Saturday, September 6, 2008

Μαγευτικό θέαμα μιας άλλης εποχής

Στην Επίδαυρο - Κριτική Νίκος Α. Δοντάς

Μαγευτικό θέαμα βασισμένο σε ιδεολογικό πλαίσιο άλλης εποχής παρουσίασε η Πίνα Μπάους στις 19 Ιουλίου στην Επίδαυρο. Το Ελληνικό Φεστιβάλ φιλοξένησε την όπερα του Γκλουκ «Ορφέας και Ευρυδίκη» στην ποιητική παραγωγή που η Γερμανίδα χορογράφος πρωτοπαρουσίασε το 1975 και ξαναδούλεψε το 2005 για την Οπερα του Παρισιού. Η Μπάους δεν επεξεργάστηκε μόνο τα εκτενή χορωδιακά και τα καθαρά χορευτικά μέρη του έργου. Ανέδειξε τον χορό ισότιμο συνομιλητή με τη λυρική τέχνη. Επλασε για καθέναν από τους τρεις φωνητικούς ρόλους του έργου, τον Ορφέα, την Ευρυδίκη και τον Ερωτα, ένα χορευτικό ταίρι, που έδινε σχήμα και κίνηση στο συναίσθημα. Καθώς οι χορευτές απευθύνονταν στους τραγουδιστές –και το αντίστροφο- διασφαλιζόταν η ενότητα και ο διάλογος ανάμεσα στις δύο ομάδες.

Το 1975 η Μπάους επέλεξε να προσεγγίσει την όπερα μέσα από την τότε ήδη αναχρονιστική οπτική του ρομαντισμού, που όμως στη Γερμανία ήταν ακόμα ισχυρή. Κορυφαίο παράδειγμα αυτής της σχολής υπήρξε η σκηνοθεσία του «Ορφέα» από τον Βίλαντ Βάγκνερ (Μόναχο, 1953). Στόχος ήταν η έμφαση στο τραγικό στοιχείο του μύθου. Φυσικά, αφαιρώντας τη λαμπερή εισαγωγή και την ευτυχή κατάληξη, το έργο προσγράφεται σε διαφορετικό ιδεολογικό πλαίσιο: Παρακάμπτεται ο χαρακτήρας του ως επετειακού δρώμενου προς τιμήν κάποιου ευγενούς και, κυρίως, αγνοείται το γεγονός ότι το ευχάριστο τέλος στο οποίο ο Ερωτας παρεμβαίνει και ανταμείβει τον Ορφέα για τη δύναμη των αισθημάτων του απηχεί τα ιδεώδη της εποχής του Διαφωτισμού σχετικά με τη μεγαλοψυχία. Η επιλογή απόδοσης του κειμένου στα γερμανικά παραπέμπει προφανώς στο ίδιο ιδεολογικό πλαίσιο. Θα μπορούσε κανείς να δεχτεί την «ιστορική» πλέον αυτή προσέγγιση αν οι δημιουργοί της δεν την υπονόμευαν με δύο ανακόλουθες επιλογές: Αφενός την «ιστορικά ενημερωμένη» απόδοση της μουσικής, αίφνης, από όργανα εποχής του Γκλουκ, αφετέρου την επιλογή ερμηνευτών διαφορετικού φύλου στον κεντρικό ρόλο. Αν η Μπάους ήθελε οπωσδήποτε άνδρα χορευτή (κατά το πρότυπο του ρομαντισμού, πάντα), μπορούσε να επιλέξει την παρισινή εκδοχή της όπερας, που προβλέπει τενόρο Ορφέα, αντί πρωταγωνιστή με «θηλυκό» ηχόχρωμα μεσοφώνου.

  • Μουσικά εξαίσια βραδιά

Στον κεντρικό ρόλο η Μαρία Ρικάρντα Βέσελινγκ υπήρξε εκφραστική, ευαίσθητη, απέριττη. Λαμπερός ήταν ο Ερωτας της Σουνάι Ιμ, ενώ η Ευρυδίκη της Σβετλάνας Ντόνεβα διέθετε ταιριαστή δραματική ένταση. Εξαιρετικά έπαιξε η ορχήστρα και θαυμάσια τραγούδησε η χορωδία Μπαλτάζαρ Νόιμαν υπό την λεπτομερώς επεξεργασμένη διεύθυνση του Τόμας Χένγκελμπροκ. Εφέτος, αμφότερα τα σύνολα τοποθετήθηκαν εύστοχα, εμπρός από την σκηνή. Ακατανόητη επιλογή η Επίδαυρος, αφού το ηθελημένα περίκλειστο σκηνικό της παράστασης αγνοούσε τον περιβάλλοντα ιστορικό χώρο.

Από τη μαστορική στη βιοτεχνία

Κριτική - Γιάννης Βαρβέρης

Κάρλο Γκολντόνι Η Λοκαντιέρα, σκην.: Βασίλης Νικολαΐδης. Θέατρο: ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου

Αν σήμερα μετράμε τον Γκολντόνι ως θεατρική μεγαλοφυΐα είναι επειδή απελευθέρωσε τη σκηνή από την αυτοσχεδιαστική «δεσποτεία» των ηθοποιών και προμήθευσε το ιταλικό, και μέσω αυτού το παγκόσμιο, θέατρο με άρτια έργα. Παρά τον διωγμό που υπέστη από τους φανατικούς υποστηρικτές της παράδοσης και ιδίως τον Κάρλο Γκότσι, ο λογοκρατούμενος Βενετσιάνος δικηγόρος επαναστάτησε αποτελεσματικά έναντι της ομιλούσας κίνησης, λάβαρου της κομέντια, και ουσιαστικά θεατροποίησε το θέατρο: Δημιούργησε πάγιο γλωσσικό οργανισμό και μετέτρεψε τους πρώην τύπους σε προπλάσματα χαρακτήρων. Εξάλλου, ο λογικός ειρμός και το συγκεκριμένο καλούπι είναι πια κατά τον 18ο αιώνα αναντίρρητες αστικές επιταγές.

Έτσι, ο ανανεωτής Γκολντόνι καθιστά τον λόγο ισότιμο με την υπόκριση και κατ’ ουσίαν καταργεί την κομέντια, όσο και αν μερικά εξωτερικά χαρακτηριστικά της σαφώς επιβιώνουν μέσα στο έργο του. Και την καταργεί επειδή το εκφραστικό σύμπαν της κομέντια είναι μέχρι τότε ένα πλήρες, αυτόνομο και λειτουργικό σύστημα διατύπωσης πράξεων, αντιδράσεων, αισθημάτων. Οταν αυτά αρχίζουν να εκφράζονται με τον λόγο, η μιμική έρχεται σε δεύτερη μοίρα, επικουρική. Πρόκειται πια για μια μιμική με αλλοιωμένες συμπεριφορές, παρακολουθηματικές του λόγου και μοιραία υπαγορευόμενες απ’ αυτόν. Άρδην αλλαγή των κωδίκων. Αρα, το θεατρικό στοίχημα στον μεταβατικό Γκολντόνι –και βέβαια και στην κλασική «Λοκαντιέρα»– έγκειται στο να βρεθεί ένας σύγχρονος, και όχι αναγκαστικά εκσυγχρονιστικός, τρόπος ώστε το σώμα της τερπνής κωμωδίας να μας περιέλθει ως προϊόν πρώιμου ηθογραφικού θεάτρου μέσα στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού (μια τέτοια πολύ επιτυχή, νομίζω, προσπάθεια είδαμε προ χρόνων από τον Λ.Βογιατζή με τους «Αγροίκους»).

Καθώς και στη «Λοκαντιέρα» ο αυτοσχεδιαστικός οίστρος μεταποιείται σε λόγο, μοιάζει ανάγκη αδήριτη η υπεροχή ακριβώς αυτού του λόγου απέναντι στα υπόλοιπα παραφερνάλια, όπως επίσης και η σχετική «αθωότητα» της παράστασης μέσα από την επεξεργασμένη σύνθεση της συμπεριφοράς σωμάτων και ομιλιών. Η πολυμήχανη Μιραντολίνα, ανάφτρα ξενοδόχα που βασανίζει τον ανδρικό πληθυσμό με όποια τερτίπια ταιριάζουν στο κάθε άρρεν, είναι μια πρώιμη φεμινίστρια, χαριτωμένη και σαδιστική, στον καθρέφτη της οποίας θα αποτυπωθούν τα υποκριτικά ήθη των ευγενών της εποχής της. Και είναι πράγματι ιδιοφυής ο τρόπος με τον οποίο, κατά πλήρη οικονομία, ο Γκολντόνι διαβάζει με οξυδέρκεια και ειρωνεία τους δορυφορικούς της Μιραντολίνας τύπους, που οι ίδιοι κοιλοπονούν τους εαυτών χαρακτήρες και ταυτόχρονα τον αρτιγέννητο ηθολογικό τους κώδικα.

Τα ΔΗΠΕΘΕ, ένας εθνικά χρησιμότατος όσο και χειμαζόμενος θεσμός («δει δη χρημάτων, ω άνδρες Αθηναίοι») είναι ανάγκη πάσα να χρηματοδοτηθούν ή να κλείσουν. Αυτός ο φαρισαϊσμός των ελεούντων ψιχίων παράγει γκρίνια, μιζέρια και μετριότητα, ιδίως αν προσθέσει κανείς τη συνήθη μικροψυχία και ολιγόνοια των δημοτικών αρχόντων, η οποία ταλανίζει τους απροστάτευτους και συχνά εν εδωλίω καλλιτεχνικούς διευθυντές.

Η παράσταση

Παρά τη γενική ένδεια μέσων, το ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου έστησε μια «Λοκαντιέρα» ταχύρρυθμη, φιλολογικά προσεγμένη δίχως φιλολογικούρες, διδαγμένη ανάμεσα στο στείρο στερεότυπο των τύπων και στη δημιουργική εξέλιξή τους. Έντονα παραδοσιακή η παράσταση του Βασίλη Νικολαΐδη, γι’ αυτό και επίτηδες μουσικά τετιμημένη από προκλασικό Βιβάλντι, υπήρξε δεμένη, με τις κρυμμένες αναλύσεις της χωνεμένες στον πυρετικό της ρυθμό. Το δραματικό φινάλε με εγκαταλελειμμένη, «τιμωρημένη» τη Μιραντολίνα υπήρξε ευτυχής και νόμιμη πρόταση σύγχρονης κοινωνικής ηθικής. Αστραπιαίες σκηνές όπως εκείνη του Μαρκήσιου και των δύο θεατρίνων για το χαμένο μπουκαλάκι, σίγουρα ανθολογούνται. Η καλύτερη μετάφραση «Λοκαντιέρας» που ξέρω έχει φιλοτεχνηθεί από τον πολύτιμο Κωστή Σκαλιόρα. Αλλά και η Αγαθή Δημητρούκα υπηρέτησε με ρέοντα και ακριβή λόγο τον Γκολντόνι, υπογραμμίζοντας τα πιο κωμικά στοιχεία με νόμιμες και ευεργετικές παραχωρήσεις σε λίγες, πιο λαϊκές, φαιδρογόνες εκφράσεις. Ο Γιάννης Μετζικώφ, δεινός κοστουμίστας, παρέμεινε αλλά και σχολίασε με αγαθό χιούμορ την εποχή. Σημαντικότερο θεωρώ το απλούστατο αλλά λειτουργικό σκηνικό του, επειδή τα χρώματά του μετέφεραν ατμόσφαιρα και μια υπόρρητη μελαγχολία που συνομιλούσε με τα παθήματα των ηρώων.

Χαρακτήρες

Ο Νικολαΐδης δούλεψε σαν σε εργαστήρι – χωρίς ονόματα κουδουνιστά, αλλά με στέρεη διδασκαλία που φαινόταν κι ας μην πραγματωνόταν πάντα. Η Μαρία Παρασύρη είναι μια νέα, δροσερή ηθοποιός που ενωτίσθηκε τη μιμική και το νάζι της σουμπρέτας, αλλά απέχει από το ταμπεραμέντο και τους χυμούς μιας Μιραντολίνας. Ο ιππότης Λευτέρης Ζαμπετάκης, ταχύλογος, άπειρος, τρακαρισμένος και πολύ νευρικός, δεν ξεπέρασε τα ελαττώματα της θεατρικής νεότητας ώστε να επικοινωνήσει με το κοινό. Ο υπηρέτης του Τάσος Κοροζής, με φιγούρα παλαιού Χρήστου Ευθυμίου, έπεισε για τον γκροτέσκο τύπο και πλασάριζε με γκελ. Ο καμαριέρης της λοκάντας, Βαγγέλης Ψωμάς, είχε στιγμές ατεχνίας αλλά και μια ειλικρίνεια στον έρωτά του προς την αφεντικίνα του. Ο Γιάννης Κοτσαρίνης (Κόμης) ήταν σωστός αλλά και στεγνός. Το ζευγάρι των δύο θεατρίνων που παριστάνουν τις αρχόντισσες λειτούργησε έξοχα (Λένα Ντζουρβά, Λένα Υφαντή), ιδίως χάρη στην ευτραφή τρέλα της πρώτης. Ομως ο μεγάλος έπαινος ανήκει στον μαρκήσιο του Πάνου Σταθακόπουλου. Ενας έξοχος μίμος με έγνοια για τον ρόλο, δικό του στυλ, δικό του χιούμορ, αυτοσχεδιαστική πλην λειτουργική συνεργασία με την κατάσταση, με μημουαπτική τεχνική και χωρίς ρετσέτες. Ένας κωμικός που και άλλοτε σπαρταριστά (σε φάρσα) τον έχω χαρεί, και που είναι έτοιμος για πρώτους ρόλους στην επικράτεια του γέλιου – είναι όμως έτοιμο και το σταρ σύστεμ μας;

Χάρηκα επιτέλους (αυτό για τους μεταμοντέρνους απο(σο)δομιστές των κειμένων) μια «Λοκαντιέρα» όπου: Ο καμαριέρης της δεν αυνανίζεται επί τη θέα της Μιραντολίνας, ο μισογύνης ιππότης δεν βασανίζεται βαθύτερα από σεξουαλική ανικανότητα, οι δύο θεατρίνες δεν ξενυχτούν στην μπιρίμπα, ο Μαρκήσιος και ο Κόμης δεν φιλιούνται αιφνίδια στο στόμα με γλώσσα και η Μιραντολίνα δεν εκδίδεται σε όλες τις στάσεις για δώδεκα τσεκίνια…

Πέφτει η αυλαία για τον Βόλφγκανγκ Βάγκνερ

Ηχαίτη των λευκών μαλλιών είναι πάντα αναγνωρίσιμη, η λάμψη στα μάτια που ποτέ δεν κρύβει τελείως το εσωτερικό ατσάλι είναι ακόμα η ίδια, τα οικογενειακά χαρακτηριστικά που φαίνεται να περνούν αναλλοίωτα από γενιά σε γενιά εξακολουθούν να εκπλήσσουν. Αλλά ο Βόλφγκανγκ Βάγκνερ είναι πλέον ένας εύθραυστος 89χρονος. Και καθώς στηριζόταν στο μπράτσο της κόρης του, της 30χρονης Καταρίνα, για να χαιρετήσει την Αγκελα Μέρκελ και τους άλλους επίσημους καλεσμένους στην έναρξη του Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ στις αρχές Αυγούστου, φαινόταν ξεκάθαρο ότι το λυκόφως είχε επιτέλους φτάσει -καθόλου πρόωρα- για τη γενιά του Βόλφγκανγκ στην ηγεσία τής πιο δυναμικής και αμφιλεγόμενης μουσικής δυναστείας στην Ευρώπη.

Ο Βόλφγκανγκ Βάγκνερ κυβέρνησε την κληρονομική γωνιά του της Ευρώπης πιο πολλά χρόνια κι από όσα έχει κυβερνήσει η βασίλισσα Ελισάβετ τη δική της. Η βασιλεία του κάθε άλλο παρά ανέφελη ήταν. Εχουν περάσει 85 χρόνια από τότε που σύστησαν τον τετράχρονο Βόλφγκανγκ στον Αδόλφο Χίτλερ στο Βάνφριντ, το σπίτι της οικογένειας, κατά την πρώτη από τις πολλές επισκέψεις του στο Μπαϊρόιτ.
Σχεδόν εβδομήντα χρόνια πέρασαν από τότε που ο Βόλφγκανγκ και ο αδελφός του, ο Βίλαντ, φωτογραφήθηκαν αγκαζέ με τον λάτρη του Βάγκνερ δικτάτορα, τον οποίο γνώριζαν στα παιδικά τους χρόνια ως «θείο Βολφ». Και πάνε 57 χρόνια από τότε που οι δύο αδελφοί «αναστήσανε» το Φεστιβάλ Μπαϊρόιτ του παππού τους, το 1951, με τη δημόσια δήλωση ότι εκείνο που μετράει είναι η τέχνη και ότι οι επισκέπτες «παρακαλούνται να απέχουν από συζητήσεις ή αντιπαραθέσεις πολιτικού χαρακτήρα».

  • Το Φεστιβάλ

Εκτοτε, ο Βόλφγκανγκ δεν κατάφερε απλώς να επιβιώσει. Κατάφερε να πετύχει με τους όρους που έχουν τη μεγαλύτερη σημασία γι’ αυτόν. Κράτησε το Μπαϊρόιτ και το μοναδικό, οραματικό του θέατρο στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής καλλιτεχνικής ζωής, διασφάλισε τη χρηματοδότησή του και τη σταθερότητά του, διατήρησε το γενικά υψηλό μουσικό του επίπεδο και εξακολούθησε να προσφέρει ένα ετήσιο φεστιβάλ Βάγκνερ που θα μπορούσε να πουλάει κάθε φορά πενταπλάσια εισιτήρια απ’ όσα ήταν διαθέσιμα. Και επιπλέον, τα κατάφερε όλα αυτά χωρίς να κάνει παραχωρήσεις στον έλεγχο από την οικογένεια Βάγκνερ και προχωρώντας ενίοτε σε αναπάντεχα τολμηρές καλλιτεχνικές επιλογές - όπως την επηρεασμένη από τον Μαρξ και τον Τζορτζ Μπέρναρ Σο εκδοχή της τετραλογίας του «Δαχτυλιδιού» που σκηνοθέτησε ο Πατρίς Σερό το 1976. Το 1987 ανέθεσε στον Βέρνερ Χέρτζογκ να σκηνοθετήσει τον Λόεγκριν και το 1994 να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για το φεστιβάλ, ενώ φέτος το φεστιβάλ περιλάμβανε μεταξύ άλλων μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παραγωγή του «Πάρσιφαλ» από τον Νορβηγό σκηνοθέτη Στέφαν Χερχάιμ.

Η επιτυχημένη αυτή πορεία, ωστόσο, δεν ήταν πάντα ανέφελη. Παρ’ όλο που η οικογένεια Βάγκνερ ήταν πάντα πρόθυμη να συζητά δημόσια με τους κατά καιρούς επικριτές της, αλλά και να δημοσιοποιεί τις εσωτερικές διχογνωμίες της, ο ίδιος ο Βόλφγκανγκ ακολούθησε μια λαθρόβια διαδρομή μέσα στο ναρκοπέδιο του παρελθόντος. Οι σχέσεις με τους ναζί τόσο της οικογένειας όσο και του φεστιβάλ συχνά υποβαθμίστηκαν στη διάρκεια των χρόνων που ο Βόλφγκανγκ είχε στα χέρια του τη διεύθυνση. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αγγλικής καταγωγής μητέρα του, η Γουίνιφρεντ, εξακολούθησε να καυχάται ανοιχτά για τη φιλία της με τον Χίτλερ μέχρι τον θάνατό της, το 1980. Ο προβληματισμός και η ψυχολογική αναζήτηση σχετικά με το κληροδότημα του ναζισμού, που έχουν σημάδεψει τη ζωή της σύγχρονης Γερμανίας, σπανίως πέρασαν τα τείχη του Μπαϊρόιτ - η αναμνηστική πλάκα για τους ανθρώπους του φεστιβάλ που υπήρξαν θύματα του Ολοκαυτώματος εξορίστηκε στον κήπο του θεάτρου. Και ο Βόλφγκανγκ αντιστάθηκε συστηματικά σε αιτήματα για αλλαγή του ίδιου του φεστιβάλ -ιδιαίτερα όταν προέρχονταν από τα παιδιά του αδελφού του και από τον γιο του, τον Γκότφριντ, με τον οποίο δεν έχει καλές σχέσεις. Επέμεινε πεισματικά ότι το Μπαϊρόιτ πρέπει να εξακολουθήσει να προσφέρει μόνο ένα μηνιαίο φεστιβάλ, όπου να παρουσιάζονται τα 10 «ώριμα» μουσικά δράματα του παππού του.
Τώρα όμως -καθώς πλησιάζουν τα 89α γενέθλιά του- ο Βόλφγκανγκ επιτέλους πείστηκε να αποχωρήσει από τη διεύθυνση του φεστιβάλ, μια θέση που ανέλαβε αμέσως μετά τον θάνατο του Βίλαντ το 1966 και που έχει παραμείνει στην οικογένεια από το πρώτο φεστιβάλ, το 1876, όταν ο Ρίχαρντ Βάγκνερ παρουσίασε για πρώτη φορά τις τέσσερις όπερες του κύκλου του «Δαχτυλιδιού του Νίμπελουνγκ» («Ο χρυσός του Ρήνου», «Βαλκυρία», «Ζίγκφριντ», «Το λυκόφως των θεών»), σ’ ένα ακροατήριο που περιλάμβανε τον Κάιζερ, τον Νίτσε και τον Τσαϊκόφσκι. Η καθυστερημένη αποχώρηση του Βόλφγκανγκ δεν οφείλεται σε έλλειψη προσπαθειών από μέλη της ίδιας της οικογένειάς του και πολιτικούς - ήδη τα μέλη του ιδρύματος του φεστιβάλ του είχαν ζητήσει να παραιτηθεί από το 2002.

  • Η διαδοχή

Το 2008 φαίνεται πράγματι να είναι η στιγμή του Βασιλιά Ληρ για τον Βόλφγκανγκ. Τρεις γυναίκες της δυναστείας Βάγκνερ ανταγωνίζονται εδώ και καιρό για τη διαδοχή του γηραιού κυρίου. Τώρα ο Βόλφγκανγκ έχει συμφωνήσει να δώσει το σκήπτρο στις κόρες από τους δύο γάμους του: Στην Εύα, η οποία έχει μεγάλη εμπειρία στη διοίκηση του λυρικού θεάτρου, και στην πολύ νεότερη ετεροθαλή αδελφή της, την Καταρίνα, της οποίας το σκηνοθετικό ντεμπούτο με τους «Αρχιτραγουδιστές της Νυρεμβέργης», το 2007, έγινε δεκτό με αρκετές επιφυλάξεις από την κριτική. Η πιο ριζοσπαστική υποψηφιότητα, η ανιψιά του Βόλφγκανγκ Νίκι Βάγκνερ, η οποία θέλει να επεκτείνει το ρεπερτόριο του φεστιβάλ και να διοργανώσει ένα λιγότερο «ελιτίστικο» ανοιξιάτικο φεστιβάλ, παρέμεινε αουτσάιντερ. Τελικά, το συμβούλιο του φεστιβάλ αποφάσισε, την περασμένη Δευτέρα, να αναθέσει τη διεύθυνση στις δύο κόρες του Βόλφγκανγκ Βάγκνερ, την Εύα και την Καταρίνα.

Πιθανότατα και ο ίδιος ο Βόλφγκανγκ αναγνωρίζει ότι η διατήρηση του «στάτους κβο» δεν είναι πλέον δυνατή. Αυτός ο ίδιος, άλλωστε, παράγγειλε τη φετινή «αποδόμηση» του «Πάρσιφαλ» από τον Στέφαν Χερχάιμ, στην οποία ο πιο λατρεμένος ήρωας του Βάγκνερ καταστρέφει ένα ομοίωμα της έπαυλης Βάνφριντ στολισμένο με τη ναζιστική σημαία, πριν απευθυνθεί στους θεατές λέγοντάς τους ότι τώρα πλέον πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους για ό,τι ακολουθήσει. Ακριβώς τώρα, λοιπόν, η νεότερη γενιά των Βάγκνερ θα πάρει στα χέρια της αυτή την ευκαιρία.

«Εναν τρόπο ευλαβή»

Του Σπύρου Παγιατάκη, Kυριακή, 7 Σεπτεμβρίου 2008

Αλέξης Μινωτής: «Παίξαμε το 1937 την “Ηλέκτρα” στην Επίδαυρο. Τότε δεν υπήρχαν όλ’ αυτά τα Ι.Χ. Κι όμως κατέβηκαν οι χωριάτες απ’ ολόκληρη την Αργολίδα. Γέμισε το θέατρο. Η Κατίνα (Παξινού) έπαιζε την Ηλέκτρα και η (Ελένη) Παπαδάκη την Κλυταιμνήστρα. Μετά την παράσταση τούς φιλούσαν τα ρούχα και τα χέρια. Θυμάμαι την Κατίνα να λέει “Σας παρακαλώ, δεν είμαι παπάς! Μη μου φιλάτε το χέρι!" Και της απαντούσαν: “Ο θεός να σ’ έχει καλά παιδί μου, που μ’ έκανες κι έκλαψα...”» . Είχα την τύχη να γνωρίζω τον Αλέξη Μινωτή καλά. Ημουν για χρόνια στην καλλιτεχνική επιτροπή του Εθνικού, και ταξίδεψα μαζί τους σε ΗΠΑ και Σοβιετική Ενωση. Είχα κι ένα μαγνητοφωνάκι μαζί. Σταχυολογώ μερικά περί Επιδαύρου: «Στην αρχή ξέρεις τι γινόταν όταν πρωτανοίξαμε την Επίδαυρο; Ερχονταν χιλιάδες άνθρωποι κι έκαναν πικ-νικ κάτω από τα δέντρα. Τρώγανε και τραγουδούσαν. Κι είχαν όλοι κι από ένα τρανζίστορ μαζί τους...»

Πολλοί θεωρούσαν τον Μινωτή αυταρχικό, πεισματικά αρνητικό στο ν’ ανοίξει η Επίδαυρος σε «ξένους». Δεν ήταν ακριβώς έτσι. «Εκανα τον Οιδίποδα με μουσική της Κατίνας Παξινού. Η Κατίνα βοηθήθηκε τότε από τα Negro Spirituals. Ουδεμία τευτονική χροιά, όπως γινόταν μέχρι τότε από τους γερμανοσπουδαγμένους σκηνοθέτες. Κανένα Sprechchor, δηλαδή ομαδική απαγγελία. Το αγελαίο έφυγε. Ηρθαν η Alabama, η Georgia…».
Μερικοί τον είπαν συντηρητικό. «Οταν έκανα τον Οιδίποδα Τύραννο, όλοι οι κριτικοί μ’ επικεφαλής τον Οικονομίδη του “Εθνους” έγραψαν ότι ήταν μία χολιγουντιανή παράσταση, επειδή ερχόμουν τότε από την Αμερική. Ηταν όμως μια ολοζώντανη, σύγχρονη παράσταση γιατί δεν είχα το φόρτο αρνητικών εμπειριών και κακών έξεων. Ηταν κάτι το εντελώς διαφορετικό απ’ ό,τι έκανε ο Ροντήρης, ο οποίος δούλευε μεν καλά αλλά με το μυαλό αλλουνού – του Μαξ Ράινχαρτ που ήταν πέρα για πέρα μπαρόκ, και τον οποίο τον είχαν πλέον εγκαταλείψει κι οι Γερμανοί ακόμα...»
Αν υπάρχει το κατά Μινωτή ηθικό δίδαγμα; Επέμενε πως τα πάντα είναι θεμιτά, αν υπάρχει αυτό που ο ίδιος ονόμαζε «ευλάβεια». Πίστευε ότι έπρεπε να φέρεται κανείς στα συγγράμματα των κλασικών μας συγγραφέων με το σεβασμό που δείχνουν πάντοτε οι θρησκευόμενοι απέναντι στα πατερικά κείμενα: «Επιτέλους να βρούμε έναν τρόπο ευλαβή, κι όχι να έχουμε σαν μοναδικό μας γνώμονα την επιτυχία. Κι από εκεί και πέρα ας κάνει ο καθένας ό,τι θέλει...».

Σεβασμός των κειμένων

Του Γιάννη Βαρβέρη*, Kυριακή, 7 Σεπτεμβρίου 2008

Ο ι εποχές των ιερατείων και των αβάτων, θέλουμε δε θέλουμε, έχουν παρέλθει. Η Επίδαυρος, χώρος επιβλητικός αλλά όχι αναγκαστικά ιερός, έχει τη δύναμη να αναδεικνύει, απλώς να παρουσιάζει ή και να διασύρει. Αφομοιώνει ευεργετικά τις πρωτοπορίες και, αλοίμονο, απογυμνώνει τις αυθαιρεσίες, τις οποίες, ευτυχώς, και ξεχνά.

Νομίζω πως ο βαθύτερος σεβασμός των κειμένων, έστω και με συμμαχικές προς αυτά αποκλίσεις, οφείλει να είναι η κεντρική σκέψη των σκηνοθετών. Δεν θεωρώ πως η φετινή χρονιά μπορεί να υπερηφανευθεί για κάτι τέτοιο. Το κακό είναι πως οι «ανεξέλεγκτες» δράσεις οδηγούν σε αντίδραση, προκαλούν δηλαδή αυριανές, υπερσυντηρητικές παραστάσεις, πράγμα εξ ίσου άγονο. Οσο για το κοινό, καλό είναι να έχει όσο το δυνατόν ευπρεπέστερες αντιδράσεις, ιδίως επειδή αυτές εισπράττονται από τους συνήθως «αθώους του αίματος» ηθοποιούς. Στην Ελλάδα, όμως, το μελαγχολικά γνωστό μας μεσογειακό ταμπεραμέντο συχνά μας παρασύρει σε ποικίλες υπερηφανευόμενες κραυγές και χειρονομίες προς επειγόμενη εκτόνωση.

* Ο κ. Γιάννης Βαρβέρης είναι ποιητής, κριτικός θεάτρου.

Αντιπαράθεση ή εκφοβισμός;

Του Γιαννη Σταυρακακη*, Kυριακή, 7 Σεπτεμβρίου 2008

Τ ο φετινό φεστιβαλικό καλοκαίρι θα μείνει στη μνήμη μας για την κατακόρυφη όξυνση στους τρόπους με τους οποίους μερίδα θεατών σε πολλές παραστάσεις εξέφρασε την αποδοκιμασία της για τα θεατρικά ή άλλα δρώμενα. Σε μια εποχή της οποίας το κέντρο βάρους κινείται στον άξονα της μετα-πολιτικής συναίνεσης, το πάθος που κινητοποιήθηκε και ο έντονος διάλογος που ακολούθησε στα μέσα ενημέρωσης αποτελούν ενδείξεις μιας ζωντανής δημοκρατικής κουλτούρας. Ας ξεπεράσουμε λοιπόν τον μικροαστικό καθωσπρεπισμό μας. Αυτός ο διχασμός της πόλης είναι θεμιτός, γιατί εκείνο που την ενώνει είναι η συνεχής διερώτηση για τα ίδια τα πολιτι(στι)κά θεμέλιά της.

Εδώ ακριβώς όμως τα πράγματα περιπλέκονται ελαφρώς. Η διερώτηση αυτή δεν μπορεί να σημαίνει εξόντωση του διαφορετικού, εκείνου που δεν μας αρέσει. Ακόμα και η οξύτητα είναι ανεκτή, αλλά μόνο στο βαθμό που δεν αποσκοπεί στη φίμωση του άλλου και την «ολοκληρωτική» επιβολή ενός παρωχημένου και άγονου συντηρητισμού. Ας σκεφθούμε λίγο λοιπόν. Από ποια σκοπιά αρθρώθηκε ο οξύς κριτικός λόγος και οι έντονες αποδοκιμασίες; Από μια σκοπιά που ανταγωνιζόταν μεν, αλλά παράλληλα σεβόταν το αντικείμενο της κριτικής της; Ή μήπως από μια σκοπιά βίαιης ηθικιστικής απόρριψης και προγραφής εκείνου που ξεφεύγει από τα ασφυκτικά πλαίσια μιας απολιθωμένης παράδοσης, η οποία αναδεικνύεται σε θέσφατο; Μήπως οι υστερικές καταγγελίες απλώς τρομοκρατούν, αντί να αντιπαρατίθενται γόνιμα; Μήπως δεν είναι, τελικά, παρά ένδειξη φοβικής και ανασφαλούς πολιτισμικής εσωστρέφειας;

* Ο Γιάννης Σταυρακάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο ΑΠΘ.

Νεωτερισμοί και γιούχα στην Επίδαυρο

Του Βασίλη Αγγελικόπουλου, Η Καθημερινή, Kυριακή, 7 Σεπτεμβρίου 2008

Ο ι εντυπωσιακές αποδοκιμασίες του κοινού στην Επίδαυρο και ο θόρυβος που ακολούθησε έθεσαν επί τάπητος ορισμένα ζητήματα τα οποία προκαλούν έντονες διχογνωμίες, κυρίως για το αν δικαιούται ή όχι να αποδοκιμάζει το κοινό μια θεατρική παράσταση και υπό ποιες προϋποθέσεις πρέπει να γίνεται κάτι τέτοιο. Γεμίζουν σελίδες εφημερίδων τις ημέρες αυτές με απόψεις ανθρώπων του θεάτρου για το θέμα ή με μαχητικά άρθρα και σχόλια που υπεραμύνονται της μιας ή της άλλης άποψης, μυκτηρίζοντας συνήθως τις αντίθετες.

Οι αποδοκιμασίες του κοινού σημάδεψαν τις δύο τελευταίες παραγωγές των Επιδαυρίων, δηλαδή τη «Μήδεια», κυρίως, από το ΔΗΠΕΘΕ της Πάτρας σε σκηνοθεσία του Ανατόλι Βασίλιεφ, «γκουρού» του ευρωπαϊκού θεάτρου, με πρωταγωνίστρια τη Λυδία Κονιόρδου, και σε μικρότερο βαθμό τον «Αγαμέμνονα» από το «Θέατρο Δωματίου» σε σκηνοθεσία Αντζελας Μπρούσκου με την Αμαλία Μουτούση στο ρόλο της Κλυταιμνήστρας. Οι αποδοκιμασίες αυτές όμως μοιάζουν να αφορούν αν όχι το σύνολο των φετινών παραστάσεων αρχαίου δράματος της Επιδαύρου, τουλάχιστον το κυρίαρχο χαρακτηριστικό τους, που ήταν ο εντός ή εκτός εισαγωγικών νεωτερισμός.

  • Κοινός παρονομαστής
Πράγματι, παρά τις μεγάλες διαφορές «γλώσσας», σκηνικών μέσων, ύφους, ήθους και βέβαια αποτελέσματος καθεμιάς παράστασης, οι «Βάτρα-Χ» του Δημήτρη Λιγνάδη και οι δύο «Οιδίποδες» της Ρούλας Πατεράκη με το Εθνικό, ο «Ορέστης» του Σλόμπονταν Ουνκόφσκι με το ΚΘΒΕ, η «Μήδεια» του Βασίλιεφ και ο «Αγαμέμνων» της Μπρούσκου, ακόμη και οι κλασικότροπες «Φοίνισσες» με το Αμφι-Θέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου σε κάποια στοιχεία τους, είχαν κοινό παρονομαστή κάποιον «άλλο» ή «νέο τρόπο» προσέγγισης του αρχαίου δράματος - σε σχέση πάντα με τους γνωστούς, κλασικούς και θαλερούς κάποτε τρόπους με τους οποίους οι Ελληνες καλλιτέχνες του 20ού αιώνα θεμελίωσαν στον τόπο μας μια μοναδική στον κόσμο (ως θεατρικό φαινόμενο) και αξιοθαύμαστη αναβίωση ενός πανάρχαιου θεατρικού είδους, του αρχαίου ελληνικού δράματος.

Καμιά από τις φετινές παραστάσεις δεν έγινε εκθύμως αποδεκτή από κοινό και κριτική και η ταραχώδης κατάληξη των Επιδαυρίων μοιάζει να φανερώνει ότι ήταν σαν να ξέσπασε στο τέλος μια συσσωρευμένη δυσαρέσκεια, μια κόπωση του κοινού από ατελέσφορους σκηνικούς «νεωτερισμούς» και αδικαίωτα τολμήματα που το ένα μετά το άλλο παρουσιάστηκαν φέτος εκεί. Τα πράγματα όμως δεν μπορεί να είναι -και δεν είναι- έτσι.

  • Τα πιο τολμηρά σε 53 χρόνια
Ισχύει βέβαια η παρατήρηση ότι, ποσοτικώς, τα φετινά Επιδαύρια ήταν τα πιο «τολμηρά» ή «νεωτεριστικά» στα 53 χρόνια του θεσμού, αλλά τα γεγονότα δείχνουν ότι και το κοινό έχει αλλάξει πολύ. Δεν είναι πια όχι απλώς το κοινό του '59 που αποδοκίμαζε ως ιερόσυλη μια παράσταση σαν τους «Ορνιθες» του Κουν στο Ηρώδειο, αλλά ούτε και το κοινό της δεκαετίας του '80, που αποδοκίμαζε στην Επίδαυρο για τολμηρές και ανοίκειες καινοτομίες την «Αντιγόνη» του Ρεμούνδου με το Εθνικό, την «Αλκηστη» του Χουβαρδά με το ΚΘΒΕ ή την «Ηλέκτρα» του Στούρουα με την Καρέζη. Η εμπειρία δείχνει ότι το κοινό, γαλβανισμένο πλέον από τις τόσες και τόσες καινοτομίες, νεωτερισμούς και παραξενιές που έχει παρακολουθήσει τα τελευταία 20 χρόνια, δεν αντιδρά πια με ανοιχτές τουλάχιστον και ομαδικές αποδοκιμασίες σε κάτι τέτοια.

Για την ακρίβεια, το κοινό δεν αντιδρά σε τίποτα πλέον, είτε ανιαρή παλιατσούρα είναι η παράσταση, είτε νεωτερίλα και δήθεν, είτε επιθεωρησιακή κουρελού με λεοντή Αριστοφάνη. Δεν αντιδρά. Αντιθέτως χειροκροτεί τα πάντα στο τέλος, συχνά και ενδιαμέσως. Μόνο μην του πατήσεις τον κάλο του κοινού - πράγμα που προφανώς συνέβη με τη «Μήδεια» του Βασίλιεφ.

Μεμονωμένα «ουουου» ή «αίσχος» έχουν ακουστεί κατά καιρούς σε διάφορες παραστάσεις, κλασικότροπες ή νεωτερίζουσες, αλλά ομαδικού χαρακτήρα αποδοκιμασίες θα προκληθούν μόνο όταν το κοινό πειστεί ότι η παράσταση έχει υπερβεί κατά πολύ τα εσκαμμένα και έχει επιδοθεί σε πράγματα που δεν σέβονται όχι την «ιερότητα του τόπου» ή το αρχαίο δράμα, αλλά κυρίως τις αντοχές τις δικές του. Γι' αυτό και παρά τα τόσα ανυπόφορα που έχουμε δει στην Επίδαυρο στις δύο τελευταίες δεκαετίες, μόνο δύο φορές αντέδρασε ομαδικά και με ένταση: Στις επιθετικά προκλητικές «Βάκχες» του Λάνγκχοφ με το ΚΘΒΕ το '98 και τώρα στη «Μήδεια».

  • Ελληνες και ξένοι

Και είναι σφάλμα να υποστηρίζει κανείς -αλλά το διέπραξαν αυτές τις μέρες τόσο ο ηγέτης του Ελληνικού Φεστιβάλ Γιώργος Λούκος όσο και η Λυδία Κονιόρδου- ότι το κοινό αντιδρά σε παραστάσεις ξένων σκηνοθετών και μάλιστα για «εθνικιστικούς λόγους», γιατί θεωρεί ότι μας χαλάνε την αρχαία τραγωδία μας. Μέγα λάθος, διότι πολλοί είναι πλέον (σε δεκάδες μετριούνται) οι ξένοι σκηνοθέτες που έχουν παρουσιάσει αρχαίο δράμα στη χώρα μας και μόνο δύο (άντε δυόμιση με «το τσιγάρο του Στούρουα») προκάλεσαν αποδοκιμασίες. Περισσότερες είναι οι παραστάσεις Ελλήνων σκηνοθετών που αποδοκιμάστηκαν.

Το κοινό δείχνει μεγάλη ανεκτικότητα πλέον στα «νεωτεριστικά», ακόμα κι όταν δεν τα καταλαβαίνει ή το βαριεστούν ή και το συγχύζουν. Αποδείχθηκε αυτό και με την επίμαχη «Μήδεια» - και μάλιστα διττώς: Δεν αντιδρούσε το κοινό επί δυόμισι ώρες στην Επίδαυρο αν και πολλά «περίεργα» ή και προκλητικά έβλεπε να συμβαίνουν στη σκηνή. Αντέδρασε και άρχισε να διαμαρτύρεται, και στις δύο βραδιές, μόνο όταν η παράσταση φάνηκε να του βγάζει αναιδώς γλώσσα και να παίζει με την υπομονή και την ανεκτικότητά του -εννοούμε βέβαια τη διαβόητη πλέον αγγελική ρήση, που επαναλαμβανόταν ακατάπαυστα και μονότονα ταυτόχρονα σε τρεις γλώσσες, μετωπικά και προβοκατόρικα προς το εμβρόντητο κοινό. Ενα αυτό και δεύτερον, το κοινό που παρακολουθεί τη «Μήδεια» στις άλλες, μετά την Επίδαυρο, παραστάσεις της δεν αποδοκιμάζει ούτε διαμαρτύρεται πλέον, άσχετα αν του αρέσουν ή όχι αυτά που βλέπει. Γιατί; Διότι κόπηκε εντωμεταξύ η ακατανόητη και αφόρητη σκηνή που προκαλούσε.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι το κοινό δεν «ξεφωνίζει» ποτέ, όποια χοντράδα κι αν συμβεί επί σκηνής, τις παραστάσεις αρχαίας κωμωδίας. Οι οποίες μόνο της αρχαίας κωμωδίας και του Αριστοφάνη δεν είναι συνήθως - και όχι μόνο οι πρόσφατες… Εκεί, η κερκίδα είτε επειδή καλοπερνάει χαχανίζοντας είτε επειδή δεν διαπιστώνει εύκολα (για τους «χ» πολλούς και γνωστούς λόγους) την ασέβεια και την πρόκληση, παρέχει άνετα και ατιμωρητί το ελεύθερο να διαπράττονται σημεία και τέρατα.

  • Μόνο σε κραυγαλέο αμάρτημα

Επομένως, το ιστορικό της αναβίωσης του αρχαίου δράματος στη χώρα μας δείχνει ότι μια παράσταση δεν θα αποδοκιμαστεί ποτέ ομαδικά και έντονα, όπως φέτος η «Μήδεια», όσο νεωτερική και τολμηρή κι αν είναι, αν δεν διαπράξει κραυγαλέο αμάρτημα οξύτατης πρόκλησης και επίθεσης στο κοινό. Πολλά τα παραδείγματα - κι ολόφρεσκο η τελευταία παράσταση των φετινών Επιδαυρίων, ο αμέσως μετά τη «Μήδεια» «Αγαμέμνων» της Μπρούσκου, που παρά τα διάφορα τολμηρά της (έκανε τους Αργείους του Χορού ακόμη και σκυλάκια που κουνάνε την ουρά στον αφέντη τους Αγαμέμνονα, αλλά και που τον κατουράνε ή του βατεύουν το πόδι) δεν αποδοκιμάστηκε μαζικά, αν και δόθηκε το έναυσμα από ολίγους.

Δεν είναι λοιπόν κάποιος «συντηρητισμός» ή «εθνικισμός» ούτε καν κάποιος λόγος αισθητικής που ωθεί το κοινό να φτάσει στο σημείο μαζικής αποδοκιμασίας μιας παράστασης. Το κοινό, αντιθέτως, έχει γίνει πολύ ανοιχτό και εξαιρετικά ανεκτικό.
Αυτό είναι μια θετική διαπίστωση από τη μια, αλλά και λίγο μελαγχολική, αν όχι κι επικίνδυνη, από την άλλη. Ιδίως αν λάβει κανείς υπόψη του ότι έχουν σχεδόν εξαφανιστεί πια «οι κλασικές παλιατσαρίες», τις οποίες ακόμα επισείουν σαν φόβητρο κάποιοι νεωτεριστές σκηνοθέτες, ενώ αντιθέτως καταιγιστικά επελαύνουν τελευταία ανερμάτιστοι και αβασάνιστοι νεωτερισμοί, αποδομήσεις και άλλα των (εύκολων) καιρών γεννήματα.

Θεατρικός χειμώνας 2008-2009


«Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης» Εθνικό Θέατρο
Η έναρξη του φθινοπώρου σηματοδοτεί την εντατικοποίηση της δουλειάς στις θεατρικές σκηνές που έχουν ήδη ξεκινήσει πρόβες και προετοιμάζονται για την αυλαία της νέας θεατρικής περιόδου. Σήμερα παρουσιάζουμε μερικές από τις παραστάσεις που πρόκειται να ανέβουν τον προσεχή χειμώνα.
  • Ρεπερτόριο Εθνικού Θεάτρου
Το νεοκλασικό κτίριο του Εθνικού Θεάτρου, πλήρως ανακαινισμένο, θα ανοίξει ξανά τις πόρτες του. Θα διαθέτει δύο σκηνές - την Κεντρική και τη Νέα Σκηνή - ενώ θα λειτουργούν και η σκηνή «Κοτοπούλη» και το «Παιδικό Στέκι» στο «Ρεξ» και δύο σκηνές στο «Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας», με την παρουσίαση 16 παραγωγών.
Κτίριο Τσίλερ - Κεντρική Σκηνή: Η συμπαραγωγή του Εθνικού Θεάτρου με το Ελληνικό Φεστιβάλ που θα παρουσιαστεί για λίγες παραστάσεις τον Ιούνη (Πειραιώς 268), εγκαινιάζει την Κεντρική Σκηνή: «Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης» του Εντεν φον Χόρβατ (28/11). Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς. Ακολουθούν: «Ο κλήρος του μεσημεριού» του Πολ Κλοντέλ (13/2/2009). Διασκευή - Σκηνοθεσία: Jossi Wieler. «Τιτανικός» (13/3/ 2009). Σύλληψη - Σκηνοθεσία - χορογραφία: Κωνσταντίνος Ρίγος.
Νέα Σκηνή - «Νίκος Κούρκουλος»: «Ρομπέρτο Τσούκο» του Μπερνάρ Μαρί Κολτές (24/10/2008). Σκηνοθεσία Εφη Θεοδώρου. «Μακμπέθ επί δύο» του Σαίξπηρ (21/11/2008). Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς. Διασκευή - Σκηνοθεσία: Δημήτρης Λιγνάδης. «Φάουστ» του Γκαίτε (30 Γενάρη). Διασκευή - σκηνοθεσία: Γιώργος Γάλλος, Βασίλης Μαυρογεωργίου, Αργύρης Ξάφης, Ομάδα Blitz, Ηρώ Χιώτη. «Φορτουνάτος» του Μάρκου Αντώνιου Φώσκολου (27/2/ 2009). Σκηνοθεσία: Μάρθα Φριντζήλα.
«Πολύ καλά» στο θέατρο «Εξαρχείων»

«Ρεξ - Κοτοπούλη»: «Το ημέρωμα της στρίγκλας» του Σαίξπηρ (31/10). Μετάφραση - Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης. «Το ημερολόγιο ενός απατεώνα» του Αλεξάντερ Οστρόφσκι (6/2/2009). Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας. «Ο εφιάλτης της ευτυχίας» της Justine del Corte (29/4/2009). Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς.

Σκηνή Παξινού: «Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων» του Λούις Κάρολ (18/10). Διασκευή - Σκηνοθεσία: Βασίλης Μαυρογεωργίου.

Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας, Α' Σκηνή: «Το ξύπνημα της άνοιξης» του Φρανκ Βέντεκιντ, (14/11/2008). Σκηνοθεσία - Μουσική επιμέλεια: Νίκος Μαστοράκης. Εργο του Ακύλλα Καραζήση (20/2/2009). Σκηνοθεσία: Ακύλλας Καραζήσης. Β' Σκηνή: «Βόλφγκανγκ» του Γιάννη Μαυριτσάκη (7/11/ 2008). Σκηνοθεσία: Κατερίνα Ευαγγελάτου. «Μαιρούλα» (προσωρινός τίτλος) της Λένας Κιτσοπούλου (6/3/2009). Σκηνοθεσία - μουσική επιμέλεια: Λένα Κιτσοπούλου - Μαρία Πρωτόπαπα. «Η σονάτα του σεληνόφωτος» του Γιάννη Ρίτσου (27/3/2009). Σκηνοθεσία: Ηλίας Γιαννακάκης, με την Αλέκα Παΐζη.

  • Σκηνές ρεπερτορίου

Το «Αμφι-Θέατρο» του Σπύρου Ευαγγελάτου θα αρχίσει τις παραστάσεις του τον Οκτώβρη παρουσιάζοντας για τρίτη χρονιά στην αίθουσα «Είσοδος Κινδύνου», για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων, την «Ερωτευμένη Νεκρή» του Τεοφίλ Γκοτιέ. Μετάφραση: Εφη Γιαννοπούλου. Σκηνοθεσία - Δραματοποίηση: Κατερίνα Ευαγγελάτου. Σκηνικό - Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης. Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος. Επιμέλεια Κίνησης: Χρυσηίς Λιατζιβίρη. Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα. Παίζουν: Νικόλας Παπαγιάννης, Στεφανία Γουλιώτη, Χρήστος Μαλάκης, Τάσος Δαρδαγάνης. Ενώ στο τέλος Νοεμβρίου θ' αρχίσουν, στην αίθουσα «Λήδα Τασοπούλου», οι παραστάσεις του κλασικού πια σήμερα έργου του Τένεσι Ουίλιαμς «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» σε μετάφραση Μάριου Πλωρίτη, σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου και με πρωταγωνιστές τους Κατερίνα Χέλμη, Μαρίνα Ασλάνογλου, Ζωή Ρηγοπούλου, Θανάση Κουρλαμπά.

«Μη γελάτε, είναι σοβαρό» «Βρετάνια»
Το «Απλό Θέατρο» θα επαναλάβει στην Κεντρική Σκηνή από τις 23 Οκτώβρη «Το ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα» του Ο' Νιλ, σε σκηνοθεσία Αντώνη Αντύπα με τους: Δημήτρη Καταλειφό, Ράνια Οικονομίδου, Αλκι Κούρκουλο, Κώστα Βασαρδάνη και Σοφία Καλεμκερίδου. Το έργο θα παίζεται μέχρι τέλος Γενάρη και στη συνέχεια η Ράνια Οικονομίδου και η Λυδία Φωτοπούλου, παίζουν στο έργο «Ανάσα Ζωής» του Ντέιβιντ Χέαρ, σε σκηνοθεσία Αντώνη Αντύπα. Στη Νέα Σκηνή του «Απλού» θα ανέβουν τα έργα «Βερολίνο» που βασίζεται στο βιβλίο του Δημήτρη Γκενεράλη, σε δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία Αρη Τρουπάκη και «Δεσποινίς Μαργαρίτα» του Ρομπέρτο Ατάιντε, σε μετάφραση Κώστα Ταχτσή και σκηνοθεσία Αντζελας Μπρούσκου, με την Ολια Λαζαρίδου.
Δύο επαναλήψεις και μια νέα παραγωγή περιλαμβάνει για φέτος το χειμώνα το ρεπερτόριο του Θεάτρου Στοά. Οι παραστάσεις θα ξεκινήσουν στις 4 Οκτώβρη με το έργο του Κρίστοφερ Χάμπτον «Στάχτες» και θα διαρκέσουν δύο μήνες (μέχρι 30 Νοέμβρη). Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Θανάσης Παπαγεωργίου ενώ τη μετάφραση και το σκηνικό η Λέα Κούση. Παίζουν: Θανάσης Παπαγεωργίου, Γιάννης Ροζάκης, Λήδα Πρωτοψάλτη. Θα ακολουθήσει στις 3 Δεκεμβρίου το έργο της Σοφίας Αδαμίδου «Σωτηρία με λένε», μια παράσταση που παίχτηκε με ιδιαίτερη επιτυχία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Το ρόλο της μεγάλης λαϊκής τραγουδίστριας ερμηνεύει η Λήδα Πρωτοψάλτη υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Κωνσταντίνου Κωνσταντόπουλου. Σκηνικό - Κοστούμια: Κούλα Γαλιώνη. Οπτικό υλικό: Λουκία Ρικάκη. Εκτός από Λήδα Πρωτοψάλτη, παίζει η Εύα Καμινάρη.
Τη συνεργασία του με τη ΣΤΟΑ εγκαινιάζει ο συγγραφέας Αντώνης Νικολής με το έργο του «Λισαβόνα» που θα ανέβει στις αρχές Φλεβάρη. Τον συγγραφέα τον γνωρίσαμε στο παρελθόν από τις συνεργασίες του με το Σταμάτη Φασουλή («Ο κύριος Εμμανουήλ και ο ...Ροΐδης», και «Το σπίτι φεύγει»). Στην παράσταση παρακολουθούμε τη ζωή ενός ζευγαριού που επί πολλά χρόνια έκανε τις διακοπές του στη Λισαβόνα. Κάποια από αυτές τις εκδρομές του διακόπηκε από το φοβερό μαντάτο. Η κόρη αρρώστησε σοβαρά. Σε λίγο χάθηκε. Οι εκδρομές διακόπηκαν για τέσσερα χρόνια. Τώρα αποφάσισαν να ξαναπάνε. Αυτοί, δύο νεκροί. Η Λισαβόνα αντιπροσωπεύει την καλή τους εποχή, τις φωτεινές μέρες, μπορεί και να ξεχάσουν. Σκηνοθεσία: Θανάσης Παπαγεωργίου. Σκηνικό: Λέα Κούση. Παίζουν: Λήδα Πρωτοψάλτη - Θανάσης Παπαγεωργίου.
«5gynaikes.com» στο θέατρο «Κορονέτ»
Στο Θέατρο Μεταξουργείο θα στεγαστεί την προσεχή θεατρική περίοδο η ομάδα του Στάθη Λιβαθινού. Το πρώτο έργο της κεντρικής σκηνής είναι το κλασικό έργο του Ιρλανδού συγγραφέα John Millington Synge, «Ενας ήρωας - το καμάρι της Δύσης». Ο John Millington Syngeέζησε μόνο 38 χρόνια (1871 - 1909) και έγραψε τον «Ηρωα - Το Καμάρι Της Δύσης» δύο χρόνια πριν πεθάνει. Παίζουν: Νίκος Καρδώνης, Δημήτρης Παπανικολάου, Μαρία Ναυπλιώτου, Αρης Τρουπάκης, Μαρία Σαββίδου, Στέλιος Ιακωβίδης, Μαρία Κίτσου, Βασίλης Κουκαλάνι κ.ά.
Στο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟΥ, θα ανέβουν τα εξής έργα: «Η Προδοσία» του Πίντερ (25 Σεπτεμβρίου - 10 Νοεμβρίου). Μετάφραση, σκηνοθεσία, σκηνικό: Μίνα Αδαμάκη. Παίζουν: Μαρία Σολωμού, Αντώνης Καρυστινός, Νίκος Νίκας. «Ζωρζ Νταντέν» του Μολιέρου (11 Δεκεμβρίου 2008 - 12 Απριλίου 2009). Μετάφραση: Ανδρέας Στάικος. Σκηνοθεσία Νίκος Καμτσής. Σκηνικό - Κοστούμια: Μίκα Πανάγου. Μουσική: Κώστας Χαριτάτος. Παίζουν: Δημήτρης Οικονόμου, Ναταλία Στυλιανού, Λευτέρης Ζαμπετάκης. «Η Ναπολεόντεια» του Ανδρέα Στάικου (15 Ιανουαρίου - 14 Απριλίου 2009), σε σκηνοθεσία του ίδιου. Σκηνικό - κοστούμια: Ιουλία Σταυρίδου. Μουσική επιμέλεια: Δημήτρης Ιατρόπουλος. Παίζουν: Μάνος Βακούσης, Αντωνία Γιαννούλη, Ελενα Χατζηαυξέντη. «RUINS OF PASSION» (στα Αγγλικά για ξένους θεατές), μια παράσταση βασισμένη στον κύκλο των Ατρειδών. Σύνθεση κειμένου και σκηνοθεσία: Νίκος Καμτσής. Σκηνικό - κοστούμια: Μίκα Πανάγου. Μουσική: Κώστας Χαριτάτος. Παίζουν: Ασπασία Πίκου, Κώστας Βογιατζόγλου, Βίβιαν Ιωάννου, Μαρίνα Δανέζη. Τέλος, 7-10 Απριλίου 2009 θα πραγματοποιηθεί το 4ο Φεστιβάλ Νέων θεατρίνων. Επίσης, το ΑΕΡΟΠΛΟΙΟ η Παιδική σκηνή του «Τόπος Αλλού» θα παρουσιάσει το έργο «Το μπαούλο με τα παραμύθια» βασισμένο σε αυθεντικά λαϊκά παραμύθια της Ελληνικής παράδοσης. Οι ηθοποιοί θα χειριστούν μάσκες, κούκλες και σκιές, μεγάλα και μικρά ομοιώματα. Η παράσταση θα ζωντανέψει τη φαντασία των μικρών θεατών με μεγάλες προβολές σε γιγαντοοθόνες. Κείμενο - σκηνοθεσία Νίκος Καμτσής. Σκηνικό Μαίη Καραμανίδου. Κοστούμια Μίκα Πανάγου. Μουσική Στέλιος Κατσαρής.
  • Κωμωδία ή δράμα;
«Ενας ήρωας, το καμάρι της Δύσης» «Μεταξουργείο»
Μια παιχνιδιάρικη συγκινητική κωμωδία για τις σχέσεις μάνας - κόρης, την παιδική ηλικία και την οικογένεια, την κοινωνία και το ρατσισμό, θα ανεβάσει τον Οκτώβρη το Θέατρο Εξαρχείων. Πρόκειται για το πιο πρόσφατο έργο της σύγχρονης Αμερικανίδας Λίζας Κρον, με τίτλο «Πολύ καλά!». Στο ρόλο της μάνας η Ελένη Γερασιμίδου και στο ρόλο της κόρης η Αννίτα Δεκαβάλλα, που έχει κάνει και τη μετάφραση. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Τάκης Βουτέρης και τη μουσική ο Πλάτων Ανδριτσάκης. Ακόμη βασικούς ρόλους παίζουν η Ανδρη Θεοδότου, η Λιάνα Παρούση κ.ά.
Ο Γρηγόρης Βαλτινός θα παρουσιάσει στο Θέατρο «Βρετάνια» την κωμωδία του Νόελ Κάουαρντ «Μη γελάτε είναι σοβαρό». Το έργο παίχτηκε με τεράστια επιτυχία την προηγούμενη σεζόν στο Εθνικό Θέατρο του Λονδίνου με πρωταγωνιστή τον Αλεξ Τζένινγκς. Εκτός από τον Γρηγόρη Βαλτινό, παίζουν: Πέγκυ Σταθακοπούλου, Αντιγόνη Γλυκοφρύδη, Κώστας Φλωκατούλας, Βύρων Κολάσης, Χρήστος Ευθυμίου, Κατερίνα Μάντζιου, Φώτης Σπύρος, Τζένη Θεωνά, Ιωάννα Χιώτη. Απόδοση - σκηνοθεσία: Γρηγόρης Βαλτινός. Σκηνικά - Κοστούμια: Γιάννης Μετζικώφ.
Το κοινωνικό έργο της Εντα Ο' Μπράιαν «Τρίπτυχο» θα παρουσιάζει, από τα μέσα Οκτώβρη, τα Δευτερότριτα, στη Β' Σκηνή του Θεάτρου Ιλίσια - Βολανάκη, η θεατρική εταιρεία «Αμφιάρειο», σε σκηνοθεσία Γιάννη Διαμαντόπουλου. Παίζουν: Μαριλίτα Λαμπροπούλου, Ηρώ Μουκίου, Αντρια Ζένιου. Σκηνικά - Κοστούμια Ντόρα Λελούδα. Μουσική: ΑΝΕΜΟΣ.
Το έργο «Κοκτέιλ πάρτι» του Νομπελίστα ποιητή Τ.Σ. Ελιοτ ανεβαίνει στη σκηνή του Θεάτρου «Προσκήνιο», σε σκηνοθεσία Βαρβάρας Μαυρομάτη. Ενα έργο με σασπένς και απροσδόκητη εξέλιξη. Μια κωμωδία ιδεών που φλερτάρει με το μπουλβάρ, αντιπαρατίθεται στη φιλοσοφία του Σαρτρ και κλιμακώνεται στα ύψη του χριστιανικού ουμανισμού. Παίζουν: Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Αρης Λεμπεσόπουλος, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Αννα Φόνσου, κ.ά.
Το έργο «... πιο κοντά...» του Πάτρικ Μάρμπερ, το γνωστό «Closer», ανεβάζει από τις αρχές Οκτωβρίου στο Θέατρο «Αθηνών», ο Γιώργος Κιμούλης. Βασισμένο στην όπερα του Μότσαρτ «Ετσι κάνουν όλες», η οποία την εποχή που γράφτηκε δημιούργησε μεγάλο σκάνδαλο λόγω του θέματός της, πραγματεύεται την «ανισοτιμία» του έρωτα. Παίζουν: Γιώργος Κιμούλης, Ζέτα Δούκα, Νίκος Ψαρράς, Δώρα Χρυσικού. Μετάφραση - Σκηνοθεσία: Γιώργος Κιμούλης. Σκηνικά: Χριστίνα Κωστέα. Κοστούμια: Ιωάννα Τιμοθεάδου.
Το θέατρο Coronet θα παρουσιάσει για πρώτη φορά στην Ελλάδα την κωμωδία των Jose Miguel Contreras και Ana Rivas «5gynaikes.com». Πέντε γυναίκες, πέντε διαφορετικές προσεγγίσεις στο θέμα: «γιατί οι άντρες διαρκούν λίγο». Σκηνοθεσία - Διασκευή Βαρβάρα Δούκα. Παίζουν: Αβαγιανού Ντίνα, Ανδρεοπούλου Ανθή, Αποστόλου Ευγενία, Γανωτή Σάρα, Ντάλιου Αρετή, Πολυδεράκη Νέλλη.
Ο Θεατρικός Οργανισμός Νέος Λόγος θα παρουσιάσει για τη χειμερινή περίοδο 2008 - 2009 στον καινούριο του χώρο Studio Μαυρομιχάλη, το έργο του Μαριβώ «Η κληρονομιά», σε μετάφραση του Ανδρέα Στάικου και σκηνοθεσία του Φώτη Μακρή. Μουσική επιμέλεια: Ιάκωβος Δρόσος. Παίζουν: Πέτρος Σταθακόπουλος, Μαρία Μαλταμπέ, Μαρία Κορδώνη, Δημήτρης Πλειώνης, Φώτης Μακρής και Στέλλα Κρούσκα.
Στις 29 Σεπτεμβρίου θα παρουσιαστεί στο Θέατρο «Χώρα» το «Κρεβάτι Ανάμεσα στις Φακές», ένας από τους έξι μονολόγους που ο Βρετανός συγγραφέας Αλαν Μπένετ έχει συμπεριλάβει στη συλλογή του «Talking Heads» που έγραψε το 1987 για την τηλεόραση του BBC. Το 1992 ανέβηκε στο «Comedy Theatre» του Λονδίνου. Μετάφραση - σκηνοθεσία Σταύρος Στάγκος. Σκηνικά Λία Ασβεστά. Κοστούμια Αγις Παναγιώτου. Χορογραφία Πέρσα Σταματοπούλου. Ερμηνεύει η Λίλη Τσεσματζόγλου. Χορεύουν οι Δάφνη Ραμσή, Ελενα Ανδρεουλάκη, Παρασκευή Πάλλα.
  • Επαναλήψεις

Με την επανάληψη της παράστασης «Η Μέθοδος Γκρόνχολμ» του Χόρντι Γκαλθεράν, ανοίγει η φετινή αυλαία του «Θεάτρου Τέχνης - Κ. Κουν» από τις 24 Σεπτεμβρίου και για ένα μήνα περίπου, στη σκηνή του Υπογείου. Η σκηνοθεσία είναι του Διαγόρα Χρονόπουλου. Το έργο αναφέρεται στον σκληρό και απάνθρωπο τρόπο που εφαρμόζουν οι πολυεθνικές εταιρείες για την πρόσληψη των υποψήφιων στελεχών τους. Μετάφραση: Γιώργου Καραμίχου και Μαρίας Τσατσαρώνη. Σκηνικά - κοστούμια: Γιώργος Γαβαλάς. Μουσική σύνθεση: Σταύρος Γασπαράτος. Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος. Παίζουν: Γιώργος Καραμίχος, Πέτρος Λαγούτης, Χρήστος Σαπουντζής, Βίκυ Παπαδοπούλου.

«Τα 39 Σκαλοπάτια» του Τζον Μπούκαν, σε σκηνοθεσία Κωστή Τσώνου, επαναλαμβάνεται στο Θέατρο Κνωσός. Το έργο βασίζεται στο μυθιστόρημα του Τζον Μπούκαν όπως το μετέφερε στη μικρή οθόνη το 1935 ο Αλφρεντ Χίτσκοκ και το διασκεύασε θεατρικά ο Πάτρικ Μπάρλοου. Σκηνοθεσία - μετάφραση: Κωστής Τσώνος. Σκηνικά - κοστούμια: Δέσποινα Βολίδη. Μουσική Επιμέλεια: Γιάννης Μακρίδης. Παίζουν: Λάμπρος Τσάγκας, Σπύρος Σπαντίδας, Νίκη Παλικαράκι, Φώτης Κέπελης. [Ριζοσπάστης, Κυριακή 7 Σεπτέμβρη 2008]


Γιώργος Λούκος: «Γιατί όχι και το Καμπούκι στην Επίδαυρο;»


Το Ελληνικό Φεστιβάλ ολοκλήρωσε τον φετινό του κύκλο. Η Μπιενάλε Χορού της Λιόν ξεκινά σήμερα. Ωραία. Η χρονική απόσταση μεταξύ της... ελληνικής λήξης και της γαλλικής έναρξης όρισε τις φετινές διακοπές του Γιώργου Λούκου, που, ας θυμίσουμε, εκτός από πρόεδρος του Ελληνικού Φεστιβάλ είναι και καλλιτεχνικός διευθυντής του μπαλέτου της Οπερας της Λιόν. Σ' αυτό λοιπόν το σύντομο διάλειμμα, τον πετύχαμε χαλαρό κι ευδιάθετο στο γραφείο του στο Φεστιβάλ: ήδη οι φάκελοι με τις προτάσεις για την επόμενη σεζόν έφτιαχναν μεγάλες στήλες, σαν «τζένγκα» που περιμένουν να τραβήξεις ένα φάκελο, χωρίς οι υπόλοιποι να πέσουν και να σε «πλακώσουν».
Θα δούμε και τον χειμώνα μερικές από τις ελληνικές επιτυχίες του Φεστιβάλ; Ο Γιώργος Λούκος δεν το αποκλείει
Όχι ότι ο κ. Λούκος, έχοντας συμπληρώσει αισίως παρ' όλα αυτά την 3η του χρονιά στην προεδρία του Φεστιβάλ, έχει αποφύγει τις βολές ή τις διαμαρτυρίες. Ο ίδιος όμως με ταμπεραμέντο περισσότερο ευρωπαϊκό παρά μεσογειακό δεν... πλακώνεται. Είναι υπέρ των ψύχραιμων τοποθετήσεων, χωρίς να σημαίνει ότι αποφεύγει να εκφράσει ανοιχτά και καθαρά την προσωπική του άποψη. Απόδειξη, οι απαντήσεις του.
  • Ηθελα να σας ζητήσω να κάνετε έναν προσωπικό απολογισμό του φετινού Φεστιβάλ.
«Για μένα το Φεστιβάλ ήταν πολύ καλό όσον αφορά τα μουσικά και τα χορογραφικά. Τα θεατρικά δεν πήγαν καλά. Γενικά, μου άρεσαν όσα είχα επιλέξει ή δει έξω -αν και ορισμένα, όπως π.χ. η παράσταση του Μπρούερ που την είχα δει χρόνια πριν, μου άρεσε λιγότερο απ' ό,τι πίστευα. Επίσης, οι ελληνικές παραστάσεις δεν μου άρεσαν πολύ. Το ίδιο θα έλεγα και για ό,τι πίστευα ότι θα ήταν ένα ατού του Φεστιβάλ: ο συνδυασμός ξένων σκηνοθετών με Ελληνες ηθοποιούς. Δεν είμαι ευχαριστημένος με το αποτέλεσμα. Αλλά δεν μετανιώνω. Νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να το επαναλάβω, ώστε να συναντιούνται οι καλλιτέχνες και να κάνουν πράγματα.


«Οφείλω να ομολογήσω ότι οι πιο δυνατές παραστάσεις της Επιδαύρου ήταν της Πίνα Μπάους και της Ντέμπορα Γουόρνερ», λέει ο Γ. Λούκος. Στιγμιότυπο από την παράσταση της τελευταίας «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ, με πρωταγωνίστρια τη Φιόνα Σο
  • Από τα εισιτήρια είστε ικανοποιημένος;
«Φέτος πουλήσαμε 218.000. Είναι πάρα πολλά εισιτήρια. Πριν από 3-4 χρόνια ήταν 85.000. Μιλάμε συνεπώς για πραγματική αύξηση, σημαντική και για τον προϋπολογισμό μας γιατί όλα όσα βλέπετε στοιχίζουν πολλά. Κι απ' αυτά περισσότερο στοιχίζει το ελληνικό θέατρο, αφού όλες οι παραστάσεις είναι πρωτογενείς, με ηθοποιούς και συντελεστές που δεν είναι κάπου μισθωτοί. Οι παραγωγές που έρχονται από το εξωτερικό είναι ήδη έτοιμες, οπότε πληρώνει κανείς ένα ποσό στάνταρ, το εισιτήριο του θιάσου και το ξενοδοχείο».
  • Ως προς το χρέος που είχατε κληρονομήσει;
«Είναι λιγότερο, αλλά υπάρχει πάντα και γιατί μπαίνουμε μέσα και γιατί τα δύο θέατρα που φτιάξαμε στην Πειραιώς ήθελαν χρήματα για να τελειώσουν, δεν μας τα έδωσε το υπουργείο και τα βάλαμε εμείς. Ελπίζω να τα πάρουμε πίσω».
  • Είδαμε τον υπουργό να σας απονέμει εύσημα με ενθουσιασμό και αναρωτιόμασταν αν είχε να σας προσφέρει και κάτι πιο χειροπιαστό, για την Πειραιώς π.χ. που απέκτησε πολλούς μνηστήρες.
«Νομίζω ότι ο υπουργός είναι πια πεπεισμένος ότι κάτι πρέπει να κάνει μ' αυτόν τον χώρο. Βέβαια, οι ιδέες που είχαμε ως προς το Δ' Κοινοτικό Πλαίσιο δεν ισχύουν. Τα χρήματα θα διατεθούν σε περιφερειακά προγράμματα. Διατηρώ πάντως την πεποίθηση ότι σε μερικούς μήνες το θέμα θα λυθεί. Είμαι και φύσει αισιόδοξος...».
  • Η Πειραιώς παρέμεινε και φέτος ο κύριος πόλος έλξης;
«Ναι, για λόγους που είναι ευνόητοι. Είναι εμφανές, π.χ., ότι το Ηρώδειο δεν είναι ένας εύκολος χώρος ούτε για τη μουσική (διότι ακουστικά ο χώρος δεν είναι καλός) ούτε για το θέατρο (διότι αυτός ο τεράστιος τείχος είναι εξαιρετικά παρών στιλιστικά). Οπότε η Πειραιώς έγινε από μόνη της πόλος έλξης και για τους καλλιτέχνες».

«Οφείλω να ομολογήσω ότι οι πιο δυνατές παραστάσεις της Επιδαύρου ήταν της Πίνα Μπάους και της Ντέμπορα Γουόρνερ», λέει ο Γ. Λούκος. Στιγμιότυπο από την παράσταση της τελευταίας «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ, με πρωταγωνίστρια τη Φιόνα Σο
  • Το γεγονός ότι στην Επίδαυρο πήγαν καλύτερα η παράσταση της Γουόρνερ με τον Μπέκετ και η Πίνα Μπάους, σημαίνει ότι εκεί πρέπει να περιμένουμε από δω και πέρα περισσότερα θέματα πέραν του αρχαίου δράματος;
«Βεβαίως. Το ελπίζω. Πιστεύω ότι η Επίδαυρος είναι ένα θέατρο όπως όλα τα άλλα. Δεν συμφωνώ μ' αυτή την εμμονή να είναι ένα θέατρο μόνο για το αρχαίο δράμα. Είναι σαν να λέμε ότι στο Old Vic πρέπει να παίζεται μόνο Σέξπιρ. Το θέατρο από τη φύση του είναι ένας τρόπος επικοινωνίας με άλλους πολιτισμούς κι άλλες εποχές. Δηλαδή γιατί να μην παίξει εκεί το Καμπούκι;».
  • Ξαφνικά είχατε να αντιμετωπίσετε και το θέμα του Λυκαβηττού. Τι θα γίνει από δω και πέρα; Ο δήμαρχος Αθηναίων Νικήτας Κακλαμάνης δήλωσε ανοιχτά ότι θα διεκδικήσει το θέατρο.
«Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό. Ο Λυκαβηττός δεν είναι ούτε δικός μου ούτε δικός του. Επίσης, τον Λυκαβηττό δεν τον διεκδίκησα εγώ, ούτε μου τον έδωσαν ξαφνικά όταν ήρθα. Υπήρχε στο Φεστιβάλ επί δεκαετίες. Το καθεστώς του είναι βέβαια μπλεγμένο: ο περιβάλλων χώρος είναι ιδιοκτησία του δήμου, αλλά το θέατρο υπάγεται στα Τουριστικά Ακίνητα. Το εποπτεύον όργανο του Φεστιβάλ δεν είναι πια το υπουργείο Τουρισμού (από πέρυσι περάσαμε στη δικαιοδοσία του ΥΠΠΟ). Μπορεί λοιπόν το θέατρο να θέλει να το πάρει ο Τουρισμός μαζί με την πόλη της Αθήνας. Αλλά η μεταφορά θα γινόταν πολύ απλούστερα αν ήμασταν στο εξωτερικό. Δεν χρειαζόταν να στέλνουν χαρτιά, να κλείνουν το θέατρο και να κάνουν όλα αυτά που ήταν εξαιρετικά θεατρικά μεν, αλλά κι ένα πολύ κακό είδος θεάτρου».
  • Εσάς ως χώρος για τη φιλοξενία εκδηλώσεων έχει πάψει να σας ενδιαφέρει;
«Επαψε γιατί αναπτύχθηκε εξαιρετικά γρήγορα η Πειραιώς. Γι' αυτό χρησιμοποιήσαμε τον Λυκαβηττό για να τον ενοικιάζουμε. Πλην όμως πιστεύω ότι θα μπορούσαν να γίνουν πολλά πράγματα εκεί. Ακόμα και Αριστοφάνης. Και θα πρέπει, τέλος πάντων, το Φεστιβάλ να συνεργάζεται και με τον Τουρισμό και με την πόλη».
  • Γίνατε πάντως σημείο αναφοράς. Ακόμα και ο κ. Κακλαμάνης τις επιλογές σας υπαινισσόταν όταν, παρουσιάζοντας τις εκδηλώσεις στο Αττικό Αλσος, έλεγε με νόημα: «Εμείς επιμένουμε ελληνικά».
«Όλο αυτό είναι ένα παράδοξο. Το θλιβερό προνόμιο μιας χώρας που σαμποτάρει τον εαυτό της. Κανείς δεν θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ στο Εδιμβούργο ή στην Αβινιόν ο δήμαρχος να διοργανώνει ένα άλλο φεστιβάλ. Εκεί θα γελούσε και το παρδαλό κατσίκι. Εδώ θεωρείται αυτονόητο. Αλλά αυτά είναι τα ελληνικά που θυμίζουν λίγο Οθωμανική Αυτοκρατορία».
  • Το καθεστώς των παραχωρήσεων συνεχίζεται...
«Εγώ είμαι τελείως αντίθετος σ' αυτό. Το 'χω ξαναπεί: τα μνημεία της εθνικής κληρονομιάς δεν νοικιάζονται. Οπως δεν νοικιάζονται οι Θέρμες του Καρακάλα, η Αρένα της Βερόνας ή το Παλάτι των Παπών στην Αβινιόν. Χρησιμοποιούνται για πολιτιστικούς λόγους από το Δημόσιο και τέλος. Θα 'πρεπε κι εδώ να 'χει ένας υπουργός τη δύναμη να το αποφασίσει, χωρίς να φοβηθεί τις πιέσεις των διαφόρων κι όλων των δήθεν φιλανθρωπικών συλλόγων. Διάβασα προχθές τη λίστα των εκδηλώσεων στο Ηρώδειο για τον Σεπτέμβριο. Μα τόση φιλανθρωπία πια σ' αυτόν τον τόπο;».
  • Κάποιοι σάς αποδίδουν μια στάση σνομπ απέναντι στο ελληνικό καλλιτεχνικό στοιχείο (όχι τόσο ως προς τις επιλογές όσο ως προς τη διάθεση).
«Δεν ξέρω πώς μπορούν να λένε ότι υποτιμώ ή ότι δεν με ενδιαφέρει το ελληνικό θέατρο όταν για πρώτη φορά, άνθρωποι που δεν σκέφτονταν καν να πλησιάσουν το Ελληνικό Φεστιβάλ (όπως π.χ. η Αντζελα Μπρούσκου που πήγε στην Επίδαυρο ή νέα παιδιά όπως ο Κουρτάκης κι ο Λυγίζος ή νέοι χορογράφοι) εμφανίζονται σ' αυτό. Ίσως να παραπονιέται το establishment του ελληνικού θεάτρου, όσοι δηλαδή πίστευαν ότι η Επίδαυρος είναι μόνο γι' αυτούς. Αλλά και μ' αυτούς τα ξαναβρήκα. Για παράδειγμα τα 'χα χαλάσει με τον φίλο μου τον Σπύρο Ευαγγελάτο, τώρα όμως τα ξαναβρήκαμε. Δεν έχω πρόβλημα με κανέναν. Αλλά είμαστε και μια χώρα εξαιρετικά παραγωγική καλλιτεχνικά. Ορίστε: έχουμε ήδη 200 προτάσεις για του χρόνου. Είναι δυνατόν να συμπεριληφθούν όλοι;».
  • Ενδεικτικά έχετε στο μυαλό σας ονόματα και παραγωγές για του χρόνου;
«Βεβαίως, αλλά δεν θα σας τα πω». *
«Δεν είναι τυχαίο ότι γιουχάρονται οι ξένοι»
  • Υπήρξαν στιγμές που να είπατε «Οχ αδελφέ, Θα σηκωθώ να φύγω»;
«Αυτό δεν το λες, το κάνεις. Αλλά, όχι, δεν το σκέφτηκα. Τα προβλήματα είναι μέσα στον ρόλο μου. Δεν μπορεί να είναι όλα ρόδινα. Ακόμα κι αυτό που σόκαρε τόσο πολύ, το γιουχάισμα της "Μήδειας", εμένα δεν με σόκαρε τόσο. Όταν κάνει κάποιος καινούργιες παραγωγές, δεν υπάρχει καμιά εγγύηση ότι θα βγουν άψογες. Κι ύστερα παραστάσεις που είχαν γιουχαϊστεί στην αρχή, αποδείχτηκαν εκ των υστέρων σημεία αναφοράς. Έτσι δεν είχε γίνει π.χ. με την "Κάρμεν" του Μπιζέ; Μ' ενόχλησε όμως η υπερβολική αντίδραση, ότι ξαφνικά οχλοποιήθηκε το κοινό και άρχισε να συμπεριφέρεται σαν κοινό ποδοσφαίρου. Μ' αυτό διαφωνώ. Αν σε κάποιον δεν αρέσει μια παράσταση, μπορεί να σηκωθεί και να φύγει. Βέβαια διάβασα ότι και στην Αρχαιότητα όταν κάτι δεν τους άρεσε πετούσαν στη σκηνή διάφορα. Ο καθένας λέει τη γνώμη του κι όλοι μαζί έχουμε μια τάση στην εύκολη λογοτεχνία».
  • Εγώ παρακολούθησα και στην Πειραιώς παραστάσεις που δίχασαν το κοινό: στο τέλος κάποιοι γιουχάιζαν, άλλοι χειροκροτούσαν.
«Έχω την εντύπωση ότι το "ου" δεν είναι το ίδιο στην Πειραιώς και στην Επίδαυρο. Δεν ξέρω αν ο χώρος δίνει διαφορετικό ύφος στην αποδοκιμασία αλλά, μολονότι μου το έγραψε και ο κ. Αγγελικόπουλος στην "Καθημερινή", "δεν είναι εθνικιστικό αυτό, κύριε Λούκο", εγώ πιστεύω ότι δεν είναι τυχαίο πως όλοι όσοι γιουχάρονται είναι ξένοι: ο Στούρουα, ο Λάνγκχοφ, ο Βασίλιεφ. Ενώ έχω δει και πολλές ελληνικές παραστάσεις που τους άξιζε γιουχάισμα, αλλά ουδείς γιουχάισε. Κάτι υπάρχει πίσω απ' όλα αυτά. Ας πούμε, και σε μια σκηνή της Μπρούσκου ακούστηκε ένα "όχι τσιγάρο στην Επίδαυρο". Αυτό το "στην Επίδαυρο", στον ιερό μας χώρο μας δηλαδή, το βρίσκω τελείως ανόητο. Δεν νομίζω ότι το θέατρο της Επιδαύρου είναι ιερότερο απ' οποιοδήποτε άλλο θέατρο. Άλλο η Επίδαυρος ως αρχαιολογικός χώρος κι άλλο η εμμονή με το ένδοξο παρελθόν».
  • Είναι θέμα «εθνικισμού» και καχυποψίας προς τους ξένους ή μιας δυσανεξίας στην πειραματική αντιμετώπιση του αρχαίου δράματος; Διότι εγώ μπορώ να θυμηθώ περιπτώσεις που αποδοκιμάστηκαν Ελληνες σε ρηξικέλευθες προσεγγίσεις.
«Κι εγώ δεν θέλω να πιστεύω ότι η αντίδραση είναι για τους ξένους. Θα με ενοχλούσε πολύ αν ίσχυε κάτι τέτοιο. Το "εθνικισμός" το είπα αναφερόμενος κυρίως στην αντιμετώπιση του χώρου, λες και η πρωτοπορία πρέπει να πάει αλλού. Όλα τα θέατρα είναι εξίσου σεβαστά και σ' όλα μπορεί να δοκιμάσει κανείς και πρωτοπορία. Αυτή τη σύγχυση μεταξύ του αρχαιολογικού χώρου, του παρελθόντος και του θεατρικού αποτελέσματος, αυτή θεωρώ εθνικισμό».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 2 - 06/09/2008

Ευτυχώς... ακόμη μας ταρακουνά


Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ, Ελευθεροτυπία / 2 - 06/09/2008

Τρίτη χρονιά για το ελληνικό Φεστιβάλ με διευθυντή τον Γιώργο Λούκο και ο απολογισμός αποδεικνύεται αυτή τη φορά περισσότερο περίπλοκος. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Φεστιβάλ διατηρεί ακόμα την ικανότητα να ταρακουνά, να απογοητεύει και να εξοργίζει. Και είναι αλήθεια πως είτε συμφωνούμε είτε διαφωνούμε με τις επιλογές ή τη διάρκειά του, δεν μπορούμε να ζούμε πια, παρά σχολιάζοντάς το.
Ακόμα και όταν, όπως φέτος, τα σχόλια μοιάζουν επιφυλακτικά. Πρώτον, κατά γενική ομολογία το θέατρο, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, υστέρησε, ιδιαίτερα όσον αφορά την ελληνική συμμετοχή. Ύστερα, η ελευθεριότητα, που ξεδιπλώνεται στα φεστιβαλικά θέατρα κάθε καλοκαίρι, φαίνεται πως άρχισε να γίνεται αναμενόμενη και να κουράζει. Η τακτική επαφή με τους ξένους θιάσους (που κάποτε ακούγονταν σαν μακρινές χώρες) έφερε την εξοικείωση και η αμηχανία έδωσε τη θέση της στην αμφισβήτηση. Τέλος, είχαμε βέβαια φέτος τα σοβαρά επεισόδια της Επιδαύρου. Εδειξαν με τον πλέον άμεσο τρόπο πως η Επίδαυρος παραμένει μια ισχυρή ιδέα πολιτιστικής συγκρότησης, που εκτείνεται σε ένα πλατύ φάσμα προσδοκιών, από την προγονοπληξία μέχρι την εθνική ταυτότητα και την τουριστική εκμετάλλευση.
«Krum» από τον «μεγάλο σκηνοθέτη του ευρωπαϊκού μέλλοντος» Κριστόφ Βαρλικόφσκι
  • Οι ελληνικές συμμετοχές
Είναι αλήθεια πως στο σύνολό τους οι ελληνικές παραστάσεις περιορίστηκαν σε σποραδικές και απροσδιόριστες υποσχέσεις. Ας συγκρατήσουμε όμως τα συμπεράσματά μας· το ελληνικό θέατρο καλείται να δράσει σε ένα διεθνές περιβάλλον και να συγκριθεί με την αφρόκρεμα του παγκόσμιου θεάτρου.
Διόλου τυχαία η παράσταση που διακρίθηκε ήταν το αουτσάιντερ «Αυτός που λέει ναι, Αυτός που λέει όχι» από το θίασο των «18 Μποφόρ» και την Ολια Λαζαρίδου. Μια σεμνή πρόταση που χρησιμοποιούσε το μπρεχτικό παραμύθι για να αναπτύξει τη διαλεκτική διαδικασία αυτογνωσίας και αυτοκάθαρσης.
Σε αντίθεση με αυτή, παραστάσεις όπως ο «Ουρανός κατακόκκινος» της Λούλας Αναγνωστάκη από τον Νίκο Χατζόπουλο, το «Μη με λες Φωφώ» του Βασίλη Αλεξάκη, ακόμα και η «Μασκαράτα» του Λέρμοντοφ από τον Στάθη Λιβαθινό (δεν ξεπερνά την καθιερωμένη υφολογία του σκηνοθέτη) έμοιαζαν να αναζητούν λόγους για τη θερινή τους παρουσία. Περιπλανώμενο, αντίθετα, στην Αθήνα το «Εδώ» του Γκαζμέντ Καπλάνι και του Γιώργου Νανούρη, προσδιόριζε με σαφήνεια τους στόχους του στην αποκάλυψη του κρυμμένου προσώπου της πόλης.
Η προσοχή στράφηκε, όπως ήταν επόμενο, στους νεότερους, στον Εκτορα Λυγίζο και τον Δημήτρη Κουρτάκη. Διφορούμενα τα μηνύματα: οι «Βρικόλακες» του πρώτου χάθηκαν στην αμετροέπεια. Το «Καφενείο», από την άλλη, του Κουρτάκη προδίδει ενοχλητικά τις επιρροές του, προτείνει όμως για αντάλλαγμα το άνοιγμα της ιθαγενούς ερμηνευτικής σε νέες κατευθύνσεις.

Το αουτσάιντερ που -δικαίως- διακρίθηκε: «Αυτός που λέει ναι, Αυτός που λέει όχι» από τον θίασο «18 Μποφόρ» σε σκηνοθεσία Ολιας Λαζαρίδου
Ανάμεσα στις παραστάσεις αυτές, οι «Βάκχες» του Θωμά Μοσχόπουλου, πολύ πέρα από μια «πρώτη ανάγνωση», έδιναν την αίσθηση του θορυβώδους εγχειρήματος χωρίς σαφή άποψη για τη συγκεκριμένη τραγωδία.

Στην Πειραιώς, ο Γιάννης Χουβαρδάς εκπλήρωσε την υπόσχεσή του στον διευθυντή του Φεστιβάλ ανεβάζοντας τις «Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης» του Χόρβατ. Εργο ιδιοφυές και ανοικονόμητο. Η παράσταση έδωσε μια ενδιαφέρουσα τοιχογραφία του προπολεμικού τοπίου, οι αναφορές όμως στα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα λειτουργούσαν αδύναμα κάτω από τη σκηνογραφία του.

Το νέο ελληνικό θέατρο όμως είχε τη δυνατότητα να αναμετρηθεί και με δύο παλιότερες παραστάσεις: τους ιστορικούς «Ορνιθες» του Θεάτρου Τέχνης και τον ανανεωμένο «Πλούτο» από τον ΘΟΚ. Δεν χρειάζονται ασφαλώς σχόλια για την αξία ειδικά της πρώτης παράστασης. Στο θέατρο του Ηρωδείου όμως ο νεωτερισμός τους έμοιαζε με σκονισμένο κύπελλο σε ψηλή προθήκη.
  • Οι ξένες συμμετοχές
Ως εκπρόσωπος της εκκωφαντικής πρωτοπορίας έφτασε για δεύτερη φορά στην Αθήνα το Wooster Group, με έναν «Αμλετ» βυθισμένο στη διπλή θεατρικότητα της σκηνής και του κινηματογραφικού φακού. Τα συμπλέγματα της αμερικανικής σκηνής και η αυτο-ψυχανάλυσή της... Τι ιδέα όμως και αυτή, ενός ειδώλου να μιμείται το άλλο, σε μια συνεχή παράθλαση...

Η πανηγυριώτικη εκδοχή της «Μήδειας» του Βασίλιεφ προκάλεσε το μένος του κοίλου, ειδικά καθώς έβλεπε να πρωταγωνιστεί στην ιεροσυλία η ίδια η ιέρεια, Λυδία Κονιόρδου
Η παρέλαση της αμερικανικής αβανγκάρντ σκηνής συνεχίστηκε με το «Κουκλόσπιτο» και το «Γκόσπελ στον Κολωνό» του Λι Μπρούερ. Καθαρές γραμμές και έμπνευση, πολιτική και ψυχανάλυση. Αμερικανικά πράγματα και αυτά, χαριτωμένα και όχι και τόσο αφελή. Σε εντελώς άλλο κλίμα ο Ζαν Κριστόφ Σάις ανέβασε την «Ανδρομάχη». Η παράσταση διέθετε λεπτότητα, μέτρο και χάρη αντάξια του Ρακίνα μάλλον, παρά του Ευριπίδη. Προσέθετε και μια πολιτικώς ορθή άποψη για τη σχέση των πολιτισμών, άσχετη με το νόημα του έργου.
Για δεύτερη χρονιά ο Τόμας Οστερμάιερ έδειξε το διπλό πρόσωπο της τέχνης του. Ελεγχόμενα εικονοκλάστης στη «Λυσσασμένη γάτα» του Τενεσί Ουίλιαμς, βαθιά ανατρεπτικός στον «Αμλετ». Η πρώτη παράσταση έβγαζε μια ατμόσφαιρα διάλυσης που σε άλλους άρεσε και σε άλλους όχι. Η δεύτερη όμως ήταν αναμφίβολα ένα άλμα του σκηνοθέτη, μια επικίνδυνη ακροβασία ανάμεσα στην ερώτηση «να ζει κανείς ή να μη ζει» και την απάντηση πως «όλα τα άλλα είναι σιωπή». Και μια παρατήρηση: Ο Αμλετ αυτός δεν είναι, προσπαθεί να γίνει «μπούλης».
Τέλος, ο Κριστόφ Βαρλικόφκσι με το «Krum». Εδώ έχουμε τον απόλυτο σκηνοθέτη και το κλίμα που δημιουργεί από το σχεδόν τίποτα. Τρεισήμισι ώρες κατάδυσης στο περιβάλλον της νωθρότητας· έκρηξη ή διέξοδος πουθενά. Ενας μεγάλος σκηνοθέτης του μέλλοντος, ζωντανά, μπροστά μας.
  • Ελληνες και ξένοι
Η προσπάθεια επικοινωνίας του ντόπιου δυναμικού με τους ξένους καλλιτέχνες -κάτι που συνειδητά καλλιεργεί το Φεστιβάλ- κατέληξε και σε συνεργασίες. Στο «Κουαρτέτο» της Ρενάτε Τζετ, στο «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Γκραουζίνις και στον σαφώς αξιολογότερο «Φιλοκτήτη» του Λάνγχκοφ, είδαμε Ελληνες ηθοποιούς να ακολουθούν τις διδασκαλίες ξένων σκηνοθετών... Παραπαίοντας να ακολουθούν, αλλά κάτι είναι και αυτό...
Είναι φανερό ότι πρόκειται για προσπάθειες που χάνουν στη μετάφραση ένα μέρος της δυναμικής τους. Δεν πειράζει· ακόμα και έτσι, ο διάλογος με τους φορείς μιας διαφορετικής ιθαγένειας δεν πρέπει να σταματήσει. Παραμένει ζητούμενο του θεάτρου μας να κλείσουν τα κλιματιστικά και να ανοίξουν τα παράθυρα να μπει φρέσκος αέρας.
  • Μια χαμένη ευκαιρία
Για να είμαστε ειλικρινείς, το ελληνικό Φεστιβάλ έχασε με τον Βασίλιεφ μια μεγάλη ευκαιρία. Αυτό που χάρισε ο «Αμλετ» του Οστερμάιερ -μια πρεμιέρα παγκόσμιας προβολής- μπορούσε να προσφέρει πολλαπλάσιο το πρόσωπο του Ρώσου σκηνοθέτη. Πρόσφατα μια καλή φίλη μού έλεγε πόσο κολακευμένη ένιωσε ακούγοντας στα πηγαδάκια της Αβινιόν τους θεατρόφιλους να σχολιάζουν την πρώτη παρουσίαση του «γκουρού» στο αρχαίο δράμα και την Επίδαυρο. Το έχουμε πει και άλλοτε: το σημείο στο οποίο κρίνονται τα φεστιβάλ είναι οι πρεμιέρες, το πού επιλέγει κάποιος σκηνοθέτης να παρουσιάσει την πρόσφατη δουλειά του. Τα άλλα είναι αγορασμένες παραστάσεις, σημαντικές αλλά μεταχειρισμένες. Εχουν και αυτές την αξία τους, αφορούν όμως περισσότερο τη διδακτική εξοικείωση του κοινού και τον φάκελο του καλλιτέχνη.
Η συνεργασία του σκηνοθέτη με το ΔΗΠΕΘΕ Πατρών ήταν μια σωστή καλλιτεχνικά απόφαση, όπως και η παρουσίαση της «Μήδειας» στο Φεστιβάλ. Η παρουσίαση στην Επίδαυρο ήταν λάθος. *
Επίδαυρος
Λίγοι πρόσεξαν πως υπήρχε στο πρόγραμμα της Επιδαύρου μια ενδιαφέρουσα συγκυρία. Με μόνη εξαίρεση τον Σπύρο Ευαγγελάτο, οι υπόλοιποι σκηνοθέτες προσέγγιζαν για πρώτη φορά τον αρχαίο χώρο ή το αρχαίο δράμα. Δεν είναι παράξενο λοιπόν που κυριάρχησαν οι ακροβασίες και η υπερβολή του πρωτάρη. Εκεί, νομίζω, πρέπει να αποδοθεί και η γλουτοκτόνος διάρκεια των παραστάσεων.

Ο Σπύρος Ευαγγελάτος με τις «Φοίνισσες» συμφιλιώθηκε με το Φεστιβάλ βγάζοντας τη γενιά του ασπροπρόσωπη. (Στη φωτ. η Ιοκάστη της Αντιγόνης Βαλάκου)
Το Κρατικό Θέατρο ζήτησε από τον Σκοπιανό σκηνοθέτη Σλόμπονταν Ουνκόφκσι να χρησιμοποιήσει τη σκηνή του για να ανεβάσει τον «Ορέστη». Ωραία, λαρζ κίνηση... Και ας είχε κενά η παράσταση, και ας υψωνόταν σε υπερβολικές κλίμακες, το ενδιαφέρον μας έμενε προσηλωμένο στη συμφιλίωση του τέλους.
Η Ρούλα Πατεράκη αξιώθηκε να σκηνοθετήσει έναν διπλό Οιδίποδα με το Εθνικό. Τον ανέβασε στην αντίστροφη πορεία του ήρωα από τον Κολωνό προς τη Θήβα. Οργανωμένη και σαφής άποψη για τον χώρο, ευρήματα όμως που φόρτωσαν την παράσταση και μια τεχνική από τους νέους που θα έκανε την Ασπασία Παπαθανασίου να φρίξει. Τιτάνιο το έργο του Μιχαήλ Μαρμαρινού στον διπλό ρόλο.
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η προσέγγιση του Θόδωρου Τερζόπουλου. Στον πυρακτωμένο «Αίαντα» στη Μικρή Επίδαυρο, η ενέργεια των ηθοποιών συμπυκνώνεται στη νύξη και το τραγικό αποκρυσταλλώνεται στο μοιραίο.
Η επιστροφή του Σπύρου Ευαγγελάτου στην Επίδαυρο με τις «Φοίνισσες» είχε τον χαρακτήρα της συμφιλίωσης του Φεστιβάλ με τις καλλιτεχνικές δυνάμεις του τόπου. Το χαρήκαμε λοιπόν ιδιαίτερα. Και ο σκηνοθέτης, από τη μεριά του, έβγαλε τη γενιά του ασπροπρόσωπη. Δίδαξε μια ώριμη παράσταση χωρίς τυμπανοκρουσίες, με καλές ερμηνείες, στόχευση και αποτέλεσμα.
Διόλου τυχαία αφήσαμε για το τέλος τις παραστάσεις που προκάλεσαν το μεγαλύτερο θόρυβο. Οι «Βατρα-Χ» του Εθνικού από τον Δημήτρη Λιγνάδη, η «Μήδεια» του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας από τον Ανατόλι Βασίλιεφ, αλλά και ο «Αγαμέμνων» της Αντζελας Μπρούσκου συνέβαλαν από κοινού στο να θυμόμαστε τη φετινή χρονιά σαν τότε που η Επίδαυρος απέκτησε εξώστη. Η παράσταση πίστας που οργάνωσε με κέφι και θράσος ο Λιγνάδης συνάντησε βέβαια την ανταπόκριση του κοινού αλλά και την επίθεση της κριτικής. Η πανηγυριώτικη εκδοχή της «Μήδειας» προκάλεσε το μένος του κοίλου, ειδικά καθώς έβλεπε να πρωταγωνιστεί στην ιεροσυλία η ίδια η ιέρεια, η Λυδία Κονιόρδου.
Ο «Αγαμέμνων», τέλος, της Μπρούσκου είχε την πιο άδικη αντιμετώπιση. Παρά τα προβλήματα, διέθετε σαφή άποψη για την αισχύλεια τραγωδία. Και αν έμοιαζε στενή και πεζή δεν πειράζει. Το αντίθετο θα έπρεπε να μας προβληματίσει, αν η σκηνοθέτις μιλούσε για τα μεγάλα και τα υψηλά από τώρα...
  • Το μέλλον της Επιδαύρου
Ας μη λησμονηθεί η δεύτερη φορά που ο Μπέκετ εγκαταστάθηκε στην Επίδαυρο με τις «Ευτυχισμένες μέρες» της Φιόνα Σο. Και ας σημειωθεί μια μεγάλη στιγμή στην ιστορία της Αργολίδας: Η Πίνα Μπάους υποκλίνεται στην ορχήστρα της μπροστά σε ένα κατάμεστο θέατρο που την αποθεώνει... Το αρχαίο θέατρο τυλίγει σαν χιτώνας τη μορφή της χορογράφου και δίνει στην αξία της κλασικό μέγεθος...
Από εδώ ξεκινάει το μέγα ερώτημα που σχετίζεται με το μέλλον της Επιδαύρου. Κανείς ασφαλώς δεν έχει αντίρρηση να παρουσιάζεται εκεί μια «μεγάλη παράσταση», είτε αυτή έχει να κάνει με το αρχαίο δράμα, τον Μπέκετ ή την Μπάους. Το ερώτημα γίνεται πιο ενδιαφέρον όταν τίθεται ανάποδα: Μπορεί μια σύγχρονη παράσταση να βγει κερδισμένη από την Επίδαυρο; Και πόσο είναι τελικά θεμιτό να παρουσιάζεται ένας ακραίος πειραματισμός με όλες τις αντιφάσεις του ενώπιον δέκα χιλιάδων απροετοίμαστων θεατών; Χωρίς αμφιβολία το ζήτημα της Επιδαύρου είναι ζήτημα διαχείρισης ενός σπάνιου πολιτιστικού αγαθού το οποίο πρέπει κάποια στιγμή να αποτελέσει αντικείμενο μιας ανοιχτής συζήτησης.

Θα ντυθεί Ιοκάστη τον χειμώνα η Σοφία Φιλιππίδου για ένα γεύμα στο θέατρο «Χορν»

«Το κακό είναι να είσαι εύκολη»


Γράφει ο Γιώργος Δ. Κ. Σαρηγιάννης, ΤΑ ΝΕΑ: Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2008


Σοφία Φιλιππίδου: «Αγάπησα το θέατρο πάρα πολύ  επειδή η πρώτη του σύμβαση είναι πως στη σκηνή  δεν μιλάνε όλοι μαζί εκτός κι αν πρόκειται για  Χορό. Αυτό είναι το πιο γοητευτικό του στοιχείο για  μένα. Δεν αντέχω όταν οι άνθρωποι, προσπαθώντας  να επικοινωνήσουν, μιλάνε όλοι μαζί, χωρίς να   ακούει κανείς κανέναν»

Η ΣΟΦΙΑ ΦΙΛΙΠΠΙΔΟΥ ΕΠΑΝΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΟ ΣΑΝΙΔΙ ΩΣ ΙΟΚΑΣΤΗ- ΟΧΙ ΤΟΥ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΑΛΛΑ ΤΟΥ ΑΚΗ ΔΗΜΟΥ...- ΜΕ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ ΤΟΝ ΣΤΑΜΑΤΗ ΦΑΣΟΥΛΗ
Καταπληκτική ηθοποιός. Φοβερή κωμικός- ένας κλόουν. Και όμως τα τελευταία χρόνια η Σοφία Φιλιππίδου κάνει θέατρο ανά διετία. Ίσως γιατί έχει γίνει επιλεκτική. Ίσως γιατί αποφεύγει να παίξει- και το έχει δείξει στους ενδιαφερόμενους- στις σαβούρες που πλασάρονται για κωμωδίες. Ίσως γιατί δεν ξέρει να παίζει το «διπλωματικό παιχνίδι» καλά...

Φέτος όμως της έφεξε. Ένας σύγχρονος Έλληνας συγγραφέας, ο Άκης Δήμου έγραψε μία εξαιρετική κωμωδία- μία κοινωνική σάτιρα με φαρσικά στοιχεία που απογειώνεται στον υπερρεαλισμό. Ένα κείμενο που δεν είναι χυδαίο και φτηνιάρικο. Και που είναι αστείο. Αβίαστα αστείο: «Απόψε τρώμε στης Ιοκάστης». Το έργο ανέβηκε την περασμένη σεζόν από τον Γιάννη Μόσχο στη Θεσσαλονίκη, στην Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης», με την Έφη Σταμούλη στον βασικό ρόλο, και ευτύχησε από κάθε άποψη- θα επαναληφθεί και φέτος. Τύχη αγαθή έφτασε και στην Αθήνα, στα χέρια του αρμοδιότατου περί το θέμα «κωμωδία» Σταμάτη Φασουλή, που το ανεβάζει. Με Ιοκάστη- ουδεμία σχέση με τη συνώνυμη ηρωίδα του «Οιδίποδος τυράννου»...- τη Σοφία Φιλιππίδου. Σε ένα ρόλο φευγάτο, θεότρελο, σπαρταριστό, που λες και γράφτηκε πάνω της.
  • Γιατί αυτή η «περιοδική» απασχόληση με το θέατρο;
«Δεν είμαι μακριά από το θέατρο. Κι ας μην παίζω. Κάνω σεμινάρια, υπάρχουν ερασιτεχνικές ομάδες που δουλεύω μαζί τους και ανεβάζουμε παραστάσεις "χειροποίητες"... Είναι κι αυτός ένας τρόπος διαφυγής. Έτσι έχω διασωθεί...». Γελάει. «Η ερώτηση βέβαια ήταν "γιατί;". Γιατί δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις και γιατί δεν υπάρχουν οι καλές προτάσεις. Δεν έχω επίσης "προσβάσεις". Και δεν ξέρω να τις έχω. Έχω ένα προσωπικό επικοινωνιακό πρόβλημα με τους ανθρώπους που έχουν πόστα στο θέατρο. Όσο για τις προϋποθέσεις δεν θέλω απλώς να περνάμε καλά με την έννοια του κεφιού και του γλεντιού. Θέλω να δημιουργώ μέσα σε ένα περιβάλλον τέχνης. Τώρα υπάρχουν οι προϋποθέσεις αυτές. Ξαναβρήκα τη χαρά μου».
  • Εξαιτίας των επιλογών σας έχετε βγάλει τη φήμη της δύσκολης...
«Δεν είναι και κακό όμως αυτό το "δύσκολη"». Γελάει κάτω από το φουντωτό μαλλί με νόημα- πονηρά.

«Και από ερωτική άποψη, όταν λέμε "αυτή είναι δύσκολη" δεν είναι για κακό... Το "εύκολη" είναι. Το αποδέχομαι λοιπόν το "δύσκολη". Ας πούμε πως είμαι δύσκολη. Δεν είμαι όμως δύσκολη στις μεγάλες και ωραίες και καλές προτάσεις. Τα εύκολα είναι που αποπέμπω».
  • Η τακτική αυτή δεν σας οδηγεί όμως στην απομόνωση;
«Έχω κάνει πάνω από εννιά παραστάσεις με φοιτητές και ερασιτέχνες. Όσο έρχομαι σε επαφή με τα κείμενα και τη θεατρική πράξη, όσο γυρίζω "γύρω από τη φωτιά", δεν παύω να "καίγομαι". Δεν σταμάτησα να δίνω ενέργεια στο χώρο του θεάτρου. Γι΄ αυτό και ποτέ δεν φοβήθηκα ότι θα απομονωθώ από το θέατρο. Μπορεί να απομονωθώ από το μεγάλο κοινό που φτιάχνει τις μεγάλες πρωταγωνίστριες. Ε, δεν πειράζει. Αν δεν μπορώ να γίνω μεγάλη πρωταγωνίστρια ας μείνω μία απλή καλλιτέχνις...». Γελάει.
  • Μπορείτε να βγαίνετε από τον εαυτό σας και να τον βλέπετε κριτικά,να γελάτε μαζί του;
«Αυτό- ιδίωμα, χάρισμα να το πω;- είναι γνωστό: η ανατρεπτική μου διάθεση, ο αυτοσαρκασμός... Που τα έχω και στη σκηνή. Αν δεν έχω μπορέσει επικοινωνιακά να περάσω τίποτα άλλο, αυτό τουλάχιστον το έχω περάσει. Το έχω κλείσει το μάτι... Δεν γίνεται αλλιώς. Δεν γίνεται να κοιτάξω βαθιά μέσα μου και να μην τρομάξω. Και για να μην τρομάξω πρέπει να κάνω αυτές τις μικρές ανατροπές. Είναι μία καλή βαλβίδα αποσυμπίεσης. Ειδεμή θα ήμουν διαρκώς αντιμέτωπη με το φόβο».
Σκεφτήκατε να σκηνοθετήσετε και επαγγελματικά;
«Γιατί όχι. Ξέρω πια να φτιάχνω μία παράσταση όπως και μία καλή σπανακόπιτα (σ.σ.: Και φανουρόπιτα! Τη δοκίμασα και βρήκα τη Φιλιππίδου μαγείρισσα ισάξια με την επί σκηνής Φιλιππίδου). Δεν θέλω όμως να βγω ως ένας άρρωστος που ζητάει θεραπεία μέσω της σκηνοθεσίας. Θέλω να το κάνω με γνώση και αγάπη με κάποιους ανθρώπους που θα με εμπιστευτούν».
info: «Απόψε τρώμε στης Ιοκάστης» του Άκη Δήμου: από τον Οκτώβριο στο θέατρο «Δημήτρης Χορν» (Αμερικής 10, τηλ. 210-3612.500).

Περιμένοντας με ένταση το μιούζικαλ των 10 Οσκαρ

Το West Side Story στο θέατρο Badminton
Σαντυ Τσαντακη, Η Καθημερινή, Σάββατο, 6 Σεπτεμβρίου 2008

Μυρωδιά κινδύνου. Ενταση στο σανίδι. Δραματικότητα και μελωδικότητα. Χορευτές που είναι και τραγουδιστές και ηθοποιοί. Από την Τετάρτη (και μέχρι τις 29 του μηνός) θα μπορούμε να δούμε ζωντανά τη θεατρική εκδοχή ενός κλασικού και αγαπημένου μιούζικαλ. West Side Story, 50 χρόνια μετά, στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας περιοδείας που κάνει στάση και στην Αθήνα, στο θέατρο Badminton.

Kι επειδή μας αρέσουν τα μιούζικαλ (και ξέρουμε το σάουντρακ απέξω) θα είμαστε εκεί. Για να θυμηθούμε τι γίνεται όταν ένας χορογράφος όπως ο Τζερόμ Ρόμπινς συναντά έναν συνθέτη όπως ο Λέοναρντ Μπέρνσταϊν. Οταν ο Αρθουρ Λόρεντς γράφει το σενάριο και ο Στίβεν Σόντχαϊμ τους στίχους. Δεν αποσπάς εύκολα 10 Οσκαρ(!), ούτε σε βλέπουν εκατομμύρια θεατές παγκοσμίως, ακόμη και δεκαετίες μετά.

Ραντεβού λοιπόν με τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα στη δυτική πλευρά του Μανχάταν, με τις συμμορίες Πολωνών και Πορτορικάνων μεταναστών. Για να ακούσουμε ζωντανά τραγούδια όπως το Tonight, το Maria, το America, το Something’s coming, το I feel pretty και το Somewhere. Η ίδια ακριβώς παράσταση (που διαρκεί περίπου δυόμισι ώρες) έχει φιλοξενηθεί μέχρι σήμερα στην Απω Ανατολή, στο Παρίσι, στη Ζυρίχη, στο Ντίσελντορφ, στο Λονδίνο...

Oλοι έχουμε δει την ταινία, οι περισσότεροι έχουμε δει και τη μεταφορά της στο θέατρο σε κάποιο ταξίδι μας. Αλλά είναι από τα έργα που μπορείς να βλέπεις ξανά και ξανά. Στην επίσημη ιστοσελίδα μάλιστα, το www.westsidestory.com, θελήσαμε να μάθουμε και ειδήσεις... Τι θα γίνει μετά την επέτειο των 50 χρόνων. Τον Οκτώβριο λοιπόν θα πραγματοποιηθεί οντισιόν για την καινούργια παραγωγή του Νew Broadway. Αναζητούνται ερμηνευτές για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους της Μαρίας και του Τόνι. «Θα πρέπει να μοιάζουν τινέιτζερ, αλλά θα πρέπει να έχουν κλείσει τα 16 τους χρόνια τον Οκτώβριο του 2008», διαβάζουμε στη σχετική ανακοίνωση. «Φέρτε μαζί σας ένα παραδοσιακό τραγούδι του Μπρόντγουεϊ για να το τραγουδήσετε. Μαζί με την παρτιτούρα. Εμείς θα το δακτυλογραφήσουμε και θα σας το δείχνουμε για να θυμάστε τα λόγια...» Για την ώρα εμείς θα αναζητήσουμε όλα τα σχετικά μεμοραμπίλια, θα ξεσκονίσουμε τα λόγια και θα προετοιμαστούμε ψυχολογικά για τη δική μας... ακρόαση. Στο μπάνιο ή στο... Βadminton.

Διαλέξτε... δραματική σχολή

Τη Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου θα πραγματοποιηθούν οι εισαγωγικές εξετάσεις για την επιλογή των μαθητών του α΄ έτους της Δραματικής Σχολής «Εμπρός- Θέατρο Εργαστήριο». Οι υποψήφιοι πρέπει να απευθύνονται στη γραμματεία καθημερινά (10.00-15.00) και στα τηλέφωνα 210 3252.676 και 6936 813.231-2-3 για να καταθέσουν αίτηση με φωτογραφία, καθώς και στην ιστοσελίδα www.empros-ergastirion.gr. Για την αρχική ακρόαση απαιτούνται δύο μονόλογοι, ένα ποίημα και ένα τραγούδι (όλα της επιλογής του υποψηφίου). Η επιλογή των σπουδαστών ολοκληρώνεται με ένα ανοικτό μάθημα με τους καθηγητές της σχολής. Η σχολή έχει τριετή φοίτηση, σύμφωνα με το πρόγραμμα του υπουργείου Πολιτισμού, αλλά εγκαινιάζει τη λειτουργία του έτους εφαρμογής.

Η Ανωτέρα Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν ενημερώνει τους υποψήφιους σπουδαστές ότι οι αιτήσεις συμμετοχής στις Εισαγωγικές Εξετάσεις για το σχολικό έτος 2008-2009 υποβάλλονται ως τις 30 Σεπτεμβρίου στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης (Ιπποκράτους 70) καθημερινά από Δευτέρα ως Παρασκευή 11.00-17.00. Πληροφορίες στο τηλέφωνο της σχολής: 210 3603.941.

Friday, September 5, 2008

«Ρεμπέτικο» με Τούρκους

Τέσσερις θεατρικές σκηνές της νοτιοανατολικής Ευρώπης, ανάμεσά τους και το ΚΘΒΕ, συμμετέχουν στον Μήνα Θεάτρου που φιλοξενείται τις επόμενες μέρες στη Θεσσαλονίκη από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.

«Ρεμπέτικο» με Τούρκους

Οι παραστάσεις θα δοθούν στο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών (ΕΜΣ) και στο Βασιλικό Θέατρο και ξεχωρίζει το Κρατικό Θέατρο της Αγκύρας με το «Ρεμπέτικο» του Κ. Φέρρη σε σκηνοθεσία δική του, βασισμένη στην ομώνυμη ταινία (16-19 Σεπτεμβρίου, Βασιλικό Θέατρο). Πρόκειται για ένα μεγάλο λαϊκό δρώμενο με 60 ηθοποιούς και μουσικούς επί σκηνής. Η παράσταση προκάλεσε επαινετικά σχόλια από τους πρωθυπουργούς Ελλάδας και Τουρκίας.

Σε μήνυμά του ο Ελληνας πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής τη χαρακτήρισε ως «πολιτιστική γέφυρα, που προβάλλει τα κοινά χαρακτηριστικά των δύο εθνών», ενώ ο Ρ.Τ. Ερντογάν είπε ότι «αναδεικνύει την πολιτιστική Ιστορία του γεωγραφικού χώρου που μοιράζονται ο τουρκικός κι ο ελληνικός λαός».

Στον Μήνα Θεάτρου ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου θα παρουσιάσει το έργο «Οι έρωτες της κ. Μαγκουάιρ», ένα τρυφερό κι ευαίσθητο έργο σε σκηνοθεσία της συνεργάτιδας της Πειραματικής Σκηνής της «Τέχνης», Γλ. Καλαϊτζή (Θέατρο ΕΜΣ).

  • «Ορέστης»

Το ΚΘΒΕ επαναφέρει στη Θεσσαλονίκη τον «Ορέστη» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία του σκηνοθέτη από την ΠΓΔΜ, Σλ. Ουνκόφσκι, μια παράσταση που περιόδευσε σε όλη την Ελλάδα και παρουσιάστηκε και στην Επίδαυρο (Βασιλικό Θέατρο).

Τέλος, το Εθνικό Θέατρο του Βελιγραδίου θα παρουσιάσει τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Βίντα Ογκνένοβιτς, που προτείνει μια διαφορετική προσέγγιση της ιστορίας του Οιδίποδα, τοποθετώντας τη δράση στη σύγχρονη εποχή (Βασιλικό Θέατρο).

Οπως έγινε γνωστό, στο πλαίσιο των ανταλλαγών μεταξύ ΚΘΒΕ και ΘΟΚ θα παρουσιαστούν στη Λευκωσία οι «Βάκχες» του Ευριπίδη από το ΚΘΒΕ στις 18, 19 και 20 Σεπτεμβρίου.

Α λα τα βατραχάκια...


Να έχει ατονήσει η θεατρική μου αυστηρότητα λόγω ηλικίας; Α, μπα, ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Νοσταλγώ την εποχή που πήγαινα στο θέατρο αθώα και άπειρη και με το παραμικρό βρισκόμουν στον παράδεισο.

Πώς λοιπόν να εξηγήσω το γεγονός ότι προχθές το βραδυ στο Αττικό Αλσος ξέχασα ό,τι ήξερα και δεν ήξερα για τους «Βατράχους» του Αριστοφάνη και αφέθηκα γοητευμένη και συγκινημένη στο πολυσυζητημένο πόνημα του Λιγνάδη; Μου επέτρεψα, χωρίς να κοιτάω γύρω μου μπας και με βλέπει κανείς, να σηκωθώ όρθια υπακούοντας στην προτροπή των ηθοποιών. Πήρα μέρος και στην ψηφοφορία του κοινού για τον Αισχύλο και τον Ευριπίδη. Μέχρι που τραγούδησα μαζί με τον Μαρίνο το χατζιδακικό «Κάθε σπίτι έχει μια φωλιά για τα πουλιά», ενώ ήξερα πολύ καλά πως είναι εντελώς άσχετο με το τέλος της κωμωδίας και ψιλοστενοχωριόμουν που ο Αισχύλος αυτή τη φορά δεν θα έπαιρνε τον δρόμο για τον επάνω κόσμο.

Περίεργα πράγματα. Ανήκω στους θεατές που κατάλαβαν το τόσο δύσκολο έργο του Αριστοφάνη χάρη στην αξέχαστη παράσταση του Σπύρου Ευαγγελάτου το 1977 με Μπουσδούκο, Λογοθέτη, Βογιατζή και Κυριακίδη. Ενας σπάνιος συνδυασμός σκηνικής ευφορίας (ακόμα χρησιμοποιώ σε στιγμές κεφιού το «άλα τα βατραχάκια», που έλεγε ο Διόνυσος-Μπουσδούκος) αλλά και ευφυούς δουλειάς πάνω στις σύγχρονες σκηνικές αναλογίες, που θα περνούσαν τον αγώνα των «Βατράχων» στο κοινό.

Ισως, όμως, γι' αυτό να ήμουν έτοιμη για τους «Βατρα-Χ» του Εθνικού. Γιατί ο Αριστοφάνης που κουβαλάω μέσα μου είναι μπετόν αρμέ. Τίποτα το ανεπανόρθωτο δεν μπορεί να πάθει από ένα σκηνοθέτη, που αμφισβητεί τη σκηνική του προϊστορία και ψάχνεται, κόβει, ράβει, και εκεί που περνάει βέβηλος τα «όρια» επιστρέφει σε ομολογίες αγάπης για το είδος. Είμαι κι εγώ φρικτά κουρασμένη από τους καλοκαιρινούς Αριστοφάνηδες και την ίδια στιγμή τούς έχω ανάγκη. Ο Λιγνάδης μού χάρισε μια βραδιά που είχε κάτι από το θεατρικό ανατρίχιασμα των νεανικών μου χρόνων. Θα ήμουν τρελή αν ανησυχούσα.

ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 05/09/2008

Thursday, September 4, 2008

ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΣΤΕ ΓΙΑ ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ;

  • H δραματική σχολή του «Θεάτρου Τέχνης» θα δέχεται αιτήσεις για τις εισαγωγικές εξετάσεις της μέχρι τις 30/9, στη διεύθυνσή της (Ιπποκράτους 70), καθημερινά, από Δευτέρα έως Παρασκευή, 11 π.μ.-5μ.μ. Πληροφορίες στο τηλέφωνο 210-3603941.
  • Στις 22/9 θα πραγματοποιηθούν οι εισαγωγικές εξετάσεις στη δραματική σχολή «Εμπρός - Θέατρο Εργαστήριο» (Ηπείρου 41). Οι υποψήφιοι να απευθύνονται στη γραμματεία καθημερινά (10πμ-3μμ), τηλέφωνα 210-3252676, 6936-813231-32-33 και στην ιστοσελίδα www.empros-ergastirion.gr. Για την αρχική ακρόαση απαιτούνται δύο μονόλογοι, ένα ποίημα και ένα τραγούδι (επιλογής του υποψηφίου). Η επιλογή των σπουδαστών ολοκληρώνεται με ανοιχτό μάθημα. H τριετής σχολή εγκαινιάζει και τέταρτο, προαιρετικό, έτος για την πραγματοποίηση παράστασης από τους αποφοίτους.

Το ΚΘΒΕ στη Βράιλα

Το ΚΘΒΕ συμμετέχει στο 3ο Θεατρικό Φεστιβάλ της Βράιλα στη Ρουμανία, με το έργο του Μιχάλη Κόκκορη «Γιατί η Μαντόνα κι όχι εγώ», σε σκηνοθεσία Λευτέρη Γιοβανίδη. Θέμα του φεστιβάλ (7-14/9) είναι «Μέρες και νύχτες του ευρωπαϊκού θεάτρου μέσω των Βαλκανίων». Το πρόγραμμα συμπεριλαμβάνει 24 παραστάσεις από τις χώρες: Ρουμανία, Ελλάδα, Κροατία, Σερβία, ΠΓΔΜ και Αλβανία.

Η παράσταση του ΚΘΒΕ θα δοθεί στις 12/9, στο θέατρο «Μάριο Φιλότι». Συντελεστές της επιτυχημένης παράστασης του βραβευμένου έργου στο διαγωνισμό του ΥΠΠΟ (2005) είναι οι εξής: Αλεξάνδρα Μπουσουλέγκα - Ράνια Υφαντίδου (σκηνογραφία), Νίκος Βίττης (μουσική επιμέλεια), Δημήτρης Κουτσιαμπασάκης (βίντεο) Κώστας Γεράρδος (κίνηση), Στράτος Κουτράκης (φωτισμοί). Παίζουν: Ρένα Βαμβακοπούλου, Χρήστος Σουγάρης, Αστέρης Πελτέκης.

Η άγνοια σκοτώνει το θέατρο

Ήτανπολλά τα οφέλη του Ευρωπαϊκού Βραβείου Θεάτρου για τη Θεσσαλονίκη, αλλά και τη χώρα. Δεν ήταν μόνο οι πρωτοποριακές παραστάσεις (μερικές δημιουργημένες ειδικά για το γεγονός) εξαιρετικών σκηνοθετών (Κριστόν Βαρλικόφσκι, Πατρίς Σερό, Οσκάρας Κορσουνόβας) που έφταναν από τα τέσσερα σημεία της Ευρώπης. Ηταν και η πολυπληθής ομάδα των ξένων κριτικών και δημοσιογράφων που έκαναν τη διοργάνωση ακόμη πιο συναρπαστική. Το γεγονός όμως ότι η ίδια η πόλη δεν κατάλαβε τίποτα γι' αυτό και μένει ασυγκίνητη στις εκκλήσεις του (οργανωτή) ΚΘΒΕ για οικονομική ενίσχυση, μόνο θλίψη προκαλεί. Η καρδιά του ευρωπαϊκού θεάτρου χτυπούσε κάθε άνοιξη στη Θεσσαλονίκη, αφήνοντας παγερά αδιάφορους τους άρχοντές της. Κρίμα....


Φ. Μπ.[άρκα], ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 04/09/2008

Οχι τσιγάρο στου Παπάγου


Ευτυχώς που δεν υπάρχει στην Αθήνα κοινότητα θεατρόφιλων Βρετανών με τα χαρακτηριστικά εκείνης της ομάδας των μυγιάγγιχτων συμπατριωτών μας, που έχουν καταλάβει το www.athinorama.gr και καθυβρίζουν, ανωνύμως φυσικά, Βασίλιεφ και Λούκο για τα αίσχη τους στην Επίδαυρο πάνω στη «Μήδεια» του Ευριπίδη. Ευτυχώς που προχθές το βράδυ στου Παπάγου ήταν εμφανώς Ελληνες οι θεατές που παρακολούθησαν, με γέλια και χαρές, τον «Ριχάρδο Γ'» του Σέξπιρ να μεταμορφώνεται στον «Αχόρταγο» του Δημήτρη Ψαθα. Ας μην ξεχνάμε ότι ο δεύτερος μπορεί να ξεκίνησε την καριέρα του λυσσασμένος μόνο για μακαρονάδες, αλλά γρήγορα απέκτησε την πετριά του πρώτου για την εξουσία.
Βέβαια, ο Γιώργος Κιμούλης, υπεύθυνος γι' αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα σκηνοθετική προσέγγιση, είχε πατήσει σε κείμενα του Γάλλου σημειολόγου Ζιλ Ντελέζ και του Ιταλού θεατράνθρωπου Καρμέλο Μπένε. Εστω όμως κι έτσι, μέσω της Εσπερίας, μπολιάσαμε τον εθνικό βάρδο της Βρετανίας με τα σουσούμια του δικού μας λαϊκού θεάματος. Γιατί όχι; Κάθε λαός έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να πειραματίζεται με τα ιερά κείμενα των άλλων. Και γιατί παρακαλώ να μην μπορεί ένας Αγγλος συγγραφέας του 1600 να συνομιλήσει με τον Ελληνα μπουλουκτσή του 1940; Εχετε υπόψη σας σε τι δύσκολες συνθήκες έγραφε και ανέβαζε τα έργα του ο Σέξπιρ; Ούτε καν έναν Ντελέζ δεν είχε για να του ανοίξει τα μάτια.
Και δεν ήταν μόνο ο σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής, που αναμετριόταν θαρραλέα επί σκηνής με τον Σέξπιρ και τον Ριχάρδο του. Οι θεατές έδωσαν στους κάφρους της Επιδαύρου μαθήματα θεατρικού ήθους, γενναιοδωρίας και αντοχής. Ούτε η κόκα που σνίφαρε η λαίδη Αννα ούτε το μισό πακέτο τσιγάρα που κάπνισε ο Ριχάρδος δεν χάλασαν τη ζαχαρένια τους. Ουδείς μετακινήθηκε, δυσανασχέτησε, άνοιξε το στοματάκι του να φωνάξει «όχι τσιγάρο στου Παπάγου». Κι έτσι κατάφεραν και οι παρόντες κριτικοί θεάτρου να δουν την παράσταση με την ησυχία τους. Μεγάλο κέρδος πάντα για τους κρίνοντες. Μακάρι να πιάσει τόπο.

ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 04/09/2008