Saturday, September 27, 2008

Μαγικό ξόρκι του κακού


Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ

Μια πολύ σοβαρή πρόταση από το Θεσσαλικό Θέατρο και τον Σταύρο Τσακίρη, στην τρίτη κατά σειρά απόπειρα του σκηνοθέτη να αντλήσει από το πηγάδι των «Περσών». Στην ορχήστρα ένα απλωμένο περσικό χαλί διαγράφει το χώρο όπου θα σταθεί ο μεικτός Χορός των αυτοκρατορικών μυστικοσυμβούλων. Κι όμως είναι εξαρχής φανερό: απέναντί μας παρουσιάζεται μια διόλου εξωτική Περσία, ένας εχθρός καθόλου εχθρικός, που κρατά στα χέρια βιβλία αντί για όπλα και που αγωνίζεται και αυτός -όπως όλοι- να διαβάσει τις βουλές του Θεού στις πράξεις των ανθρώπων.

Η Εύα Κοταμανίδου (Ατοσσα) και ο Γάννης Τσορτέκης (Ξέρξης) στην παράσταση του Σταύρου Τσακίρη
Ο Τσακίρης μελετά στην αισχυλική τραγωδία τον τρόπο με τον οποίο η Ιστορία μετουσιώνεται σε ποίηση. Κλιμακώνει την έρευνά του σε δύο επίπεδα: στο πρώτο είναι το γεγονός της ήττας που διασπείρεται στα άτομα του Χορού, όπως το εθνικό γεγονός αντανακλάται στη συλλογική συνείδηση. Επειτα έρχεται ο τρόπος με τον οποίο η ήττα εκλογικεύεται και διδάσκεται: είναι η στιγμή που η Ιστορία μετατρέπεται σε παράδειγμα.

Και πρόκειται, βέβαια, για παράδειγμα πανανθρώπινο και υπεριστορικό. Καθώς το έργο προχωρά, τα πορφυρά ενδύματα φεύγουν και οι περούκες που μετατρέπουν τους Πέρσες σε εκείνους τους ομοιόμορφους «Αλλους» απομακρύνονται. Εμφανίζονται μπροστά μας άνθρωποι που ο καθένας βιώνει την κοινή συμφορά. Από αυτό το διπλό, ατομικό και γενικό μαζί σχήμα, η τραγωδία του Αισχύλου αντλεί την αναλυτική και ποιητική της δύναμη, σαν ένα μαγικό ξόρκι του κακού. Το περσικό χαλί είναι το τελευταίο που θα αποσυρθεί, καθώς η ορχήστρα του ανοικτού θεάτρου κατακλύζεται από την προβολή λέξεων ελληνικών. Είναι τα σπαράγματα μιας τραγικά ανολοκλήρωτης γνώσης, μιας σποραδικής κατάθεσης από την οποία λείπει η συνδετική ύλη, ο πυρήνας της αληθινής σοφίας.

Αυτή τη σοφία αναζητά πριν από όλους η Ατοσσα, -η Εύα Κοταμανίδου σε μια επιβλητική, αν και κάπως στεγνή ερμηνεία-, που εμφανίζεται από το βάθος φορτωμένη με την ανδρική εξουσία του άνδρα και την αγωνία της μητέρας. Η στιγμή της επίκλησης του φαντάσματος του Δαρείου στήνεται στον κλιμακωτό ρυθμό του Νίκου Κυπουργού. Η σκηνή δεν απογειώνεται, όπως θα ζητούσαμε, φαίνεται όμως να βρίσκει ένα μυστικό πέρασμα προς το αόρατο και να το χρησιμοποιεί.

Από το πέρασμα περνά ο λιτός και ουσιαστικός Δαρείος του Σοφοκλή Πέππα για να αναλύσει τα αίτια του λάθους. Δεν λείπουν ούτε εδώ οι αμφιβολίες, όπως και κάποιες ενοχλητικές παλινδρομήσεις. Στο τέλος, σε μια πολύ συζητήσιμη σκηνή, ο βασιλιάς θα αφήσει από τα χέρια του να πετάξουν δυο περιστέρια. Η παράσταση που έμοιαζε μέχρι τώρα να αποφεύγει τη δημαγωγική στάση, παραδίδεται ξαφνικά σε αυτήν άνευ όρων.

Από την άλλη, είναι πράγματι ωραία η ιδέα να εξέρχεται ο Ξέρξης του Γιάννη Τσορτέκη από τον Χορό σαν συμπύκνωση μιας κατά βάθος συλλογικής ευθύνης. Ο Χορός είναι αυτός εξάλλου που στο τέλος κλείνει τον κύκλο: Μπορεί η συμφορά να έφτασε στην πόλη με το όνομα και τα οστά των νεκρών, η ευθύνη όμως είναι κοινή και βαραίνει τους πάντες.

Είναι φανερό ότι η έρευνα του σκηνοθέτη έχει φτάσει πια σε μια αξιόλογη κατανόηση του έργου. Είναι σε θέση να προτείνει μια ώριμη, χωρίς εκρήξεις ή πυροτεχνήματα ανάγνωση, ένα σεμινάριο αυτογνωσίας και συμφιλίωσης. *


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 2 - 27/09/2008

No comments: