Saturday, June 14, 2008

Ο ΕΠΙΚΑΙΡΟΣ ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΠΡΕΧΤ



Λίγο πριν από το τέλος της σεζόν, η παράσταση της «Σχεδίας» μάς έφερε σε επαφή με τον επίκαιρο στοχασμό του Μπρεχτ αλλά και το διεθνή μοντερνισμό της τελευταίας εσοδείας. Θυμίζοντας την πρόταση του θιάσου «Ασκηση» στον «Βυσσινόκηπο», ο Βασίλης Κανελλόπουλος παρέδωσε το πρώτο σχεδίασμα του «Αρτούρο Ούι» πάνω στο γνωστό επιθετικό, «υστερικό» ύφος που κάνει θραύση στις σκηνές του Βερολίνου, με τη μορφή ενός νέου, αναστημένου εξπρεσιονισμού.
Μερικά πράγματα μένουν βέβαια σταθερά από την εποχή του Μεσοπόλεμου. Οπως επιβάλλει ο εξπρεσιονισμός εδώ και έναν αιώνα, το κοστούμι των ρόλων φοριέται με το μέσα-έξω και ό,τι αποτελεί το υπόβαθρο του ρεαλισμού ανεβαίνει για μια ακόμη φορά στο βάθρο. Η σκηνή μετατρέπεται σε εργαστήρι ανατομίας, όπου οι θεατές, σαν σπουδαστές της Ιατρικής, εξετάζουν το μυϊκό και φλεβικό σύστημα του σκηνικού σώματος χωρίς την ανακουφιστική ωραιοποίηση του δέρματος.
Είναι απαραίτητη όμως στο σημείο αυτό μια παρατήρηση: Η πολλαπλή και αθροιστική προσέγγιση των κλασικών συγγραφέων λειτουργεί σαν δεξαμενή αναπλήρωσης του περιεχομένου, που κινδυνεύει να χαθεί πίσω από τη διόγκωση και την προβάδιση της φόρμας. Ο νέος εξπρεσιονισμός απευθύνεται κυρίως σε μυημένους και απαιτητικούς θεατές, οι οποίοι ζητούν, ή τουλάχιστον αποδέχονται, μια εκκεντρική μα καινοφανή απεικόνιση του κλασικού.
Ο Μπρεχτ, που αποτέλεσε το χρυσό παιδί του παλιού γερμανικού εξπρεσιονισμού, δεν έχει ασφαλώς πρόβλημα να αντιμετωπίσει το νέο κύμα του. Δεν είναι επομένως περίεργο ότι η προσέγγιση στη «Σχεδία» όχι μόνο δεν προβληματίζει με την εξτραβαγκάντσα της, αλλά αντίθετα μοιάζει να προωθεί τη φόρμα του έργου παραπέρα. Από τη μια τοποθετεί το έργο στο σημερινό περιβάλλον της εικονικής υστερίας των βιντεογκέιμ και της διαλυτικής τηλεοπτικής αισθητικής. Και από την άλλη, βρίσκει αναλογίες του επικού θεάτρου με τα σημερινά δεδομένα του τηλεοπτικού τοπίου.
Οπως είπαμε όμως, η απόδοση του Κανελλόπουλου προϋποθέτει ένα μυημένο κοινό, που γνωρίζει βασικά στοιχεία του έργου, τουλάχιστον την υπόθεση και τον κεντρικό προβληματισμό του. Αλλιώς, τα πράγματα γίνονται δύσκολα. Διαβάζοντας το δελτίο Τύπου της παράστασης, διαπιστώνουμε πως δεν έγινε καμιά παραχώρηση στο περιεχόμενο. Ο «Αρτούρο Ούι» δεν αποδόθηκε σαν ίντριγκα διαφθοράς και διαπλοκής αλλά σαν μια εξαιρετικά λεπτή ανάλυση του συστήματος χειραγώγησης σε μια απρόσωπη δημοκρατία, σαν στοχαστική ανατομία των δομών εξουσίας και των τρόπων ανάρρησης που σε μια σύγχρονη πολιτεία (προπολεμική Γερμανία, μεταπολεμική Αμερική ή σημερινή Ελλάδα, αδιάφορο) προωθούν τη βία και το φασισμό. Για να γίνει κατανοητό κάτι τέτοιο, ο απλός θεατής (που πιθανόν βλέπει για πρώτη φορά το έργο) οφείλει να διατηρεί τη συγκέντρωση και την επαφή του με το περιεχόμενο απερίσπαστα από την υπερδιογκωμένη φόρμα και τα ευρήματα του σκηνοθέτη.
Για μια ακόμη φορά είδαμε ένα σύνολο γενναίων ηθοποιών (Ντίνος Ποντικόπουλος, Κώστας Γεραντώνης, Ανδρονίκη Αβδελιώτη, Κωνσταντίνα Μάρα, Τζίνα Αποστολοπούλου, Χάικ Κασαρτζιάν) να διαθέτει εκτός από πίστη στο διακύβευμα (ώστε να ρισκάρουν ακόμα και τη σωματική τους ακεραιότητα), καλή φυσική κατάσταση και αμεσότητα. Η Ελένη Μακρή υπήρξε ένας πειστικός παραβολικός Αρτούρο Ούι, σαν είδωλο του κακού και σαν απρόσωπο και άφυλο σημάδι της παρακμασμένης δημοκρατίας μας.
Τα σκηνικά και κοστούμια του Οδυσσέα Καψάλου συντονίστηκαν έξυπνα με τις υψίσυχνες μεταδόσεις της τηλεοπτικής αισθητικής μας.* [Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ, Ελευθεροτυπία, 2 - 14/06/2008]

No comments: