Αν θέλετε να δείτε τις «Βάκχες» που σκηνοθετεί ο Μοσχόπουλος την Παρασκευή και το Σάββατο, πρέπει να προετοιμαστείτε αναλόγως. Οι παραστάσεις αρχίζουν μετά τα μεσάνυχτα στο γκαράζ του Χώρου Η της Πειραιώς 260...
Ο σκηνοθέτης αναζητούσε έναν μη θεατρικό χώρο. Εκεί θα στηθούν πάγκοι για τους θεατές και σ' ένα τοπίο που παραπέμπει ανάμεσα σε σκουπιδότοπο και γκαράζ κατεστραμμένων αυτοκινήτων θα παιχτεί ένα από τα δυσκολότερα έργα του Ευριπίδη, οι «Βάκχες», στην ποιητική μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά.
«Η ιδέα του χώρου δεν συνιστά την ουσία. Αποτελεί απλώς το "όχημα" προς μια κατεύθυνση που με οδήγησε το έργο. Γνωρίζω καλά ότι καμιά παράσταση των "Βακχών" ή άλλου έργου απαντά στο τι είναι η αρχαία τραγωδία. Γι' αυτό ξεκαθαρίζω ότι πιστεύω κυρίως στις θετικές συγκυρίες συντελεστών και ηθοποιών. Η περιπέτεια στην Πειραιώς είναι ενδιαφέρουσα. Μ' αρέσει που η πρώτη μου δουλειά στο αρχαίο δράμα γίνεται σ' αυτή την κλίμακα. Στην Επίδαυρο το "πλαίσιο" θα με καταδυνάστευε εις βάρος του περιεχομένου»...
Ο θηλυκόμορφος Διόνυσος (Αργύρης Ξάφης) μεταμορφωμένος σε άνθρωπο έχει ξελογιάσει τις γυναίκες της Θήβας, που τώρα βακχεύουν έξαλλες στις πλαγιές του Κιθαιρώνα.
Ο καινούριος θεός της γονιμότητας, του κρασιού και της έκστασης είναι αποφασισμένος να επιβάλει τη λατρεία του. Ο βασιλιάς της πόλης Πενθέας (Χρήστος Λούλης) είναι επίσης αποφασισμένος να πολεμήσει τη νέα θρησκεία, κόντρα στην επιθυμία του παππού του γερο-Κάδμου (Κώστας Μπερικόπουλος), της μητέρας του Αγαύης (Ελένη Κοκκίδου) που βρίσκεται ήδη ανάμεσα στις Μαινάδες στον Κιθαιρώνα αλλά και στις σκληρές προφητείες του μάντη Τειρεσία (Γρηγόρης Γαλάτης).
«Ο Ευριπίδης είναι ο συγγραφέας που καταγράφει αρμονικά το χάος... Οι "Βάκχες", το πιο πλήρες, εκπληκτικής διαύγειας έργο του, ξεπερνά τις στενά κοινωνικές ή θρησκευτικές αναφορές της εποχής του. Είναι τόσο καλά ζυγιασμένο που θαυμάζεις κάθε στίχο του. Κάθε ανάγνωση του έργου, πολιτική, μεταφυσική, ψυχαναλυτική, είναι ενδιαφέρουσα. Ολα τα πρόσωπα -όχι μόνον ο Διόνυσος- παλεύουν, συγκρούονται με κάτι διπλό που φέρουν. Το έργο αφορά πολύ στο ασυνείδητο, το δυϊσμό, τα δύο κέντρα του εγκεφάλου: η απόλυτη πίστη και η απόλυτη αμφιβολία ταυτόχρονα».
Με δεδομένο ότι τα χορικά του έργου δεν είναι εμβόλιμα αλλά δεμένα με την εξέλιξη, ο σκηνοθέτης προτίμησε ο χορός (Μ. Σκουλά, Μ. Πρωτόπαππα, Ελένη Καλαϊτζίδου) να λειτουργεί οργανικά στο σύνολο. Οι Ομηρος Πουλάκης και Ηλίας Παναγιωτακόπουλος ερμηνεύουν τους Αγγελιοφόρους.
«Κι ενώ πρόκειται για τρεις ηθοποιούς που αναλαμβάνουν ρόλους στο θέατρο δέχτηκαν την πρότασή μου. Θεωρώ πολύ σημαντικό ο συγκεκριμένος χορός να απαρτίζεται από ολοκληρωμένους καλλιτέχνες με συνείδηση και γνώση. Ο Διόνυσος εκπροσωπεί το "άλλο", το ξένο, το σκιερό εντός μας, αυτό που βλέπεις ή αυτό που θέλεις να βλέπεις... Είναι ο θεός των ορμονών αλλά και της ψυχής. Ο θεός του θεάτρου, του παιχνιδιού, της ευφορίας. Στις "Βάκχες" μοιάζει με ημιτελή Χριστό αφού του λείπει η συμπόνια. Σαν να έχει υποκύψει στους πειρασμούς από αδυναμία».
Η παράσταση δεν έχει στοιχεία εκμοντερνισμού. Σκηνικό και κοστούμια (Διονύση Φωτόπουλου) είναι περισσότερο σύμβολα και αντιστοιχούν στην εποχή μας: Ο Πενθέας φορά κοστούμι πριν μεταμφιεστεί σε γυναίκα και οι Μαινάδες ελαφρά, αέρινα φορέματα αντί τομάρια ελαφιού. Η μουσική είναι έντονα ρυθμική, σαν πρωτόγονη όπερα. Αποφεύγοντας τους βίαιους εκσυγχρονισμούς, σε αρκετά σημεία, οι στίχοι γίνονται τραγούδι.
«Ηθελα το έργο με στοιχεία παρόντος όχι παρελθόντος. Υπάρχει αφαίρεση, θεατρικότητα κι ένα κοίταγμα τολμηρό σχετικά με το τι σημαίνει ποιητικό, λυρικό έργο. Σε κάποια σημεία, το πεζό κείμενο δεν είναι απολύτως κατανοητό. Μόλις όμως τραγουδηθεί γίνεται αμέσως».
«Η ιδέα του χώρου δεν συνιστά την ουσία. Αποτελεί απλώς το "όχημα" προς μια κατεύθυνση που με οδήγησε το έργο. Γνωρίζω καλά ότι καμιά παράσταση των "Βακχών" ή άλλου έργου απαντά στο τι είναι η αρχαία τραγωδία. Γι' αυτό ξεκαθαρίζω ότι πιστεύω κυρίως στις θετικές συγκυρίες συντελεστών και ηθοποιών. Η περιπέτεια στην Πειραιώς είναι ενδιαφέρουσα. Μ' αρέσει που η πρώτη μου δουλειά στο αρχαίο δράμα γίνεται σ' αυτή την κλίμακα. Στην Επίδαυρο το "πλαίσιο" θα με καταδυνάστευε εις βάρος του περιεχομένου»...
Ο θηλυκόμορφος Διόνυσος (Αργύρης Ξάφης) μεταμορφωμένος σε άνθρωπο έχει ξελογιάσει τις γυναίκες της Θήβας, που τώρα βακχεύουν έξαλλες στις πλαγιές του Κιθαιρώνα.
Ο καινούριος θεός της γονιμότητας, του κρασιού και της έκστασης είναι αποφασισμένος να επιβάλει τη λατρεία του. Ο βασιλιάς της πόλης Πενθέας (Χρήστος Λούλης) είναι επίσης αποφασισμένος να πολεμήσει τη νέα θρησκεία, κόντρα στην επιθυμία του παππού του γερο-Κάδμου (Κώστας Μπερικόπουλος), της μητέρας του Αγαύης (Ελένη Κοκκίδου) που βρίσκεται ήδη ανάμεσα στις Μαινάδες στον Κιθαιρώνα αλλά και στις σκληρές προφητείες του μάντη Τειρεσία (Γρηγόρης Γαλάτης).
«Ο Ευριπίδης είναι ο συγγραφέας που καταγράφει αρμονικά το χάος... Οι "Βάκχες", το πιο πλήρες, εκπληκτικής διαύγειας έργο του, ξεπερνά τις στενά κοινωνικές ή θρησκευτικές αναφορές της εποχής του. Είναι τόσο καλά ζυγιασμένο που θαυμάζεις κάθε στίχο του. Κάθε ανάγνωση του έργου, πολιτική, μεταφυσική, ψυχαναλυτική, είναι ενδιαφέρουσα. Ολα τα πρόσωπα -όχι μόνον ο Διόνυσος- παλεύουν, συγκρούονται με κάτι διπλό που φέρουν. Το έργο αφορά πολύ στο ασυνείδητο, το δυϊσμό, τα δύο κέντρα του εγκεφάλου: η απόλυτη πίστη και η απόλυτη αμφιβολία ταυτόχρονα».
Με δεδομένο ότι τα χορικά του έργου δεν είναι εμβόλιμα αλλά δεμένα με την εξέλιξη, ο σκηνοθέτης προτίμησε ο χορός (Μ. Σκουλά, Μ. Πρωτόπαππα, Ελένη Καλαϊτζίδου) να λειτουργεί οργανικά στο σύνολο. Οι Ομηρος Πουλάκης και Ηλίας Παναγιωτακόπουλος ερμηνεύουν τους Αγγελιοφόρους.
«Κι ενώ πρόκειται για τρεις ηθοποιούς που αναλαμβάνουν ρόλους στο θέατρο δέχτηκαν την πρότασή μου. Θεωρώ πολύ σημαντικό ο συγκεκριμένος χορός να απαρτίζεται από ολοκληρωμένους καλλιτέχνες με συνείδηση και γνώση. Ο Διόνυσος εκπροσωπεί το "άλλο", το ξένο, το σκιερό εντός μας, αυτό που βλέπεις ή αυτό που θέλεις να βλέπεις... Είναι ο θεός των ορμονών αλλά και της ψυχής. Ο θεός του θεάτρου, του παιχνιδιού, της ευφορίας. Στις "Βάκχες" μοιάζει με ημιτελή Χριστό αφού του λείπει η συμπόνια. Σαν να έχει υποκύψει στους πειρασμούς από αδυναμία».
Η παράσταση δεν έχει στοιχεία εκμοντερνισμού. Σκηνικό και κοστούμια (Διονύση Φωτόπουλου) είναι περισσότερο σύμβολα και αντιστοιχούν στην εποχή μας: Ο Πενθέας φορά κοστούμι πριν μεταμφιεστεί σε γυναίκα και οι Μαινάδες ελαφρά, αέρινα φορέματα αντί τομάρια ελαφιού. Η μουσική είναι έντονα ρυθμική, σαν πρωτόγονη όπερα. Αποφεύγοντας τους βίαιους εκσυγχρονισμούς, σε αρκετά σημεία, οι στίχοι γίνονται τραγούδι.
«Ηθελα το έργο με στοιχεία παρόντος όχι παρελθόντος. Υπάρχει αφαίρεση, θεατρικότητα κι ένα κοίταγμα τολμηρό σχετικά με το τι σημαίνει ποιητικό, λυρικό έργο. Σε κάποια σημεία, το πεζό κείμενο δεν είναι απολύτως κατανοητό. Μόλις όμως τραγουδηθεί γίνεται αμέσως».
No comments:
Post a Comment