Ήρθε με τον μύθο του ριζοσπάστη θεατρικού παιδαγωγού. Οι ηθοποιοί πάσχισαν να βρεθούν στον θίασο της «Μήδειας» για να εκπαιδευτούν δίπλα του- ακόμα πασχίζουν από τις συνέπειες της σκληρής μεθόδου του. Οι φιλοπερίεργοι κουτσομπολεύουν τα του παρασκηνίου, οι συμμετέχοντες σιωπούν, οι δημοσιογράφοι τον κυνηγούν για μια συνέντευξη.
Φιγούρα πνευματική, αυστηρός, ασκητικός, μας μίλησε- με την πολύτιμη βοήθεια της διερμηνέως του Ντίνας Σαράντη - για την τελευταία του παράσταση, τις ανασφάλειές του, γιατί πιστεύει πως το θέατρο στην Ελλάδα είναι «κλειστό» και για τις ευθύνες του κράτους που το κρατάνε στον τουριστικό αφρό.
«Το κράτος δεν αντιμετωπίζει την Ελλάδα ως χώρα, αλλά ως τουριστικό νησί που ζει παρασιτικά. Ο παρασιτισμός όμως εξοντώνει τους λαούς. Όλη η κουλτούρα γίνεται τουριστική. Και όλα αρχίζουν από την πολιτιστική πολιτική, τι θέατρο θέλει να κάνει. Το κράτος, ως εκπρόσωπος ενός δικού του βασιλείου, σκέπτεται τι του είναι πιο βολικό. Δημιουργεί το θέατρο που του είναι ευχάριστο και επειδή το συμφέρει, το κρατάει σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Αυτό βλέπω να συμβαίνει στην Ελλάδα. Το ελληνικό θέατρο έχει τον προσανατολισμό που έχουν τα εστιατόρια στην Πλάκα. Είναι πολύ μακριά από το ευρωπαϊκό θέατρο. Έχει να διανύσει μια τρομερή διαδρομή για να το συναντήσει. Λόγω της απουσίας εκπαίδευσης, της απουσίας σοβαρής φροντίδας του κράτους, δεν ξέρω αν θα τα καταφέρει ποτέ. Οι άνθρωποι του θεάτρου δεν βρίσκουν υποστήριξη και αντίστοιχα δεν έχουν δύναμη αντίστασης. Χρειάζονται παιδαγώγηση, χρήματα. Έχοντας τόσο ταλαντούχους ανθρώπους, τέτοια κολοσσιαία ιστορία, το κράτος φτύνει το θέατρο, το απομονώνει, το κάνει καλοκαιρινών διακοπών, θέατρο- θέρετρο».
Φιγούρα πνευματική, αυστηρός, ασκητικός, μας μίλησε- με την πολύτιμη βοήθεια της διερμηνέως του Ντίνας Σαράντη - για την τελευταία του παράσταση, τις ανασφάλειές του, γιατί πιστεύει πως το θέατρο στην Ελλάδα είναι «κλειστό» και για τις ευθύνες του κράτους που το κρατάνε στον τουριστικό αφρό.
«Το κράτος δεν αντιμετωπίζει την Ελλάδα ως χώρα, αλλά ως τουριστικό νησί που ζει παρασιτικά. Ο παρασιτισμός όμως εξοντώνει τους λαούς. Όλη η κουλτούρα γίνεται τουριστική. Και όλα αρχίζουν από την πολιτιστική πολιτική, τι θέατρο θέλει να κάνει. Το κράτος, ως εκπρόσωπος ενός δικού του βασιλείου, σκέπτεται τι του είναι πιο βολικό. Δημιουργεί το θέατρο που του είναι ευχάριστο και επειδή το συμφέρει, το κρατάει σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Αυτό βλέπω να συμβαίνει στην Ελλάδα. Το ελληνικό θέατρο έχει τον προσανατολισμό που έχουν τα εστιατόρια στην Πλάκα. Είναι πολύ μακριά από το ευρωπαϊκό θέατρο. Έχει να διανύσει μια τρομερή διαδρομή για να το συναντήσει. Λόγω της απουσίας εκπαίδευσης, της απουσίας σοβαρής φροντίδας του κράτους, δεν ξέρω αν θα τα καταφέρει ποτέ. Οι άνθρωποι του θεάτρου δεν βρίσκουν υποστήριξη και αντίστοιχα δεν έχουν δύναμη αντίστασης. Χρειάζονται παιδαγώγηση, χρήματα. Έχοντας τόσο ταλαντούχους ανθρώπους, τέτοια κολοσσιαία ιστορία, το κράτος φτύνει το θέατρο, το απομονώνει, το κάνει καλοκαιρινών διακοπών, θέατρο- θέρετρο».
- Βλέπετε διέξοδο;
Πρέπει να κάνετε πάρα πολλά. Τουλάχιστον να ξεκινήσετε από το να έχετε κτίρια βολικά. Κανείς δεν μπορεί να δουλέψει σε αυτά. Μπορείς να παρακολουθήσεις κάποια σεμινάρια, είναι όμως ακατάλληλα για επαγγελματική θεατρική τέχνη. Θα μπορούσατε ίσως να πάρετε μαθήματα από τη Ρωσία, που ως κομμουνιστική χώρα ενέταξε το θέατρο στο κράτος και από τότε το διατήρησε. Και ενώ ως ελεύθερη τέχνη είχε εξαφανιστεί, διατηρήθηκε ως παράδοση.
Παντού στην Ευρώπη, όπου υπήρχε ισχυρή επιρροή από τη Ρωσία, η κατάσταση ήταν καλύτερη. Δεν μιλάω ως σοβινιστής. Έχω διαφωνήσει με την κυβέρνηση, έχω φύγει από τη Ρωσία, έχω εγκαταλείψει τη Μόσχα, δεν έχω τα κτίρια της σχολής μου, δεν έχω τον θίασό μου, δεν κάνω τις παραστάσεις μου.
Τα τελευταία τρία χρόνια ζω στην Ευρώπη, στη Γαλλία κυρίως, όπου νιώθω τον εαυτό μου πιο ήρεμο. Εκεί γνωρίζω τη θέση μου, ποιες συνέπειες μπορώ να περιμένω. Είμαι Ρώσος και παράλληλα ζω στην Ευρώπη.
Δεν ξέρετε τι σημαίνει να νιώθεις Ρώσος. Πόσο περίπλοκη είναι η σύνθεση των αισθημάτων. Πληρώνουμε το ότι είμαστε παιδιά μιας κομμουνιστικής δύναμης.
Παντού στην Ευρώπη, όπου υπήρχε ισχυρή επιρροή από τη Ρωσία, η κατάσταση ήταν καλύτερη. Δεν μιλάω ως σοβινιστής. Έχω διαφωνήσει με την κυβέρνηση, έχω φύγει από τη Ρωσία, έχω εγκαταλείψει τη Μόσχα, δεν έχω τα κτίρια της σχολής μου, δεν έχω τον θίασό μου, δεν κάνω τις παραστάσεις μου.
Τα τελευταία τρία χρόνια ζω στην Ευρώπη, στη Γαλλία κυρίως, όπου νιώθω τον εαυτό μου πιο ήρεμο. Εκεί γνωρίζω τη θέση μου, ποιες συνέπειες μπορώ να περιμένω. Είμαι Ρώσος και παράλληλα ζω στην Ευρώπη.
Δεν ξέρετε τι σημαίνει να νιώθεις Ρώσος. Πόσο περίπλοκη είναι η σύνθεση των αισθημάτων. Πληρώνουμε το ότι είμαστε παιδιά μιας κομμουνιστικής δύναμης.
- Η «Μήδεια» του Ευριπίδη πρόσθεσε κάτι στην πορεία σας;
- Υπάρχει διαφορά στην παράσταση, όπως την φανταστήκατε και όπως θα είναι;
Για το αν νιώθει ξένος στην Ελλάδα, για την «κλειστή» νοοτροπία του Νότου που εισπράττει δουλεύοντας εδώ λέει: «Όσο καιρό δουλεύω εδώ, έχω ένα συναίσθημα που δεν μπορώ να υπερνικήσω. Καλλιτεχνικά, μου δημιουργεί ανασφάλεια. Νιώθω σαν τον λαγό σε ξένο δάσος. Και ενώ ζω υπό συνθήκες ηρεμίας- καλός καιρός, φιλόξενος κόσμος, συνεργασία με δημιουργικούς και πρόθυμους ανθρώπους- υπάρχει αυτή η επίμονη, περίεργη αίσθηση, ένα συνεχές αίσθημα κινδύνου, που δεν ξέρω από πού θα μου ΄ρθει και από πού να φυλαχτώ. Η Ελλάδα είναι "κλειστή" χώρα. Και αυτό είναι ένα από τα μεγάλα προβλήματα του πολιτισμού σας. Κάνετε φεστιβάλ, αλλά απλώς το κοιτάτε. Πρέπει να μάθετε πώς να το αναπτύξετε, να το βελτιώσετε. Σαν να έχετε κριθαράκι στο μάτι. Είναι κλειστό και συνέχεια πρήζεται. Ίσως να μην είναι έτσι, να κάνω λάθος. Μπορεί να ευθύνεται το προσωπικό μου συναίσθημα για τις χώρες του Νότου. Γνωρίζω πολύ καλά τη νοοτροπία του Νότου, έχω ανατραφεί στο κέντρο του Μπακού, στο Αζερμπαϊτζάν. Όταν μεγάλωσα πήγα στο Ροστόβ, μετά στη Μόσχα για σπουδές. Δεν γύρισα ποτέ πίσω για δουλειά. Μου αρέσει να ζω το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου σε χώρες του Νότου, αλλά προσπαθώ να μη δουλεύω σε αυτές».
Με ποια κριτήρια επέλεξε ο Ανατόλι Βασίλιεφ μια μετάφραση του ΄40, της Έφης Μπαστιά; «Η γλώσσα της δράσης έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιλογή της μετάφρασης», λέει. «Όταν την επέλεγα ήμασταν τρεις, η Λυδία Κονιόρδου, μια ειδική Ρωσίδα ελληνίστρια που έκανε κατά λέξη τη μετάφραση και εγώ. Δεν γνωρίζω την ελληνική γλώσσα. Μήπως οι Έλληνες γνωρίζουν την αρχαία ελληνική; Έχουμε την ίδια απόσταση, ίσως εσείς πιο μακρινή από την αρχαία, και οι δυο παίζουμε σε ξένη γλώσσα. Βάλαμε κάποιες σταθερές, κάποιες παραμέτρους πάνω στις οποίες ορίσαμε τη δουλειά μας. Κάναμε κάποιες διορθώσεις στο μεταφρασμένο κείμενο, για να καλύψουμε την απόσταση από το ΄40 έως σήμερα. Η αντιστοιχία της μετάφρασης έπαιζε τον ενδιάμεσο, καθοριστικό ρόλο- γιατί το θέατρο δεν είναι γραπτό αλλά προφορικό δράμα, που μιλιέται. Δεν δουλεύω με τη μετάφραση, δουλεύω με το πρωτότυπο κατά λέξη».
info
Η «Μήδεια» κατά Βασίλιεφ (συμπαραγωγή Ελληνικού Φεστιβάλ και ΔΗΠΕΘΕ Πατρών) παρουσιάζεται στην Επίδαυρο στις 15 και 16 Αυγούστου.
No comments:
Post a Comment