- Επτά, Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011
- ΤΗΣ ΕΦΗΣ ΜΑΡΙΝΟΥ ΦΩΤ.: Π. ΣΤΕΛΛΑΚΗΣ
Πρωτογνωρίσαμε τον Λεωνίδα Προυσαλίδη μέσα από «Επτά λογικές απαντήσεις» στο «Απλό Θέατρο». Τώρα τον ξανασυναντούμε στον ίδιο χώρο με το «Βαγόνι στα νερά», ένα έργο που μιλάει για την απώλεια, την πλάνη και την πραγματικότητα, το θέατρο και τους δαίμονές του. Η παράσταση ανεβαίνει αρχές Δεκεμβρίου σε σκηνοθεσία Αντώνη Αντύπα, σκηνικά-κοστούμια Γιώργου Πάτσα και μουσική Ελένης Καραΐνδρου.
Τέσσερις άνθρωποι συναντιούνται σ' ένα παράξενο, σιωπηλό σπίτι τις τελευταίες μέρες του καλοκαιριού. Εγκλωβισμένοι στα συναισθήματά τους, ξαναζούν κομμάτια από τη ζωή τους αγωνιώντας να λυτρωθούν για να υπάρξουν. Κι όσο το παρελθόν βγαίνει στην επιφάνεια, τα τραύματα ανοίγουν ξανά. Μέσα από τις προσωπικές τους ιστορίες αναδύεται η ιστορία της Ελλάδας, που μοιάζει να βυθίζεται σαν ένα «Βαγόνι στα νερά», όπως και ο βίος των ηρώων.
Η 45χρονη Μαρία (Μαρίνα Ψάλτη) είναι μια πρώην αποτυχημένη ηθοποιός -την έδιωξαν από το θέατρο γιατί έπινε- που λαχταρά να ξαναδουλέψει. Τώρα τη βλέπουμε να προσκαλείται να περάσει τη νύχτα της στο αρχοντικό σπίτι της ηλικιωμένης Ολιας (Εύα Κοταμανίδου). Εκεί ο νεαρός Τίμος (Δημήτρης Σαμόλης) έχει νοικιάσει ένα δωμάτιο, όπου συχνά τον επισκέπτεται το κορίτσι του, Τόνια (Σωτηρία Ρουβολή). Η Μαρία θα μείνει τελικά στο αρχοντικό είκοσι οκτώ μέρες, διάστημα καταλυτικό για την εξέλιξη στη σχέση όλων των ενοίκων αλλά και την καταιγιστική επιστροφή του παρελθόντος. Οι εκμυστηρεύσεις της πυροδοτούν τις μνήμες και των άλλων προσώπων. Συνδετικός κρίκος ανάμεσά τους γίνεται ο Αλκής, αδελφός του Τίμου που χάθηκε από τα ναρκωτικά, πρόσωπο που η Μαρία είχε γνωρίσει κάποτε και μεταξύ τους είχε δημιουργηθεί ένας ερωτικός δεσμός που όμως έμεινε ανολοκλήρωτος.
«Ο Λεωνίδας Προυσαλίδης με το "Βαγόνι στα νερά" αφηγείται την ιστορία τεσσάρων ανθρώπων, δημιουργώντας μια παρτιτούρα λεπτών αποχρώσεων όπου τα πραγματικά γεγονότα παίρνουν μια ονειρική διάσταση» λέει ο σκηνοθέτης. «Με μαεστρία και ευαισθησία αγγίζει ξανά τη μάστιγα της εποχής μας, τα ναρκωτικά. Δημιουργεί ένα υλικό που αγκαλιάζει τα στοιχειωμένα συναισθήματα των ηρώων, συνθέτει τοπία περιθωρίου μέσα στα οποία καθρεφτίζονται τα ακραία ψυχικά φαινόμενα, όταν η ψυχή είναι γεμάτη επιθυμίες και το αίσθημα παντοδύναμο».
Η ανάγκη της εξομολόγησης, κυρίαρχη στο έργο, ξεσκεπάζει παλιά εγκλήματα, μίση, πάθη, προδοσίες που το κάθε πρόσωπο βιώνει με τον δικό του τρόπο. Στο έργο συναντιούνται τρεις διαφορετικές γενιές: Η Ολια όλα αυτά τα χρόνια συντηρεί έναν μεγάλο χαμένο έρωτα -δεν έγινε ποτέ αποδεκτός από την οικογένειά της-, τον άντρα που στα χρόνια του εμφυλίου έκοψε το κεφάλι του πατέρα της. Οι μνήμες της Μαρίας θυμίζουν έντονα την περίοδο της χούντας. Ο Τίμος, η νεαρή Τόνια αλλά και ο απών Αλκής ζωντανεύουν τη σημερινή δύσκολη για τους νέους εποχή, γεμάτη από την έλλειψη επικοινωνίας και την προσφορά χαμένων παραδείσων, όπως τα ναρκωτικά.
«Είμαι πολύ ευχαριστημένος που ανεβάζω ένα ελληνικό έργο και μάλιστα του Προυσαλίδη. Είναι μόλις 32 ετών κι έχει να δώσει πολλά στο σύγχρονο θέατρο. Μ' αρέσει ο τρόπος που χειρίζεται τον λόγο. Είναι πολυεπίπεδος, ποιητικός και ρεαλιστικός συγχρόνως. Είμαι επίσης ικανοποιημένος από τη συνεργασία μου με τη Μαρίνα Ψάλτη, ηθοποιό που θεωρώ ταλαντούχο. Σ' αυτόν τον δύσκολο ρόλο, που απαιτεί μεγάλη ερμηνευτική επιδεξιότητα, αποδεικνύει την δύναμή της» συνεχίζει ο Α. Αντύπας.
«Το θέμα του έργου είναι οικείο. Δουλεύοντάς το συνειδητοποιούμε πόσο γνώριμοι είναι οι ήρωες. Τους έχουμε συναντήσει μέσα στην οικογένεια, στον κύκλο των φίλων, των συγγενών, στην κοινωνία. Ο συγγραφέας δεν περιγράφει αλλά διεισδύει σε βάθος στο θέμα και στους χαρακτήρες. Μ' έναν διακριτικό τρόπο, όπως και στο προηγούμενο έργο του, κάτω από τις προσωπικές αφηγήσεις, περνάει την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας. Η ηλικιωμένη Ολια νιώθει την ανάγκη να έχει γύρω της ανθρώπους που θα την ακούσουν. Οι εξομολογήσεις της πάνε πίσω στον χρόνο, την περίοδο της κατοχής. Η Μαρία θέλει ακόμα μια ευκαιρία, να δοκιμάσει την τύχη της στο θέατρο. Ο Τίμος, κι αυτός προδομένος από έναν παλιό έρωτα, δεν μπορεί να διαχειριστεί τη σχέση του με τη νεαρή Τόνια. Εκείνη, παγιδευμένη, θα μείνει γιατί τον αγαπά, αλλά στο τέλος θα καταλάβει ότι δεν υπάρχει μέλλον».
Ο Αντώνης Αντύπας πιστεύει ότι μέσα σ' αυτή τη δύσκολη κοινωνικά και οικονομικά συγκυρία που διέρχεται η χώρα μας, το να κάνεις θέατρο παίρνει τη σημασία απονενοημένου διαβήματος. «Δεν περίμενα ποτέ ότι θα φτάναμε σ' αυτό το σημείο. Τα τελευταία χρόνια, σε κάθε σεζόν, μιλούσαμε για την κρίση, φοβόμαστε τις συνέπειές της, αλλά το θέατρο πήγαινε καλά. Φέτος δεν ξέρω τι θα συμβεί. Βρίσκω ότι τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Ανεργία, φόροι, μειώσεις μισθών, συντάξεων. Ο κόσμος αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Μέσα σ' όλες τις έννοιες του θα σκεφτεί και το θέατρο, αλλά σίγουρα με καινούριο τρόπο. Δεν θα ρισκάρει, αλλά θα διαλέξει αναγκαστικά ποια παράσταση θα δει, θα αποφασίσει με κριτήριο τη φήμη της καλύτερης».
Παραδέχεται ότι κόπηκε ο ενθουσιασμός του και τον κατέχει ο φόβος. «Πρώτη φορά αντιμετωπίζω οικονομικά προβλήματα σε τέτοιον βαθμό. Το "Απλό Θέατρο" έχει δημιουργήσει ένα πιστό κοινό, αλλά χωρίς τη συμπαράσταση του κράτους η επιβίωσή του είναι δύσκολη. Προσπαθώ να μαζευτώ όσο γίνεται, αλλά οι παραγωγές είναι ακριβές, δεν μπορούν να βασιστούν στα εισιτήρια. Στο θέατρο δουλεύουν συνολικά δεκατέσσερις άνθρωποι. Δεν ξέρω αν κάνω καλά που συνεχίζω».
No comments:
Post a Comment