Sunday, April 3, 2011

Το θεατρικό θαύμα του Ιάκωβου Καμπανέλλη

  • Της Κατερίνας Διακουμοπούλου*
Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης (1922-2011) υπήρξε ο κορυφαίος Έλληνας μεταπολεμικός θεατρικός συγγραφέας. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, το 1943, σε ηλικία είκοσι ετών, αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς και παρέμεινε κρατούμενος στο στρατόπεδο Μαουτχάουζεν της Αυστρίας, απ’ όπου επέστρεψε στην Αθήνα το φθινόπωρο του 1945 και ανακάλυψε τη θεατρική μαγεία μέσα από τις παραστάσεις του Κ. Κουν στο Θέατρο Τέχνης. Παράλληλα, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, για βιοποριστικούς λόγους αναγκάστηκε να εργαστεί ως γραφέας στο υπουργείο Αεροπορίας.
Το 1950 παραστάθηκε έργο του για πρώτη φορά, ο Χορός πάνω στα στάχυα, στο θέατρο Διονύσια της Καλλιθέας, από τον θίασο του Αδαμάντιου Λεμού. Η αναγνώριση όμως ήρθε το 1957, με την Αυλή των θαυμάτων, στο Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία του Κάρολου Κουν, σκηνικά του Γιάννη Τσαρούχη και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Οι εγκυρότεροι θεατρικοί κριτικοί -ανάμεσά τους και ο Άγγελος Τερζάκης- επεσήμαναν την αξία του νεαρού συγγραφέα και σύντομα έγινε αντιληπτό ότι η παράσταση αυτή αποτέλεσε σταθμό για το νεοελληνικό θέατρο. Η Αυλή των θαυμάτων δεν υπήρξε μόνο το έναυσμα για την ανανέωση της σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας αλλά ήταν και η ιδανική επιλογή ώστε να πραγματοποιηθεί το θεατρικό όραμα του Κουν. Η ταύτιση απόψεων και η αλληλεπίδραση των δύο ανδρών ήταν συνεχής, εποικοδομητική και πολύτιμη παρακαταθήκη για το νεοελληνικό θέατρο.
Συχνά ο Καμπανέλλης πραγματεύτηκε βιώματα της προσωπικής του πορείας, γι’ αυτό άλλωστε θα μπορούσε να πει κανείς ότι τα έργα του διατρέχουν ανάγλυφα τη σύγχρονη ελληνική ιστορία και κοινωνία. Παρατήρησε με σεβασμό τις λαϊκές τάξεις και τον βιοτικό χώρο τους, δηλαδή τις λαϊκές συνοικίες λίγο πριν την παραμόρφωσή τους (δεν είναι τυχαίο ότι είχε σπουδάσει αρχιτεκτονικό σχέδιο στη Σιβιτανίδειο Σχολή). Τρέφοντας, λοιπόν, βαθιά εκτίμηση στους λαϊκούς ανθρώπους, ανέδειξε όψεις των Νεοελλήνων, ακόμα και τις πιο ποταπές εκφάνσεις τους, όχι όμως με διάθεση κριτική, αντιθέτως, δίνοντας πάντα ελαφρυντικά, θέλοντας συμπονετικά να δικαιολογήσει και όχι να καταδικάσει.
Είναι ο δημιουργός του «θεάτρου της καθημερινής ζωής», αυτοδίδακτος, με εμπειρικό φορτίο από τη γενέτειρά του, τη Νάξο, και τις φτωχογειτονιές της Αθήνας, που κατάφερε να διοχετεύσει στα θεατρικά του έργα αναλλοίωτο τον πλούτο του προφορικού λαϊκού λόγου, δημιουργώντας μια ιδιαίτερη, προσωπική γλωσσική φόρμα, διαμετρικά αντίθετη από την επίπλαστη ηθογραφία, αναδεικνύοντας έναν αυθεντικό πολιτισμό. Μία γλώσσα λαϊκή και ταυτόχρονα ποιητική, διφορούμενη και υπαινικτική.
Προσπαθώντας να σκιαγραφήσει και να ερμηνεύσει τη νοοτροπία του Έλληνα της μεταπολεμικής περιόδου, σημείωνε ο ίδιος: «Η Αυλή των θαυμάτων βασίζεται στην έλλειψη σταθερότητας και σιγουριάς που χαρακτηρίζει τη ζωή του Έλληνα. Η αστάθεια αυτή, τόσο γνώριμη σε όλους μας, αρχίζει από το αλλοπρόσαλλο κλίμα μας, την στρατηγική γεωγραφική μας θέση, τη φτώχεια του τόπου μας, και τελειώνει στην ιδιωτική μας οικονομία.
Όλα στην Ελλάδα ανεβοκατεβαίνουν πολύ εύκολα, κυλούν, φεύγουν, κι η συνηθισμένη λαχτάρα του Ρωμιού είναι να στεριώσει κάπου, να σιγουρέψει κάτι. Η λαϊκή τάξη εκφράζει πάντα με πιότερη γνησιότητα τα χαρακτηριστικά της ζωής, γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο που τοποθέτησα το έργο στο χώρο της» (Ιάκωβος Καμπανέλλης, από το πρόγραμμα της παράστασης της Αυλής των θαυμάτων από το Θέατρο Τέχνης το 1957). Η εργογραφία του, οι λαϊκές τραγωδίες του νεοελληνικού θεάτρου, αποτέλεσαν και αποτελούν πρότυπο για όλους τους μετέπειτα θεατρικούς συγγραφείς.
Η συμβολή του ωστόσο στον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό υπήρξε σημαντική και στον κινηματογράφο, τη μουσική και τη λογοτεχνία. Ως σεναριογράφος συνεργάστηκε με τον Κακογιάννη (Στέλλα) τον Κούνδουρο (Δράκος και Ποτάμι), τον Γρηγορίου (Αρπαγή της Περσεφόνης) κ.ά. Το 1968 μάλιστα ο ίδιος σκηνοθέτησε το σενάριό του το Κανόνι και τ’ αηδόνι. Ως στιχουργός συνεργάστηκε με τους σπουδαιότερους συνθέτες: τον Χατζιδάκι (Παραμύθι χωρίς όνομα), τον Θεοδωράκη (Μαουτχάουζεν), τον Ξαρχάκο (Το μεγάλο μας τσίρκο), τον Μαμαγκάκη (Ο κύκλος με την κιμωλία). Τέλος, το 1963 έγραψε το αυτοβιογραφικό πεζογράφημα Μαουτχάουζεν.

* Η Κ. Διακουμοπούλου είναι θεατρολόγος
  • Θεατρική εργογραφία
Χορός πάνω στα στάχυα (Θίασος Αδ. Λεμού, 1950)
Έβδομη μέρα της δημιουργίας (Εθνικό Θέατρο, Β' Σκηνή, 1955-56)
Αυτός και το παντελόνι του και Κρυφή ζωή (μονόπρακτα) (Βασ. Διαμαντόπουλος, 1957)
Η αυλή των θαυμάτων (Θέατρο Τέχνης, 1957-58)
Η ηλικία της νύχτας (Θέατρο Τέχνης, 1958-59)
Ο Γορίλας και η Ορτανσία (Θίασος Ε. Βεργή, 1959)
Παραμύθι χωρίς όνομα (Νέο Θέατρο Βασ. Διαμαντόπουλου - Μαρ. Αλκαίου 1959-60)
Γειτονιά των αγγέλων (Θίασος Καρέζη, 1963-64)
Βίβα Ασπασία (Θίασος Καρέζη, 1966-67)
Οδυσσέα γύρισε σπίτι (Θέατρο Τέχνης, 1966-67)
Αποικία των τιμωρημένων (Πειραματικό Θέατρο Ριάλδη, 1970-71)
Ασπασία (Θίασος Καρέζη - Καζάκου, 1971-72)
Το μεγάλο μας τσίρκο (Θίασος Καρέζη - Καζάκου, 1972-73)
Το κουκί και το ρεβύθι (Θίασος Καρέζη - Καζάκου, 1974)
Ο εχθρός λαός (Θίασος Καρέζη - Καζάκου, 1975)
Πρόσωπα για βιολί και ορχήστρα (Θέατρο Τέχνης, 1976-77)
Τα τέσσερα πόδια του τραπεζιού (Θέατρο Τέχνης, 1978-79)
Ο μπαμπάς ο πόλεμος (Θέατρο Τέχνης, 1981)
Ο αόρατος θίασος (Εθνικό Θέατρο, 1988)
Ο δρόμος περνά από μέσα (1992)
  • Η ΑΥΓΗ: 03/04/2011

No comments: