Προσπαθούν να μου αποδώσουν απόψεις που εκφράζουν κάποια πρόσωπα στο έργο μου "Βρικόλακες". Ομως, σ' όλο το έργο, δεν υπάρχει ούτε μια στιχομυθία που να μεταφέρει την προσωπική γνώμη του συγγραφέα. Από ένα τέτοιο λάθος φυλάχτηκα καλά... Είπαν ακόμη ότι το έργο κηρύσσει το μηδενισμό. Δεν κηρύσσει τίποτα. Μονάχα προειδοποιεί ότι ο μηδενισμός υπάρχει σε υπολανθάνουσα κατάσταση εδώ, σε μας, όπως και αλλού... Ενας πάστορας Μάντερς πάντα θα συνεργεί στην εμφάνιση μιας κυρίας Αλβινγκ. Και αυτή, ειδικά επειδή είναι γυναίκα, θα ταχτεί με τις πιο ακραίες τάσεις στο δρόμο που θα ακολουθήσει».
Αυτά έγραφε το 1881 ο Ερρίκος Ιψεν για τους «Βρικόλακες», ένα έργο που αναθεματίστηκε από τους προοδευτικούς διανούμενους της εποχής αμέσως μετά την έκδοσή του ως «λιβελογράφημα», «ανοιχτός οχετός», «τραύμα χωρίς επίδεσμο», «σπίτι με τα παράθυρά του ανοιχτά»... Το πνεύμα του συγγραφέα προσπαθεί ν' ακολουθήσει ο Εκτορας Λυγίζος σκηνοθετώντας τους «Βρικόλακες» σε μετάφραση Μαργαρίτας Μέλμπεργκ από τις 27 μέχρι και τις 31 Ιουλίου στο Σχολείον.Η υπόθεση διαδραματίζεται σε μια μικρή πόλη έξω από τη Χριστιάνα της Νορβηγίας. Σε διάστημα 17 ωρών αναποδογυρίζει το σύμπαν στη ζωή πέντε ανθρώπων αποκαλύπτοντας τη βαθύτερη τραγωδία καθενός: καταρρέει η ειδυλλιακή εικόνα του έγγαμου βίου της κυρίας Αλβινγκ (Ανέζα Παπαδοπούλου). Ο νεκρός έντιμος αξιωματικός σύζυγός της ήταν παραλυμένος ηθικά και σωματικά, μυστικό που εκείνη έσερνε μια ολόκληρη ζωή. Ομολογείται ο ανεκπλήρωτος καταπιεσμένος έρωτάς της για τον συμβουλάτορά της πάστορα Μέντερς. Αποκαλύπτεται η ταυτότητα της υπηρέτριας Ρεγγίνας (Πολυξένη Ακλίδη), νόθας κόρης του κυρίου Αλβινγκ, καθώς και τα πονηρά σχέδια του απατεώνα-ψευτοπατέρα της Εγκστραντ (Γιώργος Ζιόβας). Ξεσπάει η κληρονομική αρρώστια του καλλιτέχνη γιου Οσβαλντ (Θάνος Σαμαράς), η μυστική απ' όλους σύφιλη. Η τυπολατρική ηθική του πάστορα Μέντερς (Νίκος Γεωργάκης) αποδεικνύεται ανίκανη να σώσει το απολωλός ποίμνιο...
«Ξεκινώ με την παραδοχή ότι μέσα σε λίγες ώρες τα πρόσωπα ζουν τη σημαντικότερη στιγμή της ζωής τους. Ολα κρίνονται για πάντα. Στην παράσταση τονίζεται το θρησκευτικό στοιχείο με την έννοια της πίστης στο όνειρο, το ζωτικό ψεύδος. Μ' έναν τρόπο την πίστη την έχουμε ανάγκη, είτε προς το θεό είτε ενταγμένη μέσα στην καθημερινότητά μας προς πρόσωπα, ιδεολογίες, καριέρες, συμφέροντα, φιλοδοξίες. Δεν μ' ενδιέφερε να κρίνω, να σχολιάσω την ίδια την πίστη των προσώπων αλλά τη λυτρωτική δύναμή της». Το έργο που, συνήθως βλέπουμε μέσα στο καταχείμωνο, αποπνέει τώρα καλοκαιρινή εσάνς... Δεν διαδραματίζεται στο γνωστό σαλόνι της κ. Αλβινγκ, αλλά στο χώρο μιας προτεσταντικής εκκλησίας (σκηνικό-κοστούμια Μαγιούς Τρικεριώτη). Απλοί εκκλησιαστικοί πάγκοι στήνονται εκατέρωθεν της σκηνής για τους θεατές που παρακολουθούν ως σώμα ενόρκων ή ως εκκλησίασμα. Υπάρχει αναλόγιο από το οποίο κηρύττει ο πάστορας μ' ένα μικρόφωνο μπροστά. Τεράστιες τζαμαρίες κλείνουν το χώρο και πάνω τους πέφτει συνεχώς μια καλοκαιρινή βροχή. Τα κοστούμια είναι σύγχρονα.Οι ήρωες έχουν φτιάξει μια εικόνα για τον εαυτό τους και παλεύουν να την επαληθεύσουν. Αλλά τι κάνουν την ώρα της κρίσης; «Ο Ιψεν παίζει με πολλά είδη θεάτρου: με αγώνες λόγου τραγωδίας, φαρσικά κομμάτια, μελοδραματικά ακόμα και απόλυτου ρεαλισμού διαρκώς εναλλασσόμενα», επισημαίνει ο σκηνοθέτης. «Παρά τη ρεαλιστική βιτρίνα, το έργο δεν είναι ρεαλιστικό. Το θέμα των "θρησκειών" το κάνει διαχρονικό: η ανάγκη να πιστέψουμε σε μια εξωτερική οργάνωση της ζωής που, μοιραία, θα οικοδομείται πάνω στο ψέμα. Οι θρησκείες διαμορφώθηκαν ακριβώς γιατί υπάρχουν τερατώδη διλήμματα, γιατί τα όνειρά μας συγκρούονται μ' αυτά των άλλων».
- Η λυτρωτική δύναμη της πίστης
«Ξεκινώ με την παραδοχή ότι μέσα σε λίγες ώρες τα πρόσωπα ζουν τη σημαντικότερη στιγμή της ζωής τους. Ολα κρίνονται για πάντα. Στην παράσταση τονίζεται το θρησκευτικό στοιχείο με την έννοια της πίστης στο όνειρο, το ζωτικό ψεύδος. Μ' έναν τρόπο την πίστη την έχουμε ανάγκη, είτε προς το θεό είτε ενταγμένη μέσα στην καθημερινότητά μας προς πρόσωπα, ιδεολογίες, καριέρες, συμφέροντα, φιλοδοξίες. Δεν μ' ενδιέφερε να κρίνω, να σχολιάσω την ίδια την πίστη των προσώπων αλλά τη λυτρωτική δύναμή της». Το έργο που, συνήθως βλέπουμε μέσα στο καταχείμωνο, αποπνέει τώρα καλοκαιρινή εσάνς... Δεν διαδραματίζεται στο γνωστό σαλόνι της κ. Αλβινγκ, αλλά στο χώρο μιας προτεσταντικής εκκλησίας (σκηνικό-κοστούμια Μαγιούς Τρικεριώτη). Απλοί εκκλησιαστικοί πάγκοι στήνονται εκατέρωθεν της σκηνής για τους θεατές που παρακολουθούν ως σώμα ενόρκων ή ως εκκλησίασμα. Υπάρχει αναλόγιο από το οποίο κηρύττει ο πάστορας μ' ένα μικρόφωνο μπροστά. Τεράστιες τζαμαρίες κλείνουν το χώρο και πάνω τους πέφτει συνεχώς μια καλοκαιρινή βροχή. Τα κοστούμια είναι σύγχρονα.Οι ήρωες έχουν φτιάξει μια εικόνα για τον εαυτό τους και παλεύουν να την επαληθεύσουν. Αλλά τι κάνουν την ώρα της κρίσης; «Ο Ιψεν παίζει με πολλά είδη θεάτρου: με αγώνες λόγου τραγωδίας, φαρσικά κομμάτια, μελοδραματικά ακόμα και απόλυτου ρεαλισμού διαρκώς εναλλασσόμενα», επισημαίνει ο σκηνοθέτης. «Παρά τη ρεαλιστική βιτρίνα, το έργο δεν είναι ρεαλιστικό. Το θέμα των "θρησκειών" το κάνει διαχρονικό: η ανάγκη να πιστέψουμε σε μια εξωτερική οργάνωση της ζωής που, μοιραία, θα οικοδομείται πάνω στο ψέμα. Οι θρησκείες διαμορφώθηκαν ακριβώς γιατί υπάρχουν τερατώδη διλήμματα, γιατί τα όνειρά μας συγκρούονται μ' αυτά των άλλων».
Της ΕΦΗΣ ΜΑΡΙΝΟΥ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία / 7, 20/07/2008
No comments:
Post a Comment