Monday, July 7, 2008

«Βατρά-Χ» του Αριστοφάνη


Μέσα σ' ένα γήπεδο θα παιχτούν οι «Βάτραχοι» με μπάλες, σφυρίχτρες, φόρμες, και ίσως ακόμη και χουλιγκάνους... Η ορχήστρα της Επιδαύρου στρώνεται με χλοοτάπητα και περιφράσσεται με κάγκελα. Στην είσοδο η πινακίδα «εκτελούνται Εργα» εκφράζει ένα πολύσημο περιεχόμενο: εκτελούνται οικοδομικές εργασίες; Δημιουργούνται παραστάσεις; Δολοφονούνται έργα;
«Βατρά-Χ» του Αριστοφάνη ο τίτλος της ανατρεπτικής παράστασης που παρουσιάζει το Εθνικό Θέατρο την Παρασκευή και το Σάββατο στην Επίδαυρο σε μετάφραση Νίκου Χαραλαμπόπουλου και διασκευή-σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη.
Ο πρόλογος-μανιφέστο του Γιώργου Μαρίνου ξεκαθαρίζει αμέσως τις προθέσεις και αποκαλύπτει τον κώδικα της παράστασης: παρακολουθούμε το προτσές των παραστάσεων της αρχαίας αριστοφανικής κωμωδίας στη μετεξέλιξή τους από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα. Ενα εγχείρημα εν είδει «μεζέ» όπως διευκρινίζει ο σκηνοθέτης, αλλιώς θα αφορούσε θεατρολογική μελέτη.
Μια παράσταση «κουνημένη» στη δραματουργία και τη φόρμα της, τολμηρά ανοιχτή σε εννοούμενα και υπονοούμενα. Εντιμη υποστηρίζει ο δημιουργός της, ο οποίος επιμένει στο παλιό, ξεχασμένο πανηγυριώτικο ύφος της αρχαιότητας. Στόχος είναι να επανασυνδέσει θεατές και σκηνή σ' ένα καθεστώς απόλυτης ελευθερίας έκφρασης... εκατέρωθεν. Θα μοιραστούν στο κοίλον γηπεδικά συνθήματα, τραγούδια, αλλά και η σκαλέτα με τον Αγώνα των δυο ποιητών.
«Θέλω να ζωντανέψω τον Αριστοφάνη», μας λέει. «Η γενιά μου τον αδίκησε βλέποντας τις παραστάσεις των έργων του. Εγώ για παράδειγμα έλεγα: "Ας πάω κατευθείαν στον Λεωνίδα"... Προσπαθώ μ' έναν ρομαντικό τρόπο -που ίσως διαβαστεί βλάσφημος- να αποκαταστήσω τη χαμένη τιμή του. Ο κόσμος παλιά στο θέατρο έτρωγε, γελούσε, αποδοκίμαζε, αδιαφορούσε, κοιμόταν, ψήφιζε. Εχω την τιμιότητα να λέω ότι, αφού δηλώνω πως θα κάνω ό,τι θέλω στη σκηνή, ας το κάνει και ο θεατής. Αγαπώ τρελά την Επίδαυρο και το γεγονός ότι τη στρώνω με γηπεδικό χλοοτάπητα είναι ένδειξη χαράς όχι βλασφημίας».
Στην αρχαία Αθήνα επικρατεί χάος και παρακμή. Ο θεός Διόνυσος με τον υπηρέτη του Ξανθία κατεβαίνουν στον Κάτω Κόσμο για να ξαναφέρουν στη γη έναν πεθαμένο ποιητή. Συγχρόνως, στη σύγχρονη Αθήνα, δύο νέοι δημιουργοί προσπαθούν να διαβάσουν το αυθεντικό κείμενο των «Βατράχων». Και η παράσταση αρχίζει διατρέχοντας δυο πορείες που άλλοτε συναντιούνται κι άλλοτε απομακρύνονται.
Οι πρωταγωνιστές (Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης-Δημήτρης Λιγνάδης) όταν φτάνουν στον Αδη δεν είναι πια Διόνυσος και Ξανθίας αλλά οι Ευριπίδης και Αισχύλος σ' έναν αγώνα μέχρις εσχάτων για τον τίτλο του καλύτερου ποιητή.
Στο πρώτο μισό του έργου εκτυλίσσονται τέσσερα κωμικά επεισόδια. Στο δεύτερο μέρος, στο ντιμπέιτ ανάμεσα στους ποιητές (εδώ πρόκειται για τους Χ και Ψ), παρακολουθούμε τον αγώνα-αγωνία των δυο δημιουργών ν' ανεβάσουν τους «Βατράχους».
«Είναι σαν να βλέπουμε δύο έργα», λέει ο Δ. Λιγνάδης: «Ενα γέλιου κι ένα που μιλάει για τις βασικές διαφορές ανάμεσα στη σύγχρονη και την παραδοσιακή τέχνη. Η γλώσσα του Αριστοφάνη γαργαλάει το μυαλό και τις πέντε αισθήσεις μας. Πολύ σκατολογία, πάρα πολλοί φαλλοί. Τι κάνεις λοιπόν αναδημιουργέ; Μια μουσειακή παράσταση ή δείχνεις τα επί Αριστοφάνη και τα μετά Αριστοφάνην; Αποφάσισα το δεύτερο. Εχουμε σκληρή, σημερινή βωμολοχία και αναγωγές. Ο συγγραφέας δεν μου επιτρέπει απλώς, με υποχρεώνει να υπονοήσω πρόσωπα σαν αυτά που τότε ήταν παρόντα στις παραστάσεις των έργων του. Σαν ποιους; Βέλτσος, Γεωργουσόπουλος, Καραμανλής, Αγ. Δημήτριος... Σε άλλο επεισόδιο υπάρχει ένα τσιμπούσι και τρεις χορεύτριες.. Εκεί θα κάνουμε πάρτι με ελληνική μουσική και πασχίζω μήπως στηθεί ένα στριπτιζάκι... Δεν έχω τίποτα με τη Δώρα Στράτου αλλά δεν πιστεύω στον Αριστοφάνη που παρουσιάζει. Αλλο σεβασμός κι άλλο νεκροφιλία. Ο Αριστοφάνης είναι ζωντανός, γι' αυτό και αποπειρώμαι να τον πειράξω. Αλλιώς τον ταριχεύω και τον βάζω στο μουσείο».
Ζωντανή μουσική επί σκηνής (Γ. Χριστοδουλόπουλος), μια γλυπτή λόγχη το σκηνικό ενώ τα κοστούμια φέρουν στοιχεία απ' τις χρυσές εποχές της αριστοφανικής παραστασιολογίας (Ελλη Παπαγεωργακοπούλου).
Ο Γιώργος Μαρίνος έρχεται πάντα ως αειθαλής έφηβος... απ' τα δεξιά, σ' έναν πολύσημο ρόλο με εμφανίσεις-κλειδιά. Μας βάζει στην ιστορία με μια παρλάτα που έγραψε γι' αυτόν ο Δ. Λιγνάδης. Είναι ο Ηρακλής κι αργότερα ο Κριτής-Διαιτητής στον Αγώνα των δυο σαραντάρηδων δημιουργών. Η Δήμητρα Ματσούκα ως σύγχρονη θεατρολόγος -εκπροσωπεί τη Θεωρία- δεν αντέχει αγώνες χωρίς Στάνφορντ, Κορνήλιο Καστοριάδη, Τσόμσκι... Ενας αριστοφανικός θίασος νέων παιδιών ερμηνεύει τους Μύστες που διακωμωδούν τα Ελευσίνια Μυστήρια με κορυφαίο τον Βαγγέλη Χατζηνικολάου. Η Στεφανία Γουλιώτη εμφανίζεται ως πρωθιέρεια των Μυστών, επίσης ως κανονική, αλλά και πειραγμένη Κασσάνδρα...
  • «Φοβάμαι, αλλά...»
Ο σκηνοθέτης τονίζει ότι πρόκειται για ενυπόγραφη διασκευή-προσαρμογή, εννοώντας ότι έχουμε δει πολλές διασκευές χωρίς υπογραφή: «Με την εμπειρία του θεατή, ηθοποιού, σκηνοθέτη και κυρίως του φιλολόγου, τολμώ να πω ότι, λίγο ή πολύ, όλο το αρχαίο δράμα ανεβαίνει διασκευασμένο. Η μετάφραση, δηλαδή, αποτελεί ήδη μια μικρή ή μεγάλη μετατόπιση από το πρωτότυπο και συνιστά διασκευή του έργου».
Οσο για την πλευρά που μιλάει για ανασκολοπισμό των συγγραφέων και ασέβεια απέναντι στα κείμενα, ο Δ. Λιγνάδης αναφέρεται σε σκηνοθέτη-αναδημιουργό.
«Το έργο είναι ζωντανός οργανισμός, κωδικοποιημένο σήμα το οποίο καλείται ο σκηνοθέτης να αποκαλύψει. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι υποχρεούται να υποκαταστήσει τον συγγραφέα. Οι 85 σελίδες είναι παράσταση όχι δοκίμιο του Καστοριάδη... Οι θεατές της εποχής του Αριστοφάνη λάτρευαν με πίστη τον ύψιστο θεό Διόνυσο, τον ίδιον που έβλεπαν αργότερα στο θέατρο ντυμένο με λεοντή, τακούνια και να τα κάνει επάνω του! Σαν να πηγαίνεις σήμερα γονυπετής στο πανηγύρι του Αγ. Δημητρίου με όλες τις αρχές παρούσες και μετά να βρίσκεται σε μια παράσταση όπου ο Αγ. Δημήτριος εμφανίζεται με ρόπαλο, γόβα και κραγιόν... Αυτό, δυστυχώς, δεν το βλέπουμε σήμερα γιατί έχουν αλλάξει κοινό και άλλα πολλά. Ομως, αυτή είναι η αντιστοιχία. Ασχετα αν οι θεατές έρχονται με κριτήρια αισθητικά. Είναι γιατί χάθηκε το πανηγύρι αφού κόπηκε η σχέση πλατείας-σκηνής».
  • Δεν φοβάται ο σκηνοθέτης μια τόσο ανατρεπτική ματιά;
«Το έργο πατάει σε βάση απόλυτα σταθερή φιλολογικά και θεατρολογικά. Δεν έγιναν εκπτώσεις παρά μόνον οι νόμιμες. Φοβάμαι πολύ όσο θέλω να αρέσει και πολύ. Εχω γίνει ηθοποιός για να εισπράττω μπράβο. Με ενοχλεί η κακή κριτική. Ποντάρω στην πρόκληση και στην πρωτοτυπία τόσο όσο αν θα φορούσα ένα ρούχο με σκοπό να εντυπωσιάσω χωρίς ν' αλλάξει τίποτα μέσα μου».

Της ΕΦΗΣ ΜΑΡΙΝΟΥ - φωτ.: Π. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία / 7, 06/07/2008

No comments: