Το «κοροϊδάκι της πριγκιπέσας», ο «Ντιρλαντάς» της επιθεώρησης, ο «Φίφης» του ελληνικού κινηματογράφου, ο Σταύρος Παράβας, δεν υπάρχει πια. Εφυγε χθες το πρωί στο σπίτι του από ανακοπή σε ηλικία 73 ετών.
Πριν από ενάμιση χρόνο αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα με την υγεία του, αφού είχε νοσηλευτεί στη Μονάδα Εμφραγμάτων του Ερυθρού Σταυρού λόγω καρδιακής ανεπάρκειας, πολλαπλών αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων και χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας. Η υγεία του τότε είχε κινδυνεύσει σοβαρά, αλλά το ξεπέρασε.
Γέλιο δυνατό. Φωνή χαρακτηριστική, αναγνωρίσιμη. Ανθρωπος απλός, καθημερινός. Αντι-στάρ της σκηνής και του κινηματογράφου, ηθοποιός που δεν δίστασε να δοκιμαστεί σε διαφορετικά είδη -από επιθεώρηση έως Αριστοφάνη.
«Αποκαλώ τον εαυτό μου ηθοποιό. Αυτό είναι όλο. Ας πούμε ότι είμαι ένας τρελός του χώρου που αγαπά να δοκιμάζει και να δοκιμάζεται. Ολα τα άλλα δεν με ενδιαφέρουν», έλεγε σε συνέντευξή του πριν από δέκα χρόνια.
Είχε δουλέψει πολύ και από νωρίς στο μουσικό θέατρο, αλλά και στη μεγάλη οθόνη. Καθιερώθηκε στην επιθεώρηση, έπαιξε κωμωδία κι έφτασε μέχρι την Επίδαυρο ως Χρεμύλος στον «Πλούτο» του Εθνικού Θεάτρου, που σκηνοθέτησε ο Λούκα Ρονκόνι (1985-1986)
Από μικρός στη βιοπάλη, γεννήθηκε το 1935, στα Τουρκοβούνια, από γονείς Μικρασιάτες, πρόσφυγες. Οικογένεια φτωχή, πέντε αδέλφια, εκείνος ο μικρότερος, έκανε δουλειές του ποδαριού για να βοηθήσει οικονομικά.
Πήγε στον Κ. Μιχαηλίδη, του έδωσε να μάθει τον ρόλο του Σάιλοκ από τον «Εμπορο της Βενετίας». Τον βοήθησε ο Θόδωρος Εξαρχος, του δίδαξε τον ρόλο, τον οποίο γνώριζε, γιατί του πήγαινε τα ψώνια στο σπίτι. Πέτυχε στις εξετάσεις κι ο Κ. Μιχαηλίδης τον δέχτηκε χωρίς χρήματα στη σχολή. Σημαντική αυτή η στιγμή. Γιατί αν ο Μιχαηλίδης δεν τον δεχόταν δωρεάν, δεν θα μπορούσε ο ίδιος να πληρώσει τα δίδακτρα.
Η πρώτη του εμφάνιση πραγματοποιήθηκε το 1955 με τον θίασο της κυρίας Κατερίνας (Ανδρεάδη), στο «Πρώτο ψέμα» του Γ. Ρούσσου. Στα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του συνεργάστηκε με τους θιάσους των Β. Κύρου, Ντ. Ηλιόπουλου, Κ. Χατζηχρήστου, Σπ. Βρανά, Ρ. Βλαχοπούλου.
Στα περίπου σαράντα πέντε χρόνια της θεατρικής του διαδρομής υπήρξε θιασάρχης («Ψύλλοι στ αυτιά») και συν-θιασάρχης με τους Χρ. Εξαρχάκο («Ο Ευκλείδης και το κλειδί του»), Μ. Χρονοπούλου («Το κοροϊδάκι της πριγκιπέσας»), Ζ. Λάσκαρη («Σκέψου πριν αγαπήσεις»), Μ. Βούρτση («Τα Χριστούγεννα του Κουπιέλο).
Ο Παναγιωτάκης, ο «λαϊκός» σύζυγος από τον Μπίθουλα της «Μαντάμ Σουσού» - Αννας Παναγιωτοπούλου στο θέατρο «Βρετάνια» (1998-99) ήταν η τελευταία θεατρική εμφάνισή του στην Αθήνα. Το 2001 ανέβασε το «Μέλι πικρό» στη Θεσσαλονίκη, αντιμετωπίζοντας όμως οικονομικά προβλήματα.
Είχε τρία παιδιά, δύο κόρες κι έναν γιο που έχασε πριν από επτά χρόνια, ένα «χτύπημα» που δεν ξεπέρασε ποτέ και τέσσερα εγγόνια.
«Η ζωή του Σταύρου Παράβα ήταν μια ανιδιοτελής κατάθεση στην τέχνη του κινηματογράφου και, κυρίως, του θεάτρου, που το υπηρέτησε με σεμνότητα, ευαισθησία και πάθος», αναφέρει μεταξύ άλλων στο συλλυπητήριο τηλεγράφημά του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κάρολος Παπούλιας. Συλλυπητήρια τηλεγραφήματα απέστειλαν ακόμη ο Μιχάλης Λιάπης, η Μαρία Δαμανάκη κ.ά. Η κηδεία του θα πραγματοποιηθεί δημοσία δαπάνη και με έξοδα του υπουργείου Πολιτισμού, αύριο στις 5 μ.μ. στο νεκροταφείο Καισαριανής.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΡΑΛΗ, ΕΘΝΟΣ, 16/09/2008
No comments:
Post a Comment