Tuesday, October 7, 2008

ΜΗΔΕΙΑ 2

Δημήτρη Παπαϊωάννου «Μήδεια 2» – ανθρώπινα πάθη με τον μανδύα του μύθου σε σύγχρονη εικαστική ματιά στο «Παλλάς»


Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου κοντά στην κονσόλα, στο «Παλλάς» τη βραδιά της «πρώτης» της Μήδειας 2 (φωτο Ελένη Μπίστικα).

Tης Eλενης Mπιστικα

Λακωνική όσο και ξεκάθαρη για το τι πρόκειται να δούμε η εξήγηση στο εξώφυλλο του προγράμματος που μας περίμενε στη θέση μας, στην «πρώτη» της Παρασκευής, 3 Οκτωβρίου 2008, στο «Παλλάς». Ήρθαμε να δούμε όχι τη μυθολογική Μήδεια των σχολικών χρόνων, ούτε τη Μήδεια το Ευριπίδη, τη Μήδεια - όπερα του Κερουμπίνι, ούτε τη Μήδεια του Πιερ Πάολο Παζολίνι με τη Μαρία Κάλλας. Είμαστε εδώ για την αποκάλυψη μιας νέας Μήδειας που απέχει από τη Μήδεια της πρώτης παράστασης από την Ομάδα Εδάφους – με Ιάσονα τον Δημήτρη Παπαϊωάννου και την Αγγελική Στελλάτου Μήδεια, αλλά και από τη φεστιβαλική Μήδεια (1-5 Ιουνίου) στο Χώρο Η της Πειραιώς 260. Ηρθαμε γι’ αυτή τη Μήδεια, για την οποία ο Δημήτρης Παπαϊωάννου αρνήθηκε να μιλήσει στους δημοσιογράφους, στη διάρκεια μιας πρόβας, με το σιβυλλικό εκείνο «θα κριθεί από το αποτέλεσμα».

Θορυβώδες, πολιτικοκαλλιτεχνικό το πλήθος έξω από το φωτεινό «Παλλάς» της κόκκινης μαρκίζας. Γεμάτο μέσα, επιφυλακτικό, μετά τα χαμόγελα και τις χαιρετούρες, το κοινό της πρεμιέρας, με μιαν αίσθηση προσμονής να αιωρείται στο αγαπημένο πάντα και ας άλλαξε χέρια αμφίβολα, κινηματοθέατρο της Αθήνας. Τα φώτα χαμηλώνουν, το Πάθος έρχεται με ένα θρόισμα από κρατημένες αναπνοές. Το γυμνό σκηνικό του Νίκου Αλεξίου με ξύλινα επίπεδα, καρέκλες μαύρες περιμένουν τον άγνωστο θίασο που θα το ζωντανέψει. Μόνο που θίασος δεν υπάρχει. Ολοι είναι θεατές ενός δράματος που γεννήθηκε από το Φως, τον Χρόνο, το ένστικτο, το σμίξιμο αρσενικού και θηλυκού, από την αγάπη που γίνεται θάνατος, όταν προδοθεί. Μόνη πρωταγωνίστρια η ξένη, η βάρβαρη βασίλισσα της Κολχίδας, η Γυναίκα που δίνεται στον έρωτα και στη μητρότητα για να γίνει ανάπηρη από τον αβάσταχτο πόνο μιας προδοσίας με στόχο εκείνη και τα δύο τοτέμ - παιδιά της. Τρεκλίζοντας μέσα στο αρχέγονο στοιχείο του νερού, το ίδιο που έφερε τους Αργοναύτες από την Ιωλκό στη μακρινή Κολχίδα για το Χρυσόμαλλο Δέρας, η Μήδεια, με πατερίτσες τις μαύρες καρέκλες - μάρτυρες της δυστυχίας της, προχωρεί στην εκδίκηση θερίζοντας τις ζωές του Ιάσονα, της βασιλοπούλας Γλαύκης. Τα κορμιά σωριάζονται άψυχα σαν σακιά, στο ματοβαμμένο νερό, για να τα σύρει με τα δόντια του ο Σκύλος - συνείδηση που δεν έλειψε στιγμή από τη σκηνή. Οπως και ο Φοίβος Απόλλων στο βάθος της σκηνής, άγαλμα με μαρμάρινη σάρκα, περιμένει να ’ρθει η στιγμή για να επέμβει. Να αγκαλιάσει την αιματοβαμμένη εγγονή του Μήδεια με το φόρεμα - όστρακο για να φύγουν στο σκοτάδι, πέρα από το θνητό και το πρόσκαιρο. Η σκηνή σκοτεινιάζει, το χειροκρότημα αντηχεί καταλυτικό, λυτρωτικό, ύστερα από τη σιωπή και την προσήλωση που ένωσε το ετερόκλητο κοινό της «πρώτης» σε ηχηρά «Μπράβο»! Για τον Δημήτρη Παπαϊωάννου γελαστό, που πηδά πάνω στη σκηνή με τον Νίκο Αλεξίου, την Τίνα Παπανικολάου –αυτοί έμειναν από την εποχή της Ομάδας Εδάφους– και τους νέους συνεργάτες του, τον Αλέκο Γιάνναρο –φωτισμοί, COTI K. σχεδιασμός– σύνθεση ήχων, κοστούμια Θάνος Παπαστεργίου (μαζί με Δημήτρη Παπαϊωάννου), Γλυπτική, Νεκτάριος Διονυσάτος. Η μουσική - κολλάζ από οκτώ όπερες του Βellini, όπως και η ανθρώπινη κραυγή, το γρύλισμα του Σκύλου ήταν μαζί με το πάφλασμα του νερού, το αντίδοτο στην ένταση της σιωπής και του ερωτισμού. Ο μέγας παρών είναι πάντα ο Γιάννης Τσαρούχης, μόνιμη πηγή έμπνευσης του σκηνοθέτη Δημήτρη Παπαϊωάννου και των συνεργατών του. Από ένα πίνακά του βγαλμένος ο αξιωματικός του ναυτικού με τις χρυσές επωμίδες Ιάσονας, από τα ναυτάκια του οι Αργοναύτες με βάδισμα στυλιζαρισμένο, σαν «Θέατρο Σκιών». Η «Μήδεια 2» παραμένει, σύλληψη και σκηνοθεσία, του Δημήτρη Παπαϊωάννου που υπογράφει το τελικό αποτέλεσμα. Αυτό που παραμερίζει τον χορό και σβήνει τους χορευτές - ηθοποιούς από την ανθρώπινή τους υπόσταση. Ο Σερβετάλης είναι ο Σκύλος, η Ευαγγελία Ράντου είναι η Μήδεια, ο Γιάννης Νικολαΐδης με τα σκαρπίνια - βαρκούλες είναι ο Ιάσων, η Κατερίνα Λιόντου η Γλαύκη, ο Ηλιος –σαν από τη Ζωφόρο του Παρθενώνα– Φοίβος Παπαδόπουλος έχουν γίνει ένα με τον μύθο. Αλλά για να επιτευχθεί αυτό το συναρπαστικό αποτέλεσμα, μεσολάβησαν οι πρόβες και η δαιμονιακή τελειομανία του Παπαϊωάννου. Δικό του και δικό τους το χειροκρότημα. Το ’χε πει ο Γιάννης Τσαρούχης, όταν τον γνώρισε 16χρονο μαθητή σε έκθεση ζωγραφικής του στη Βιβλιοθήκη του Κολλεγίου Αθηνών: «Τόσο ταλέντο, τόσο νωρίς, με τρομάζει». Ο Δημήτρης θήτευσε κοντά του κι έτσι, μαθητής και δάσκαλος, συνεχίζουν.

«Σας άρεσε;» ρωτούσαν τους δίπλα τους οι συντροφιές φεύγοντας. «Σας άρεσε;». Απάντηση: Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου έχει προχωρήσει. Μας αφήνει πίσω, αλλά όχι στο σκοτάδι.

No comments: