Μαρία Παρασύρη - Δημήτρης Ζαμπετάκης στη «Λοκαντιέρα» που σκηνοθέτησε ο Βασίλης Νικολαΐδης |
Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗΑφρώδης παράσταση, εύθυμη και πιστή όχι μόνο στο ίδιο το κείμενο αλλά και στην ποιητική του. Το κάμωμα και το λεκτικό φτιασίδωμα, το ερωτικό παιχνίδι και η αισθηματική πλεκτάνη βρίσκουν την όψιμη αναγεννησιακή τους έκρηξη σε αυτό το λαϊκό και λόγιο μαζί τεχνούργημα του Γκολντόνι. Είναι αλήθεια πως ο Βασίλης Νικολαΐδης κινείται σε αυτή την περίοδο σαν το ψάρι μέσα στο νερό. Προτείνει μια σύνθεση κατά βάθος μουσική, που βασίζει τον καμβά της στον ρυθμό και στην κλίμακα. Τα μουσικά μοτίβα του Βιβάλντι δίνουν το πλαίσιο της κίνησης των ηθοποιών και αποτελούν τον μετρονόμο της παράστασης. Από εκεί και πέρα, τα πάντα παίζονται στα ακροδάχτυλα της τέχνης του θεάτρου, στο ενδιάμεσο σοβαρότητας και αστειότητας, βαρύτητας και ματαιότητας.Μπορεί βέβαια να ξεκλειδώσει κανείς την παράσταση της «Λοκαντιέρας» από άλλο δρόμο. Τα σκηνικά του Γιάννη Μετζικώφ καθορίζουν ένα κλειστό χώρο: τρεις πόρτες σε γήινα χρώματα ανοίγουν προς τα έξω σε ένα σπετσάτο. Μοιάζει περίεργη επιλογή για θερινή παράσταση, εκτός αν θεωρήσει κανείς ότι οι θύρες της λοκάντας αποτελούν τις πόρτες ενός κατ' ουσίαν αστικού χώρου· το εύρημα βρίσκει άλλωστε την πιο ευτυχή στιγμή του στην κεντρική σκηνή της ξενοδόχας και του ιππότη, εκεί όπου το κλίμα θεμελιώνει την ύστερη τυπολογία του σαλονιού. Η «Λοκαντιέρα» θυμίζει έτσι γαλλική φάρσα, η ευωχία της μυρίζει βοντβίλ.Τα πράγματα βέβαια προχωρούν βαθύτερα από αυτό. Στη «Λοκαντιέρα» έχουμε μια από τις σπάνιες περιπτώσεις αναβολής και διάσπασης, αποδόμησης του πυρηνικού ζεύγους του λαϊκού θεάτρου. Από την άποψη της τυπολογίας, η Μιραντολίνα οφείλει να βρει το έτερον ήμισυ στο πρόσωπο του ιππότη. Στο έργο του Γκολντόνι όμως η αρμονία διακόπτεται χάριν της ταξικής εξισορρόπησης: στο τέλος του έργου ο ιππότης φεύγει νικημένος και η ξενοδόχα παντρεύεται τον υπηρέτη. Ο έρωτας αναβάλλεται και τον πόθο ακολουθούν η συνέπεια και η λογική. Η επαναστατική πραγμάτευση του παραδοτέου γίνεται απεικόνιση του σύγχρονου αστικού κώδικα συμπεριφορών.Ισως πουθενά αλλού δεν φαίνεται ευκρινέστερα η άνεση του σκηνοθέτη με το έργο και την εποχή του, παρά στη σκηνή που ο ίδιος επιλέγει για να κορυφώσει τη λυρική του έκφραση. Εδώ έχουμε μια θαυμάσια σκηνή ερωτικού κυνηγητού και εξομολόγησης, με αφορμή μια ταπεινή μπουγάδα της λοκάντας. Σε ένα κλειστό θέατρο, όπου η ιδέα θα μπορούσε να επεκταθεί περισσότερο, θα καταλήγαμε χωρίς αμφιβολία σε μια σκηνή υψηλής φόρμας και αισθητικής.Καλοί ηθοποιοί, από τους οποίους ένας σεβαστός αριθμός αποτελεί γέννημα θρέμμα του Αγρινίου. Ο Ιππότης του Λευτέρη Ζαμπετάκη μοιάζει αδιάφορος αρχικά, στη συνέχεια όμως φουσκώνει από πάθος και τεστοστερόνη. Η Λοκαντιέρα της Μαρίας Παρασύρη θυμίζει πρώιμη σουφραζέτα, εκλύει το ερωτικό φίλτρο της μέσα από μια εσωτερική, εγκεφαλική διαδικασία. Εξαιρετικός πράγματι ο Μαρκήσιος του Πάνου Σταθακόπουλου: ξεκαρδιστικός τύπος λιγούρη αριστοκράτη. Ο Κόμης του Γιάννη Κοτσαρίνη έχει την πυγμή του νέου παράγοντα. Είναι ενδιαφέρον ότι δεν βγαίνει χυδαίος ή παραδόπιστος· διαθέτει αυτοπεποίθηση, όπως κάθε άνθρωπος του καιρού του. Ωραίο το δίδυμο των θεατρίνων από τη Λένα Ντζούρβα και τη Λένα Υφαντή. Δένουν φυσικά στην αντιθετική τους διάπλαση και στο μπρίο τους. Την καλή διανομή συμπληρώνουν ο καμαριέρης του Βαγγέλη Ψωμά και ο υπηρέτης του Τάσου Κορόζη. *
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 2 - 20/09/2008
No comments:
Post a Comment