Sunday, October 12, 2008

Πολιτική και συναίσθημα

ΕΛΕΝΗ ΒΑΡΟΠΟΥΛΟΥ, Το ΒΗΜΑ, 12/10/2008

Το κονάκι της πριγκίπισσας Λιούμπιτσα, χτισμένο το 1829 κατ' εντολήν του πρίγκιπα Μίλος Ομπρένοβιτς σε μια ιστορική γωνιά του Βελιγραδίου, με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική και την επίπλωσή του από διάφορα σερβικά αρχοντικά αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα του αλβανικο-τουρκικού στυλ του 19ου αιώνα, δηλώνοντας ταυτόχρονα τις επιρροές από κουλτούρες της Κεντρικής Ευρώπης. Το ίδιο ισχύει για ολόκληρο το Βελιγράδι. Στην πόλη που απλώνεται στον Δούναβη και στον ποταμό Σάβα αναμειγνύονται ετερόκλητοι πολιτισμοί, που έχουν σημαδέψει με την ορμή και την παροδικότητά τους τον ιστό της πολυτάραχης σερβικής πρωτεύουσας.

Πυκνή και αδιαφανής προβάλλει η πόλη σε όσους επισκέπτονται τις γκρίζες συνοικίες, με έντονα τα ίχνη της φθοράς και των καταστροφών. Το επιβλητικό κάστρο και το παλιό κέντρο, με τις εμφατικές νεο-μπαρόκ και αρ-νουβό προσόψεις αποτελούν θεαματικά κατάλοιπα από καιρούς αστικής ευημερίας. Το νέο Βελιγράδι, επιθετικό μέσα στον σύγχρονο γιγαντισμό του, αλλά και η πλακοστρωμένη, γραφική Σκαρτάλια με τα τουριστικά εστιατόρια και τα στέκια μιας αλλοτινής μποέμ, ξεπερασμένης ακόμη και για τον ποιητή της Ντάνιλο Κις, δεκαετίας του 1980.

Το Διεθνές Θεατρικό Φεστιβάλ Μπιτέφ, πολυσυλλεκτικό και πολύμορφο, έχει αντέξει στον χρόνο. Η διάρκεια και η εμμονή σε μια γραμμή πλεύσης, ακόμη και όταν τα πράγματα δεν ήταν εύκολα, συνετέλεσαν στο να καθιερωθεί το Μπιτέφ ως ένα από τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά φεστιβάλ για τις νέες τάσεις στο θέατρο. Και αυτό συνέβη σε εποχές «ηρωικές», τότε που οι επιλογές συνδέονταν με την ανακάλυψη και το ρίσκο, ενώ η συγκρότηση ενός προγράμματος δεν ήταν τόσο άνετη όσο σήμερα, όπου οι καλές παραστάσεις και οι συμπαραγωγές κυκλοφορούν συστηματικά σε πολλά σημεία της Ευρώπης.


Σκηνή από τη χορευτική παράσταση της αμερικανίδας χορεύτριας και χορογράφου Μεγκ Στιούαρτ (εδώ μαζί με τον αυστριακό χορευτή Φίλιπ Γκέμαχερ) «Maybe Forever»


Το εφετινό 42ο πρόγραμμα του φεστιβάλ, κάτω από το μότο «Τραγικωμωδία», επιμελήθηκαν ο παλαίμαχος Γιόβαν Τσίριλοφ και η νεαρή σκηνοθέτις Ανια Σούσα. Με το μεγάλο βραβείο Μίρα Τράιλοβιτς τίμησε η Κριτική Επιτροπή τη δημιουργία του συνθέτη Χάινερ Γκέμπελς «Τα πράγματα του Στίφτερ»: μια μουσική και εικαστική εγκατάσταση όπου πρωταγωνιστούσαν οι μηχανές με κίνηση, μουσική και ήχο, το νερό, τα χρώματα, η ζωγραφική και το φως. Σε αυτόν τον συγκεκριμένο αλλά και ιλουζιονιστικό κόσμο, όμως, κατασκευασμένο για το θέατρο με μηχανικά ή τεχνολογικά μέσα, και με την απουσία ζωντανών ερμηνευτών, ήταν ο λόγος του συγγραφέα Ανταλμπερτ Στίφτερ, η ομιλία του ανθρωπολόγου Λέβι-Στρος καθώς ακουγόταν «οφ», ήταν οι ίδιοι οι θεατές και μαζί οι τεχνικοί συνεργάτες αυτοί που αντιπροσώπευαν το ανθρώπινο στοιχείο. Θεματοποιώντας τις σχέσεις του ανθρώπου με τη φύση και το σύμπαν, με τον πολιτισμό και την πρόοδο, με τις ιδέες της περιπέτειας, της μοναξιάς, της εξαφάνισης.

Η κινητική τέχνη, το θέατρο των αντικειμένων, ο χώρος και το φως αποτέλεσαν την αφετηρία και στο θέαμα «Λίγο πολύ, το άπειρο» του Γάλλου Ορελιέν Μπορί και του σκηνοθέτη Φιλ Σολτάνοφ από τη Νέα Υόρκη. Τα ανθρώπινα σώματα, ωστόσο, με τα ακροβατικά, τη φυσική υπόσταση, την αφηρημένη χορογραφία, παράλληλα με τις φωτεινές γραμμές και τους γεωμετρικούς σχηματισμούς, δεν βοήθησαν την παράσταση με την υβριδική μορφή και τις αναφορές στην αισθητική του Οσκαρ Σλέμερ να ξεπεράσει το επίπεδο της επιτυχημένης οπτικής φαντασμαγορίας, να λειτουργήσει πέρα από μια επίδειξη δεξιοτεχνικών σωμάτων και οπτικής φόρμας στον χώρο.

Η έννοια του τραγικοκωμικού, κυρίως όμως το συναίσθημα με τις βαθιές, επιφανειακές ή γκροτέσκες όψεις του, βρίσκονταν στο επίκεντρο της παράστασης «Ελλειψη χώρου» του Κρίστοφ Μαλτάλερ, που τιμήθηκε με το βραβείο σκηνοθεσίας από τους κριτικούς της εφημερίδας «Πολίτικα», της παράστασης «Σόνια» από τη Ρίγα, όπου ο σκηνοθέτης Αλβις Χερμάνις και δύο εξαιρετικοί ηθοποιοί έπλασαν έναν αυθεντικό χώρο για τις καθημερινές συνήθειες και συγκινήσεις μιας μοναχικής ψυχής, αλλά και του χορευτικού έργου «Maybe Forever» της αμερικανίδας χορεύτριας και χορογράφου Μεγκ Στιούαρτ: μαζί με τον αυστριακό χορευτή Φίλιπ Γκέμαχερ εξέφρασαν με ελάχιστες κινήσεις, αποσπασματικές χειρονομίες, νεύματα και παύσεις, με προσωπικές αφηγήσεις στο μικρόφωνο και με τη συνοδεία ζωντανής μουσικής του Νίκο Χάφσκενσάιντ την ερωτική απογοήτευση αλλά και την έκλαμψη της ωραίας ανάμνησης. Για την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα της χορευτικής αυτής δουλειάς τιμήθηκε με ένα ειδικό βραβείο η Μεγκ Στιούαρτ.

Η πολιτική και ο ανοιχτός διάλογος με το κοινό γύρω από τα επίκαιρα ζητήματα του πολέμου, της πολιτικής βίας, της τιμωρίας των ενόχων για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας αλλά και της συμφιλίωσης στο εσωτερικό μιας κοινότητας, βρήκαν μια καίρια και ουσιαστική στιγμή όταν το Colonnades Theatre Lab και το Μάρκετ Θίατερ από τη Νότια Αφρική παρουσίασαν το μουσικό, ντοκουμενταρίστικο θέαμά τους «Αλήθεια στη μετάφραση», καταθέτοντας προσωπικές εμπειρίες αλλά και μαρτυρίες ή ντοκουμέντα από την Επιτροπή για την Αλήθεια και Συμφιλίωση που συγκροτήθηκε με το τέλος του απαρτχάιντ.

Απέναντι στην ευθύτητα και στη θερμότητα που διεκδικεί ο λόγος σε ένα θέατρο μιας τέτοιας άμεσης πολιτικής παρέμβασης δύο παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας επανέφεραν με διαφορετικό τρόπο ζητήματα πολιτικής ευθύνης: στους αυστηρούς, συνοπτικούς «Πέρσες» που ο Ντιμίτερ Γκότσεφ ανέβασε με το Ντόιτσες Τεάτερ του Βερολίνου μέσα στον εικαστικό χώρο του Μαρκ Λάμερτ αναδείχθηκαν, χάρη σε μια δραστική μεταμπρεχτική και μεταμυλερική προσέγγιση του αισχυλικού κειμένου, τόσο η κριτική της εξουσίας και των ηγεμόνων όσο και το βάρος των λέξεων. Οσο για τον εκσυγχρονιστικό «Οιδίποδα Τύραννο», παγιδευμένο μέσα στην αισθητική των μίντια, η Βίντα Ογκγένοβιτς, που τον σκηνοθέτησε στο Εθνικό Θέατρο του Βελιγραδίου, τον μετέτρεψε σε μια σημερινή κρατική υπόθεση, ένα θρίλερ για τον πολιτικό αυταρχισμό που διαδραματίζεται ανάμεσα σε πολιτικούς παράγοντες, δημοσιογράφους και υπαλλήλους του κράτους.

No comments: