- Της Δάφνης Κοντοδήµα
- ΤΑ ΝΕΑ: Τετάρτη 8 Ιουνίου 2011
Γνώρισε την Ελλάδα µέσα από βιντεοκασέτες του ελληνικού κινηµατογράφου του ‘60, τιςοποίες έφερνε στο σπίτι του στο Ντύσελντορφ η ελληνίδα κυρία που τον φρόντιζε όταν ήταν ακόµη παιδί. Θυµάται ακόµη και σήµερα τη λαχτάρα του για κωµωδίες του Θανάση Βέγγου.
Ο Ελληνογερµανός Σαράντος Ζερβουλάκος παραδέχεται ότι το ελληνικό χιούµορ επηρεάζει τη ζωή και την καριέρα του. Μια «Λυσιστράτη» ήταν, άλλωστε, η αιτία που βρέθηκε να σκηνοθετεί στο περίφηµο Μπούργκτεατερ της Βιέννης σε ηλικία 30 ετών.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη από µητέρα Γερµανίδα και πατέρα Ελληνα – και οι δύο είναι γιατροί. Επειτα από τρία χρόνια µετακόµισαν στη Γερµανία για ένα καλύτερο µέλλον. Ο Σαράντος Ζερβουλάκος, από το Ντύσελντορφ όπου µεγάλωσε, βρέθηκε στο Βερολίνο για σπουδές ιατρικής. Τον κέρδισε όµως η µεγάλη του αγάπη, το θέατρο.
Οι ευκαιρίες που δίνονται σε καλλιτέχνες στη Γερµανία είναι, λέει, πολλές. Οι πόρτες, ωστόσο, δεν άνοιξαν εν µια νυκτί για τον νεαρό σκηνοθέτη. «Εκανα τα πάντα για να βρίσκοµαι κοντά σε ανθρώπους του θεάτρου και να µαθαίνω από εκείνους. Εργάστηκα ως ηθοποιός και ως βοηθός σκηνοθέτη σε θέατρα του Βερολίνου» λέει στα «ΝΕΑ». Σε άπταιστα ελληνικά, καθώς «εάν δεν ξέρεις τη γλώσσα του πατέρα σου, δεν ξέρεις ποιος είσαι». Εγινε δεκτόςτο 2006 στο εργαστήρι σκηνοθεσίας και υποκριτικής «Μαξ Ράινχαρντ» της Βιέννης. Γεγονός που τον εξέπληξε. Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι µόνο δύο από τις 100 αιτήσεις γίνονται δεκτές κάθε χρόνο στο τµήµα σκηνοθεσίας. Η αρχή έγινε το 2008 µε τη σκηνοθεσία της κωµωδίας του Αριστοφάνη «Λυσιστράτη», µε την οποία συµµετείχε σε ένα φεστιβάλ κρατικών σχολών θεάτρου από τη Γερµανία, την Αυστρία και την Ελβετία. Στην παράσταση αυτή µετέφερε τους ήρωες σε ένα πολιτικό γραφείο. Στο δηµαρχείο της Αθήνας, συγκεκριµένα.
Ο τρόπος που παρουσίασε το διαχρονικό αυτό έργο εντυπωσίασε τον διευθυντή του Μπούργκτεατερ. «Μου είπε πως ήταν... µεσογειακό. Ξεχώριζε κυρίως για το ιδιόµορφο χιούµορ του» σχολιάζει ο Σαράντος Ζερβουλάκος. «Αναγνωρίζω το ελληνικό χιούµορ, ως άµεσο και “επιθετικό”. Οι Ελληνες µπορούν να µιλούν για σοβαρά ζητήµατα µε µια κωµική ατάκα. Είναι ένας τρόπος για να αντιµετωπίζουµε τις δύσκολες καταστάσεις» λέει.
Τι άλλο του έρχεται στον νου όταν σκέφτεται την Ελλάδα; «Η πολλή κουβέντα, ο διάλογος – στοιχεία δηµοκρατικά. Αλλά και η περιέργεια. Με την καλή έννοια» απαντά. «Καρπούζια, καρπουζάκια» µου λέει χαµογελώντας, καθώς δίπλα του περνά πλανόδιος µανάβης µε ντουντούκα. «Αυτός ο αυθορµητισµός και η εξωστρέφεια µε χαλαρώνει».
Μετά τη «Λυσιστράτη», ανέβασε το «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» στο Ζάλτσµπουργκ. Το 2010 έφερε στη σκηνή του ∆ηµοτικού Θεάτρου της Χαϊδελβέργης τη θεατρική διασκευή τού «Ανατολικά της Εδέµ».
Μετά την αποφοίτησή του από το εργαστήρι, ανέβασε στο περίφηµο Μπούργκτεατερ της Βιέννης την «Καλοκαιρινή νύχτα» των Ντέιβιντ Γκρέιγκ και Γκόρντον ΜΑΚΙντάιρ. Ενα όνειρο που εκπληρώθηκε µε τον αυστριακό Τύπο να πλέκει εγκώµια για τον σκηνοθέτη από τη Θεσσαλονίκη. Αργότερα, καταπιάστηκε µε ήρωες της αρχαίας ελληνικής τραγωδίες µέσα από κείµενα γερµανών δραµατουργών. «Αποφάσισα να ανεβάσω στη Γερµανία την “Ιφιγένεια εν Ταύροις”. Οχι του Ευριπίδη, αλλά του Γκαίτε. Είναι πιο κοντά στο κοινό, καθώς εδώ και χρόνια διδάσκεται στα γερµανικά σχολεία» σχολιάζει ο Σαράντος Ζερβουλάκος. Για ποιον λόγο επέλεξε την «Ιφιγένεια»; «Μας διδάσκει ότι η τελική απόφαση ανήκει στον άνθρωπο. Σε καθένα από εµάς».
«Ενα ιδιαίτερο love story Ελλήνων και Γερµανών»
Σχέδια για το µέλλον ο Σαράντος Ζερβουλάκος κάνει κάθε φορά που βρίσκεται, σε σύντοµο ταξίδι, στην Ελλάδα. Μπροστά στον Λευκό Πύργο ή πίνοντας καφέ στο Σύνταγµα. «Ετσι καθαρίζει το µυαλό µου», λέει ο νέος σκηνοθέτης. Τον Σεπτέµβριο θα παρουσιάσει τον «Χρυσό ∆ράκο» του Ρόναλντ Σίµελπφενιχ και την «Οδύσσεια» του Οµήρου στην Αυστρία. Ενώ θα ανεβάσει τη «Μήδεια» του Φραντς Γκριλπάρτσερ στο Ντύσελντορφ. «Επιλέγω κείµενα που µέσα από το ιδιωτικό αποκαλύπτουν τον δηµόσιο βίο», λέει ο Σαράντος Ζερβουλάκος, που ήδη σκέφτεται να φέρει τη δουλειά του και στην Ελλάδα. «Υπάρχει ένα ιδιαίτερο... love story ανάµεσα στους Ελληνες και τους Γερµανούς που κρατά αιώνες», λέει καθώς παρακολουθεί τα περί ελληνικής κρίσης µέσα από τα γερµανικά µέσα. «Οι Γερµανοί θαυµάζουν τους Ελληνες επειδή ξέρουν πώς να περνούν καλά. Και οι Ελληνες θαυµάζουν την πειθαρχία των Γερµανών».
No comments:
Post a Comment