- «Σκηνές από ένα γάμο» στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών
- Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗΕλευθεροτυπία, Σάββατο 7 Μαΐου 2011
Στην αρχή είναι βέβαια το έργο
-αρχικά θεατρικό, στη συνέχεια διασκευασμένο σε σενάριο τηλεοπτικής
σειράς έξι επεισοδίων, τελικά σε σενάριο αυτοτελούς κινηματογραφικής
ταινίας- από τον Ινγκμαρ Μπέργκμαν. Στην εσωτερική αυτή μεταγραφή από το ένα μέσο στο άλλο, ο
Σουηδός δημιουργός επιχειρεί την απόλυτη αποδόμηση του γάμου ενός
σύγχρονου ζευγαριού, από τα εξωτερικά μέχρι τα ενδότερα υπαρξιακά
στρώματα της συμβίωσης. Μια περιπέτεια αυτογνωσίας, που καταλήγει,
κάποια στιγμή, στη συμφιλίωση με τον ασυμβίβαστο και απρόσμενο εαυτό
μας.
Πράγματα απλά και καθημερινά, με μια πρώτη ματιά, γνώριμα και
ωστόσο επικίνδυνα για τον αστικό καθησυχασμό. Διπλασιάστηκαν, λένε, τα
διαζύγια στη Σουηδία όταν προβλήθηκαν οι «Σκηνές» από την τηλεόραση.
Μετά τις τόσες αναλύσεις για τη φόρμα, ξεχνάμε πως το μυστικό του
αληθινού δημιουργού βρίσκεται στη βαρύτητα της πνευματικής του
κατάθεσης, στη μετάδοσή της με τρόπο άμεσο, απλό, πειστικό και
αφοπλιστικό.
Μίλησαν πολλοί για τη θεατρικότητα των μπεργκμανικών «Σκηνών»,
εννοώντας, προφανώς, τη στατικότητα και διαλογικότητά τους. Φανταζόταν,
λοιπόν, κανείς ότι από τη θεατρικότητα αυτή θα ξεκινούσε ένας σκηνοθέτης
για να ξαναφέρει στη σκηνή του θεάτρου την ιστορία του Γιόχαν και της
Μαριάν. Οχι όμως ο Ιβο Βαν Χόβε.
Είναι ακριβώς το είδος της θεατρικότητας που αρνείται η
σκηνοθεσία του. Εδώ, το «κάνω θέατρο» σημαίνει ξαναβρίσκω τους δεσμούς
που με συνδέουν με την κοινότητα, με τη γοητεία και τη λειτουργία μιας
ιστορίας που ξεκινά από τους πολλούς και στους πολλούς επιστρέφει. Η
θεατρικότητα του Χόβε σημαίνει αφύπνιση, συνεργία και από κοινού δράση.
Πάνω σε αυτό το ιδίωμα του κοινοτικού θεάτρου μεταφέρει το έργο του
Μπέργκμαν. Θα έλεγα καλύτερα, ξυπνάει μέσα του τον κοιμώμενο δράκο.
Οπως και το έργο τού Μπέργκμαν, έτσι και η παράσταση του
Τονίλγκρουπ, του πλέον σταθερού θιάσου ρεπερτορίου στην Ολλανδία,
συντίθεται από τα πιο απλά υλικά της σκηνής. Από το κυκλικό θέατρο στην
πιο ακατέργαστη μορφή του, παρμένο από το οφ-Μπροντγουέι της πλέον
ένδοξης εποχής του '60. Και μάλιστα, όχι μόνο κυκλική παράταξη των
θεατών γύρω από τη σκηνή αλλά και κυκλωτική κίνηση των επάλληλων,
σύγχρονων σκηνών γύρω από ένα ιδεατό κέντρο, που είναι το κέντρο του
θεάτρου, ο ανοιχτός πυρήνας της δημιουργίας του. Αυτή η μετακίνηση του
κοινού από σκηνή σε σκηνή, αποτελεί, φαντάζομαι, τη μεταφορά της παλιάς
εκείνης «πολυτοπικότητας» στις ανάγκες της σύγχρονης αφήγησης.
Το μυστικό όμως δεν βρίσκεται εδώ, σε αυτή τη μετακίνηση, που
από μόνη της θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν φαντασμένη σπατάλη ενέργειας
(αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι οι ηθοποιοί υποχρεώνονται να παίξουν την
ίδια σκηνή τρεις φορές σε διάρκεια μιάμισης ώρας). Το μυστικό βρίσκεται
στο ότι, όπως στο κυκλικό θέατρο η θέα της σκηνής περιέχει τρόπον τινά
και τη θέα του κοινού που παρακολουθεί από την άλλη μεριά, έτσι και εδώ η
μια σκηνή εγκιβωτίζει δραματουργικά τον ήχο, τον αντίλαλο της επόμενης
και προηγούμενης, σε ένα παλίμψηστο που προλέγει και προδικάζει, που
μετατρέπει τη βάση της δραματουργίας σε ένα ρευστό, συνεχώς παλλόμενο
υλικό. Αυτή η ποιότητα θεάτρου είναι η ουσία, πιστεύω, της παράστασης
του Χόβε. Ολα τα άλλα, η δραματουργία που στηρίζει αυτή την ποιότητα, με
τη θραύση του ενός σε τρία ζευγάρια κ.λπ., ακολουθεί και, κατά την
άποψή μου, υπολείπεται. Το να διασκευάσεις ένα κείμενο για το θέατρο
είναι μια αξιότιμη, κοινότοπη εργασία. Το να δημιουργήσεις μια νέα
ποιότητα θεάτρου μέσα σε αυτό, είναι το πολύτιμο και σπάνιο.
Και για όσους αναζητούν εδώ το νόημα πίσω από όλα αυτά, ο Χόβε
κατορθώνει να μετατρέψει την τετ α τετ αντιπαράθεση του ζευγαριού σε
σκηνές «συνόλου», που ζητούν τη συνεργασία των ηθοποιών, την, όσο το
δυνατόν εγγύτερη, επαφή με το κοινό, την προσωπική κατάθεση.
Το νόημα βρίσκεται στη μετατροπή ενός μυθικού δημιουργήματος της
έβδομης τέχνης σε εργαστήριο παραγωγής ατομικής σκέψης και συλλογικής
συγκίνησης. Εκεί που θα αρκούσε για κάποιον να παρουσιάσει την πολυθρόνα
του Μπέργκμαν στη σκηνή, ο Χόβε μάς καλεί να καθίσουμε πάνω της.
Σπουδαίοι ηθοποιοί με φυσικότητα, πειθαρχία, και απουσία κάθε
σοβαροφάνειας. Ωστόσο, το πλέον ζηλευτό στην όλη υπόθεση είναι αυτή η
νεανικότητα που αποπνέει το εγχείρημά τους, αυτή η -πώς να την πω
αλλιώς;- θετική σκέψη που έρχεται σαν δροσερή αύρα με την παρουσία τους.
Το πλέον σοβαρό θέατρο ρεπερτορίου της Ολλανδίας συνεχίζει να
προκαλεί με τον παλμό και τον ενθουσιασμό του. Αυτό μας επιτρέπει να
συγχωρούμε την κάθε υπερβολή, όπως συγχωρούμε τον υπερβάλλοντα ζήλο των
εφήβων. Ακόμη και στο δεύτερο μισό της παράστασης, όταν οι τοίχοι
σηκώνονται (σκηνικά του Γιαν Βερσβέιβελντ) και οι τρεις σκηνές παίζονται
ταυτόχρονα από όλους τους ηθοποιούς σε ένα φοβερό πανδαιμόνιο,
γνωρίζουμε καλά ότι όλα εκπορεύονται από τη διάθεση για ένα θέατρο
απρόβλεπτο, ζωηρό, ανήσυχο. Θέατρο μέχρι τα τελευταία κύτταρά του υγιές.
*
No comments:
Post a Comment