Saturday, May 28, 2011

Κανιβαλιστικές τεχνικές επιλογής προσωπικού

  • Της Μαρίας Μαρή
  • Η ΑΥΓΗ: 27/05/2011
Μέχρι ποιο σημείο μπορεί να φτάσει κάποιος, να ταπεινωθεί, να εκτεθεί, να πληγώσει και να πληγωθεί για μια θέση εργασίας; Στην ταινία του Γαβρά Το τσεκούρι (2005 ) ο ήρωας αποφασίζει να «βγάλει από τη μέση» όλους τους πιθανούς ανταγωνιστές αλλά και τον συνάδελφό του σε μια εταιρεία, έτσι ώστε αυτός να μπορέσει να πάρει τη θέση του.

Ένα αντίστοιχο θρίλερ, με μαύρο χιούμορ, ένα κοινωνικοπολιτικό σχόλιο, είναι και το έργο του Τζόρντι Γκαλθεράν Η μέθοδος Γκρόνχολμ, που παρουσιάστηκε σε σκηνοθεσία Διαγόρα Χρονόπουλου στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης για τέταρτη χρονιά. Μας βάζει στο πετσί του άνεργου, ή του υπερβολικά φιλόδοξου στην εργασία. Ο Φερνάντο, ο κεντρικός ήρωας, από την εκκίνηση του έργου αρνείται μια φιλική πρόσκληση για γεύμα, ξεκαθαρίζει τη θέση του και εκδηλώνει τις προθέσεις του, καθώς δηλώνει ότι βαρέθηκε «να γλείφει κατουρημένες ποδιές για πενταροδεκάρες» και τώρα είναι σε αναμονή «μιας γαμάτης θέσης». Πρόκειται για τη θέση του εμπορικού διευθυντή της ΔΕΚΥΑ. Η απόγνωσή του ξεδιπλώνεται σε όλη της τη δύναμη...


Γίνεται λοιπόν κάτι σαν παιχνίδι με άλλους τρεις υποψηφίους, με φακέλους, με εξεζητημένες δοκιμασίες. Όλες οι αδυναμίες του ανθρώπου περνούν μπροστά. Η ασθένεια, η σχέση με τους γονείς, με το χρήμα, η ερωτική ιδιαιτερότητα, η ανεπάρκεια του καθενός, ο αγώνας του για επιβίωση. Τα αίματα ανάβουν πολλές φορές επί σκηνής. Πρόκειται για το σύγχρονο τραγικό πρόσωπο, που προδίδει τον εαυτό του, τους φίλους του, την οικογένειά του, είναι έτοιμος να ζήσει μια επίπλαστη ζωή και συναινεί να γίνει η μαριονέτα σ’ ένα παιχνίδι για τέσσερις, για να καταλήξει με κομμένα τα σχοινιά ένας σωρός αξιολύπητος πάνω σ’ ένα σανίδι. Το έργο δημιουργεί ερωτηματικά, αμφιβολίες για το πώς θα αντιδρούσε ο καθένας σε μια τόσο δυσμενή κατάσταση.

Η ερμηνεία του Γιώργου Καραμίχου στον ρόλο του Φερνάντο, που μετά την τέταρτη χρονιά έχει αναπτύξει με τους συναδέλφους μεγάλη οικειότητα, ευχέρεια και άνεση, όπως και εκείνοι μαζί του, περνά από το στάδιο του ανταγωνιστικού διεκδικητή της θέσης, στον υστερικό καχύποπτο, στον υποκριτή καρδινάλιο, στον απαίσιο, δεικτικό τύπο, που αποκαλεί τον συνάνθρωπό του «τραβέλι» λόγω της ιδιαιτερότητάς του, στον αδίστακτο, σαρκαστικό αντίπαλο, στον θριαμβευτή, κυρίαρχο που αναφωνεί «Yessss!!!», για να τον απορρίψουν τελικά και να εισπράξει το boomerang effect, την επιθετικότητα που στρέφεται εναντίον του, καθώς δεν είναι εντέλει αυτός που ψάχνουν.

Οι άλλοι τρεις ρόλοι συμβάλλουν σε μια νέα μορφή θεάτρου μέσα στο θέατρο: Στήνουν ένα παιχνίδι παρόμοιο με εκείνο στο γαλλικό φαρσικό έργο του Φρανσίς Βέμπερ Δείπνο ηλιθίων.
Η Βίκυ Παπαδοπούλου περνά απ’ όλα τα στάδια, εκείνο της υποψήφιας για τη δουλειά, της συμφοιτήτριας, της κατακρημνισμένης από τύψεις κόρης, της αριβίστριας επαγγελματία, της στυγνής αξιολογήτριας στο τέλος. Εκείνη κόβει τα σχοινιά της μαριονέτας. Είναι αυτή που θα πει ότι «ψάχνουν έναν τσόγλανο που θα μοιάζει καλός άνθρωπος και όχι έναν καλό άνθρωπο που θα γίνεται τσόγλανος». Η επιτυχής διαδρομή της, μέσα από εξάρσεις, μεταπτώσεις, θρήνους, σχεδιασμούς, καταλήγει στον καταρρακωμένο αν όχι εξευτελισμένο υποψήφιο, στον οποίο λέει ότι είναι για λύπηση.
Ο Πέτρος Λαγούτης παρουσιάζει μια λεπτή, ιδιαίτερη, σχολαστική ερμηνεία, ξεκινώντας από απλός υποψήφιος για να γίνει συμφοιτητής, καχύποπτος, να βλέπει παντού δολοπλοκίες, να περνά σταδιακά σε μια θηλυπρέπεια, για να αποκαλυφθεί κι αυτός γρανάζι μιας μηχανής που αξιολογεί το υποψήφιο στέλεχος της εταιρείας, και κατ’ ουσίαν τον εμπαίζει.

Ο Χρήστος Σαπουντζής μοιάζει αρχικά ένας οικογενειάρχης υποψήφιος. Επειδή είναι σοβαρός, όλοι τον θεωρούν ύποπτο, κρυφό αξιολογητή. Δεν ευτελίζεται, κρατά τον άξονα ισορροπίας στην παράσταση και είναι ο καταλύτης που κάνει πιστευτό τον ρόλο των άλλων. Διαλύει επιτυχώς αυτές τις υποψίες, για να τις επικυρώσει εν συνεχεία.

Πρόκειται για μια παράσταση με ρυθμό, που ξεδιπλώνει με επιτυχία ένα κείμενο που παίζει με τον χώρο, τον χρόνο και την ειρωνεία, την ανασφάλεια του σύγχρονου ανθρώπου, τον πανικό του.

* Η Μ. Μαρή είναι θεατρολόγος και εκπαιδευτικός

No comments: