Μίμος. Σόουμαν. Τραγουδιστής. Χορευτής. Ηθοποιός. Κομμωτής... Σε πάμπολλες ταυτότητες-ιδιότητες χωρά, σαν τέλειος χαμαιλέων, ο ταλαντούχος Τάκης Ζαχαράτος. Την Παρασκευή ντεμπουτάρει σε αμιγώς θεατρική σκηνή. Το «Σεσουάρ για δολοφόνους» των Μπρους Τζόρνταν και Μέριλιν Αμπραμς, στη 10η και τελευταία του χρονιά, στο «Αποθήκη», τον επιστρατεύει στον ρόλο του υστερικού κομμωτή Τόνι Λέπουρα.
- Πώς προέκυψε το «Σεσουάρ»;
«Ηταν μοιραίο να συμβεί. Βρισκόμουν ακόμα στην Πάτρα -έκανα μεταμφιέσεις και drugshow ερασιτεχνικά- την εποχή που ήρθα στην Αθήνα για να πάρω μέρος σε επίδειξη μόδας του Ασλάνη. Βρήκε τότε το τηλέφωνό μου η Αλίκη Γεωργούλη και με κάλεσε σπίτι της. Είδε το σόου μου και μου είπε ότι έχω πολύ ταλέντο και θέλει να κάνουμε μαζί στο "Αποθήκη" ένα μιούζικαλ. Αρρώστησε και δεν προλάβαμε. Πρόταση για το "Σεσουάρ" μού έκαναν σχεδόν από την πρώτη χρονιά του. Και πάντα είχα "κλείσει" κάτι άλλο. Κάθε χρονιά όλα αυτά τα 10 χρόνια μού επαναλάμβαναν την πρόταση. Φέτος ήθελα πολύ να κάνω θέατρο. Είχα ταξιδέψει στη Νέα Υόρκη και στο Λονδίνο και βρήκα κάποια έργα που ήθελα να τα δει ο Θοδωρής Πετρόπουλος. Κι αυτός αφού τα βλέπει μου αντιγυρίζει ότι φέτος είναι η τελευταία χρονιά για το «Σεσουάρ» και πρέπει εγώ να πρωταγωνιστήσω. Ηταν η στιγμή που είχα σκεφτεί να πάρω μια ανάσα από αυτό που κάνω. Ετσι κατέληξα, έπειτα από χρόνια, στο "Αποθήκη" που δημιούργησε η Γεωργούλη».
- Εχετε μάθει να μπαίνετε πίσω από μία περσόνα. Στο «Σεσουάρ» θα πρέπει να την επινοήσετε εσείς. Δεν είναι δύσκολο;
«Εδώ θα είμαι ο Τόνι Λέπουρας, ιδιοκτήτης κομμωτηρίου. Δεν θέλω, δηλαδή, να έρθει ο θεατής να δει εμένα. Δεν θα παίξω τον εαυτό μου. Δεν κάνω την ευκολία μου. Ο Τόνι Λέπουρας ήθελε να είναι θεατρίνος, αλλά δεν του τα έφερε η ζωή. Και κάνει σόου στο κομμωτήριό του. Είναι ένας άνδρας μέσα στη χαρά της ζωής. Ισως αυτό είναι το κοινό που έχω μαζί του. Γιατί εγώ έγινα σόουμαν, ενώ ο Τόνι δεν μπόρεσε και του έμεινε απωθημένο -αλλά όχι με κακία. Βέβαια, το κομμωτήριο είναι τεράστια σπουδή χαρακτήρων».
Εχω πάθος με το Μπρόντγουεϊ
- Θα μπορούσατε να τσαλακωθείτε, να παραμορφώσετε την εικόνα σας;
«Φυσικά. Θα ήθελα να κάνω θέατρο και να τσαλακωθώ. Εχω ένα χάρισμα επικοινωνιακό που θα ήθελα να το δω σε διαφορετικές μορφές. Και, πιστεύω, θα μπορούσα άνετα να κάνω μιούζικαλ. Αλλοι έχουν πάθος με το καζίνο. Εγώ έχω με το Μπρόντγουεϊ. Χαλάω όλα μου τα λεφτά στο Μπρόντγουέϊ. Με ξανανιώνει. Θα μπορούσα, επίσης, να κάνω και μια ωραία Λυσιστράτη. Αλλά είμαστε σε μια χώρα που σου βάζουν μια ταμπέλα».
- Δηλαδή;
«"Αυτός κάνει ντραγκ σόου, άρα θα κάνει καλά την τραβεστί". Δόξα τω Θεώ, την τραβεστί την έχω κάνει με πολύ μεγάλη επιτυχία. Αλλά πιστεύω το να είναι κάποιος μίμος και να αποτυπώνει τόσο πιστά ένα πρόσωπο, σημαίνει ότι έχει κάτι».
- Πώς ακριβώς εισχωρείτε στα πρόσωπα που μιμείστε, όπως η Μέριλιν, η Μελίνα, η Βουγιουκλάκη;
«Απ' την αρχή ήταν σαν να ακολουθούσα ένα μονοπάτι χωρίς να φέρνω αντίρρηση. Το να μπορείς να μπαίνεις βαθιά σε κάποιον σημαίνει αγάπη για τον άνθρωπο, παρατηρητικότητα, προφανώς ευφυΐα και ίσως ένα ταλέντο. Πιστεύω πως με όλους όσους υποδύομαι έχω κάτι κοινό. Καταλαβαίνω τον "κώδικα". Η διαδικασία της μεταμφίεσης είναι ένα είδος διαλογισμού με τη φωτογραφία του ειδώλου απέναντί μου».
Θέλω να μιμηθώ την Κάλλας
- Κάποιον που δεν έχετε ακόμα μιμηθεί και θα θέλατε;
- Σας κούρασε η νύχτα και η πίστα;
«Της έχω δώσει πολλή ενέργεια, πολλή απ' την ψυχή μου και ήθελα να κάνω ένα διάλειμμα. Αυτό σήμαινε είτε ότι θα κάνω θέατρο είτε ότι θα κάτσω σπίτι μου. Ειδικά μετά την τεράστια επιτυχία της "Ακτής Πειραιώς" μού έγιναν προτάσεις πολύ αξιόλογες -οικονομικά και καλλιτεχνικά. Επειδή, όμως, εγώ πάντα ακούω αυτό που λέει η καρδιά μου, σκεφτόμουν κάτι off. Και είπα "θα κάνω το Σεσουάρ"».
- Δεν είχατε, δηλαδή, κουραστεί και από την επανάληψη;
«Οπως ένας καλλιτέχνης έχει το ρεπερτόριό του -και η Μαρινέλα τραγουδά το "Καμιά φορά" και το "Αγόρι μου, στολίδι μου"- έτσι κι εγώ έχω ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Υπάρχει ένα σενάριο, ένα κείμενο. Αυτοί που μιμούμαι είναι οι ήρωες που παίζω».
- Σόουμαν, τραγουδιστής, ηθοποιός. Σε ποια ιδιότητα χωράτε καλύτερα;
«Στο "Τάκης Ζαχαράτος". Είμαι και πολλά άλλα: μαγειρεύω καλά, είμαι πολύ καλός κομμωτής. Δεν ξέρω αν χωράω ειδικά κάπου. Ακολουθώ το ένστικτό μου. Ετσι έκανα ενόργανη γυμναστική. Το ένστικτό μου άκουσα και δούλεψα στο σιδηρουργείο του μπαμπά μου και έκοβα βέργες και αργότερα άνοιξα κομμωτήριο. Με το ίδιο ένστικτο έκλεισα το κομμωτήριο και ήρθα στην Αθήνα, αγοράζοντας ένα σπίτι με όσα λεφτά είχα. Και πάμε από την αρχή».
Πρώτα η δουλειά, μετά ο έρωτας
Πρώτα η δουλειά, μετά ο έρωτας
- Παίρνετε, δηλαδή, ρίσκα;
«Συνέχεια. Και το "Σεσουάρ" ρίσκο είναι. Τα χρήματα που θα πάρω δεν έχουν σχέση με τα χρήματα που βγάζω τη νύχτα».
- Θα μπορούσατε να ζήσετε χωρίς τους προβολείς;
«Ωραιότατα! Ευχαρίστως!».
- Ποιοι είναι αυτοί που γεμίζουν για σας αίθουσες 1.500 θέσεων; Εχετε εικόνα του κοινού σας;
«Το κοινό μου είναι από τριών μέχρι 93 χρόνων! Από το "Ταμπού" και μετά είχα περισσότερη νεολαία. Το κοινό του Γιώργου Μαρίνου έρχεται στα σόου μου μαζί με τα παιδιά του».
- Θα εγκαταλείπατε την πίστα για έναν έρωτα;
«Η ζωή μέχρι τώρα μου έχει δείξει ότι κανένας έρωτας δεν μπορεί να συναγωνιστεί τη δουλειά μου». *
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 14/10/2008
No comments:
Post a Comment