- «Η ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΤΣΑΦΟΥ»
Ο Νίκος Κούνδουρος διάβασε τα
πρακτικά της περιβόητης δίκης στις αθηναϊκές εφημερίδες του 1968, ως
πολιτικός εξόριστος στο Λονδίνο.
Εκπληκτικός ο Νίκος Πανόπουλος στην παράσταση της Γιώτας Κουνδουράκη στο Ιδρυμα Μ. Κακογιάννης
Ιντριγκαρισμένος από το φόνο της φοιτήτριας από τον εραστή της -
ανακριτή της ΕΣΑ, λόγω υποψιών για κομμουνιστική δραστηριότητα, και από
πορτρέτο ενός δολοφόνου που συνδύαζε με αποστομωτική φυσικότητα λογική
και παράνοια, έγραψε μια διεισδυτική ανάλυση της προσωπικότητας ενός
νοήμονα και ευσεβούς φασίστα, βασισμένη σε πραγματικότητα και
μυθοπλασία.
Η απολογία του υπαρκτού Θεόφιλου Τσάφου, κατά τις περιγραφές του
Τύπου της εποχής, καταδεικνύει έναν άνθρωπο με οξύ σύνδρομο καταδίωξης
από την κομμουνιστική απειλή, που διείσδυσε μέχρι τις πιο προσωπικές
στιγμές του, παράλληλα με μια εξονυχιστική μεθοδικότητα παρακολούθησης
του υποψήφιου θύματος (μεγάλου έρωτα της ζωής του) και της προετοιμασίας
ενός εγκλήματος που πυροδοτήθηκε από μια λέξη της κοπέλας κατά την
ερωτική πράξη, «χαφιέ!». Ο Τσάφος «έσωσε» την πατρίδα ή εκδικήθηκε τον
εξευτελισμό της «ηθικής ακεραιότητάς» του;
«Εξαιρετικά ικανός», σύμφωνα με τα πιστοποιητικά του στρατού και
ταυτόχρονα σχιζοφρενής. Δυσδιάκριτα τα όρια. Το κείμενο, που εστιάζει
περισσότερο σε ψυχολογικά παρά πολιτικά δεδομένα, σκιαγραφώντας εν
τούτοις και το κλίμα μιας ολόκληρης εποχής, είναι μια ψυχοερευνητική
αυτοπροσωπογραφία, εν είδει πρωτοπρόσωπου μονολόγου. Στη διάρκεια μιας
απολογίας με πολλά στοιχεία θεατρικότητας, ξεδιπλώνεται η ζωή ενός
28χρονου άνδρα, συγκροτημένου, τρυφερού («μαζί της δεν τσέβδιζα γιατί
την εμπιστευόμουν»), αυτοσαρκαστικού («είμαι ο Ρασκόλνικοφ»), με δόσεις
έπαρσης και ειρωνείας («ξέρετε πολλούς τρελούς σε τέτοιες εμπιστευτικές
υπηρεσίες;»), αλλά και περίεργα άθερμου...
Μολονότι ηλεκτρισμένος από το αντικείμενό του, ο συγγραφέας
χειρίζεται το έρεβος από την απόσταση ενός ανατόμου, χωρίς αποστροφή,
μάλιστα με αχνή διάθεση γενναιοδωρίας απέναντι στην «αθωότητα» ενός
ψυχοπαθούς. Η Γιώτα Κουνδουράκη σκηνοθετεί λιτά, σχεδόν λακωνικά, το
αναμοχλευτικό ψυχοθρίλερ, με τις ανατριχιαστικές αντιφάσεις ενός
τραγικού ανθρώπου. Ο εκπληκτικός Νίκος Πανόπουλος ενσαρκώνει τις
πολλαπλές όψεις του Τσάφου μέσα από μια μινιμαλιστική χρήση σώματος,
φωνής, εκφράσεων προσώπου. Με γυάλινο βλέμμα, ελεγχόμενες κινήσεις,
ενδιάμεσες παύσεις για να πιει νερό, ο νεαρός ηθοποιός μάς εισάγει σε
έναν κόσμο αγωνίας, όπου η νηφαλιότητα του χειμαρρώδους λόγου τορπιλίζει
και μαζί επαυξάνει την αίσθηση τρέλας.
Περιγράφοντας σχολαστικά τα αίτια του φόνου, ο Τσάφος αγωνίζεται
να αποδείξει τη λογική της πράξης του, την πνευματική του διαύγεια,
αλλά και τον ηρωικό πατριωτισμό του: «Κι αν με καταδικάσετε σε θάνατο,
τουλάχιστον υπηρέτησα την πατρίδα άψογος». Ομως μια αναπάντεχη ανατροπή
μέλλει να ακυρώσει ολάκερη την ύπαρξή του. Το δικαστήριο κρίνει τις
κοπιώδεις έρευνές του άχρηστες. Η αδιάτρητη παράνοια αποκτά επιτέλους
ρωγμές. «Γιατί σκότωσα; Με κοίταζε σαν πιστό σκυλί, μήπως και της
χαριστώ. Κι εγώ δεν το 'κανα... Γιατί; Αδικα; Αδικα;».
- Το δαιδαλώδες, υπαινικτικό κείμενο και το καθηλωτικό one man
show στο άδειο σκηνικό με 2-3 προβολείς, μας ακολουθεί για ώρα μετά. Ο
εφιάλτης φαντάζει σύγχρονος, «σαν να γράφτηκε χθες». Το κυνήγι μαγισσών
της αντικομμουνιστικής υστερίας διαδέχθηκε ο φανατισμός εναντίον νέων
εχθρών. Κούνδουρος: «Αυτό είναι το τραγικό. Δεν σάλεψε τίποτε από
τότε;».
- Κ.Ε., Ελευθεροτυπία, Τετάρτη 20 Απριλίου 2011
No comments:
Post a Comment