- Της Νελλης Aμπραβανελ, Η Καθημερινή, Kυριακή, 13 Mαρτίου 2011
Πήγαμε για θέατρο, αλλά μπήκαμε σε σπίτι. Στην είσοδο μιας παλιάς
αλλά καλοδιατηρημένης κατοικίας της οδού Χαβρίου, κοντά στην Πλατεία
Συντάγματος, μας καλωσόρισε ένας γλυκύτατος κύριος. «Ναι, εδώ είναι η
παράσταση», μας πληροφόρησε. Το φως μάς οδήγησε στον δεύτερο όροφο και
στη διαδρομή μάς συστήθηκαν οι πρώτοι «ένοικοι» του σπιτιού, φιγούρες
του καλλιτέχνη Αλέξανδρου Βασμουλάκη. Κόψαμε εισιτήριο και μπήκαμε στο
σαλόνι του άδειου σπιτιού.
Και τώρα; «Τι θα κάνουμε τώρα;». Ολα αρχίζουν
από μία απλή ερώτηση που απασχολεί πολύ κόσμο σήμερα. Ειδικά τους
χαρακτήρες ενός νέου θεατρικού έργου, τέσσερις νέους ανθρώπους που
προσπαθούν να δώσουν απάντηση σε ένα πρόβλημα που δεν έχει μόνο μία
λύση. Αλίμονο αν είχε μόνο μία. Κάτι που αναγνωρίζει ο Δημήτρης
Κουρούμπαλης, συγγραφέας του έργου και ένας εκ των τεσσάρων
πρωταγωνιστών. Παρ’ όλα αυτά, δεν φοβάται να δώσει τη δική του απάντηση.
Πάει
αρκετός καιρός που ενηλικιώθηκε επαγγελματικά ο κ. Κουρούμπαλης, ο
Λεωνίδας της τηλεοπτικής σειράς «Δέκα λεπτά κήρυγμα». Σήμερα δεν
διατηρεί μόνο μια σταθερή παρουσία στην τηλεόραση, το θέατρο και τον
κινηματογράφο, αλλά έχει συνεργαστεί με τη Λένα Πλάτωνος στις εκδηλώσεις
της στο Ηρώδειο και το Παλλάς, ιδρύοντας παράλληλα την ομάδα SO7 με τη
χορογράφο Φρόσω Κορρού. Με την κ. Κορρού υπογράφει τώρα και τη
σκηνοθεσία του «Τι θα κάνουμε τώρα;», ενός έργου που βασίζεται στον λόγο
και την κίνηση.
Για να απαντήσουν στην ερώτηση, οι ηθοποιοί
(συμπρωταγωνιστούν η Υβόννη Τζάθα, ο Δημήτρης Πασσάς και ο Μιχάλης
Κουμαριανός) θα χορέψουν, θα τρέξουν, θα πέσουν κάτω, θα τραγουδήσουν,
θα φωνάξουν, θα αναστενάξουν, θα φιληθούν... Θα σας πουν ότι έχουν
«πιάσει πάτο», ότι πιο «χαμηλά, δεν γίνεται». Φυσικά το έργο αφορά την
επικαιρότητα, αλλά χωρίς να την αναφέρει ποτέ. «Μιλάμε για ένα μέρος
όπου τα πράγματα δεν είναι όμορφα. Οπου οι άνθρωποι καταπιέζονται.
Πρόκειται για μια κατάσταση από την οποία θέλουν να βγουν, και όχι για
ένα συγκεκριμένο τοπίο, ούτε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή» μας λέει ο
κ. Κουρούμπαλης. «Αυτό που ζούμε έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν και θα
ξανασυμβεί στο μέλλον. Με αυτή την αφαίρεση, λοιπόν, γίνεται μια πιο
ουσιαστική αναφορά».
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Κουρούμπαλης
και η κ. Κορρού ξεκινούν από μία ερώτηση. «Με την ερώτηση πετάμε το
μπαλάκι στο κοινό. Επιτρέπουμε στο έργο να έχει και ζωή μετά την
παράσταση». Και επιτρέπουν στο κοινό να δώσει τη δική του απάντηση.
Για
τους τέσσερις του έργου πάντως, απάντηση στο «τι θα κάνουμε τώρα;»
αποτελεί και το «φεύγω». Για τον κ. Κουρούμπαλη, η λέξη «φεύγω» ορίζεται
κάπως έτσι: «Δεν σημαίνει σωματική αποχώρηση ούτε αλλαγή τοπίου. Δεν
σημαίνει απόδραση, η οποία είναι μια πολύ σύντομη, επαναστατική κίνηση,
χωρίς το στοιχείο της απόλαυσης. Με την επανάσταση δεν μπορείς να
θεμελιώσεις. Η επανάσταση δημιουργεί αλλαγή κατάστασης, αλλά δεν είναι
κατάσταση από μόνη της. “Φεύγω” σημαίνει ότι βρίσκομαι σε μια δυναμική
κατάσταση ελευθερίας. Αυτό μπορεί να συμβεί ακόμα και στην απόλυτη
στατικότητα».
Ακόμα και σε μια κρυμμένη γωνιά στο κέντρο της
Αθήνας, ανάμεσα στα μαγαζιά, τα γραφεία και τη βοή της καθημερινότητας.
Με αφετηρία μια ερώτηση με την οποία ρισκάρει το ενδεχόμενο της
απαισιοδοξίας και του αρνητισμού, οι συντελεστές του έργου ελίσσονται
προς μια ολότελα αντίθετη κατεύθυνση. «Σημαντικό ρόλο σε αυτή την
αισιοδοξία και τη θετική αίσθηση του έργου έπαιξε η συνεργασία με τους
συγκεκριμένους ηθοποιούς. Αποτελούν και οι τρεις τους φορείς αισιοδοξίας
και θετικότητας».
Πού καταλήγουν λοιπόν; «Η λύση βρίσκεται στη
συλλογικότητα, την αδελφοποίηση, την αλληλεγγύη. Τέσσερις πολύ
διαφορετικοί άνθρωποι ξεκινούν με ένα καθεστώς σύγκρουσης. Στο τέλος
δημιουργούν μια καινούργια κοινωνία. Ο Σαββόπουλος λέει: “Των Ελλήνων οι
κοινότητες φιάχνουν άλλους γαλαξίες”... Αυτό που εσείς αναφέρετε ως
ρομαντική λύση θα έπρεπε να είναι η αυτονόητη λύση».
Και όμως, η
λύση του κ. Κουρούμπαλη δεν είναι αυτονόητη. Δεν ξέρεις τι να περιμένεις
πραγματικά από αυτήν την αναζήτηση που ξεκινά από τον τίτλο. Μπαίνοντας
σε αυτό το σπίτι χωρίς ενοίκους, η διάθεση αλλάζει προς το καλύτερο.
Ενα άδειο σπίτι, μόνο να γεμίσει μπορεί...
- Το σπίτι στην οδό Χαβρίου
Παλιό
γραφείο, ιατρείο και σπίτι καρδιολόγου, πολυώροφο και δαιδαλώδες, με
εσωτερική αυλή και χώρο στην ταράτσα για καλοκαιρινές προβολές...
«Είχαμε αποφασίσει από την αρχή να μην ανεβάσουμε την παράσταση σε
θέατρο. Κάναμε πρόβες σε διαφορετικούς, ετερόκλητους χώρους, σε πάρκα,
σε ένα εργοστάσιο στην Πειραιώς. Αποκτήσαμε μια ευελιξία όσον αφορά στην
αλλαγή του χώρου. Δέκα μέρες πριν από την πρεμιέρα, ήρθαμε σε μια
όμορφη επικοινωνία με τους ιδιοκτήτες, που θέλησαν να δώσουν ζωή σε αυτό
το σπίτι στο κέντρο της Αθήνας. Μείναμε άφωνοι εμπρος σε αυτά που
κρύβει η Αθήνα».
Ο χώρος δεν άργησε να μετατραπεί σε ένα ζεστό και
οικείο περιβάλλον, με την επιμέλεια του Γκάυ Στεφάνου. Για εκείνους που
τρέμουν παραστάσεις που τοποθετούν τους ηθοποιούς σε απόσταση αναπνοής
από το κοινό, δεν υπάρχει ο φόβος της «προσβολής» ή της «απειλής». Ο Δ.
Κουρούμπαλης επιμένει ότι «το θέατρο δεν πρέπει να σε βιάζει. Ο
καλύτερος τρόπος για να επικοινωνήσει αυτό που θέλει είναι ο διάλογος».
- «Τι θα κάνουμε τώρα;» Πέμπτη με Δευτέρα, 9.15 μ. μ. (Χαβρίου 7 Σύνταγμα, τηλ. 210-25.14.927, 6973-809.595)
No comments:
Post a Comment