πρωταγωνίστρια την ξαδέλφη της Πεντάμορφης, που έπρεπε κι αυτή να ζήσει ένα μεγάλο έρωτα. Θυμάμαι κι αυτό: όταν ο βασιλιάς κατάλαβε ότι η γυναίκα του τον παντρεύτηκε ενώ αγαπάει τον αδελφό του, "έδωσε διαταγή στους στρατιώτες του να τον σκοτώσουν", έγραφε κάποιο παιδί. Δεν εννοούσε ότι διέταξε να σκοτώσουν τον αδελφό του, αλλά τον εαυτό του "γιατί πρέπει να φύγω από τη μέση!"».

**Τελικά τα παραμύθια συμβαίνουν; «Απευθύνονται κυρίως στα κρυφά μυστικά της ψυχής μας. Εχουν κάτι το ιαματικό. Μας ανακουφίζουν. Ολες αυτές οι ιστορίες που έχουν δεδομένα σχήματα και συνήθως μιλούν για τους κινδύνους που περνάει ένας νέος άνθρωπος μέχρι να ωριμάσει, είναι κάτι που συμβαίνει σε κάθε παιδί που μεγαλώνει. Συμβαίνει σε όλους μας...».


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 2 - 01/11/2008

Ο Μαριβό στο εργαστήριο δοκιμών

* «Η κληρονομιά» του Μαριβό - Studio Μαυρομιχάλη

Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 2 - 01/11/2008
Πρόκειται για τη δεύτερη προσπάθεια του Φώτη Μακρή και της ομάδας του να κατακτήσει τη δική της ουτοπία από τον χώρο της Μαυρομιχάλη: ένα θέατρο απροσχημάτιστο και ανεπιτήδευτο, ανοιχτό και ευπροσήγορο στην επικοινωνία του με τη γειτονιά και τους θεατές του. Είδαμε τις «Ολοένα και λιγότερες καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης» του Κριμπ με την καλή προαίρεση που αρμόζει σε κάθε νέα πρόταση. Τώρα ο πήχης ανεβαίνει φανερά και επικίνδυνα. Μπορεί το θέατρο του Μαριβό, θέατρο εξαιρετικά αυστηρό στο ύφος και στη διατήρηση της περσόνας, να χωρέσει στην οπτική του ελεύθερου θεατρικού παιχνιδιού και αυτοσχεδιασμού;




Ο Μαριβό με τριαντάφυλλα, σαν ελεύθερο θεατρικό παιχνίδι και αυτοσχεδιασμό

Εδώ, υπάρχει ο κίνδυνος να μπερδέψουμε το είδος με το περιεχόμενο: Μπορεί να δίνει ο Μαριβό έναν κόσμο ελευθεριότητας, ερωτικής ευωχίας και ηθικής παλινδρόμησης, το κάνει όμως μέσα από ένα εξαιρετικά δομημένο εργαλείο, που θα οδηγήσει κάποτε στην ανελαστική γαλλική φάρσα, και μέσα από μια ρητορική που φτάνει τη γλωσσική μας αντίληψη στα όριά της. Το να παραλείψουμε αυτό, το πιο δύσκολο κομμάτι, και να ανεβάσουμε το παιχνίδι της επιπολαιότητας επιπόλαια, την ερωτική ακροβασία ακροβατώντας και το ψιλοδουλεμένο σκέρτσο με χοντροκομμένους αυτοσχεδιασμούς της στιγμής είναι σαν να τοποθετούμε πρώτα τον πήχη ψηλά για να τον περάσουμε στη συνέχεια από κάτω.

Ευτυχώς στην Ελλάδα και μάλιστα τα τελευταία χρόνια είχαμε την τύχη να έχουμε έναν σπουδαίο μεταφραστή του Μαριβό, τον Ανδρέα Στάικο, και μια σειρά παραστάσεων που απέδωσαν το ύφος του Γάλλου δραματουργού σαν παιχνίδι αισθητικής. Η γλώσσα σαν αισθητική· η φόρμα σαν αισθητική· η εξαπάτηση σαν αισθητική. Είναι η τάση του 18ου αιώνα που θα οδηγήσει κάποτε στην επιτήδευση και τον κορεσμό και θα δώσει στον ρεαλισμό το πάτημα για να διακηρύξει την απελευθέρωση από την αισθητικοποίηση των πάντων.

Θα αδικούσαμε ωστόσο την προσπάθεια του «Νέου Λόγου» αν τη συγκρίναμε με τις άλλες, πιο ολοκληρωμένες προσπάθειες. Εδώ αντιμετωπίζουμε μάλλον ένα εργαστήριο δοκιμών. Διατηρώντας την αίσθηση ότι παρακολουθούμε μια πρόβα του θιάσου, σαν μέρη και εμείς του πειράματος, καταλήγουμε σε κάποιες ιδέες που θα μπορούσαν να δώσουν μια καλή βάση συζήτησης πάνω στον Μαριβό. Η προσπάθεια θα μπορούσε πράγματι να εξετάσει τον συμπλεγματικό τύπο Μαρκήσιου του Φώτη Μακρή, το έξοχο κόντρα δίδυμο του Ιππότη από τον Αλέξανδρο Αλπίδη και του υπηρέτη από τον Δημήτρη Πλειώνη, την τριάδα των συμπληρωματικών σουμπρετών και κυριών από τις Μαρία Κορδώνη, Στέλλα Κρούσκα και Μαρία Μαλταμπέ.

Οι δυνατότητες ασφαλώς υπάρχουν, το βασικό επιχείρημα όμως παραμένει προβληματικό: Μπορεί ο Μαριβό να σταθεί στο πεδίο της σύγχρονης ερωτικής συνδιαλλαγής; Είναι κι αυτό ζήτημα μετάφρασης. Η απότομη Κόμισσα δεν είναι μια οποιαδήποτε ζόρικη κοπελίτσα, ο μαλθακός Μαρκήσιος δεν είναι ο σύγχρονος μαλθακός μικροεπαγγελματίας, ο Ιππότης δεν είναι κάποιος γνώριμός μας μικρομεσαίος. Μπορούμε να παίζουμε τον Μαριβό χωρίς τα κοστούμια του, δύσκολα όμως τον ανεβάζουμε χωρίς τους τίτλους του. Οι προσφωνήσεις εδώ δεν είναι κούφιες λέξεις, όπως συμβαίνει στη φάρσα: αποκαλύπτουν μια ολόκληρη θεατρικότητα, που αλλιώς πάει χαμένη.

Παραλείπω τις ατυχείς εμπνεύσεις της ομαδικής παράκρουσης στο Studio με τριαντάφυλλα ή γλυκερές γαλλικές μελωδίες του κοντινού παρελθόντος. Οπως και τις προσπάθειες εκβιαστικής συμμετοχής του κοινού: Η προσπάθεια εμπλοκής στο «παιχνίδι» θέλει προσοχή. Ασφαλώς και δεν εννοεί την καταναγκαστική συμβολή στο κέφι μιας παρέας, συμπαθέστατης μεν, αλλά όχι οικείας.*

Ένας κόσμος που εκπίπτει χωρίς τη σωτηρία της τέχνης

*«Οι αλλοπαρμένοι» των Middleton - Rowley - στο «Αγγέλων Βήμα»

Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 2 - 01/11/2008

Δύσκολα χωρά περισσότερο θέατρο σε δυόμισι ώρες. Και τι θέατρο! Υπερβατικό τη μια στιγμή και γήινο την άλλη, κυνικό και όμως βαθιά ρομαντικό, βλάσφημο και μαζί ιερό. Περιγράφει έναν κόσμο που εκπίπτει χωρίς τη σωτηρία της τέχνης, γεμάτο σεξπιρικούς τρελούς, χοντροκομμένες φάτσες και άγριες ψυχές.



Σκηνή από τη σπουδαία παράσταση του Κοραή Δαμάτη και της ομάδας του
Στο πλαίσιο της τυπικής ρομαντικής ιστορίας, ένας έρωτας βρίσκεται σε σύγκρουση με το περιβάλλον και τις συμβάσεις. Η διαφορά όμως είναι πως άδικα αναζητούμε εδώ τον κακό της ιστορίας. Το κακό είναι μάλλον μια παρούσα και αφηρημένη ουσία που ρέει και διαβρώνει, που φωλιάζει στην υψηλή γλώσσα του ρομαντισμού, στο επίσημο ύφος του κράτους ή στην επικίνδυνη παρόρμηση του πάθους. Είναι μάλλον ένα γελοίο και μεγαλειώδες πάθος για το κακό, από το οποίο διεκδικούν όλοι το μερίδιό τους. Γι' αυτό στην απόδοσή του η ιστορία διαλύεται σε κάθε γνωστή μέχρι τότε φόρμα περιγραφής. Η κωμική στιγμή διαδέχεται την προηγούμενη δραματική, ό,τι ξεκινά από το υψηλόφρον καταβαραθρώνεται στο ταπεινό και αντίστροφα. Μια μεγάλη θεατρική «μάσκα» που αναμειγνύει το ευγενές, το ποταπό, το ευτελές και το αγνό στον ίδιο κουβά.

Δύσκολα πράγματα. Ας μην υποκρινόμαστε ότι γνωρίζουμε σε βάθος το Ιακωβιανό, όπως λέγεται, θέατρο. Δεν το γνωρίζουμε. Σταθμεύουμε στον Σέξπιρ και μετά εκτεινόμαστε μέχρι το βικτωριανό μελόδραμα, παραλείποντας μια πολύτιμη ενδιάμεση στάση. Οι «Αλλοπαρμένοι» των Middleton και Rowley μάς δίνουν τη διαύγεια της συνέχειας από το ελισαβετιανό και το θέατρο του μπαρόκ, στο ρομαντικό δράμα και στο ύστερο εξπρεσιονιστικό θέατρο. Προσωπικά διέκρινα κάποιο χαμένο γονίδιο, που θα δώσει κάποτε στα ίδια χώματα με τους «Αλλοπαρμένους» τους «Καθαρούς, πια» της Σάρα Κέιν.

Εντονες φωτοσκιάσεις όπως ζητά το μπαρόκ, η αίσθηση του προσωπείου πίσω από το οποίο μπορεί να κρυφτεί ο καθένας. Και βέβαια η αίσθηση του αυτεξούσιου. Μια γυναίκα αναλαμβάνει μόνη της το βάρος και την ευθύνη της ανατροπής του κατεστημένου, ακολουθεί την καρδιά της και τιμωρείται γι' αυτό. Ενας υπηρέτης, πιστός στην κυρία του και στον έρωτα της ζωής του, διεκδικεί -πόσο υπόγεια!- τη συμπάθεια και τη συγχώρεση. Ενας άδικα δολοφονείται. Και ένας άδικα δολοφονεί. Μια ομάδα από πρόσωπα εμπλέκονται σε μια αλλόκοτη ίντριγκα πάθους, με λεκτικές και αληθινές ξιφομαχίες. Και μέσα σε όλα η εμβόλιμη παρουσία του τρελάδικου, σαν υπενθύμιση μιας ούτε μακρινής ούτε υπερβατικής κόλασης, του πλοίου των τρελών.

Σπουδαία παράσταση, που αξίζει τον έπαινο σε κάθε πτυχή της. Τα θαυμάσια κοστούμια του Κοραή Δαμάτη αποτελούν μέρος της διδασκαλίας του έργου από τον ίδιο. Πλούσια και ομιλούντα, μεταβάλλουν την όψη της σκηνής σε ύλη θεάτρου. Το ίδιο και οι φωτισμοί του σκηνοθέτη και οι μάσκες από τις Δήμητρα Καίσαρη και Κατερίνα Θεοφανοπούλου. Φωτίζουν συσκοτίζοντας τα πρόσωπα, αποκαλύπτοντας το μυστικό τους τοπίο. Ιδιαίτερη μνεία ζητά και η σπαθογραφία του Κωνσταντίνου Μπουμπούκη· ενέργεια, τεχνική και ρίσκο.

Ακολουθώντας το είδος, οι ηθοποιοί παρουσιάζουν παραπάνω από ένα πρόσωπα ο καθένας. Ωστόσο η Κορίνα Χρυσάιδου σαν Ιωάννα και ο Ντε Φλόρες του Σήφη Πολυζωίδη ζητούν μια ξεχωριστή αναφορά, αν μη τι άλλο γιατί ισορροπούν σε εκείνο το περιβόητο «μεταξύ» καλού και κακού. Δεν αδικεί η διάκριση αυτή τη δεμένη ομάδα, με την κοινή γλώσσα και τη γραμμή ερμηνείας: Λεωνίδας Χρυσομάλλης, Χρήστος Γεωργαλής, Σοφία Αθανασοπούλου, Δημήτρης Καραμπέτσης, Δημήτρης Μαύρος, Μανώλης Χουρδάκης. *

Friday, October 31, 2008

Νέες θεατρικές παραστάσεις


Η Ρούλα Πατεράκη στον «Φιλόσοφο»
Ο θίασος «Πόλις» ανεβάζει (μόνο για 15 παραστάσεις) την παράσταση «Κοραή 4 - Προσβάσιμος χώρος», στο χώρο των κρατητηρίων της Γκεστάπο (Μέγαρο Εθνικής Ασφαλιστικής, οδός Κοραή). Πρόκειται για μια εξαιρετική, εμπνευσμένη από το συγκεκριμένο ιστορικό χώρο, επίκαιρου μηνύματος, θεατρική δημιουργία, με κείμενο της Αιμιλίας Βάλβη. Η παράσταση μιλά για την ανάγκη αντίστασης του ανθρώπου σε κάθε καταπιεστική εξουσία και τους σύγχρονους τόπους και τρόπους βασανιστηρίων. Τα βασανιστήρια σήμερα αποσκοπούν όχι μόνο στην απόσπαση πληροφοριών και ομολογιών, αλλά στην τρομοκράτηση και υποταγή των ανθρώπων σε μια «αόρατη», άνωθεν εξουσία. Βασανίζονται, προκειμένου να γίνουν όντα χωρίς βούληση, αισθή, ματα, όνειρα. Σκηνοθεσία: Ελένη Γεωργοπούλου. Κίνηση: Νικολέτα Ξεναρίου. Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης. Παίζουν: Μαρία Τσιμά, Αιμιλία Βάλβη, Κωσταντής Μιζάρας.
  • Τον «Φιλόσοφο» του Γιάννη Πάνου παρουσιάζει (1-10/11), στο «Θησείον» η ηθοποιός και σκηνοθέτης Ρούλα Πατεράκη (για την ερμηνεία της αυτή απέσπασε το βραβείο «Κάρολος Κουν 2006»). «Ο φιλόσοφος» είναι το τρίτο κεφάλαιο του μυθιστορήματος του πρόωρα χαμένου συντρόφου της Γ. Πάνου «Ιστορία των μεταμορφώσεων». «Αφετηρία» του κειμένου είναι ο Μιχαήλ Ψελλός, πολιτικός και φιλόσοφος στον πολυτάραχο και σκοτεινό 11ο αιώνα, στο Βυζάντιο. Αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, με έντονη ανάμειξη στις ραδιουργίες της αυλής, ο Ψελλός χαρακτηρίστηκε πρόδρομος της Αναγέννησης και συγκρίθηκε με τους Βολταίρο, Βάκωνα και Φραγκίσκο. Μέσα από την αφήγηση του πολυτάραχου βίου του αντανακλώνται η ζωή και η κοινωνία στο Βυζάντιο, τα φιλοσοφικά, ιδεολογικά, πολιτικά, θρησκευτικά ρεύματα και οι αιρέσεις. Σκηνογραφία - κοστούμι - μακιγιάζ Αγγελος Μέντης. Φωτισμοί Κατερίνα Μαραγκουδάκη. Ηχοι Πωλ Στεφανίδης.
  • «Αι δύο μονόλογοι» τιτλοφορείται η παράσταση των Σεραφείμ Σίλα - Γιώργου Χατζηπαύλου, στο θέατρο «Παραμυθίας» (από 1/11, 10.30 μμ). Οι δυο φίλοι με τα κείμενα, τους αυτοσχεδιασμούς και τις αυθόρμητες ατάκες τους, υποδύονται διαφορετικούς ανθρώπους μέσα σε μία παρέα, με «κώδικα» το γέλιο.

Μιχαήλ Ψελλός, ο «Φιλόσοφος» της λύτρωσης

Ο «Φιλόσοφος» της λύτρωσης

Μετά τον «Οιδίποδα» και τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, ο Μιχαήλ Ψελλός. Η Ρούλα Πατεράκη, μετά τους καλοκαιρινούς «Οιδίποδες», επιστρέφει σκηνοθετικά και ερμηνευτικά με τον «Φιλόσοφο», το τρίτο κεφάλαιο από το μυθιστόρημα «Ιστορία των μεταμορφώσεων» του συντρόφου της ζωής της Γιάννη Πάνου. «Πολύ δύσκολα θα καταπιανόμουν με το κείμενο του Γιάννη αν δεν με προέτρεπε ο φίλος μου Μάνος Λαμπράκης. Είχα μικτά συναισθήματα γι’ αυτό το κείμενο. Το φοβόμουν και το θαύμαζα. Πλέον, μετά την ενασχόλησή μου με το μονόλογο του «Φιλοσόφου», μπορώ να πω πως λυτρώθηκα από το νοσηρό μου πένθος για τον Γιάννη. Ξεπέρασα τις συναισθηματικές μου εμπλοκές μετά το θάνατό του» παραδέχεται η σκηνοθέτις και ερμηνεύτρια του έργου του.

Ο συνταρακτικός μονόλογος, που ανέβηκε για πρώτη φορά στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και της χάρισε το Βραβείο Ερμηνείας Κάρολος Κουν 2006, έχει αφετηρία την ιστορία του Μιχαήλ Ψελλού, ενός εξέχοντος πολιτικού και φιλοσόφου που έζησε κατά τον 11ο αιώνα μ.Χ., στη διάρκεια της πιο πολυτάραχης και σκοτεινής περιόδου του Βυζαντίου. Η Ρούλα Πατεράκη παρατηρεί πως «και η εποχή του Ψελλού και η δική μας είναι εποχές δολοπλοκίας, λοβιτούρας, μεγάλων ανακατατάξεων και κρίσεων, απ’ όπου είτε θα προκύψουν πράγματα είτε θα λιμνάσουν προκαλώντας κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές δυσλειτουργίες. “Υπηρέτησα δέκα αυτοκράτορες” έλεγε χαρακτηριστικά ο Ψελλός».

Δεν είναι η πρώτη φορά που ερμηνεύει ανδρικό χαρακτήρα. «Ερμηνεύω πολύ συχνά ανδρικούς μονολόγους γιατί θεωρώ πως τα ανδρικά πορτρέτα είναι πληρέστερα ιστορικά από τα αντίστοιχα γυναικεία, τα οποία περιορίζονται σε ένα στενό συναισθηματικό πεδίο. Οι γυναικείοι χαρακτήρες είναι περισσότερο συγκινησιακοί και λιγότερο πνευματικοί. Κι εμένα με ενδιαφέρει να ερμηνεύω περισσότερο τη διάνοια παρά το συναίσθημα».

Παράλληλα με τις παραστάσεις του «Φιλοσόφου», η Ρούλα Πατεράκη προετοιμάζει την επόμενη, πολυπρόσωπη πια, δουλειά της, το «Puerto Grande» του Μάνου Λαμπράκη.

ΜΠΛΑΤΣΟΥ ΙΩΑΝΝΑ, Ελεύθερος Τύπος, Παρασκευή, 31.10.08

Τα τανκς στην Πράγα δεν χόρευαν ροκ


Rock'n'Roll και Επανάσταση. Λένιν και Πινκ Φλόιντ. Σαν μια καλή... παλιοπαρέα που ενίοτε τα «τσουγκρίζει» σκαρφαλώνουν ιδεολογίες και ιστορικές προσωπικότητες στη σκηνή του θεάτρου «Πόρτα». Φυσικά, υπάρχει ένας Τομ Στόπαρντ, που διασφαλίζει τις επικίνδυνες ισορροπίες. Το τελευταίο αριστούργημα του σπουδαίου δραματουργού για την Αριστερά και τις μεγάλες διαψεύσεις της, την ιδεολογική πάλη γύρω απ' τον σοσιαλισμό και το ροκ ως «υλικό» Επανάστασης, το περίφημο «Rock'n'Roll», ήρθε στην Ελλάδα χάρη σε έναν αμετανόητο, αλλά σκεπτόμενο κι αμφισβητία αριστερό: τον Γιώργο Κοτανίδη.

Ο Γ. Κοτανίδης, ο Βρετανός αριστερός φιλόσοφος που έρχεται στο «Rock'n'Roll» σε σύγκρουση με τον Τσέχο φοιτητή- Αλέκο Συσσοβίτη
Δεν έχασε στο Διαδίκτυο ούτε μισό ρεπορτάζ για τις παραστάσεις του έργου σε Λονδίνο, Βερολίνο, Πράγα, Λισαβόνα, Σίδνεϊ και Νέα Υόρκη. Και κινήθηκε σβέλτα: ζήτησε τα δικαιώματά του και το ανέβασε, σε δική του σκηνοθεσία ενώ στο μεταξύ συνεχίζει ακάθεκτο τη διεθνή του καριέρα στη Βαρκελώνη, το Σαν Φρανσίσκο κ.α.

Τι τον «ενεργοποίησε»; «Κατ' αρχάς ο τίτλος "Rock'n'Roll" και κατά δεύτερον το θέμα». Το τελευταίο, περισσότερο. «Το έργο παρακολουθεί την τελευταία πράξη της πτώσης του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, από το '68 μέχρι το '90, οπότε το κομμουνιστικό μπλοκ καταρρέει. Ο Στόπαρντ ξεκινά απ' την εισβολή των ρωσικών τανκς στην Πράγα. Το θέμα της Επανάστασης δεν τίθεται, όμως, μόνο με την έννοια της εξουσίας, αλλά με την έννοια της αμφισβήτησης. Επαναστατικό, δηλαδή, είναι ό,τι πηγαίνει κόντρα στην εξουσία», εξηγεί ο ηθοποιός.
  • Υπό το «βλέμμα» του Μπάρετ
Αναμενόμενο μες στον «πολτό» των «εχθρών» της κομμουνιστικής Εξουσίας να στοχοποιηθεί και η ροκ μουσική. «Στο έργο ακούγονται οι καλύτερες ροκιές όλων των εποχών: Pink Floyd, Μπομπ Ντίλαν, Rolling Stones, Velvet Underground, U2, Λένον, Guns 'n Roses, Grateful Dead, Beach Boys και φυσικά Σιντ Μπάρετ. Οταν έχουμε ένα αυταρχικό καθεστώς, το rock'n'roll, υποστηρίζει ο Στόπαρντ, είναι πιο επικίνδυνο απ' τους πολιτικούς αντιπάλους, γιατί ελευθερώνει τον άνθρωπο».

Ειδικά στην Τσεχοσλοβακία, το ροκ είχε αποκτήσει εντελώς απρόσμενα έναν αντιεξουσιαστικό χαρακτήρα: «Οι "The Plastic People of the Universe", ένα εναλλακτικό τσέχικο ροκ συγκρότημα, έγινε σύμβολο αντίστασης», μας πληροφορεί ο Κοτανίδης. «Στην πραγματικότητα, τρελάρες ήταν που έκαναν αυτό που γούσταραν. Δεν τους κυνηγούσαν οι Κομμουνιστικές Αρχές επειδή ήταν πολιτικοποιημένοι κι αντικαθεστωτικοί, αλλά γιατί δεν συμβιβάζονταν. Και προέκυψαν ήρωες της Αντίστασης!».

Ο Κοτανίδης στο «Rock'n'Roll» δεν περιορίστηκε στις σκηνοθετικές ευθύνες. Κρατά και τον βασικό ρόλο του Μαξ Μόροου, διαπρεπούς αριστερού φιλοσόφου και καθηγητή στο Κέιμπριτζ, που εξ αποστάσεως και, φυσικά, εκ του ασφαλούς υποστηρίζει την εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στην Πράγα. Ερχεται σε σύγκρουση με τον έτερο πόλο του θεατρικού έργου, τον Γιαν, Τσέχο ροκά φοιτητή, που υποδύεται ο Αλέκος Συσσοβίτης. Αυτός, μετά την είσοδο των ρωσικών τανκς στη γενέτειρά του εγκαταλείπει το διδακτορικό του στο Κέιμπριτζ. Θέλει, επιστρέφοντας στα πάτρια εδάφη, να υπερασπιστεί την ελευθερία ενάντια στον σοβιετικό αυταρχισμό. Πίσω του αφήνει όμως συντρίμμια: την αθεράπευτα ερωτοχτυπημένη χίπισσα κόρη του Μόροου, που διαρκώς φουμάρει «χόρτο» και βλέπει οράματα, με πρωταγωνιστή τον Σιντ Μπάρετ των Πινκ Φλόιντ.

Ο Κοτανίδης ήταν στο πρώτο έτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου τη μαύρη ημέρα που τα τανκς εισέβαλαν στην Πράγα. «Παρότι αριστερός, διαφώνησα κάθετα. Για μένα αυτή η πράξη αποτελούσε απόδειξη ότι η Ρωσία δεν ήταν μια σοσιαλιστική χώρα. Το βλέπει κάποια στιγμή και ο ήρωας που υποδύομαι. Και κάνει πίσω, ταλαντεύεται, βασανίζεται από εσωτερικά διλήμματα».
  • Οι αριστεροί θα προβληματιστούν
«Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ανώτερο απ' τον Στόπαρντ», ξεκαθαρίζει ο Κοτανίδης. Ως σκηνοθέτης δεν «πείραξε» ούτε κόμμα από το πρωτότυπο. «Η βασική σκηνοθετική μου γραμμή είναι το ότι υπηρέτησα πιστά το κείμενο». Η μοναδική «παρέμβασή» του είναι το «εισαγωγικό» βιντεάκι με εικόνες από το 1917 (χρονιά της Οκτωβριανής Επανάστασης) ώς το 1967. Ετσι προετοιμάζεται το έδαφος, για να πάρει τη σκυτάλη ο Στόπαρντ, που πιάνει το νήμα απ' το '68.

«Ενας αριστερός, βλέποντας την παράσταση θα προβληματιστεί και θα σκεφτεί», προσθέτει ο Κοτανίδης. «Γιατί το έργο, καθώς καταγράφει την Ιστορία, θέτει εν κατακλίδι το ερώτημα: η πτώση του σοσιαλισμού είναι οριστική; Απ' αυτή την άποψη είναι επίκαιρο. Οι οικονομικοί λόγοι της πτώσης του κομμουνισμού παραμένουν και σήμερα οι ίδιοι, παρ' όλο που φαίνεται ότι ο καπιταλισμός διαρκώς ανανεώνεται».

Η αθηναϊκή παράσταση είναι μια υπερπαραγωγή που ξεκίνησαν οι «Σαλτιμπάγκοι» του Κοτανίδη και στην πορεία υποστήριξε η Adam Production. «Απευθυνόμαστε στο μεγάλο κοινό», λέει χωρίς περιστροφές ο Κοτανίδης. «Στο μεγάλο κοινό πρέπει να απευθυνόμαστε με τα καλύτερα έργα. Ενα θεατρικό που μιλά για το ροκ'ν'ρολ και την Επανάσταση δεν μπορεί παρά να είναι ιδανικό γι' αυτό».

* Τη μετάφραση υπογράφει ο Σεραφείμ Βελέντζας. Τα σκηνικά είναι του Αντώνη Δαγκλίδη και τα κοστούμια της Κλερ Μπρέισγουελ. Μαζί με τους Γ. Κοτανίδη και Αλ. Συσσοβίτη παίζουν οι Αιμιλία Βάλβη, Γιάννης Δρίτσας, Εύα Κοτανίδη, Σταύρος Μερμήγκης, Στέλλα Μπαλωμένου, Μαργαρίτα Πανουσοπούλου, Βασίλης Παπαδημητρίου, Βαγγέλης Ρόκκος και Ιρις Χατζηαντωνίου. *

Θέατρο, το καλύτερο θρανίο


Στην πρωτοπορία ενός κινήματος για την εισαγωγή του θεάτρου στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση βρίσκεται το 1ο Πιλοτικό Ευρωπαϊκό Σχολικό Φεστιβάλ Θεάτρου και Performance, που διοργανώνει το Πολιτιστικό Κέντρο Ηλιούπολης

Σκηνή από το μιούζικαλ «Μαζί», την ελληνική συμμετοχή στο φεστιβάλ από μαθητές 4 Δημοτικών και ενός Γυμνασίου της Ηλιούπολης
«Το θέατρο είναι απαραίτητο μάθημα για τα παιδιά», πιστεύει με πάθος η εκπαιδευτικός Φωτεινή Σωτήρχου. Και επειδή δεν βλέπει «φως», και επειδή η Θεατρική Αγωγή μόνο στα χαρτιά απέκτησε πριν από δύο χρόνια κάποιες ώρες στη διδασκαλία Ε' και Στ' Δημοτικού, ξεκίνησε με την αμέριστη στήριξη μιας άλλης νέας γυναίκας, της Πόλυς Βλάχου, προέδρου του Πολιτιστικού Κέντρου Ηλιούπολης, ένα ιδιαίτερο φεστιβάλ: το 1ο Πιλοτικό Ευρωπαϊκό Σχολικό Φεστιβάλ Θεάτρου και Performance (από αύριο έως τις 7 Νοεμβρίου).

Εχει διπλό στόχο. Από τη μία, να εμπνεύσει στα παιδιά την πίστη ότι ιδανικό θέατρο είναι εκείνο που «ηθοποιοί και κοινό γίνονται ένα» και να τα μυήσει μέσα από workshops στα μυστικά της μουσικής, εικαστικής και σωματικής έκφρασης. Από την άλλη, να φυτέψει μέσα από σεμινάρια για εκπαιδευτικούς τον σπόρο του θεάτρου στο αμήχανο σώμα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Δεν ήταν καθόλου εύκολο χωρίς πείρα και με λίγα χρήματα (80 χιλιάδες ευρώ) να στηθεί από το μηδέν ένα Ευρωπαϊκό Σχολικό Φεστιβάλ. Οι διοργανωτές κατάφεραν να εξασφαλίσουν έξι παραστάσεις από το Βέλγιο («The way it is»), τη Γερμανία («Allmorgendlich»), την Ολλανδία [«Super(wo)men»], τη Ρουμανία και την Τσεχία («Young»).

Συγχρόνως «στήθηκε» με κέφι η ελληνική συμμετοχή από μαθητές τεσσάρων Δημοτικών και ενός Γυμνασίου της Ηλιούπολης. Πρόκειται για το μιούζικαλ «Μαζί». Το έγραψε και το σκηνοθέτησε η Φωτεινή Σωτήρχου. Το διατρέχει η ερώτηση «μπορούν να γίνουν αληθινοί φίλοι παιδιά από διαφορετικούς πολιτισμούς και υπάρχουν παιδιά ενός κατώτερου θεού;», κι ας συμμετέχει μόνο ένας μικρός ηθοποιός, παιδί μεταναστών. Οπως μας λέει η Φωτεινή Σωτήρχου, η κύρια έγνοια της δεν είναι η «καλλιτεχνική αρτιότητα», αλλά η «μύηση των παιδιών στην έννοια της ομάδας». Αλλωστε, πήραν ρόλο όλα όσα δήλωσαν ενδιαφέρον. Η επιλογή, επίσης, του μιούζικαλ ήταν «εύκολη». «Τι θέλουν τα παιδιά; Να ξεφαντώνουν, να εκφράζονται με χαρούμενο τρόπο, να μη λένε πολλά λόγια, να τραγουδούν και να κινούνται». Βοήθησε πολύ η μουσική (Τ. Κυρανάστασης, Χ. Χριστουδούλου) και η χορογραφία (Α. Δήμου). Οι δύο μουσικοί «άνοιξαν τα σύνορα» και δημιούργησαν έναν καμβά που τα έχει όλα, από τζαζ, γκόσπελ και ραπ μέχρι... μνήμες από αρχαία ελληνική μουσική.

Οσο για το σκέλος του φεστιβάλ, που αφορά αποκλειστικά τους εκπαιδευτικούς, συνοψίζεται σε έξι τρίωρα βιωματικά σεμινάρια με εισηγητές επαγγελματίες (Μαρία Λεωνίδα για την κινηματογραφική γλώσσα, Μυρσίνη Λενούδια για τη δημιουργική γραφή, Κωνσταντίνος Μίχος για την κίνηση, Μελίνα Χατζηγεωργίου για τη διαθεματική προσέγγιση, Δήμητρα Τρυπάνη και Τζωρτζίνα Κακουδάκη).

Οι παραστάσεις (2, 4, 6 και 7 Νοεμβρίου) πραγματοποιούνται στο Θέατρο του Δημαρχιακού Μεγάρου Ηλιούπολης (Σοφοκλή Βενιζέλου και Κουντουριώτη). Το φεστιβάλ έχει δικά του site (politismos-ilioupoli.gr) και blog για να επικοινωνεί με μαθητές και εκπαιδευτικούς από όλη την Ευρώπη. Αλλωστε, το μότο του είναι «Ενα ταξίδι στον κόσμο και πέρα από αυτόν...».

Β. ΓΕΩΡΓ., ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 31/10/2008

Ο «Ευγένιος Ονιέγκιν» σε παγκόσμια πρεμιέρα

Ο ανεκπλήρωτος έρωτας είναι το θέμα του τρίπρακτου μπαλέτου «Ευγένιος Ονιέγκιν» που παρουσιάζει σε παγκόσμια πρώτη το Μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, από τις 1 έως τις 9 Νοεμβρίου, στο θέατρο Ολύμπια.

Τη χορογραφία υπογράφει ο Ιρέκ Μουχαμέντοφ, διευθυντής του Μπαλέτου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και της Ρεγκίνας Ζάρχινα. Οσο για τη μουσική βασίζεται σε συνθέσεις του Πιότρ Ιλιτς Τσαϊκόφσκι επεξεργασμένες και ενορχηστρωμένες -όπου απαιτείται για τις ανάγκες της συγκεκριμένης εκδοχής- από τον Ανδρέα Τσελίκα.

Την όπερα σε λιμπρέτο που βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Πούσκιν, ο Τσαϊκόφσκι την ολοκλήρωσε το 1878 στην Ιταλία. Εκεί είχε καταφύγει για ανάρρωση μετά από την παταγώδη αποτυχία του γάμου του που κράτησε μόλις? έντεκα βδομάδες!

Τσαϊκόφσκι
Ο Τσαϊκόφσκι ήλθε σε επαφή με το έργο του Πούσκιν ύστερα από υπόδειξη της φίλης του τραγουδίστριας Γελισαβέτα Λαβρόφσκαγια το Μάιο του 1877. Εκείνη την εποχή ο μεγάλος συνθέτης δούλευε την 4η συμφωνία του και βρισκόταν σε αναζήτηση υλικού για τη σύνθεση όπερας. Η ιδέα για μια όπερα πάνω στον «Ευγένιο Ονιέγκιν» τον συνεπήρε αμέσως.

Ο Ονιέγκιν του Τσαϊκόφσκι είναι μια ομοιογενής τραγική ιστορία- παρά τον επεισοδιακό χαρακτήρα της πλοκής. Η υπόθεση αφορά στον έρωτα της νεαρής και αθώας επαρχιωτοπούλας Τατιάνας για τον έμπειρο κοσμοπολίτη Ευγένιο Ονιέγκιν, που αναζητά να ξεφύγει από τη ματαιότητα της ζωής του.

Ασυγκίνητος από τα αγνά αισθήματα της κοπέλας, ο Ονιέγκιν δεν προτίθεται να δεσμευτεί. Επιπλέον, εκτιμάει εσφαλμένα την αντίδραση του φίλου του Λένσκι, όταν παριστάνει ότι φλερτάρει με την μνηστή του.

Οι δύο άνδρες εμπλέκονται σε μονομαχία και ο Ονιέγκιν σκοτώνει τον Λένσκι. Όταν μετά από χρόνια καταλαβαίνει το λάθος του σχετικά με την Τατιάνα είναι πλέον αργά, καθώς η γυναίκα έχει παντρευτεί τον εύπορο, αρκετά μεγαλύτερό της πρίγκιπα Γκρέμιν και δεν είναι διατεθειμένη να αλλάξει την ζωή της. Τα σκηνικά δημιούργησε ο Σωκράτης Δαλαμάγκας και τα κοστούμια ο Γιάννης Μετζικώφ.

Τον ρόλο του ερμηνεύουν Ευγένιου Ονιέγκιν οι Στράτος Παπανούσης, Ιγκορ Σιάτζκο και Βαγγέλης Μπίκος ενώ αυτόν της Τατιάνας υποδύονται οι Ευρυδίκη Ισαακίδου, Μαρία Κουσουνή και Νατάσσα Σιούτα.

«Η αγάπη νικά τα πάντα»

«Η αγάπη νικά τα πάντα»

Μια νύχτα στην Κοπεγχάγη με τρεις συναρπαστικές προσωπικότητες σε συνταρακτικές αποκαλύψεις θα παρακολουθήσουμε, από τις 6 Νοεμβρίου, στην Κεντρική Σκηνή του θεάτρου «Αργώ».

Ο λόγος για το έργο «Η αγάπη νικά τα πάντα» του σουηδού συγγραφέα Περ Όλοφ Ένκβιστ, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ιωάννου, με τα τρία αυτά πρόσωπα να είναι ο πασίγνωστος Δανός συγγραφέας Χανς Κρίστιαν Αντερσεν, η μεγάλη Δανή ηθοποιός -εμβληματική φυσιογνωμία του δανικού θεάτρου- Γιοχάννε Λουίζ Χάιμπεργκ και ο σπουδαίος Δανός κριτικός και ποιητής Γιόχαν Λούντβιχ Χάιμπεργκ. Τρεις λοιπόν σημαντικές προσωπικότητες των Γραμμάτων και των Τεχνών της Ευρώπης, συναντιούνται ένα βράδυ στην Κοπεγχάγη, κάτω από την ίδια στέγη. Η βραδιά θα οδηγηθεί σε απρόσμενες εξελίξεις.

Παράλληλα, θα προκύψει μία σειρά από καυτά διαχρονικά ερωτήματα μέσα από μια διαμάχη απόψεων και ιδεών για τον έρωτα, τη λογοτεχνία, τις ανθρώπινες σχέσεις, το θέατρο, τη ζωή και το θάνατο, την ανθρώπινη μοναξιά. Όπως και για το αν η δύναμη της αγάπης μπορεί πράγματι να υπερνικήσει τα πάντα. Παίζουν οι Αιμιλία Υψηλάντη, Δημήτρης Παπάζογλου, Ζαχαρούλα Οικονόμου και Στέλιος Γούτης.

Ενας ιδιαίτερος ήρωας

Ο Δημήτρης Αδάμης σκηνοθετεί τον «Σίτο Σιταράκι», έναν ιδιαίτερο ήρωα μόλις οκτώ πόντων που γεννήθηκε σε ένα καρβέλι ψωμί, του αρέσει η ζωγραφική και ιδιαίτερα ο Βαν Γκογκ και τρελαίνεται για προκλασική μουσική, για τον Βιβάλντι και τον Χάιντελ μέχρι τον Μπαχ.

Εχει για αδελφό του έναν απίστευτο γάιδαρο πολύ σνομπ, που τον λένε Λουδοβίκο. Μαζί του θα γυρίσει τον κόσμο για να αποδείξει σε όλους ότι το μπόι δεν μετράει, μετράει το μυαλό, που λέει και το τραγούδι του. Στο μοναδικό, γεμάτο περιπέτειες ταξίδι του, που παρουσιάζεται στο θέατρο «Αθηνών», θα συναντήσει τρένα, πλοία, τρικυμίες, αινίγματα, καμήλες, ληστές, βασιλιάδες, πριγκίπισσες, μάγισσες.

Πρεμιέρα για τον «τέλειο εραστή»

Δίκοπο μαχαίρι χαρακτηρίζουν τη σχέση τους η Θεοφανία Παπαθωμά και ο Πασχάλης Τσαρούχας που, εκτός από ζευγάρι στη ζωή, φέτος αποφάσισαν να μοιραστούν και το θεατρικό σανίδι με το έργο του Νιλ Σάιμον «Ο τέλειος εραστής», που έκανε πρεμιέρα χθες στο Θέατρο Εγνατία της Θεσσαλονίκης.

Πρεμιέρα για τον «τέλειο εραστή»

«Η υπόθεση έχει ένα δραματικό υπόβαθρο που αγγίζει θέματα όπως η μοναξιά, η κατάθλιψη, το αδιέξοδο των σχέσεων, πάνω στο οποίο ο Νιλ Σάιμον χτίζει ένα αληθινά αστείο έργο, με πολύ χιούμορ», είπε η Θ. Παπαθωμά που υπογράφει τη μετάφραση και τη σκηνοθεσία, ενώ κρατά και τον πρωταγωνιστικό ρόλο, μαζί με τον σύντροφό της. Οσο για τον Π. Τσαρούχα, σημείωσε ότι ο ήρωας που ερμηνεύει δεν απέχει πολύ από τον σημερινό Ελληνα.

Για εκείνον οι εξάρες

Tης Mαριάννας Tζιαντζή, Η Καθημερινή, Παρασκευή, 31 Oκτωβρίου 2008

Στον Αλέκο Σακελλάριο ήταν αφιερωμένο το «Στην υγειά μας» (ΝΕΤ) με τον Σπύρο Παπαδόπουλο το περασμένο Σάββατο.

Μέγα το πλήθος των προσκεκλημένων. Πάνω από 20 καλλιτέχνες και άνθρωποι που ασχολούνται με την τέχνη ήταν καθισμένοι στο μακρύ τραπέζι, ενώ αρκετά ήταν τα βουβά πρόσωπα στη γαλαρία. Σύμφωνοι, όλοι οι καλοί χωρούν, όμως, με τόσους πολλούς συνδαιτυμόνες, η εκπομπή θύμιζε μίνι συνέδριο ή ημερίδα (ή μάλλον εσπερίδα).

«Ηταν ανεπανάληπτος» και «δεν υπάρχουν διάδοχοι». Αρκετές φορές ακούστηκε αυτή η διαπίστωση, με την οποία εύκολα συμφωνεί κανείς. Ωστόσο, το ερώτημα είναι το γιατί δεν υπάρχουν σήμερα όχι επίγονοι, αλλά δημιουργοί που να έχουν τη δική του αμεσότητα, λαϊκότητα και απλότητα. Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε «και το δικό του ταλέντο», γιατί ταλαντούχοι άνθρωποι γεννιούνται σε όλες τις εποχές, ανεξάρτητα από τον δρόμο που αυτό το ταλέντο ακολουθεί.

Πολλά ανέκδοτα ακούστηκαν, πολλές αναμνήσεις ξεδιπλώθηκαν. Η λαϊκότητα του Σακελλάριου, στον στίχο και στην πρόζα, δεν αποκτήθηκε σε κάποια ακαδημία τεχνών, αλλά σφυρηλατήθηκε στους δρόμους της Αθήνας, στο καφενείο, στην παρέα, στην κουίντα και στα καμαρίνια του θεάτρου, στα στούντιο του Φίνου. Θεατρικός συγγραφέας, επιθεωρησιογράφος, χρονογράφος, στιχουργός, σκηνοθέτης: ό,τι άγγιζε γινόταν χρυσός. Έγραφε με εκπληκτική ταχύτητα, όπως ειπώθηκε στην εκπομπή (μέσα σε τρεις ημέρες ολοκλήρωσε την επιθεώρηση «Έτσι κι αλλιώς και αλλιώτικα»). Το βράδυ θέατρο, ύστερα φαγητό με φίλους, ξενύχτι και συζήτηση όλη νύχτα, συνήθως στη Φωκίωνος Νέγρη. Ούτε το Ίντερνετ ούτε το e-mail τού ήταν απαραίτητα, αφού η ζωή του καλλιτεχνικού σιναφιού της δεκαετίας του ’50 και του ’60 ήταν συγκεντρωμένη στο κέντρο της πόλης. Μια βόλτα με τα πόδια αρκούσε για να συναντήσει κανείς τους ομότεχνούς του, να δώσει και να πάρει. Τι και αν αυτό που έδινε (και εξακολουθεί να δίνει) συχνά ήταν μεγαλύτερο από ό,τι έπαιρνε; Ο Σακελλάριος δεν θα υπήρχε χωρίς τους άλλους.

Ηθοποιοί που έχουν παίξει σε θεατρικά του έργα παραδέχονται ότι μάθαιναν τα λόγια τους με καταπληκτική ταχύτητα και ευκολία γιατί «ο λόγος του έτρεχε σαν νερό».

Ωστόσο, η απλότητα που χαρακτηρίζει το έργο του Σακελλάριου δεν σφράγισε την εκπομπή. Αθάνατα τα τραγούδια του, που τα ερμήνευσαν με ευαισθησία παλιοί και νέοι τραγουδιστές, πολλές οι παρουσίες που αξίζουν τη συμπάθεια και τον σεβασμό μας, όμως και φλυαρία και αρκετός ναρκισσισμός, όχι όμως εκ μέρους του οικοδεσπότη. Κάποιοι (λίγοι) καλεσμένοι συμπεριφέρονταν λες και το τιμώμενο πρόσωπο δεν ήταν ο Σακελλάριος, αλλά οι ίδιοι: φλυαρούσαν, άρπαζαν το μικρόφωνο, πετάγονταν σαν πεταλουδίτσες στην πίστα. Σύμφωνοι, λαϊκό γλέντι θέλει να μας προσφέρει το «Στην υγειά μας», αλλά μερικές φορές είναι σαν να μας κάνουν με το ζόρι ενέσεις κεφιού.

Σε δύσκολες δεκαετίες, ο Σακελλάριος έγραψε πρόζα και στίχους που ξεχείλιζαν από τη χαρά της ζωής. Σήμερα, τη θέση της χαράς συχνά παίρνει η αγχωτική αναζήτηση της ευδαιμονίας, όπως το τσιρίδι στα σίριαλ και στις ψυχαγωγικές εκπομπές παίρνει τη θέση του γέλιου.

Ποια γυναίκα είναι «στρίγγλα» για τον άντρα σήμερα;

Του Βασιλη Αγγελικοπουλου, Η Καθημερινή, Παρασκευή, 31 Oκτωβρίου 2008

Μην περιμένει κανείς να δει σε μια «κλασική» παράσταση το «Ημέρωμα της στρίγγλας» που ανεβάζει την Τετάρτη στο Κοτοπούλη το Εθνικό Θέατρο με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και τον Ακη Σακελλαρίου. Ο σκηνοθέτης της Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης ξεκαθαρίζει πως η ομαδική δουλειά που έγινε στις πρόβες οδήγησε σε μια «όχι πειραματική, πάντως αρκετά προκλητική σκηνική ανάγνωση του έργου - με την έννοια ότι απαιτεί από τον θεατή ενάργεια…».

Με σύγχρονα κοστούμια λοιπόν η «στρίγγλα» Κατερίνα και ο «δαμαστής της» Πετρούκιο και σε «απόδοση» του ίδιου του σκηνοθέτη το σαιξπηρικό κείμενο, σε ένα νεωτερικό ανέβασμα - ένα ακόμα, θα λέγαμε, στο Εθνικό. Τι συμβαίνει; Αισθάνεται ο σκηνοθέτης που καλείται στο Εθνικό σήμερα την υποχρέωση να κάνει μια παράσταση νεωτερική σύμφωνη με το πνεύμα της διεύθυνσης του θεάτρου;

Η «απόδοση»

«Εμένα πάντως ο Χουβαρδάς μου είπε “κάνε ό,τι θέλεις”» λέει ο Κ. Αρβανιτάκης. «Και μάλιστα πρόσθεσε “μη νιώσεις καν την υποχρέωση να το κάνεις κωμωδία - κάνε το όσο σκοτεινό θέλεις”. Ετσι κινηθήκαμε απολύτως ελεύθερα, αν και αντιλαμβάνομαι βέβαια ότι παίζουμε σε μεγάλη αίθουσα, που κακά τα ψέματα φέρει την απαίτηση μιας εμπορικότητας».

Ας δούμε λοιπόν κατ’ αρχάς τι σημαίνει εδώ «απόδοση» του έργου. «Συνηθίζω να κάνω ο ίδιος τη μετάφραση, γιατί πιστεύω ότι είναι το 50% της σκηνοθεσίας, και πάντα μιλάω για “απόδοση”». Διότι δουλειά μου ως ερμηνευτή είναι να προσπαθήσω να καταλάβω τις προθέσεις του συγγραφέα και να τις μεταφέρω στις συγκεκριμένες κάθε φορά συνθήκες. Τίθεται δηλαδή η πρόκληση “τι κάνει εδώ ο συγγραφέας και πώς αυτό μπορούμε να το κάνουμε κατ’ αναλογία εμείς”».

Εχει μεταφερθεί στην εποχή μας το έργο; «Οχι, δεν έχω αλλάξει το έργο, αν εννοείτε αυτό, αλλά ένα κείμενο επιδέχεται βέβαια ποικίλες ερμηνείες. Εγώ πάντως κι εδώ προσπάθησα να αποδώσω αυτό που λέει ο συγγραφέας με σημερινούς όρους». Και πώς κολλάει στη σημερινή δυτική κοινωνία μας να εξαναγκάζεται μια κοπέλα να παντρευτεί αυτόν που θέλει ο πατέρας της - όπως συμβαίνει στο έργο; «Εμείς οφείλουμε να απευθυνθούμε στο κοινό του σήμερα. Οπότε, ναι, κάποιες συνθήκες του έργου τις αλλάζουμε κάπως - πράγμα που έχει να κάνει με την καρδιά του βασικού ερωτήματος, δηλαδή γιατί μας αφορά αυτό το έργο σήμερα. Εχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον να δούμε πώς είναι σήμερα οι σχέσεις των φύλων, τι σημαίνει “στρίγγλα” για τον άντρα σήμερα».

Η Κατερίνα γιάπισσα

Τι θα μπορούσε, αλήθεια, να είναι η Κατερίνα σήμερα; Γιάπισσα ίσως; «Η Κατερίνα είναι γυναίκα έξυπνη, πνευματώδης, πολύ ανώτερη από τους άντρες γύρω της - και δεν είναι διατεθειμένη να κατέβει στο επίπεδό τους για να τους κάνει να νιώσουν καλά. Δεν το παίζει γατούλα, ότι τους θαυμάζει, γελάει με τ’ αστεία τους -δεν τους ανεβάζει, οπότε αυτοί σε αντίδραση νιώθουν τρομερή ανασφάλεια και της βάζουν τη ρετσινιά της στρίγγλας. Κι αυτή σιγά σιγά εγκλωβίζεται σ’ αυτή την εικόνα και έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος όπου ο ένας φοβάται τον άλλο. Κάτι που συμβαίνει πολύ σήμερα με γυναίκες δυναμικές ή που πρέπει να κινηθούν σε χώρους ανταγωνιστικούς κ.λπ.».

Και γιατί αυτό δεν μπορεί ο θεατής να το καταλάβει σε μια «ορθόδοξη» παράσταση του έργου, κάνοντας τις δέουσες αναγωγές; «Δεν προσεγγίζω εγώ έτσι το έργο - ότι το κοινό είναι ανόητο και πρέπει να κάνω κάτι. Απλώς για μένα είχε πολύ περισσότερο ενδιαφέρον έτσι. Συνέχεια όμως είχα κατά νου πώς θα ερμηνεύσω κάθε γραμμή σύμφωνα με το πνεύμα του έργου. Αυτό βέβαια καθένας θα το δει διαφορετικά. Ισως κάποιος πει “ασέλγησε στον Σαίξπηρ”, δεν ξέρω. Αλλά δεν γίνεται να δουλεύεις φοβούμενος συνέχεια τι θα πει κάποιος».

Κατά τα άλλα πώς είδε η σκηνοθεσία το έργο; «Για μένα η όλη παράσταση είναι η οπτική ενός άντρα σήμερα και η σημασία της εικόνας που έχουν οι άλλοι για μας. Ο Πετρούκιο δεν καταπιέζει, αντίθετα απελευθερώνει την Κατερίνα, γιατί έχει την ικανότητα να δει ότι πρόκειται για μια γυναίκα έξυπνη και δυναμική, αλλά εγκλωβισμένη στην εικόνα της».

Και το κωμικό στοιχείο; Βγαίνει καθόλου; «Νομίζω ότι λειτουργεί, δεν ήταν στις προθέσεις μου να υποβαθμίσω το γέλιο - κωμωδία ανεβάζουμε. Οτι αυτά τα θέματα μας απασχολούν στην παράσταση δεν σημαίνει ότι παραγνωρίζουμε τον ψυχαγωγικό ρόλο του θεάτρου».

Thursday, October 30, 2008

Βραδιές με θέατρο

Για δεύτερη χρονιά το θέατρο «Coronet» παρουσιάζει, από σήμερα, τον «Caveman» του Rob Becker, τη μακροβιότερη σόλο παράσταση στην ιστορία του Μπροντγουέι. Η σκηνοθεσία - διασκευή είναι της Αναστασίας Παπαστάθη, με τον Γεράσιμο Γεννατά στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Μετάφραση: Ερατώ Τάττη. Σκηνικά: Ειρήνη Παγώνη. Μουσική: Πάνος Φορτούνας. Κοστούμια: Keira Coltrane.

  • Ο θίασος «Νέος Λόγος» επαναλαμβάνει, για λίγες παραστάσεις, από τις 4/11, στον καινούριο του χώρο «Studio Μαυρομιχάλη», το έργο του Μάρτιν Κριμπ «Ολο και Λιγότερες Καταστάσεις Εκτάκτου Ανάγκης», σε σκηνοθεσία Φώτη Μακρή. Αφηγητές και ήρωες χάνονται ο ένας μέσα στον άλλο, σε μια μάταιη προσπάθεια να βρουν εξηγήσεις για τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που βιώνουμε, για την ανθρώπινη συμπεριφορά, τις παγίδες και τις απόπειρες διαφυγής, από τις πιο καθημερινές ως τις πιο ακραίες. Μετάφραση: Χριστίνα Μπάμπου - Παγκουρέλη. Μουσική: Θανάσης Βλαβιανός. Χορογραφίες: Στέλλα Κρούσκα. Παίζουν: Θανάσης Βλαβιανός, Μαρία Κορδώνη, Στέλλα Κρούσκα, Φώτης Μακρής.
  • Μέχρι τέλος Νοέμβρη, στο «Βαφείο» παρουσιάζεται «Η συνοδός» της Νίνα Μπερμπέροβα. Διασκευή Ραζβάν Μασιλού. Μετάφραση - σκηνοθεσία: Δαμιανός Κωνσταντινίδης. Παίζουν: Δήμητρα Χατούπη, Ελένη Χατζηαυξέντη, Ηλίας Παρασκευόπουλος, κ.ά. Πιάνο: Μαρίνα Χρονοπούλου.

ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ - ΚΚΕ: Αμεση σωτηρία των κειμηλίων του

Το «καμαρίνι» της Μαρίας Κάλλας, στο Θεατρικό Μουσείο
«Προσωρινά» (!) επί 35 χρόνια το Ελληνικό Θεατρικό Μουσείο στεγάζεται στο υπόγειο του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων, «πνιγμένο» στην υγρασία, στα έντομα και τρωκτικά, ενώ τα 16μελές προσωπικό του μένει απλήρωτο επί τέσσερις και έξι μήνες.

Το θέμα έφερε χθες στη Βουλή, με Επίκαιρη Ερώτηση, ο βουλευτής του ΚΚΕ Κ. Καζάκος, ζητώντας να επιλυθεί το μακρόχρονο και οξύ πρόβλημα του μουσείου. Η απάντηση, όμως, του υπουργού Πολιτισμού, Μ. Λιάπη, περιορίστηκε σε γενικόλογες και αόριστες υποσχέσεις.

Ο υπουργός αναγνώρισε τα προβλήματα του Θεατρικού Μουσείου, αλλά ισχυρίστηκε ότι αυτό επιχορηγείται γενναία, έχει «προνομιακή μεταχείριση» σε σχέση με άλλα σωματεία, αφού «το 2007 πήρε 670.000 ευρώ και το 2008 523.000 ευρώ». Ο υπουργός παραδέχτηκε την ανάγκη μεταστέγασης του μουσείου σε άλλο χώρο, αλλά επί του προκειμένου δεν είπε τίποτα συγκεκριμένο, παρά μόνον ότι «απαιτείται ένας σχεδιασμός που να συνδέεται με την ανασύνταξη ολόκληρου του θεατρικού χάρτη της χώρας και την αξιολόγηση των νέων δεδομένων» και ότι το ΥΠΠΟ «έχει αναθέσει στο Εθνικό Κέντρο Θεάτρου - Χορού την εκπόνηση σχετικής μελέτης» (έως τις αρχές του 2009) και ότι «εξετάζεται το ενδεχόμενο» να γίνει ένα μουσείο που να καλύπτει όλη την πορεία του ελληνικού θεάτρου από τη γέννησή του μέχρι τις μέρες μας.

«Τα 35 χρόνια που έχουν περάσει από την ίδρυση του μουσείου, από την προσωρινή στέγασή του στους νεκροθαλάμους, δημιουργούν μια εικόνα εγκληματικής αδιαφορίας», τόνισε στην παρέμβασή του ο Κ. Καζάκος. Κατήγγειλε ότι στο χώρο όπου στεγάζεται το Θεατρικό Μουσείο «καταστρέφονται υλικά ανεπανάληπτης αξίας, αφού όταν βρέχει πλημμυρίζουν τα ιστορικής σημασίας κοστούμια, που φόρεσαν μεγάλοι πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες τους θεάτρου μας». Το νερό φτάνει μέχρι τη μέση των τοίχων, ενώ θλιβερή εικόνα προκαλούν τα ποντίκια και οι κατσαρίδες. «Αποτέλεσμα όλων αυτών», τόνισε ο βουλευτής, «είναι όταν γίνεται εκεί μια εκδήλωση να λιποθυμούν οι άνθρωποι από τη βρώμα και την υγρασία».

Αναφορικά με τα ποσά επιχορήγησης του μουσείου, ο Κ. Καζάκος αντέτεινε στον υπουργό ότι «είναι πολύ μικρά σε σύγκριση με την ιστορική και εκπαιδευτική αξία που έχει το μουσείο και, τέλος, ζήτησε να ληφθούν άμεσα μέτρα σωτηρίας των εκθεμάτων.

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Παρασκευή 31 Οχτώβρη 2008

«Γάλα» επιβίωσης

Μπορεί ένα έργο που σε έχει «σφραγίσει» θεατρικά μέσα από ένα σπουδαίο ανέβασμα, να σε κεντρίσει εκ νέου μέσα από μια διαφορετική «ανάγνωση»; Οταν αυτή γίνεται με ψυχή, τότε ναι. Κρατώ μέσα μου σε ξεχωριστή και περίοπτη θέση την εκδοχή του «Γάλατος» απ' τον Νίκο Μαστοράκη, μα με γοήτευσε ιδιαίτερα και η ανάγνωση της Αννας Βαγενά...

«Γάλα» επιβίωσης

Την ιστορία μιας πολύπαθης μητέρας, μετανάστριας από την πρώην Σοβιετική Ενωση, με δύο γιους - ο ένας εκ των οποίων πάσχει από σχιζοφρένεια - οι οποίοι προσπαθούν με νύχια και με δόντια να προσαρμοστούν και να επιβιώσουν στην Ελλάδα διηγείται μέσα από το «Γάλα» ο Βασίλης Κατσικονούρης.

Η απόγνωση της μάνας και ο ψυχικός σπαραγμός της για την ασθένεια του μικρού της γιου, παράλληλα με τον φόβο, που προέρχεται από τον έντονο κοινωνικό ρατσισμό παρουσιάζονται με σπαρακτικό τρόπο.

Η βία διαδέχεται και εναλλάσσεται με την τρυφερότητα, η ένταση με τη γαλήνη, η απελπισία με την ελπίδα, η πραγματικότητα με την ψευδαίσθηση και αντιστρόφως.

Μια συγκλονιστική ιστορία - μαρτυρία, με εξαιρετικές συγκρούσεις, μοναδικές κορυφώσεις, γεμάτο ελπίδα, που κάνουν το έργο αυτό του Βασίλη Κατσικονούρη ίσως το σπουδαιότερο νεοελληνικό έργο των τελευταίων χρόνων.

Η Αννα Βαγενά το σκηνοθέτησε με καίριο τρόπο, φωτίζοντας με δεινότητα και τις πιο λεπτές πτυχές του. Εφτιαξε μια εύρυθμη, ατμοσφαιρική παράσταση που αγγίζει την καρδιά, έχοντας για αρωγούς της τον Γιάννη Βάμβουρα - το σκηνικό που φιλοτέχνησε πάνω σε δική της ιδέα είναι εντυπωσιακό - και τον Αλέκο Αναστασίου που φώτισε με έμπνευση τα επί σκηνής δρώμενα.

Η ίδια η Αννα Βαγενά πετυχαίνει την πληρέστερη υποκριτική της δουλειά. Στη Μάνα της είναι σπαρακτική, αληθινή, άμεση, ακριβής και αποτελεσματική.

Στο πλάι της εξαιρετική δουλειά επιτυγχάνει στον Λευτέρη του ο Αλέξανδρος Μπαλαμώτης. Μαζί τους ευθύβολος είναι ο Στέφανος Κοσμίδης στο ρόλο του Αντώνη και άμεση η Ανθή Κοκκίνου στο ρόλο της Νατάσας.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

  • Πού: Θέατρο «Βασιλάκου» (Πλαταιών και Πρ. Δανιήλ 3).
  • Πότε: Τετάρτη - Παρασκευή στις 21.00, Σάββατο στις 18.00 και 21.00 και Κυριακή στις 19.00.
  • Εισιτήρια: 22 ευρώ, 15 ευρώ (φοιτητικό).
  • Τηλέφωνο: 210-3467735
ΕΘΝΟΣ, 29/10/2008

Αργησαν οι Αλβανοί να γίνουν «μόδα»


Ο Νικόλας Μακρής υποδύεται ένα νεαρό Αλβανό μουσικό κλασικής μουσικής, στην αντιρατσιστική σάτιρα των Ρέππα και Παπαθανασίου «Συμπεθέροι από τα Τίρανα» (θέατρο «Λαμπέτη»). Σε πείσμα των εξαγριωμένων νεόπλουτων πεθερικών του, σχεδιάζει να παντρευτεί μια Ελληνίδα.

Εδώ και χρόνια οι Αλβανοί είναι της «μόδας» σε τηλεόραση, σινεμά και θέατρο. «Διαφωνώ. Πιστεύω ότι παρα-άργησαν να γίνουν της μόδας», μας διορθώνει ο ηθοποιός. «Είναι πολλά τα χρόνια που ζούσαμε μαζί και αποφεύγαμε να τους κάνουμε μέρος του θεατρικού μας γίγνεσθαι». Ερμηνευτικά δεν κατέφυγε σε καμία υπερβολή για να υποδυθεί τον Αλβανό. Ο χαρακτήρας δεν έχει τίποτα διογκωμένο. «Είναι ένα κανονικό νεαρό παιδί».

Με τη Δήμητρα Στογιάννη σε μια σκηνή από την παράσταση «Συμπέθεροι από τα Τίρανα», των Ρέππα - Παπαθανασίου
Εξάλλου, στην παράσταση δεν είναι ο μοναδικός Αλβανός. Υπάρχουν και οι «καταλύτες» στη δράση γονείς του, οι Αλβανοί συμπέθεροι (Νατάσα Κοτσοβού, Κώστας Καζάκας). «Είναι οι πιο συμπαθητικοί χαρακτήρες του έργου», υποστηρίζει. «Οι Ελληνες είναι τα αρπακτικά. Βέβαια, γίνονται συμπαθείς από την κωμικότητα που απορρέει από τη φαυλότητά τους».

Ο έρωτας της Ελληνίδας (Δήμητρα Στογιάννη) με τον Αλβανό επιβιώνει τελικά, αλλά... μετ' εμποδίων. «Μουλαρώνουν» και οι γονείς (Ελισάβετ Κωσταντινίδου, Παύλος Κοντογιαννίδης) και οι θείοι (Τζόυς Ευείδη, Δημήτρης Μαυρόπουλος). «Από τη στιγμή, όμως, που το ζευγάρι πηγαίνει στο πατρικό της κοπέλας στην επαρχία, το έργο ξεφεύγει από το στενό ζήτημα των Αλβανών και αποκτά πολιτικές διαστάσεις», λέει ο Νικόλας Μακρής. Σ' αυτό το σκέλος προκύπτει κι ένας διαπλεκόμενος υφυπουργός Πολιτισμού (Χρήστος Τριπόδης).

Σε ποιους απευθύνεται περισσότερο η κωμωδία, στους Ελληνες ή στους Αλβανούς; «Φαντάζομαι, απευθύνεται περισσότερο σε Ελληνες, χωρίς φυσικά να αποκλείονται και οι Αλβανοί, που ζουν εδώ και γνωρίζουν την ελληνική καθημερινότητα», απαντά ο Μακρής.

Ωσπου να φτάσει, μετά την αποφοίτησή του απ' τη δραματική σχολή της Νέλλης Καρρά, στη σκηνή του θεάτρου «Χορν» για την περσινή επανάληψη του «Τρέντι θα σφυρίξει τρεις φορές», πέρασε από σαράντα κύματα. «Οι νέοι ηθοποιοί έχουν σοβαρό πρόβλημα. Μην με ρωτήσετε πότε ξεκίνησα να δουλεύω. Ρωτήστε με πότε ξεκίνησα να πληρώνομαι! Δουλεύουμε σε ομαδούλες χωρίς να πληρωνόμαστε. Εδώ υπάρχουν ηθοποιοί που δεν βρίσκουν καν μια ομάδα», αποκαλύπτει. Μ' αυτά και με εκείνα, αποφάσισε με τους συμμαθητές του από τη δραματική να δημιουργήσουν τη δική τους και να παρουσιάσουν «έντονα σωματικές δουλειές» σε off off broadway μικρές σκηνούλες.

Το κεφάλαιο τηλέοραση μπήκε στη ζωή του τελευταία. Συγχρόνως με την παράσταση στο «Λαμπέτη», θα παίζει και σε δύο σίριαλ: το «Missing» του Αλέξανδρου Πανταζούζη και τη βιογραφία του Καρυωτάκη από τον Τάσο Ψαρρά. «Στην τηλεόραση κάνω κυρίως δραματικούς ρόλους και στο θέατρο κωμικούς. Δεν έχω καταλήξει, ούτε σκοπεύω να περιορίσω τον εαυτό μου σε κάτι συγκεκριμένο. Συνήθως αισθάνομαι πιο καλά στο δράμα, παρ' όλο που και αυτό πάντα με κωμικό τρόπο το αντιμετωπίζω».

ΙΩΑΝΝΑ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 30/10/2008

Η κοντέσσα της υποκριτικής

Η Ρένα Βλαχοπούλου στα γυρίσματα της μεγάλης κινηματογραφικής επιτυχίας «Μια τρελή τρελή σαραντάρα».
Η Ρένα Βλαχοπούλου στα γυρίσματα της μεγάλης κινηματογραφικής επιτυχίας «Μια τρελή τρελή σαραντάρα».

Aλήθεια, πώς να καταφέρεις να διηγηθείς τη ζωή ενός ατόμου χωρίς να περιοριστείς στα πιο σημαντικά γεγονότα της ζωής του; Πώς να αιχμαλωτίσεις αυτό που είναι εξ ορισμού άπιαστο: Tην ουσία ενός πλάσματος; H ζωή της Pένας Bλαχοπούλου μοιάζει με παραμύθι...

Aπό τα παιδικά της χρόνια υπάρχει από τη μια μεριά η ζωή και από την άλλη τα όνειρα. Aργότερα θα υπάρχει η πραγματικότητα και το θέατρο, ο κινηματογράφος, το τραγούδι... Aναμφισβήτητα η Bλαχοπούλου υπήρξε το μείγμα ακραίας ευαισθησίας και ακραίας επιμονής. Hταν αυθεντική σαν χορδή βιολιού και φευγαλέα σαν το σπίθισμα των φτερών μιας πεταλούδας.
Η Ρένα νύφη, στον τρίτο γάμο της, με τον Γιώργο Λαφαζάνη στη Μητρόπολη Αθηνών.
Η Ρένα νύφη, στον τρίτο γάμο της, με τον Γιώργο Λαφαζάνη στη Μητρόπολη Αθηνών.

Eπαιξε επί πενήντα πέντε χρόνια, σε εκατόν πέντε παραστάσεις (1939-1994) και είκοσι έξι ταινίες (1951-1985). O ρόλος που υποδύεται είναι πάντα ο ίδιος. Eκείνος μιας γυναίκας παθιασμένης, απαιτητικής, που βρίσκει σ’ αυτές τις αλληλοτροφοδοτούμενες δραστηριότητες μια μορφή ισορροπίας και μια ανεξάντλητη πηγή πνευματικού πλούτου. Kάποτε είχε πει σε συνέντευξή της: «επιμένω να πιστεύω ότι η ικανότητά μου να εισπράττω τους κραδασμούς της ζωής είναι αυτό που με κάνει ηθοποιό».

Στην Kέρκυρα, η Pένα συγκεντρώνει χωρίς να το ξέρει το λίπασμα του μελλοντικού της έργου. Xορταίνει από γλύκα κι από ένα αίσθημα πληρότητας που δεν νιώθει παρά μονάχα εδώ.

Aπό τον ήχο των κυμάτων που σπάζουν ρυθμικά στην ακροθαλασσιά. Aπ’ αυτό το μοναδικό φως, που αργότερα θα προσπαθήσει να ξαναβρεί, αναζητώντας στην παλέτα της την πιο κοντινή του απόχρωση.

Hταν ένα παιδί όλο ζωντάνια, το πέμπτο της εννεαμελούς οικογένειας του Γιάννη και της Kαλλιόπης Bλαχοπούλου. H «Pηνούλα» των χρόνων της Kέρκυρας πήγαινε συχνά με τον πατέρα της, τον κόντε Nάνε, στο αρχοντικό του κόντε Θεοτόκη, όπου υπήρχε πιάνο. Στο ίδιο σπιτικό υπήρχαν και δίσκοι εβδομήντα οκτώ στροφών. Eνα κατάλληλο περιβάλλον για να καλλιεργηθεί το ταλέντο της. H απίστευτη μνήμη και η ευκολία που είχε να μαθαίνει ξένες γλώσσες τη βοήθησαν να ερμηνεύει από τότε τραγούδια καντσονέτες, οπερέτες, αμερικανικά, ιταλικά.

Aνήλικη ακόμη, σε ηλικία δεκαέξι ετών, πρωτοδούλεψε ως επαγγελματίας στη Σπιανάδα, στον κεντρικό δρόμο της Kέρκυρας με τις καμάρες. H μικρή χρυσαλλίδα μεταμορφώνεται σε χαριτωμένη πεταλούδα. Δεν ζητάει παρά να συνεχίσει να ζει μέσα σ’ αυτήν την ατμόσφαιρα ελευθερίας, που μοιάζει με ευτυχία.

Εκεί, το καλοκαίρι του 1938 γνωρίζει τον πρώτο άντρα της ζωής της, τον ποδοσφαιριστή της AEK Kώστα Bασιλείου. Tον παντρεύτηκε το καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς, παρουσία λίγων φίλων. Tην ίδια χρονιά, ερχόμενη στην Aθήνα, εμφανίζεται στην «Oασι» του Zαππείου, με κομπέρ τον Mίμη Tραϊφόρο, ο πρώτος που την ανακαλύπτει στην πρωτεύουσα.

O Πολ Mενεστρέλ της έγραψε το «Mικρή χωριατοπούλα» που αργότερα διασκευάστηκε στο πασίγνωστο «Kορόιδο Mουσολίνι», από τον Γιώργο Oικονομίδη. Eως την έναρξη του πολέμου, θα εργαστεί στα θέατρα «Oασις» και «Mοντιάλ», πάντα ως τραγουδίστρια, δίπλα στους Σοφία Bέμπο, Kαλουτάκια, Hρώ Xαντά, Kυριάκο Mαυρέα, Γιάννη Φλερύ.

O χειμώνας του ’40 θα χαράξει τη ζωή της. Θα χάσει και τους δύο γονείς της στον βομβαρδισμό της Kέρκυρας από τους Iταλούς. Tο 1942 παντρεύεται, για δεύτερη φορά, τον Γιάννη Kωστόπουλο, γόνο καλής οικογένειας των Aθηνών. Eνας άνεμος αναγέννησης και ελευθερίας φυσάει... Tότε είναι που γνωρίζει και συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον Γιάννη Σπάρτακο, στο «Πάνθεον», με τζαζ συνθέσεις. Kάνει επιτυχία με το «Θα σε πάρω να φύγουμε» που το πρωτοτραγούδησε στην επιθεώρηση «Well come» των Aλέκου Σακελλάριου και Δημήτρη Eυαγγελίδη, το καλοκαίρι του ’44, στο Θέατρο Kυβέλη -το πρώτο ελληνικό τραγούδι που ξεπέρασε τα ελλαδικά σύνορα.

Tο 1946 δίνει τέλος στον δεύτερο γάμο της και σκέφτεται να ακολουθήσει σε περιοδεία τον Σπάρτακο, σε Tουρκία και Aίγυπτο. H πολυγλωσσία της (αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, ιταλικά) και η πολύ καλή προφορά της είναι τα μεγάλα της πλεονεκτήματα. Tελικώς, η Bλαχοπούλου λέει «ναι» στην πρόσκληση-πρόκληση του Σπάρτακου. Θα φτάσουν έως την Aμερική, περνώντας από Λίβανο και Περσία: θα λείψει από την Eλλάδα από τον Iούλιο του 1946 έως το καλοκαίρι του 1951.

Τη χρονιά που επιστρέφει, πραγματοποιεί και την πρώτη επανεμφάνισή της στην Aθήνα. Στις 24 Aυγούστου στο θέατρο «Σαμαρτζή», στην παράσταση «Φεστιβάλ στην Aθήνα», πλάι στους Aννα και Mαρία Kαλουτά, Nίκο Σταυρίδη, Oρέστη Mακρή, Kούλη Στολίγκα. Tον χειμώνα, κατόπιν πρόσκλησης Tούρκου παραγωγού, θα γυρίσει την ταινία «Aνατολίτικες νύχτες», στην οποία επανέλαβε το «Θα σε πάρω να φύγουμε» του Σπάρτακου -η ταινία δεν προβλήθηκε ποτέ στην Eλλάδα.

H Pένα Bλαχοπούλου δεν έχει εμφανιστεί ακόμη στο θέατρο ως ηθοποιός. Tο όνομα που έχει δημιουργήσει ως κυρία της τζαζ δεν είχε σβήσει ακόμη. O Bασίλης Mπουρνέλης, ένας από τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες του μουσικού θεάτρου της δεκαετίας του ’50, την καλεί να τραγουδήσει στις επιθεωρήσεις «Bασίλισσα της νύχτας», «Nα τι θα πει Aθήνα», «Πουλιά στον αέρα», «Kι ο μήνας έχει εννιά».

Tο καλοκαίρι του ’54 παίρνει πρώτη φορά θεατρικό ρόλο στην επιθεώρηση «Σουσουράδα» δίπλα στον Nίκο Σταυρίδη, με το νούμερο «Aλα, πασά μου, κάνε μου τέτοια». H πρόταση ήταν της Σοφίας Bέμπο. Tα κείμενα υπέγραφαν οι Mίμης Tραϊφόρος και Γιώργος Γιαννακόπουλος, τη μουσική ο Mενέλαος Θεοφανίδης και τη χορογραφία ο Γιάννης Φλερύ και η Aλίκη Bέμπο.

Eως το 1956 απείχε από τον ελληνικό κινηματογράφο. H πρόταση της έγινε από τον Aμερικανό παραγωγό Πίτερ Mέλας. O Hλίας Λυμπερόπουλος, ο οποίος έγραψε το σενάριο, το έκοψε και το έραψε στα μέτρα της. H ταινία, σε σκηνοθεσία Γιάννη Πετροπουλάκη είχε τον τίτλο «Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες». Στην ταινία την πλαισίωναν ο Kούλης Στολίγκας, ο Nίκος Pίζος, ο Στέφανος Στρατηγός και η Aννυ Mπαλ. Eκεί ακούστηκε το τραγούδι «Mαζί σου για πάντα», σε μουσική Mενέλαου Θεοφανίδη που πέρασε σε δίσκο 78 στροφών.

Στο τέλος της δεκαετίας του ’50, το ’59, η Pένα Bλαχοπούλου εμφανίστηκε στο A’ Φεστιβάλ Tραγουδιού του Eθνικού Iδρύματος Pαδιοφωνίας, μ’ ένα τραγούδι του Kώστα Kαπνίση και του Θάνου Σοφού, το «Eίσαι η άνοιξη κι είμαι ο χειμώνας». Tην επόμενη χρονιά τραγούδησε ντουέτο με τον Γιάννη Bογιατζή το «Πρώτο χελιδόνι».

Mε την αυγή της δεκαετίας του ’60, είχε μοιραστεί στα τρία: τα πρωινά ηχογραφήσεις και συνεργασίες με το EIP (τραγούδια των Xατζιδάκι, Πλέσσα, Mουζάκη, Mωράκη, Aττίκ, Σπάθη, Iακωβίδη, Kατσαρού), το βράδυ θέατρο και μετά την παράσταση, εμφανίσεις σε νυχτερινά κέντρα. Eν τω μεταξύ, το νούμερό της «Tο 13» στην επιθεώρηση του Γιώργου Γιαννακόπουλου στο Θέατρο Mετροπόλιταν, έσπαγε ταμεία. Yποδυόταν μια τηλεφωνήτρια που έδινε πληροφορίες και έπρεπε να απαντάει σε όλες τις κλήσεις.

Οστόσο, ο σκηνοθέτης ο οποίος την καθιέρωσε στον κινηματογράφο ήταν ο Γιάννης Δαλιανίδης και σχεδόν την επέβαλε στον Φίνο. H αρχή έγινε με την ταινία «Mερικοί το προτιμούν κρύο» (1962). Eίχε προηγηθεί η συνεργασία της με τον Aλέκο Σακελλάριο στο «Oταν λείπει η γάτα» (1962).

Eπί μία δεκαετία επιδίδεται σε μια τρελή κούρσα κινηματογραφικών εμφανίσεων, με κύριο σκηνοθέτη τον Γιάννη Διαλιανίδη: «Eνα κορίτσι για δύο», «Kάτι να καίει» (1963), «H χαρτοπαίχτρα», «Kορίτσια για φίλημα» (1964), «Φωνάζει ο κλέφτης», «Pαντεβού στον αέρα» (1965), «H Παριζιάνα» (1969), «Mια τρελή σαραντάρα» (1970), «Mια Eλληνίδα στο χαρέμι» (1971). O Aλέκος Σακελλάριος τη σκηνοθέτησε στις ταινίες «H θεία μου η χίπισσα» (1970), «Zητείται επειγόντως γαμπρός» (1971), «H κόμισσα της Kέρκυρας» (1972), «H Pένα είναι οφσάιντ» (1972).

H Pένα μοιράζεται τη μεγάλη οθόνη με τρεις ηθοποιούς που πολύ τους εκτιμούσε, τους Nτίνο Hλιόπουλο, Διονύση Παπαγιαννόπουλο και Λάμπρο Kωνσταντάρα. Δίνει πάντα το «παρών» στο μουσικό θέατρο και στην επιθεώρηση. Συμμετέχει στην ιστορική παράσταση «Oδός Ονείρων», στο Θέατρο Mετροπόλιταν, με την υπογραφή του Mίνου Aργυράκη (σκηνοθεσία) και του Mάνου Xατζιδάκι (μουσική). Eπίσης λαμβάνει μέρος στο ιστορικό γυναικείο κουαρτέτο με τις Mάρω Kοντού, Zωή Φυτούση και Nίκη Λεμπέση.

Oι «Aδελφές Tατά» άφησαν εποχή και το θρυλικό πια τραγούδι ακούστηκε κατ’ επανάληψιν τις επόμενες δεκαετίες. Mε το δικό της νούμερο «Aμάρτησα για το παιδί μου», ντυμένη με μια χλαμύδα, σατίριζε τις ταινίες μελό. Eβγαινε μ’ ένα αρνί στην αγκαλιά και ατάκαρε: «Aμάρτησα για το αρνί μου». Στην «Oδό Ονείρων» προβαλλόταν και ένα πεντάλεπτο φιλμάκι, στο οποίο συμπρωταγωνιστούσε με τον Mάνο Xατζιδάκι.

Θέατρο, κινηματογράφος, κέντρα διασκέδασης και δισκογραφία, το τετράπτυχο που υπηρετούσε σε καθημερινή βάση. H δεκαετία του ’60 περνάει, όπως μια ταινία σε άσπρο και μαύρο, σημαδεμένη από μείζονα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα. H δικτατορία είναι πλέον δύστηνη πραγματικότητα, όταν παντρεύεται για τρίτη και τελευταία φορά, τον επιχειρηματία Γιώργο Λαφαζάνη.

O γάμος τους έγινε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1967, στη Mητρόπολη Aθηνών. Tην ίδια δεκαετία, ύστερα από επτά ταινίες, αποχωρεί από τη «Φίνος Φιλμ» και υπογράφει συμβόλαιο με τον οργανισμό Kαραγιάννης-Kαρατζόπουλος για διπλάσια αμοιβή και ποσοστά επί των κερδών. O Kώστας Kαραγιάννης τη σκηνοθετεί στις ταινίες «H βουλευτίνα» (1966), «Bίβα Pένα» (1967), «H ζηλιάρα» (1968) και ο συμπατριώτης της Γιώργος Kατσαρός υπογράφει τη μουσική τους. Mε την «Παριζιάνα» συνεργάζεται ξανά με τον Δαλιανίδη και με τον δαιμόνιο Φίνο.

Eως το 1974 συνεργάζεται με την αφρόκρεμα του θεάτρου και του τραγουδιού: B. Aυλωνίτη, Θ. Bέγγο, Σούλη Σαμπάχ, Σ. Παράβα, Γ. Φλερύ, Λίντα Aλμα, Kαίτη Mπελίντα, Σ. Kαζαντζίδη, Mαρινέλλα, X. Eυθυμίου, Σπεράντζα Bρανά, K. Kαπνίση, Γ. Γκιωνάκη, Nτόρα Γιαννακοπούλου, Γ. Bογιατζή, Αδερφές Mπρόγερ, Γ. Kωνσταντίνου, Nάντια Φοντάνα, Nάντια Kωνσταντοπούλου, , Mπέμπα Mπλανς, Kλειώ Δενάρδου, Γ. Nταλάρα. Eπτά χρόνια απουσίαζε από τον κινηματογράφο. Tο 1979 επανέρχεται με τις ταινίες «Oι φανταρίνες» (1979), «Pένα, να η ευκαιρία» (1980), «Tης πολιτσμάνας το κάγκελο» (1981), «H μανούλα, το μανούλι και ο παίδαρος» (1982), «H σιδηρά κυρία» (1983), «Pένα, τα ρέστα σου» (1985). Eφυγε από κοντά μας το 2004.

Στη λεωφόρο της δόξας

Oρόσημο για την καριέρα της υπήρξε το 1962, όταν η συμμετοχή της στην «Oδό Oνείρων» του Mάνου Xατζιδάκι, στο θέατρο «Mετροπόλιταν», έγινε αφορμή να την προσέξει ο Γιάννης Δαλιανίδης και να την κάνει πρωταγωνίστρια του μιούζικαλ «Mερικοί το προτιμούν κρύο». Mάλιστα, ο ίδιος ο Φίνος, όταν την άκουσε να τραγουδά, φέρεται να της πρότεινε να υπογράψει ισόβιο συμβόλαιο με την εταιρεία, με την οποία γύρισε μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου.

Επίσημη ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ

Tο 1995 βραβεύτηκε με το Aναμνηστικό Mετάλλιο Δημήτρη Ψαθά για την ερμηνεία της στη «Xαρτοπαίχτρα» του Ψαθά, στο θέατρο «Mπρόντγουεϊ», ενώ το 2003 τιμήθηκε με τον Xρυσό Σταυρό του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Kωνσταντίνο Στεφανόπουλο.

  • Πηγή
    Bίβα Pένα
    H ζωή και η καριέρα της μεγάλης ηθοποιού Pένας Bλαχοπούλου
    Λεύκωμα του Mάκη Δελαπόρτα, εκδόσεις Aγκυρα

Mαρίνα Zιώζιου, ΕΙΚΟΝΕΣ, ΕΘΝΟΣ

Wednesday, October 29, 2008

Ο κύριος Επισκοπάκης έγινε... θέατρο!

Ο κύριος Επισκοπάκης του Ανδρέα Μήτσου στο 104 Kέντρο Λόγου και Tέχνης από την Πέµπτη 30 Οκτωβρίου

Στον κύριο Επισκοπάκη ο Ανδρέας Μήτσου κατορθώνει να φιλοτεχνήσει µε αξιοθαύµαστη αδρότητα ανθρώπους και καταστάσεις. [Ελισάβετ Κοτζιά, Η Καθημερινή]

Ο συγγραφέας Ανδρέας Μήτσου, (ΒΡΑΒΕΙΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ 2007 για την οµώνυµη νουβέλα, ΚΡΑΤΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ 1996 για το µυθιστόρηµα Tα ανίσχυρα ψεύδη του Oρέστη Xαλκιόπουλου) µεταφέρει τον κύριο Επισκοπάκη, από τις σελίδες του βιβλίου του στη θεατρική σκηνή του 104 Κέντρου Λόγου και Τέχνης από την Πέµπτη 30 Οκτωβρίου.

O κύριος Eπισκοπάκης ζει συµβατικά. Πανικόβλητος, έχει συνηθίσει να στέκεται έξω από τα πράγµατα και από εκεί να τα παρατηρεί, χωρίς να αποτολµά να µπει στη ζωή και να τη βιώσει. Στα πενήντα περίπου χρόνια του συναντά όµως τον έρωτα στο πρόσωπο της Αντιγόνης. Τώρα του παρουσιάζεται η καίρια ευκαιρία. Εµπλέκεται εκών άκων στο παιχνίδι, ερωτεύεται µε πάθος, αλλά, εν τέλει, αποσύρεται. Προκρίνει την επιστροφή στην ασήµαντη καθηµερινότητά του. Η τιµωρία του όµως θα είναι τροµακτική.

Ο Κώστας Καζανάς, η Κάτια Σπερελάκη και ο Στέλιος Μάινας, σε σκηνοθεσία του τελευταίου, δίνουν ζωή στα τρία πρόσωπα του δράµατος. Ένα ξενοδοχείο συνευρέσεων στα Εξάρχεια είναι ο στίβος όπου αγωνίζονται το παράνοµο ζευγάρι Επισκοπάκης-Αντιγόνη (Μάινας-Σπερελάκη) και ο εκβιαστής Χελιδονόπουλος (Καζανάς), σε έναν αγώνα επικράτησης, ανατροπής και επιβεβαίωσης.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

ΔΙΑΝΟΜΗ (κατά σειρά εµφανίσεως)
ΧΕΛΙΔΟΝΟΠΟΥΛΟΣ Κώστας Καζανάς
ΑΝΤΙΓΟΝΗ Κάτια Σπερελάκη
ΚΥΡΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΑΚΗΣ Στέλιος Μάινας

ΔΙΑΣΚΕΥΗ Ανδρέας Μήτσου
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ Στέλιος Μάινας
ΣΚΗΝΙΚΑ - ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ Αγγελική Αθανασιάδου
ΠΡΩΤΟΤΥΠΗ ΜΟΥΣΙΚΗ Παναγιώτης Βασιλονικολός
ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ - ΦΩΤΙΣΜΟΙ,
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΗΧΟΥ & ΕΙΚΟΝΑΣ
Ντάγκλας Φουτ
ΒΟΗΘΟΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ Νάνσυ Δαλιάνη
ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ Κρίστοφερ Μπίτσινγκ
ART CONCEPT-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ Τάσος Βρεττός

Μια συµπαραγωγή της ΕΥΠΛΟΥΣ και του 104 ΚΕΝΤΡΟ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ

Παραστάσεις:
Τετάρτη και Κυριακή 20:00
Πέµπτη και Παρασκευή 21:15
Σάββατο 19:00 και 21:15
Εισιτήρια €22, φοιτητικό €15
Διάρκεια παράστασης 100'

Πρώτη παράσταση Πέµπτη 30 Οκτωβρίου 2008

Το θεατρικό χρονικό μιας μοιχείας


Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ

Μία γυναίκα με δύο εραστές. Ενα τρίγωνο που καταλήγει... άδοξα όπως το περιγράφει ο ένας από τους δύο άνδρες. «Δεν έχει τέρμα η ταπείνωση και ο εξευτελισμός στον άνθρωπο. Ούτε και σκόπευα να αναφερθώ σ' αυτά τα ρεζιλίκια μου, στις μεγάλες ντροπές μου, που δεν είχα ποτέ ικανό τον εαυτό μου να διαπράξει. Η αισθηματολογία εξάλλου και η υπερβολή με αηδιάζουν».

«Αυτό που χαρακτηρίζει τη νουβέλα είναι η καθαρή θεατρική γραφή. Αλλωστε ο Μήτσου έχει πει ότι θα ήθελε να ήταν ηθοποιός! Ποτέ δεν είναι αργά», λέει ο Στέλιος Μάινας για τον Ανδρέα Μήτσου
Σκληρές παραδοχές διά στόματος «Κυρίου Επισκοπάκη», του ήρωα της ομότιτλης βραβευμένης νουβέλας του Ανδρέα Μήτσου («Καστανιώτης»), «σοβαρού επιστήμονα, καθηγητή της Μεσαιωνικής Ιστορίας και της Παλαιογραφίας», όπως αυτοσυστήνεται, παντρεμένου για δεύτερη φορά και με μικρό παιδί, που εγκατέλειψε την Ιστορία χάριν ενός κοσμηματοπωλείου και δημιούργησε ερωτική σχέση με την παντρεμένη οδοντίατρό του, Αντιγόνη.

Αφηγείται γεμάτος ενοχή την τραγική ερωτική ιστορία του, από την ώρα που έπεσαν με την ερωμένη του θύματα του Βούλγαρου εκβιαστή Χελιδονόπουλου, ώς τον τραγικό θάνατό της καθώς και του εκβιαστή τους από τα χέρια του απατημένου συζύγου της. Διαρκώς ζητά την επιείκεια του αναγνώστη του «ώστε να ξεπλυθεί κάπως η ενοχή μου», λέει.

Από αύριο ο κύριος Επισκοπάκης, ενσαρκωμένος από τον Στέλιο Μάινα, θα επιζητά την εξιλέωση από το θεατρικό κοινό. Το βιβλίο, «Βραβείο Κοινού» του ΕΚΕΒΙ, ανεβαίνει σε διασκευή του συγγραφέα του και σκηνοθεσία του Στέλιου Μάινα στη σκηνή του «104» Κέντρου Λόγου και Τέχνης. Παίζουν οι Στέλιος Μάινας (Επισκοπάκης), Κάτια Σπερελάκη (Αντιγόνη) και Κώστας Καζανάς (Χελιδονόπουλος).
  • «Ο Μήτσου ξέρει από θέατρο»
«Εχουμε φτιάξει έναν φαντασιακό χώρο, που μεταλλάσσεται από οδοντιατρείο σε ξενοδοχείο και κοσμηματοπωλείο», εξηγεί ο πρωταγωνιστής και σκηνοθέτης. «Δεν ακολουθήσαμε ρεαλισμό στην παράσταση. Υιοθετήσαμε τη λυρικότητα και ποιητικότητα που δίνει το κείμενο του Μήτσου. Με άλλα λόγια, επικεντρωθήκαμε στον λόγο του». Κι επειδή η γλώσσα του «Επισκοπάκη», συνεχίζει, «δεν είναι η γλώσσα του συρμού, απαιτεί από τους ηθοποιούς μια μίνιμουμ τεχνική».

Στέλιος Μάινας, Κάτια Σπερελάκη και Κώστας Καζανάς: το ερωτικό τρίγωνο όπως το φωτογράφισε ο Τάσος Βρεττός
Κι αν το γλωσσικό ύφος διατηρήθηκε στο ακέραιο, ακριβώς το ίδιο συνέβη και με τη νουβέλα. «Δεν έχει αλλοιωθεί τίποτα. Θα δείτε την εξέλιξη των χαρακτήρων του βιβλίου--τίποτα λιγότερο, τίποτα παραπάνω», επιβεβαιώνει ο Στέλιος Μάινας, που ως «άνθρωπος της εικόνας», με τη σκηνοθεσία του απλώς εικονοποίησε τις φοβίες του κεντρικού ήρωα.

«Αλλωστε, αυτό που χαρακτηρίζει τη νουβέλα είναι η καθαρή θεατρική γραφή», επιμένει. «Θα μπορούσε να υπάρχει, δηλαδή, αντί για το βιβλίο, το θεατρικό έργο "Ο κύριος Επισκοπάκης". Μοιάζει ο Μήτσου να ξέρει πολύ καλά το θέατρο. Μάλιστα έχει πει ότι θα ήθελε να ήταν ηθοποιός! Ποτέ δεν είναι αργά...».

Ο Επισκοπάκης διαρκώς προβαίνει σε υπαρξιακού τύπου εκμυστηρεύσεις-γενικεύσεις, που διόλου δεν τον τιμούν: «Οι άνδρες έχουμε, φαίνεται, ηττηθεί από παλιά προτού ακόμα γεννηθούμε. Πρόκειται για μια αρρώστια του φύλου μας. Μ' αυτή την ήττα ως προίκα ερχόμαστε στη ζωή. Κι όπως η στρουθοκάμηλος που χώνει το κεφάλι μες στην άμμο, για να μην βλέπει άλλο τον κυνηγό της, στην ίδια μας βλακεία βυθιζόμαστε κι εμείς και σχεδόν το έχουμε πιστέψει πως θα υπάρξει κάποια άλλη ζωή για μας», παραληρεί.

«Είναι σκληρός και με τόν εαυτό του και με τους άλλους», τονίζει ο Στέλιος Μάινας. «Ομως, ο βασικός καταλύτης του έργου και ο πιο ολοκληρωμένος χαρακτήρας της παράστασης είναι ο γυναικείος, η Αντιγόνη. Είναι η μόνη που ξέρει πού πρέπει να κατευθυνθεί».

«Ελεγεία στον έρωτα»

Μπορεί να τον ενσαρκώνει, όμως δεν τον δικαιολογεί τον τραγελαφικό ήρωα ο Μάινας: «Φταίει και γι' αυτό τιμωρείται. Ο Επισκοπάκης, με όλους τους προσωπικούς εφιάλτες του, είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Αυτό που τον χαρακτηρίζει είναι ό,τι ήθελε να κάνει και δεν τόλμησε. Είναι ένας, μέσα σε εισαγωγικά, καβαφικός ήρωας, εσωστρεφής, κυκλοθυμικός, έμμεσος», συνοψίζει ο ηθοποιός. Και χαρακτηρίζει το έργο με μια φράση: «Ελεγεία στον έρωτα» και «ένα δράμα με το σπέρμα της τραγωδίας».

Η παράσταση απευθύνεται «σε όσους έχουν μετανιώσει για ό,τι έχουν χάσει απ' τη ζωή τους λόγω των επιλογών τους. Ή σε όσους έχουν μετανιώσει για ό,τι δεν έχουν επιτρέψει στον εαυτό τους». Μάλλον αναμένονται ουρές στο «104».

Και μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: οι φωτογραφίες του προγράμματος της παράστασης (του Τάσου Βρεττού) είναι αυτές που -υποτίθεται- ότι τράβηξε κρυφά απ' τις περιπτύξεις της Αντιγόνης και του Επισκοπάκη ο εκβιαστής Χελιδονόπουλος. Τα σύγχρονα σκηνικά και τα κοστούμια είναι της Αγγελικής Αθανασιάδου και η πρωτότυπη μουσική του Παναγιώτη Βασιλονικολού. Το «104» Κέντρο Λόγου και Τέχνης είναι στον πεζόδρομο της Θεμιστοκλέους 104, στη συμβολή με την Καλλιδρομίου (τηλέφωνο:210-3826185).

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 29/10/2008

Τα πάμπερς... και στο θέατρο


Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ

Σ'αυτές τις παραστάσεις δεν γίνεται ούτε μια στιγμή απόλυτη ησυχία. Είναι άλλωστε η μόνη περίπτωση που ακόμα και οι ηχηρές αποδοκιμασίες του κοινού είναι ευπρόσδεκτες από τους ηθοποιούς. Οι τελευταίοι είναι προετοιμασμένοι για οποιαδήποτε αντίδραση των θεατών που κάθονται...αγκαλιά ή στο πάτωμα, και μπορεί εξίσου εύκολα να βάλουν είτε τα γέλια είτε τα κλάματα.

Κάθε φορά η παράσταση έχει εντελώς απρόβλεπτη έκβαση, εκπροσωπώντας μια καινούργια εμπειρία για τους πρωταγωνιστές της, που οφείλουν να είναι σε συνεχή εγρήγορση. Ολα αυτά τα δύσκολα, απαιτητικά αλλά κι απέραντα γοητευτικά είναι σε γνώση της ομάδας Artika, που η δουλειά της απευθύνεται κυρίως σε παιδιά από... 0 έως και 8 ετών.

Μουσική, χρώμα, κίνηση. Για να προσεγγίσει ένας ηθοποιός τα πολύ μικρά παιδιά χρειάζονται όλα αυτά και πολύ λιγότερο ο λόγος. Και η Αιμιλία Ζαφειράτου της ομάδας Artika το ξέρει καλά...
  • Από το εργαστήρι του Εθνικού
Η Artika φτιάχτηκε το 2006 από έναν πυρήνα νέων γυναικών (Κατερίνα Αλεξάκη, Αιμιλία Ζαφειράτου, Μαριλένα Τριανταφυλλίδου), ηθοποιών που κάποιες είχαν περάσει από το Εργαστήρι της «Πειραματικής Σκηνής» του Εθνικού Θέατρου επί Στάθη Λιβαθινού κι άλλες είχαν γνωριστεί στο πέρασμά τους από σχολές. Ανήσυχες αναζητούσαν τον δικό τους τρόπο έκφρασης. Αλλά δεν οδηγήθηκαν κατευθείαν στο παιδικό έργο. Με εφαλτήριο το devised theatre, που βασίζεται στην επινόηση και τον αυτοσχεδιασμό, άρχισαν να πειραματίζονται προς αυτή την κατεύθυνση. Και σιγά σιγά ανακάλυψαν ότι αυτό το θεατρικό είδος που τους ενδιέφερε ήταν κι ένα σημείο διασταύρωσης τόσο της σχέσης ενός ενηλίκου όσο κι αυτής ενός ανηλίκου με το θέαμα. Ετσι δοκιμάστηκαν στο... πολύ παιδικό.

Εφτιαξαν παραστάσεις που απευθύνονται ακόμα και σε μωρά λίγων μηνών που ξαπλωμένα στην αγκαλιά των γονιών τους «αντιδρούν με διάφορους τρόπους: βγάζουν φωνούλες, περιεργάζονται τα φώτα, την κίνηση του ηθοποιού ή τα αντικείμενα. Τα λίγο μεγαλύτερα ψάχνουν να δουν από πού έρχεται π.χ. η μουσική. Γιατί η μουσική και ο φωτισμός παίζουν μεγαλύτερο ρόλο από το λόγο. Κυρίως μέσω αυτών στοχεύουμε στο να διεγείρουμε τον συναισθηματικό κόσμο και τη φαντασία των παιδιών. Και ξέρετε κάτι; Τα παιδιά από πολύ μικρά μπορούν να μάθουν τους θεατρικούς κώδικες», μας εξηγεί η Μαριλένα Τριανταφυλλίδου.

Ενα τέτοιο θέαμα μπορεί να αρέσει στα παιδιά ή και να μην τους αρέσει καθόλου. «Δεν είναι όμως κακό ή μη φυσιολογικό να γελάσουν, να τρέξουν να αγκαλιάσουν τον ηθοποιό, να κλάψουν γιατί η παράσταση τελείωσε ή και από φόβο».
  • Το πρόγραμμα ΠΑΙΔΙάδα
Με έδρα στο δικό της χώρο στο Μοσχάτο (Αγίων Σαράντα 29, τηλ.210-4828431), η ομάδα άρχισε σιγά σιγά να γνωρίζεται και με άλλες ομάδες νέων δημιουργών, που έστρεφαν το ενδιαφέρον τους στις μικρές ηλικίες. Ετσι δημιουργήθηκε το πρόγραμμα ΠΑΙΔΙάδα, που κάτω από το «βαφτιστικό» του φιλοξενεί φέτος τέσσερις διαφορετικές παραστάσεις. Τις: α) «Ενας καινούριος θαυμαστός κόσμος» για παιδιά 1-4 ετών σε παραγωγή της Artika, β) «Οταν η κόκκινη κλωστή χάθηκε στο μεγάλο δάσος» για παιδιά από 3 ετών με την ομάδα κουκλοθέατρου «Φτουξελεφτερία», γ) «Το ποτάμι τρέχει να συναντήσει τη θάλασσα» και «Το ελιξίριο της ευτυχίας» με δραματοποιημένες αφηγήσεις παραμυθιών για φλάουτο και φωνή για παιδιά 4-8 ετών, σε συμπαραγωγή με την ομάδα «το-Φι-και-το-Φι» και δ) «Ο χάρτινος Γρηγόρης» της Artika για παιδιά 3-6 ετών.
  • Για παιδιά της φυλακής
Η τελευταία, που ετοιμάζεται για την πρώτη της παράσταση ενηλίκων το Μάιο, δεν περιορίζεται σ' αυτά. Εχει δώσει παραστάσεις σε παιδιά φυλακισμένων γυναικών στις φυλακές της Θήβας. Παιδιά δηλαδή 0-3 ετών, που γεννήθηκαν στη φυλακή, είναι «οι μοναδικές περιπτώσεις έγκλειστων που είναι σίγουρο ότι είναι αθώοι» και μεγαλώνουν εκεί, αφημένα στην τύχη τους: χωρίς ερεθίσματα, σε απομόνωση, χωρίς καν την ύπαρξη ενός παιδικού σταθμού ή ειδικών προγραμμάτων. Κι όμως, η αντίδραση αυτών των παιδιών δεν διαφέρει καθόλου από των άλλων. Ο,τι διαφέρει είναι η αντίδραση των μαμάδων. Γυναίκες που κατά κύριο λόγο είναι εγκαταλειμμένες από την οικογένειά τους και χωρίς καμία ή με ελάχιστη μόρφωση, ανταποκρίνονται στο θέαμα, όπως τα παιδιά τους: πρωτογενώς, με απροσποίητη ειλικρίνεια, γελάνε ή εκνευρίζονται, συμμετέχουν και «δεν υπάρχει περίπτωση να σου χαμογελάσουν αν δεν το αισθάνονται».

Ολα αυτά είναι μάλιστα το υλικό μιας περφόρμανς που ετοίμασε η Artika σε συνεργασία με την εικαστικό Αντιγόνη Πασίδη. Εγκατάσταση, βίντεο, λόγος συνθέτουν την περφόρμανς, που παρουσιάζεται από χθες έως τις 30 Οκτωβρίου στο θεατράκι του κλαμπ Kinky Kong (Αβραμιώτου 6-8, τηλ. 210-3210510), με ελεύθερη είσοδο και μόνη ίσως προσδοκία την κατάργηση των ηλικιακών συνόρων και κάθε είδους προκατάληψης.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 29/10/2008