Σκηνή από τις «Βάκχες» στην Πειραιώς 260
Το ραντεβού κλείστηκε στην περιοχή των Εξαρχείων και σε καφέ που έφερε το όνομα «Τρα λα λα». Υπαινικτικός ο τίτλος του τόπου συνάντησης; αναρωτήθηκα. Θα δείξει... Το πρώτο πάντως που σπεύσαμε να ξεκαθαρίσουμε με τον Θωμά Μοσχόπουλο ήταν ότι δεν θα μιλήσουμε για το Αμόρε. Εκείνος έχει ήδη πει πολλά στον Τύπο, ο κόσμος τα έχει διαβάσει, οπότε η συζήτηση ολίσθησε άμεσα στις «Βάκχες» που ανεβάζει σε λίγες ημέρες. Για την ακρίβεια, στην ανάγνωση της ομώνυμης τραγωδίας του Ευριπίδη στο Γκαράζ της οδού Πειραιώς 260.
Η πρώτη απορία σχηματίζεται από τον τίτλο του εγχειρήματος. Τι σημαίνει «πρώτη ανάγνωση» για παράσταση και γιατί στο γκαράζ και όχι στο θέατρο; «Για να ξεκαθαρίσω τα πράγματα από την αρχή, η πρόθεσή μου δεν ήταν να ανεβάσω τραγωδία στην Επίδαυρο. Κατόπιν ωρίμου σκέψεως και έχοντας τη διάθεση να ασχοληθώ με το συγκεκριμένο είδος θεάτρου έκρινα ότι αυτό το έργο ήταν ιδανικό. Απλά κάθε φορά για να ανεβεί μια παράσταση απαιτείται μια συνισταμένη χωροχρονική όπου κάποιοι άνθρωποι συναντώνται και δουλεύουν με κάποια αφορμή. Είχα και παλιότερα προτάσεις για να κάνω παράσταση στην Επίδαυρο και τις αρνήθηκα, ήθελα να δουλέψω χωρίς πίεση σε έναν χώρο που δεν ξέρω. Ηθελα μια πιο παιχνιδιάρικη προσέγγιση, αφελή. Αρχικά μου ήλθε στο μυαλό να δείξω μόνο τα χορικά ή μια ανοιχτή πρόβα ή τέλος πάντων κάτι το οποίο να μην μπορεί να ονομαστεί "Βάκχες" αλλά "κάνω μια δουλειά πάνω στις Βάκχες"».
Η δουλειά του πάνω στο κείμενο είναι σε διαρκή εξέλιξη. Κάθε πρόβα τον πηγαίνει αλλού, αλλά σίγουρα πιο κοντά σε μία έννοια που δεν έχει πλήρως αποσαφηνίσει ακόμη, την τραγωδία. «Ως και πριν από μία ώρα έκανα αλλαγές. Δεν ήλθα να δώσω εξετάσεις στην τραγωδία, πρώτο έτος σκηνοθεσίας! Είχε πολύ μεγάλη σημασία να έχω το πλαίσιο για να το ψάξω κυριολεκτικά όλο το έργο. Μέσα από αυτή τη διαδικασία κατάλαβα ότι όλες οι παραστάσεις που κάνουμε είναι αναγνώσεις, δεν είναι οι "Βάκχες" του Ευριπίδη. Η τραγωδία έχει μια αναπόσπαστη μουσικότητα. Το να ανεβάζεις τραγωδία αγνοώντας αυτό το στοιχείο είναι σαν να ανεβάζεις μια όπερα και να μην έχεις το λιμπρέτο της, οπότε πιστεύω ότι ποτέ και κανένας μας δεν θα ανακαλύψει τι είναι η τραγωδία. Το δίλημμα είναι αν θα κάνεις μια παράσταση με στόχο ή μια θεατρικά παρούσα σύγχρονη παράσταση όπου θα καταργείς όλους τους κώδικες επειδή δεν μπορείς να βρεις συγγενικό τρόπο να την προσεγγίσεις».
Τι προτείνει ο ίδιος; Μια πρώτη ανάγνωση έτσι ώστε να μπορέσει να βρει κάποια στοιχεία που θα τον οδηγήσουν κάπου. Στέκεται σε κάτι που θεωρεί θεμελιώδες για κάθε παράσταση ανεξαρτήτως θεατρικού είδους: την καθαρή και σαφή αφήγηση του μύθου. Δεν διαφωνεί με προσεγγίσεις διαφορετικές, φτάνει να εξασφαλίζεται η απλότητα και η κατανόηση σε ό,τι αφορά τον θεματικό πυρήνα του κειμένου για το κοινό. «Μπορείς να αφηγηθείς την Κοκκινοσκουφίτσα από την ψυχαναλυτική πλευρά αλλά στερείς από τον θεατή τον μύθο, κάτι που είναι βασικό» υποστηρίζει. «Εμείς ψάχνουμε να βρούμε τον τρόπο που και η ιστορία θα ειπωθεί και θα κρατάμε και στιγμές χαράς και ενδιαφέροντος, μια αίσθηση για το πώς βλέπουμε εμείς την κατάσταση».
Εχει ήδη γίνει το πρώτο βήμα για μια μελλοντική παρουσίαση της τραγωδίας στην Επίδαυρο; «Εχω τον πυρήνα, τώρα θα μπορούσα ενδεχομένως να το συνεχίσω...». Η εμπειρία μετά την επαφή με το κείμενο του Ευριπίδη άλλαξε άρδην τις προτεραιότητες του Θωμά Μοσχόπουλου. Η τραγωδία τον συνεπήρε και γι' αυτό δεν διστάζει να εξομολογηθεί πως θα μπορούσε να ασχοληθεί μόνο με αυτήν. «Είχαμε μεγάλη άνεση να κάνουμε μια έρευνα δίχως να δεσμευόμαστε ότι θα δείξουμε κάτι αλλά έχοντας από την αρχή υπόψη ότι δεν κρινόμαστε για το αποτέλεσμα. Ηταν πολύ σημαντικό αυτό. Νομίζω ότι θα ήθελα να δουλέψω μόνο με τραγωδία γιατί ανακάλυψα πως είναι είδος με πρωτογενή αθωότητα, το πρώτο δείγμα της έννοιας "θέατρο", το αναζωογονητικό λαϊκό θέατρο». Επιπλέον επηρέασε και τον τρόπο που βλέπει πλέον τη δουλειά του να εξελίσσεται στο μέλλον. «Πρέπει να πηγαίνεις πιο βαθιά κάθε φορά. Θα ήθελα πάρα πολύ να επιστρέψω σε κάποιες παραστάσεις αλλά αυτό δεν γίνεται. Μακάρι τα πράγματα να έμεναν ανοιχτά για να μπορείς αυτό που παίρνεις από το κοινό να το ενσωματώνεις την επόμενη φορά και να το επεξεργάζεσαι σε μια καινούργια παράσταση».
Η συζήτηση φτάνει στους συνεργάτες. Ο μισός θίασος είναι η σταθερή ομάδα ηθοποιών με τους οποίους ο σκηνοθέτης συνεργάζεται εδώ και πολλά χρόνια. Επιλογή ή συνήθεια; «Με τους συνεργάτες μου έχω άνεση και επικοινωνία και επίσης, αν δεν ήταν αυτοί οι άνθρωποι, δεν θα υπήρχα κι εγώ με τον ίδιο τρόπο. Σίγουρα γίνομαι το πλαίσιο αλλά το περιεχόμενο είναι εγώ και οι συνεργάτες μου. Προτείνω και επιλέγω με βάση ποιους συνεργάτες θα έχω. Αν δεν έχω συγκεκριμένους ανθρώπους, δεν κάνω συγκεκριμένα έργα. Η ομαδικότητα είναι κάτι που επιζητώ απόλυτα στη δουλειά μου. Ο καλός σκηνοθέτης είναι ο αόρατος σκηνοθέτης. Δεν πιστεύω στη σκηνοθεσία που επιδιώκει να βγει ισχυρότερη ή χρησιμοποιεί ανθρώπους για να βγει παραπάνω. Πρέπει ο ηθοποιός να αναπνέει και να είναι δημιουργικός στο πλαίσιο που από κοινού έχετε ορίσει».
Συναισθήματα; Ευχάριστα. Διαπιστώνω ότι όσην ώρα συνομιλούμε ο Θ. Μοσχόπουλος έχει ενέργεια, διάθεση, είναι χαρούμενος. Το παραδέχεται. «Υπάρχει μια παρεξήγηση στον χώρο μας. Η έννοια του προβληματισμένου καλλιτέχνη πάνω στη δουλειά του είναι κάτι διαφορετικό από το "είμαι ένα περιφερόμενο πρόβλημα". Κουράστηκα και εγώ και πολλοί άλλοι με τον ψυχαναγκασμό στην τέχνη - με την άποψη ότι όσο πιο δύσκολος είναι ο κώδικας επικοινωνίας του κοινού με το έργο τόσο πιο ιερό είναι αυτό. Δεν μπορεί να θεωρούμε το ερμητικά κλειστό ως καλλιτεχνικά ορθό, είναι λάθος. Για να κάνεις κάτι χαρούμενο πρέπει να είσαι χαρούμενος κι εσύ. Να κρατάς τη χαρά από αυτό που κάνεις και να το μοιράζεσαι». Δεν ήταν τυχαίο τελικά το πού κλείστηκε το ραντεβού μας...
«"Βάκχες", μία ανάγνωση της ομώνυμης τραγωδίας του Ευριπίδη» στο Γκαράζ της Πειραιώς 260. Μετάφραση Γιώργος Χειμωνάς, σκηνοθεσία Θωμάς Μοσχόπουλος. Παίζουν: Αργύρης Ξάφης, Χρήστος Λούλης, Μαρία Πρωτόπαππα, Αννα Καλαϊτζίδου, Μαρία Σκουλά κ.ά. (25, 26, 27/7, στις 24.00)
No comments:
Post a Comment