Στέλλα Κρούσκα, Θανάσης Βλαβιανός και Μαρία Κορδώνη στην παράσταση του «Εμπρός» |
Το ιδιόρρυθμο έργο του Μάρτιν Κριμπ μάς είναι γνωστό από την πρόσφατη παρουσίασή του στο «Εμπρός», πριν από δύο περίπου χρόνια. Τότε συναντήσαμε για πρώτη φορά το δημιούργημα του Αγγλου συγγραφέα, που έμοιαζε να συμπληρώνει τις παλιότερες «Απόπειρές» του αλλά και να επεκτείνει παραπέρα την αφηγηματική τους περιπέτεια.Αν και πρόσφατη η πρώτη συνάντηση, το δεύτερο ανέβασμα μοιάζει να προκαλεί ξανά, στη μετάφραση της Χριστίνας Μπάμπου-Παγκουρέλη, την ίδια αινιγματική έλξη, την ίδια απροσδιόριστη γοητεία. Πρόκειται για σύνθεση τριών σύντομων ιστοριών, που βαδίζουν κλιμακωτά πάνω στον ίδιο άξονα: στη γένεση της βίας και την κυκλικότητά της μεταξύ θυμάτων και θυτών (σταθερά θέματα στο θέατρο της νέας, οργισμένης γενιάς Βρετανών συγγραφέων όπου ανήκει και ο Κριμπ), μια βία που όταν ερμηνεύεται εξωτερικά μοιάζει αποσπασματική και αδιέξοδη.
Το εύρημα του Κριμπ είναι ότι στις ιστορίες του παραλείπει τον συνδετικό ιστό ενός κεντρικού αφηγητή, που θα αναλάμβανε εκτός όλων των άλλων και το τελικό στόχο του έργου. Τώρα η θέση αυτή διαχέεται σε τρεις ομιλητές-σεναριογράφους, που αγωνίζονται σαν αφηγητές και αποδέκτες της αφήγησης τους, ατομικά όσο και συλλογικά, να κατανοήσουν το βαθύτερό της νόημα. Εις μάτην. Στην πρώτη ιστορία, η εικόνα μιας ολοκληρωμένης γυναίκας και μητέρας κρύβει μια ιστορία γυναικείας ματαίωσης και σχιζοφρένειας. Στη δεύτερη, η εικόνα ενός ολοκληρωμένου οικογενειάρχη αντιστρέφεται στο πρόσωπο ενός μακελάρη σφαγέα αθώων παιδιών. Στην τελευταία ιστορία, η εικόνα μιας ολοκληρωμένης, ασφαλούς οικογένειας αποκαλύπτει τη διαρκή κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, το παράλογο και ανερμήνευτο που κρύβει ή ακόμη και τρέφει στα σωθικά της. Το ερώτημα περιγράφεται, δεν ερμηνεύεται.Δεν είναι διόλου άτοπο να δούμε το έργο του Κριμπ σαν ιδιοφυή μεταμπρεχτική σύνθεση που ζητά από τους ηθοποιούς και τους θεατές της εγρήγορση αλλά και βιωματική συμμετοχή. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ καταλληλότερο τόπο για κάτι τέτοιο από το νέο χώρο της Μαυρομιχάλη. Μέσα στο εργαστήριο των ηθοποιών, μισοβυθισμένοι σε μια συντροφική και χειροποίητη παράσταση, παρακολουθούμε το έργο σαν συλλογική δοκιμασία με λόγο, χορό και τραγούδι. Η σκηνοθεσία του Φώτη Μακρή είναι πριν απ' όλα ένα σκηνικό ερώτημα που αφορά τη θέση του ηθοποιού και το ρόλο του, τους όρους του θεάτρου, τη συμμετοχή των θεατών. Ακολουθώντας το, οι ηθοποιοί της παράστασης (Θανάσης Βλαβιανός, Μαρία Κορδώνη, Στέλλα Κρούσκα και ο ίδιος ο σκηνοθέτης) στέκονται κριτικά και αποστασιοποιημένα, στη θέση εκείνων που καθοδηγούν μάλλον παρά υποδύονται, που ψάχνουν και δημοσίως διαπορούν, έστω και με την πρόφαση της τέχνης τους. Δεν ωραιοποιεί βέβαια αυτό την ακατέργαστη και ημιτελή εικόνα της παράστασης, στηρίζει όμως μια ενδιαφέρουσα εκ μέρους της απόδοση ενός απαιτητικού έργου-άσκηση.* [Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ, Ελευθεροτυπία,
2 - 14/06/2008]
No comments:
Post a Comment