Wednesday, July 23, 2008

ΛΙΓΝΑΔΗΣ ΑΠΑΝΤΑ ΣΕ ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟ

Από τον σκηνοθέτη Δημήτρη Λιγνάδη «ΤΑ ΝΕΑ» έλαβαν χτες την ακόλουθη επιστολή:
«Στις 18,19 και 21/7 ο έχων την στήλη της κριτικής κ. Γεωργουσόπουλος δημοσίευσε τρία, προαναγγελθέντα μάλιστα από αυτόν, σημειώματα με τα οποία άσκησε «κριτική» στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου “Βάτρα-Χ” την οποία σκηνοθετώ. Η κρίση του δεν περιορίστηκε μόνο στα επί σκηνής διαδραματισθέντα αλλά επιτιθέμενος στο κοινό που είχε κατακλύσει και τις δύο ημέρες την Επίδαυρο, έστρεψε τον ψόγο σε εκείνο και προχώρησε, τέλος, με χυδαίο ύφος σε αστήρικτες, ανυπόστατες, ψευδείς κρίσεις και υπαινιγμούς για την παράσταση και το πρόσωπό μου εν γένει.
Γνωστοποιώ ευθύς εξαρχής ότι δεν σκοπεύω να επιχειρηματολογήσω εγγράφως υπέρ της αγαθών προθέσεων πειραματικής προσπάθειας ανεβάσματος του Αρχαίου Δράματος την οποία ξεκίνησα και απρόσκοπτα θα συνεχίσω κατά συνείδησιν. Γνωστοποιώ επίσης ότι λόγω αρχών, δεν θα κατέλθω (sic) στον τελματώδη έντυπο διάλογο τον οποίο προφανώς ο εν λόγω «πνευματικώς διαπλεκόμενος ανήρ» θα επιζητήσει, σε μια απέλπιδα προσπάθειά του να παρατείνει την φραστική του οίηση, την παραφραστική του... ποίηση και την μεταφραστική του εκποίηση. Καθώς βλέπει και τα τρία να τα προσπερνάει η ίδια η εποχή μας. Γιαυτό άλλωστε και το παραλήρημά του.
Θα είχα πολλά να απαντήσω στην σκόπιμη, εξόφθαλμα στρεβλωτική παρανάγνωση που έκανε ο-κατά δήλωσίν του πλέον- κριτικός, καθώς και στις αθέμιτα μεθοδευμένες, συνειδητά Γκαιμπελσικές κρίσεις που εξέμεσε κατά του «παρασυρόμενου», «αγελαίου» κοινού και της «εκμαυλιζούσης τα ήθη» προσωπικότητάς μου. Και θα ελάμβανε ποικιλοτρόπως τις ανάλογες αποστομωτικές απαντήσεις επί φιλολογικού, μεταφραστικού, θεατρολογικού και-κυρίωςηθικού επιπέδου, αν δεν είχα και εγώ και μια μεγάλη μερίδα του πνευματικού και καλλιτεχνικού κόσμου, απαξιώσει εδώ και πολλά χρόνια το πνευματικό ανάστημα, την κριτική ακεραιότητα και ηθική υπόσταση του συγκεκριμένου ατόμου. Μια απαξίωση που ο ίδιος, λόγω και έργω, προκάλεσε σε μια ολόκληρη γενιά καλλιτεχνών, την οποία, όποτε του χρειάζεται, λοιδορεί ή κολακεύει.
Θα αντιπαρέλθω, ομολογουμένως με δυσκολία, την αήθη αναφορά του περί «ειδικής εύνοιας» τον καιρό που ξεκινούσα την θεατρική μου πορεία. Γνωρίζει βεβαίως πως έτσι μέμφεται και πρόσωπα που δεν ζούνε πια, όπως ο πατέρας μου Τάσος Λιγνάδης και ο Μινωτής, για να του απαντήσουν. Του «απαντούν» ωστόσο οι ώς τώρα συνεργάτες μου, συνάδελφοί μου, φοιτητές και μαθητές μου, η μετέπειτα πορεία μου και η στάση μου γενικά στο χώρο του λειτουργήματός μας. Ο οποίος χώρος ήδη καγχάζει όταν ακούει τον περί ου ο λόγος, προκλητικά να μιλάει περί ειδικής μεταχείρισης και ευνοιοκρατίας.
Θα αντιπαρέλθω επίσης την αναφορά του «έλληνος ανδρός» σε κύκλους που, «βάσει σχεδίου», απεργάζονται τον «ευνουχισμό» της εθνικής ανδρειοσύνης. Κύκλους των οποίων με αναγορεύει μέλος, μίασμα ανάλογο «με το aids και τα ναρκωτικά» για το οποίο προκρίνει την πρόληψη (!) ως κάλλιστον μέσον. Κύκλους που φυσικά δεν κατονομάζει, προφανώς διότι και ο ίδιος κάποτε με τον διαβήτη του χάραξε, και εντός αυτών ανδρώθηκε! Δεν δίστασε επίσης να επιχειρήσει, εις μάτην, τον όψιμο προσεταιρισμό του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου εναντίον μου, για τον οποίο ο εν λόγω «κριτικός» έγραφε κάποτε πως «αποπατεί δημοσία δαπάνη». Διαστρεβλώνοντας δε τα όσα είδε επί σκηνής και διάβασε επί εντύπων, προσπάθησε να δημιουργήσει πόλωση μεταξύ εμού και των ομοτέχνων μου, για τους οποίους έχω εκφράσει παντοιοτρόπως τον σεβασμό και εκτίμησή μου.
Τόλμησε, τέλος, ζηλώσας την δόξα στρατιωτικών άλλης εποχής, να συστήσει πνευματικό στρατοδικείο προσάγοντας τις «αγελαίες μάζες» που «άθελά τους» (!) «εσύρθησαν να χειροκροτούν» στο κοίλον της Επιδαύρου, διεκδικώντας για τον εαυτό του, τάχα ως ταπεινός θεατής, αλλά κατ΄ ουσίαν ως Μέγας Ιεροεξεταστής να θέσει εκείνος τον βαθμό γνησιότητας του μαζικού αυθορμητισμού καθώς και τα όρια στην... «εγκράτεια» των καλλιτεχνών που υπηρετούν, κατά το δικό τουπάντα μεταβλητό-δοκούν, το Αρχαίο Δράμα.
Τέλος, θα προσπεράσω τις υπονομευτικές, υβριστικές αιτιάσεις περί της διδακτικής, σκηνοθετικής, φιλολογικής και ηθικής μου επάρκειας, γιατί είναι γνωστή η πάγια, αλλά πλέον άσφαιρη, τακτική του να βάλλει με χτυπήματα εκτός παιδιάς όποιον εκείνος νομίζει ότι θα του υφαρπάσει το κερδοφόρο πηρούνι με το οποίο επί εικοσαετία τουλάχιστον τεμάχιζε κατά βούλησιν και καταβρόχθιζε ως προνομιούχος συνδαιτυμών στα ποικίλα τραπέζια το προσοδοφόρο γεύμα μεταφράσεων, διασκευών, ανθολογημάτων, κτλ.
Αν και θα μπορούσα-υπακούοντας και στις προτροπές μιας μεγάλης πλέον μερίδας κόσμου- να απαντήσω διά μακρών εν παντί τόπω, τρόπω και χρόνω στα ψεύδη και συκοφαντίες που ο Κ.Γ. εξαπολύει στο προσωπό μου εδώ και μια τριετία, δεν θα το πράξω. Όχι μόνο από περιφρόνηση αλλά και από κατανόηση για τα ποικίλα βάρη που ο άνθρωπος σηκώνει. Θα συνεχίσω την δουλειά μου, ως οφείλω, εγκαταλείποντάς τον στον μοναχικό δρόμο του άνευ πλέον ποιμνίου και ποιμένος. Ελπίζω η ιστορία να τον κρίνει επιεικέστερα απ΄ ό,τι τον κρίνει τώρα η εποχή του».
[ΤΑ ΝΕΑ, 24/07/2008]

1 comment:

maria said...

ΠΕΣ ΤΑ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ! ΕΛΕΟΣ ΠΙΑ ΜΕ ΤΟ ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟ ΠΟΥ ΣΕ ΚΑΘΕ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΛΕΕΙ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΑΝΤΙΓΡΑΨΑΜΕ ΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1920. ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΕΝ ΤΟΝ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΚΙ ΕΤΣΙ ΠΡΟΧΩΡΑΕΙ.