Ηταν Νοέμβρης του 2003 στην παλιά αποθήκη Σεντ-Αν της Ν. Υόρκης, κάτω από τη γέφυρα του Μπρούκλιν, όταν ανακαλύπταμε την παράξενη αυτή «Νόρα» που έρχεται αύριο στην Πειραιώς 260, προσκεκλημένη του Φεστιβάλ Αθηνών.
Εχουν περάσει τέσσερις σχεδόν δεκαετίες από τον καιρό που ο Λι Μπρούερ και η παρέα του αναστάτωναν τη νεοϋορκέζικη σκηνή με τα σύντομα έργα του Μπέκετ και τα «μεταφυσικά καρτούν» της σειράς « Animations» που έφεραν την υπογραφή του ίδιου του Μπρούερ. Ωστόσο, κάθε παράσταση των Mabou Mines (πρόκειται για μια κολεκτίβα που συγκεντρώνει σκηνοθέτες όπως η Τζόαν Ακαλάιτις και συνθέτες όπως ο Φίλιπ Γκλας) αποτελεί πάντα γεγονός. Πόσω μάλλον όταν προαναγγέλλεται ως αποδόμηση ενός από τα πλέον αγαπημένα έργα του κλασικού ρεπερτορίου, του «Κουκλόσπιτου» του Ιψεν.Η έκπληξη μας περίμενε ήδη στην πλατεία η οποία είχε «ντυθεί» για την περίσταση με κόκκινες βελούδινες κουρτίνες και εντυπωσιακούς πολυελαίους δίνοντάς μας την αίσθηση ότι βρισκόμασταν σε αστικό θέατρο του περασμένου αιώνα. Το σκηνικό που μας υποδεχόταν λίγο αργότερα πάνω στην τεράστια σκηνή ήταν ένα πραγματικό κουκλόσπιτο, ακριβώς στα μέτρα των (εξαιρετικών) νάνων ηθοποιών που είχαν αναλάβει τους ανδρικούς ρόλους του έργου.
Η σύλληψη του Μπρούερ ήταν μοναδική και άκρως ιψενική: χρησιμοποιώντας την κυριολεξία, ο σκηνοθέτης έκανε ορατό τον πυρήνα του έργου που δεν είναι άλλος από τη χειραφέτηση της γυναίκας η οποία ασφυκτιά στα τέλη του 19ου αιώνα από τις συμβάσεις που καθορίζουν τόσο τη δημόσια όσο και την ιδιωτική της ζωή. Οι διαστάσεις των πανύψηλων γυναικών που ερμήνευαν μοναδικά τη Νόρα, την Κριστίνε και την Ελέν προσπαθώντας να χωρέσουν στα παιδικά έπιπλα του κουκλόσπιτου και να χρησιμοποιήσουν με απόλυτη φυσικότητα τα μικροσκοπικά σκηνικά αντικείμενα, οπτικοποιούσαν θαυμαστά το δίπολο κλίμακας-εξουσίας γύρω από το οποίο είχε αρθρωθεί η παράσταση: οι γυναικείοι χαρακτήρες κυριαρχούσαν με τρόπο «φυσικό» πάνω στους αντρικούς σχολιάζοντας με χιούμορ και λεπτοδουλεμένη ειρωνεία το δραματικό πυρήνα του έργου που δεν είναι άλλος (επιμένει ο Μπρούερ χωρίς ίχνος διδακτισμού) από την επανάσταση ενάντια στο κοινωνικό σύστημα και στους ρόλους που αυτό μας επιβάλλει.Γνωστός για τον αντισυμβατικό τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει τους κλασικούς συγγραφείς και την πολιτικοποιημένη ματιά του, ο Λι Μπρούερ συνεχίζει με το «Κουκλόσπιτο» τις αναζητήσεις του στον χώρο του μουσικού θεάτρου (πριν από λίγες ημέρες παρουσίασε στο Ηρώδειο το περίφημο Γκόσπελ επί Κολωνώ). Εξαιρετικά χορογραφημένη με τρόπο ώστε να γίνεται αντιληπτή η παραμικρή κίνηση, η παράσταση είχε δουλευτεί μουσικά, σαν μια παρτιτούρα: ένας πιανίστας ο οποίος κατά καιρούς γινόταν μέρος της δράσης, έδινε τον ρυθμό σχολιάζοντας διακριτικά τα όσα συμβαίνουν. Η τελευταία σκηνή του έργου έκανε ακόμα πιο έντονη την εξεζητημένη θεατρικότητα του όλου εγχειρήματος: τη στιγμή που στο κουκλόσπιτο βλέπαμε τον δύστυχο Τόρβαλντ Χέλμερ (Μαρκ Ροβινέλι) να αποκοιμιέται ονειρευόμενος την Νόρα (Μοντ Μίτσελ) να τον εγκαταλείπει ηρωικά πετώντας την ξανθιά περούκα της, οι βελούδινες κουρτίνες έπεφταν αποκαλύπτοντάς μας σειρές από ζωγραφισμένα θεωρεία. Σε ένα από αυτά θα διαδραματιζόταν ο περίφημος επίλογος του έργου με την Νόρα και τον Τόρβαλντ να έχουν πλέον αντικατασταθεί από φυσικού μεγέθους μαριονέτες. Η άρια της ηρωικής εξόδου της Νόρας από το... θεωρείο δικαίωνε μοναδικά τη σύλληψη του έργου κάνοντας το κοινό να μιλάει για μια ευφυή ανάγνωση του ιψενικού δράματος και τους κριτικούς να της χαρίζουν το Obie καλύτερης σκηνοθεσίας για το 2004 ανοίγοντας το δρόμο για τη διεθνή καριέρα της.
Παίζοντας αφ' υψηλού
Η σύλληψη του Μπρούερ ήταν μοναδική και άκρως ιψενική: χρησιμοποιώντας την κυριολεξία, ο σκηνοθέτης έκανε ορατό τον πυρήνα του έργου που δεν είναι άλλος από τη χειραφέτηση της γυναίκας η οποία ασφυκτιά στα τέλη του 19ου αιώνα από τις συμβάσεις που καθορίζουν τόσο τη δημόσια όσο και την ιδιωτική της ζωή. Οι διαστάσεις των πανύψηλων γυναικών που ερμήνευαν μοναδικά τη Νόρα, την Κριστίνε και την Ελέν προσπαθώντας να χωρέσουν στα παιδικά έπιπλα του κουκλόσπιτου και να χρησιμοποιήσουν με απόλυτη φυσικότητα τα μικροσκοπικά σκηνικά αντικείμενα, οπτικοποιούσαν θαυμαστά το δίπολο κλίμακας-εξουσίας γύρω από το οποίο είχε αρθρωθεί η παράσταση: οι γυναικείοι χαρακτήρες κυριαρχούσαν με τρόπο «φυσικό» πάνω στους αντρικούς σχολιάζοντας με χιούμορ και λεπτοδουλεμένη ειρωνεία το δραματικό πυρήνα του έργου που δεν είναι άλλος (επιμένει ο Μπρούερ χωρίς ίχνος διδακτισμού) από την επανάσταση ενάντια στο κοινωνικό σύστημα και στους ρόλους που αυτό μας επιβάλλει.Γνωστός για τον αντισυμβατικό τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει τους κλασικούς συγγραφείς και την πολιτικοποιημένη ματιά του, ο Λι Μπρούερ συνεχίζει με το «Κουκλόσπιτο» τις αναζητήσεις του στον χώρο του μουσικού θεάτρου (πριν από λίγες ημέρες παρουσίασε στο Ηρώδειο το περίφημο Γκόσπελ επί Κολωνώ). Εξαιρετικά χορογραφημένη με τρόπο ώστε να γίνεται αντιληπτή η παραμικρή κίνηση, η παράσταση είχε δουλευτεί μουσικά, σαν μια παρτιτούρα: ένας πιανίστας ο οποίος κατά καιρούς γινόταν μέρος της δράσης, έδινε τον ρυθμό σχολιάζοντας διακριτικά τα όσα συμβαίνουν. Η τελευταία σκηνή του έργου έκανε ακόμα πιο έντονη την εξεζητημένη θεατρικότητα του όλου εγχειρήματος: τη στιγμή που στο κουκλόσπιτο βλέπαμε τον δύστυχο Τόρβαλντ Χέλμερ (Μαρκ Ροβινέλι) να αποκοιμιέται ονειρευόμενος την Νόρα (Μοντ Μίτσελ) να τον εγκαταλείπει ηρωικά πετώντας την ξανθιά περούκα της, οι βελούδινες κουρτίνες έπεφταν αποκαλύπτοντάς μας σειρές από ζωγραφισμένα θεωρεία. Σε ένα από αυτά θα διαδραματιζόταν ο περίφημος επίλογος του έργου με την Νόρα και τον Τόρβαλντ να έχουν πλέον αντικατασταθεί από φυσικού μεγέθους μαριονέτες. Η άρια της ηρωικής εξόδου της Νόρας από το... θεωρείο δικαίωνε μοναδικά τη σύλληψη του έργου κάνοντας το κοινό να μιλάει για μια ευφυή ανάγνωση του ιψενικού δράματος και τους κριτικούς να της χαρίζουν το Obie καλύτερης σκηνοθεσίας για το 2004 ανοίγοντας το δρόμο για τη διεθνή καριέρα της.
Της ΚΑΤΙΑΣ ΑΡΦΑΡΑ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία / 7, 20/07/2008
No comments:
Post a Comment