Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου είναι ένα από τα αριστουργηματικά έργα που γράφτηκαν στη βενετοκρατούμενη Κρήτη, την εποχή της Κρητικής Αναγέννησης. Η ημερομηνία συγγραφής του έργου τοποθετείται κάπου ανάμεσα στο 1626 και 1646. Όπως όλα τα έργα της κρητικής λογοτεχνίας του 16ου-17ου αιώνα, είναι γραμμένο στην ιδιότυπη κρητική διάλεκτο της περιόδου με φανερές τις αναγεννησιακές και μπαρόκ επιρροές της Δύσης. Η ορμητική δύναμη του ιδιωματικού λόγου, το καλειδοσκόπιο εικόνων και χρωμάτων, η δραματική ένταση, ο λυρισμός, οι σκηνές δράσης και η τελική κατάφαση στη ζωή είναι τα στοιχεία που έκαναν το έργο κοσμαγάπητο, με αποτέλεσμα την ταχεία διάδοσή του σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και το ταξίδι στον χρόνο μέσα από πλήθος εκδόσεων και παραλλαγών.
Στη σύγχρονη ελληνική σκηνή, η πορεία του Ερωτόκριτου είναι ιδιόρρυθμη. Η ιστορία αγάπης μεταξύ του Ερωτόκριτου και της βασιλοπούλας Αρετούσας, οι ταξικές διαφορές, η συμπεριφορά αρχόντων και λαϊκών στην καθημερινότητα της εποχής, η πατρική αγάπη και σκληρότητα, ο πόλεμος και οι διαφορές στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο, η εξορία, η τιμωρία, οι αναγεννησιακές γιορτές και τα κονταροχτυπήματα, σε συνδυασμό με το γλωσσικό ύφος και την έκταση του κειμένου, έχουν αποτελέσει σημεία σκηνοθετικής αναμέτρησης με ποικίλα αποτελέσματα.
Φέτος, ο Ερωτόκριτος παρουσιάζεται στην παιδική σκηνή του θεάτρου Προσκήνιο, από τον θίασο του Ηλία Καρελλά, σε σκηνοθεσία του ίδιου και της Α. Λιακοπούλου και δραματουργική επεξεργασία της δεύτερης. Από την αρχή ο θίασος έχει να αναμετρηθεί με ποικίλα παραστασιακά στοιχήματα. Πέρα από τη γλωσσική ιδιορρυθμία, η παράσταση χρειάζεται την ευχέρεια στη χρήση ποικίλων σκηνικών τρόπων, ώστε να μπορέσουν οι χαρακτήρες να ξεκολλήσουν από την αφήγηση και να εξελιχθούν, αλλά και οικονομία χρόνου (εδώ η διάρκεια ίσως είναι λίγο μεγαλύτερη), ώστε οι μικροί θεατές να μη δυσφορήσουν. Επίσης, βασικό ζήτημα αποτελεί η επιλογή ή προβολή εκείνων των πτυχών του έργου που θα ελκύσουν τα παιδιά και θα βοηθήσουν στην κατανόηση ή τουλάχιστον στην επαφή τους με το πλούσιο σε νοήματα και εικαστικότητα ποιητικό κείμενο του Κορνάρου.
Ο Ηλίας Καρελλάς και οι συνεργάτες του εστιάζουν στην ιστορία αγάπης του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας και, μέσα από το μοτίβο του απαγορευμένου από τις κοινωνικές συμβάσεις έρωτα, ενθέτουν ακτινωτά τα επεισόδια και τις συνδηλώσεις της ιστορίας. Χρησιμοποιώντας το έργο του Κορνάρου πότε ως προκείμενο (pretext) και πότε ως περικείμενο (context), οι συντελεστές χτίζουν ένα συμπαγές παραστασιακό περιβάλλον με ετερόκλητα σκηνικά μέσα, τα οποία οργανώνουν τον άξονα της θέασης και ενθουσιάζουν τους θεατές. Κούκλες διαφόρων διαστάσεων, θέατρο σκιάς, αφήγηση, ξυλοπόδαροι σημαίνουν το δραματικό τοπίο. Ο λόγος είναι διασκευασμένος, ωστόσο η αύρα της ζωντανής μουσικής και του τραγουδιού δίνει τον απαραίτητο λυρικό, «κρητικό» τόνο. Οι σκηνές της γκιόστρας (κονταρομαχία) και της σκιαμαχίας-μονομαχίας με τον εχθρό παρασταίνονται ευρηματικά.
Συντελείται ένα γοητευτικό παιχνίδι φωτός και σκιάς (φωτισμοί: Η. Καρελλάς - Β. Καστανάς), μέσα από το οποίο η λιτή σκηνή αποκτά πολυτοπικότητα και χρονική τροπικότητα, κάτι που αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, τον γεωμετρικό άξονα της παράστασης. Οι επιρροές από το θέατρο σκιών και ιδίως από τον Καραγκιόζη είναι πολλές και λεπτοδουλεμένες . Έτσι, τα επεισόδια της ιστορίας, που αγκαλιάζουν όλη την «ελληνική» επικράτεια της εποχής, σκιαγραφούνται πότε σε πρώτο και πότε σε δεύτερο πλάνο, πότε γραμμικά και πότε συγχρονικά, διαγράφοντας έτσι μια τροχιά μετασχηματισμού και ένταξης της ιστορίας στο σύγχρονο κόσμο του παιδιού, χωρίς να χάνεται η γοητεία του παρελθόντος. Οι ηθοποιοί πειθαρχούν στη σύμπλεξη φως-σκιά, παριστάνοντας πλήθος προσώπων, και προσωποποιώντας κάποιες φορές και στοιχεία της σκηνικής φύσης, λειτουργώντας ομαδικά και με συνέπεια.
Στον «παιδικό» Ερωτόκριτο το παιδί και ο ενήλικας θεατής (αν υπάρχει ηλικία στο θέαμα) έρχονται σε επαφή με μια παράσταση που, ενώ φαίνεται ότι συντίθεται από πολλά κομμάτια, δημιουργεί ωστόσο την παραμυθιακή χωροχρονική ενότητα και την αίσθηση ότι οι σχέσεις των ανθρώπων είναι οπτικά τοπία και αντιστρόφως. Κοιτώντας μέσα από αυτό το πρίσμα ο Ερωτόκριτος του θιάσου Καρελλά αποτελεί μια από τις καλύτερες παραστάσεις της χρονιάς, καθώς προσεγγίζεται ευρηματικά η ουσία της διαχρονικότητας και της αξίας του Ερωτόκριτου: η ομορφιά των σχέσεων, η αμφισημία των διαθέσεων, ο πολιτιστικός πλούτος του τόπου.
* Η Ελευθερία Ράπτου είναι θεατρολόγος
No comments:
Post a Comment