Friday, February 23, 2007

Ben Hecht και "Πρώτη σελίδα"


Ο Αμερικανός Ben Hecht (28.2.1894 - 18.4.1964) υπήρξε απ' όλα: σεναριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, μυθιστοριογράφος, και παραγωγός. Σε όλα είχε επιτυχίες. Εμείς τον θυμόμαστε καταρχήν για το θεατρικό έργο του Η πρώτη σελίδα [The Front Page] που το έγραψε σε συνεργασία με τον Charlie MacArthur και παίχτηκε και στην Ελλάδα με επιτυχία. Την περίοδο 1962-63, με τίτλο το Θέμα της Ημέρας στο θέατρο του Κώστα Μουσούρη (πλατεία Καρύτση), και το 1991 στο θέατρο Αθηνά με τίτλο Πρώτη σελίδα, σε διασκευή της Έλενας Ακρίτα.
Να θυμίσω ότι μεταξύ άλλων έγραψε και το σενάριο της ταινίας Notorius του Χίτσκοκ, όπου έπαιξε κι ο Αλέξης Μινωτής το ρόλο του Μπάτλερ την περίοδο εκείνη που μαζί με την Παξινού ζούσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες.

ΠΑΞΙΝΟΥ Κατίνα

Κατίνα [Κωνσταντοπούλου] Παξινού (Πειραιάς 15.12.1900 – 22.2.1973). Σπούδασε στο Ωδείο της Γενεύης καθώς και σε σχολές του Βερολίνου και της Βιέννης. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά ως ηθοποιός του λυρικού θεάτρου, στην όπερα Αδελφή Βεατρίκη του Δημήτρη Μητρόπουλου. Το 1928, εμφανίζεται για πρώτη φορά στο θέατρο πρόζας ως μέλος του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη, παίζοντας στο έργο του Ανρί Μπατάιγ Γυμνή Γυναίκα. Το 1931, προσχωρεί μαζί με τον Αλέξη Μινωτή, στον Συνεταιρικό Θίασο του Αιμίλιου Βεάκη. Ο θίασος παρουσιάζει σημαντικά έργα του διεθνούς ρεπερτορίου, όπως: Πόθοι κάτω από τις λεύκες του Ευγένιου Ο’ Νιλ, Ο Πατέρας του Αυγούστου Στρίντμπεργκ, Ο θείος Βάνιας του Τσέχοφ.
Από το 1932 μέχρι το 1940, εμφανίζεται στο Εθνικό Θέατρο, όπου ερμηνεύει ρόλους που την καταξιώνουν ως κορυφαία ηθοποιό της ελληνικής σκηνής. Η μουσική ιδιοσυγκρασία και παιδεία της Κατίνας Παξινού καθώς και οι απεριόριστες δυνατότητες της φωνής της, η έμφυτη αίσθηση του ρυθμού και της αρμονίας, ο καίριος λόγος της και η αυθόρμητη κίνησή της, έδιναν στην ερμηνεία της ένα μοναδικό ύφος και μια εξαιρετική ποιότητα. Με τη Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου θα εμφανιστεί στο Λονδίνο, την Φρανκφούρτη και το Βερολίνο, ερμηνεύοντας το ρόλο της Ηλέκτρας στο ομώνυμο έργο του Σοφοκλή, την Γερτρούδη στον Άμλετ του Σαίξπηρ, την Κυρία Άλβινγκ στους Βρικόλακες του Ίψεν. Την περίοδο του πολέμου εγκαθίσταται στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου εμφανίζεται στο θέατρο Μπροντγουέι και ερμηνεύει σπουδαίους ρόλους στον κινηματογράφο με τους οποίους κερδίζει την διεθνή αναγνώριση.
Το 1950 επιστρέφει στην Ελλάδα, και εμφανίζεται πάλι μαζί με τον Αλέξη Μινωτή στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου με το οποίο περιοδεύει στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Ξαναπαίζει στη Νέα Υόρκη στο Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα του Λόρκα, έργο που επαναλαμβάνει στην Αθήνα στο Θέατρο Κοτοπούλη. Μετά το 1957, εμφανίζεται μόνιμα στη Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου ερμηνεύοντας έργα του αρχαίου θεάτρου και του σύγχρονου διεθνούς ρεπερτορίου: Εκάβη, Μήδεια, Φοίνισσες και Βάκχες του Ευριπίδη, Ο Πατέρας του Στρίντμπεργκ, Η επίσκεψις της γηραιάς κυρίας του Ντίρενματ, το Ταξίδι μακριάς μέρας μέσα στη νύχτα του Ο’Νιλ, Η τρελή του Σαγιό του Ζαν Ζιροντού, ο Μάκβεθ του Σαίξπηρ.
Το 1968, μετά τη θητεία της στο Εθνικό Θέατρο, η Κατίνα Παξινού και ο Αλέξης Μινωτής, συγκροτούν θίασο που εμφανίζεται στο Θέατρο Αυλαία της Θεσσαλονίκης, και στο Θέατρο Διάνα της οδού Ιπποκράτους.
Στο Σινεάκ, το κινηματοθέατρο που αργότερα μετονομάστηκε σε Θέατρο «Παξινού», παίζει στα έργα Η Ήρα και το παγώνι του Σον Ο’Κέιζι, Οι παλαιστές του Στρατή Καρρά, οι Βρικόλακες του Ίψεν, Ματωμένος Γάμος του Λόρκα, ενώ την περίοδο 1971-1972 ερμηνεύει στο Θέατρο Πάνθεον, την τελευταία μεγάλη της επιτυχία, ως Μάνα Κουράγιο στο ομώνυμο έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ.
Εκτός από την θεατρική της σταδιοδρομία, η Κατίνα Παξινού ερμήνευσε ρόλους στη μεγάλη οθόνη, σε ταινίες αμερικανικές και ευρωπαϊκές. Για την ερμηνεία της στο έργο Για ποιον χτυπά η καμπάνα, της απενεμήθηκε το 1944 το βραβείο Όσκαρ από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου, ενώ το 1949 τιμήθηκε με το Βραβείο Κοκτό στο Φεστιβάλ Μπίαριτς για την ερμηνεία της στην ταινία Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα.
Η Κατίνα Παξινού εκτός από τις αξέχαστες ερμηνείες της στο θέατρο και τον κινηματογράφο, έκανε μεταφράσεις θεατρικών έργων του Ευγένιου Ο’Νιλ και έγραψε τη μουσική για την παράσταση Οιδίπους Τύραννος του Σοφοκλή που ανέβασε το Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη το 1933 και σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή το 1952. Παρασημοφορήθηκε με τον Χρυσό Ανώτερο Ταξιάρχη Γεωργίου Α΄ και με τον Ανώτερο Ταξιάρχη της Δυτικής Γερμανίας. Τιμήθηκε ακόμη με τον τίτλο της Αξιωματούχου Γραμμάτων και Τεχνών της Γαλλίας και με το Βραβείο «Ιζαμπέλα Ντ’ Εστέ». [Από την ιστοσελίδα του Εθνικού Θεάτρου]
Η παρουσία της Κατίνας Παξινού στο Εθνικό Θέατρο
Καταγράφονται οι παραστάσεις έργων στις οποίες έχει παίξει η Κατίνα Παξινού στο Εθνικό Θέατρο, από το 1932 έως το 1967. Οι παραστάσεις που παίχτηκαν σε επανάληψη αργότερα δεν αναφέρονται.
1932: Αισχύλος Αγαμέμνων (Κλυταιμνήστρα) Σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, Ευγένιος Ο'Νιλ Άννα Κρίστι (Άννα) Σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη.
1933: Ερρίκος Ίψεν Γιάννης Γαβριήλ Μπόρκμαν (Γουγχίλδη) Σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, Γρηγόριος Ξενόπουλος Ποπολάρος (Ζαμπέλλα) Σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, Βιτσέντζος Κορνάρος Η Θυσία του Αβραάμ (Σάρα) Σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, Ουίλιαμ Σαίξπηρ Οθέλλος (Αιμιλία) Σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, Τριστάν Μπερνάρ Το Ζιζάνιο (Η Κοντέσσα) Σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, Σοφοκλής Οιδίπους Τύραννος (Ιοκάστη) σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, Παντελής Χορν Το Φιντανάκι (Εύα) σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη.
1934: Ερρίκος Ίψεν Βρικόλακες (Κυρία Άλβιγκ) σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, Αλέκος Λιδωρίκης Λόρδος Βύρων (Αυγούστα Λέϊ) σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, Αισχύλος Πέρσαι (Άτοσσα) σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, Σπύρος Μελάς Ιούδας (Μαγδαληνή) σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη - Δημήτρη Ροντήρη, Φρίντριχ Σίλλερ Δον Κάρλος (Πριγκίπισσα Έβολι) σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη-Δημήτρη Ροντήρη.
1935: Καρόν ντε Μπομαρσέ Οι Γάμοι του Φιγκαρό (Κόμισσα), Ερρίκος Ίψεν Πέερ Γκιντ (Η γυναίκα με τα πράσινα), Ουίλιαμ Σαίξπηρ Η Δωδέκατη Νύχτα (Ολίβια), Κωστής Παλαμάς Η Τρισεύγενη (Η Τρισεύγενη).
1936: Άγγελος Τερζάκης Αυτοκράτωρ Μιχαήλ (Αυτοκράτειρα Ζωή), Σοφοκλής Ηλέκτρα (Ηλέκτρα), Γκέρχαρτ Χάουπτμαν Πριν από το ηλιοβασίλεμα (Πάουλα Κλοτίλδη Κλάουζεν-Ρύμπζαμεν).
1937: Ευγένιος Ο’Νιλ Πόθοι κάτω απ’ τις λεύκες (Άμπι), Ευριπίδης Ιππόλυτος (Φαίδρα), Όσκαρ Ουάιλντ Η Βεντάλια της Λαίδης Γουϊντερμιρ (Κα Έρλιν).
1938: Διονύσιος Ρώμας Ζακυνθινή Σερενάτα (Κεβή) σκηνοθεσία Τάκη Μουζενίδη, Νικολάι Γκόγκολ Ο Επιθεωρητής (Άννα Αντρέγιεβνα), Ουίλλιαμ Σαίξπηρ Η Δωδέκατη Νύχτα (Ολίβια), Ουίλιαμ Σαίξπηρ Βασιλεύς Ληρ (Γονερίλη), Όσκαρ Ουάιλντ Ο Ιδανικός Σύζυγος (Κυρία, Τσέβλι).
1939: Άγγελος Τερζάκης Ο Σταυρός και το Σπαθί (Ειρήνη, η Αθηναία), Ουίλιαμ Σαίξπηρ Ριχάρδος Ο Γ΄(Μαργαρίτα), Ευγένιος Ο’ Νιλ Πέρα απ’ τον ορίζοντα (Ρούθ Άτκινς).
Από το 1935 μέχρι και το 1939 οι σκηνοθεσίες των έργων στα οποία συμμετείχε έγιναν αποκλειστικά από τον Δημήτρη Ροντήρη – εκτός από τη Ζακυνθινή Σερενάτα που έγινε από τον Μουζενίδη.
1951: Ερρίκος Ίψεν Βρικόλακες (Κυρία Άλβιγκ) σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη.
1952: Σοφοκλής Ηλέκτρα (Ηλέκτρα) σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη, Σοφοκλής Οιδίπους Τύραννος (Ιοκάστη) σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή.
1955: Ευριπίδης Εκάβη (Εκάβη) σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή, Ουίλιαμ Σαίξπηρ Άμλετ (Βασίλισσα). [Στη φωτογραφία του Δ.Α. Χαρισιάδη, πάνω αριστερά, η Παξινού στο ρόλο της Εκάβης.]
1956: Ευριπίδης Μήδεια (Μήδεια).
1957: Κρίστοφερ Φράι Το σκοτάδι είναι αρκετά φωτερό (Κόμισσα Ρόζμαριν Όστενμπουργκ).
1958: Ερρίκος Ίψεν Βρικόλακες (Κυρία Άλβιγκ).
1959: Ούγκο Μπέτι Έγκλημα στο Νησί των Κατσικιών (Αγάθα).
1960: Ευριπίδης Φοίνισσαι (Ιοκάστη).
1961: Φρίντριχ Ντίρενματ Η επίσκεψις της Γηραιάς Κυρίας (Κλαίρη Ζαχανασιάν).
1962: Αύγουστος Στρίντμπεργκ Ο Πατέρας (Λάουρα).
Ευριπίδης Βάκχαι (Αγαύη), Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα (Μπερνάρντα).
1963: Φρίντριχ Ντίρενματ Οι Φυσικοί (Δεσποινίς Ματθίλδη φον Τσαντ).
1965: Ευγένιος Ο’Νιλ Ταξίδι μακριάς ημέρας μέσα στη νύχτα (Μαίρη Κάβαν Ταϊρόν).
1966: Ζαν Ζιροντού Η Τρελή του Σαγιό (Ωρελί, η τρελή του Σαγιό), Παντελής Πρεβελάκης Το Ηφαίστειο (Χαρίκλεια Δασκαλάκαινα).
1967: Ουίλιαμ Σαίξπηρ Μάκμπεθ (Λαίδη Μάκβεθ), Ευγένιος Ο’ Νιλ Ταξίδι μακριάς ημέρας μέσα στη νύχτα (Μαίρη Κάβαν Ταϊρόν), Αισχύλος Αγαμέμνων (Κλυταιμνήστρα), Ευριπίδης Εκάβη (Εκάβη).
Από το 1955 μέχρι και το 1967 οι σκηνοθεσίες των έργων που έπαιξε έγιναν αποκλειστικά από τον Αλέξη Μινωτή.

Wednesday, February 21, 2007

Θραύσματα...

ΝΑΤΑΛΙΑ ΤΣΑΛΙΚΗ: Προτιμώ να παίρνω τα χρήματα για το θέατρο από την τηλεόραση, παρά να επιχορηγούμαι ως διαδριμιστής του υπουργείου. Προτιμώ να με συντηρεί το κοινό παρά η πολιτεία. Δεν σε καταξιώνει το ΥΠΠΟ, σε καταξιώνει το κοινό…
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΕΖΟΣ: Δεν καταλαβαίνω γιατί εμείς οι καλλιτέχνες πρέπει να τα ξέρουμε όλα. Και το χειρότερο είναι ότι περιμένουν από τον ηθοποιό να δώσει έναν τόνο χιούμορ στο παράθυρο. Σαν καραγκιόζης… Πολλοί θεωρούν ότι το θέατρο είναι μια απέραντη παιδική χαρά, αλλά δεν είναι έτσι. Η δουλειά μας έχει τρέξιμο και ρίσκο. Θέλει προσπάθεια και μόχθο…
ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ: Το θέατρο θέλει προσωπική κατάθεση. Κι αυτό είναι αίσθημα, που φυσικά τιμάται ακριβά – μέσα στο αναίσθητο περιβάλλον που ζούμε…
ΔΗΜΗΤΡΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Στο δράμα ο ηθοποιός προσπαθεί να κρατήσει το χρόνο εξωτερικά, ενώ στην κωμωδία εσωτερικά. Ο κωμικός κρατάει το παιδί ζωντανό μέσα του και αδιαφορεί για τη ρυτίδα που εμφανίζεται εξωτερικά στο πρόσωπό του…
ΕΛΕΝΗ ΡΑΝΤΟΥ: Ο κωμικός ηθοποιός δεν γερνάει, παρά μόνον αν τον εγκαταλείψουν βιολογικά οι δυνάμεις του…
ΣΩΤΗΡΗΣ ΧΑΤΖΑΚΗΣ: Υπάρχουν πολλά θέατρα, δηλαδή κρατίδια εγωισμού και το σίγουρο είναι ότι όλοι μας τελούμε εν ανεπαρκεία. Θυμίζουμε ή λειτουργούμε σαν θραύσματα μιας ολότητας που διερράγη… Δεν ανήκβω σ’ αυτούς που θέλουν να κάνουν θέατρο χωρίς θεατές. Το θέατρο χωρίς κοινό γίνεταιι στούντιο, ένα προσωπικό εργαστήρι…
ΡΟΥΛΑ ΠΑΤΕΡΑΚΗ: Στο θέατρο όλα στο τώρα εξαργυρώνονται. Αν κάνεις κάτι καλό σε μια δεδομένη στιγμή, αυτό είναι και το όραμά σου… Καλώς ή κακώς, μάλλον θα τελειώσω κάνοντας θέατρο. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το αγαπώ πάντα…
ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΑΛΜΑΣ: Το θέατρο είναι το δεκανίκι των ηθοποιών. Μας κρατάει πάντα σε εγρήγορση. Δεν μας αφήνει να αραχνιάσουμε και να πέσουμε ψυχολογικά. Είναι ερωτική η δουλειά μας, γιατί η ανηφόρα στο δρόμο του ηθοποιού δεν τελειώνει ποτέ…
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ: Δεν καταλαβαίνω αυτό που λένε σήμερα κάποιοι νεότεροι, ότι θα καθήσω μια σεζόν να ξεκουραστώ. Δηλαδή, από τι να ξεκουραστούν; Από τη ζωή τους; Γιατί το θέατρο είναι τρόπος ζωής!
ΣΠΥΡΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Δεν φθείρονται τα κείμενα. Εμείς φθειρόμαστε. Με τα μεγάλα έργα πρέπει να καταπιάνεται κανείς, όταν εξασφαλίζει σημαντικές διανομές, σημαντικούς συντελεστές και, κυρίως, όταν έχει κάτι καινούργιο να πει…
ΜΑΡΘΑ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ: Ως ηθοποιός με τη σημερινή εμπειρία επιθυμώ έναν ανατρεπτικό επόμενο ρόλο. Κάτι τρελό, παθιασμένο, διαφορετικό, που να καταπλήξει πρώτα εμένα την ίδια. Σ’ ένα τέτοιο ψάξιμο είμαι αυτό τον καιρό. Γιατί το θέατρο δεν έχει τέλος…
ΠΕΤΡΟΣ ΦΥΣΣΟΥΝ: Όλοι οι άνθρωποι κρύβουν μέσα τους καλά αισθήματα και καλά ένστικτα. Αν αυτά είναι αποκοιμισμένα, αυτό που έχει να κάνει το θέατρο είναι να τα αφυπνίσει. Πιστέψτε με, η θεατρική μαγεία το κατορθώνει αυτό…
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΖΑΚΟΣ: Η τηλεόραση είναι αναγκαίο κακό για κάθε νέο ηθοποιό. Αν παίζεις μόνο στο θέατρο, είναι σα να γράφεις ένα μέρος του κοινού στα παλιά σου τα παπούτσια…
ΕΛΕΝΗ ΧΑΤΖΗΑΡΓΥΡΗ: Ξέρεις τι είναι να πηγαίνεις στο μαγικό αυτό χώρο [στο θέατρο]; Να ξεχνάς την ανεργία, να ξεχνάς τους Τούρκους, τα προβλήματα και να ζεις σε μια μαγεία; Ξέρεις τι πληρότητα και τι ευτυχία νιώθω πάνω στο σανίδι;
ΑΝΝΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ: Λείπει η αξιοπρέπεια στο χώρο της κριτικής. Υπάρχει πτώση αξιών. Αισθάνομαι, λοιπόν, όταν διαβάζω μια κριτική, πως ως επί το πλείστον γίνεται από ένα φίλο που γλείφει κάποιον άλλον…
ΝΑΤΑΣΑ ΤΣΑΚΑΡΙΑΣΙΑΝΟΥ: Η επιθεώρηση είναι μια σάτιρα κοινωνικοπολιτική. Στη χώρα μας έχουμε καταπληκτικούς ηθοποιούς, δεν υπάρχουν όμως συγγραφείς. Τα καλά κείμενα σπανίζουν…
ΠΑΥΛΟΣ ΧΑΪΚΑΛΗΣ: Εμείς οι ίδιοι έχουμε διώξει τον κόσμο από το θέατρο γιατί δεν διατηρούμε μια ποιότητα. Εμείς οι ίδιοι βγάζουμε τα μάτια μας…
ΡΕΝΗ ΠΙΤΤΑΚΗ: Ό,τι δεν μπορεί να γίνει στη ζωή, γίνεται στη σκηνή. Δεν έχω την τόλμη στη ζωή να κάνω τα ταξίδια που πραγματικά θα ‘θελα…Το θέατρο είναι μια ψευδαίσθηση. Ένα παιχνίδι όπου ζητάς να συμπαρασύρεις κι άλλους μαζί σου…
ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΒΑΛΑΚΟΥ: Αν το θέατρο δεν είναι γι’ αυτούς [σ.σ. τους νέους ηθοποιούς] ανάγκη προσωπικής έκφρασης, να μην το ακολουθήσουν. Να κάνουν κάτι άλλο…. Το θέατρο θέλει αφοσίωση, μόχθο…
ΤΕΛΗΣ ΖΩΤΟΣ: Δεν θέλω να παίξω στην Επίδαυρο. Θέλω απλά να παίξω ωραία έργα. Ούτε καν ωραίους ρόλους. Δεν κυνηγάω μεγάλους ρόλους, αλλά σημαντικά έργα…
ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΒΙΛΙΚΑΣ: Στην επιθεώρηση για να πάρεις «διδακτορικό» πρέπει να απαντάς εύστοχα και αστραπιαία σε ό,τι σου πετάξουν από κάτω!
ΛΑΚΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ: Σε μια που οι κυβερνήτες αρμέγουν λαγούς και η αντιπολίτευση κουρεύει χελώνες, οι μόνοι που δεν μένουν άνεργοι είναι οι επιθεωρησιογράφοι…
ΘΕΜΙΣ ΜΠΑΖΑΚΑ: Η Αθήνα δεν παρέχει αυτή τη στιγμή τίποτα άλλο, εκτός από τρέλα…και τηλεόραση!
ΜΠΕΤΥ ΑΡΒΑΝΙΤΗ: Δεν με γνωρίζω ακόμη. Αν με ήξερα, ίσως και να μην έκανα θέατρο, μιας και η σκηνή είναι ο δρόμος προς την αυτογνωσία…
ΑΜΑΛΙΑ ΜΟΥΤΟΥΣΗ: Εμείς δεν είμαστε της γενιάς της βιασύνης. Τα πράγματα στις μέρες μας γίνονται με θόρυβο και με φθορά κι αυτό με φοβίζει!
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ: Αν με βγάλεις από το χώρο μου, δεν θα είμαι εγώ. Θα χάσω τον εαυτό μου. Είμαι ισοβίως ηθοποιός!

Tuesday, February 20, 2007

Γιώργος Μοσχίδης

Δύο ορφαναί (το πρώτο έργο στο οποίο έπαιξε), Ρινόκερος του Ιονέσκο, Το ημερολόγιο της άμμου του Δημήτρη Κορδάτου, Ο από... μηχανής άνεμος του Μιχάλη Δήμου, Η σονάτα των φαντασμάτων του Στρίντμπεργκ, Επιθεωρητής του Γκόγκολ, Κάτω από τη σκάλα του Charles Dyer… Ο Μοσχίδης θητεύει στο ελληνικό θέατρο για περισσότερο από μισό αιώνα. Όμως δεν είναι… γέρος. Είναι μια ακμαία δύναμη που αποπνέει ταλέντο, ήθος και ευγένεια. Είναι από τους καλλιτέχνες που «προσθέτουν» στη θεατρική τέχνη.

- Εάν σχεδιάζατε μια καμπύλη με ρόλους, τι σχήμα θα της δίνατε;- Θα σας πω μια ιστορία. Τις προάλλες πήγα στον καρδιολόγο μου και εκεί που κουβεντιάζαμε μου διηγήθηκε ένα περιστατικό: Ηταν στο 401 και έκανε ηλεκτροκαρδιογράφημα σε έναν νεαρό στρατιώτη με σοβαρό πρόβλημα καρδιάς. Kάποια στιγμή τα βλέμματά τους συναντήθηκαν και ο φαντάρος άρχισε να κλαίει. Εκείνος ταράχτηκε τόσο πολύ που παράτησε τον ασθενή και βγήκε έξω. Kαι εγώ του είπα: Εμένα αυτή είναι η δουλειά μου. Να αγκαλιάζω τους ανθρώπους και να κλαίω μαζί τους. Εσύ τους κοιτάς μέσα από την οθόνη. Εγώ τους αγκαλιάζω. Ο Σαίξπηρ, ο Πίντερ, ο Ευριπίδης, ο Αισχύλος κοκ. είναι όντα που αγκαλιάζουμε και εκείνοι αγκαλιάζουν εμάς. Kάποτε μας σφίγγουν λίγο περισσότερο, κάποτε μας πονάνε, κάποτε δακρύζουμε, κάποτε χαλαρώνουμε, κάποτε αγριεύουμε, αλλά πάντως είμαστε αγκαλιασμένοι. Περί αυτού πρόκειται... «Εκ φύσεως και από αγωγή είμαι ευγενής», λέει ο Γ. Μοσχίδης. «Χάνω την ευγένεια μόνον όταν απευθύνομαι σε ανθρώπους που δεν ξέρουν να δουν. Ο πατέρας μας μας μεγάλωσε με την εξής ιδεολογία: Θα σπέρνετε αλλά δεν θα περιμένετε να θερίσετε. Το γεγονός ότι δεν θα θερίσετε εσείς δεν πρέπει να γίνει αιτία να μη σπείρετε. Θα θερίσει κάποιος άλλος. Γι' αυτό πρέπει να σπέρνετε. Τώρα όμως εγώ δεν μπορώ να σπέρνω χωρίς να περιμένω να θερίσω από την ανθρώπινη σχέση, από τη συναδελφική σχέση, από τη σχέση μου με το κοινό. Εχω πλέον αυτήν την ανάγκη». (Συνέντευξη στη Μαρία Kατσουνάκη, Η Καθημερινή, 15/4/2001).

Ρένη Πιττακή: Το θέατρο απαιτεί προσπάθεια από τον θεατή


Ισμήνη του Γιάννη Ρίτσου, Mαρία Στούαρτ του Σίλερ, Πολιορκία του Λένινγκραντ του Χοσέ Σινιστέρα, Όχι εγώ του Mπέκετ, Με το ίδιο μέτρο (Μαριάνα), Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας (ερμήνευσε την Τιτάνια και τότε της απονεμήθηκε το Έπαθλο Κοτοπούλη), - Τρωίλος και Χρυσηίδα (Ελένη), Άμλετ (Γερτρούδη), Γυρισμός, Πάρτι γενεθλίων, Παλιοί καιροί, Δούλες… Δεκάδες οι ρόλοι που ερμήνευσε – κυρίως στο Θέατρο Τέχνης που ήταν ένα από τα βασικά στελέχη του, τα χρόνια του Καρόλου Κουν.

Αντιμετωπίζετε καθόλου το ερώτημα αν το θέατρο γοητεύει και κατά πόσο τον σημερινό θεατή; «Νομίζω ότι δεν τον γοητεύει πολύ. Τον ελκύουν περισσότερο η τηλεόραση και ο κινηματογράφος. Πιστεύω ότι το θέατρο απαιτεί προσπάθεια από τον θεατή, θέλει τη συμμετοχή του, τη διαθεσιμότητά του, το να είναι παρών». Το να βλέπεις είναι δράση, δουλειά, απαιτεί ενέργεια, ε; «Ακριβώς! Εγώ ως ηθοποιός θέλω από τον θεατή να έρχεται στο θέατρο με ενέργεια, έτοιμος, διαθέσιμος να την ανταλλάξει μαζί μου και όχι να κάθεται παθητικός στο κάθισμά του και να περιμένει να τον εντυπωσιάσω, να τον καταπλήξω. Θέλω να ξεκινάει και εκείνος προς συνάντησή μου. Και αυτό που θα συμβεί κατά τη διάρκεια της συνάντησής μας καθορίζει την ποιότητα της παράστασης. Το άλλο είναι "σταριλίκι". Υπάρχει κάτι που θα προσυπέγραφα και θα ήθελα να σας διαβάσω (σηκώνεται και παίρνει κάποιες σελίδες). Είναι λόγια του Χάινερ Μίλερ: "Το σημερινό θέατρο είναι παρηκμασμένο επειδή έχει χάσει την αίσθηση του σοβαρού από τη μια και την αίσθηση του γέλιου από την άλλη. Διότι έχει σπάσει κάθε δεσμό με τον κίνδυνο. Ακόμη, επειδή έχει χάσει την αίσθηση του αληθινού χιούμορ και έχει ξεκόψει από το πνεύμα της βαθιάς αναρχίας που αποτελεί βάση για κάθε ποίηση". Το διαπιστώνω αυτό και στα κείμενα και στις παραστάσεις. Δεν διακινδυνεύεται κάτι». (Συνέντευξη στον Κ. Αν. Θεμελή, Το Βήμα, 12/4/1998).

Γρηγόρης Βαλτινός: Δεν θέλω να τελματώσω...


«Σταθερό νόμισμα» στο θέατρό μας ο Γρηγόρης Βαλτινός και ως πρωταγωνιστής αλλά και ως σκηνοθέτης. Οι άντρες προτιμούν τις Ξανθές της Ανίτα Λόος, Το ημερολόγιο ενός τρελού του Νικολάι Γκόγκολ, Ανθή του Λεονίντ Αντρέγιεφ, Βιολιστής στη στέγη του Τζόζεφ Στάιν, Οιδίπους τύραννος του Σοφοκλή, Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ του Έντουαρντ Άλμπι, Σάλτο μορτάλε του Άλαν Μπλισντέιλ… Ο Βαλτινός μπορεί να παίξει τα πάντα! Με αφορμή την παράσταση του έργου Πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας που ανέβηκε στο θέατρο «Λαμπέτη»…

«Όπως και άλλοι ηθοποιοί, έτσι και εγώ δίνω την εντύπωση ότι είμαι κατεστημένο. Και είναι αλήθεια ότι, μετά από τόσα χρόνια, είμαι. Δεν ακολούθησα τη μόδα και εξελίσσομαι μέσα από τον δρόμο που έχω διαλέξει. Και είναι αλήθεια ότι δεν έχω κάνει προκλητικά πράγματα» λέει ο ηθοποιός ο οποίος στην εφετινή του παράσταση, στο «Πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας», κρατά και τον ρόλο του σκηνοθέτη. «Δεν πιστεύω όμως στην πρόκληση. Σου τρώει ενέργεια χωρίς λόγο. Πιστεύω ότι ο καθένας μας πρέπει να προκαλεί μέσα από τη σύμβαση που τον περιβάλλει, μέσα από τον χώρο του. Για μένα προκλητικός πρέπει να είναι ο τρόπος και η ένταση με την οποία κάνεις τα πράγματα, η ερμηνεία σου. Δεν πιστεύω ούτε στον χώρο ούτε στα εφέ που θα επιλέξεις για να προκαλέσεις. Για μένα πρόκληση εξακολουθεί να είναι μόνον η ουσία». Γι' αυτό και δεν ξεκινά από τη διάθεση ανατροπής. Όχι ότι ενίοτε δεν του γεννιούνται παρόμοιες ανάγκες. Ούτε υποστηρίζει ότι έχει εκπληρώσει όλες τις επιθυμίες του. Απλώς ως τώρα «δεν έτυχε, ίσως γιατί δεν έχω ακόμη πειστεί γι' αυτό. Αν πειστώ για μια προκλητική παράσταση, δεν θα διστάσω. Δεν θέλω να τελματώσω. Ούτε επαναπαύομαι, ασχέτως αν έχω δώσει την εντύπωση του συντηρητικού. Αν ήταν έτσι, θα είχα εγκλωβιστεί σε μια μανιέρα. Τα έργα που έχω παίξει είναι γεμάτα εναλλαγές. Και αυτό δεν το λέω για να δικαιολογηθώ» καταλήγει… (Συνέντευξη στη Μυρτώ Λοβέρδου, Το Βήμα, 10/10/1999).

Άννα Κουτσαφτίκη: Δε θέλω να ζω μια ζωή μίζερη

Διακριτική παρουσία στο θέατρο η ηθοποιός Άννα Κουτσαφτίκη, που σπούδασε στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Μόλις 23 χρόνων ερμήνευσε την Ιρίνα στις Τρεις αδελφές του Τσέχοφ. Συμμετείχε σε παραστάσεις που σκηνοθέτησαν οι Μίμης Κουγιουμτζής, Γιώργος Λαζάνης, Γιάννης Χουβαρδάς, Βασίλης Νικολαϊδης: Πλούτος, Όρνιθες, Ερωτόκριτος (Αρετούσα), Φλαντρώ του Παντελή Χορν, Ορέστης (Ερμιόνη), Σπασμένη Στάμνα, Σοφολογιότατες κ.ά. Ωρίμασε στο Θέατρο Τέχνης, αλλά κάποια στιγμή εγκατέλειψε την ασφάλεια του και ξανοίχτηκε… Ενδιαφέρουσα η ερμηνεία της στην Αγνή του Θεού του Τζον Πίλμεϊερ.

-Ένας ηθοποιός ζει σήμερα από το θέατρο; «Είναι πολύ δύσκολο. Εγώ πια δεν μπορώ να το κάνω. Απέφευγα και την τηλεόραση πάρα πολύ, αλλά νομίζω πως κάποια στιγμή θα πρέπει να το δρομολογήσω. Δεν ξέρω και πώς δρομολογείται... Σκέφτομαι πολύ το βιοποριστικό. Δε θέλω να ζω μια ζωή μίζερη. Δε θέλω να συνδυάσω το θέατρο με την οικονομική μου κατάσταση, γιατί έτσι κι αλλιώς δεν συνδυάζονται στην Ελλάδα. Αυτό άλλωστε σημαίνει ότι θα έπρεπε να κάνω εκπτώσεις και στη ζωή μου και στο θέατρο, οπότε σκέφτομαι πια ότι ίσως πρέπει να κινηθώ και με άλλους τρόπους. Η τηλεόραση στο κάτω-κάτω είναι κι ένα κομμάτι της δουλειάς μας. Είναι άσχημο να το σνομπάρεις τελείως. Αν σου δοθεί μια καλή ευκαιρία, άρπαξέ τη. Κατάθεσε ό,τι έχεις να καταθέσεις. Αυτό είναι καλό και για σένα και για το μέσο. Εγώ χαίρομαι να βλέπω θεατρικούς ηθοποιούς στην τηλεόραση, γιατί χρειάζονται. Την ανυψώνουν. Ένας λόγος που είναι κακή η τηλεόραση είναι γιατί την έχουν ενοχοποιήσει οι καλοί ηθοποιοί». (Συνέντευξη στον Γεράσιμο Ευαγγελάτο, Ηριδανός, Μάιος 2006).

Βασίλης Παπαβασιλείου: Είμαστε υπήκοοι του ιλίγγου...


Δυναμική η παρουσία του Βασίλη Παπαβασιλείου με την Ιφιγένεια εν Ταύροις του Γκέτε, που την παρουσίασε στο Ωδείο Ηρώδη του Αττικού, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Ελληνικού Φεστιβάλ, σε καινούργια μετάφραση –«σε έρρυθμο πεζό»– του Γιώργου Δεπάστα. Οι άλλοι συντελεστές: σκηνικά-κοστούμια Μαρί - Νοέλ Σεμέ, φωτισμοί Θέμης Μουμουλίδης, επιμέλεια κίνησης Δημήτρης Σωτηρίου, σχεδιασμός ήχου Σπύρος Αραβοσιτάς και διδασκαλία τραγουδιού Θοδωρής Αμπαζής. Στη διανομή: Διώνη Κουρτάκη (ερμήνευσε τον επώνυμο ρόλο), Πέτρος Λαγούτης (Ορέστης), Αλέξανδρος Λογοθέτης (Πυλάδης) και Θόδωρος Κατσαφάδος (Αρκάδας).

«Αφού δεν έχετε σκηνοθετήσει την Ιφιγένεια εν Ταύροις του Ευριπίδη γιατί επιλέξατε να ανεβάσετε την Ιφιγένεια εν Ταύροις του Γκέτε; Δεν σκεφτήκατε ότι μπορεί να θεωρηθεί ακόμα και... αντεθνική η επιλογή;», ρώτησαν Τα Νέα. «Επειδή προτείνω τον ορισμό: "Είμαι Έλλην, άρα τίποτα το παγκόσμιο δεν μου είναι ξένο"» απάντησε, πάντα ετοιμόλογος και ρήτωρ δεινός, ο Βασίλης Παπαβασιλείου. Ο οποίος απόψε ανεβάζει, κρατώντας και τον ρόλο του Θόαντος, την τραγωδία του Γκέτε με τον θίασό του «Εποχή 20.06» τον οποίο σχημάτισε «εις ανάμνησιν της "Εποχής" του 1986» – του πρώτου θεατρικού του σχήματος που πολλά κόμισε στο ελληνικό θέατρο. «Όχι εις ανάμνησιν για την ανάμνηση», έλεγε. «Αλλά ως δήλωση παρουσίας: ότι, παρ' όλα αυτά, είμαστε εδώ και βλέπουμε προς το μέλλον. Αν το θελήσουν και οι θεοί». «Διότι τώρα που οι θεοί αποσύρθηκαν», διευκρίνισε, «τώρα που ο ουρανός είναι πια ακατοίκητος, τώρα που έχει εκθρονιστεί, έχει γκρεμιστεί από το βάθρο του από το 1989, διακόσια χρόνια μετά το 1789, και ο θεός που βάλαμε στη θέση του θεού του ουρανού και που θα μπορούσαμε να τον ονομάσουμε πρόοδο, μας ανήκει πια μόνο ο ίλιγγος. Είμαστε υπήκοοι του ιλίγγου. Αυτό ακριβώς, προφητικά το διαβλέπει ο Γκέτε…» (Συνέντευξη στον Γιώργο Δ.Κ. Σαρηγιάννη, Τα Νέα, 6/6/2006).

ΓΕΩΡΓΟΥΛΗΣ Θόδωρος

(25/9/2004 έφυγε;) Ο Θόδωρος Γεωργούλης γεννήθηκε στην Ήπειρο το 1920. Σπούδασε στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία. Στη διάρκεια της Κατοχής οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ (Σπουδάζουσα Αθήνας). Πήγε στον ΕΛΑΣ, πήρε μέρος σε αρκετές μάχες με τους Γερμανούς και για την αντιστασιακή του δράση "βραβεύτηκε" όπως και τόσοι άλλοι της γενιάς του με στερήσεις και κυνηγητά. Με την κατάταξη του στο στρατό οδηγήθηκε στο τάγμα σκαπανέων στην Κόρινθο και από εκεί στη Μακρόνησο. Μετά τη συντριβή του Δημοκρατικού Στρατού απελευθερώνεται από την Μακρόνησο. Μαζί με κάποιους αποφυλακισμένους Μακρονησιώτες και άλλους αριστερούς νεολαίους ιδρύουν το 1951 την Ενιαία Δημοκρατική Νεολαία Ελλάδος (ΕΔΝΕ). Βασικό σύνθημα της εποχής Ειρήνη - Δημοκρατία - Αμνηστία. Τον Μάρτιο του 1953 συνελήφθη και τον έστειλαν στον Αη-Στράτη, όπου ξεδιπλώθηκε το πλούσιο υποκριτικό ταλέντο του. Πήρε μέρος σε πάνω από 60 θεατρικές παραστάσεις στο θέατρο που είχαν οργανώσει εκεί οι εξόριστοι. Ταυτόχρονα με την μπάσα φωνή του συμμετείχε στη χορωδία. Την περίοδο της δικτατορίας πέρασε για άλλη μια φορά στην παρανομία. Δύο φορές συνελήφθη και οδηγήθηκε στην ασφάλεια. Μετά την μεταπολίτευση εντάχθηκε στις γραμμές της ανανεωτικής Αριστεράς. (Πηγή: Η Αυγή, 30/10/2004).

Αδαμάντιος Λεμός, ζωή αφιερωμένη στο θέατρο

Αφιερωμένος στο θέατρο και στην Ελλάδα ήταν ο Αδαμάντιος Λεμός (Καρδάμυλα Χίου 1916 – Αθήνα 12/6/2006), που ήταν ηθοποιός, σκηνοθέτης, σκηνογράφος, θιασάρχης και δάσκαλος. Σπούδασε στις δραματικές σχολές του Πειραϊκού Συνδέσμου και του Eθνικού Ωδείου με δάσκαλο και σκηνοθέτη τον Mιχ. Kουνελάκη.
Tον χειμώνα του 1939 προσελήφθη στον ημικρατικό θίασο της Mαρίκας Kοτοπούλη όπου και μαθήτευσε κοντά στον Kάρολο Kουν που είχε αναλάβει την «Πειραματική Σκηνή» του θιάσου. Ένα χρόνο αργότερα οργάνωσε συνεταιρικό θίασο με νέους ηθοποιούς της γενιάς του και παρουσίασε ένα μεγάλο ρεπερτόριο στο θέατρο «Zέφυρος» στον Πειραιά. Eπιστρέφοντας στον θίασο Kοτοπούλη έπαιξε σε έργα των Aνούιγ, Φλομπέρ, Εσε κ.ά. Το 1940, με άλλους νέους συναδέλφους του, έστησε θέατρο στα προσφυγικά της Δραπετσώνας και το 1941 στην υποβαθμισμένη περιοχή «Νανά», της λεωφόρου Βουλιαγμένης. Συγκρότησε για δεύτερη φορά θίασο νέων με τους Mίμη Φωτόπουλο και Γιάννη Aργύρη.
Εργάστηκε κοντά στην Kατερίνα, ενώ στη διάρκεια της κατοχής συγκρότησε, με τη σύζυγό του στην Aίγυπτο, στρατιωτικό και στη συνέχεια δικό του θίασο. Στα 1944-1946 πρωτοστάτησε στη δημιουργία του πρώτου επαγγελματικού κυπριακού θεάτρου, του «Προμηθέα», έπειτα δημιούργησε δραματική σχολή, παιδικό θέατρο και ανέπτυξε έντονη θεατρική δράση, και γι’ αυτό τιμήθηκε το 1992 από το υπουργείο Παιδείας και τον Θεατρικό Oργανισμό Kύπρου. Mε το θέατρο Tέχνης έπαιξε σε έργα του Αρθουρ Mίλερ, X. Λίντσεϊ, P. Kράουζ, Tέρενς Pάτιγκαν, ενώ από το καλοκαίρι του 1952 εμφανιζόταν με δικούς του θιάσους.
Στο θέατρο Διονύσια, στην Καλλιθέα, ανέβασε το πρώτο έργο, Xορός πάνω στα στάχυα, του Iάκωβου Kαμπανέλλη. Ανέβασε επίσης τα έργα Eπιστροφή από το Mπούχενβαλτ του Σωτήρη Παπατζή, Nυφιάτικο τραγούδι του Nότη Περγιάλη κ.ά.
Ένα τεράστιο κεφάλαιο στην καλλιτεχνική του ιστορία είναι και η προσφορά του στον ελληνισμό της Aμερικής, όπου δημιούργησε το «Ελληνικό Θέατρο Αμερικής». Από το 1957 έως το 1967 περιόδευε με παραστάσεις στις μεσοδυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ και στον Καναδά, όπου υπήρχε πλήθος Ελλήνων. Από σκηνής, στη Ν. Υόρκη, στις 21 Απριλίου του 1967, εκφράστηκε κατά της δικτατορίας, με αποτέλεσμα τη διάλυση του θιάσου.Tο 1995 υπέγραψε την τελευταία του σκηνοθεσία με το Eθνικό Θέατρο, την Aπαγωγή της Σμαράγδως. Την πλούσια θεατρική του δράση κατέγραψε στο ογκώδες βιβλίο του Η ουτοπία του Θέσπη (εκδόσεις Φιλιππότη, 1989).

Monday, February 19, 2007

Ο Τάσος Μπαντής

«Έφυγε» αναπάντεχα την Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2007, σε ηλικία 56 ετών, ο ιδρυτής και εμψυχωτής του θεάτρου «Εμπρός», Τάσος Μπαντής. O Tάσος Mπαντής είχε γεννηθεί το 1950 στην Κωνσταντινούπολη, και - τι παράξενο - αυτός ο παθιασμένος και ταγμένος του θεάτρου έμελλε να μείνει στη μνήμη του μεγάλου κοινού ως ένας Kωνσταντινουπολίτης: έπαιξε τον παππού στην ταινία του Tάσου Mπουλμέτη «Πολίτικη κουζίνα».
Ο Τάσος Μπαντής τελείωσε την Σχολή θεάτρου του Κυριαζή Χαρατσάρη και την Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε ως ηθοποιός στο ΚΘΒΕ από το 1970 ως το 1972 και στην Αθήνα από το 1974 στο Ανοιχτό Θέατρο του Γιώργου Μιχαηλίδη και στο Θίασο Τζένης Καρέζη - Κώστα Καζάκου. Ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Θεάτρου «Η Σκηνή» (Θέατρο της οδού Κυκλάδων), έπαιξε στην Σπασμένη στάμνα του Χάινριχ φον Κλάιστ και συνεργάστηκε με τον Λ. Βογιατζή στη σκηνοθεσία των έργων: Οι αγροίκοι του Κάρλο Γκολντόνι (1983), Συμφορά από το πολύ μυαλό του Α. Σ. Γκριμπογιέντοφ (1985) και Σε φιλώ στη μούρη... του Γιώργου Διαλεγμένου (1986).
Μετά τη διάλυση της «Σκηνής» πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Θεατρικού Οργανισμού «Μορφές» στο θέατρο «Εμπρός», όπου σκηνοθέτησε τα έργα: Σωσμένος του Έντουαρντ Μποντ (1990), Μικρός Έγιολφ του Χένρικ Ίψεν (1991), Αμερικάνικος βούβαλος του Ντέιβιντ Μάμετ (1992), Σαβάνα Μπέι τnς Μαργκερίτ Ντιράς (1993), Σαν Έλληναs του Στίβεν Μπέρκοφ (1993), Αγριόπαπια του Χένρικ Ίψεν (1994), Η υπόθεση της οδού Λουρσίν του Ευγένιου Λαμπίς (1996), To κρυπτογράφημα του Ντέιβιντ Μάμετ (1996) και Αγγέλα του Γιώργου Σεβαστίκογλου (1997).
Δίδαξε υποκριτική και δραματολογία στην Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης του Θεατρικού Οργανισμού «Μορφές» (1992 - 2000), καθώς και σε ανεξάρτητα σεμινάρια υποκριτικής για νέους ηθοποιoύς. Τον Νοέμβριο του 1999 ίδρυσε την Εταιρεία θεάτρου ΕΜΠΡΟΣ, για την οποία σκηνοθέτησε τα έργα: To τάβλι του Δημήτρη Κεχαΐδη (2000), To ημερολόγιο της άμμου του Δημήτρη Κορδάτου (2001) To έργο για το μωρό του Έντουαρντ Άλμπι (2002) και Ένα ψέμα του μυαλού του Σαμ Σέπαρντ. Τέλoς συνεργάστηκε με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, για το οποίο μετέφρασε και σκηνοθέτησε το έργο του Άλμπι Τρεις ψηλές γυναίκες (2003) και με την εταιρεία θεάτρου Πράξις της Μπέτυ Αρβανίτη, το έργο του Άλαν Έικμπορν Και καλά Χριστούγεννα (2004).

Ερρίκος Μπελιές…



Ο Μπελιές έχει μεταφράσει στα ελληνικά 155 θεατρικά έργα. Αξιοσημείωτη είναι η αναμέτρησή του με όλα τα έργα του μεγάλου Ελισαβετιανού, αλλά και με το μεταφραστικό εγχείρημα του αλησμόνητου Βασίλη Ρώτα. Στη θεατρική περίοδο 2004-2005 σε μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ παίχτηκαν: Ο τελευταίος επισκέπτης του Τ. Ουίλιαμς (θ. Τζένη Καρέζη, Πέτρος Ζούλιας), Τέλος καλό όλα καλά του Σαίξπηρ (ΚΘΒΕ, Γ. Μιχαηλίδης), Honour Τζοάνα Μάρεϊ-Σμιθ (θ. Άλμα, Αθανασία Καραγιαννοπούλου), Φρανκενστάιν ρεντίκουλους του Ντάουνινγκ (Νέο Ριάλτο), Θείος Βάνιας του Τσέχοφ (ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας), Τρικυμία του Σαίξπηρ (Αμφι-Θέατρο).

«Ο μεταφραστής πρέπει να είναι ένας άνθρωπος που αφουγκράζεται την εποχή του. Η δουλειά μου στο Δημόσιο μου προσφέρει μια δεδομένη φόρμα, πάνω στην οποία πρέπει να κινηθώ στο γραπτό λόγο. Η ενασχόλησή μου με δραματικές σχολές, όπου διδάσκω, μου φέρνει τα ακούσματα της νέας γενιάς και μπορώ να καταλάβω προς τα πού πάει η γλώσσα. Η δουλειά του μεταφραστή είναι να μπαίνει στο λεωφορείο, στο μετρό και να μην παίρνει το δικό του αυτοκίνητο. Ν' ακούει συνέχεια. Εγώ φτάνω ν' ακούω τα κουτσομπολίστικα μεσημεριανά της τηλεόρασης με τον ασθματικό λόγο του αδικημένου πολίτη, που νομίζει ότι εκτιθέμενος λύνει το πρόβλημά του. Χωρισμένοι, παντρεμένοι, αδικημένοι βγαίνουν στο γυαλί, νομίζοντας ότι έτσι λύνονται τα προβλήματά τους. Είναι μια δημόσια ψυχανάλυση κι ένας πακτωλός χρημάτων για τα κανάλια. Δεν επιλύονται πράγματα εκεί, απλώς εκτίθενται. Χρειάζεται να τους ακούμε, γιατί προέρχονται από πιο λαϊκές τάξεις. Τα λόγια τους είναι ειλικρινή και πιο πονεμένα. Μας χρειάζονται σε αρκετά έργα του παλαιότερου ρεπερτορίου, αλλά κυρίως του σύγχρονου». (Συνέντευξη του Ερρίκου Μπελιέ στον Γιώργο Βιδάλη, Ελευθεροτυπία, 13/12/2004).

Δέσποινα Μπεμπεδέλη…



(Όταν ερμήνευσε το ρόλο της Εκάβης στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη που παρουσιάστηκε από το Αμφι-Θέατρο σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου): «Νομίζω ότι ο ηθοποιός οφείλει να έχει ανοιχτά τα μάτια του, να παρατηρεί, να προσλαμβάνει, να αποθηκεύει μέσα στη μνήμη του και στον ψυχισμό του τα τερατώδη πράγματα που συντελούνται στην ανθρωπότητα. Γιατί κάποια ώρα καλείται πραγματικά να παίξει, να τα ερμηνεύσει μέσα από θεατρικά έργα, μέσα από τον τραγικό λόγο κυρίως των αρχαίων ποιητών…» (Συνέντευξη στην Αφροδίτη Γραμμέλη, Το Βήμα της Κυριακής, 20/7/2003).

Τζορτζ Στάινερ…



Συγγραφέας και φιλόσοφος εν εγρηγόρσει, μαζί με τον 20ό αιώνα θάβει και τον ανθρωπισμό και προσβλέπει στις επιστήμες για μια νέα ηθική. Γεννημένος στο Παρίσι από Εβραίους γονείς αυστριακής καταγωγής, σπούδασε στο Χάρβαρντ και στην Οξφόρδη, μελέτησε σε βάθος την αρχαιοελληνική σκέψη, δίδαξε συγκριτική λογοτεχνία στο Πρίνστον και στο Kέμπριτζ, είναι ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους κριτικούς και έχει γράψει μια σειρά έργων με μεγάλη απήχηση, κι ανάμεσά τους είναι τα: Ο θάνατος της τραγωδίας (ελλ. έκδοση Εγνατία), Τολστόι και Ντοστογιέφσκι, Μάρτιν Χάιντεγκερ, Μετά την Βαβέλ, Αντιγόνες: Ο μύθος της Αντιγόνης στη Δυτική Λογοτεχνία (ελλ. έκδοση «Καλέντης»).
«Υπάρχει στην υψηλή κουλτούρα τέτοια δύναμη, που οι πραγματικές ανθρώπινες δυστυχίες, κοινότοπες, χυδαίες, χαοτικές, χάνουν σε αντίκτυπο. Το κλάμα της Κορδέλιας είναι πιο ζωντανό, πιο άμεσο, πιο πραγματικό από την κραυγή στο δρόμο. Η αισθητική, η ομορφιά, μια σελίδα του Σέξπιρ, του Καντ, του Ντεκάρτ, του Χέγκελ ή του Μπερξόν, θέτουν σε δεύτερο πλάνο την καθημερινή πραγματικότητα. Έτσι, αφού δίδαξα επί πενήντα δυο χρόνια, αναρωτιέμαι τώρα: Γνώριζα πραγματικά τι έκανα; Μπορούμε να εδραιώσουμε ένα δεσμό ανάμεσα στην υψηλή καλλιέργεια και μια πιο ανθρώπινη συμπεριφορά; Θέτω ασταμάτητα αυτό το ερώτημα στον εαυτό μου…» (Συνέντευξη στον Dominique Simonet (L’Express), Η Καθημερινή, 14/1/2001).

Κωνσταντίνος Τζούμας



Ηθοποιός με παιδεία και πνευματικότητα ο Κωνσταντίνος Τζούμας προκάλεσε αίσθηση με την ερμηνεία του στους μονόλογους Εγώ δεν του Βασίλη Αλεξάκη στη σκηνή της Αθηναΐδας πριν ένα περίπου χρόνο. Μας είχε κάνει εντύπωση μια φράση από την κριτική του Γιάννη Βαρβέρη στην Καθημερινή (18/4/2004): «Εραστής του μινιμαλισμού, εισαγγελέας της κοινοτοπίας και μάστορας του τάιμινγκ, ο πολύτιμος μεταξωτός Κωνσταντίνος Τζούμας δεν άφησε πτυχή του έργου αφώτιστη και ανεκμετάλλευτη». Νομίζουμε ότι έτσι είναι…
Έχετε άγχος όταν ανεβαίνετε στη σκηνή; «Oχι, δεν έχω άγχος. Αυτό που νιώθω μοιάζει πιο πολύ με αυτό που αισθάνεσαι όταν περιμένεις στο σαλόνι ενός γιατρού, μια πίεση στο στομάχι, μια εγρήγορση, κάτι που καιροφυλακτεί. Νομίζω ότι έχω μια ισορροπία που αδυνατώ να εντοπίσω από πού προέρχεται. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με τις διαπιστώσεις μου για το ανθρώπινο είδος -ενώ είναι μελαγχολικές, προς τα έξω βγαίνω αισιόδοξος. Αδυνατώ να καταλάβω πώς γίνεται αυτό». Ποια μπορεί να είναι η απάντηση; «Νομίζω ότι μπαίνω στην περιπέτεια να εξαπατήσω τον εαυτό μου. Συμπεριφέρομαι σαν τους μεγάλους απατεώνες, που μπορούν να σε κάνουν να πιστέψεις ότι η μέρα είναι νύχτα». Από τους γονείς σας τι έχετε κρατήσει; «Θα προτιμούσα να είχα κρατήσει τα εκατομμύρια που σπατάλησε ο πατέρας μου αλλά δεν προέκυψε! Τελικά αυτό που έμεινε είναι η ευγένεια και οι τρόποι της μητέρας μου, αλλά και ένα στοιχείο του πατέρα μου που συμπυκνώνεται στο εξής μότο: «Ας παίξουμε αυτό το παιχνίδι χωρίς να το κάνουμε και πολύ θέμα». (Συνέντευξη στον Νίκο Νικητέα, περ. MEN, τ. 128, 14/4/2004).

Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης



Ηθοποιός της καινούργιας γενιάς, απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου (1991), ταλαντούχος, με προσωπική γοητεία, βλέμμα παραπονεμένο και αγαπησιάρικο, με καλλιέργεια και μια σειρά καλών και αμφιλεγόμενων παραστάσεων, απέκτησε ενθουσιώδεις νέους και μεγαλύτερης ηλικίας θαυμαστές αλλά και επικριτές. Για ορισμένους, είναι ένα καλό δείγμα στο λάιφ στάιλ της εποχής μας.
«Δεν με νοιάζουν οι επιταγές της μόδας. Καλά-καλά δεν γνωρίζω τις μουσικές της εποχής μου. Δεν αντιπροσωπεύω και δεν θέλω να αντιπροσωπεύω τίποτα και κανέναν στο λεγόμενο λάιφ στάιλ. Γιατί απλά, δεν εφηύρα τον εαυτό μου. Δεν ακολουθώ καμία στρατηγική και δεν έχω ενοχή αν αυτό που κάνω έχει λαϊκή αποδοχή. Είμαι ένας επαγγελματίας που ζω από τη δουλειά μου, έχοντας συνειδητά αποφύγει τον κίνδυνο να γίνω ο εμπορικός ηθοποιός της αγοράς. Μπαίνοντας στον κόσμο του θεάτρου διαπίστωσα, ότι υπάρχει ένα ζωτικό ψεύδος που διαχωρίζει τους καλλιτέχνες σε σοβαρούς και ελαφρείς. Επιδίωξή μου, και όλων των παιδιών της γενιάς μου, είναι να διεκδικήσουμε τη δυνατότητα να είμαστε παραπάνω από ένα πράγματα. Προσπαθώ να δουλεύω καλλιεργώντας τον εαυτό μου χωρίς να χάσω την παιδική, καλή διάθεση. Απολαμβάνω τη χαρά της ζωής και της δουλειάς. Πιστεύω πως το ψέμα του θεάτρου είναι πολύ πιο ενδιαφέρον από την αλήθεια του. Υπάρχει κάτι στη ρίζα του που προκαλεί βαθιά χαρά. Το ζήτημα είναι πώς το χειρίζεσαι»… (Συνέντευξη στην Έλενα Δ. Χατζηιωάννου, Τα Νέα, 24-10-2003).

Αθηνά Μαξίμου…



Και η ματαιοδοξία, αναπόσπαστο στοιχείο αυτής της δουλειάς; «Εξαρτάται τι ποιότητας είναι, προς τα πού κατευθύνεται. Είναι λάθος να πηγαίνεις κόντρα στις επιθυμίες σου. Δεν είναι κακό να θέλεις τη διασημότητα ή τα χρήματα. Κακό είναι, κρυμμένος πίσω από κοινωνικά προσχήματα, να μην το κάνεις επειδή θα σε κακοχαρακτηρίσουν. Προσπαθώ να αφήνομαι στη ζωή γενναιόδωρα, χωρίς κακές σκέψεις. Δεν νοιάζομαι πια μήπως με παρεξηγήσουν κι αυτό με ισορροπεί. Κάποτε ήμουν απόλυτη, αυστηρή, αρνητική. Τώρα ξέρω πως δίπλα στον δικό μου κόσμο υπάρχει κι ένας άλλος. Δεν τον φοβάμαι, δεν τον κρίνω. Επίσης απαλλάχτηκα απ' αυτή τη θλιβερή και επιζήμια προς όλους προσπάθεια, ν' αλλάξω τον άλλον. Ξαναδιαβάζω την εμπλουτισμένη έκδοση "Το βιβλίο της ανησυχίας" του Πεσόα και σκέφτομαι τη ζώνη ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα. Νομίζω πως αυτή είναι η περιοχή που καλύπτει το θέατρο. Οπως λέει και ο Βασίλης [σσ. Παπαβασιλείου], εκεί κινείται ο ηθοποιός: "Ανάμεσα στο φως και τη σκιά"». (Συνέντευξη στην Έφη Μαρίνου, Ελευθεροτυπία, 20/2/2005).

Ζωή Λάσκαρη…



Το ζήτημα είναι ότι η Ζωή Λάσκαρη δεν παρέδωσε τα όπλα και τόλμησε να παίξει στην Ευαίσθητη ισορροπία του Έντουαρντ Άλμπι, σε σκηνοθεσία Νίκου Καραγέωργου στο θέατρο Αθηναΐς. Προηγήθηκαν άλλα τρία έργα του Άλμπι: Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ, Τρεις ψηλές γυναίκες και η Συνάντηση. (Σε μια συνέντευξή της με τον Δημήτρη Γκιώνη είπε: «Δεν τον θεωρώ σκηνοθέτη τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, δεν μου αρέσει καθόλου. Θέλετε να πω αλήθειες ή ψέματα; Αυτή είναι η άποψή μου»). Θεώρησε ότι ταίριαζε στο έργο Διαμάντια και Mπλουζ της Λούλας Aναγνωστάκη, πάλι στην Αθηναΐδα…
«Μου αρέσει η διαδικασία της πρόβας, οι σχέσεις με τους συνεργάτες, η ουσιαστική επικοινωνία. Και μετά οι παραστάσεις, κάθε μέρα τόσο διαφορετικά ίδιες και οι ηθοποιοί κάθε βράδυ “καινούργιοι”. Η πιο μεγάλη φιλοδοξία μου είναι να δεθούμε σαν ομάδα με κοινή αγάπη γι’ αυτό που κάνουμε και να λειτουργούμε σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Το θέατρο, αγάπη μου, είναι παρτούζα»! (Συνέντευξη στην Έλενα Δ. Χατζηιωάννου, Τα Νέα, 27/6/2003).

Ταμίλα Κουλίεβα…

«Μα δεν είπαμε ότι η τέχνη θα σώσει τον κόσμο. Οι τέχνες θέτουν ερωτήματα. Απαντήσεις δίνουν οι επιστήμες Εξάλλου, στόχος δικός μας, των ηθοποιών συγκεκριμένα, είναι νομίζω να γίνουμε πρώτα εμείς καλύτεροι, ελπίζοντας σαν προέκταση, να μεταφέρουμε κάτι θετικό και στους άλλους ανθρώπους, τους αποδέκτες της δουλειάς μας. Το σημαντικότερο για μένα είναι να θέτεις ερωτήματα, προκαλώντας το θεατή να προβληματιστεί πάνω σ’ ένα θέμα που μπορεί να μην είχε σκεφτεί ποτέ, ή να αντιμετωπίσει μια κατάσταση που δεν είχε διανοηθεί ότι συμβαίνει δίπλα του. Σημασία τελικά έχει να ανοίγουν τα μάτια μας και να βλέπουμε πιο σφαιρικά τα πράγματα…» (Συνέντευξη στην Ματίνα Καλτάκη, Ο Κόσμος του Επενδυτή, 19-20/4/2003).

Λυδία Κονιόρδου…



Έπαιξε για δεύτερη σεζόν την υπηρέτρια Γκρούσα στον Κύκλο με την κιμωλία του Μπέρτολτ Μπρεχτ που παρουσίασε το Εθνικό Θέατρο στο θ. Κάππα, σε μετάφραση Πέτρου Μάρκαρη και σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου. Για τη σκηνοθεσία της στον Ίωνα του Ευριπίδη που παρουσιάστηκε από το Εθνικό Θέατρο η Θυμέλη (Ριζοσπάστης, 10/9/2003) έγραψε «είχε διάνοια, τόλμη, χιούμορ, αλλά και μέτρο κι ακροβατούσε ισόρροπα, με ευγένεια και πνευματώδη χάρη, μεταξύ δραματικού και κωμικού, πραγματικότητας, ποίησης και φαντασίας…».
«Η σκηνοθετική μου άποψη, εν γένει, δεν είναι να προτάσσω την πρωτοπορία. Γιατί αν στοχεύουμε στην πρωτοπορία, μένουμε στην πρωτοπορία, η οποία στέκεται εμπόδιο ανάμεσα στον θεατή και την ουσία του έργου – δεν λέω ότι δεν γίνονται αναγνώσεις σύγχρονες με επιτυχία. Στη δική μου περίπτωση, ξεκινάμε πάντα με την προσήλωση στο έργο και σε αυτά που αποκαλύπτει Προσερχόμαστε με γνησιότητα και σεμνότητα σε αυτό και από κει πηγάζει οποιοσδήποτε κώδικας με τον οποίο προσπαθούμε να φωτίσουμε το έργο. Δεν προηγείται ο κώδικας. Η προσπάθειά μου, ο τρόπος μου είναι να χρησιμοποιώ κώδικες που δεν ξαφνιάζουν άμεσα τον θεατή έτσι ώστε να μπορώ να τον ξαφνιάσω με την ίδια την ουσία του έργου. Η ουσία του έργου με ενδιαφέρει...» (Συνέντευξη στην Αντιγόνη Καράλη, Έθνος της Κυριακής, 13-19/7/2003).

Φιλαρέτη Κομνηνού



Η Φιλαρέτη Κομνηνού ερμήνευσε τη Φαίδρα στον Ιππόλυτο του Ευριπίδη που ανέβασε το Εθνικό Θέατρο το 2003 στην Επίδαυρο και σε περιοδεία, σε μετάφραση Στρατή Πασχάλη και σκηνοθεσία Βασίλη Νικολαΐδη.
Ενας ηθοποιός για να ερμηνεύσει ρόλο αρχαίας τραγωδίας πιστεύετε ότι πρέπει να διαθέτει ειδικά προσόντα, πρέπει να έχει θητεύσει στο είδος ή δεν είναι και τόσο απαραίτητες αυτές οι προϋποθέσεις; «Ανάμεσα σε μία τηλεόραση και ένα μπουλβάρ το να "ρίχνουμε", και μια Επίδαυρο, όπως έχει αποδείξει η ιστορία του θεάτρου αυτού, είναι ο εξευτελισμός του ηθοποιού. Δεν είναι ένα είδος εύκολο το αρχαίο δράμα και απαιτεί μια τεχνική συγκεκριμένη και ένα ειδικό χάρισμα. Είναι ανοικτός ο χώρος και επειδή χρειάζεται μια εκπομπή ενέργειας τεράστια η οποία περνάει μέσα από ένα όργανο φωνητικό, αν δεν διαθέτει ο ηθοποιός αυτό το χάρισμα, βλέπεις ότι σμικρύνεται, ελαχιστοποιείται πάνω στη σκηνή. Πιστεύω πολύ πάντως στο θέμα της ενέργειας που επιβάλλουν αυτοί οι χώροι. Προσκηνοθετούν αυτοί οι χώροι. Γι' αυτό χρειάζεται να είσαι ένα σώμα παλλόμενο και η ενέργεια που στέλνεις να είναι πάρα πολύ ισχυρή»… (Συνέντευξη στην Ιωάννα Κλεφτογιάννη, Ελευθεροτυπία, 30/6/2004).

Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης...

Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης θαλερός, αισιόδοξος (αφού εξακολουθεί να δημιουργεί), έδωσε το παρών στο Θέατρο Εξαρχείων με τον μονόλογό του, Οι δύσκολες νύχτες του Kυρίου Θωμά, που μαζί με το μονόπρακτο του Άρθουρ Mίλερ Δεν θυμάμαι τίποτα, αποτελούν την παράσταση με γενικό τίτλο «Δύσκολες νύχτες» σε σκηνοθεσία Tάκη Bουτέρη. Στη Θεσσαλονίκη, στο θέατρο Αμαλία, η Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης», ξαναπαρουσιάζει τα μονόπρακτά του με τον τίτλο «Άντρες σε κρίση» σε σκηνοθεσία της Γλυκερίας Καλαϊτζή, και σύντομα ο Κέδρος εκδίδει τον 8ο τόμο των θεατρικών του με τα έργα Το μεγάλο μας τσίρκο, Ο εχθρός λαός και H αποικία των τιμωρημένων.

«Οταν έχεις γράψει περίπου 40 έργα, δεν μπορείς πια να ξεχωρίσεις έργο, αλλά μια σκηνή από το ένα, έναν χαρακτήρα από το άλλο, ένα κομμάτι μικρό ή μεγάλο. Υπάρχουν όμως κάποια έργα με τα οποία σε συνδέει κάτι, έξω απ' την θεατρική υφή τους. Εγώ την Αυλή των Θαυμάτων π.χ., έχω βαρεθεί να την ακούω και να τη βλέπω. Της οφείλω όμως πάρα πολλά, είναι η πρώτη επιτυχία μου, το έργο που με καθιέρωσε. Με το Παραμύθι χωρίς όνομα, αντίθετα, με συνδέει η αποτυχία της πρώτης παράστασης και η πίκρα που μου έδωσε. Ενώ με το "Μεγάλο μας τσίρκο", στην περίοδο της χούντας, με συνδέει το πολιτικό γεγονός. Ομως αυτό που με ικανοποιεί, με χαροποιεί θα έλεγα, είναι ότι μπόρεσα να συνεχίσω και μετά απ' αυτά. Και να χαρακτηρίζεται η περίοδος από το '90 ώς το 2000 περίπου, η πιο παραγωγική -και όντως έγραψα τα περισσότερα έργα στα γεράματά μου- και η πιο σημαντική της δουλειάς μου». (Συνέντευξη του Ιάκωβου Καμπανέλλη στην Όλγα Μπακομάρου, Ελευθεροτυπία, 6/11/2004).

Δημήτρης Ήμελος: Συλλογικότητα δεν σημαίνει κατάργηση της ατομικότητας



Ο Δημήτρης Ήμελλος (37 ετών) πέρασε από τη Νομική Σχολή και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Βασίλη Διαμαντόπουλου και του Διομήδη Φωτιάδη, ενώ θα μαθητεύσει για ένα χρόνο στη σχολή GITIS στη Μόσχα. Συμμετείχε στις παραστάσεις: Ιφιγένεια εν Ταύροις της Άννας Κοκκίνου, Οιδίπους επί Κολωνώ και Υπέροχος κερατάς του Κρόμελινκ σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη, Πέρσες σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή, Φρεναπάτη του Τόνι Κούσνερ, H νοσταλγός με το «Ηθοποιών Θέατρο», Αγάπης αγώνας άγονος, Αυτό που δεν τελειώνει - εκδοχές I και II, Μήδεια, Μολιέρος του Μπουλγκάκοφ… Νιώθει οικείο χώρο την Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και απονέμει τα δέοντα στον Στάθη Λιβαθινό που του συμπαραστάθηκε. Το 2001 τιμήθηκε με το Βραβείο Δημήτρης Χορν.

«Πολλοί ηθοποιοί που αναγκάζονται για βιοποριστικούς λόγους να διασκορπίζονται σε εξωθεατρικές δραστηριότητες, μου θυμίζουν τους ποδοσφαιριστές του παλιού ελληνικού ποδοσφαίρου. Τότε καθένας έπαιρνε τη μπάλα και έκανε μόνος του την προσπάθειά του. Στο θέατρο, όμως, μια ανάλογη κατάσταση είναι καταστροφή. Και ας ξεκαθαρίσω εδώ ότι συλλογικότητα δεν σημαίνει κατάργηση της ατομικότητας κάτω από την απόλυτη εξουσία του σκηνοθέτη, ούτε συνδέεται μ’ ένα θίασο του οποίου η δουλειά πλαισιώνει απλώς την ερμηνεία του πρωταγωνιστή, ούτε ότι δεν υπάρχουν διαφωνίες και ότι εκτός θεάτρου κάνουμε στενή παρέα. Συλλογική δουλειά σημαίνει δουλειά μιας ομάδας προσωπικοτήτων, όπου ο καθένας διατηρεί την ατομικότητά του αλλά και την ευθύνη του απέναντι στο σύνολο, ισότιμα. Ο καθένας οφείλει να έχει τη θέση του στα πράγματα αλλά και συνολική ματιά...» (Συνέντευξη στην Ματίνα Καλτάκη, Ο κόσμος του Επενδυτή, 28-29/6/2003).

Ο Πιέρ Βιντάλ-Νακέ...



Μια εξέχουσα φυσιογνωμία του πνεύματος, ο Pierre Vidal-Naquet ασχολήθηκε με την ελληνική ιστορία και μνημονεύουμε το εξαιρετικό βιβλίο του που ο Γιάγκος Ανδρεάδης και η Πέπη Ρηγοπούλου μετέφρασαν το 1983: Ο Μαύρος Κυνηγός (Le Chasseur Noir) – μορφές σκέψης και μορφές κοινωνίας στον ελληνικό κόσμο (εκδόσεις Λιβάνη). Διανοούμενος που ουδέποτε στάθηκε στην άκρη των καυτών γεγονότων της εποχής του, αλλά πάντοτε πήρε θέση. Δεδηλωμένος φίλος της χώρας μας και του λαού της που τον αγαπά «γι’ αυτό που είναι και όχι για τα ονόματα με τα οποία κάποτε τιτλοφορείται»…

«Η τραγωδία δεν μπορεί να μιλήσει άμεσα για το παρόν όσο θα διατηρεί την αρχαιοπρεπή μορφή της. Εγώ δεν συμφωνώ καθόλου με την ορθόδοξη άποψη για το ανέβασμα των σχετικών παραστάσεων. Μια ηθοποιός μου έλεγε ότι μόνο κάτω από τον ελληνικό ουρανό μπορεί κανείς να ερμηνεύσει μια τραγωδία. Τσακωθήκαμε. Έχω κάνει μια μελέτη για το πρώτο ανέβασμα αρχαίας τραγωδίας σε σύγχρονη γλώσσα. Ήταν ο Οιδίπους Τύραννος που παρουσιάστηκε στο θέατρο “Παλάντιουμ” της Βιτσέντζα τον 16ο αιώνα, χωρίς μάσκες. Διότι όπως έλεγε ο σκηνοθέτης, η λειτουργία της μάσκας ήταν πολύ διαφορετική στις δυο εποχές. Η καλύτερη πάντως παράσταση που έχω δει εγώ ήταν το 1982 οι Επτά επί Θήβας, σε μετάφραση, σκηνοθεσία και σκηνογραφία του Γιάννη Τσαρούχη. Αυτό που με εντυπωσίασε ήταν ότι ο Χορός του δεν μιλούσε με μια φωνή όπως συνήθως, αλλά κάθε μέλος του μιλούσε με τη σειρά του – πράγμα που έκανε την παρέμβαση του Χορού πολύ πιο αποτελεσματική. Πιστεύω ότι πρέπει να είμαστε ανοιχτοί σε διάφορες αναγνώσεις της αρχαίας τραγωδίας και δεν αρνούμαι τις προσπάθειες εκσυγχρονισμού των παραστάσεων…» (Συνέντευξη στην Μικέλα Χαρτουλάρη, Τα Νέα, 13/1/2001).

Εβίτα Ζημάλη: Στο θέατρο δεν είσαι μόνος σου...



Έπαιξε στο Εθνικό Θέατρο: στη Βιομαγεία της Μαριάννας Κάλμπαρη σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη, στον Ίωνα του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Λυδίας Κονιόρδου, στους Φοιτητές του Γρηγορίου Ξενόπουλου σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου, και στο έργο του Σαίξπηρ Αγάπης αγώνας άγονος του Σέξπιρ σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού. Η πιο πρόσφατη συνεργασία της ήταν με τη Μαρία Μαραγκού στο νέο θέατρο Άλμα στο έργο Honour της Τζοάνα Μάρεϊ-Σμιθ, σε σκηνοθεσία Αθανασίας Καραγιαννοπούλου.
«Επιτυχία για μένα είναι οτιδήποτε διαλέγεις να κάνεις στη ζωή σου, να εκφραστείς, να κατακτήσεις την ακεραιότητα. Το θέατρο, βεβαίως, έχει σχέση με δόξα και καταξίωση. Επιδιώκω όχι να φτάσω ψηλά, αλλά να φτάσω βαθιά στην τέχνη μου όσο χρόνο κι αν χρειαστεί, απολαμβάνοντάς το στην πορεία. Στο θέατρο δεν είσαι μόνος σου. Συνυπάρχεις, παίρνεις από τον άλλον, κάνεις διάλογο, βουτάς στον εαυτό σου. Ενας καλός ηθοποιός νομίζω ότι πρέπει να έχει τα πόδια του στη γη και το κεφάλι του στα σύννεφα». (Συνέντευξη της Εβίτας Ζημάλη στον Γιώργο Βιδάλη, Ελευθεροτυπία, 25/1/2005).

Άκης Δήμου: Το θέατρο, όπως κι η ζωή, είναι ένα παιχνίδι



Σε μια θεατρική περίοδο τρία έργα μαζί δεν είναι και λίγο. Κάτι σημαίνει! Ο Άκης Δήμου (από την Αμαλιάδα στη Θεσσαλονίκη…) φαίνεται πως βρίσκεται σε μια καλή δημιουργική στιγμή. Τα έργα: Ένα φως για κάθε σκοτάδι από την Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης» στο Θέατρο Αμαλία, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου, Η Μαργαρίτα Γκωτιέ ταξιδεύει απόψε στο Θέατρο Άνεσις, σε σκηνοθεσία Αντώνη Καλογρίδη, Ντέστινι στο Θέατρο του Νέου Κόσμου στην Αθήνα (και φέτος στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης), σε σκηνοθεσία Έλλης Παπακωνσταντίνου (Κώστας Γεωργουσόπουλος: «Ο Δήμου χωρίς να πρωτοτυπεί σε θέματα έχει κατορθώσει να ανακαλύπτει νέες γωνίες λήψης και ενδιαφέρουσες συγκρούσεις χαρακτήρων μέσα στα πλαίσια της τρέχουσας ελληνικής κοινωνικής συνθήκης», Τα Νέα, 3/1/2005).
«Το θέατρο, όπως κι η ζωή, είναι ένα παιχνίδι. Κι η σχέση με τη συγγραφή το ίδιο. Αξίζει να αντιμετωπίζεις το θέατρο σαν ένα παιχνίδι με όλη την απαιτούμενη σοβαρότητα. Να παίζεις δηλαδή όχι με αφέλειες, ζαβολιές, ίντριγκες, αλλά με καθαρότητα και διαύγεια σεβόμενος τους κανόνες αλλά και ανατρέποντάς τους όταν χρειάζεται. Και να έχεις πάντα στο μυαλό σου ότι δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα παιχνίδι απ' όπου ο καθένας μπορεί να βγει είτε νικητής είτε χαμένος, ανάλογα… Αισθάνομαι κατά διαστήματα την ανάγκη ενός διαλόγου με παλιότερα κείμενα και παλιότερους συγγραφείς. Μια ανάγκη που επανέρχεται όλο και περισσότερο έντονη ν' ασχολούμαι με τέτοια κείμενα, εμβληματικά έως και αρχετυπικά… Η καθημερινότητά μου τροφοδοτείται από τη δουλειά μου και την προσωπική ζωή μου. Η συγγραφή βεβαίως με απασχολεί πολλές ώρες, δεν είναι όμως επαγγελματική η σχέση μου με το θέατρο, όπως είναι ενός ηθοποιού ή ενός σκηνοθέτη που είναι συνεχώς εκεί. Με τα χρόνια δεν ξέρω πλέον ποια είναι η λεπτή κόκκινη γραμμή που χωρίζει αυτά τα δύο. Συχνά στην καθημερινότητά μου ακούω μισοαρχινισμένους διαλόγους, βλέπω εικόνες κι αισθάνομαι ότι μπορώ να τα βάλω στη σκηνή. Και στη διαδικασία των προβών, ότι υπάρχουν πράγματα που είναι αληθινή ζωή. Δύο όψεις του ίδιου νομίσματος…» (Συνέντευξη στον Γιώργο Βιδάλη, Ελευθεροτυπία, 22/12/2004).

Λευτέρης Βογιατζής: Είμαστε αυτοδίδακτοι...



Πάντοτε ριζοσπαστικές οι απόψεις του Λευτέρη Βογιατζή, αλλά και οι παραστάσεις του. Μια σταθερή αξία στο ελληνικό θέατρο που καταφέρνει να ανανεώνεται, δείχνοντας ένα πρωτόγνωρο δυναμισμό. Το 1981 ίδρυσε την Εταιρεία Θεάτρου Η Σκηνή «με τη συνεργασία έξι ακόμα ηθοποιών». Σκηνοθέτησε (από κοινού με τον Βασίλη Παπαβασιλείου) κι έπαιξε στη Σπασμένη Στάμνα του Κλάιστ, σκηνοθέτησε κι έπαιξε στους Αγροίκους του Γκολντόνι, στη Συμφορά από το πολύ μυαλό του Γκριμπογιέντοφ. Το 1988 ίδρυσε τη Νέα Σκηνή. Σκηνοθέτησε κι έπαιξε στις παραστάσεις: Θείος Βάνιας του Τσέχοφ, Ρίττερ, Ντένε, Φος του Μπέρνχαρντ, Αντιγόνη του Σοφοκλή, Κατσούρμπος του Χορτάτση, Με δύναμη από την Κηφισιά των Κεχαϊδη-Χαβιαρά, Σχολείο των γυναικών του Μολιέρου, Σ’ εσάς που με ακούτε της Λούλας Αναγνωστάκη (ο Μηνάς Χρηστίδης είχε γράψει ότι «αυτό το έργο, σ' αυτή την παράσταση, δεν το χάνει κανένας “μανιακός” του θεάτρου» (Ελευθεροτυπία, 22/2/2003), Τέφρα και Σκιά του Χάρολντ Πίντερ, Καθαροί πια και Λαχταρώ της Σάρα Κέιν, Νύχτα της Κουκουβάγιας, Σε φιλώ στη μούρη (Βραβείο Σκηνοθεσίας Καρόλου Κουν, 1986-87) και Bella Venezia του Γιώργου Διαλεγμένου…

«Το "γιατί" ανεβάζω ένα συγκεκριμένο έργο με απασχολούσε ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια της Σκηνής. Μετά άλλαξα. Έκρυβε μεγάλη έπαρση το να νομίζεις ότι όλα τα πράγματα μπορείς να τα δεις λίγο "επιστημονικοποιημένα". Να μην μπορείς να υποταχθείς σε αυτό που σου αρέσει και να το επιλέξεις εκείνη τη στιγμή. Ολα βέβαια υπακούουν σε μια ανάγκη. Παλιά θέλαμε να ανταποκριθούμε και σε ορισμένα αιτήματα της εποχής, που δημιουργούσαν μια πιο σοβαρή εντύπωση για το θέατρο. Σήμερα δεν ισχύει για μένα πια αυτό. Γι' αυτό και είμαστε αυτοδίδακτοι. Στην τέχνη όμως υπάρχουν μη αυτοδίδακτοι; Κάθε ανέβασμα είναι για μένα και μια μαθητεία. H διαφορά είναι ότι τώρα πια ξεκινάω με κάποιες ενδείξεις: Οτι το έργο δεν είναι δικό μου, αλλά ότι πρέπει να το κάνω δικό μου για να ζήσει. Οτι η σελίδα δεν έχει την ίδια σειρά στο μυαλό του συγγραφέα και ότι εμείς πρέπει να την υπακούσουμε. Όλο το θέατρο παίρνει στα σοβαρά τη σελίδα. Χάνεται έτσι η λειτουργία της φαντασίας, η ιδιοποίηση. Για να το κάνεις δικό σου πρέπει να αφήσεις τον εαυτό σου ελεύθερο, χωρίς να φοβηθείς. Αλλά δεν υπάρχει τόλμη στο θέατρο. Υπάρχουν πολύ ισχυρά ταλέντα, αλλά δεν υπάρχει τόλμη. Τόλμη στον ηθοποιό εννοώ, ανάγκη να δημιουργεί προβλήματα, σαν μια φυσιολογική κατάσταση, ώστε να χρειάζεται να λύσει κάτι...». Συνέντευξη του Λευτέρη Βογιατζή στη Μυρτώ Λοβέρδου, Το Βήμα, 16/11/2003).

Γιώργος Βέλτσος: ο θάνατος και ο έρωτας!



Η ενασχόληση του Γιώργου Βέλτσου με το θέατρο είναι πάντα μια γόνιμη πρόκληση για τους δημοσιογράφους. Ο ίδιος δηλώνει ότι είναι «μανιακός» με το θέατρο. Έγραψε το θεατρικό έργο Camera degli sposi που ανέβηκε στο Στούντιο Ιλίσια από τον Μιχαήλ Μαρμαρινό και στη συνέχεια Τα χώματα που σκηνοθέτησε η Ρούλα Πατεράκη. Ακολούθησε η Αναγγελία, σε σκηνοθεσία Κωστή Καπελώνη. Καθηγητής ήδη, φοίτησε στη σχολή του Άκη Δαβή. Έκανε εντύπωση η είδηση ότι θα ερμηνεύσει το Διόνυσο στην παράσταση των τριτοετών της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, τη βασισμένη στη σκηνή του αγώνα των Βατράχων του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη…

«Μπορεί οι παραστάσεις του Βογιατζή να είναι εκπληκτικές, αλλά δεν μου αρέσει ο Διαλεγμένος. Όριό μου είναι η Αναγνωστάκη, παραπάνω δεν πηγαίνω... Μου αρέσει ο Δημητριάδης που προτιμούν ελάχιστοι ή ο ευφυής, αμετανόητος Κιμούλης. Διαφωνώ με τον αξιόλογο και φίλο Χρήστο Μποκόρο, οπαδό της αναπαράστασης. Ο Βαν Γκογκ γράφει στον αδελφό του "μου λείπει ένα κίτρινο" και μετά κόβει το αφτί του... Σ' όλες τις τέχνες αυτό που ενδιαφέρει δεν είναι το ωραίο αλλά το υψηλόν, το οποίο είναι μη παριστώμενο. Παρά το γεγονός ότι δεν μπορούμε να το εκφράσουμε, οφείλουμε να μαρτυρήσουμε υπέρ του μη παριστάμενου και να δούμε την αναπαράσταση ως ευκολία, ναρκωτικό στη συνείδηση. [Είστε αιρετικός, με τάσεις αυτοανάφλεξης, όπως σας αποδίδουν. Πώς ισορροπείτε τόσα χρόνια ανάμεσα σε ρήξεις και συνεχείς ανατροπές;] Ήμουν πείσμων στις θέσεις μου. Τώρα στα εξήντα μου, νιώθω μια... στημένη αναγνώριση. Ξέρω πολλούς που περίμεναν πώς και πώς την κατάρρευση, τη γελοιοποίησή μου. Δεν θα επέλεγα σε καμιά περίπτωση τον ρόλο ενός Ράμφου... Να, αυτό το παραλήρημα, όπως μου καταλογίζουν, ήθελα να αποφύγω μαζί σας και δεν τα κατάφερα... Ο Πεσόα λέει πως νικάει όποιος ποτέ του δεν τα καταφέρνει, πως δυνατός είναι μόνον όποιος αποθαρρύνεται. Νίκησα σε εισαγωγικά. Η στόφα μου διεκδικεί συνεχώς την κρίση. Για ποιο λόγο θέλω εκ του μηδενός να δοκιμάζομαι στην ποίηση, στο θέατρο, αύριο στην ζωγραφική όπως ο Γκρίναγουεϊ; Γιατί έχω ανάγκη από ένα εσωτερικό δικαστήριο. Ίσως, γιατί δεν τα έχω καταφέρει. Δεν υπήρξα ποτέ ο θεωρητικός Ντεριντά, ο Κακναβάτος ή ο Καρούζος στην ποίηση. Ο λόγος για τον οποίον ζητώ να κατακτήσω πεδία δεν είναι ναπολεόντειος. Δεν πρόκειται για ιμπεριαλισμό, αλλά για τη δοκιμασία κάποιου που αντιλαμβάνεται συνεχώς πως δεν τα έχει καταφέρει. Ενέχει μια φαουστική σημασία αυτή η αλλαγή επιπέδων. Η φαντασίωσή μου είναι η νεότης. Ενα είδος νεύρωσης, θα πείτε. Αλλ' αυτή είναι η ζωή μου. Το κύτταρο, η μάνα, οι παιδικές αρρώστιες, δεν ξέρω. Αν σταματήσω, νεκρώνομαι. Είμαι ένα δυναμό στη ρόδα του ποδηλάτου. Άμα σταματήσει σβήνει το φανάρι. Πρέπει συνεχώς να μεταβάλλω "χίλια επίπεδα" που λέει ο Ντελέζ. Άλλωστε δυο είναι οι μαέστροι: ο θάνατος και ο έρωτας». (Συνέντευξη στην Έφη Μαρίνου, Ελευθεροτυπία, 5/6/2005).

Άννα Βαγενά: Έχω ταλαιπωρηθεί από ημιμαθείς σκηνοθέτες!

«Έχω ταλαιπωρηθεί από ημιμαθείς σκηνοθέτες!». Τόλμησε να το πει η Άννα Βαγενά. Και καλά έκανε. Γιατί ποιος μπορεί ν’ αρνηθεί ότι έχουμε κατακλυστεί από ημιμαθείς; Το ανέβασμα του Γυάλινου κόσμου του Τενεσί Ουίλιαμς στο θ. Μεταξουργείο με σκηνοθέτη τον Σέρβο, πρώην διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου της Γιουγκοσλαβίας, νυν διευθυντή του Δραματικού Θεάτρου Βελιγραδίου, Νεμπόισα Μπράντιτς, της έδωσε την αφορμή να πει κάτι που δύσκολα θα το έλεγε ηθοποιός μας.

- Γιατί παίρνετε το βάπτισμα του πυρός στον Τενεσί Ουίλιαμς με έναν μη Έλληνα σκηνοθέτη;
«Γιατί αυτοί οι άνθρωποι έχουν κατ' αρχάς παιδεία! Αυτό που λείπει, δυστυχώς, από πολλούς δικούς μας σκηνοθέτες. Ανακηρύσσονται στην Ελλάδα με πολύ μεγάλη ευκολία οι πάντες σκηνοθέτες! Και όχι μόνο δεν έχουν παιδεία, αλλά είναι ημιμαθείς - που είναι ακόμα χειρότερο. Και έτσι ταλαιπωρούν φοβερά τους ηθοποιούς». - Εσείς έχετε ταλαιπωρηθεί από ημιμαθείς σκηνοθέτες; «Πάρα πολύ συχνά. Από την ημιμάθεια και την έπαρσή τους. Ο Νεμπόισα Μπράντιτς είναι ένας άνθρωπος εξαιρετικά μορφωμένος. Έχει παιδεία που θα την ζήλευαν πολλοί από εμάς, όχι μόνο σοσιαλιστική. Και έχει απίστευτο σεβασμό στους συνεργάτες τους. Με ακούει. Σέβεται τα 30 χρόνια που έχω στο θέατρο, σε αντίθεση με τους αλαζόνες. Κι αυτά που ζητάει είναι συγκεκριμένα, δεν έχουν μια θολούρα, όπως συμβαίνει με τους σκηνοθέτες μας που πάνε στην πρόβα και δεν ξέρουν τι τους γίνεται! Έχω πια τη δυνατότητα να προσεγγίζω κάποιους ρόλους πηγαίνοντας στην ουσία. Αυτό φοβόμουν να το δείξω σε κάποιους σκηνοθέτες. Τώρα πια θέλω να υπερασπιστώ αυτή την αλήθεια που έχω. Δεν καταργώ όλους του σκηνοθέτες μας, αλλά υπάρχουν πολλοί που "παίζουν" τους σκηνοθέτες!»… (Συνέντευξη στην Ιωάννα Κλεφτογιάννη, Ελευθεροτυπία, 21/10/2005).

Ο Φερνάντο Αραμπάλ...

Ανατρεπτικός από την εποχή της εμφάνισής του στο προσκήνιο, ο Ισπανός (αλλά από το 1955 μονίμως εγκατεστημένος στο Παρίσι) συγγραφέας Φερνάντο Αραμπάλ, ήρθε στη χώρα μας, προσκαλεσμένος του Λάκη Προγκίδη βρέθηκε στο Ναύπλιο, συμμετέχοντας στην 8η Συνάντηση του γαλλικού περιοδικού L’ Atelier du Roman.

- Τι λόγο μπορεί να εκφέρει σήμερα η λογοτεχνία αν εκλείψει η δυνατότητα της πρόκλησης, αν πάψει να μπορεί να σοκάρει;
«Δεν συνάντησα ποτέ μου κανένα συγγραφέα που να ήθελε να σοκάρει. Ποτέ. Hμουν πολύ καλός φίλος του Πικάσο, φίλος του Μπέκετ. Επισκεπτόμουν καθημερινά τον Ιονέσκο πριν από τον θάνατό του. Υπήρξα για τρία χρόνια μέλος των υπερρεαλιστών, φίλος του Αντρέ Μπρετόν. Σήμερα είμαι ενδεχομένως ο καλύτερος φίλος του Μισέλ Ουελμπέκ. Είμαι φίλος του Κούντερα. Oλοι εμείς θεωρούμασταν προκλητικοί άνθρωποι. Και σκανδαλώδεις. Νομίζω ότι η λέξη σκάνδαλο είναι ελληνική λέξη και σημαίνει την παγίδα μέσα στην οποία πέφτουμε. Δύσκολα μπορώ να μας φανταστώ να τοποθετούμε παγίδες για να πιάσουμε τους ανθρώπους. Δύσκολα μπορώ να φανταστώ έναν άνθρωπο της επιστήμης όπως ο Νταλί. Συχνά, οι εκδότες μας ή οι παραγωγοί μας, μας ζητούσαν να είμαστε προκλητικοί. Να προκαλέσουμε σκάνδαλο. Από εκεί ενέσκηψε το σκάνδαλο. Ορισμένα θεατρικά έργα μου προκάλεσαν σκάνδαλο σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες. Μυστηριωδώς. Γιατί στην πατρίδα μου δεν είχαν προκαλέσει κανένα σκάνδαλο. Tο «Πικ νικ στην εξοχή», προκαλεί σήμερα σκάνδαλο στο Τελ Αβίβ και στη Γάζα, στην Παλαιστίνη. Είναι μυστήριο, ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε το γιατί. Πάντως, το σκάνδαλο προκαλείται χωρίς να υπάρχει η παραμικρή πρόθεση από την πλευρά των συγγραφέων. Δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε κάποιον ο οποίος γράφει κλεισμένος στο δωμάτιό του με τη σκέψη: θα προκαλέσω σκάνδαλο. Είναι μυστήριο…» (Συνέντευξη στον Σπύρο Γιανναρά, Η Καθημερινή, 9/10/2005).

Γυναίκες στη σκηνοθεσία…

Ο Φώτος Λαμπρινός έγραψε ένα ωραίο κείμενο, ερεθιστικό για την περίσταση, με τον τίτλο «Ησυχία, οι γυναίκες σκηνοθετούν» (Η Καθημερινή, 17/8/2001), όπου μεταξύ άλλων έγραφε: «Είναι κοινός τόπος: οι άνδρες τονίζουν με ιδιαίτερη έμφαση την ενασχόληση των γυναικών με το επάγγελμά τους, όταν αυτό θεωρείται και είναι ανδροκρατούμενο.
Στην ιστορία του κινηματογράφου, οι σκηνοθέτες ήταν πάντα, στη μέγιστη πλειονότητά τους, άνδρες και οι «φωτεινές» εξαιρέσεις, οι γυναίκες σκηνοθέτιδες, πάντα τονισμένες με έμφαση από τους ιστορικούς (άνδρες και αυτοί) συνιστούσαν μια ακόμη υποκριτική διάσταση θαυμασμού και κρυφής συγκατάβασης…». Και περιέγραψε την εμπειρία του από ένα ταξίδι στην Τυνησία όπου την πολυπληθή γυναικεία παρουσία στα γυρίσματα μιας κινηματογραφικής παραγωγής. Μάλιστα δε γνώρισε έναν Τυνήσιο σκηνοθέτη, τον Φερίντ Μουγκντίρ, (αρκετά γνωστό στους Ευρωπαίους κινηματογραφόφιλους, ιδιαίτερα από την ταινία του «Αλφαουΐν», που βραβεύτηκε σε διάφορα φεστιβάλ και έκανε μια καλή καριέρα στις γαλλικές αίθουσες), και τον ρώτησε για τη γυναικεία παρουσία στα γυρίσματα, θεωρώντας ότι οι επαγγελματικές ή καλλιτεχνικές δραστηριότητες των γυναικών, σε μία χώρα μουσουλμανική, όπως η Τυνησία, θα είναι περιορισμένες. Με έκπληξη πληροφορήθηκα ότι, στην Τυνησία, υπάρχουν πολλές καταξιωμένες γυναίκες σκηνοθέτιδες και ο Φερίντ, για να μου το αποδείξει, μου χάρισε ένα βιβλίο με τον τίτλο «Ησυχία, οι γυναίκες σκηνοθετούν»…
Μια απλοϊκή μεταφορά στα καθ’ ημάς, στο θεατρικό χώρο και θα διαπιστώσουμε ότι οι Ελληνίδες έχουν κυριολεκτικά «αλώσει» το χώρο της σκηνοθεσίας! Αρκεί να ληφθεί υπόψη ότι η ματιά μας στάθηκε μονάχα στα δυο τρία τελευταία χρόνια. Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποια στοιχεία σε ορισμένες. Όπου δεν αναφέρονται στοιχεία, αυτό σημαίνει πως είναι γνωστά. Μερικές φαίνεται πως έχουν εγκαταλείψει ή έκαναν τη δουλειά του σκηνοθέτη ευκαιριακά. Σχεδόν όλες ξεκίνησαν ως ηθοποιοί. Οι περισσότερες συνεχίζουν ακάθεκτες. Και προς τι η αναφορά των γυναικών; Έτσι, απλώς, για να τις τιμήσουμε. Και γιατί ένα-ένα τα ανδρικά κάστρα αλώνονται!

Αλεξάκη Κατερίνα (Αλεξέι Σλαπόφσκι Έργο Νο 27), Αμιλήτου Αριάδνη (Στανισλάβ Βίτκεβιτς Η μεταφυσική του μοσχαριού), Αρσένη Κίττυ, Βαλεοντή Μαριλού (Μην πυροβολείτε την τέχνη), Βασιλάκου Κατερίνα, Βασιλικιώτη Έρση, Βιρβίλη Βίκυ (Ευριπίδης Μήδεια), Βιτάλη Λεία (Η κυρία του πάθους), Βλαστού Αγάθη (Tu-Ez Zustine!), Βλάχου Έλενα (N. Τσιφόρου και Π. Βασιλειάδη Οι γαμπροί της Ευτυχίας), Βόγλη Έλενα (David Gordon Τα μυστήρια ή Πού είναι το αστείο), Βοζικιάδου Έλλη (Τενεσί Ουίλιαμς Γυάλινος κόσμος), Γερασιμίδου Έλενα (Γ. Χασάπογλου Διάλειμμα για διαφήμιση), Γεωργιάδου Βίκυ (Κάριλ Τσέρτσιλ Πολύ μακριά, Νικολάι Έρντμαν Το πιστοποιητικό, Μάρτιν Μακντόνα Pillowman), Γεωργοπούλου Ελένη (Φωτοχυσία Ερμουπόλεως), Γιούλη Σμαρούλα, Γιούργου Λάγια (Τζον Μπάφαλο Μέιλερ Στάχτη στα μάτια), Γκαϊτατζή Άννα (Σάμιουελ Μπέκετ Περιμένοντας τον Γκοντό), Γκάτζιου Δέσποινα (Αντιγόνη, ώ η Αντιγόνη), Δαρλάση Αγγελική (Η κοκκινοσκουφίτσα ή το εγχειρίδο του σωστού εραστή), Δημάδη Ηλειάνα (Πάμπλο Πικάσο Τα τέσσερα κοριτσάκια), Δημητριάδη Άννα (Ζορζ Μπατάιγ Το γαλάζιο του ουρανού), Δημητροπούλου Έβη (Μιλτ. Χουρμούζης Ο Λεπρέντης), Δήμου Ιάνθη (Ορέστεια, Φαίδρα, Δεσποινίς Τζούλια), Δούκα Βαρβάρα (Γιώργου Ηλιόπουλου 4 Ever, Μαρία Τσαρούχα Μια υποψία στη σκηνή), Ευαγγελάκου Κατερίνα (Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη Η Μεταμφίεση), Ζούνη Πέμη (Γιώργου Ηλιόπουλου Μια ωραία και απίστευτη ιστορία), Θεοδώρου Έφη (Ολιβιέ Πι Η υπηρέτρια, Αγιάμπ Χαν Ντιν Σημειώσεις σε φύλλα που πέφτουν, Χανς Κρίστιαν Άντερσεν Το αηδόνι και ο αυτοκράτορας), Καζακίδου Αγγέλα (Μπρεχτ Πρότυπο Αντιγόνης), Καλαϊτζή Γλυκερία (Πηνελόπης Δέλτα Τρελαντώνης, Λόρκα Οι φασουλήδες του Κατσιπόρα, Ιάκωβου Καμπανέλλη Άντρες σε κρίση, Αυτός και το παντελόνι του, Ο πανηγυρικός, Ο επικήδειος), Κάλμπαρη Μαριάννα (Witt - Εκτός κωδικού), Καποκάκη Εμμανουέλα, Καραγιαννοπούλου Αθανασία (Φρ. Ντίρενματ Play Strindberg, Α. Στάικος Επικίνδυνες μαγειρικές, Φίλιππος Τσαλαχούρης Πούσκιν, Ρ. Χάργουντ Προσωπική συμφωνία, Τζοάνα Μάρεϊ-Σμιθ Honour, Έντουαρντ Άλμπι Ευαίσθητη ισορροπία), Καραναστάση Πωλίνα (Αλέξανδρου Ντερπούλη Θεριά ανήμερα), Καρβουνίδου Μαρία (Είκοσι τέσσερα ψέματα), Καρρά Νέλλη (Μπέρτολτ Μπρεχτ Η Εβραία, Βερολίνο-Τελ Αβίβ-Αριθμός Πτήσης: 1933-2005), Κασόλα Αγγελική (Π. Τακόπουλος Προ των Θερμοπυλών), Καψούλη Χρύσα (Χάινερ Μίλερ Υλικό Μήδειας, Κεφαλά Αθηνά (Σίλβιο Ιναμοράτο), Κίτου Θέκλα (Ρούλα Ιωαννίδου-Σταύρου Κίτρινες κορδέλες), Κιτσοπούλου Μόνα (Αλμπέρ Καμί Κατάσταση πολιορκίας, Αγκάθα Κρίστι Κόκκινο σινιάλο - Είδωλο της Αστάρτης - Μπαλάντα των κοτσυφιών), Κίτσου Τάνια (Εγώ, η Κασσάνδρα), Κλαπάκη Αταλάντη (Μακιαβέλι Ο Μανδραγόρας, Λόρκα Θαυμαστή Μπαλωματού, Φρ. Σίλερ Μαρία Στιούαρτ), Κογεβίνα Ιζαμπέλλα (Δήμητρας Κωνσταντινοπούλου Η φωλιά), Κοκκίνου Άννα (Σάμουελ Μπέκετ Ευτυχισμένες μέρες), Κολόζου Σοφία, Κονιόρδου Λυδία, Κοντούρη Νικαίτη (Σοφοκλή Αντιγόνη, Ίψεν Έντα Γκάμπλερ και Νόρα, Ζαν-Πολ Σαρτρ Κεκλεισμένων των θυρών, Ουίν Ουέλς Η Γερτρούδη Στάιν και η συνοδός της), Κουλίεβα Ταμίλα, Κουτσοχέρα Λέτα (Πείραμα – Ιππόλυτος), Κράλλη Ασπασία (Αναζητώντας τον Οιδίποδα, Οδός Μετσάνσκαγια νούμερο 3), Κυρίμη Άσπα (Βασ. Νανάκης Τρία χρόνια Σαββατοκύριακο), Λάζου Άννα, Λάζου Μαρία, Λαμπροπούλου Μαριλίτα (Εμμ. Ροΐδης Ψυχολογία Συριανού συζύγου), Λύγαρη Τατιάνα (Stephen Poliakoff Σπάσε τη σιωπή), Λυμπεροπούλου Μάγια (Ανδρέας Στάικος Δαίδαλος και Η αυλαία πέφτει, Μαξίμ Γκόρκι Οι τελευταίοι, Τενεσί Ουίλιαμς Αμερικανικά μπλουζ, Χαιρετίσματα από την Μπέρτα, Πολ Κλοντέλ Η Απαλλαγή. Άντον Τσέχοφ Ο Θείος Βάνιας. Ζαν Ανούιγ Ευρυδίκη, Νάνος Βαλαωρίτης Η κοκόνα η Μάρω, Σάμουελ Μπέκετ Το τέλος του παιχνιδιού), Μακράκη Άννα (Φιτζέραλντ Κρους Το τελευταίο τρένο, Κίμων Ρηγόπουλος 7.000 λέξεις ακριβώς), Μάλλιου Μαρία (Ρομπέρ Τομά Οκτώ γυναίκες κατηγορούνται), Μανούσακα Ιωάννα (Τέλος; Φούρνος) Μαραγκουδάκη Μαίρη (Εν κενώ), Μαρτζοπούλου Ισαβέλλα (Μπέρτολτ Μπρεχτ… από το 1898), Μαστραντώνη Μαρίλλη, Μάσχα Μελίνα (Αγγελικής Δαρλάση Πόλη σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης), Μαυραγάνη Γεωργία (Ένα μεγάλο νοσταλγικό τραγούδι), Μαυρογιάννη Μάγδα (Σακούρα), Μαυρομάτη Βαρβάρα (Παράξενο Ιντερμέτζο), Μαχαιροπούλου Άννα, Μελεμέ Λίλλυ (Άντον Τσέχοφ Ο μαύρος μοναχός), Μιχαλακοπούλου Ιωάννα (ως βοηθός σκηνοθέτη στους Κοραή Δαμάτη Νεφέλες, Ανδρέα Βουτσινά Δεσποινίς Τζούλια - Η άνοδος του Αρτούρο Ουί - Εκκλησιάζουσες - Λυσσασμένη γάτα, Νικαίτη Κοντούρη Μήδεια, Ντάνιελ Ολμπρίνσκι Λαχτάρα για κεράσια, Γ. Μιχαλακόπουλο Ο πάππος μου ήτο Ασιάτης – Εκκλησιάζουσες, Θύμιο Καρακατσάνη Θεσμοφοριάζουσες), Μόσχοβη Ματίνα (Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαπεντούζα Λίγεια), Μοσχοχωρίτη Ρουμπίνη (Νίκου Σκουλά Η συνέντευξη), Μουζενίδου Ράια (Λιέτα, Γιώργου Μανιώτη Μόνο θετικές σκέψεις, Σαίξπηρ Τρωίλος και Χρυσηίδα, Ρωμαίος και Ιουλιέτα), Μουτούση Αμαλία (Δέσποινας Γεωργακοπούλου Κασσάνδρα), Μπινιαδάκη Νάνσυ (Τζεφ Νόρτον Vurt), Μποζά Ελένη (Φιόντορ Ντοστογιέφσκι Με αφορμή το χιόνι που λιώνει - Σημειώσεις από το Υπόγειο), Μπρούσκου Άντζελα (Στρίντμπεργκ Δεσποινίς Τζούλια, Περιμένοντας κάτι για την πείνα), Νέτα Αντιγόνη, Νικολάου Νανά, Νιχωρίτη Έφη (Τζαζ ιστορίες), Ντενίση Μιμή (Γουέντι Γουάσερστιν Καριέρα, έρωτας και σούσι), Ξενουδάκη Μαρία, Οικονομοπούλου Πέπη (Δύσκολο να κρατήσεις τη στιγμή, Ζαν Ζενέ Οι Δούλες), Πανοπούλου Έλντα (Ντέρεκ Μπένφιλντ Μια φορά στις δεκαπέντε), Πανούτσου Μαρία (Αντιγόνη, η λατρεία των νεκρών), Παπά Ειρήνη (Τρωάδες – Εκάβη – Αγαμέμνων), Παπαγεωργίου Εύα (Μακιαβέλι Ο Μανδραγόρας), Παπαδημητρίου Μάνια (Στέφαν Τσάνεφ Ο άλλος θάνατος της Ιωάννας της Λορένης), Παπαδόδημα Φένια (Ενοικιάζεται παππούς ιντερνάσιοναλ, Νέκυια), Παπαδοπούλου Μαρία Λουίζα (Οκτάβιο Παζ Η κόρη του Ραπατσίνι), Παπαθανασίου Ασπασία, Παπαθεοδώρου Βάσω, Παπαϊακώβου Κατερίνα, Παπακωνσταντίνου Έλλη (Άκη Δήμου Ντέστινι, Karoline Leach Ο μυστήριος Mr Love), Παπαστεφανάκη Μαρία (Στρίντμπεργκ Η πιο δυνατή, Μητρική στοργή), Παπαχαραλάμπους Βάσω (Ευριπίδης Τρωάδες), Παπαχριστοπούλου Ελένη (Λίλιαν Βούτερς Η αίθουσα των διδασκόντων), Παπούλια Εβελίνα (Τζον Κάμερον Μίτσελ Hedwig and the Angry Inch), Πάσσαρη Μαριτίνα (Μαριβό Η φιλονικία, Ριάλτο), Πατεράκη Ρούλα (Άντονι Μινγκέλα Whale Music), Περετζή Μαρία (Σέξπιρ Η τρικυμία), Πεφάνη Βάνα (Νύχτες), Ποζέλη Όλγα (Ντέιβιντ Αϊβς Οκτώ παραλλαγές στο θάνατο του Τρότσκι), Πουλοπούλου Νέλλη (Ελένη Στρούλια Η ιστορία δυο που ονειρεύτηκαν), Ριάλδη Μαριέττα, Ρικάκη Λουκία, Ρουγγέρη Κάρμεν, Σάββα Μαρία (Κάθριν Χάρισον Το φιλί), Σαμαρά Κερασία (Άγγελου Τερζάκη Γαμήλιο εμβατήριο), Σαραβάνου Ευαγγελία, Σάρδη Μελίνα (Τ. Γουερτενμπέικερ Η αγάπη της αηδόνας), Σεβαστοπούλου Μαίη, Σιδηροπούλου Αύρα (Στίβεν Μπέρκοφ Lunch, Ante Portas), Σκότη Ελένη (Τρέισι Λετς Bug), Σκούφαλου Ελπίδα, Σωτηροπούλου Βίλη (Υψηλή Μαγειρική Σχέσεων), Σωφρονιάδου Ευρύκλεια, Στεφανοπούλου Τίνα (Γκόγκολ Παντρολογήματα, Πέτερ Βάις Η δολοφονία του Μαρά), Στιβανάκη Ευανθία (Άνθρωποι και εφήμερα), Σωτηροπούλου Βίλη, Τασσοπούλου Λήδα (Ντάνιελ Καλ Αστραπές χωρίς βροντές, Στρίντμπεργκ Το Πάσχα), Τζομπανάκη Μαρία (Τζοάνα Μάρεϊ Γυναίκες στα άκρα-Γυναίκες της εποχής μας, Αλεξάντρ Γκέλμαν Το παγκάκι), Τόλη Μαριάννα (Τόμας Μίαν- Τσαρλς Στρόους - Μάρτιν Τσέιμιν Annie), Τομαζάνη Δέσποινα, Τομπούλη Άσπα, Τριανταφυλλίδη Νίκη, Τριανταφυλλοπούλου Ελένη (Νίκου Λαμπρόπουλου Πέτρα σε σχήμα καρδιάς) Τσοπανάκη Αλμπέρτα (Κόλαση), Τσούγκου Αγγελίτα (Yukio Mishima Σύγχρονα έργα ΝΟ), Φιλιππίδου Σοφία (Π. Χορν Το Φιντανάκι), Φραγκή Μαρία (Ο φύλακας των χαλικιών), Φυλακτάκη Πένυ (Το πρωτάθλημα), Χατζή Αγγελική (Τρέιλερ: Σκηνές από το παράθυρο). Δεν ξεχνούμε την Ελευθερία Σαπουντζή, που ξαφνικά έφυγε πάνω στον ανθό της νιότης της! Και τόσες άλλες…