Sunday, June 8, 2008

ΟΙ "ΦΩΝΕΣ" ΤΟΥ ΑΛΑΝ ΜΠΕΝΕΤ...

Του Κώστα Γεωργουσόπουλου, ΤΑ ΝΕΑ, 9/6/2008

Όλγα Τουρνάκη, Σμαράγδα Σμυρναίου (επάνω), Δημήτρης  Καραμπέτσης, Χαρά Κεφαλά (κάτω) στους μονολόγους «Φωνές»  (του Άλαν Μπένετ), σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη
Όλγα Τουρνάκη, Σμαράγδα Σμυρναίου (επάνω), Δημήτρης Καραμπέτσης, Χαρά Κεφαλά (κάτω) στους μονολόγους «Φωνές» (του Άλαν Μπένετ), σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη


Σπάνια τον τελευταίο καιρό είχα την ευκαιρία να χαρώ καθαρό θέατρο, χωρίς νοθείες και εμβόλια σχολιασμών. Εν πρώτοις, έστω και αργοπορημένα, να εκφράσω τον θαυμασμό μου για τον «τόπο συνάντησης Ανατολής και Δύσης, Αγγέλων Βήμα» έναν εξαίσιο χώρο πνευματικών (μουσικών, χορευτικών, θεατρικών, εικαστικών) εκδηλώσεων πίσω από το Εθνικό Θέατρο. Ένα νεοκλασικό, έως πρόσφατα εγκαταλειμμένο τριώροφο μετατράπηκε με υψηλό γούστο, φινέτσα, ευγένεια σε έναν πολυχώρο τεχνών, όπου λειτουργεί ακόμη και εστιατόριο και μπαρ.

Οφείλεται σε μια ευαίσθητη γυναίκα, την κ. Δαλαμάγκα- Καλογήρου και στον καλλιτεχνικό διευθυντή, τον γνωστό και μη εξαιρετέο Κοραή Δαμάτη. Δεν είχα ώς τώρα την τύχη να επισκεφτώ εξαιτίας άλλων ποικίλων εκδηλώσεων αυτό το κόσμημα της Αθήνας. Τώρα χάρις και στην παράσταση («Φωνές») που απόλαυσα, διαπίστωσα άλλη μια φορά πως το γούστο είναι ενιαίο και η ποιότητα αδιαίρετη. Ο χώρος εμπνέει και σεβασμό και μέτρο αναλογίας και αισθητική ηθική. Μακάρι να το αντιλαμβάνονταν αυτό και οι επιβήτορες της Επιδαύρου. Αλλά ου γαρ οίδασι τι ποιούσι, αφού δεν έχουν συνετισθεί από το γεγονός πως η Επίδαυρος και κάθε ειδικός χώρος εκδικείται και καταβροχθίζει τους αφελείς, τους αδαείς και τους αλαζόνες.
Στο μικρό καλόγουστο
θεατράκι του τρίτου ορόφου, ο Δαμάτης με οίστρο και λεπτούς χειρισμούς οδήγησε ηθοποιούς τριών γενεών να βυθιστούν στα υπέροχα κείμενα του Άλαν Μπένετ. Ο Άγγλος αυτός συγγραφέας, ένας από την πλειάδα τής μετά το ΄60 βρετανικής θεατρικής άνοιξης, δεν μας είναι πολύ γνωστός αλλά όχι και τελείως άγνωστος. Διακρίνεται για την επιλεκτική του θεματογραφία που αντλεί από την καθημερινότητα, αλλά δεν νατουραλίζει κι αυτό χάρις στο βιτριολικό του χιούμορ, στη βαθιά ανθρώπινη ειρωνεία του και στην καταλυτική του κατεδάφιση που αναφέρεται στα στερεότυπα ενός λαού, όπως ο βρετανικός με πάγιες αγκυλώσεις, σεμνοτυφία βικτωριανής καταγωγής και ηθικολογικές συνταγές βίου. Ο Μπένετ όμως, αν και είναι αυθεντικά Βρετανός, κατορθώνει να διατυπώνει κρίσεις που αναλύουν φαινόμενα που είναι σήμερα κοινά και οικεία ακόμη και σε κοινωνίες νότιες, συναισθηματικότερες και ελευθεριότερες όπως η ελληνική. Ίσως να διαφέρει η θερμοκρασία και η συγκεκριμένη συνθήκη, όμως οι συμπεριφορές τουλάχιστον ως σχήματα και γενικά χαρακτηριστικά βίου αναγνωρίζονται ως τουλάχιστον συγγενή.
Ο Δαμάτης έχοντας το όχημα των εύστοχων και θεατρικά ευθύβολων μεταφράσεων του Ερρίκου Μπελιέ, γλέντησε κυριολεκτικά με τους ρυθμούς, τις παύσεις, τις αμηχανίες, τα υπονοούμενα, τις ηθικολογικές περσόνες, αλλά και τις αποκαλυπτικές εξομολογήσεις τεσσάρων μοναχικών πλασμάτων αξιολύπητων αλλά και άκρως διασκεδαστικών, πονηρών, αφελών και συνάμα διαβολικών που κινούνται με μαεστρία ανάμεσά μας και μας εκμεταλλεύονται, μας υπονομεύουν, μας παγιδεύουν, μας ξεζουμίζουν, μας καλύπτουν και μας εκθέτουν, μας λεηλατούν και μας χαρίζονται με μόνο σκοπό τους την πλήρωση του υπαρξιακού τους κενού, αλλά και την κένωση της συσσωρευμένης κακίας τους, της καταπιεσμένης ύπαρξής τους.
Ένας άντρας, «μαμάκιας» (για να θυμηθώ ένα αριστουργηματικό μονόλογο του δικού μας Μπένετ, του Λαζόπουλου) εξαρτημένος πλήρως από την ελευθεριάζουσα και στα γεράματά της μητέρα του, υποχόντριος, ζηλιάρης, μίζερος, ψυχαναγκαστικός που νιώθει να χάνει τα ερείσματά του όταν η γριά κότα μητέρα του είναι αποφασισμένη να ξοδέψει και την τελευταία ρανίδα από το ερωτικό της ζουμί! Ο Δημήτρης Καραμπέτσης, ηθοποιός τόνων και ημιτονίων, έδωσε στον μονόλογο «Πατατάκι μέσα στη ζάχαρη» έναν αναγνωρίσιμο τύπο ανεκδήλωτου αμφίφυλου με γούστο, μέτρο και πικρό παράπονο πασπαλισμένο με κρύο χιούμορ.
Η Σμαράγδα Σμυρναίου,
αυτή η θεατρίνα ολκής, έπλασε έναν αξέχαστο τύπο καταπιεσμένης πρεσβυτέρας που δειλά αλλά αποφασιστικά σπάει τα κάγκελα του προτεσταντικού της κλουβιού και το τσόφλι του κλούβιου ερωτικά πάστορα συζύγου της, για να βρει την απογείωση της ηδονής στις ερωτικές παραδόσεις ενός νεαρού Ινδού μαέστρου στις τεχνικές της Κάμα Σούτρα! Η Σμυρναίου έπαιξε θέατρο με λοξές ματιές, υγρά μάτια, τρέμουλα χειλιών και ανυπόμονα χέρια. Ο τρόπος που αφηγούμενη τις ερωτικές της ανακαλύψεις, νωχελικά ανακαλούσε στη μνήμη και αποτύπωνε στο κορμί και στην υγρότητα των λέξεων την ανάπλαση της απόλαυσης, μάθημα υποκριτικής («κρεβάτι ανάμεσα στις φακές»).
Το χαρισματικό πλάσμα που ονομάζεται Χαρά Κεφαλά, αυτή η σπουδαία κωμίκα και προικισμένη περφόρμερ, χορεύτρια, τραγουδίστρια, νουμερίστα, υποδύθηκε μια κοτούλα θεατρινούλα που ψάχνοντας μια δουλειά, παραδίδεται έτσι στα χαζά στον κάθε υποτιθέμενο «προαγωγό» της στο θέατρο. Η Κεφαλά κατόρθωσε να δώσει στον τύπο που έπλασε μια βαθιά πίκρα, μια αλλοτριωμένη αλλά συνειδητή στην αλλοτρίωσή της γυναίκα, υποταγμένη στους «νόμους» της κοινωνίας του θεάματος για να επιβιώσει αλλά και ένα θηλυκό που, αφού ενέδωσε στο σύστημα, ξέρει και να γλεντάει τη μιζέρια της απολαμβάνοντας τις στιγμές κρατώντας στο πίσω μέρος του μυαλού της μια βαθιά τραγική νότα της επερχόμενης φθοράς του χρόνου. («Η ευκαιρία της ζωής της»).
Χωρίς νοθείες και μπιχλιμπίδια
Η πολύπειρη
και βαρύτιμη καριέρα της Όλγας Τουρνάκη την οδήγησε να σχεδιάσει με τα σπάταλα προσόντα της αλλά και με λιτή τους για κάθε περίσταση χρήση μια αριστουργηματική Αγγλίδα καρατερίστα, έναν τύπο ανάμεσα στην αφέλεια, την κουτοπονηριά, την έμφυτη κακία αλλά και την περίτεχνη στρατηγική τού ελλοχεύοντος σκορπιού, που μας θύμισε τις ανεπανάληπτες γριές του αγγλικού σινεμά, όπως η Μαργαρίτα Ράδεφορντ. Η γηραιά κυρία που αλληλογραφεί με τις αρχές, ανωνυμογραφεί καταδίδοντας τους γειτόνους της και υποκαθιστώντας την αστυνομία, παρακολουθεί τους γύρω και συσχετίζει αλλόκοτα σχέσεις και ενοχές με κριτήριο τη σχολαστική της ηθικολογία, βρήκε στην Τουρνάκη μια υπέροχη ερμηνεύτρια. Χωρίς τερτίπια οι σπουδαίοι αυτοί ηθοποιοί, χωρίς μπιχλιμπίδια ο Δαμάτης (σκηνοθέτης, σκηνογράφος και φωτιστής) έδειξαν πως όταν υπάρχει ταλέντο, μελέτη, σεβασμός στον συγγραφέα και πάνω απ΄ όλα σεβασμός στο κοινό, το θέατρο είναι αυτό που όριζε πως είναι ο Λόπε ντε Βέγα: ένα σανίδι και ένα πάθος.
Σπάνια τον τελευταίο καιρό είχα την ευκαιρία να χαρώ καθαρό θέατρο, χωρίς νοθείες και εμβόλια σχολιασμών και προβολές στο κείμενο του πεφυσιωμένου εγώ του σκηνοθέτη ή των ματαιόδοξων ηθοποιών.

No comments: