Sunday, June 26, 2011

Σταμάτης Φασουλής:«Δεν καταλαβαίνω τη μούντζα»

  • Ο θεατράνθρωπος μιλάει για όλα όσα τον απασχολούν σήμερα
Σταμάτης Φασουλής:«Δεν καταλαβαίνω  τη μούντζα»



 «“Σκηνοβάτες” με ήτα και όχι με γιώτα.“Σκηνοβάτες” από τη σκηνή...» ήταν μια από τις πρώτες φράσεις του Σταμάτη Φασουλή όταν κατέληξε στον τίτλο. Εναν τίτλο που κρύβει μέσα του το θέατρο και την ιστορία του, ξεκινώντας από το αρχαίο δράμα και φθάνοντας ως την Επίδαυρο του 2011, όπου και θα κάνει πρεμιέρα η παράσταση, παραγωγής του Εθνικού Θεάτρου. Του τίτλου είχε, προφανώς, προηγηθεί η δουλειά με το κείμενο, μια δουλειά επιλογής και σύνθεσης, με τη σύνθεση να αποτελεί τον καθοριστικό και δυσκολότερο κρίκο. Γιατί εκεί βρίσκεται ο κορμός, η κινητήρια δύναμη. Με έναν θίασο τριάντα ηθοποιών και παρέα με τους συνεργάτες του, ο σκηνοθέτης, έχοντας ήδη δουλέψει το κείμενο- στη μετάφραση και τη δραματουργία του- ξεκίνησε πρόβες. Τρεις περίπου εβδομάδες πριν από την πρεμιέρα της 15ης Ιουλί ου, ο Σταμάτης Φασουλής ξεδιπλώνει στο «Βήμα» σκέψεις και λέξεις για την παιδεία και τη γλώσσα μας, το θέατρο και τη ζωή, τους ηθοποιούς και την πολιτική, το παρελθόν και το παρόν, ξέροντας πια ότι επειδή δεν υπάρχουν από μηχανής θεοί, η λύση πρέπει να έρθει από εμάς τους ίδιους...


- Κύριε Φασουλή, με ποιον τρόπο οι «Σκηνοβάτες» αναφέρονται στο σήμερα;
«Μου φέρνει τουλάχιστον θυμηδία που ένα αρχαίο έργο για να το φέρουν προς εμάς το εκμοντερνίζουν. Τότε, όταν ήθελαν να μιλήσουν για τον Περικλή, έγραφαν για τον Οιδίποδα Τύραννο, για τον Θηβαϊκό Κύκλο και τον μύθο ή όταν ήθελαν να μιλήσουν για τη σφαγή της Μήλου, έγραψαν τις “Τρωάδες”. Τότε, όταν ήθελαν να μιλήσουν για το σήμερα, μιλούσαν για πράγματα που είχαν γίνει οκτακόσια χρόνια πριν. Κι εμείς, για να μιλήσουμε για το χθες, βάζουμε το σήμερα... Εντελώς αντίστροφα. Είναι τόσο απλοϊκό όλο αυτό. Είναι μεγάλη διαφορά. Γιατί επιμένω; Σε έναν κόσμο που δεν ασχολείται με το παρελθόν, σε έναν κόσμο που θέλει να ξεχάσει την ιστορία του- και εν πολλοίς το έχει καταφέρει- εγώ πιστεύω ότι μόνον το παρελθόν μπορεί να μας δώσει σημάδι για το μέλλον».

- Πιστεύετε ότι ξεχάσαμε το παρελθόν;
«Γιατί, εσείς δεν το βλέπετε; Μιλάς σε ανθρώπους που αγνοούν τα πάντα... Την Ιστορία, τη γλώσσα. Και αυτό συμβαίνει από τότε που έλειψε η κλασική παιδεία, γενικότερα. Η έλλειψη της κλασικής παιδείας ευθύνεται για το 90% των προβλημάτων μας, μη εξαιρουμένων και των οικονομικών. Οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν σε βάθος, πληροφορούνται. Και ώσπου η ηλεκτρονική πληροφόρηση να αναπτυχθεί και να πάρει τη θέση μιας άλλης μορφής παιδείας, θα περάσουμε, κατά τη γνώμη μου, δύσκολα. Ζούμε έναν Μεσαίωνα από άποψη κινήσεων και ιδεολογιών. Συνέτεινε πολύ η πτώση του ανατολικού μπλοκ - όχι ότι έπρεπε να μην πέσει, αλλά κατέρρευσαν τα πάντα. Αν και δεν είμαι καθόλου εναντίον, η νέα θεότητα της εποχής, το Ιnternet, χρειάζεται πολύ χρόνο για να πάψει να είναι αυτό το ανακάτεμα που βοηθά στο επιφανειακό. Νομίζω ότι η επόμενη νέα γενιά θα μπορεί να το χρησιμοποιήσει σωστά».  
- Ρίχνετε το βάρος σας στην έλλειψη παιδείας...
«Μετά την κατάρρευση της κλασικής παιδείας και την εξειδίκευση του ατόμου, χάθηκαν οι προσωπικές σχέσεις, μια κοινή λαλιά. Σήμερα, και ντρέπομαι που το λέω, ούτε μαθητές θεάτρου δεν ξέρουν τι είναι οι κόθορνοι. Υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα που καταλήγει εδώ. Εχουμε φθάσει να θέλουμε να κάνουμε καριέρα και όχι τέχνη. Γιατί δεν βλέπουν κι άλλα παραδείγματα. Ειλικρινά αναρωτιέμαι τι διδάσκεται καλά σήμερα. Πνευματικά αυτό που γίνεται σήμερα θυμίζει το σύστημα της Ford, όπου κάθε εργάτης ήταν εξειδικευμένος σε κάτι, με αποτέλεσμα να γίνεται η εργασία νεύρωση και να αποξενώνει τους ανθρώπους, δημιουργώντας άψυχα σωματεία. Νομίζω ότι αυτό γίνεται σε πνευματικό επίπεδο τώρα. Εγινε η πληροφορία ένα σύστημα Ford».

- Στο θέατρο πώς μεταφράζεται;  
«Να γίνεις γνωστός και να κάνεις καριέρα. Δεν είναι ούτε η γνώση του θεάτρου, ούτε η γνώση της τεχνικής, ούτε ενός ψυχισμού... Ούτε καν των σχολών. Οι περισσότεροι νέοι είναι απληροφόρητοι από τις σχολές και δεν υπάρχει ένας δάσκαλος να τους εμπνεύσει».

- Η έμπνευση λείπει γενικότερα από τη ζωή μας...
«Από τη ζωή μας μπορεί να λείπει η έμπνευση, αλλά υπάρχουν φωτεινές μορφές που ωστόσο πέφτουν θύματα λανθασμένης πληροφόρησης. Αυτό που έλεγαν οι Αμερικανοί και το κοροϊδεύαμε “αλλά είδες πόσα βγάζει” τώρα το κάνουμε κι εμείς. Παλιά ήταν προσβολή να ρωτήσεις τον άλλον για λεφτά. Αντιθέτως τώρα μιλάμε μόνο γι΄ αυτό: πόσα πήρες, πόσα βγάζεις, θα κάνω περικοπές, θα κάνω αυξήσεις, το οποίο και κατέληξε στο πόσο δεν παίρνεις... Και πού οδήγησαν όλα αυτά; Στην κατάρρευση. Αρα όλη αυτή η επένδυση που έγινε στο χρήμα ήταν και η καταστροφή».

- Πιστεύετε ότι σήμερα διακωμωδούμε τις καταστάσεις; 
«Αντί να διακωμωδούμε, ξεφτιλίζουμε. Και αυτό είναι δείγμα μη δημοκρατικό. Ο εξευτελισμός είναι ένα ηθικό λιντσάρισμα».

- Οι ηθοποιοί είναι αγανακτισμένοι;  
«Ολος ο θίασος είναι αγανακτισμένος, αλλά δεν τον λέμε έτσι. Είναι αγανακτισμένοι με την εποχή τους όμως...».

- Προσωπικά πώς σχολιάζετε αυτό το κίνημα των σύγχρονων αγανακτισμένων;
«Δεν θα ήθελα να το σχολιάσω καθόλου, αν και με απασχολεί πολύ. Από τη μια καταλαβαίνω τη διάθεση και την οργή, αλλά από την άλλη στέκομαι και λίγο αμήχανος στη μορφή που εκφράζεται. Δεν ξέρω αν με το να μουντζώνεις τη Βουλή διορθώνεις τίποτε. Ειλικρινά δεν ξέρω. Οι άνθρωποι έχουν ένα μεγάλο δίκιο: το μεγάλο φαγοπότι πάνε να το πληρώσουν αυτοί που δεν έφταιξαν- περισσότερο από όλους οι συνταξιούχοι. Εκεί τα πράγματα είναι δύσκολα. Αλλά κι αυτό το “δεν χρωστάω”, δεν το ξέρω. Εκτός από τους συνταξιούχους, οι άλλοι ανοιχτήκαμε πολύ. Μιλάω και για μένα, όχι γιατί ξανοίχθηκα, αλλά γιατί βλέποντας τους άλλους που τα έκαναν, δεν είπα τίποτε, μάλλον το έβλεπα συμπαθητικά. Χρωστάμε, δανειστήκαμε πολλά και κυρίως μια προσωπικότητα που δεν έχουμε. Και αυτό θα το πληρώσουμε χρυσό. Ο καθένας δανείστηκε μια περσόνα που απέχει παρασάγγας από αυτόν».

- Ανήκετε στους ανθρώπους που επικοινωνούν με τους νέους. Δεν νιώθετε ότι σήμερα ζούμε μια δικτατορία των νέων;
«Πάντα γινόταν αυτό. Ισως τώρα να έχει πολλαπλασιασθεί, όπως όλα τα χαρακτηριστικά της φυλής μας αυτή την εποχή, αν μπορούμε ακόμη να μιλάμε για ομοιογενή φυλή. Νομίζω ότι αποτελούμεθα από μονάδες, από εκατομ μύρια μονάδες-και δεν αναφέρομαι στους ξένους. Δεν υπάρχουν ομοϊδεάτες. Οι άνθρωποι που ψηφίζουν το ίδιο κόμμα και θέλουν τα ίδια πράγματα διαφέρουν εντελώς... Παλιότερα φαινόταν τι είσαι, αριστερός, δεξιός, ακόμη και από το ντύσιμο».

- Μήπως όμως σήμερα δεν ισχύουν ούτε καν αυτές οι έννοιες;
«Ναι. Δεν υπάρχουν οι έννοιες. Μετά το πρετ α πορτέ, μετά το ΄70, από τότε που άρχισε να ντύνεται ίδια ο γιος του ιδιοκτήτη με τον γιο του υπαλλήλου, αυτή η ομοιομορφία κατάντησε μια αντιπαλότητα από τη μια μεριά, που είναι πολύ καλό, και από την άλλη αυτό το όλοι ίδιοι είμαστε, ενώ δεν είμαστε... Μια ψευδής αντίληψη του πράγματος. Είμαι εναντίον της ομοιότητας και της ομοιομορφίας. Το ενδιαφέρον υπάρχει στις γυναίκες που δεν ακολουθούν τη μόδα. Γιατί αυτές που την ακολουθούν είναι ίδιες. Είναι σαν μία γυναίκα».

- Το θέατρο είναι ένας αντίλογος σε όλα αυτά, μια απάντηση;
«Το θέατρο δεν απαντά. Το θέατρο ρωτά, όπως όλη η τέχνη. Το θέατρο σε κάνει να αναρωτιέσαι για πράγματα που θεωρείς δεδομένα. Σου ταρακουνάει τη συνείδηση... Σε ρωτάει για τα δεδομένα και τα φυσικά. Δεν πιστεύω στο θέατρο που προτείνει λύσεις και απαντήσεις, αλλά στο θέατρο που ανοίγει παράθυρα με ερωτήματα».

- Ερωτήματα που επηρεάζουν τη σκέψη μας...
«Περισσότερο το αίσθημα, που έχει μέσα και σκέψη, και δάκρυ και γέλιο, που έχει ζωή. Η σκέψη δεν είναι ανεξάρτητη του αισθήματος. Δεν σκέφτεται το ίδιο ένας άνθρωπος όταν είναι θυμωμένος... Δεν πιστεύω στη φράση “άλλο το μυαλό, άλλο το αίσθημα”. Το ένα συνομιλεί με το άλλο και πολλές φορές το μυαλό σκέφτεται λάθος επειδή το έχει παρασύρει το αίσθημα και πολλές φορές το αίσθημα πνίγεται από το μυαλό και το πληρώνει μια ζωή. Η τέχνη δεν τα ξεχωρίζει αυτά. Στους “Καταλόγους” του Δημήτρη Δημητριάδη, ένα εξαιρετικό ποίημα που μιλά για το σώμα και το αίσθημα, ο ποιητής καταλήγει στο «σώμ-μυαλο». Μια μεγάλη στιγμή, στην οποία νιώθω πολύ κοντά».

- Αλήθεια, κύριε Φασουλή, οι πολιτικοί θα έπρεπε να πηγαίνουν πιο συχνά στο θέατρο;
«Είναι αστείο με τους πολιτικούς. Και δεν θέλω να μιλήσω σαν θεατρίνος. Αλλά αντί να διαβάσουν κανένα βιβλίο, γράφουν βιβλία...».

- Είσθε καθόλου αισιόδοξος για το άμεσο μέλλον;
«Αποφεύγω να το σκέφτομαι. Δεν μου μυρίζει καλά. Δεν μου αρέσουμε κι εμείς. Χωρίς να βγάζω τον εαυτό μου απ΄ έξω. Είμαστε πολύ ο καθένας μόνος του, άλλοι από επιλογή, άλλοι από ανάγκη. Δεν μπορείς να αγαπήσεις δέκα εκατομμύρια, αλλά μπορείς να αγαπήσεις μια γλώσσα που ενώνει. Οι περισσότεροι είμαστε άλαλοι. Χρησιμοποιούμε κάτω από χίλιες λέξεις, σε μια γλώσσα που μπορεί να περιγράψει τα πάντα, εμείς έχουμε μείνει στο περιφραστικό ρήμα. Βέβαια αυτά γίνονται, κάθε τόσο πεθαίνουν και μετά ξαναγεννιούνται».

- Και τώρα πού βρισκόμαστε;  
«Στην πτώση...».
«Να ντύσουμε τους “Σκηνοβάτες”»
Η ενδυματολόγοςΝτένη Βαχλιώτη , συνεργάτις του Σταμάτη Φασουλή- που έχει βάλει,μεταξύ άλλων,την υπογραφή της στις πρόσφατες παραστάσεις «Δύο τρελοί-τρελοί παραγωγοί», «Το κλουβί με τις τρελές»,«Μαρινέλλα,το μιούζικαλ»,«Κόκκινο»,ανέλαβε να ντύσει τους «Σκηνοβάτες».Λέει σχετικά:

«Ενδυματολογικά η παράσταση τοποθετείται στο 150 μ.Χ.Αντικατοπτρίζει το πνεύμα και τον τρόπο που αντιλαμβάνονταν τότε την τραγωδία στην κλασική Ελλάδα,εξακόσια χρόνια πριν δηλαδή.Πώς οι συγκεκριμένοι φτωχοθίασοι,τα μπουλούκια,που αποτελούνταν από πόρνες,τσαγκάρηδες,ακροβάτες,μίμους,ξυλοπόδαρους και κάποιους ηθοποιούς,πίστευαν ότι έπρεπε να είναι τα κοστούμια τους,με τις φτωχές γνώσεις που είχαν και τα φτωχά τους μέσα.

Εκατόν εβδομήντα θα είναι το αριθμητικό σύνολο των κοστουμιών,από τα οποία τα σαράντα ράφτηκαν ενώ τα υπόλοιπα,που αντλήσαμε από το βεστιάριο του Εθνικού,χρειάστηκαν πολλές προσθαφαιρέσεις.

Οσο για τις πηγές μας,πολλές και ποικίλες:βιβλία και μελέτες για το ένδυμα στο κλασικό δράμα,αγγεία,υλικό από μουσεία, ακόμη και μακεδονικά στέφανα αλλά και στοιχεία του μυκηναϊκού πολιτισμού,αναφορές στη ρωμαϊκή μόδα.Μπούσουλάς μου,αλλά και όλων μας,το βιβλίο της Λοράνς Ντυπόν “Η αυτοκρατορία του ηθοποιού” που παρουσιάζει τη Ρώμη μέσα από το θέατρο.Ακόμη,το βιβλίο του Μάριου Πλωρίτη “Μίμος και Μίμοι”,ντοκυμαντέρ και ταινίες...Κάθε θίασος έχει τη δική του πινελιά στην όψη,αλλά όλοι μαζί ενώνονται σε αυτό το ένα μπουλούκι.Και αυτό το σύνολο θέλουμε να δώσουμε.

Για μένα το πιο συγκινητικό στοιχείο στους “Σκηνοβάτες” του Σταμάτη Φασουλή είναι αυτός ο συνδυασμός της ποίησης με την ανθρώπινη φύση,της χυδαιότητας με τη λάμψη,της τραγικωμωδίας της ίδιας ζωής...Λίγο σαν “Διαμάντια και σκατά” μαζί,που λέει και ο ίδιος ο σκηνοθέτης.Και αυτό επιδιώκω να φανεί και στα κοστούμια».
  • OΙ «ΣΚΗΝΟΒΑΤΕΣ» ΓΕΝΝΗΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ...KΩ
«Ενας φίλος αρχαιολόγος, σε μια ξενάγηση στο Ασκληπιείο της Κω, μου έδειξε μια επιγραφή για την οποία είχε κάνει ολόκληρη μελέτη. Σύμφωνα με αυτήν, η Απολλωνία είχε πάρει βραβείο στους Αγώνες, το 200 μ.Χ.Αρχισα λοιπόν να σκέφτομαι ότι τότε έπαιζαν παραστάσεις, στις οποίες μάλιστα συμμετείχαν και γυναίκες και επειδή δεν είχαν πολλά λεφτά, έβαζαν και αποσπάσματα από τραγωδίες... Κάπως έτσι γεννήθηκαν στο μυαλό μου οι “Σκηνοβάτες”» λέει ο Σταμάτης Φασουλής. «Ολα ξεκίνησαν από την πληροφορία ότι γίνονταν αγώνες. Πρόκειται για ένα μεταμοντέρνο θέατρο της εποχής».

Στους «Σκηνοβάτες» τρεις θίασοι οργανώνουν μόνοι τους Αγώνες και δίνουν παράσταση για να κερδίσουν το βραβείο. Αυτό γίνεται σε μια εποχή όπου δεν υπάρχουν πλέον χορηγοί, ούτε Διονύσια, ούτε Λήναια, ούτε Γιορτές. «Δεν υπάρχουν ούτε οι γιορτές των Ρωμαίωνγιατί και αυτοί είναι στην πτώση τους... Βρισκόμαστε στο 200 μ.Χ., εποχή όπου κανείς δεν υποστηρίζει την τέχνη, μια που υπήρχαν άλλα οικονομικά προβλήματα». Ο πρώτος θίασος, από την Αθήνα, ανεβάζει Ευριπίδη, Σοφοκλή, Αριστοφάνη. O δεύτερος, από τη Μεγάλη Ελλάδα,προτείνει τους φλύακες, ένα είδος που σατίριζε το ίδιο το θέαμα και το οποίο δεν έχει διασωθεί,γι΄ αυτό και τα κείμενα είναι γραμμένα από τον ίδιο. Ο τρίτος θίασος, γυναικείος, κυρίως, προέρχεται από τη Φρυγία, την Ανατολή,και παίζουν αποσπάσματα ή αυτούσια κομμάτια από Ηρώνδα, Πλαύτο. «Στο τέλος όλοι οι θίασοι ενώνονται»εξηγεί ο Σταμάτης Φασουλής, που κλείνει την παράσταση με ένα εύρημα: την Κασσάνδρα που αρχίζει να βλέπει και να προβλέπει το μέλλον του θεάτρου. Μέσα από αποσπάσματα από όλες σχεδόν τις παραστάσεις που έχουν παίξει έναν σημαντικό ρόλο στο θέατρο, φθάνει ως την Επίδαυρο του 2011, όπου παίζονται οι «Σκηνοβάτες». «Και επειδή δεν υπάρχει πια από μηχανής θεός,τη λύση πρέπει να δώσει ο από μηχανής θεατής...» καταλήγει.
  • ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Μετάφραση-δραματουργία-σκηνοθεσία: Σταμάτης Φασουλής, σκηνικά: Μανώλης Παντελιδάκης, κοστούμια: Ντένη Βαχλιώτη μουσική: Θοδωρής Οικονόμου στίχοι: Αφροδίτη Μάνου χορογραφία: Φωκάς Ευαγγελινός φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος. Βοηθός σκηνοθέτη: Γιώργος Λύρας. Δραματολόγος: Ειρήνη Μουντράκη. Παίζουν: Νένα Μεντή, Σοφία Φιλιππίδου, Νίκος Κουρής, Τάνια Τρύπη, Ελένη Κοκκίδου, Μάκης Παπαδημητρίου, Λαέρτης Μαλκότσης, Ευαγγελία Μουμούρη, Θανάσης Αλευράς, Σωκράτης Πατσίκας, Αλκηστις Πουλοπούλου κ.ά.
  • ΠΟΤΕ & ΠΟΥ
«Σκηνοβάτες» του Σταμάτη Φασουλή Επίδαυρος, 15-16 Ιουλίου. Ωρα έναρξης: 21.00.
Εισιτήρια: 50- 45- 25- 15 ευρώ.
Προπώληση: 24η Ιουνίου

No comments: