Του Αποστολου Λακασα, Η Καθημερινή, 23/07/2008
Το διαπιστώνω κάθε φορά που σε μια θεατρική παράσταση από τη μία κοιτάζω τους ηθοποιούς και από την άλλη το… ρολόι μου. Οταν γύρω μου υπάρχουν θεατές με ανάλογες αντιδράσεις, μετά το διάλειμμα πολλές από τις θέσεις τους είναι κενές. Και όχι μόνο σε παραστάσεις με διάλειμμα, το οποίο προσφέρει ευκαιρία για «σκασιαρχείο». Ενδεικτική είναι η πρόσφατη αποχώρηση περίπου 1.000 θεατών από την παράσταση «Βάτρα–Χ» του Εθνικού Θεάτρου στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.
Τι δηλώνει η αποχώρηση των θεατών στη μέση της παράστασης; Αλλα περίμεναν οι αποχωρήσαντες και άλλα βλέπουν; Γίναμε πιο αγενείς ή αποκτήσαμε καλύτερη θεατρική παιδεία, η οποία μας επιτρέπει να αποχωρούμε από μία παράσταση που δεν έχει να προσθέσει κάτι στις θεατρικές μας εμπειρίες; Μήπως είναι, τελικά, μια υγιής αντίδραση.
«Εχω φύγει στη μέση παράστασης γιατί αισθάνθηκα ότι ο σκηνοθέτης με κορόιδευε. Σαν να είχε στήσει την παράστασή του αδιαφορώντας εάν αυτό που είχε στο μυαλό του, μπορούσε να μεταδοθεί στο κοινό. Αισθάνθηκα προσβεβλημένος. Και δεν είμαι ο μόνος. Βλέπω ότι όλο και περισσότεροι φίλοι μου, όταν δεν τους αρέσει η παράσταση, φεύγουν στη μέση» λέει στην «Κ» ο 40χρονος καθηγητής Κώστας Κωνσταντάκης. «Ενας ουσιαστικός λόγος είναι ότι φεύγουμε γιατί πια δεν δεσμευόμαστε από κοινωνικές συμβάσεις, από τον καθωσπρεπισμό που επιβάλλει να δεις μια παράσταση έως το τέλος. Από την άλλη, η θεατρική παιδεία στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί. Οι νεότεροι, κυρίως, θεατές μπορούν να διακρίνουν την αληθινή προσπάθεια, έστω κι αποτυχημένη, από τον αφελή πειραματισμό ή την αδούλευτη παράσταση. Και τότε φεύγουν, αφού πλέον και ο χρόνος της χαλάρωσης είναι λίγος για να τον σπαταλάμε…» συμπληρώνει ο ίδιος.
«Εάν γίνει το έργο ανυπόφορο; Ναι πρέπει να φύγεις. Είναι υγιής στάση» λέει η ζωγράφος Σίσυ Χρυσοχόου. «Οταν πηγαίνει ο θεατής σε μια παράσταση, έχει κάνει μια μικρή “επένδυση”. Σε χρήματα, σε διάθεση, σε χρόνο. Οταν όμως η παράσταση είναι απογοητευτική, κουραστική, και βλέπει ότι η “επένδυσή” του είναι μείον, θέλει να ρεφάρει με λίγο παραπάνω χρόνο. Αλλωστε η φυγή είναι το μόνο πλέον που σου δίνει χαρά ως αντίδραση απέναντι στην κακή παράσταση. Να σημειώσω ότι δεν θα γιούχαρα ποτέ, διότι σέβομαι την όποια προσπάθεια των ερμηνευτών» μας λέει η κ. Χρυσοχόου.
Η ένταση ήταν ακόμη έκδηλη στον δικηγόρο από την Καλαμάτα Αλκη Λαντζούνη, ο οποίος αποχώρησε από την παράσταση «Βάτρα–Χ». «Νομίζω ότι η φυγή είναι μια ακραία αντίδραση. Πιστέψτε με, δεν φεύγω συχνά» τόνισε με νόημα, μιλώντας στην «Κ».
Βέβαια, υπάρχει και η άλλη άποψη. «Δεν φεύγω ποτέ, διότι πηγαίνω σε παραστάσεις που με ενδιαφέρουν από ανθρώπους που εκτιμώ και ελπίζω ότι έως το τέλος μπορεί να υπάρξει η έκπληξη που θα ανατρέψει τις κακές εντυπώσεις. Αλλά ακόμη και εάν δεν συμβεί αυτό, σέβομαι τη δουλειά των ανθρώπων και ο καθένας έχει το δικαίωμα στην αποτυχία» μας λέει η θεατρολόγος Γιούλα Αθανασάκου. Βέβαια, η ίδια μας προλαβαίνει και συμπληρώνει: «Δικαίωμα στην αποτυχία, όχι στην έπαρση». Κύριε σκηνοθέτα, τ’ ακούς;
- «Οχι στον εγκλωβισμό της αστικής αξιοπρέπειας»
«Δεν νομίζω ότι πρέπει να εγκλωβιζόμαστε στην αστική αξιοπρέπεια που επιβάλλει να βλέπει κάποιος μια παράσταση μέχρι το τέλος της. Η φυγή από την παράσταση είναι αναφαίρετο δικαίωμα του θεατή», τονίζει -μιλώντας στην «Κ»- ο σκηνοθέτης Θωμάς Μοσχόπουλος. Και προσθέτει: «Εάν θα μπορούσαν οι άνθρωποι να αφήσουν τις συμβάσεις και να είναι πιο ειλικρινείς με τα θεάματα, αυτό θα βοηθούσε τους καλλιτέχνες και το έργο τους». Οσο για τον ηθοποιό και πόσο τον επηρεάζουν οι αποχωρήσεις θεατών, ο σκηνοθέτης είναι ξεκάθαρος: «Για τον ηθοποιό είναι μία δοκιμασία να διαπιστώνει ότι κάποιοι θεατές φεύγουν στην μέση - ιδίως κατά τη διάρκεια της παράστασης. Αλλά νιώθω ότι είναι πιο δύσκολο να βλέπεις ένα θολό μάτι να σε παρακολουθεί και να μετρά την ώρα να φύγει...».
No comments:
Post a Comment