Η Αλίκη - Αντιγόνη εν μέσω του σκηνοθέτη και του συνθέτη της μουσικής του έργου |
Επιδαύρια από την ερχόμενη Παρασκευή, και είπα να σταθώ (για την ιστορία και «εις μνήμην») σε μια άλλη έναρξη, πριν από 18 χρόνια, το 1990, σε μια παράσταση - πρόκληση με την τραγωδία του Σοφοκλή «Αντιγόνη». Στον ομώνυμο ρόλο η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία, έπειτα από τη μακροχρόνια θητεία της στο λεγόμενο ελαφρύ θέατρο και τον κινηματογράφο, θέλησε να δοκιμαστεί σ' αυτό τον χώρο και στην αρχαία τραγωδία, με δυο γερά «χαρτιά»: σκηνοθέτης ο Μίνως Βολανάκης (ο οποίος τον προηγούμενο χειμώνα την είχε σκηνοθετήσει στη «Σίρλεϊ Βαλεντάιν») και συνθέτης της μουσικής ο Μίκης Θεοδωράκης. Αλλά, φαίνεται, δεν αρκούσαν.Τα «όργανα» άρχισαν με την ανακοίνωση της παράστασης. «Δεν έχει καμιά δουλειά στην Επίδαυρο», δήλωσε στο «Βήμα» ο Αλέξης Μινωτής. Και, παρά τα πλήθη των θαυμαστών της που συνέρρευσαν στο αργολικό θέατρο και την καταχειροκρότησαν, συνεχίστηκαν και την επομένη της παράστασης. Αρχικά από τους καλλιτεχνικούς συντάκτες (συμπεριλαμβανομένου και του υπογράφοντος) και στη συνέχεια από τους κριτικούς.
«Φιάσκο» και «εκμετάλλευση»
«Χολή» καταλόγισε στους επικριτές της η Βουγιουκλάκη, σε αντίθεση με το κοινό «που παραληρούσε». Ιδού μερικά «χολερικά» αποσπάσματα από τις κριτικές που γράφτηκαν:Η πρώτη κριτική, με τίτλο «Θανάσιμο σφάλμα», ήταν από την Ελένη Βαροπούλου στο «Βήμα»: «Το "πακέτο Αλίκη" αποδείχθηκε στην Επίδαυρο ένα τρομερό καλλιτεχνικό φιάσκο, καθώς η εντυπωσιακή και εισπρακτικά αποδοτική αλχημεία "Βουγιουκλάκη - Βολανάκη - Θεοδωράκη" έδωσε ένα σοβαροφανές, εκφραστικά ετερόκλιτο, κούφιο και βαθιά αδιάφορο θέαμα: μια παράσταση άλλοτε εικονογραφική, μελοδραματική, αισθηματολογική, σε επίπεδο δακρύβρεχτου οικογενειακού δράματος, με κακούς βασιλιάδες και αλύγιστες βασιλοπούλες, άλλοτε μοντερνίζουσα στην όψη, με αναγωγές σε συμβολισμούς και αφαιρετικά σχήματα, κι άλλοτε ηθογραφική, φολκλορική, με ψευτολαογραφικά στοιχεία και με τη θεοδωρακική μελωδία ως σανίδα σωτηρίας και υπόμνηση της ελληνικότητας».«Νιάου νιάου η Αντιγονούλα», ήταν ο τίτλος της κριτικής του Θόδωρου Κρητικού στην «Ελευθεροτυπία»: «Ανθρωποι σαν την κ. Βουγιουκλάκη δεν έρχονται στην ορχήστρα ενός θεάτρου με στόχο να υπηρετήσουν το όραμα ενός μέγιστου ποιητή. Ερχονται για να βάλουν τον Σοφοκλή να υπηρετήσει το φανταχτερό όραμα της δικής τους δημόσιας προσωπικότητας, του ειδώλου που συστηματικά καλλιεργούν και προωθούν προς τις μάζες. Ούτε στιγμή δεν θα σταθούν να αναρωτηθούν αν το ερμηνευτικό τους ταλέντο έχει κάτι να προσφέρει στην ποιητική μορφή της Αντιγόνης. Εκείνο που τους αποσχολεί είναι τι μπορεί να προσφέρει η Αντιγόνη σ' αυτούς. Πώς μπορούν να εκμεταλλευτούν ένα φημισμένο κείμενο, ένα επιβλητικό αρχαίο θέατρο και ένα καταξιωμένο φεστιβάλ, για να βελτιώσουν το "ίματζ" που πουλούν στο κοινό».«Αντιγόνη σε πλαστική συσκευασία», ήταν ο τίτλος της κριτικής του Χρήστου Χειμάρα στην «Πρώτη»: «Ας το πούμε μια και καλή. Η "Αντιγόνη" στην Επίδαυρο μέτρησε τα κύτταρα αντοχής του ήθους μας, την έκπτωση σε βαθμό εκφυλισμού του τραγικού στις μέρες μας, την παραχάραξη μέχρι κοινωνικής παθογένειας των θεατρικών γεγονότων από τους μηχανισμούς προβολής και την εξαθλίωση του καλλιτεχνικού γούστου».Η Κατερίνα Δασκαλάκη στη στήλη της με τίτλο «Τραγικά πράγματα» στη «Μεσημβρινή»: «...γιατί, στον Θεό σας, πρέπει να παίξει και την Αντιγόνη ντε και καλά; Δεν της φτάνει το "δικό της" κοινό; [...] Το "δικό της" κοινό τη θέλει και την αγαπάει εξίσου είτε παίζει την "Εβίτα" είτε τη "Μανταλένα". Με άλλα λόγια, η Αντιγόνη της κ. Βουγιουκλάκη ήθελε να πει στο κοινό αυτό ότι ακριβώς δεν της αρκεί. Γιατί; Είναι το ερώτημα. Αλλά το θέμα δεν ανάγεται στο πεδίο της τέχνης, άπτεται μάλλον της ψυχανάλυσης».
Στη «μέση οδό» στάθηκε η κριτική του Βάιου Παγκουρέλη, με τίτλο «Θόρυβος χωρίς αντίκρισμα...», στον «Ελεύθερο Τύπο»: «Η δημοφιλής πρωταγωνίστρια, μη έχοντας ασκήσει τα τραγικά υποκριτικά της μέσα, καταφεύγει -με τη βοήθεια της σκηνοθεσίας και ολόκληρης της παράστασης- σε δραματικές λύσεις (η "Αντιγόνη", όμως, είναι τραγωδία, δεν είναι δράμα...). Λύσεις που συγκινούν τους θαυμαστές, καθώς μάλιστα δεν φαντάζουν "ψεύτικες" ή "μιμητικές", αλλά και που δεν προωθούν την τέχνη γενικότερα ή το συγκεκριμένο έργο και την παρουσίασή του ειδικότερα».«Ικανά προσόντα για να υπηρετήσει κάθε είδους τέχνη», αναγνωρίζει στη Βουγιουκλάκη ο Κώστας Γεωργουσόπουλος στην κριτική του με τίτλο «Λινάτσες, πλεξιγκλάς και πλήξη» στα «Νέα», στρεφόμενος ευθέως κατά του σκηνοθέτη: «Κάπου στις τελευταίες δουλειές του κ. Βολανάκη διακρίνει κανείς μια αυτοκαταστροφική μανία. Εχεις την εντύπωση πως παρασύρει σαγηνευτικά κάποιους ανθρώπους στο χείλος του γκρεμού και τους σπρώχνει ή παραπλανητικά τους οδηγεί στο αδιέξοδο και από μακριά καγχάζει για το κατόρθωμά του».Δυο χρόνια αργότερα η Αλίκη Βουγιουκλάκη παραδέχθηκε ότι όντως η παράσταση δεν ήταν καλή λόγω του σκηνοθέτη. *
[Διαχρονικά, Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΙΩΝΗ, Ελευθεροτυπία / 2, 28/06/2008]
Και κάποιοι με κατανόηση
Στη «μέση οδό» στάθηκε η κριτική του Βάιου Παγκουρέλη, με τίτλο «Θόρυβος χωρίς αντίκρισμα...», στον «Ελεύθερο Τύπο»: «Η δημοφιλής πρωταγωνίστρια, μη έχοντας ασκήσει τα τραγικά υποκριτικά της μέσα, καταφεύγει -με τη βοήθεια της σκηνοθεσίας και ολόκληρης της παράστασης- σε δραματικές λύσεις (η "Αντιγόνη", όμως, είναι τραγωδία, δεν είναι δράμα...). Λύσεις που συγκινούν τους θαυμαστές, καθώς μάλιστα δεν φαντάζουν "ψεύτικες" ή "μιμητικές", αλλά και που δεν προωθούν την τέχνη γενικότερα ή το συγκεκριμένο έργο και την παρουσίασή του ειδικότερα».«Ικανά προσόντα για να υπηρετήσει κάθε είδους τέχνη», αναγνωρίζει στη Βουγιουκλάκη ο Κώστας Γεωργουσόπουλος στην κριτική του με τίτλο «Λινάτσες, πλεξιγκλάς και πλήξη» στα «Νέα», στρεφόμενος ευθέως κατά του σκηνοθέτη: «Κάπου στις τελευταίες δουλειές του κ. Βολανάκη διακρίνει κανείς μια αυτοκαταστροφική μανία. Εχεις την εντύπωση πως παρασύρει σαγηνευτικά κάποιους ανθρώπους στο χείλος του γκρεμού και τους σπρώχνει ή παραπλανητικά τους οδηγεί στο αδιέξοδο και από μακριά καγχάζει για το κατόρθωμά του».Δυο χρόνια αργότερα η Αλίκη Βουγιουκλάκη παραδέχθηκε ότι όντως η παράσταση δεν ήταν καλή λόγω του σκηνοθέτη. *
[Διαχρονικά, Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΙΩΝΗ, Ελευθεροτυπία / 2, 28/06/2008]
No comments:
Post a Comment