Η Λωξάντρα ακόμη μας διδάσκει αισιοδοξία
Η Φωτεινή Μπαξεβάνη ετοιμάζεται για το καλοκαίρι με νωπές τις μυρωδιές της Πόλης
- Της Γιωτας Συκκα, Η Καθημερινή, Kυριακή, 15 Mαϊου 2011
Στη Θεσσαλονίκη οι θεατές έφταναν με τα πούλμαν στο θέατρο,
μπουλούκια ολόκληρα, για να ζήσουν το λαϊκό θέαμα της «Λωξάντρας» στο
Κρατικό θέατρο όλο τον χειμώνα. Και στην αίθουσα, που θύμιζε περισσότερο
γιορτή, με κεράσματα χαλβά στο κοινό, ενώνονταν ΚΑΠΗ και σχολεία. Ούτε
ηλικιακά χάσματα ούτε μιζέριες. Μια βατή παράσταση που κατέληγε σε
γλέντι, που, όπως έδειξαν τα 70.000 εισιτήρια, πολλοί την είχαν ανάγκη.
Eνα ακόμη στοίχημα του Σωτήρη Χατζάκη, που κατάφερε να κερδίσει την πόλη
αλλά και τους νέους της στο ΚΘΒΕ.
Oμως και στην Αθήνα η
αισιοδοξία της Λωξάντρας έσπρωξε για λίγο τα απαισιόδοξα μηνύματα. Oσο
για το καμαρίνι της Φωτεινής Μπαξεβάνη, που παίζει τη διάσημη κοκόνα της
Μαρίας Ιορδανίδου στο «Θέατρον» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός
κόσμος», είναι γεμάτο από ευχαριστημένα πρόσωπα και βουρκωμένα μάτια.
Σαν να λυτρώνονται με τις μυρωδιές, τις συνταγές, τους ήχους της Πόλης.
Κι όλοι τη ρωτούν το ίδιο: «Πώς κατάφερες την προφορά;».
Eχει ένα
επιπλέον λόγο να χαίρεται όταν τα ακούει αυτά η ταλαντούχα ηθοποιός, που
καταπιάνεται το ίδιο καλά και με τη μουσική. Μπαχτζεβάν στα τουρκικά
είναι αυτός που καλλιεργεί μπαξέδες. Αυτό ήταν και το παρατσούκλι του
παππού της που με την ανταλλαγή των πληθυσμών έφτασε στο χωριό Φιλώτας
στη Φλώρινα. Εκεί ήταν καλλιεργητές κι έτσι του έμεινε το Μπαξεβάνης.
Η
Φωτεινή Mπαξεβάνη μελέτησε πολύ τις συνήθειες και τα έθιμα, με τον
σκηνοθέτη της παράστασης και τον Aκη Δήμου, υπεύθυνο για τη θεατρική
διασκευή. Τώρα, μάλιστα, που η Λωξάντρα τελειώνει και την αθηναϊκή
παράταση του ταξιδιού της, βάζοντας σε μια τάξη τις οικογενειακές
παιδικές αναμνήσεις, της έρχονται πολλά στο νου.
«Τον παππού μου
τον έζησα πολύ. Μπορεί να μη μιλούσε με προφορά γιατί είχε φύγει μικρός
από την Πόλη, αλλά είχε όλα τα στοιχεία και χαρακτηριστικά των ανθρώπων
που έζησαν εκεί. Θυμάμαι όποτε λείπαμε με τη γιαγιά από το σπίτι κάποιες
ώρες, επιστρέφαμε και βρίσκαμε την κουζίνα άνω-κάτω. Του άρεσε να
μαγειρεύει και ειδικά πικάντικα φαγητά και τσακώνονταν γι’ αυτό με τη
γιαγιά, η οποία ήταν από τη Bόρειο Hπειρο και είχε άλλες συνήθειες κι
άλλη κουζίνα».
Oμως,
αυτή η μερακλού, καπάτσα κοκόνα που δεν βάζει γλώσσα μέσα της επί
δυόμισι ώρες στη σκηνή, η οποία ηγείται στοργικά και ακούραστα μιας
πολυμελούς μεσοαστικής ελληνικής οικογένειας της Πόλης στα τέλη του 19ου
και αρχές του 20ού αι., «υπάρχει ακόμη ως πρόσωπο στην ελληνική
οικογένεια». Αυτό υποστηρίζει η ηθοποιός. «Οι γυναίκες της ελληνικής
οικογένειας μπορεί να καταπιάνονται και με άλλα πράγματα πια, ωστόσο,
αυτές έχουν την πρωτοβουλία και την οργάνωση του σπιτιού παρ’ ότι
εργάζονται. Το μεσημεριανό κυριακάτικο τραπέζι υπάρχει ακόμη. Τα
μαγειρέματα για μια γιορτή ή ένα κάλεσμα. Από την άλλη, όλοι έχουμε
ανάγκη ενός στηρίγματος σαν την Λωξάντρα, την αγκαλιά που μας δίνει
αίσθηση σιγουριάς και ασφάλειας». Το βλέπει στο κοινό κάθε βράδυ. «Να
δείτε πώς αντιδρούν στο μότο της ηρωίδας: “Tις εστί πλούσιος. Ο εν τω
ολίγω αναπαυόμενος”. Με έκανε κι εμένα να δω τη ζωή αλλιώς. Η Λωξάντρα
μάς διδάσκει ακόμη. Και ο κόσμος έχει ανάγκη την αισιοδοξία». Κι ενώ η
Λωξάντρα τελειώνει, η Φωτεινή Μπαξεβάνη ετοιμάζεται για το καλοκαίρι,
όπου θα λάβει μέρος στα «Μικρά Διονύσια» του ΚΘΒΕ. Eνα ταξίδι μνήμης με
πολλούς σταθμούς για τα 50 χρόνια του θεάτρου, σε σκηνοθεσία των Γρηγόρη
Καραντινάκη και Γιάννη Ρήγα. Η άλλη πλευρά της είναι γεμάτη μουσική.
Και όπως λέει η ηθοποιός, είναι διαφορετική διαδικασία. «Η σύνθεση είναι
πρωτογενής δημιουργία, ενώ η υποκριτική είναι δευτερογενής, με
διαφορετική διαδικασία η κάθε μία. Oταν κάνω το ένα, μου λείπει το άλλο.
Δεν τα κάνω ποτέ μαζί».
Η ενασχόλησή της, ωστόσο, με τη μουσική
έχει να κάνει με τον κόσμο του θεάτρου και του κινηματογράφου. Σε αυτό
και μόνο το πλαίσιο. Με τα προσόντα της, άλλοι θα ονειρεύονταν μουσικές
καριέρες. «Δεν είμαι άνθρωπος που θα κάνω δισκογραφία και τραγούδια. Η
μουσική στο θέατρο και το σινεμά έχει και μια σκηνοθετική χροιά. Επειδή
χτυπάει κατ’ ευθείαν στο συναίσθημα, μπορείς να την χρησιμοποιήσεις για
να επηρεάσεις υποσυνείδητα και να κατευθύνεις το κοινό σκηνοθετικά προς
τα εκεί που θέλεις. Μου αρέσει πολύ σαν παιχνίδι και σαν στοιχείο σε μια
θεατρική δουλειά. Aλλωστε, έρχεται να εξυπηρετήσει το ενιαίο
αποτέλεσμα, που είναι η παράσταση. Αν την απομονώσεις, δεν ξέρω πώς
μπορεί να σταθεί ανεξάρτητα».
- Εκανα όνειρα σε δύσκολους καιρούς
Η
«faosmusic» που ίδρυσε πριν από δύο χρόνια δεν έχει σχέση με τις
δισκογραφικές εταιρείες. Σκοπός της δεν ήταν να δείξει τι γράφει και να
το προωθήσει. «Ξεκίνησε με στόχο να αρχειοθετήσω και να εκδώσω την
πρωτότυπη μουσική που γράφεται για το θέατρο και το σινεμά, αλλά και
ελληνική τζαζ. Και νιώθω κάπως άσχημα γιατί σήμερα που συζητάμε όλα
αυτά, την έκλεισα. Βλέπετε, πήγα σε δύσκολους καιρούς να κάνω όνειρα.
Αλλά επειδή δεν μου αρέσει να αφήνω στη μέση τα πράγματα, την πόρτα την
έκλεισα προσωρινά». Οι εκδόσεις που έκανε ήταν πολυτελείς, δίγλωσσες που
λειτουργούσαν και ως μίνι πρόγραμμα, με όλα τα στοιχεία και τις
λεπτομέρειες από την παράσταση και τη μουσική της. «Φανταζόμουν τον
εαυτό μου σε μεγάλη ηλικία να έχω αρχειοθετήσει όλη τη μουσική για το
θέατρο».
Το πρώτο cd της «faosmusic» ήταν οι «Βάτραχοι» του
Εθνικού Θεάτρου, με τη μουσική του Γιάννη Χριστοδουλόπουλου, μετά η
«Κατερίνα Ισμαήλοβα» που σκηνοθέτησε η Μάρθα Φριντζήλα σε μουσική του
Βασίλη Μαντζούκη, το «Παρακαλώ ας μείνει μεταξύ μας» του Σταμάτη
Κραουνάκη και «Οι οκτώ γυναίκες» σε σκηνοθεσία του Νίκου Καραθάνου, με
τη δική της μουσική. «Θα επανέλθω», λέει με πείσμα. Είχε ετοιμάσει και
ιντερνετικό ραδιόφωνο. Πού σκόνταψε το όνειρο; «Στο ότι δεν βρήκα
στήριξη και στο γεγονός ότι δεν ήμουν πλούσια. Δεν πήγαινα για κέρδος,
αλλά για τα έξοδά μου και με τιμές των δέκα ευρώ».
Της
αρέσει να καταπιάνεται με διαφορετικά πράγματα. Να κάνει μουσικές
επιμέλειες σε παραστάσεις όταν δεν γράφει μουσική (όπως με τη Λωξάντρα),
να σκηνοθετεί όπως με το «Don Giovanni» του Μότσαρτ, που σκηνοθέτησε
για την Oπερα Θεσσαλονίκης, το αγγλικό έργο του Γ. Σκαραγκά «Prime
Numbers», το οποίο πριν από δύο χρόνια σκηνοθέτησε στη Νέα Υόρκη και
μάλιστα ήταν υποψήφια η δουλειά της για τα Οff-Broadway Awards.
Δεν
αραδιάζει, όμως, ρόλους και έργα που θα ήθελε να δουλέψει. Ούτε
ξεχωρίζει τη μουσική της εργασία από το θέατρο. «Μου αρέσει κάθε τι που
βρίσκεται στον δρόμο μου. Να μπαίνω στον κόσμο του, να το δουλεύω από
όλες τις πλευρές προκειμένου να το υποστηρίζω σαν να είναι το καλύτερο
που μπορούσε να μου συμβεί. Μουσική γράφω μόνο όταν μπαίνω σε αυτόν τον
κόσμο. Δεν θέλω αναγνωρίσιμο ύφος ούτε να μοιάζουν οι δουλειές μου».
- Ευκαιρία στους νέους κα στις ιδέες τους
Στα
είκοσι χρόνια της περιπλάνησής της στον χώρο του θεάτρου, η Φωτεινή
Μπαξεβάνη έχει δοκιμάσει πολλά. Στο «βιογραφικό» υπάρχουν πολλές
συνεργασίες στο λεγόμενο εμπορικό θέατρο, σε κρατικές σκηνές, μικρά
σχήματα, ΔΗΠΕΘΕ, αλλά και στον κινηματογράφο και την τηλεόραση. «Λάτρευα
από μικρή τις εμπειρίες», εξομολογείται. Στο σχολείο ήταν πάντα
πρόεδρος, οργάνωνε παραστάσεις, είχε πάθος με τη μουσική, ήταν μέσα σε
όλα. Ετοιμαζόταν για την Καλών Τεχνών, όταν όμως πέρασε στη Δραματική
Σχολή του Εθνικού Θεάτρου τράβηξε τον δρόμο της, έχοντας ως βασικά
εφόδια τις σπουδές στο Εθνικό Ωδείο και στο Ωδείο Φ. Νάκας (πιάνο,
ανώτερα θεωρητικά, κλασικό τραγούδι, σύνθεση για το θέατρο και το
σινεμά). Ομως, αυτό που την έφερε ώς εκεί ήταν το θέατρο στο ραδιόφωνο.
Δεν άφησε κασέτα ελεύθερη σε κανένα συγγενικό σπίτι. Τέτοια ήταν η μανία
της να γράφει τις βραδινές εκπομπές, που τις μάζευε όλες: «Εχω ένα
τεράστιο αρχείο έως σήμερα», λέει.
Θα ήθελε να υπάρχει στήριξη
στους νέους από το κράτος. «Δεν μιλάω με πίκρα. Εχω γνωστούς πολλούς με
πολλές ιδέες εκτός από όνειρα.
Η στήριξη δεν είναι τόσο τα
χρήματα, όσο η σωστή αξιολόγηση. Πρέπει να δίνεται η ευκαιρία στα νέα
παιδιά να εκφραστούν. Για να ξεδιπλώσεις τα φτερά σου, έχεις ανάγκη από
κάποιον να σε στηρίξει και να σε πιστέψει. Και η στήριξη έχει να κάνει
με την προβολή και τη διάθεση χώρων. Δεν είναι τα χρήματα το παν. Η
διάθεση ότι σε υπολογίζουν λείπει, και οι ευκαιρίες. Με απλά πράγματα
μπορείς, πραγματικά, να κάνεις πολλά».
No comments:
Post a Comment