- «Μήδεια» από το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας
Ιδιον της μεγαλαυχίας είναι η αχαριστία και η περιφρόνηση πάντων των άλλων. Ετσι συμπεριφέρθηκε στην πατρίδα του, ΕΣΣΔ, που τον σπούδασε και επί δεκαετίες του έδωσε τη δυνατότητα να σκηνοθετεί. Ετσι συμπεριφέρθηκε και στην Ελλάδα, που του έδωσε τη δυνατότητα (το Ελληνικό Φεστιβάλ και το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, με πολύ χρήμα του ελληνικού λαού) να σκηνοθετήσει - ο ανίδεος από αρχαίο δράμα - την ευριπιδική «Μήδεια». Ο λόγος για τον Ανατόλι Βασίλιεφ, του οποίου διάφορα ιδεολογήματα περί Πλάτωνα και θεάτρου άκουσε η υπογράφουσα πριν λίγα χρόνια σε Διεθνή Συνάντηση Αρχαίου Δράματος στους Δελφούς. Ο Βασίλιεφ - λόγω (ας όψονται κάποιες εφημερίδες που έσπευσαν να τον υπερπροβάλουν και να τον χρίσουν «σπουδαίο») και έργω - επέδειξε μεγαλαυχία, ως να είναι ο εμβριθέστερος, παγκοσμίως και περί παντός του επιστητού, θεατρικός «δάσκαλος». Μεγαλορρημοσύνη περί το αρχαίο δράμα, απαξίωση του ελληνικού θεάτρου (επίσης το αγνοεί), συλλήβδην, και όλων των Ελλήνων ηθοποιών (εμμέσως και των συνεργατών του) και της ελληνικής γλώσσας: Ο θρησκόληπτος Βασίλιεφ (μωραίνει Κύριος...) μεταξύ άλλων είπε και την εξής μωρία: Πιο κοντινή στην αρχαιοελληνική γλώσσα είναι η ρωσική παρά η νεοελληνική. Από αντισοβιετική σύγχυση φρενών, μιλώντας περιφρονητικά για τη σημερινή Ελλάδα τη χαρακτήρισε «σταλινικού τύπου» χώρα, «ακατάλληλη για θέατρο»!!! Με τέτοια έθη, μυαλά και τόση ασχετοσύνη με το αρχαίο δράμα ήταν επόμενα όσα έπραξε σκηνοθετικά. Κουβάλησε μαζί του ένα τσούρμο «ειδικών» για να «διδάξουν» τους «απαίδευτους» ...ιθαγενείς ηθοποιούς που επέλεξε, μετά από επί πληρωμή ακροάσεις εκατοντάδων ηθοποιών. Υπέβαλε σε «εξέταση» ακόμα και την Λυδία Κονιόρδου για το αν θα παίξει ή όχι την Μήδεια. Μετά από εξάμηνο «κοιλοπόνεμα»... του Βασίλιεφ το αλλοπρόσαλλο, πλήθους ασυνάρτητων «ευρημάτων», παρανοϊκά παραμορφωμένου λόγου και αισθητικού τουρλού, τρεισήμισι ωρών (αρχικά ήταν πάνω από τέσσερις ώρες) κατασκεύασμα που είδαμε. Ο Βασίλιεφ έμπλεξε πολιτισμούς, γλώσσες, χορούς, σκοπούς του ρεμπέτικου (πολύ καλή δουλειά η σύνθεση και επιμέλεια του Τάκη Φαραντζή, που στέκει αυτόνομα), ώστε οι ...αμόρφωτοι ιθαγενείς να μάθουμε μερικά πράγματα. Λ.χ., ότι Μήδειες υπάρχουν πάντα και παντού (γι' αυτό ήθελε την Μήδεια ως Σπανιόλα Τσιγγάνα και ολίγον Τουρκογύφτισσα με τρίκυκλο, τον Κρέοντα και τον Ιάσονα δερβίσηδες, τις γυναίκες του Χορού να στροβιλίζονται σε ανατολίτικους πολεμικούς χορούς, τον Αιγέα φουστανελοφόρο βλαχαδερό, την Τροφό ντυμένη πρωτοχριστιανή, τα παιδιά της Μήδειας με μάσκες Σπάιντερμαν, τους μουσικούς με ενδυματολογικό αχταρμά και ο λόγος του τελευταίου Αγγελιοφόρου να εκφωνηθεί ταυτοχρόνως στα ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά, προς βασανισμό τριών ηθοποιών). Τον Βασίλιεφ περιμέναμε για να μάθουμε ότι όμοια ρίζα έχουν οι λέξεις Ταυρίδα, ταυροκαθάψια, ταύρος, ταυρομαχίες, κ.ο.κ. (το σκηνικό παρίστανε αρένα ταυρομαχιών, με αμμοχάλικο που ασκόπως στρωνόταν, ξαναχαλούσε, ξαναστρωνόταν). Το χειρότερο από όλα τα εντυπωσιοθηρικής σκοπιμότητας παράταιρα, ανούσια, βλακώδη στοιχεία της σκηνοθετικής και υποκριτικής «διδασκαλίας» ήταν ο ακρωτηριασμός του λόγου και των υποκριτικών ικανοτήτων των αξιότατων ηθοποιών. Ο Βασίλιεφ εντελώς διαστροφικά - και δικτατορικά - αλαλιάζοντας τους δόλιους ηθοποιούς, ξεχαρβάλωσε όχι απλώς την ευριπιδική ποίηση αλλά και τη φύση της ανθρώπινης ομιλίας. Την έμφυτη στον άνθρωπο λογική ροή της. Αγνοώντας τα ελληνικά, επέβαλε στους ηθοποιούς μια παράξενη, κοφτή, ασυνεχή, οξύτονη, ψυχρή, απαγγελτική, αφύσικη εκφορά του λόγου. Αλαζόνας ων, δεν κατάλαβε ότι οφείλει ευγνωμοσύνη στους ταλαντούχους ηθοποιούς (με τη σειρά εμφάνισης) Αγλαΐα Παππά, Δημήτρη Κανέλλο, Γιώργο Γάλλο, Νίκο Ψαρρά, Αλεξία Καλτσίκη. Προπαντός στην Λυδία Κονιόρδου, που με την πείρα και τη «δύναμή» της ως διευθύντριας του θεάτρου και «εργοδότριας» του Βασίλιεφ (εκείνη τον επέλεξε και υπερασπίζοντάς τον υπερασπίζει την επιλογή της), αποδείχνοντας για μια ακόμη φορά το πραγματικά σπουδαίο ερμηνευτικό ταλέντο της, μπόρεσε υποκριτικά να «κλέψει» - δηλαδή να ελαχιστοποιήσει τις υποκριτικές ανοησίες που ήθελε ο σκηνοθέτης και για το ρόλο της Μήδειας.
- «Αγαμέμνων» με το «Θέατρο Δωματίου»
Τα Επιδαύρια, επί πολλά χρόνια είχαν υπερ-κορεστεί από παλιομοδίτικου, μεγαλόστομου ακαδημαϊσμού, ρουτινιασμένων, τυποποιημένα φορμαλιστικών σκηνοθετικών και ερμηνευτικών «κωδίκων», ερμηνευτικά άτολμες, «καθωσπρεπικά» ψυχρές παραστάσεις αρχαίου δράματος. Τώρα ολισθαίνουν αντίθετα: Χωρίς γνώση και μελετητική βάσανο, προς μια υπεράνω μέτρου και ορίων, ασύστολα εντυπωσιοθηρική, δήθεν τολμηρή, νεοτερική, εκσυγχρονιστική, συχνά διασκευαστική «ανάγνωση» του αρχαίου δράματος. Ολα γίνονται, όλα θεωρούνται «θεμιτά», ερήμην του αρχαίου πρωτοτύπου. Αυτό το «δρόμο», απερίσκεπτα και φλύαρα, πήρε η παράσταση του αισχυλικού «Αγαμέμνονα» από την πρωτοδοκιμαζόμενη στο αρχαίο δράμα Αντζελα Μπρούσκου. Με μια πεζολογική μετάφραση (Νικολέττα Φριντζήλα), με σκηνικό ένα απέριττο πατάρι (Γκάυ Στεφάνου), σύγχρονα κοστούμια (δικά της) και λαϊκότροπη μουσική (Νίκος Βελιώτης), η Α. Μπρούσκου επιχείρησε να παρομοιάσει ανόμοια πράγματα. Να αναγάγει το μύθο και τα πρόσωπα του Αισχύλου στην Ελλάδα του 20ού αιώνα. Την ιμπεριαλιστική εισβολή των Αχαιών στην Τροία με τους Μακεδονικούς Πολέμους και τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η αναγωγή της κάπως θα στεκόταν αν ήταν συγκροτημένη, χωρίς τα παράταιρα με το έργο, «φάλτσα» σύμβολα που χρησιμοποίησε. «Αρχοντες» και «τιμημένους γέροντες» αποκαλεί ο Αισχύλος το Χορό των παλατιανών συμβούλων. Ενώ βάσει της εκσυγχρονιστικής ιδέας της ο Χορός θα μπορούσε να αναλογεί στους παρά το παλάτι μεγαλοαστούς του 20ού αιώνα, τον μετέτρεψε σε Χορό προλεταρίων με τραγιάσκες, που - προσβάλλοντας την έννοια «λαός» - τους εμφάνισε σαν σκυλολόι, σερνάμενους γλείφτες της εξουσίας. Χρησιμοποιώντας ως «εύρημα» ένα καρπούζι έφτασε ακόμα και να γουρουνοποιήσει το Χορό, βάζοντάς τον να τρώει κομμάτια καρπουζιού και να κυλιέται πάνω σ' αυτό σαν τα γουρούνια. Αγνοώντας (ή μήπως κοροϊδεύοντας;) το γιατί, πότε, για ποιους γράφτηκε ο Υμνος της Κομμουνιστικής Διεθνούς, χρησιμοποίησε τη μουσική του ως «ύμνο» του Χορού για τους ήρωες του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Χρησιμοποιώντας το σήμα της ειρήνης, μάλλον αντίθετα απ' ό,τι επιδίωκε, κατάφερε να το γελοιοποιήσει βάζοντάς το στην ντυμένη με σημερινή αθλητική φόρμα, που την πετά και ξεγυμνώνεται, με μια εντελώς «τρελιάρα», γελοιοποιητική εκδοχή του ρόλου της Κασσάνδρας (Παρθενόπη Μπουζούρη). Με σκηνοθετική παρέμβαση αυξήθηκε κειμενικά η παρουσία του Κήρυκα (με φουστανελοφόρο τον Κωνσταντίνο Αβαρικιώτη) και μεγεθύνθηκε στο έπακρο ο ρόλος της Κλυταιμνήστρας (εξαιρετική η Αμαλία Μουτούση). Με σύγχρονη ναυτική στολή και εξωτικά χαϊμαλιά έντυσε τον Αγαμέμνονα (καλός, σύμφωνα με τη σκηνοθεσία, ο Μηνάς Χατζησάββας) και σοβαροποίησε τον σιχαμερό Αίγισθο (Μάξιμος Μουμούρης).
ΘΥΜΕΛΗ, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Τετάρτη 10 Σεπτέμβρη 2008
No comments:
Post a Comment