Μέσα στο τεράστιο σε έκταση, όγκο, ποιότητα, έργο του Ρίτσου,
εμπεριέχεται όλη η ελληνική ποίηση: από τους αρχαίους λυρικούς, τον
Όμηρο, την Τραγωδία, την υμνογραφία και το Δημοτικό τραγούδι, μέχρι τον
Σολωμό, τον Κάλβο, τον Παλαμά και τους νεότερους. Με εξαίρεση, ίσως, τον
Καβάφη, που στέκει πάντα μόνος. Έχοντας ο Ρίτσος ως κοινό θεμέλιο και
άξονα το πάνδημο αίτημα της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, κατορθώνει
να δώσει νέα μορφή στο προαιώνιο ανθρώπινο αίτημα, που σφραγίζει μάλιστα
ιδιαίτερα τη μοίρα του λαού μας, από τους χρόνους της προϊστορίας του
μέχρι σήμερα.
"Μια ανώνυμη αγία" του στο "Θέατρο Τέχνης"
Κατορθώνει
έτσι να γεφυρώσει στην αξεπέραστη κυρίως ενότητά του της "Τέταρτης
Διάστασης", η οποία επιστρέφει δραματικά τη δημιουργία του ολόκληρη, το
κενό που προέκυψε από την αιφνίδια "πτώση του τραγικού" και την "έκλειψη
του μύθου" στο νεοελληνικό μας ζην, αναγορεύοντας με τρόπο "Σολωμικό",
δηλαδή διαλεκτικά, το ελληνικό τοπίο, φυσικό και ψυχικό, σε προνομιακό
και κατ' εξοχήν τόπο συνάντησης της ελευθερίας με την ανάγκη. Μια
σύλληψη μεγαλοφυής που διατρέχει ολόκληρο το ποιητικό του σώμα. Ένα
μεταμορφωμένο: "Σε γνωρίζω από την κόψη / όψη / που με βια (και με τις
δύο σημασίες της λ.) μετράει τη γη", στοιχειώνει, κυριολεκτικά, την
ποίηση του Ρίτσου.
Από αυτόν τον κανόνα δεν εξαιρείται, ασφαλώς η πεζογραφία του
Ρίτσου... που είναι στο βάθος της ακόμη μια παραπλανημένη Σολωμική
ποιητική! Το αφήγημά του: "Η ανώνυμη αγία ή μία κοινότατη ιστορία", από
την ενότητα "Εικονοστάσιο ανωνύμων αγίων", τόμος 8, που δίνεται σε
θεατρική μορφή, σε διασκευή και σκηνοθεσία της Μαριάννας Κάλμπαρη
(επιμέλεια κίνησης της Μαρίζας Τσίγκα) στο "Υπόγειο" του"Θεάτρου
Τέχνης", είναι επίσης γνήσια ποίηση... που δεν θέλει, απλώς να
ομολογήσει το αληθινό όνομά της. Μας αφηγείται ποιητικά τα πάθη μιας
ωραίας και αγνής ψυχής γυναίκας, η οποία μας κάνει να θυμηθούμε άθελά
μας την παλαμική "Τρισεύγενη", από το γνωστό μοναδικό θεατρικό έργο του
Παλαμά: μια ποίηση επίσης, "που έγινε θέατρο με τη φυσική επεξεργασία
κρυστάλλων ή μέσα από μια αφαιρετική διαδικασία ομοκέντρων κύκλων",
σύμφωνα με την καίρια διαπίστωση του αείμνηστου πρόωρα χαμένου Τάσου
Λιγνάδη, διατυπωμένη για το θέατρο ενός άλλου ποιητή (Γκαρσία Λόρκα).
Η θεατρική διασκευή της Κάλμπαρη προχωρεί, ίσως ένα βήμα πέρα από την
αρχική πρόθεση του Ρίτσου, δίνοντας ένα ρεαλιστικότερο περιεχόμενο στην
ποιητική "Ανώνυμη αγία". Την προικίζει με ολοκληρωμένους, δρώντες
θεατρικούς χαρακτήρες και προσθέτει ένα τόνο καταγγελτικό για τα ελεεινά
παθήματα της γυναίκας μέσα στις ανδροκρατούμενες κοινωνίες. Χωρίς να
προδίδει, ωστόσο το κείμενο του Ρίτσου που περιέχει, ίσως εν σπέρματι
αμυδρά στο απώτερο βάθος, ένα τέτοιο στοιχείο. Μας κάνει όμως να
μισήσουμε αληθινά τον βάρβαρο "άνδρα", κάτι που δεν είμαι βέβαιος ότι
προβλεπόταν από τον ποιητή, που δεν μισούσε ποτέ τα πρόσωπά του. Ο
Ρίτσος θέλει εδώ τον "άνδρα", όχι μόνο θύτη της γυναίκας, αλλά επίσης
θύμα των κοινωνικών συνθηκών, μάλιστα και του ίδιου του καθιερωμένου,
πάγιου κοινωνικού ανδρικού του "ρόλου". Ασχέτως όμως της πιο πάνω...
αυστηρής παρατήρησης, το έργο της Μαριάννας Κάλμπαρη, βασισμένο στον
καμβά του Ρίτσου, είναι αύταρκες, πλήρες, διαθέτει αυτονομία κινήσεων
και άνετα μπορεί να σταθεί στα δικά του πόδια.
Η παράσταση επίσης της Κάλμπαρη είναι πρώτης ποιότητας, δουλεμένη "με
τη σμίλη", χειροποίητα, "πέτρα την πέτρα", με έξοχο ύφος, ρυθμούς,
ανάσες, παύσεις και σιωπές. Με υποβάλλοντες φωτισμούς (Λευτέρης
Παυλόπουλος) εξαίρετους ήχους (Διαμαντής Καραναστάσης), ιδιαίτερα
καλόγουστα σκηνικά - κοστούμια (Κωνσταντίνος Ζαμάνης) και άριστη μουσική
επιμέλεια (Νέστωρ Κοψίδας). Με λάμποντες ρόλους. Η Σοφία Σεϊρλή
(Τριανταφυλλιά), απόλυτη κυρία των μέσω της είναι, μονολεκτικά έξοχη. Η
Βίκυ Βολιώτη (Ευδοκία), μια σπουδαία "μικρογράφος" που καταδύεται ως τις
έσχατες λεπτομέρειες. Ο "σκληρός" Κρις Ραντάνωφ (Μανωλιός) πείθει και η
Θάλεια Γρίβα αποτυπώνει σωματικά, με "σουγιαδιές", το ήθος της "άλλης".
No comments:
Post a Comment