Saturday, November 12, 2011

Παράλογο "μετά λόγου"


  • Πολενάκης Λέανδρος
  • Η ΑΥΓΗ: 13/11/2011


Αναρωτιέμαι πάντα τι ακριβώς είναι το είδος θεάτρου που έχει επικρατήσει να χαρακτηρίζουμε "παράλογο". Ποια είναι τα όρια του "λόγου" που οφείλει να παραβιάζει ή να ανατρέπει ώστε να κερδίζει επάξια τον τίτλο του; Και τι εννοούμε με τη λέξη "λόγος"; Αν μιλάμε για τα όρια του λόγου, αυτό είναι ένα φιλοσοφικό πρόβλημα... που ξεπερνά τα ίδια τα όρια της φιλοσοφίας.
Αν μιλάμε για τα όρια της κοινής λογικής του μέσου ανθρώπου, έτσι όπως έχει καταντήσει σήμερα ένας σκέτος καθημερινός παραλογισμός, είναι για γέλια. Και αν μιλάμε για τη λογική των αγορών που κλονίζουν τον πλανήτη με τη μονόπλευρη γλώσσα του κέρδους, έχουμε ίσως εδώ την αυθεντική εκδοχή του παραλόγου!
Το "θέατρο του παραλόγου", ωστόσο, προλέγει μερικές φορές ενορατικά το μέλλον διακρίνοντας τα παράλογα εξαγόμενα άψογων συλλογισμών ή γλωσσικών προτάσεων, που δεν έχουν όμως ακόμη εισέλθει στη σφαίρα των φαινομένων για να τα δούμε, κρυμμένα πίσω από τις στροφές του λόγου - χρόνου. Φθάνει η στιγμή να τα αντικρίσουμε ξαφνικά μπροστά μας... και τότε, "το σκάνδαλον έρχεται".

Σκάνδαλο είναι όμως η συνήθεια. Επειδή όσα "παράλογα" συμβαίνουν πράγματι η πραγματικότητα τα οικειοποιείται γρήγορα με την επανάληψη και τη συνήθεια, ως "λογικά". Αυτό εννοεί ο Σαίξπηρ λέγοντας ότι "η συνήθεια σκοτώνει το συναίσθημα".
Ο κάθετος χωρισμός του λογικού από το παράλογο πραγματοποιήθηκε στην ύστερη Αναγέννηση, μαζί με την ανάδυση της υποκειμενικότητας, με την παγίωση της ατομικής συνείδησης που δεν "δίνει λόγο" παρά μόνο στον εαυτό της και με την αρχόμενη συρρίκνωση του αρχαϊκού, πρωτόγονου ανθρώπινου εγκεφάλου, που είναι επίσης η έδρα των συναισθημάτων.
Από τότε που η γλώσσα έγινε όργανο μιας οργανωμένης, συστημικής σκέψης και όχι το αντίθετο, όπως ήταν πριν, "μαράθηκε". Η επιστήμη και η φιλοσοφία μάς πρόδωσαν. Λογική και γλώσσα ταυτίστηκαν. Σήμερα ό,τι μπορεί να διατυπώσει η γλώσσα με άψογα συντεταγμένες προτάσεις εμφανίζεται ως "αληθινό" και διαθέτει κύρος οικουμενικής αλήθειας, ακόμη κι αν λέει τα πιο παράλογα πράγματα. Ο τρέχων πολιτικός λόγος είναι μια συνέπεια αυτής της διαστροφής. Τις συνέπειες τις ζούμε καθημερινά.
Το "θέατρο του παράλογου", στις ποικίλες εκδοχές του, ξεκίνησε, από πολύ παλιά, ως αντίσταση σε μια ψεύτικη γλώσσα στην υπηρεσία των κρατούντων, η οποία διαστρέφει επ' ωφελεία τους τα νοήματα. Ως πρόγραμμα είχε να ανατινάξει το οχυρό τους. Το έχει κατορθώσει έως τώρα μόνο εν μέρει, επειδή περιορίστηκε στο πρόβλημα της μορφής και επειδή το ίδιο, ποτισμένο από το πνεύμα της άρνησης που το γέννησε, αντανακλά την απελπισία.
Ο ιρλανδικής καταγωγής Βρετανός Μάρτιν Μακ Ντόνα (γεν. 1970) συνεχίζει επάξια τη σπουδαία παράδοση του ιρλανδικού θεάτρου που μετέχει στο κίνημα του "παραλόγου" διαλύοντας με δηλητηριώδες χιούμορ και βιτριολική ειρωνεία το επικάλυμμα της πραγματικότητας για να αποκαλύψει το υποκείμενο χάος.
Σε αυτόν τον κανόνα υπάγεται το έργο του Μακ Ντόνα "Μοναξιά στην άγρια Δύση". Περιγράφει αδρά τη σημερινή κατάσταση "αλαλίας", το υπαρξιακό κενό, τη "μαύρη τρύπα" της γλώσσας, με όχημα μια σύγχρονη νεανική παρέα που σκέφτεται και ζει "κατά τύχη". Αν είχε γραφεί λίγες δεκαετίες νωρίτερα, το έργο αυτό θα είχε ίσως θεωρηθεί σαν ένα "διαμάντι" του "παράλογου".
Σήμερα, όταν το "παράλογο" βρίσκεται παντού, μοιάζει σαν να εγκαινιάζει μια νέα φάση, ενός "θεάτρου του παράλογου", "μετά λόγου". Που καταφάσκει μια άλλη διάσημη σαιξπηρική φράση: "Είμαστε φτιαγμένοι από το υλικό των ονείρων". Ή, όπως το διατύπωσε ο Σολωμός, "με λογισμό και με όνειρο". Αφήνοντας ένα παράθυρο ανοιχτό στην ελπίδα.
Η παράσταση της "Μοναξιάς..." δίνεται στο "Νέο Ελληνικό Θέατρο", στην ωραία μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ, που διάβασε το έργο σαν ένα "σαιξπηρικό θραύσμα" ("A Shakespearean rug" θα το ονόμαζε ίσως ο Έλιοτ) και το απέδωσε σκόπιμα ελλειπτικά, σε έναν "τραυματισμένο" λόγο.
Η σκηνοθεσία του Βλαδίμηρου Κυριακίδη αντιμετώπισε με τον ίδιο τρόπο το έργο, σαν ένα θραύσμα της μετασαιξπηρικής ουμανιστικής παράδοσης ή σαν μια ποιητική φράση που έμεινε ατελής, όπως ή ίδια η Αναγέννηση: σαν απόσπασμα ενός μεγάλου λόγου που δεν ειπώθηκε όλος, με έντονες, ρεαλιστικές, αλλεπάλληλες κατά ριπές εικόνες, σε ιδιαίτερα γοργούς ρυθμούς, που διακόπτονται από λίγες "ανάσες" ποίησης. Επειδή, σύμφωνα με τον δυτικό, ουμανιστικό (και μετά) κανόνα, κυρίαρχο ακόμη, "όσα η γλώσσα (του θεάτρου κ.ά.) δεν μπορεί να πει, αυτά τα δείχνει".
Η παράσταση στηριγμένη στο ισχυρό "χαρτί" του "παράλογου" και στη μορφή κυρίως πέτυχε να αναδείξει με την πολύτιμη συμμετοχή τριών νέων, έκτακτων λαμπερών σωματικών ηθοποιών (Τίτος Λίτινας, Γιώργος Πολυχρονόπουλος, Μελίνα Χιλέλη) σε πρώτο επίπεδο τη στίλβουσα θεατρικότητα του κειμένου ως ενός πρισματικού μετασαιξπηρικού πανοράματος έντονων εικόνων από μια ανάπηρη εποχή.
Χάθηκε όμως έτσι, φοβάμαι, σε αρκετό βαθμό, το άλλο επίπεδο: η πέρα από ουμανισμούς και κανόνες εσωτερική ποίησή του, που το αναδεικνύει σε ένα "θέατρο του παραλόγου", "μετά λόγου", εστιασμένο στη χαίνουσα πληγή ενός πολιτισμού χωρίς τον αιτιακό του "λόγο".

No comments: