Του Γιώργου Δ. Κ. Σαρηγιάννη ΤΑ ΝΕΑ: Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011
Αναγνωρισµένος έπειτα από πολλά δύσκολα χρόνια, χορτασµένος από επιτυχίες και τιµές, µε περισσότερα από 30 θεατρικά έργα αλλά και µε σενάρια, στίχους και τη µαρτυρία «Μαουτχάουζεν» στις αποσκευές του, έφυγε από τη ζωή, πλήρης ηµερών, ο µεγάλος συγγραφέας
Το ελληνικό θέατρο έχασε το ριζιµιό λιθάρι του. Ο Ιάκωβος Καµπανέλλης, αφού ταλαιπωρήθηκε τα τελευταία χρόνια µε την υγεία του αλλά µε καθαρό µυαλό έως το τέλος, έφυγε από τη ζωή – µια ζωή µεστή – στα 89 του χρόνια, αφήνοντας πίσω του ένα πλούσιο θεατρικό έργο που θεµελίωσε το σύγχρονο ελληνικό θέατρο, δικαιώνοντας τον τίτλο του «πατριάρχη του ελληνικού θεάτρου» που του είχαν απονείµει. Ο Ιάκωβος Καµπανέλλης είχε γεννηθεί στη Νάξο. Χρονιά σηµαδιακή για την Ελλάδα: το 1922. «Τα παιδικά µου χρόνια είναι ζυµωµένα µε τη Νάξο» έλεγε σε συνέντευξη που είχε δώσει στον γράφοντα («ΤΑ ΝΕΑ», 31 ∆εκεµβρίου 1999). «Και υπάρχει πάρα πολλή Νάξος στα έργα µου γιατί έχω µέσα µου έναν ολόκληρο θησαυρό, µια ολόκληρη µυθολογία από τα παιδικά µου χρόνια».
Ηταν στα δώδεκα όταν ξεριζώθηκε από το νησί η οικογένεια και βρέθηκε στην Αθήνα σε άθλια οικονοµική κατάσταση – εννιά παιδιά που όλα έπρεπε να δουλέψουν. ∆ουλειά το πρωί, στο νυχτερινό γυµνάσιο το βράδυ. Κάποια στιγµή θα το παρατήσει για να πάει στη Σιβιτανίδειο όπου θα σπουδάσει σχεδιαστής. Μέσα στην Κατοχή, εικοσάρης, ανήσυχο µυαλό, κάνει µια αποκοτιά: µ’ έναν φίλο του, µε πλαστά διαβατήρια και κουβαλώντας τσιγάρα ξεκινούν να πάνε στην Αυστρία. Θα την πληρώσει σκληρά την αποκοτιά. Θα τους πιάσουν στο Ινσµπρουκ και χωρίς πολλές διαδικασίες θα βρεθεί στο αυστριακό στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαουτχάουζεν. Για δυόµισι χρόνια. Που θα τον σηµαδέψουν. Το ‘45 ελευθερώνεται και γυρίζει στην Αθήνα. Η Ελλάδα έχει αρχίσει να σπαράσσεται από τον Εµφύλιο.
Ο νεαρός Καµπανέλλης έχει έφεση στις τέχνες, διαβάζει πολύ… Κι ένα βράδυ εκείνου του πρώτου µετά το Μαουτχάουζεν ελεύθερου χειµώνα του βρίσκεται στο θέατρο «Αλίκης» – το σηµερινό «Μουσούρη». Είναι ένας σχετικά καινούργιος θίασος εκεί – έχει ιδρυθεί το 1942 από τον Κάρολο Κουν – , το «Θέατρο Τέχνης». Παίζουν το «Ενα κοµµάτι γης», βασισµένο σ’ ένα βιβλίο του Κάλντγουελ. Αυτό είναι! «Με προβληµάτισε πολύ πώς µπορεί να έρχεται κανείς από ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως όπου έχουν δει τα µάτια του τόσα και τόσα φοβερά και να συγκλονίζεται από ένα ψεύδος – όπως είναι η κάθε παράσταση! Για µένα, αν θέλετε, αυτό ήταν και η αποκάλυψη της δύναµης του θεάτρου».
Αποφασίζει να γίνει ηθοποιός. ∆εν τον δέχονται στις εισαγωγικές εξετάσεις της ∆ραµατικής Σχολής του «Θεάτρου Τέχνης» γιατί δεν έχει το απολυτήριο του Γυµνασίου. Και τότε σκέφτεται να µπει στο θέατρο από άλλη πόρτα: αρχίζει να γράφει.
Τα έργα µαζεύονται στο συρτάρι ενώ δουλεύει στη διαφήµιση. Ωσπου το καλοκαίρι του 1950 ο Αδαµάντιος Λεµός που έχει κάνει θίασο σε ένα θεατράκι στην Καλλιθέα και µε τον οποίο είχε συνδεθεί φιλικά ανεβάζει το πρώτο του έργο: «Ο χορός πάνω στα στάχυα».
Η συνέχεια δεν είναι εύκολη: ενώ δουλεύει για το ραδιόφωνο του τότε ΕΙΡ, κάνοντας µεταφράσεις, διασκευές και προσαρµογές για το ραδιοφωνικό θέατρο, γράφει έργα για τα οποία ακούει τα καλύτερα λόγια αλλά κανένας δεν τα ανεβάζει. «Η Στέλλα µε τα κόκκινα γάντια» γραµµένο για τη Μελίνα φτάνει στο αµήν αλλά τελικά δεν ανεβαίνει κι αυτό. Ωσπου ο Μιχάλης Κακογιάννης το παίρνει και το κάνει ταινία – τη «Στέλλα». Ο Νίκος Κούνδουρος τον καλεί τότε να γράψει το σενάριο του «∆ράκου».
Πρέπει όµως να φτάσει το 1956 για να δει πάλι έργο του στη σκηνή: η νεορεαλιστική «Εβδοµη ηµέρα της δηµιουργίας» ανεβαίνει στο Εθνικό Θέατρο ενταγµένη στη ∆εύτερη Σκηνή του.
Στο µεταξύ όµως, έξυπνος άνθρωπος, που ήξερε να ελίσσεται, έχει γνωρίσει και τον Κάρολο Κουν από κοντά. Ενσωµατώνεται στο «Θέατρο Τέχνης». Τον ∆εκέµβριο του 1957, και αφού ο Βασίλης ∆ιαµαντόπουλος έχει ερµηνεύσει τα µονόπρακτά του «Αυτός και το παντελόνι του» και «Κρυφή ζωή», ο Κουν ανεβάζει στο Υπόγειο την «Αυλή των θαυµάτων»: ένα έργο βαθιά ελληνικό, µια παράσταση - σταθµός που αφήνει εποχή και η επίσηµη ηµεροµηνία γέννησης του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου.
Ο Καµπανέλλης όµως δεν θα κολλήσει στην επιτυχία και στον νεορεαλισµό της «Αυλής».
Γράφει έργα σε διαφορετικό ύφος µε το ρίσκο να µην αρέσουν – κάποια µάλιστα θα ενοχλήσουν µε το θέµα τους: «Η ηλικία της νύχτας», «Ο γορίλας και η Ορτανσία», «Παραµύθι χωρίς όνοµα», «Βίβα Ασπασία», «Οδυσσέα γύρισε σπίτι» – γραµµένο πολύ παλαιότερα αλλά άπαιχτο για χρόνια – «Η αποικία των τιµωρηµένων», «Ασπασία» – µία παραχώρηση στο εύπεπτο θέατρο για χάρη της Τζένης Καρέζη…
- Η κηδεία του θα γίνει το Σάββατο στις 11.30
- στην Αγία Ζώνη Κυψέλης και η ταφή στο Β’ Κοιµητήρι
Η Τζένη Καρέζη µε τον Κώστα Καζάκο ανεβάζουν, µεσούσης της χούντας, καλοκαίρι του ‘73, το σαφώς αντιδικτατορικό σπονδυλωτό λαϊκό θέαµά του «Το µεγάλο µας τσίρκο»: Τεράστια επιτυχία, χαφιέδες, κρυφτό µε τη λογοκρισία, απαγορεύσεις, σύλληψη των πρωταγωνιστών… Η παράσταση γράφει την ιστορία της.
- Από το «Τσίρκο» έως το «Μαουτχάουζεν»
Στην ίδια γραµµή και τα επόµενα έργα του: «Το κουκί και το ρεβίθι» και «Ο εχθρός λαός». Αλλά ο Καµπανέλλης και πάλι αλλάζει δρόµο στη συνέχεια: «Πρόσωπα για βιολί και ορχήστρα», «Τα τέσσερα πόδια του τραπεζιού», «Ο µπαµπάς ο πόλεµος» – επίσης πολύ παλαιότερα γραµµένο –, το µονόπρακτο «Ο επικήδειος, «Ο αόρατος θίασος», «Ο δρόµος περνά από µέσα», τα αρχαιόθεµα µονόπρακτα «Γράµµα στον Ορέστη», «Ο δείπνος» και «Πάροδος Θηβών», «Στη χώρα Ιψεν», «Η Στέλλα µε τα κόκκινα γάντια», «Η τελευταία πράξη», «Μια συνάντηση κάπου αλλού», «Μια κωµωδία»… Ο µονόλογος «Οι δύσκολες νύχτες του κυρίου Θωµά» που έγραψε για τον Τάκη Βουτέρη – και που ο ηθοποιός έπαιξε και πάλι στο «Θέατρο Εξαρχείων» πέρσι – ήταν το τελευταίο του έργο που ανέβηκε στη σκηνή πέραν των διαρκών επαναλήψεων των άλλων – «Η αυλή των θαυµάτων» ανεβαίνει διαρκώς από επαγγελµατίες και ερασιτέχνες.
Μερικά από τα τελευταία έργα του τα είχε σκηνοθετήσει ο ίδιος.
Ο Ιάκωβος Καµπανέλλης, που τα θεατρικά άπαντά του έχει εκδώσει ο Κέδρος, έγραψε και άλλα σενάρια – «Το ποτάµι» του Νίκου Κούνδουρου, «Η αρπαγή της Περσεφόνης» του Γρηγόρη Γρηγορίου, «Κορίτσια στον ήλιο» του Βασίλη Γεωργιάδη… –, συν-σκηνοθέτησε µάλιστα µε τον ηθοποιό αδελφό του Γιώργο την ταινία «Το κανόνι και το αηδόνι» ενώ τα σηµάδια του άφησε και στον στίχο. Αρκετά τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη («Και δόξα τω Θεώ»), του Μάνου Χατζιδάκι, του Σταύρου Ξαρχάκου, του Γιάννη Σπανού και του Νίκου Μαµαγκάκη, ενταγµένα τότε κυρίως σε έργα του θεατρικά, φέρουν την υπογραφή του στους στίχους.
Το µόνο του πεζό ήταν το «Μαουτχάουζεν», η µαρτυρία του από το στρατόπεδο όπου παρέµεινε έγκλειστος δυόµισι χρόνια, ασχολήθηκε όµως και µε τη δηµοσιογραφία.
Επίτιµος διδάκτωρ στα Πανεπιστήµια Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Κύπρου, τακτικό µέλος της Ακαδηµίας Αθηνών, πολλαπλά τιµηµένος, διετέλεσε διευθυντής της Ελληνικής Ραδιοφωνίας για αρκετά χρόνια τη δεκαετία του ‘80.
Ευγενικός άνθρωπος – κύριος –, πάντα κοµψός, γοητευτικός, ο Ιάκωβος Καµπανέλλης αφήνει µία κόρη, τη σκηνογράφο - ενδυµατολόγο Κατερίνα Καµπανέλλη, η οποία θρήνησε, λίγες µέρες πριν, και τη µητέρα της, Νίκη, που διακριτικά στάθηκε στον συγγραφέα µια ολόκληρη ζωή.
«Oταν έχεις ζήσει µαζί του τόσο στενά δεµένος από την εφηβεία σου, νιώθεις µέσα σου ένα κενό, σαν να έχεις χάσει ένα κοµµάτι του εαυτού σου», δήλωνε χτες ο Μίκης Θεοδωράκης. «Aλλοι θα µιλήσουν για τη µεγάλη του αξία και την ανυπολόγιστη προσφορά του στην Τέχνη. Εγώ θρηνώ τον φίλο, τον συνεργάτη και τον άνθρωπο που οµόρφυνε µε τα έργα του τη ζωή µας».
Ο Ιάκωβος Καµπανέλλης – που δεν είχε τελειώσει καλά-καλά το σχολείο, έγραφε το 1999 η Βίκυ Χαρισοπούλου στα «ΝΕΑ» – έφτασε να ανακηρυχθεί επίτιµος διδάκτορας του Τµήµατος Θεατρολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης και επίτιµος διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστηµίου της Κύπρου.
- «Ο Νεοέλληνας δεν χωράει στον εαυτό του»
Τότε το σχολίαζε: «Είµαι πάρα πολλά για να µην είµαι τίποτα και λίγος για να είµαι κάτι. Αυτό ήταν το δράµα της δικής µου γενιάς. Σήµερα υπάρχει το εντελώς αντίθετο. Σήµερα υπάρχει το επιστηµονικό προλεταριάτο. Σήµερα οι νέοι δεν είναι τίποτα, γιατί είναι πολλά».
Η ιστορία του θα µπορούσε άραγε να γίνει θεατρικό έργο; Πάντως ξεκίνησε από τη Νάξο και συνεχίστηκε στην Αθήνα, όπου αποφοίτησε από τη Σιβιτανίδειο. «Ηµουν ένας ροµαντικός τυχοδιώκτης. Εφταιγε η λογοτεχνία της εποχής.
∆ιάβαζα αρχαίους τραγικούς και Νοστογιέφσκι κι ονειρευόµουν», έλεγε.
«Βρέθηκα στο Μαουτχάουζεν από µια νεανική επιπολαιότητα. Σχεδόν εθελοντικώς. ∆εν υπήρξα ποτέ αριστερός. Ηµουν πάντα πολύ κοντά σ’ αυτούς τους ανθρώπους, αλλά ποτέ µαζί τους. ∆ιαφωνούσα».
Το 1946 παρακολουθεί τυχαία µια παράσταση του «Θεάτρου Τέχνης». Συγκινείται: «Ενθουσιάστηκα από ένα ψέµα – τόσο πειστική αναπαράσταση της αλήθειας. Ποιος; Εγώ, που έζησα την Αλήθεια του Μαουτχάουζεν».
Κάποιοι είπαν πως ήταν «ευφυής κλέφτης συνταγών ευρωπαίων οµοτέχνων του». «Ποιος Μπρεχτ, ποιος Ο’ Κέιζι; ∆εν τους ήξερα καν», απαντούσε. «Εγώ έγραφα πάντα αυτά που έβλεπα. Αυτά που ζούσα κι αυτά που ονειρευόµουν. Αυτά που µε πονούσαν κι αυτά που πονούσαν ολόκληρη τη γενιά µου».
«Ξέρετε ποιο είναι το πρόβληµα – αλλά και το προσόν – του Νεοέλληνα; Το προσφυγικό στοιχείο. Είναι κάτι σαν σύνδροµο. Ο Νεοέλληνας δεν χωράει στον εαυτό του. Είναι τελικά ζητούµενο η προσφυγιά».
Ο θεατρολόγος Νικηφόρος Παπανδρέου παρατηρούσε: «Ο Ιάκωβος Καµπανέλλης γράφει εδώ και 50 χρόνια το ίδιο έργο. Αυτό που έζησε. Την Οδύσσεια της µεταπολεµικής νεοελληνικής κοινωνίας».
«Ποιος είναι καλός πολιτικός; Αυτός που φροντίζει να δηµιουργήσει έναν κόσµο όπου να ζούµε ευχάριστα, χωρίς να ‘µαστε κυκλωµένοι από την περιφρόνηση. Γιατί έχουµε κακές συγκοινωνίες; Επειδή είµαστε κακοί επιβάτες. Από ‘δώ αρχίζει η αλήθεια. Ο πολιτισµός δεν είναι πνευµατική άσκηση. Είναι πρακτική καθηµερινότητας. Είναι να φυτέψεις ένα δέντρο, να µην πετάς τα σκουπίδια σου, να οδηγείς µε σεβασµό για τους άλλους που οδηγούν. Απ’ αυτά αρχίζει ο πολιτισµός, να τα βράσω εγώ τα θέατρα, και τις παραστάσεις, και τις πρεµιέρες».
ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ, ΕΡΓΑ, ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ, ΗΘΟΠΟΙΟΙ, ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΣ, ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΟΙ, ΦΩΤΙΣΤΕΣ, ΜΟΥΣΙΚΟΙ, ΧΟΡΟΓΡΑΦΟΙ, ΚΡΙΤΙΚΟΙ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΕΣ, ΒΙΒΛΙΑ, ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ, ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ...
Wednesday, March 30, 2011
ΙΑΚΩΒΟΣ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ: Πέταξε για την «Αυλή των θαυµάτων»
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment