Monday, September 22, 2008

Επί της ουσίας, πλέον

ΤΑ ΝΕΑ, Σάββατο, 20 Σεπτεμβρίου 2008

Γράφει ο Κώστας Γεωργουσόπουλος

ΕΠΕΙΔΗ ΠΟΛΥ ΥΠΟΦΕΡΑΜΕ ΦΕΤΟΣ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΜΕ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ, ΠΑΡΑΠΕΜΠΩ ΣΕ ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΟΥ ΠΡΙΝ ΑΠΟ 32 ΧΡΟΝΙΑ, ΑΡΚΕΤΑ ΥΠΟΨΙΑΣΜΕΝΟ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΛΛΟΥΜΕΝΑ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΣΥΖΗΤΩΝΤΑΣ, ΝΟΜΙΖΩ, ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΤΩΝ ΤΡΑΓΙΚΩΝ
«Έχω γίνει κουραστικός υποστηρίζοντας την ανάγκη μιας ενιαίας αντίληψης στην αντιμετώπιση της σκηνικής ερμηνείας του αρχαίου θεάτρου. Ο πλουραλισμός των λύσεων είναι μοιραίο να οδηγεί κατευθείαν στην εκζήτηση και στο κυνήγι της πρωτοτυπίας, καλλιτεχνική περιοχή, όπου το μεγάλο λαϊκό θέατρο πεθαίνει μέσα σ΄ ένα εκτυφλωτικό φως από βεγγαλικά, εντυπωσιασμούς και ανοίκεια παραγεμίσματα.
Το αρχαίο θέατρο, γέννημα ενός συγκεκριμένου πολιτισμού, προβάλλει την ενότητα των αντιλήψεων μιας κοινωνίας, όπως πάλι αυτή φαίνεται μέσα στην ενότητα του μύθου. Η καλλιτεχνική φόρμα, με τη σειρά της, αντανακλά και αποκρυσταλλώνει, ως αισθητικός φορέας της ιδεολογικής συγκυρίας, το ιστορικό νόημα που έδωσε στον μύθο ο καιρός. Κάθε προσπάθεια για ερμηνεία που παραμορφώνει το νόημα ή διαστρέφει τη φόρμα, κάθε απόπειρα που αντιμετωπίζει το αρχαίο δράμα ως πρόσχημα για μια ακόμη παράσταση, ως καταφυγή ρεπερτορίου, ως ψευδαίσθηση ενός αραχνιασμένου ουμανισμού, είναι μουσειακή, έστω και αν φορεί τη λεοντή της πρωτοπορίας. Μόνο, αν το αρχαίο δράμα ως αναλογία, μας ξεδιψάει και μας χορταίνει, ως ενότητα περιεχομένου και μορφής, μόνο, αν ανακαλεί τις βαθιές ρίζες της Ανάγκης, είναι χρήσιμο. Αλλιώς, ας το αφήσουμε να αναπαύεται στη μακάρια εποχή του. Κάθε διάσπαση της ενότητάς του, κάθε σπαραγμός, ίσως να καλύπτει τη ματαιοδοξία μας, ίσως να παροξύνει την ψευδαίσθησή μας, όμως ούτε μας αγγίζει, ούτε μας μεταμορφώνει.
Το Εθνικό Θέατρο, φέτος στην Επίδαυρο παρουσίασε δύο νέες ερμηνείες μόνο (ευτυχώς, γιατί έτσι και σε άλλους οργανισμούς δίνεται η ευκαιρία να παρουσιάσουν τον μόχθο τους και το δυναμικό του "Εθνικού" δεν κατακερματίζεται και δεν πολυπραγμονεί). Η "Μήδεια" και η ΄Ιφιγένεια η εν Ταύροις" του Ευριπίδη θεωρούνται δύο έργα που αποδείχνουν, τάχα, το ιδεολογικό πλάτος και την τεχνική ικανότητα του ποιητή. Γραμμένα και παιγμένα, το πρώτο το 431 π.Χ. και το δεύτερο το 414 αποδείχνουν, τάχα, την εξέλιξη του Ευριπίδη και την άνεσή του να κινείται μέσα στο μυθολογικό υλικό με την ελευθερία ενός κατασκευαστή πλοκής περισσότερο, παρά ενός συντηρητή των κανόνων του είδους.
Οι περισσότεροι λησμονούν τη διαθήκη των "Βακχών", λησμονούν αυτό το έσχατο καταφύγιο του ποιητή στην παλαιά και πάντα παρούσα κολυμπήθρα του μύθου. Οι "Βάκχες" είναι υποχρεωτικές για τον μελετητή, γιατί δεν υπάρχει καλλιτεχνική δημιουργία δίχως ιδεολογική ενότητα του δημιουργού. Έχω ξανασημειώσει πως αυτά τα παραμύθια για παλινωδίες του Ευριπίδη στις "Βάκχες", είναι για μικρά παιδιά. Όλος ο Ευριπίδης υπάρχει στις "Βάκχες" και σε κάθε προγενέστερη τραγωδία του σπερματικά ενυπάρχει ο ιδεολογικός πυρήνας των "Βακχών".
Ο θάνατος του θεού στα τελευταία χρόνια της αθηναϊκής Δημοκρατίας δεν είναι για τον Ευριπίδη ένας θρίαμβος του λογικού, είναι η διαπίστωση του αδιέξοδου ανθρώπου, η έσχατη πτώση του. Ο ολομόναχος άνθρωπος του Ευριπίδη, εξόριστος και πλάνης, είναι κατ΄ εξοχήν αναζήτηση του χαμένου προσώπου του.

Ο θεός από τη μηχανή δεν είναι ασέβεια του ποιητή, είναι κραυγή απόγνωσης για την υποκατάσταση και την αλαζονεία. Η απουσία του θεού στον Ευριπίδη είναι γεμάτη από τον πόνο θεού. Απόδειξη οι "Βάκχες", όπου ο θεός επιστρέφοντας αντιστρέφει την τάξη, από κινούμενο γίνεται το πρώτον κινούν και οι αλαζόνες άθλια κινούμενα, οι θεομπαίχτες παίγνια.

Τα φετινά έργα, που σε πολλούς φαντάζουν τόσο ανόμοια και αντιφατικά, αν πλησιάσουν το ένα το άλλο έχουν πολλά να μαρτυρήσουν.

Στη "Μήδεια" ο Ευριπίδης για πρώτη ίσως φορά μελετά το πρόβλημα του εγκλιματισμού ενός βαρβάρου μέσα σε μια ορθολογισμένη πολιτεία. Στην "Ιφιγένεια" αντιστρέφει το πρόβλημα, μελετά τη συμπεριφορά ενός πολιτισμένου μέσα στη βάρβαρη κοινωνία.

Για τη "Μήδεια" οι ανθρώπινες σχέσεις είναι δεσμός αίματος, για τον Ιάσονα είναι νομικός θεσμός. Η Μήδεια για να ενωθεί με τον Ιάσονα σφάζει τον αδερφό της. Αυτός ο αιμάτινος κύκλος μόνο με αίμα μπορεί πάλι να σπάσει, γιατί η ευθύνη είναι προσωπική και αναλαμβάνεται ολόκληρη. Ο Ιάσονας μεταθέτει την ευθύνη στους τύπους, εκλογικεύει τη ζωή και την ορίζει απέξω. Η Μήδεια είναι ζωή, γι΄ αυτό και μπορεί να τη σκοτώσει. Μόνο η μεγαλοφυΐα του Ευριπίδη θα μπορούσε να συλλάβει αυτή την αντίφαση (αντίφαση για τα ορθολογισμένα μυαλά), να βάλει δηλαδή μια παιδοκτόνο να κερδίζει τη συμπάθεια του Αιγέα με την υπόσχεση ότι θα του αποκαλύψει το μυστικό της τεκνοποιίας! Η εισβολή της Μήδειας στον κόσμο του Ιάσονα, στον κόσμο μας, αν θέλετε, διαταράσσει το σύστημά μας. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι αντικειμενικά μια παρουσία αδικαίωτη. Είναι σαν τον σεισμό, το ηφαίστειο και την επανάσταση, ωμή, άτεγκτη, ενστικτώδης, βίαιη, αυτοφυής, αυτόνομη και αναρχούμενη, τρεφόμενη από τον εαυτό της.

ΟΙ ΕΡΙΝΥΕΣ ΚΑΙ Η ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ

Η Ιφιγένεια εισβάλλει σ΄ ένα ξένο σύνολο και ύστερα απ΄ αυτή ο Ορέστης με τον Πυλάδη έρχονται να ταράξουν τη ισορροπία των στοιχείων του. Ο Ορέστης έχει σκοτώσει τη Μάνα του. Πράξη ανόσια ακόμη και σε βαρβάρους, θα σχολιάσει ο Θόας. Κι όμως, αυτή η αποτρόπαιη πράξη έχει εκλογικευτεί και ο φονιάς έχει αθωωθεί με ένα νομικό πλάσμα, την ισχύ της ψήφου του προέδρου επί ισοψηφίας. Δεν θέλω να αφήσω ασχολίαστη τη διόρθωση που κάνει ο Ευριπίδης, σαράντα χρόνια μετά στην Ορέστεια του Αισχύλου, στον μύθο. Δεν ήταν όλες οι Ερινύες, επισημαίνει, που απαλλοτρίωσαν τα δικαιώματά τους. Οι μισές εξευμενίστηκαν. Οι άλλες μισές, αλογίκευτες κυνηγούσαν τον μητροκτόνο. Η Ιφιγένεια έρχεται να δώσει κάλυψη στα γεγονότα. Η Ιφιγένεια δύο πρόσωπα μισεί, την Ελένη και τον Οδυσσέα, την πρώτη γιατί ήταν η αιτία του κακού που ξεκίνησε στην Αυλίδα, τον δεύτερο, γιατί μηχανεύτηκε τον απατηλό γάμο με τον Αχιλλέα, για να συρθεί μια αθώα στον βωμό, ώστε να κινηθεί μια εκστρατεία για μια μοιχαλίδα.

Μένει όμως ο Θόας. Είναι, τάχα, τόσο γελοίος και αφελής όσο φαντάζει στα "έξυπνα" μάτια μας;

Πειθαρχικός πάντα στα άνωθεν κελεύσματα, και τα πρώτα και τα ύστερα, χωρίς να ρωτάει ποτέ ξεπροβοδίζει τους εισβολείς και επιστρέφει ξανά στο κλειστό σύστημα της χώρας του.

Ποιος είναι ευτυχέστερος; Ο μακάριος ή οι ναυτίλοι της μέριμνας; Η Μήδεια ή ο Ιάσονας, η Ιφιγένεια και ο Ορέστης ή ο Θόας;

Η απάντηση βρίσκεται σε μια ερώτηση. Την τελευταία ερώτηση που έκανε ο Ευριπίδης με το στόμα του Κάδμου στην έξοδο των "Βακχών". Η τραγική μοίρα το θέλησε να μας παραδοθεί αυτό το χωρίο κολοβωμένο. Και να σκεφθεί κανείς πως οι "Βάκχες", γράφτηκαν από έναν εξόριστο Αθηναίο ποιητή στη "βάρβαρη" Μακεδονία, λίγο πριν τον φάνε τα σκυλιά».
Κάθε απόπειρα που αντιμετωπίζει το αρχαίο δράμα ως ψευδαίσθηση ενός αραχνιασμένου ουμανισμού, είναι μουσειακή, έστω και αν φορεί τη λεοντή της πρωτοπορίας

No comments: