Στην κατηγορία «Νέες θεατρικές πραγματικότητες» του ίδιου θεσμού
βραβεύτηκαν είκοσι σκηνοθέτες, οκτώ θίασοι (όλοι με έντονη την παρουσία
του σκηνοθέτη), μία συγγραφέας (η Β. Srbljanovic) και το λονδρέζικο
Royal Court Theatre (για την προσφορά του στην ανάπτυξη της νέας
δραματουργίας).
-
ΣΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ
Θα μου πείτε «και τι έγινε;» Εκτιμώ πολλά και ενδιαφέροντα.
Γιατί τα εν λόγω βραβεία δεν εκπροσωπούν απλώς το γούστο των θεατρικών
θεσμών της γηραιάς ηπείρου, αλλά κυρίως νομιμοποιούν, εάν όχι
επιβάλλουν, συγκεκριμένες τάσεις. Η σημασία μιας βράβευσης, πέρα από
ηθική και μερική υλική ανταμοιβή, είναι και ένα διαβατήριο που οδηγεί
στα μεγάλα φεστιβάλ, στην κατάληψη σημαντικών καλλιτεχνικών θέσεων κ.λπ.
Δέστε ποιοι κάθονται σήμερα στην καρέκλα του διευθυντή των μεγάλων
θεατρικών οργανισμών. Ολοι τους με κάποια βραβεία στις αποσκευές τους.
Σύμπτωση; Μάλλον όχι. Δέστε ποιοι έχουν τον έλεγχο των φεστιβάλ. Και
πάλι σκηνοθέτες (οι περισσότεροι), οι οποίοι συνήθως καλούν άλλους
σκηνοθέτες που έχουν βραβευτεί και που περιφέρουν την τέχνη τους από
φεστιβάλ σε φεστιβάλ (εξ ου και η φράση που τους συνοδεύει: «Airport
art»). Δέστε ακόμη τον τρόπο που διαφημίζονται οι φεστιβαλικές
παραστάσεις. Πάρτε το δικό μας φεστιβάλ και ρίξτε μια ματιά στα πρόσφατα
ρεπορτάζ. Τι μπαίνει στον τίτλο ως είδηση-κράχτης; Μα ο σκηνοθέτης,
φυσικά. «Ερχεται η Μνουσκίν, ο Γουίλσον, ο Καστελούτσι». Μόνο
παρεμπιπτόντως θα εμφανιστεί ο τίτλος κάποιου δραματικού έργου ή το
όνομα του συγγραφέα ή του ηθοποιού (μοναδική εξαίρεση ο Κ. Σπέισι, και
τούτο γιατί έρχεται κατευθείαν από τον κινηματογράφο, όπου ο απόλυτος
σταρ είναι ο ηθοποιός). Και τι κουβαλούν στις αποσκευές τους όλοι αυτοί;
Σίγουρα δεν έρχονται να μας γνωρίσουν κάποιο συγγραφέα (δεν συνηθίζουν
να το κάνουν). Ερχονται να μας δείξουν τις προτάσεις τους που βασίζονται
σε διασκευές έργων ή θραύσματα αφηγήσεων ή επάνω σε ένα απόλυτα
προσωπικό όραμα. Και, βεβαίως, δικαίωμά τους. Το πρόβλημα με αυτή την
πρακτική είναι ότι έχει δημιουργήσει την εντύπωση πως δεν υπάρχουν πια
καλοί σύγχρονοι συγγραφείς θεάτρου. Εάν ρωτήσετε έναν ενημερωμένο έλληνα
θεατρόφιλο να σας κατονομάσει ένα σύγχρονο βέλγο καλλιτέχνη θεάτρου,
στην καλύτερη περίπτωση θα σταθεί σε κάποιον από τους Φαμπρ και Κασίερς,
άντε και στην ομάδα tg STAN. Πολύ αμφιβάλλω εάν θα αναφέρει κάποιον
συγγραφέα. Το ίδιο ισχύει εάν τον ρωτήσετε για κάποιο Λιθουανό. Θα
απαντήσει, Κορσουνόβας. Από την Πολωνία, Λούπα και πάει λέγοντας. Ακόμη
και στα θεατρολογικά συνέδρια, οι ανακοινώσεις επάνω στη δουλειά
σκηνοθετών και παραστάσεων έχουν αρχίσει να ξεπερνούν σε όγκο εκείνες
που επικεντρώνονται στην ποιητική του κειμένου του συγγραφέα. Το πώς
φτάσαμε εδώ είναι γνωστό.
Εν αρχή ήταν το έργο, μετά το ανοικτό κείμενο, από κει το
σενάριο και τέλος το κολάζ. Από το δράμα περάσαμε στη θεατρική
περφόρμανς, μετά σκέτο περφόρμανς και τώρα στο πρότζεκτ. Ακόμη και
γνωστοί συγγραφείς, όπως ο Ρέιβενχιλ και ο Νίλσον, αντιμετωπίζουν το
ίδιο το έργο τους σαν ένα σκαρίφημα («script» το ονομάζουν) που
ολοκληρώνεται στις πρόβες. Είναι σαν να παραδέχονται ότι η έννοια της
δημιουργίας δεν ανήκει πια σ' αυτούς, αλλά στον «μάγο» σκηνοθέτη, ο
οποίος, συχνά με τη βοήθεια ενός δραματουργού (βλ. Μάγενμπουργκ, Στέφανι
Καρπ κ.ά.), αναζητεί τη δική του «χώρα», όπως θα έλεγε ο Λακάν ή η
Κρίστεβα, που μπορεί να είναι κάποια οπτικά ταμπλό (βλ. Γουίλσον),
κάποια ιδιαίτερη κίνηση και απρόσμενες ηχητικές συνθέσεις (βλ. Μαρτάλερ)
ή καμιά δεκαριά στίχοι (ό,τι κράτησε από τον πρωτότυπο «Αμλετ» των
περίπου 3.800 στίχων ο σκηνοθέτης Ζόλντακ).
No comments:
Post a Comment