«Στη γαλέρα της ζωής τράβηξα πολύ κουπί»
- Της Γιωτας Συκκα, Η Καθημερινή, Tετάρτη, 4 Mαϊου 2011
Περπατούσε πάντα με το κεφάλι ελαφρά σκυμμένο προς τα κάτω, με την
ίδια ταχύτητα και ένταση, τα χέρια του να ακολουθούν το σώμα, σαν να
ήταν σε μια διαρκή ετοιμότητα μη τυχόν και χρειαστεί να τρέξει. Μια
παραφωνία που την πρόσεχαν όλοι στα ράθυμα πρωινά της οδού
Θεμιστοκλέους, εκεί που ανθούσε επί δεκαετίες το «ελληνικό Xόλιγουντ».
Οι
διάλογοι όταν τον αναγνώριζαν πανομοιότυποι: «Γεια σου Θανάση!». Οπως
και η απάντηση «καλέ μου άνθρωπε». Με εκείνο το χαρακτηριστικό νεύμα του
κεφαλιού και πάντα σε κίνηση. Σε μια Αθήνα των αρχών του ’80 που
γευόταν τα πρώτα σημάδια της αλλαγής, με πολλές σοσιαλιστικές υποσχέσεις
για ένα μέλλον χωρίς ταξικούς διαχωρισμούς, αδικίες και άλλα κυνηγητά,
εκείνος βιαζόταν...
Κι αν κάποιος από τη γειτονιά τού έφραζε το
δρόμο για να του πει τον πόνο του, εκείνος τον άκουγε με το ύφος του
ανθρώπου που τα έχει ζήσει στο πετσί του, αυτά κι όπως έλεγαν οι
παλιότεροι που τον γνώριζαν στη γειτονιά, «άλλα πολύ χειρότερα»,
ακουμπώντας το χέρι του στον ώμο του συνομιλητή. Απόμακρος να πει τα
δικά του, αλλά καταδεκτικός στην εξομολόγηση των άλλων.
«Στη
γαλέρα της ζωής τράβηξα πολύ κουπί», είπε χρόνια μετά, σε μια από τις
εκδηλώσεις τιμής που του επιφύλαξαν, κι ευτυχώς ο Θανάσης Βέγγος πρόλαβε
να γευτεί. Κυρίως όλες αυτές τις τιμές που ειδικά ο λαϊκός κόσμος είχε
ανάγκη να τις εκφράσει στον ίδιο από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, την
εποχή που άρχισε να μιλάει, να συγκινείται, αλλά όχι να σκορπίζεται. Να
ανοίγεται σε αυτές τις εκδηλώσεις χαράς που τον έβαζαν στη θέση του
εθνικού ηθοποιού, παρότι δεν το επεδίωξε ποτέ.
Μια συγκινητική
ατάκα του συνόψιζε όλη την αλήθεια και την απάντηση στην ερώτηση τη
διέκρινε ο Ν. Κούνδουρος όταν τον συνάντησε στην Μακρόνησο, πριν τον
χρησιμοποιήσει στη «Μαγική πόλη». Είδε «την εξαθλίωση» είχε πει ο ίδιος ο
ηθοποιός. Αυτό είδε και η μεταμφυλιακή Ελλάδα σε αυτόν τον
ταλαιπωρημένο άνθρωπο που άρχισε από μικρούς ρόλους στο σινεμά κάνοντας
και δουλειές φροντιστή, πλανόδιου και ό, τι μπορούσε. Τον εαυτό της.
Χαμένα όνειρα, αδικίες, δοκιμασίες -ιδεολογικές και κοινωνικές-, σκληρή
δουλειά, αντοχή, διαψεύσεις. Αλλά και επινοητικότητα. Του πολυτεχνίτη,
του επίμονου στη λεπτομέρεια που δεν κλαιγόταν σαν παιδί του λαού, αλλά
στηριζόταν στην αυθόρμητη ελπίδα.
Ηταν ο τίμιος Ελληνας.
Παράδειγμα ηθικής στάσης και σιωπηλής αξιοπρέπειας, χωρίς λάβαρα και
συνθήματα ότι του οφείλουμε γιατί βασανίστηκε. Ο Θανάσης Βέγγος ήταν ο
Ελληνας που δεν φώναξε την ηθική του στάση, δεν την ενέταξε σε
κομματικές αναφορές, δεν ζήτησε τα ρέστα.
Αποτέλεσμα όλα μιας
αυθεντικής υπόστασης. Δεν μπορούσε να αντιληφθεί αλλιώς τον κόσμο.
Θέσεις που τότε ταυτίζονταν με την έννοια για την πίστη σε ένα καλύτερο
κόσμο. Με σαφείς διαφορές.
Τώρα που έχουν καταρρεύσει και τα προπύργια του καλού, η ηθική του στάση είναι ίσως η δική μας ελπίδα.
No comments:
Post a Comment