Εργα που μυρίζουν ναφθαλίνη
Το λεγόμενο γκέι ρεπερτόριο έχει πλέον ξεπεραστεί απελπιστικά από την εποχή μας
- Του Σπυρου Παγιατακη, Η Καθημερινή, Σάββατο, 30 Aπριλίου 2011
- GRAE CLEUGH: Fucking Games. Σκην.: Δημήτρης Κομνηνός. Θέατρο Victoria
ΜΑΪΚ ΜΠΑΡΤΛΕΤ: Cock. Σκην.: Κατερίνα Ευαγγελάτου. Θέατρο Θησείον
Θυμάμαι εκείνη την παλιά -την παμπάλαιη, αμερικάνικη- γελοιογραφία.
Εδειχνε μια καλωσυνάτη γιαγιά να λέει έκπληκτη στη νεαρή εγγονή της.
«Μια χαρά παιδί αυτός ο Τζο! Τι σε πειράζει που είναι υπερβολικά γκέι;».
Οπου, βέβαια, η λέξη gay είχε την παραδοσιακή έννοια, ήτοι «εύχαρις»,
«πρόσχαρος», «διασκεδαστικός». Από τότε οι αντιλήψεις και οι κοινωνικές
συνθήκες κάλπασαν.
Σήμερα, σε κάθε κεντροευρωπαϊκό ή αμερικάνικο
θεατρικό βιβλιοπωλείο, ο ενδιαφερόμενος θα βρει τουλάχιστον μερικά
γεμάτα ράφια τα οποία αναφέρονται στην -προφανώς θεωρούμενη-
γαργαλιστική συνομοταξία «Gay». Φευ! Πρόκειται ως επί το πλείστον για
έργα απελπιστικά ξεπερασμένα σε περιεχόμενο και κοσμοθεωρία. Η ανατροπή
που επήλθε στις λίγες τελευταίες δεκαετίες υπήρξε συγκλονιστική. Ομως κι
αυτή η ετικέτα «Gay» στις μέρες μας είναι αμφισβητήσιμη.
Συνοψίζοντας
την εξέλιξη μέσα στα τελευταία χρόνια το ζητούμενο τώρα πια δεν είναι
πλέον απλώς κάποιος σεβασμός της διαφορετικότητας αλλά μια ουσιαστική
ισότητα. «Γκέι, στρέιτ, λέξεις από τη δεκαετία του εξήντα, ακούγονται
τόσο παλιές... εφευρέθηκαν μόνο για να διεκδικήσουμε δικαιώματα. Και
τώρα πια τα έχουμε αυτά τα δικαιώματα οπότε...», λέει ο Τζον, ένα
πρόσωπο στην πιο ενδιαφέρουσα «μετά-γκέι» φαρσοκωμωδία από τις δύο στις
οποίες θα αναφερθώ. Πρόκειται για το σκηνοθετημένο από την Κατερίνα
Ευαγγελάτου «Cock» του 31χρονου Φρέντερικ Μπάρτλετ, όπου ένας νεαρός
ομοφυλόφιλος (;) αμφιταλαντεύεται ερωτικά ανάμεσα στον φίλο του και σε
μια κοπέλα.
Στην εποχή μας, το πολιτικά ορθό πρέπει να
επαναπροσδιοριστεί, γράφει -σωστά- στο πρόγραμμα της παράστασης η
θεατρολόγος Τζωρτζίνα Κακουδάκη. Και συμπληρώνει πως είτε είμαστε
«...γκέι, στρέιτ, λεσβίες, παχύσαρκοι, κοντοί, φαλακροί, γυναίκες,
αριστεροί, μαύροι, εβραίοι, μετανάστες, (η λίστα είναι ατελείωτη) αυτό
δεν σημαίνει ότι έχουμε κοινά χαρακτηριστικά, αν δεν μοιάζουμε σε κάτι
πολύ συγκεκριμένο μεταξύ μας». Υπονοώντας φυσικά κάτι μη σεξουαλικό. Με
δυο λόγια, αυτό που τονίζεται στην σύγχρονη εποχή είναι πως δεν υπάρχουν
-καθαρά- γκέι σχέσεις. Στη σημερινή κοινωνία της ανεκτικότητας, όπου τα
παραδοσιακά μικροαστικά κατάλοιπα βρίσκονται -λέει- αιώνες πίσω, είναι
δύσκολο να διακρίνει κανείς τι είναι σωστό και τι λάθος. Ποιο είναι το
ορθόδοξο και ποιο το αναθεωρημένο θεώρημα.
Στην
τόσο γρήγορα εξελισσόμενη μετά-οροθετική εποχή μας, τα -λεγόμενα- γκέι
έργα παλιώνουν με εκπληκτική ταχύτητα. Πάρτε για παράδειγμα το «Fucking
Games» του Grae Cleugh, δημοσιευμένο πριν από μία δεκαετία και ήδη
ανεπανόρθωτα ξεπερασμένο - τόσο κοινωνικοπολιτικά όσο και ιατρικά.
Εδώ ο
συγγραφέας -υποτίθεται ότι- επιτίθεται έμμεσα στην εμπορευματοποίηση
της ομοφυλόφιλης αστικής κουλτούρας σηκώνοντας διδακτικά τον αντίχειρα
με αποτέλεσμα να δίνει την εντύπωση ότι ηθικολογεί μελοδραματικά. Οι
τέσσερις άνδρες (Γιώργος Γιαννακάκος, Μάνος Κανναβός, Χάρης Μπόσινας και
Μαρίνος Παναγιωτάκης) που συνευρίσκονται στο μοδάτο λονδρέζικο Τσέλσι,
στο σπίτι μιας παλιάς κοπής ευκατάστατης «αδελφής», παρά τις φιλότιμες
ερμηνευτικές προσπάθειες, κουβαλούν πάνω τους χαρακτήρες που μυρίζουν
έντονα τη ναφθαλίνη. Εξίσου «παλιά» σκηνοθέτησε κι ο Δημήτρης Κομνηνός
το έργο, ακουμπώντας το στην ατμόσφαιρα μιας εποχής που έχει -ευτυχώς!-
παρέλθει.
Οδηγημένοι από την Κατερίνα Ευαγγελάτου, η οποία έχει
απογυμνώσει τη σκηνή από κοστούμια, σκηνικά και αντικείμενα, οι τέσσερις
ηθοποιοί του Cock είχαν μεγαλύτερη ευκαιρία να συγκεντρωθούν στους
περίπλοκους χαρακτήρες τους και να ψιλοκεντήσουν στην κυριολεξία
ζωντανούς ανθρώπους. Με καλομελετημένες δόσεις μιας υπερήφανης υστερίας,
ο Μάκης Παπαδημητρίου αποτελεί το καλύτερο αντίβαρο στην τρικλίζουσα
αναποφασιστικότητα του Δ. Μοθωναίου. Στον έντονα σαρκαστικό ρόλο του
πατέρα, ο Γ. Κοτανίδης κατορθώνει να ισοζυγιάσει μοναδικά τη «παλιά
σχολή» με τη προοδευτική σκέψη. Ο τρόπος με τον οποίο η Ιωάννα Παππά
«πατάει πόδι» και υποστηρίζεται τα προσωπικά της ανθρώπινα δικαιώματα
δημιουργούν τον μεστό γυναικείο χαρακτήρα που απαιτεί το Cock. Ενας
τίτλος που σημαίνει μεν κόκορας, ή πέος, αλλά συγχρόνως και μπαρούφα,
εκπυρσοκροτητής ή κάνουλα.
Είναι πάντως εντυπωσιακό -και διόλου
συμπτωματικό- ότι και τα δύο έργα κράτησαν και στην ελληνική τους
παρουσίαση τον αγγλικό τους τίτλο. Ακριβώς όπως και σ' εκείνο το παλιό
«πρόστυχο» «Shopping and Fucking». Ο -ομοφυλόφιλος- Οσκαρ Ουάιλντ
μιλούσε πριν από περισσότερα από εκατό χρόνια για έναν έρωτα «που δεν
τολμούσε να πει το όνομά του». Προφανώς, σήμερα, στην εποχή της
απελευθέρωσης, τα ονόματα λέγονται μεν αλλά στην ξενόγλωσση εκδοχή τους.
Συμπεράσματα: Οταν τα -λεγόμενα- gay κείμενα περιοριστούν στην
ενασχόληση με τις ανθρώπινες σχέσεις ή ακόμα με τις σχέσεις εξουσίας
τότε θα υπάρξει και η ουσιαστική -σεξουαλική- απελευθέρωση. Μέχρι
τότε...
No comments:
Post a Comment