Το Ελληνικό Φεστιβάλ ολοκλήρωσε τον φετινό του κύκλο. Η Μπιενάλε Χορού της Λιόν ξεκινά σήμερα. Ωραία. Η χρονική απόσταση μεταξύ της... ελληνικής λήξης και της γαλλικής έναρξης όρισε τις φετινές διακοπές του Γιώργου Λούκου, που, ας θυμίσουμε, εκτός από πρόεδρος του Ελληνικού Φεστιβάλ είναι και καλλιτεχνικός διευθυντής του μπαλέτου της Οπερας της Λιόν. Σ' αυτό λοιπόν το σύντομο διάλειμμα, τον πετύχαμε χαλαρό κι ευδιάθετο στο γραφείο του στο Φεστιβάλ: ήδη οι φάκελοι με τις προτάσεις για την επόμενη σεζόν έφτιαχναν μεγάλες στήλες, σαν «τζένγκα» που περιμένουν να τραβήξεις ένα φάκελο, χωρίς οι υπόλοιποι να πέσουν και να σε «πλακώσουν».
Θα δούμε και τον χειμώνα μερικές από τις ελληνικές επιτυχίες του Φεστιβάλ; Ο Γιώργος Λούκος δεν το αποκλείει Όχι ότι ο κ. Λούκος, έχοντας συμπληρώσει αισίως παρ' όλα αυτά την 3η του χρονιά στην προεδρία του Φεστιβάλ, έχει αποφύγει τις βολές ή τις διαμαρτυρίες. Ο ίδιος όμως με ταμπεραμέντο περισσότερο ευρωπαϊκό παρά μεσογειακό δεν... πλακώνεται. Είναι υπέρ των ψύχραιμων τοποθετήσεων, χωρίς να σημαίνει ότι αποφεύγει να εκφράσει ανοιχτά και καθαρά την προσωπική του άποψη. Απόδειξη, οι απαντήσεις του.
- Ηθελα να σας ζητήσω να κάνετε έναν προσωπικό απολογισμό του φετινού Φεστιβάλ.
«Για μένα το Φεστιβάλ ήταν πολύ καλό όσον αφορά τα μουσικά και τα χορογραφικά. Τα θεατρικά δεν πήγαν καλά. Γενικά, μου άρεσαν όσα είχα επιλέξει ή δει έξω -αν και ορισμένα, όπως π.χ. η παράσταση του Μπρούερ που την είχα δει χρόνια πριν, μου άρεσε λιγότερο απ' ό,τι πίστευα. Επίσης, οι ελληνικές παραστάσεις δεν μου άρεσαν πολύ. Το ίδιο θα έλεγα και για ό,τι πίστευα ότι θα ήταν ένα ατού του Φεστιβάλ: ο συνδυασμός ξένων σκηνοθετών με Ελληνες ηθοποιούς. Δεν είμαι ευχαριστημένος με το αποτέλεσμα. Αλλά δεν μετανιώνω. Νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να το επαναλάβω, ώστε να συναντιούνται οι καλλιτέχνες και να κάνουν πράγματα.
«Οφείλω να ομολογήσω ότι οι πιο δυνατές παραστάσεις της Επιδαύρου ήταν της Πίνα Μπάους και της Ντέμπορα Γουόρνερ», λέει ο Γ. Λούκος. Στιγμιότυπο από την παράσταση της τελευταίας «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ, με πρωταγωνίστρια τη Φιόνα Σο
- Από τα εισιτήρια είστε ικανοποιημένος;
«Φέτος πουλήσαμε 218.000. Είναι πάρα πολλά εισιτήρια. Πριν από 3-4 χρόνια ήταν 85.000. Μιλάμε συνεπώς για πραγματική αύξηση, σημαντική και για τον προϋπολογισμό μας γιατί όλα όσα βλέπετε στοιχίζουν πολλά. Κι απ' αυτά περισσότερο στοιχίζει το ελληνικό θέατρο, αφού όλες οι παραστάσεις είναι πρωτογενείς, με ηθοποιούς και συντελεστές που δεν είναι κάπου μισθωτοί. Οι παραγωγές που έρχονται από το εξωτερικό είναι ήδη έτοιμες, οπότε πληρώνει κανείς ένα ποσό στάνταρ, το εισιτήριο του θιάσου και το ξενοδοχείο».
- Ως προς το χρέος που είχατε κληρονομήσει;
«Είναι λιγότερο, αλλά υπάρχει πάντα και γιατί μπαίνουμε μέσα και γιατί τα δύο θέατρα που φτιάξαμε στην Πειραιώς ήθελαν χρήματα για να τελειώσουν, δεν μας τα έδωσε το υπουργείο και τα βάλαμε εμείς. Ελπίζω να τα πάρουμε πίσω».
- Είδαμε τον υπουργό να σας απονέμει εύσημα με ενθουσιασμό και αναρωτιόμασταν αν είχε να σας προσφέρει και κάτι πιο χειροπιαστό, για την Πειραιώς π.χ. που απέκτησε πολλούς μνηστήρες.
«Νομίζω ότι ο υπουργός είναι πια πεπεισμένος ότι κάτι πρέπει να κάνει μ' αυτόν τον χώρο. Βέβαια, οι ιδέες που είχαμε ως προς το Δ' Κοινοτικό Πλαίσιο δεν ισχύουν. Τα χρήματα θα διατεθούν σε περιφερειακά προγράμματα. Διατηρώ πάντως την πεποίθηση ότι σε μερικούς μήνες το θέμα θα λυθεί. Είμαι και φύσει αισιόδοξος...».
- Η Πειραιώς παρέμεινε και φέτος ο κύριος πόλος έλξης;
«Ναι, για λόγους που είναι ευνόητοι. Είναι εμφανές, π.χ., ότι το Ηρώδειο δεν είναι ένας εύκολος χώρος ούτε για τη μουσική (διότι ακουστικά ο χώρος δεν είναι καλός) ούτε για το θέατρο (διότι αυτός ο τεράστιος τείχος είναι εξαιρετικά παρών στιλιστικά). Οπότε η Πειραιώς έγινε από μόνη της πόλος έλξης και για τους καλλιτέχνες».
«Οφείλω να ομολογήσω ότι οι πιο δυνατές παραστάσεις της Επιδαύρου ήταν της Πίνα Μπάους και της Ντέμπορα Γουόρνερ», λέει ο Γ. Λούκος. Στιγμιότυπο από την παράσταση της τελευταίας «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ, με πρωταγωνίστρια τη Φιόνα Σο
- Το γεγονός ότι στην Επίδαυρο πήγαν καλύτερα η παράσταση της Γουόρνερ με τον Μπέκετ και η Πίνα Μπάους, σημαίνει ότι εκεί πρέπει να περιμένουμε από δω και πέρα περισσότερα θέματα πέραν του αρχαίου δράματος;
«Βεβαίως. Το ελπίζω. Πιστεύω ότι η Επίδαυρος είναι ένα θέατρο όπως όλα τα άλλα. Δεν συμφωνώ μ' αυτή την εμμονή να είναι ένα θέατρο μόνο για το αρχαίο δράμα. Είναι σαν να λέμε ότι στο Old Vic πρέπει να παίζεται μόνο Σέξπιρ. Το θέατρο από τη φύση του είναι ένας τρόπος επικοινωνίας με άλλους πολιτισμούς κι άλλες εποχές. Δηλαδή γιατί να μην παίξει εκεί το Καμπούκι;».
- Ξαφνικά είχατε να αντιμετωπίσετε και το θέμα του Λυκαβηττού. Τι θα γίνει από δω και πέρα; Ο δήμαρχος Αθηναίων Νικήτας Κακλαμάνης δήλωσε ανοιχτά ότι θα διεκδικήσει το θέατρο.
«Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό. Ο Λυκαβηττός δεν είναι ούτε δικός μου ούτε δικός του. Επίσης, τον Λυκαβηττό δεν τον διεκδίκησα εγώ, ούτε μου τον έδωσαν ξαφνικά όταν ήρθα. Υπήρχε στο Φεστιβάλ επί δεκαετίες. Το καθεστώς του είναι βέβαια μπλεγμένο: ο περιβάλλων χώρος είναι ιδιοκτησία του δήμου, αλλά το θέατρο υπάγεται στα Τουριστικά Ακίνητα. Το εποπτεύον όργανο του Φεστιβάλ δεν είναι πια το υπουργείο Τουρισμού (από πέρυσι περάσαμε στη δικαιοδοσία του ΥΠΠΟ). Μπορεί λοιπόν το θέατρο να θέλει να το πάρει ο Τουρισμός μαζί με την πόλη της Αθήνας. Αλλά η μεταφορά θα γινόταν πολύ απλούστερα αν ήμασταν στο εξωτερικό. Δεν χρειαζόταν να στέλνουν χαρτιά, να κλείνουν το θέατρο και να κάνουν όλα αυτά που ήταν εξαιρετικά θεατρικά μεν, αλλά κι ένα πολύ κακό είδος θεάτρου».
- Εσάς ως χώρος για τη φιλοξενία εκδηλώσεων έχει πάψει να σας ενδιαφέρει;
«Επαψε γιατί αναπτύχθηκε εξαιρετικά γρήγορα η Πειραιώς. Γι' αυτό χρησιμοποιήσαμε τον Λυκαβηττό για να τον ενοικιάζουμε. Πλην όμως πιστεύω ότι θα μπορούσαν να γίνουν πολλά πράγματα εκεί. Ακόμα και Αριστοφάνης. Και θα πρέπει, τέλος πάντων, το Φεστιβάλ να συνεργάζεται και με τον Τουρισμό και με την πόλη».
- Γίνατε πάντως σημείο αναφοράς. Ακόμα και ο κ. Κακλαμάνης τις επιλογές σας υπαινισσόταν όταν, παρουσιάζοντας τις εκδηλώσεις στο Αττικό Αλσος, έλεγε με νόημα: «Εμείς επιμένουμε ελληνικά».
«Όλο αυτό είναι ένα παράδοξο. Το θλιβερό προνόμιο μιας χώρας που σαμποτάρει τον εαυτό της. Κανείς δεν θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ στο Εδιμβούργο ή στην Αβινιόν ο δήμαρχος να διοργανώνει ένα άλλο φεστιβάλ. Εκεί θα γελούσε και το παρδαλό κατσίκι. Εδώ θεωρείται αυτονόητο. Αλλά αυτά είναι τα ελληνικά που θυμίζουν λίγο Οθωμανική Αυτοκρατορία».
- Το καθεστώς των παραχωρήσεων συνεχίζεται...
«Εγώ είμαι τελείως αντίθετος σ' αυτό. Το 'χω ξαναπεί: τα μνημεία της εθνικής κληρονομιάς δεν νοικιάζονται. Οπως δεν νοικιάζονται οι Θέρμες του Καρακάλα, η Αρένα της Βερόνας ή το Παλάτι των Παπών στην Αβινιόν. Χρησιμοποιούνται για πολιτιστικούς λόγους από το Δημόσιο και τέλος. Θα 'πρεπε κι εδώ να 'χει ένας υπουργός τη δύναμη να το αποφασίσει, χωρίς να φοβηθεί τις πιέσεις των διαφόρων κι όλων των δήθεν φιλανθρωπικών συλλόγων. Διάβασα προχθές τη λίστα των εκδηλώσεων στο Ηρώδειο για τον Σεπτέμβριο. Μα τόση φιλανθρωπία πια σ' αυτόν τον τόπο;».
- Κάποιοι σάς αποδίδουν μια στάση σνομπ απέναντι στο ελληνικό καλλιτεχνικό στοιχείο (όχι τόσο ως προς τις επιλογές όσο ως προς τη διάθεση).
«Δεν ξέρω πώς μπορούν να λένε ότι υποτιμώ ή ότι δεν με ενδιαφέρει το ελληνικό θέατρο όταν για πρώτη φορά, άνθρωποι που δεν σκέφτονταν καν να πλησιάσουν το Ελληνικό Φεστιβάλ (όπως π.χ. η Αντζελα Μπρούσκου που πήγε στην Επίδαυρο ή νέα παιδιά όπως ο Κουρτάκης κι ο Λυγίζος ή νέοι χορογράφοι) εμφανίζονται σ' αυτό. Ίσως να παραπονιέται το establishment του ελληνικού θεάτρου, όσοι δηλαδή πίστευαν ότι η Επίδαυρος είναι μόνο γι' αυτούς. Αλλά και μ' αυτούς τα ξαναβρήκα. Για παράδειγμα τα 'χα χαλάσει με τον φίλο μου τον Σπύρο Ευαγγελάτο, τώρα όμως τα ξαναβρήκαμε. Δεν έχω πρόβλημα με κανέναν. Αλλά είμαστε και μια χώρα εξαιρετικά παραγωγική καλλιτεχνικά. Ορίστε: έχουμε ήδη 200 προτάσεις για του χρόνου. Είναι δυνατόν να συμπεριληφθούν όλοι;».
- Ενδεικτικά έχετε στο μυαλό σας ονόματα και παραγωγές για του χρόνου;
«Βεβαίως, αλλά δεν θα σας τα πω». *
«Δεν είναι τυχαίο ότι γιουχάρονται οι ξένοι»
- Υπήρξαν στιγμές που να είπατε «Οχ αδελφέ, Θα σηκωθώ να φύγω»;
«Αυτό δεν το λες, το κάνεις. Αλλά, όχι, δεν το σκέφτηκα. Τα προβλήματα είναι μέσα στον ρόλο μου. Δεν μπορεί να είναι όλα ρόδινα. Ακόμα κι αυτό που σόκαρε τόσο πολύ, το γιουχάισμα της "Μήδειας", εμένα δεν με σόκαρε τόσο. Όταν κάνει κάποιος καινούργιες παραγωγές, δεν υπάρχει καμιά εγγύηση ότι θα βγουν άψογες. Κι ύστερα παραστάσεις που είχαν γιουχαϊστεί στην αρχή, αποδείχτηκαν εκ των υστέρων σημεία αναφοράς. Έτσι δεν είχε γίνει π.χ. με την "Κάρμεν" του Μπιζέ; Μ' ενόχλησε όμως η υπερβολική αντίδραση, ότι ξαφνικά οχλοποιήθηκε το κοινό και άρχισε να συμπεριφέρεται σαν κοινό ποδοσφαίρου. Μ' αυτό διαφωνώ. Αν σε κάποιον δεν αρέσει μια παράσταση, μπορεί να σηκωθεί και να φύγει. Βέβαια διάβασα ότι και στην Αρχαιότητα όταν κάτι δεν τους άρεσε πετούσαν στη σκηνή διάφορα. Ο καθένας λέει τη γνώμη του κι όλοι μαζί έχουμε μια τάση στην εύκολη λογοτεχνία».
- Εγώ παρακολούθησα και στην Πειραιώς παραστάσεις που δίχασαν το κοινό: στο τέλος κάποιοι γιουχάιζαν, άλλοι χειροκροτούσαν.
«Έχω την εντύπωση ότι το "ου" δεν είναι το ίδιο στην Πειραιώς και στην Επίδαυρο. Δεν ξέρω αν ο χώρος δίνει διαφορετικό ύφος στην αποδοκιμασία αλλά, μολονότι μου το έγραψε και ο κ. Αγγελικόπουλος στην "Καθημερινή", "δεν είναι εθνικιστικό αυτό, κύριε Λούκο", εγώ πιστεύω ότι δεν είναι τυχαίο πως όλοι όσοι γιουχάρονται είναι ξένοι: ο Στούρουα, ο Λάνγκχοφ, ο Βασίλιεφ. Ενώ έχω δει και πολλές ελληνικές παραστάσεις που τους άξιζε γιουχάισμα, αλλά ουδείς γιουχάισε. Κάτι υπάρχει πίσω απ' όλα αυτά. Ας πούμε, και σε μια σκηνή της Μπρούσκου ακούστηκε ένα "όχι τσιγάρο στην Επίδαυρο". Αυτό το "στην Επίδαυρο", στον ιερό μας χώρο μας δηλαδή, το βρίσκω τελείως ανόητο. Δεν νομίζω ότι το θέατρο της Επιδαύρου είναι ιερότερο απ' οποιοδήποτε άλλο θέατρο. Άλλο η Επίδαυρος ως αρχαιολογικός χώρος κι άλλο η εμμονή με το ένδοξο παρελθόν».
- Είναι θέμα «εθνικισμού» και καχυποψίας προς τους ξένους ή μιας δυσανεξίας στην πειραματική αντιμετώπιση του αρχαίου δράματος; Διότι εγώ μπορώ να θυμηθώ περιπτώσεις που αποδοκιμάστηκαν Ελληνες σε ρηξικέλευθες προσεγγίσεις.
«Κι εγώ δεν θέλω να πιστεύω ότι η αντίδραση είναι για τους ξένους. Θα με ενοχλούσε πολύ αν ίσχυε κάτι τέτοιο. Το "εθνικισμός" το είπα αναφερόμενος κυρίως στην αντιμετώπιση του χώρου, λες και η πρωτοπορία πρέπει να πάει αλλού. Όλα τα θέατρα είναι εξίσου σεβαστά και σ' όλα μπορεί να δοκιμάσει κανείς και πρωτοπορία. Αυτή τη σύγχυση μεταξύ του αρχαιολογικού χώρου, του παρελθόντος και του θεατρικού αποτελέσματος, αυτή θεωρώ εθνικισμό».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 2 - 06/09/2008
No comments:
Post a Comment