- Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 28 Μαρτίου 2011
Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ
Η Λυδία Φωτοπούλου συναντά την
Καμίγ Κλοντέλ στη γειτονιά του Μεταξουργείου (στο ομώνυμο θέατρο), όχι
ενσαρκώνοντάς την, αλλά αποδίδοντας το «κύμα της τρέλας» που συνεπήρε τη
σπουδαία γλύπτρια, αδελφή του Πολ Κλοντέλ κι ερωμένη του Ροντέν. Τη γυναίκα που καταδικάστηκε από την ίδια την οικογένειά της σε ισόβιο εγκλεισμό σε άσυλο μέχρι το θάνατό της, το 1943.
Στην παράσταση «Καμίγ Κλοντέλ: το κύμα της τρέλας», που συνέλαβε
και σκηνοθετεί ο ψυχίατρος Στέλιος Κρασανάκης (παραγωγή του
Πολιτιστικού Οργανισμού «Αιών»), επιχειρούνται να αναβιώσουν σκηνικά
τόσο η τρέλα μιας εποχής μεταιχμιακής και μιας κοινωνίας που
περιθωριοποιεί οτιδήποτε την προπορεύεται, όσο και οι μορφές και οι
γλυπτικές φόρμες που επινόησε η ρηξικέλευθη γλύπτρια.
Η σταδιακή πτώση της Καμίγ Κλοντέλ, μετά την περιθωριοποίησή της
από τη συντηρητική, καθολική και ανδροκρατούμενη κοινωνία της εποχής
αλλά και από την οικογένειά της, διατρέχεται μέσα από την αλληλογραφία
της.
«Σ' αυτό το υλικό διαφαίνεται ένα είδος παλλόμενου συναισθήματος:
είναι απίστευτη, ευτυχής για τη δουλειά της, αλλά αγωνιά γιατί δεν έχει
πόρους. Το να διεκδικεί μια γυναίκα, τέλη του 19ου αιώνα, το δικαίωμα να
υπάρξει στην τέχνη, και δη τη γλυπτική, είναι επανάσταση από μόνο του»,
τονίζει η Λυδία Φωτοπούλου.
Ο αγώνας της Κλοντέλ για την εξεύρεση πόρων, η κοινωνική
απομόνωση αλλά και ο χωρισμός της με τον Ροντέν είχαν αποτέλεσμα το
«νευρικό κλονισμό» της, όπως λέει η Φωτοπούλου. Δεν θεωρεί ότι η Καμίγ
ήταν ψυχασθενής όταν κλείστηκε στο άσυλο. «Δεν μπορώ να δω από τα
γράμματά της ένα σχιζοφρενές πλάσμα», τονίζει. «Η Καμίγ μιλά για τα
έγκλειστα πλάσματα που βγάζουν κραυγές, λειτουργώντας αντιστικτικά
απέναντί τους. Βρέθηκε σε ένα χώρο όπου δεν ανήκει. Σίγουρα, όμως, είχε
ένα ψυχισμό πιο ευαίσθητο και ευάλωτο από την αδελφή της, που ήταν μια
υπάκουη κόρη. Η Καμίγ ήταν μια κόρη και αδελφή που ενοχλούσε. Και γι'
αυτό την έκλεισαν...».
Ολη της τη ζωή περίμενε τη μητέρα της να την πάρει στο σπίτι. Η
άτεγκτη μάνα δεν την επισκέφτηκε ποτέ. Κι ο αδελφός της; Σε τριάντα
χρόνια τής έκανε το πολύ τέσσερις επισκέψεις.
«Εχει, όμως, ο καιρός γυρίσματα», λέει η Φωτοπούλου. «Οσο η
Καμίγ ζούσε στο περιθώριο, ο Ροντέν ζούσε μεγάλη ζωή και τον τιμούσαν με
μετάλλια και διακρίσεις». Μετά από έναν αιώνα, η Κλοντέλ όχι απλώς
αναγνωρίστηκε, αλλά για αρκετούς το έργο της είναι σημαντικότερο από του
Ροντέν. Το '51 ο Πολ Κλοντέλ δώρισε όλα τα γλυπτά της στο Μουσείο
Ροντέν. «Και μετά το θάνατο αυτοί οι δύο ξαναβρέθηκαν μαζί», σχολιάζει η
Λυδία Φωτοπούλου.
Πώς αφομοιώνεται δραματουργικά, υποκριτικά το χειμαρρώδες αυτό
υλικό; «Η μεγάλη δυσκολία είναι πώς χειρίζεται κανείς την αλληλογραφία.
Γιατί δεν πρόκειται για έργο, αλλά για γράμματα», ξεκαθαρίζει η
Φωτοπούλου. Το λόγο, πάντως, ενισχύουν στην παράσταση τα βίντεο του
Τάσου Δήμα, από τα οποία «παρελαύνουν» έργα της Κλοντέλ, το ψυχιατρείο
της, το πατρικό που πάντα ονειρεύεται να επιστρέψει.
«Κρατώ την αναγκαία απόσταση, για να μην την προδώσω», εξηγεί η
ηθοποιός. «Αλλιώς θα ήταν μίμηση ενός πράγματος σοβαρού. Η σταδιακή,
δηλαδή, απόκλισή της, ο νευρικός κλονισμός της προκύπτει μέσα από τα
λόγια της και όχι από κραυγές. Γιατί την τρέλα ή την εμμονή την έχουμε
συνδυάσει με το "ουρλιάζω". Για την Καμίγ η απόκλιση είναι τρόμος.
Μιλάει για το κρύο και το φρικτό φαΐ του ασύλου που δεν τρώει και φτάνει
να πεθάνει από ασιτία. Καταστάσεις που βλέπεις γύρω σου στην Αθήνα
σήμερα. Δεν γίνομαι όμως Καμίγ», υπογραμμίζει. «Δεν θα μπορούσα να
μεταμορφωθώ στην ίδια. Δεν μπορώ να την ξέρω».
* Μετάφραση: Ρούλα Τσιτούρη. Σκηνικά-κοστούμια: Ντόρα Λελούδα.
Ηχητικός σχεδιασμός: Σπύρος Αραβοσιτάς. Επιμέλεια κίνησης: Αμάλια
Μπένετ. Φωτισμοί: Γιάννης Δρακουλαράκος. Η παράσταση τελεί υπό την
αιγίδα της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας και εντάσσεται στις
παράλληλες εκδηλώσεις της έκθεσης «Αιτία θανάτου: Ευθανασία» από τη
συλλογή «Prinzhorn» (Μουσείο Μπενάκη, Πειραιώς 138).
No comments:
Post a Comment