«Απηγορεύθησαν η χθεσινή παράστασις ως και αι παραστάσεις της 3ης και της 4ης Σεπτεμβρίου, εξεδόθη δε η κάτωθι επίσημος ανακοίνωσις της υπηρεσίας του Φεστιβάλ Αθηνών: "Ανακοινούται ότι η δευτέρα παράστασις των "Ορνίθων" του Αριστοφάνους, η οποία επρόκειτο να δοθή χθες Κυριακήν και ώραν 8.30 εν τω πλαισίω του Φεστιβάλ Αθηνών, εματαιώθη κατ' εντολήν του υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως, του κ. Κ. Τσάτσου, καθ' όσον το εμφανισθέν έργον, ατελέστατα προπαρασκευασμένον, απετέλεσε παραμόρφωσιν του πνεύματος του κλασικού κειμένου, ωρισμέναι δε σκηναί αυτού παρουσιάσθησαν κατά τρόπον προσβάλλοντα το θρησκευτικόν αίσθημα του λαού. Τα προπωληθέντα εισιτήρια επιστρέφονται εις τα ταμεία του Φεστιβάλ"».
Κατόπιν αυτού οι «Ορνιθες» του Καρόλου Κουν και του Θεάτρου Τέχνης δεν πέταξαν... Οχι πάντως τον Σεπτέμβριο του 1959. Η ιστορική εκείνη παράσταση επιστρέφει τώρα στο Ηρώδειο στις 20 και στις 21 Ιουλίου, 49 χρόνια μετά το πρώτο της, επεισοδιακό ανέβασμα. Παρουσιάζεται δε σε σκηνοθετική επιμέλεια των Διαγόρα Χρονόπουλου-Κωστή Καπελώνη-Θοδωρή Γράμψα. Στους βασικούς ρόλους οι Ν. Μπουσδούκος, Γ. Δεγαΐτης, Γ. Παπαδόπουλος, Δ. Δεγαΐτης, Β. Λέμπερος, Κ. Βελέντζας, Γ. Καρατζογιάννης, Μ. Σαράντης, Κ. Γαβαλάς, Μ. Κωνσταντινίδης, Π. Σούλης, Θ. Ακοκκαλίδης, Α. Σταύρου, Αλ. Πέρρος, Ειρ. Στρατηγοπούλου.Αραγε μπορούσαν να φανταστούν οι λογοκριτές του '59 ότι αυτή η απαγορευμένη λόγω «παραμόρφωσης» του αριστοφανικού πνεύματος παράσταση, δυο χρόνια αργότερα, θα κέρδιζε το πρώτο βραβείο στο Θέατρο των Εθνών κι ακόμα περισσότερο ότι η αίγλη της θα στοίχειωνε μέχρι σήμερα το ελληνικό θέατρο; Οι πρωτεργάτες του «εγκλήματος», «ένοχοι» κατά το προεδρικό διάταγμα ήταν οι Βασίλης Ρώτας (μετάφραση-διασκευή), Κάρολος Κουν (σκηνοθεσία), Ζουζού Νικολούδη (χορογραφία), Μάνος Χατζιδάκις (μουσική), Γιάννης Τσαρούχης (σκηνικά-κοστούμια)! Συντελεστές που αποτέλεσαν μοναδική ομάδα, μια χρυσή στιγμή στο ελληνικό θέατρο.
Ο Βασίλης Ρώτας αντιμετώπισε τους αναχρονισμούς του έργου δημιουργώντας αναλογίες με τα πρόσωπα και τα γεγονότα της εποχής που παίχτηκε η παράσταση. Οπως σημείωνε ο ίδιος: «Εδώ η πίστη στο κείμενο κάνει την εικόνα να φαίνεται σαν υφαντό λερωμένο και με πολλές τρύπες»... Ο Γιάννης Τσαρούχης κατέληξε στο σκηνικό και τα κοστούμια αφού πρώτα μελέτησε τα αφρικανικά κοστούμια ιεροτελεστιών. «(...) Η έννοια του πουλιού απεδόθη με μια φούντα που κολλήθηκε στην ουρά του ανθρώπου και έδωσε στη χορογραφία ελαφρότητα και κάτι από πέταγμα. Τα φτερά που όλοι νόμιζαν αληθινά ήταν από σύρμα και ύφασμα. Τα γαιώδη χρώματα των φτερών συμπληρώνονταν με λίγο άσπρο και γαλάζιο ανοιχτό. Πάντως ο μεγάλος μου δάσκαλος ήταν ο φτωχός μασκαράς που ντύνεται όπως-όπως και οι εύθυμοι αυτοσχεδιασμοί των φοιτητών. Η ιδέα για τις φτερούγες στα χέρια προέρχονταν από τα άγνωστα κοστούμια των ερυθροδέρμων. Είχε δίκιο ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας λέγοντας πως για να βρεις τι ήταν η αρχαία Ελλάδα πρέπει να το ζητήσεις στους νέγρους, στους Ινδούς και σε άλλες φυλές»...Η πρώτη παράσταση στο Ηρώδειο ήταν γραφτό ν' αφήσει εποχή. Ο τότε υπουργός Προεδρίας, Κ. Τσάτσος, διέκοψε τη διακοπή των παραστάσεων και την επόμενη μέρα ο Φωκίων Δημητριάδης δημοσιεύει το αλησμόνητο σκίτσο του στην εφημερίδα «Τα Νέα»: ο Κ. Τσάτσος με «φωνή» κότας, κρατώντας μια όρνιθα από το λουρί, βρίσκεται μπροστά στο ταμείο του Θεάτρου Τέχνης και ζητάει από τον ταμία Κάρολο Κουν δύο εισιτήρια...Η ματαίωση των παραστάσεων και το πνεύμα του κυβερνητικού ανακοινωθέντος δίνει στο «καλλιτεχνικό σκάνδαλο» διαστάσεις... αριστοφανιάδας. Οι τίτλοι των εφημερίδων απηχούν την αντιδραστικότητα πολλών εντύπων: «Η παράστασις των Ορνίθων προεκάλεσε τας αποδοκιμασίας του κοινού», «Υστερική Ορνιθομανία», «Βεβήλωσις», «Αι Ορνιθες, ένα φιάσκο», «Ποίος έφταιξε», «Περί Ορνίθων, Ολισθημάτων, Αυτολογοκρισίας και "κατά πού στρίβει ο γάιδαρος"», «Οποιος ανακατεύεται με τον Κουν τον τρώνε οι Ορνιθες». Και τι δεν γράφτηκε για την «ευτέλειαν» της παράστασης από τους υπεραμύντορες του ελληνικού πνεύματος: «Νόσος που μαστίζει την πνευματική ζωή», «απουσία ευθύνης απέναντι στα ιερά κληροδοτήματα», ενώ οι συντελεστές της παράστασης κατηγορήθηκαν για «εγκληματική αμέλειαν», «ασέβεια», «κυνικότητα», «αδυναμία κατανοήσεως των αρχαίων κειμένων» αλλά και «χυδαιοτάτην μουσικήν»! Πλήθος οι διαμαρτυρίες που εξέφραζαν «βαθυτάτην θλίψιν για το κατάντημα του θεάτρου μας, τη διαστρέβλωσιν και παρωδίαν αρχαίων κειμένων υπό των απογόνων των αθανάτων συγγραφέων των».Η ταύτιση του αριστοφανικού Ιεροφάντη με χριστιανό ιερέα έδωσε στο χριστεπώνυμο κοινό τη χαριστική βολή: «Η έλλειψις κατανοήσεως του βαθυτέρου νοήματος του έργου του μεγάλου κωμικού έφθασε μέχρι τοιούτου βαθμού ώστε αφενός μεν να εμφανίζεται ο αρχαίος Ιεροφάντης ιερουργών ως χριστιανός ιερεύς να συνοδεύεται δε το όλον έργον με την χυδαιοτέραν μουσικήν, αν είναι δυνατόν υπό τον όρον τούτον, τον εκφράζοντα τα ευγενέστερα συναισθήματα του ανθρώπου, να χαρακτηρίζονται τα κατασκευάσματα των θαμώνων των καταγωγείων». Ο Βασίλης Ρώτας τόλμησε να αντισταθεί με επιστολή του στις εφημερίδες, ενώ πνευματικοί άνθρωποι της εποχής πήραν θέση όπως ο Μ. Καραγάτσης, ο πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, Λέων Κουκούλας, ο Μάρκος Αυγέρης, ο θεατρικός συγγραφέας Νίκος Κατηφόρης.Κι όμως: δύο χρόνια αργότερα, το 1962 η παράσταση παρουσιάζεται στο Θέατρο των Εθνών και αποσπά το Α' Βραβείο. Ακολουθεί μια μαμούθ δοξαστική περιοδεία στην Ευρώπη και την τότε ΕΣΣΔ. Οι κριτικοί στις καλύτερες εφημερίδες του κόσμου παραληρούν:
*«Τι ευτυχισμένο σύνολο, τι ελαφράδα σ' αυτή την παράσταση, πόση χαρά στη σκηνοθεσία του Κουν» («Figaro»).
*«Ενα υπαίθριο πανηγύρι στο βασίλειο του γήινου χρώματος και της παιδικής χαράς. Ο Κ. Κουν, εμψυχωτής και σκηνοθέτης, είχε δίκιο να πιστεύει στις αιώνιες δυνάμεις της φύσης» («Le Monde»).
*«Ολα συντείνουν στη σύνθεση ενός μαγευτικού θεάματος. Τι κρίμα που δεν το είδαν οι Ελληνες του αιώνα του Περικλή!» («La Nation»).
Οι υμνητικές κριτικές συνεχίζονται το 1964 στο Φεστιβάλ Σέξπιρ και στο Διεθνές Φεστιβάλ Παγκόσμιου Θεάτρου στο Λονδίνο το 1965.
*«Φοβόμουν πως θα ήμουν υποχρεωμένος ν' αντιμετωπίσω το θέμα των "Ορνίθων" με σεβασμό. Εκείνο που δεν περίμενα ήταν η αυθόρμητη χαρά, η έξαρση και η λαγαρή ηδονή που προσφέρει αυτή η παράσταση» («The Sundey Times»).
*«Η παράσταση του Κουν είναι απόλυτο θέατρο... ένα θεσπέσιο θέαμα και μια αντάξια αναβίωση ενός μεγάλου έργου» («Daily Mail»).
*«Η σκηνοθεσία του Κουν πλησιάζει πάρα πολύ στο να σπάσει το φράγμα της ξένης γλώσσας» («The Sunday Telegraph»).
*«Το γεγονός ότι ο θίασος του Θεάτρου Τέχνης προσκλήθηκε να παίξει τους "Ορνιθες" για δεύτερη φορά στο Λονδίνο είναι παράσημο που μπορεί να φέρει με δικαιολογημένη περηφάνια» («Daily Telegraph»).
*«Αυτό το ελληνικό "Θέατρο Τέχνης" μπόρεσε να μας ξαναθυμίσει ότι υπάρχουν στους Αθηναίους ιδιότητες που ούτε η ιστορία ούτε η αλλαγή της γλώσσας μπορούν ποτέ να τις αφαιρέσουν» («The Spectator»).
*«...Ακόμα και στον τελευταίο ηθοποιό του Χορού σπινθήριζε το μεγαλείο. Μεγαλειώδης επιτυχία. Να ο ζωντανός Αριστοφάνης» («Theater Heute», Μόναχο).
Οι «Ορνιθες» από κείνο το πρώτο επεισοδιακό ανέβασμα και μετά τον θρίαμβο στο Θέατρο των Εθνών, παίχτηκαν και ξαναπαίχτηκαν πολλές φορές στην Επίδαυρο, το Ηρώδειο, την Κύπρο. Μια παράσταση που το Θέατρο Τέχνης, στις δύσκολες γι' αυτό εποχές, αναβιώνει συχνά ως κειμήλιο. Οι «Ορνιθες» αντέχουν, αυτό όμως που απαιτεί ο τίτλος του θεάτρου του Καρόλου Κουν είναι η συνθήκη για τη δημιουργία καινούριων τέτοιων παραστάσεων...
Με έμπνευση από την Αφρική
Ο Βασίλης Ρώτας αντιμετώπισε τους αναχρονισμούς του έργου δημιουργώντας αναλογίες με τα πρόσωπα και τα γεγονότα της εποχής που παίχτηκε η παράσταση. Οπως σημείωνε ο ίδιος: «Εδώ η πίστη στο κείμενο κάνει την εικόνα να φαίνεται σαν υφαντό λερωμένο και με πολλές τρύπες»... Ο Γιάννης Τσαρούχης κατέληξε στο σκηνικό και τα κοστούμια αφού πρώτα μελέτησε τα αφρικανικά κοστούμια ιεροτελεστιών. «(...) Η έννοια του πουλιού απεδόθη με μια φούντα που κολλήθηκε στην ουρά του ανθρώπου και έδωσε στη χορογραφία ελαφρότητα και κάτι από πέταγμα. Τα φτερά που όλοι νόμιζαν αληθινά ήταν από σύρμα και ύφασμα. Τα γαιώδη χρώματα των φτερών συμπληρώνονταν με λίγο άσπρο και γαλάζιο ανοιχτό. Πάντως ο μεγάλος μου δάσκαλος ήταν ο φτωχός μασκαράς που ντύνεται όπως-όπως και οι εύθυμοι αυτοσχεδιασμοί των φοιτητών. Η ιδέα για τις φτερούγες στα χέρια προέρχονταν από τα άγνωστα κοστούμια των ερυθροδέρμων. Είχε δίκιο ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας λέγοντας πως για να βρεις τι ήταν η αρχαία Ελλάδα πρέπει να το ζητήσεις στους νέγρους, στους Ινδούς και σε άλλες φυλές»...Η πρώτη παράσταση στο Ηρώδειο ήταν γραφτό ν' αφήσει εποχή. Ο τότε υπουργός Προεδρίας, Κ. Τσάτσος, διέκοψε τη διακοπή των παραστάσεων και την επόμενη μέρα ο Φωκίων Δημητριάδης δημοσιεύει το αλησμόνητο σκίτσο του στην εφημερίδα «Τα Νέα»: ο Κ. Τσάτσος με «φωνή» κότας, κρατώντας μια όρνιθα από το λουρί, βρίσκεται μπροστά στο ταμείο του Θεάτρου Τέχνης και ζητάει από τον ταμία Κάρολο Κουν δύο εισιτήρια...Η ματαίωση των παραστάσεων και το πνεύμα του κυβερνητικού ανακοινωθέντος δίνει στο «καλλιτεχνικό σκάνδαλο» διαστάσεις... αριστοφανιάδας. Οι τίτλοι των εφημερίδων απηχούν την αντιδραστικότητα πολλών εντύπων: «Η παράστασις των Ορνίθων προεκάλεσε τας αποδοκιμασίας του κοινού», «Υστερική Ορνιθομανία», «Βεβήλωσις», «Αι Ορνιθες, ένα φιάσκο», «Ποίος έφταιξε», «Περί Ορνίθων, Ολισθημάτων, Αυτολογοκρισίας και "κατά πού στρίβει ο γάιδαρος"», «Οποιος ανακατεύεται με τον Κουν τον τρώνε οι Ορνιθες». Και τι δεν γράφτηκε για την «ευτέλειαν» της παράστασης από τους υπεραμύντορες του ελληνικού πνεύματος: «Νόσος που μαστίζει την πνευματική ζωή», «απουσία ευθύνης απέναντι στα ιερά κληροδοτήματα», ενώ οι συντελεστές της παράστασης κατηγορήθηκαν για «εγκληματική αμέλειαν», «ασέβεια», «κυνικότητα», «αδυναμία κατανοήσεως των αρχαίων κειμένων» αλλά και «χυδαιοτάτην μουσικήν»! Πλήθος οι διαμαρτυρίες που εξέφραζαν «βαθυτάτην θλίψιν για το κατάντημα του θεάτρου μας, τη διαστρέβλωσιν και παρωδίαν αρχαίων κειμένων υπό των απογόνων των αθανάτων συγγραφέων των».Η ταύτιση του αριστοφανικού Ιεροφάντη με χριστιανό ιερέα έδωσε στο χριστεπώνυμο κοινό τη χαριστική βολή: «Η έλλειψις κατανοήσεως του βαθυτέρου νοήματος του έργου του μεγάλου κωμικού έφθασε μέχρι τοιούτου βαθμού ώστε αφενός μεν να εμφανίζεται ο αρχαίος Ιεροφάντης ιερουργών ως χριστιανός ιερεύς να συνοδεύεται δε το όλον έργον με την χυδαιοτέραν μουσικήν, αν είναι δυνατόν υπό τον όρον τούτον, τον εκφράζοντα τα ευγενέστερα συναισθήματα του ανθρώπου, να χαρακτηρίζονται τα κατασκευάσματα των θαμώνων των καταγωγείων». Ο Βασίλης Ρώτας τόλμησε να αντισταθεί με επιστολή του στις εφημερίδες, ενώ πνευματικοί άνθρωποι της εποχής πήραν θέση όπως ο Μ. Καραγάτσης, ο πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, Λέων Κουκούλας, ο Μάρκος Αυγέρης, ο θεατρικός συγγραφέας Νίκος Κατηφόρης.Κι όμως: δύο χρόνια αργότερα, το 1962 η παράσταση παρουσιάζεται στο Θέατρο των Εθνών και αποσπά το Α' Βραβείο. Ακολουθεί μια μαμούθ δοξαστική περιοδεία στην Ευρώπη και την τότε ΕΣΣΔ. Οι κριτικοί στις καλύτερες εφημερίδες του κόσμου παραληρούν:
Υμνοι από τον διεθνή τύπο
*«Τι ευτυχισμένο σύνολο, τι ελαφράδα σ' αυτή την παράσταση, πόση χαρά στη σκηνοθεσία του Κουν» («Figaro»).
*«Ενα υπαίθριο πανηγύρι στο βασίλειο του γήινου χρώματος και της παιδικής χαράς. Ο Κ. Κουν, εμψυχωτής και σκηνοθέτης, είχε δίκιο να πιστεύει στις αιώνιες δυνάμεις της φύσης» («Le Monde»).
*«Ολα συντείνουν στη σύνθεση ενός μαγευτικού θεάματος. Τι κρίμα που δεν το είδαν οι Ελληνες του αιώνα του Περικλή!» («La Nation»).
Οι υμνητικές κριτικές συνεχίζονται το 1964 στο Φεστιβάλ Σέξπιρ και στο Διεθνές Φεστιβάλ Παγκόσμιου Θεάτρου στο Λονδίνο το 1965.
*«Φοβόμουν πως θα ήμουν υποχρεωμένος ν' αντιμετωπίσω το θέμα των "Ορνίθων" με σεβασμό. Εκείνο που δεν περίμενα ήταν η αυθόρμητη χαρά, η έξαρση και η λαγαρή ηδονή που προσφέρει αυτή η παράσταση» («The Sundey Times»).
*«Η παράσταση του Κουν είναι απόλυτο θέατρο... ένα θεσπέσιο θέαμα και μια αντάξια αναβίωση ενός μεγάλου έργου» («Daily Mail»).
*«Η σκηνοθεσία του Κουν πλησιάζει πάρα πολύ στο να σπάσει το φράγμα της ξένης γλώσσας» («The Sunday Telegraph»).
*«Το γεγονός ότι ο θίασος του Θεάτρου Τέχνης προσκλήθηκε να παίξει τους "Ορνιθες" για δεύτερη φορά στο Λονδίνο είναι παράσημο που μπορεί να φέρει με δικαιολογημένη περηφάνια» («Daily Telegraph»).
*«Αυτό το ελληνικό "Θέατρο Τέχνης" μπόρεσε να μας ξαναθυμίσει ότι υπάρχουν στους Αθηναίους ιδιότητες που ούτε η ιστορία ούτε η αλλαγή της γλώσσας μπορούν ποτέ να τις αφαιρέσουν» («The Spectator»).
*«...Ακόμα και στον τελευταίο ηθοποιό του Χορού σπινθήριζε το μεγαλείο. Μεγαλειώδης επιτυχία. Να ο ζωντανός Αριστοφάνης» («Theater Heute», Μόναχο).
Οι «Ορνιθες» από κείνο το πρώτο επεισοδιακό ανέβασμα και μετά τον θρίαμβο στο Θέατρο των Εθνών, παίχτηκαν και ξαναπαίχτηκαν πολλές φορές στην Επίδαυρο, το Ηρώδειο, την Κύπρο. Μια παράσταση που το Θέατρο Τέχνης, στις δύσκολες γι' αυτό εποχές, αναβιώνει συχνά ως κειμήλιο. Οι «Ορνιθες» αντέχουν, αυτό όμως που απαιτεί ο τίτλος του θεάτρου του Καρόλου Κουν είναι η συνθήκη για τη δημιουργία καινούριων τέτοιων παραστάσεων...
[Της ΕΦΗΣ ΜΑΡΙΝΟΥ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία / 7, 13/07/2008]
No comments:
Post a Comment