Tuesday, July 1, 2008

«Χ-ΣΚΗΝΗΣ-Αυτά που κάψαν το σανίδι»


Η μάνα μου, άνθρωπος αυτοσυγκρατημένος, αποφεύγει πάση θυσία τη δημόσια έκθεση των συναισθημάτων της. Αλλά την Παρασκευή τη συνέλαβα να ψάχνει βιαστικά τα χαρτομάντιλά της. «Είχα πάει, μόλις τελείωσα το σχολείο», απολογήθηκε.

Ο,τι είχε κάμψει τις αντιστάσεις της ήταν στη σκηνή του Ηρωδείου πίσω ακριβώς από τον Σταμάτη Κραουνάκη που ερμήνευε την εισαγωγή από το «Απόψε Αυτοσχεδιάζουμε» του Λουίτζι Πιραντέλο. Η προβολή της εικόνας του Δημήτρη Μυράτ: 1961, Θέατρο Αθηνών. Η ίδια σκηνή (άνθρωποι με δακρυσμένα ή και χαρούμενα μάτια, χαμένοι για όσο διαρκούσε ένα τραγούδι σε προσωπικές σκέψεις) επαναλήφθηκε ξανά και ξανά, δίπλα και γύρω μου.
Το «Χ-ΣΚΗΝΗΣ-Αυτά που κάψαν το σανίδι» κατάφερε ακριβώς αυτό. Λειτουργώντας ως μια ενιαία μουσική παράσταση με πρώτη ύλη τραγούδια που, από το 1920 μέχρι σήμερα, ντεμπουτάρισαν στο θέατρο αλλά αυτονομήθηκαν, ήταν στον πυρήνα της μια αμιγώς προσωπική υπόθεση, που ενέπλεκε ταυτόχρονα τον παρόντα χρόνο, τον ιστορικό χρόνο αλλά και το ατομικό παρελθόν καθενός από τους χιλιάδες θεατές που γέμισαν την παραμικρή άδεια γωνιά του ρωμαϊκού ωδείου.
Το ίδιο προκάλεσε και στους συντελεστές, από την Αννα Καλουτά με τα 70 χρόνια εμπειρίας στο σανίδι, μέχρι τον 27χρονο Γιάννη Χαρούλη που τώρα ξεκίνησε να συλλέγει τις δικές του μνήμες. Αυτό το ταξίδι δεν υπήρχε περίπτωση να σε αφήσει αμέτοχο.
Π.χ. ακόμα κι όσοι δεν πρόλαβαν την Σπεράντζα Βρανά στην επιθεώρηση, κατασυγκινήθηκαν όταν μια κάμερα της επέτρεψε παρά τη δυσκολία στην κίνησή της να ξαναπεί από τη θέση της ανάμεσα στο κοινό, 40 χρόνια μετά, το τραγούδι που υπήρξε το ντεμπούτο της: «Το τραμ το τελευταίο». Ακόμα κι όσοι δεν είχαν δει ποτέ live τη Ζωζώ Σαπουντζάκη δεν μπορεί παρά να υποκλίθηκαν στην αειθαλή νεότητά της που της επιτρέπει ακόμα να φοράει σι-θρου και να τραγουδάει με το ίδιο νάζι, «Παναγιά μου ένα παιδί». Ακόμη κι όσοι δεν θυμούνται τις μπριόζες αεικίνητες αδελφές Καλουτά, δεν μπορεί παρά να δάκρυσαν με την Αννα που έφτασε υποβασταζόμενη, για να ανακτήσει μαγικά την ευκινησία της όσο διήρκεσε το «Ευζωνάκι γοργό» και ύστερα να διαδηλώσει «Είμαστε ακόμα ζωντανοί στη σκηνή».
Και πόσες ακόμα εικόνες. Η αριστοκρατική Ζωή Φυτούση στο «Μαντολίνο» του Χατζιδάκι, η πάντα καλλονή Μάρω Κοντού, που έφτασε ξυπόλητη να πει τη «Μαύρη Φορντ», ο θεϊκός Χρήστος Στέργιογλου, ένας οπερετικός θίασος από μόνος του, η δωρική Κορυφαία Μάρθα Βούρτση, ο κατασυγκινημένος Μαρίνος, η Αννα Παναγιωτοπούλου σαν να 'χει ακόμα μαζί της ολόκληρο το «Ελεύθερο Θέατρο», ο προ-τηλεοπτικός, γνήσιος επιθεωρησιακός απόγονος Λάκης Λαζόπουλος. Και μαζί με όσους ήταν εκεί μπροστά μας και οι άλλοι που δεν έφυγαν ποτέ: η Παξινού, η Μελίνα, ο Μουζάκης, ο Χατζιδάκις, η Βέμπο, ο Χορν, η Καρέζη, ο Ξυλούρης, η Βουγιουκλάκη, σε ένα απολύτως δημοκρατικό «προσκλητήριο» (χάρη στα διακριτικά, ευφυή βίντεο του Κώστα Αυγέρη). Ταυτόχρονα και το άλλο προσκλητήριο, των συνειρμών: πότε είδα την παράσταση, με ποιον ήμουν, τι ονειρευόμουν, τι έκανα τελικά... Ωραία ήταν.
Κι όμως αυτή η φορτισμένη βραδιά κατόρθωσε να μη γλιστρήσει στο μελό, να μη φορτωθεί με περιττά, να ενώσει τελείως διαφορετικές εποχές και θεατρικές απόψεις με συνδετική ύλη υπέροχα τραγούδια (επελέγησαν με τη συμβολή του Γιώργου Παπαστεφάνου), να διατηρήσει την αίσθηση του αυτοσχέδιου, αλλά και να αποδώσει πεντακάθαρα την προσωπικότητα καθενός από τους 17 ερμηνευτές, ηθοποιούς ή τραγουδιστές, που έφταναν ένας ένας από τον φωτισμένο διάδρομο στη σκηνή, για να είναι μόνον ο εαυτός τους.
Το μέτρο και η λιτότητα ήταν τα δυο κλειδιά της παράστασης που έστησε ο Σταμάτης Κραουνάκης. Λιτό το σκηνικό: ο κεντρικός διάδρομος, δεξιά οι δύο συμπαρουσιαστές-κομπέρ, η Ελένα Ουζουνίδου και ο ίδιος ο Κραουνάκης πιο συχνά στο πιάνο του. Αριστερά η «Σπείρα-Σπείρα», πιο λειτουργική και μετρημένη από ποτέ, είχε άλλοτε τον ρόλο της χορωδίας κι άλλοτε ενός «σώματος» που αντανακλούσε το κοινό αίσθημα. Ενα επίπεδο πιο κάτω η ορχήστρα, μια χαρούμενη μπάντα εξοπλισμένη με καινούργιες ενορχηστρώσεις. Και μαζί τα συνδετικά κείμενα της Λίνας Νικολακοπούλου, μια ελάχιστη «πινελιά» υπέρ της ατμόσφαιρας κάθε εποχής.
Πέρασαν 2,5 γεμάτες ώρες παράστασης μέχρι την τελική συγκέντρωση αυτού του ονειρεμένου θιάσου για την «Πρώτη Αγάπη» του Νίκου Χατζηαποστόλου. Μέχρι εκεί το «Χ-ΣΚΗΝΗΣ» είχε καταφέρει και κάτι ακόμα: να ανταποδώσει το χειροκρότημα χρίζοντας πρωταγωνιστή όποιον σε διαφορετικές εποχές, από την πρώτη θέση ή τον εξώστη, υπήρξε κάποτε θεατής και εσαεί συμμέτοχος. Γι' αυτόν έπαιξε και η λατέρνα σαν επίλογο το «Αυτή η νύχτα μένει». Είναι όμως κρίμα να μην υπάρξει κι άλλη τέτοια νύχτα. Μακάρι λοιπόν να υλοποιηθεί το σχέδιο για 5 χειμερινές επαναλήψεις του «Χ-ΣΚΗΝΗΣ» στην Πειραιώς 260.
Κόκκινα τριαντάφυλλα από τον Σταμάτη Κραουνάκη για τις κυρίες Αννα Καλουτά, Ζωζώ Σαπουντζάκη, Μάρω Κοντού, που κι αυτές «Κάψαν το σανίδι». Και δεξιά ο Λάκης Λαζόπουλος

[Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 30/06/2008]

No comments: