Κριτική Σπύρος Παγιατάκης
Μαθήματα βίας, μόνο την αλήθεια μέρος ΙΙ, σκην:. Βασίλης Μαυρογεωργίου, Θέατρο: Νέου Κόσμου
Ιππότα Φηρ… Κοιμάσαι; σκην:. Γιάννης Μαργαρίτης, Θέατρο: ΑνοιξηςΤα πρόσωπα της ιστορίας - λέει- αναζητούν το καθένα μια διέξοδο από τη ζωή του. Στα «Μαθήματα Βίας - Μόνο την αλήθεια, μέρος ΙΙ» - των Κώστα Γάκη, Κατερίνας Μαυρογεώργη, Μαρίας Φιλίνη και Βασίλη Μαυρογεωργίου, ο οποίος έχει συνδέσει το όνομά του με τη θρυλική για την ανέλπιστη επιτυχία της, «Κατσαρίδα» κι επομένως είναι και το «πρώτο όνομα» της παρέας - υπάρχει κι ένας μάγος. Ο μεγαλύτερος, λέει, που έζησε ποτέ.
Συνέχεια ενός προηγούμενου «Μόνο την Αλήθεια Ι» επίσης στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, το έργο που έχει δουλευτεί σ’ ένα μίξερ όπου έχουν μπει μέσα αζύγιστα υλικά από παραμύθια, επιθεώρηση, μιούζικαλ, αυτοσχεδιασμός, πολιτικοί σχολιασμοί, αμπελο- και σοβαρο-φιλοσοφίες συγγενεύει εντυπωσιακά με μία ροκ Οπερα που παίζεται στο «Θέατρο της Ανοιξης» στην άλλη άκρη της πόλης - το «Ιππότα Φηρ Κοιμάσαι;» του Γιάννη Μαργαρίτη.
Κι εδώ πρωταγωνιστεί μια μάγισσα της «σκοτεινής μεριάς του φεγγαριού», η Αναγκρομ, κι εδώ υπάρχουν ιππότες που ψάχνουν για το νόημα της ζωής στα τέσσερα σημεία της υδρογείου. Με ελάχιστες δεκαετίες ηλικιακής διαφοράς ανάμεσα στον Γ. Μαργαρίτη και στον Β. Μαυρογεωργίου οι γενεαλογικές διαστάσεις σε νοοτροπίες και τεχνοτροπίες τόσο στο γράψιμο όσο και στο στήσιμο της παράστασης είναι ολοφάνερες.
Χαβαλές
Στα «Μαθήματα Βίας» κυριαρχεί πάνω απ’ όλα η παρέα. Δεν χρειάζεται, άλλωστε, πολύ ψάξιμο για να φθάσει κανείς σ’ αυτό το συμπέρασμα. Αρκεί να ανατρέξει σε μια συνέντευξη του Β. Μαυρογεωργίου όπου η φιλοσοφία του νεολαίου θεατράνθρωπου είναι έκδηλη. «Η ηδονή που σου δίνει η παρέα είναι η ουσία του θεάτρου. Λες, αυτό είναι που θέλω να κάνω στη ζωή μου. Να είμαι πάντα με όποιους ανθρώπους νιώθω όμορφα και να μοιραζόμαστε τη χαρά της δημιουργίας, που πετάγεται ο καθένας, λέει τη βλακεία του, τσακωνόμαστε, βαριόμαστε, ξανασυμφωνούμε κ.λπ. Ενα τόσο ωραίο παιχνίδι».
Ο πλέον ταιριαστός χαρακτηρισμός στην περίπτωση θα ήταν: χαβαλές. Μια λέξη η οποία δεν εμπεριέχει μόνο αρνητική χροιά, αλλά εκφράζει και μια ζέστη, μια οικειότητα. Ετσι ήταν και σ’ αυτήν την –πρώτη– παράσταση που είδα, όπου ένα νεανικό κοινό φίλων και ομοϊδεατών πλημμύριζε την μικρή –την υπόγεια– σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου με τις πρόσχαρες αύρες των «δικών μας». Ποια ήταν τα αρνητικά σημεία μιας παράστασης η οποία προσομοίαζε αρκετά σε εκδήλωση της τελευταίας τάξης μοδάτου λυκείου σ’ εκδρομή; Η έλλειψη ελέγχου στις χρονικές αναλογίες. Στο timing που λέμε. Ειδικά προς το τέλος, όπου κυριολεκτικά αλωνίζει ο ίδιος ο Μαυρογεωργίου –ο συν-συγγραφέας, σκηνοθέτης και ερμηνευτής– ο αναμφισβήτητα πολύ-ταλαντούχος δημιουργός χάνει το μέτρο τόσο στις υποκριτικές του φλυαρίες όσο και στην αίσθηση του χρόνου. Ο πολυμορφικός Κώστας Γάκης είναι ήδη ένας πρώτης τάξεως ηθοποιός μιας νέας γενιάς, η οποία γνωρίζει πώς να απομακρύνεται από τον εκάστοτε ρόλο σχολιάζοντας και κριτικάροντάς τον. Για μένα ο καλύτερος εδώ.
Περισσότερο κοντά στις παλιές –σίγουρα καλές– συνταγές της επιθεώρησης τόσο οι Μαρία Φιλίνη και η Κατερίνα Μαυρογεώργη. Σίγουρα τα «Μαθήματα Βίας» δεν είναι σαν την υπερτιμημένη «Κατσαρίδα» η οποία είχε το προνόμιο στον καιρό της να αιφνιδιάσει το κοινό της. Οι υποψιασμένοι πλέον θεατές έχουν ανεβάσει τον πήχυ και σίγουρα δεν θα αρκεστούν σε ένα κάπως ξαναζεσταμένο φαγητό. Αυτό πάντως που θα επισημάνω εδώ είναι τόσο η μουσική, όσο και η υπόλοιπη δημιουργική δουλειά του Κώστα Γάκη.
Εγκεφαλική
Τώρα στην συγγενική παράσταση του «Ιππότα Φηρ... Κοιμάσαι;» αυτό που της λείπει είναι ακριβώς ο χαβαλές που λέγαμε. Παρ’ όλο που το υπερ-δουλεμένο στην εγκεφαλικότητα του κείμενο του Γιάννη Μαργαρίτη κάνει μεγάλες προσπάθειες να είναι κοντά στο κλασικό παραμύθι, να ψυχαγωγεί και να κλείνει το μάτι στον θεατή, τελικά παραμένει κατ’ εξοχήν υπερβολικά περίσκεπτο. Γιατί κι αυτοί ακόμα οι οποίοι θα κατανοήσουν πολλά από τα «αστεία» της παράστασης θα είναι όσοι έχουν φοιτήσει σε περισπούδαστες δραματικές σχολές. Πώς να το κάνουμε, όταν μιλάς –ακόμα και σκωπτικά– για «ψυχοσωματικοενεργειακές ασκήσεις», για σωματικό και εγκεφαλικό θέατρο, κι όταν κάνεις ρίμες για ιππότες «ναΐτες» συνταιριάζοντας τους με «αλήτες» μοιραία περιορίζεις το κοινό σου στους πολύ επαΐοντες.
Στα πολύ θετικά στοιχεία της παράστασης, πάντως, είναι η ολοζώντανη μουσική του Γιώργου Φακανά που πρωταγωνιστεί στην παράσταση με τέσσερις μουσικούς. Και κομμάτια όπως το εμβατηριακό «Στο δρόμο για το Αβαλο» με λίγη υποστήριξη θα μπορούσαν να γίνουν ακόμα και πλατιές επιτυχίες. Επίσης ήταν εντυπωσιακός ο επαγγελματισμός των ηθοποιών στο τραγούδι. Κι αυτό επειδή σε τέτοιες περιπτώσεις, όπου το τραγούδι κυριαρχεί απόλυτα, δεν αρκούν μόνο οι καλές φωνές – χρειάζονται και οι σωστά εκπαιδευμένες φωνές. Εδώ κυριάρχησε η Χρυσάνθη Δούζη στο ρόλο της μάγισσας Αναγκρομ. Με παρόμοια φωνή θα μπορούσε εκτός από τραγουδίστρια να κάνει και σημαντική καριέρα στο αρχαίο δράμα. Δεν χρειάζεται να διαβάσει κανείς τα εντυπωσιακά βιογραφικά των Γιάννη Βογιατζή, Γιώργου Χατζόγλου, Σοφοκλή Κωστούκα και Βασίλη Παπαγεωργίου για να κατανοήσει πώς τα καταφέρνουν με τόσο απαιτητικούς και μεγάλους τραγουδιστικούς ρόλους. Το σκηνικό και τα κοστούμια του Δημήτρη Κακριδά κραυγάζουν ότι εδώ έχει επιλεγεί η πλέον οικονομική λύση.
Συμπερασματικά και οι δύο παραστάσεις έχουν το ενδιαφέρον τους. Μπορεί να είναι αμφότερες κάπως φλύαρες και αναμφισβήτητα εγκεφαλικές –η μεν πρώτη σχεδόν αποκλειστικά για ψαγμένο νεανικό κοινό, η δεύτερη και για τις παλιοσειρές– όμως είναι από τις πρώτες αξιοσημείωτες παραστάσεις αυτού του θεατρικού χειμώνα ο οποίος δεν προμηνύεται εύκολος.
No comments:
Post a Comment