Monday, May 14, 2018

Beckett Voices Radio

Beckett Voices Radio

Μάιος 14, 2018
Beckett Voices Radio
  • Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Παρακολουθώ από το 2002 τη δουλειά της Almakalma, με συντονιστή και δάσκαλο το Γιάννη Μήτρου. Σε διάφορες θεατρικές αίθουσες, σε γκαλερί, στο Εργαστήρι το Grotowski, στο Βρόσλαβ, στην Πολωνία, στο φεστιβάλ που διοργανώθηκε εκεί, με υλικό παραστάσεις του Ενιαίου Παραστατικού Χώρου. Συνεργάζομαι και προσπαθώ  να κάνω τη θεωρητική αποτίμηση αυτής της δουλειάς που, αν και είναι αναγνωρισμένη στο εξωτερικό, στην Ελλάδα δε φαίνεται να συγκινεί τα ώτα των αρμοδίων, του υπουργείου Πολιτισμού και των φορέων που θα μπορούσαν να βοηθήσουν.

Η παράσταση που διοργάνωσε η Almakalma στο μπαρ Pikap, στη Θεσσαλονίκη, το Σάββατο 12 Μαΐου 2018, νομίζω ότι πάει ένα βήμα πιο πέρα τη δουλειά της ομάδας στον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Περφόρμανς). Θα προσπαθήσω να εξηγήσω αυτή τη θέση μου.
Έχω εξηγήσει σε παρελθόντα κείμενά μου ότι η δημιουργία στον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Περφόμανς) με αυτή που παρατηρούμε στο χώρο της αφήγησης, στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στη ζωγραφική, στη μουσική κ.λπ., είναι ότι στον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο γίνονται τα εξής: μία τελετή που μπορεί να παρομοιαστεί με το ανθρώπινο βίωμα, δεν ξεχωρίζει το σημαίνον από το σημαινόμενο, δεν ξεχωρίζει τα διάφορα αφηγηματικά μέρη, τα οποία θα μπορούσαν να «ανήκουν» σε διάφορες μορφές τέχνης ή σε διάφορες επιστημονικές αφηγήσεις, αντίθετα τα ενώνει σε ένα ενιαίο οργανικό σύνολο, καλώντας το θεατή να εγκαταλείψει τη θέση του παθητικού δέκτη μηνυμάτων και να γίνει και αυτός δρων πρόσωπο. Στον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο έχουμε το συντονιστή ή δάσκαλο, τους τελεστές και τα δρώντα πρόσωπα, στα οποία, ακολουθώντας την διάρκεια της  Παράστασης, ο θεατής εντάσσεται, για να ομογενοποιηθεί στο έμψυχο υλικό που δημιουργεί το κείμενο της Παράστασης, in vivo.
Το βίντεο που υπάρχει σε αυτό το άρθρο, παραγωγή δικιάς μας, έχει παραχθεί με την εξής λογική: Η κάμερα παράγει υποκειμενικά πλάνα, είναι, δηλαδή το μάτι του χαρακτήρα. Αυτός ο χαρακτήρας είναι ο θεατής που προσπαθεί να καταγράψει ότι γίνεται, να συλλέξει πληροφορίες, να δομήσει το λόγο του, να φτιάξει το κείμενο, ως σύνολο κωδίκων, που είναι το παραγόμενο από τα σημαίνοντα και τα σημαινόμενα αυτής της Παράστασης. Είναι ένα απόσπασμα της Παράστασης, ικανό όμως για να σχηματίσουμε μία ιδέα αυτού που παρήχθη εκείνη τη στιγμή.

Ποια είναι η διαφορά όμως σε αυτή την παράσταση; Ενώ σε άλλες παραστάσεις είχαμε τα δρώντα πρόσωπα που απευθύνονται στους θεατές, όλοι βρίσκονται σε ένα συγκεκριμένο χώρο, ότι γίνεται είναι μεταξύ τους και από αυτό το ομογενοποιημένο πλέον σύνολο, παράγεται το νόημα, με βιωματικό τρόπο. Σε αυτή όμως την παράσταση «Beckett voices radio» τα δρώντα πρόσωπα δεν ήταν άμεσα ορατά από το κοινό, υπήρχε σύγχρονη προβολή αποσπασμάτων ταινιών σε μία οθόνη που ήταν ακριβώς πάνω από την πόρτα του μπαρ, τα δρώντα πρόσωπα ήταν στο πατάρι, ένα γυαλί τους χώριζε από τον υπόλοιπο χώρο, η δράση ήταν η εκφορά του λόγου, από το Γιάννη Μήτρου και τη Μαρία Χαρέλα, τα κύμβαλα, τα διάφορα σκεύη που παρήγαγαν ήχο, τον ήχο από τα LP και τον ήχο ενός πριονιού, αναφέροντας έτσι όλα τα δρώντα πρόσωα. Σε αυτό θα πρέπει να προσθέσουμε την προβολή αποσπασμάτων ταινιών που συνόδευαν με σύνθεση ή αντίστιξη τον παραγόμενο ήχο, αλλά και τη διαδικτυακή εκπομπή που γινόταν στον ίδιο χώρο.
Ας δούμε τώρα τα στοιχεία της πρωτοπορίας που πρότεινε αυτή η παράσταση. Πρώτον, τα δρώντα πρόσωπα δεν έρχονται σε επαφή άμεση η νοητή με τους θεατές. Δεύτερον, είναι σε ξεχωριστό χώρο, ενώ ο θεατής δεν μπορεί να δει τι ακριβώς γίνεται κατά τη διάρκεια της Παράστασης. Τρίτον, ότι παράγεται, σαν ήχος, ακούγεται από το ραδιόφωνο, χωρίς, φυσικά, ο ακροατής να μπορεί να βλέπει τι γίνεται. Ας αναλύσουμε τώρα αυτά τα τρία στοιχεία.
Το πρώτο, όπως είπαμε είναι ότι τα δρώντα πρόσωπα δεν έρχονται σε επαφή με τους θεατές. Έχουμε λοιπόν ένα προσωρινό διαχωρισμό του σημαίνοντος και του σημαινομένου, όπου το σημαίνον είναι το παράγωγο των δρώντων προσώπων και το σημαινόμενο το παραγόμενο από τους θεατές που βλέπουν και ακούν. Αυτός ο διαχωρισμός σπάει, με μία έκρηξη που δημιουργούν τα στοιχεία του ασυνειδήτου που ανασύρονται από τα αφηγήματα των δρώντων προσώπων, με έναν αυθαίρετο αλλά και συγκεκριμένο τρόπο, όπως αναλύει ο Μπρεξόν, στα «Άμεσα δεδομένα της συνείδησης», οι φορμαλιστές στη θεωρία παραγωγής του λόγου, βλέπε τις εργασίες της Κρίστεβα και του Γιάκομπσον, και η ψυχανάλυση, σύμφωνα με τις θεωρίες του Φρόιντ, του Γιούνγκ, του Φρομ, του Λακάν και του Ράιχ. Με αυτό τον τρόπο έχουμε το αυθόρμητο τρόπο παραγωγής του αφηγήματος με άμεσο, δυναμικό και τελετουργικό τρόπο.
Στο δεύτερο στοιχείο, η μερική απώλεια της οπτικής επαφής δρομολογεί την παραγωγή του αφηγήματος από το φαντασιακό προς το πραγματολογικό, με απαιτητικό τρόπο. Ο θεατής όμως έχει τη δυνατότητα να δει την εικόνα, τα αποσπάσματα των ταινιών, που το βοηθούν να παράξει, αντιστικτικά ή συνθετικά το αφήγημά του ενώ είναι σε κατάσταση σκέψης και αναλογισμού, δηλαδή σε μία ψυχολογική κατάσταση γνωστή από την παραμονή σε οποιοδήποτε μπαρ, άρα σε μία οικεία κατάσταση που το βοηθά να παράξει νόημα από τη διαδρομή ασυνειδήτου-συνειδητού και με τη συνεχή ροή των αφηγημάτων του περιβάλλοντος χώρου.
Το τρίτο στοιχείο, εδώ έχουμε έναν ακροατή του ραδιοφώνου που ακούει την εκπομπή. Μετά από τον πρόλογο έχει καταλάβει περίπου τι θα ακούσει. Στο πρώτο και στο δεύτερο στοιχείο έχουμε ένα δεύτερο επίπεδο σημειοδότησης, όσον αφορά στην παραγωγή της αφήγησης, από το θεατή. Στο τρίτο στοιχείο έχουμε ένα τρίτο επίπεδο σημειοδότησης, δηλαδή το σημαίνον παράγεται από τα αυθαίρετα στοιχεία του σημαινόμενου, όπως έχει παραχθεί στο πρώτο ή στο δεύτερο στοιχείο, για να μπορέσει να εννοιοδοτήσει με το σημαινόμενο. Κατά συνέπεια, ο χώρος του φαντασιακού είναι πολύ μεγαλύτερος, η παραγωγή σημαίνοντος είναι μεγαλύτερη, το σημαινόμενο έρχεται μετά από μεγαλύτερη «επίθεση» των συμβόλων και προσδιορισμό από διαφορετικά και περισσότερα στοιχεία του ασυνειδήτου. Είναι πολύ ενδιαφέρον αν υπήρχε η δυνατότητα καταγραφής των αντιδράσεων του ραδιοφωνικού κοινού, για να συγκριθεί με αυτές του κοινού που βλέπει την Παράσταση δια ζώσης.
Καταλαβαίνουμε ότι η παραγωγή της «πραγματικότητας», στις τρεις περιπτώσεις, όχι μόνο είναι διαφορετική, αλλά δρομολογεί διάφορα ψυχικά τοπία που παρακινούν το θεατή να γίνει δρων πρόσωπο, στις πρώτες δύο περιπτώσεις, ενώ στην τρίτη περίπτωση είναι συνδημιουργός ενός κειμένου (με τη σημειωτική έννοια του όρου), μιας κειμενόσφαιρας, η οποία έρχεται από τη δράση του, η οποία εστιάζει μεταξύ του ID και του Άλλου, η οποία είναι παλλόμενη με τέτοιο τρόπο που δρομολογεί την παραγωγή ιδεών πολύ διαφορετικών από αυτές που παράγονται από θεατές που βλέπουν, όλοι μαζί, αυτή την Παράσταση. Σε αυτή την περίπτωση γίνεται δρων πρόσωπο μιας Παράστασης, μιας τελετής, που ο ίδιος έχει δημιουργήσει, με αφορμή αυτή την εκπομπή.
Μπορούμε τώρα να δούμε τον ψυχικό τρόπο παραγωγής του κειμένου. Στις δύο πρώτες περιπτώσεις ο θεατής λειτουργεί υστερικά, αυτή όμως η υστερία του είναι δομική, ευεργετική για τη διαμόρφωση της ταυτότητάς του. Βλέπει τις αντιδράσεις των άλλων προσώπων και ο υστερικός του λόγος περιορίζεται, επιβάλλοντας μία λογοκρισία, που δεν επιβάλλεται μόνο από τον ψυχικο του κόσμο, αλλά και από τον κοινωνικό χώρο όπου βρίκσεται, έτσι ώστε να παραχθεί ένα κείμενο, δηλαδή μία παραγωγή συνταγμάτων κωδίκων, το οποίο έχει κάποια κοινά στοιχεία με αυτά των άλλων θεατών. Στην τρίτη περίπτωση όμως έχουμε έναν υστερικό λόγο που δεν μπορεί να δεχτεί παρά τη λογοκρισία των δικών του ψυχικών ανασταλτικών στοιχείων. Παράγει ένα κείμενο, πάλι μια σειρά συνταγμάτων, όμως, αυτή τη φορά, αυτή η παραγωγή είναι ανεξέλεγκτη, μέσα από την υστερία της αναδομεί ριζικά τον ψυχισμό του ανθρώπου και λειτουργεί τόσο ευεργετικά που μπορεί να ανοίξει δρόμους που οδηγούν βαθιά στο θέμα που τον απασχολεί αυτός άλλωστε ήταν ο ρόλος του θεάτρου από αρχαιοτάτων ετών (βλέπε τη θεώρηση του Αντονέν Αρτώ).
Νομίζω ότι η τρίτη περίπτωση είναι η πιο ενδιαφέρουσα. Ο άνθρωπος βλέπει τον Άλλον κατάματα, συνομιλεί μαζί του, βλέπει αυτά τα στοιχεία που τον ταλαιπωρούν, βλέπει το σύμπλεγμά του. Για να το πάμε λίγο πιο μακριά, αν υπήρχε η δυνατότητα να ακούει ο ακροατής αυτής της εκπομπής τις αντιδράσεις του κοινού -εφόσον υπήρχε η δυνατότητα οι θεατές να αντιδρούν συγκρατημένα- τότε η Παράσταση θα ήταν μία τελετή που θα έφτανε στο βαθμό των αρχέγονων τελετών, έτσι όπως τις έχει καταγράψει η ιστορία του πολιτισμού και της ανθρωπολογίας. Αυτή η τελετή θα ήταν πιο δομική από αυτή που είναι στις πρώτες δύο περιπτώσεις. Για αυτό το λόγο, αυτή η Παράσταση είναι η απόλυτη πρωτοπορία, τουλάχιστον στον ελληνικό χώρο και θέτει θεμελιώδη ζητήματα στη θεωρία του παραστατικού χώρου.

No comments: