Μισός αιώνας θεατρικής διαδροµής του Σπύρου Βασιλείου «ξεδιπλώνεται» στο Μουσείο Μπενάκη
Ηταν
ο «γάτος» της Ραλλούς Μάνου.Ο δηµιουργός που έφτιαξε σκηνικά για127
θεατρικές και χοροθεατρικές παραστάσεις καιέξι ταινίες. Ο ζωγράφος που
έγινε (και) σκηνογράφος µε αφορµή ένα σκίτσο του Αλέξανδρου
Παπαδιαµάντη.
Ο στενός συνεργάτης του Γιάννη Τσαρούχη. Ο µπαρµπα-Σπύρος της νεοελληνικής ζωγραφικής.
Ο υπερπαραγωγικός της γενιάς του ‘30 Σπύρος Βασιλείου, που µε φτωχά
υλικά καιλιτά µέσα κατάφερνε να στήνει µαγικά σκηνικά στο θέατρο από το
1929 έως το 1982, «αποκαλύπτεται» µέσα από µια εντυπωσιακή έκθεση που
διοργανώνεται από το Μουσείο Μπενάκη σε συνεργασία µε το atelier
Βασιλείου.
Στις αίθουσές του έχουν βρει θέση ζωγραφικές και
πλαστικές µακέτες, σχέδια, κοστούµια, τµήµα σκηνικού, φωτογραφίες,
αποσπάσµατα κινηµατογραφικών ταινιών, κείµενα του καλλιτέχνη για το
θέατρο, κριτικές, από συνολικά 44 θεατρικές παραστάσεις και τρεις
κινηµατογραφικές ταινίες. Και ένα βίντεο-έκπληξη στο οποίο ο ίδιος ο
ζωγράφος µιλάει για το θέατρο.
«Το πρόβληµα του σκηνογράφου
είναι πάντα ένα: καλό έργο και καλός θιασάρχης ή σκηνοθέτης. Αν
υπάρχουν χρήµατα_ και αυτά υπάρχουν, δυστυχώς, µόνον στην κρατική σκηνή
_ θα κάνη σκηνικό µε την άνεσί του, αν όχι θα κάνη σκηνικό µε
δικαιολογηµένη δυσκολία. Μπορώ δε ακόµη να βεβαιώσω ότι όσο ευχάριστο
είναι να εργάζεται κανείς δίδοντας ελεύθερα εντολές να αγορασθή τούτο
και να γίνη εκείνο, άλλο τόσο γούστο έχει να εργάζεται κανείς κάτω από
οικονοµικούς περιορισµούς και να εφευρίσκει τρόπους ποικίλους
ταχυδακτυλουργικούς και θαυµατοποιίας», έλεγε ο Σπύρος Βασιλείου πριν
από 47 χρόνια. Λόγια που θα µπορούσε να λέει και σήµερα αν ζούσε...
Ολα ξεκίνησαν όταν ο Φώτος Πολίτης είδε ένα εξώφυλλο που είχε
φιλοτεχνήσει ο Σπύρος Βασιλείου µε τη µορφή του Αλέξανδρου Παπαδιαµάντη
στο περιοδικό «Ελληνικά Γράµµατα» του Κωστή Μπαστιά το 1929. «Αυτός
είναι σκηνογράφος! Θέλω να τον γνωρίσω», λέγεται ότι αναφώνησε. Κι έτσι
του ζήτησε να επιµεληθεί την παράσταση «Τα Κορακίστικα», που
σκηνοθετούσε ο ίδιος.
Από ‘κεί και πέρα ακολούθησαν συνεργασίες
µετον Γιάννη Τσαρούχη, τον Σωκράτη Καραντινό, τον Γιώργο Θεοτοκά, τον
Μάνο Κατράκη, την Ελσα Βεργή, τη Ραλλού Μάνου, που δεν έκανε βήµα χωρίς
τη συµβουλή του. Κοινός παρανοµαστής όλων αυτών των συνεργασιών η
διαρκής αναζήτηση για την απλότητα. Η οργάνωση του χώρου µε όσο το
δυνατόν λιγότερα στοιχεία. Η αγάπη για το χρώµα. Η αγωνία για τη
δηµιουργία ενός νεοελληνικού σκηνογραφικού λόγου.
«Το ξεχωριστό
της έκθεσης, µιας και δεν είναι η πρώτη φορά που προβάλλεται το
συγκεκριµένο υλικό, είναι ότι γίνεται µία πιο συστηµατική προβολή του σε
συνδυασµό και µε άλλα τεκµήρια, όπως φωτογραφίες από τις παραστάσεις,
κείµενα υποδοχής από τους θεατρικούς κριτικούς της εποχής και κείµενα
του καλλιτέχνη», εξηγεί στα «ΝΕΑ» η επιµελήτρια της έκθεσης Ιλια
Λακίδου. «Με τον τρόπο αυτόν θέλουµε ο επισκέπτης να καταλάβει ότιη
σκηνογραφία δεν είναιένα αυτόνοµο κοµµάτι τέχνης αλλά µέρος µιας
συλλογικής δηµιουργίας».
No comments:
Post a Comment